Όλες οι αξίες, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά, είναι σεδολάρια ΗΠΑ
Ηοικονομία τουΜαυροβουνίου είναι ως επί το πλείστον οικονομία βασισμένη στις υπηρεσίες, επί του παρόντος στη διαδικασία της οικονομικής μετάβασης. Η οικονομία σε αυτό τοΒαλκανικό κράτος ανακάμπτει από τις επιπτώσεις τωνΓιουγκοσλαβικών πολέμων, τη παρακμή της βιομηχανίας μετά τη κατάρρευση της ΣΟΔΓ, και τις οικονομικές κυρώσεις τουΟΗΕ.
Ως ένα σχετικά μικρό πριγκιπάτο και βασίλειο, τοΜαυροβούνιο έκανε τα πρώτα του βήματα προς μια βιομηχανική οικονομία μόνο στην αρχή του 20ου αιώνα. Οι αιτίες για αυτή τη σχετική καθυστέρηση είναι ο μικρός αριθμός του πληθυσμού, η έλλειψη πρώτων υλών, το υπανάπτυκτο δίκτυο μεταφορών καιτο συγκριτικά χαμηλό ποσοστό των επενδύσεων. Ωστόσο, αυτή η καθυστέρηση της εκβιομηχάνισης είχε θετικά αποτελέσματα - το Μαυροβούνιο επέζησε ως ειδική οικολογική όαση.
Τα πρώτα εργοστάσια χτίστηκαν στο Μαυροβούνιο στην πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα, ακολουθούμενη από μύλος ξυλείας, ένα διυλιστήριο πετρελαίου, ένα ζυθοποιείο, και ηλεκτρικά εργοστάσια παραγωγής ενέργειας. Αυτή η σύντομη εξέλιξη της βιομηχανικής οικονομίας διακόπηκε από πολέμους, τονΑ΄ Βαλκανικό Πόλεμο (1912-1913), ακολουθούμενος από τονΑ΄ Παγκόσμιο ΠόλεμοκαιτονΒ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων, ηγεωργία διατήρησε την κυρίαρχη θέση της στην εθνική οικονομία, ενώ ητα μόνα υπόλοιπα βιομηχανικά εργοστάσια ήταν οι μύλοι ξυλείας, οκαπνός, τα εργοστάσια, τα ζυθοποιεία, καιοιαλυκές.
Η οικονομία σημείωσε σημαντική πρόοδο μόνο μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς το Μαυροβούνιο έγινε μέρος της ΣΟΔΓ. Κατά την περίοδο μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, το Μαυροβούνιο γνώρισε μια περίοδο ταχείας αστικοποίησης και εκβιομηχάνισης. Υπήρξε βιομηχανικός κλάδος με βάση την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, χάλυβα, αλουμινίου, τηνεξόρυξη άνθρακα, τηδασοκομίακαιτην επεξεργασία του ξύλου, καθώς και εργοστάσια κλωστοϋφαντουργικών προϊόντωνκαι καπνού κατασκευή. Το εμπόριο, η διεθνή ναυτιλία και ιδιαίτερα ο τουρισμός έγιναν όλο και περισσότερο ζωτικής σημασίας από τα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Λόγω της ευνοϊκής γεωγραφικής θέσης (είχε πρόσβαση στηνΑδριατική Θάλασσακαι υδροσύνδεση μετηνΑλβανίασε όλη τηΛίμνη Σκόδρα) το Μαυροβούνιο έγινε κομβικό σημείο γιατο λαθρεμπόριο. Το σύνολο της βιομηχανικής παραγωγής είχε σταματήσει καιη κύρια οικονομική δραστηριότητα στη δημοκρατία έγινε το λαθρεμπόριο αγαθών, όπως βενζίνη και τσιγάρα, των οποίων οι τιμές είχαν εκτοξευτεί. Έγινε ντε φάκτο νόμιμο και αυτό συνεχίστηκε για χρόνια.
Το 1997, οΜίλο Τζουκάνοβιτς πήρε τον έλεγχο πάνω στο κυβερνών κόμμα ΔΚΣκαι άρχισε να κόβει τους δεσμούς μετηΣερβία. Κατηγόρησε τις πολιτικές τουΣλόμπονταν Μιλόσεβιτςγιατη πτώση της οικονομίας του Μαυροβουνίου. Η αναζωπύρωση του πληθωρισμού οδήγησε την κυβέρνηση του Μαυροβουνίου να "δολαριοποιήσει" την οικονομία, υιοθετώντας τογερμανικό μάρκο μονομερώς και επιμένοντας στη ανάληψη περισσότερων εξουσιών γιατην οικονομία. Αυτό οδήγησε τελικά στη δημιουργία της Σερβίας και Μαυροβουνίου, μια χαλαρή ένωση, στην οποία η κυβέρνηση του Μαυροβουνίου είχε τη κυρίαρχη ευθύνη γιατην οικονομική της πολιτική.
Αυτό ακολουθήθηκε από την εφαρμογή γρηγορότερης πιο αποτελεσματικής ιδιωτικοποίησης. Επίσης πέρασε μεταρρυθμίσεις στη νομοθεσία και εισήγαγε τονΦΠΑ. Όταν το γερμανικό μάρκο αντικαταστάθηκε από τοευρώ, το τελευταίο έγινε τονόμιμο νόμισμα του Μαυροβουνίου παρά τις αντιρρήσεις από τις Βρυξέλλες. Η κυβέρνηση καθιέρωσε ένα μεσοπρόθεσμο σχέδιο οικονομικών μεταρρυθμίσεων, γνωστό ως "Η Ατζέντα".
Παρά την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων καιτην ιδιωτικοποίηση των περισσότερων κρατικών επιχειρήσεων, το βιοτικό επίπεδο των Μαυροβούνιων δεν βελτιώθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Η κυβέρνηση, μετον Μίλο Ντουκάνοβιτς ακόμα ως πρωθυπουργό, πέταξε την ευθύνη στην αργή πρόοδο στη Σερβία. Κάποια επιχειρήματα που χρησιμοποίησε γιανα υποστηρίξει αυτή τη θέση ήταν ότι το εξωτερικό χρέος ήταν υψηλότερο στη Σερβία κατά ένα τρίτο και ότι η ανεργία ήταν σημαντικά χαμηλότερη στο Μαυροβούνιο. Υποστήριξε επίσης ότι η ενοχλητική συνεργασία της σερβικής κυβέρνησης μετο δικαστήριο της Χάγης γιατα εγκλήματα πολέμου, το καθεστώς του Κοσσυφοπεδίου καιη γενική πολιτική αναταραχή στη Σερβία εμπόδιζαν την ελκυστικότητα του Μαυροβουνίου και καθυστερούσαν την πρόοδο προς την πλήρη ένταξη στηνΕυρωπαϊκή ΈνωσηκαιτοΝΑΤΟ.
Ένα δημοψήφισμα που διεξήχθη στις 21 Μαΐου 2006 είχε ως αποτέλεσμα μια στενή πλειοψηφία να ψηφίσει υπέρ της ανεξαρτησίας του Μαυροβουνίου από τη Σερβία.
Μετά το δημοψήφισμα ανεξαρτησίας η οικονομία του Μαυροβουνίου συνέχισε να βασίζεται περισσότερο στις υπηρεσίες, με στόχο να γίνει ο τουριστικός προορισμός της ελίτ καιναμπειστηνΕυρωπαϊκή Ένωση. Έχουν γίνει προσπάθειες γιατην προσέλκυση ξένων επενδυτών στον τουρισμό, καθώς καισε μεγάλα έργα υποδομής, αναγκαία γιανα διευκολυνθεί η ανάπτυξη του τουρισμού.
Το Μαυροβούνιο έχει βιώσει μια έκρηξη ακινήτων το 2006 και το 2007, καθώς πλούσιοι Ρώσοι, Βρετανοίκαι άλλοι αγόρασαν ακίνητα στην ακτή του Μαυροβουνίου. Το Μαυροβούνιο έλαβε, το 2008, περισσότερες ξένες επενδύσεις ανά κάτοικο από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρώπης. Λόγω των άμεσων ξένων επενδύσεων, η οικοονμία του Μαυροβουνίου αυξάνεται με πολύ γρήγορο ρυθμό τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, η κρίση του 2008 αναπόφευκτα επιβράδυνε την ανάπτυξη, καθώς οι μεγαλύτερες επενδύσεις μπορεί να αναβληθούν. Η ύφεση έπληξε σκληρά το Εργοστάσιο Αλουμινίου της Ποντγκόριτσα, που χτίστηκε το 1969 και συμβάλλει σημαντικά στο μαυροβουνιακό ΑΕΠ. Είναι επίσης σημαντικός εξαγωγέας.
Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2012, το Μαυροβούνιο εξήγαγε προϊόντα (κυρίως μέταλλα) ύψους 182.3 εκατ.€, 14.6% λιγότερο από την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους. Η κύριοι εξαγωγικοί εταίροι ήταν η Κροατία (47.2 εκατ.€), η Σερβία (36.8 εκατ. €), η Βοσνία-Ερζεγοβίνη καιη Ουγγαρία (12.7 εκατ. €). Οι εισαγωγές (κυρίως τρόφιμα, πετρέλαιο και ηλεκτρική ενέργεια) ήταν 864.9 εκατ.€, 2.6% περισσότερο από την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους. Οι μεγάλοι εισαγωγικοί εταίροι ήταν η Σερβία (249.2 εκατ.€), η Ελλάδα (73 εκατ. €), η Βοσνία και Ερζεγοβίνη (59.8 εκατ. €).[5]
Ο τραπεζικός τομέας του Μαυροβουνίου είναι ιδιαίτερα συγκεντρωμένος στο υψηλό μερίδιο των ξένων κεφαλαίων. Οι τράπεζες στο Μαυροβούνιο συνήθως λειτουργούν ως καθολικές τράπεζες παρέχοντας λιανική υπηρεσία και εταιρικά τραπεζικά προϊόντα και υπηρεσία. Κατά τα τελευταία χρόνια (2007-2016), οι τράπεζες έχουν προσελκύσει καταθέσεις από Μαυροβούνιους καιμη. Οι περισσότερες τράπεζες προσφέρουν λογαριασμούς μη κατοίκων, συνήθως σε φυσικά όσο και νομικά πρόσωπα.[6]
Ο φόρος εισοδήματος (με ποσοστό 9%) εφαρμόζεται γιατο μηνιαίο προσωπικό ακαθάριστο εισόδημα κάτω από 751 ευρώ ανά μήνα. Ο φόρος εισοδήματος είναι 11% για εισοδήματα άνω των 751 ευρώ, ενώ το 2013 ήταν 15%.[7]Το επιπλέον εισόδημα που δηλώνεται στην ετήσια φορολογική δήλωση υπόκειται σε φόρο εισοδήματος 9%.[8]
↑data cover general government debt, and includes debt instruments issued (or owned) by government entities other than the treasury; the data include treasury debt held by foreign entities; the data include debt issued by subnational entities, as well as intragovernmental debt; intragovernmental debt consists of treasury borrowings from surpluses in the social funds, such as for retirement, medical care, and unemployment; debt instruments for the social funds are not sold at public auctions
1. Διηπειρωτικές χώρες με επικράτεια στην Ευρώπη καιστην Ασία. 2. Γεωγραφικά ανήκει στην Ασία, αλλά θεωρείται ευρωπαϊκό κράτος για ιστορικούς και πολιτισμικούς λόγους. 3. Κράτη που περιλαμβάνουν υπερπόντια εδάφη καισε άλλες ηπείρους μετην μητροπολιτική περιοχή να βρίσκεται στην Ευρώπη.