ΗΚωνσταντίνα (Costantina, περ. 318 – 354), συχνά Κωνστάντια ή Κωνσταντιάνακαι αργότερα Αγία Κωνσταντίνα[1] (στηνΕλληνική Καθολική Εκκλησία), ήταν η μεγαλύτερη κόρη τουΡωμαίου αυτοκράτοραΚωνσταντίνου Α'και της δεύτερης συζύγου του, Φαύστας, κόρης του αυτοκράτορα Μαξιμιανού. Πήρε τον τίτλο της «Αυγούστας» από τον πατέρα της. Κατά το μεσαίωνα, το όνομά της συνδέθηκε με θρύλους πουδεν είχαν καμία σχέση μετην πραγματικότητα.
Το335, η Κωνσταντίνα παντρεύτηκε τον εξαδελφό της Αννιβαλιάνο, γιό τουΔαλμάτιου. Ο Αννιβαλιανός δολοφονήθηκε μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου το 337[2]. Παντρεύτηκε για δεύτερη φορά τον επίσης εξαδελφό της Κωνστάντιο Γάλλοπου ήταν «Καίσαρας» της ανατολής γύρω στα 349/350, την εποχή δηλαδή του γάμου τους. Ο Γάλλος ήταν τότε μόλις 25 ή 26 χρονών ενώ η Κωνσταντίνα αρκετά μεγαλύτερή του. Μαζί απέκτησαν μια κόρη, την Αναστασία, γιατη ζωή της οποίας δεν ξέρουμε τίποτα[3].
Εικάζεται πως ο δεσμός έγινε γιανα διασφαλίσει την πίστη του Γάλλου, αλλά φαίνεται πως η Κωνσταντίνα τον παντρεύτηκε γιανα στηρίξει τονΒετράνιο[4] ως αντίπαλον δέος του σφετεριστή Μαγνέντιουπου είχε ζητήσει το χέρι της από τονΚωνστάντιο Β΄[5]. Η σύζευξη ωφέλησε όχι μόνο τον Κωνστάντιο αλλά καιτην ίδια που μπορούσε πλέον να χειραγωγήσει τον άπειρο Καίσαρα. Ανκαιη Κωνσταντίνα ενδέχεται να ζήτησε η ίδια να παντρευτεί τον Γάλλο, είναι πιθανό πως ο Κωνστάντιος Β΄ ήθελε να απομακρύνει την αδερφή του από τις δυτικές επαρχίες της αυτοκρατορίας που παρέμεναν ασταθείς, και άρα την έσπρωξε αυτός προς το γάμο.
Ο Γάλλος κυβέρνησε τις ανατολικές επαρχίες από τηνΑντιόχειαμε καθήκον την υπεράσπιση των ρωμαϊκών εδαφών από τους Σασσανίδες. Παρ' όλα αυτά, απώλεσε τη συμπάθεια των εκεί κατοίκων λόγω της άσπλαχνης και σκληρής του συμπεριφοράς, παρά τη συμπαράσταση που είχε από τη γυναίκα του. Έτσι, όταν ο Κωνστάντιος έμαθε γιατα παράπονα των Αντιόχειων γιατον Γάλλο, ο τελευταίος απέστειλε την Κωνσταντίνα νατον υπερασπιστεί στοΜιλάνο.
Η Κωνσταντίνα δεν έφτασε ποτέ στον προορισμό της και πέθανε στηΒιθυνία. Ετάφη κοντά στηνΟδό Νομεντάνα, στηΡώμη, σε ένα αρχαίο μαυσωλείο που μετέπειτα μετατράπηκε στην εκκλησία της Αγίας Κωνστάντσας. Η σαρκοφάγος της βρίσκεται σήμερα σταΜουσεία Βατικανού.
Ο Βρετανός ιστορικός Γκίμπον παρομοιάζει την Κωνσταντίνα με «Ερινύα γεμάτη δίψα για ανθρώπινο αίμα». Αναφέρει πως, αντί να συνετίσει τον άνδρα της, ήταν αυτή που έσπρωξε τον Γάλλο στη σκληρότητα καιτη βία. Ήταν επίσης ματαιόδοξη και παρά το ότι κάλυπτε το πρόσωπό της με μακιγιάζ (θεωρούνταν άσχημη καιο πατέρας της δοκίμασε τη βοήθεια γιατρών γιανατη θεραπεύσει από τη λέπρα) [1], ο χαρακτήρας της δεν ήταν ποτέ το ίδιο καλός. Κατά τον Γκίμπον, η Κωνσταντίνα θα δεχόταν δώρο ένα μαργαριτάρι ακόμα κιαν έπρεπε να σκοτώσει, ως αντάλλαγμα, κάποιον αξιοσέβαστο ευγενή της εποχής της[6].
Στομεσαίωνα, η Κωνσταντίνα ήταν θρυλική φιγούρα συνδεδεμένη μετη ζωή της Αγίας Αγνής. Λέγεται πως έπασχε από λέπρα και πως κατάφερε να θεραπευτεί από θαύμα όταν προσευχήθηκε στο μνήμα της Αγίας Αγνής. Από τότε ορκίστηκε να μείνει αγνή, προσηλύτισε τον άντρα της στοΧριστιανισμόκαι δώρισε την περιουσία της στους υπηρέτες της Ιωάννη και Παύλο με σκοπό να βοηθήσουν την εκκλησία[7].