Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές και πολιτικές οντότητες στον κόσμο, με περισσότερους από 448,8 εκατομμύρια κατοίκους[5] ή το 5,8% του παγκόσμιου πληθυσμού[6][7]και συνδυασμένο ονομαστικό ΑΕΠ περίπου 16,06 τρισεκατομμύρια ευρώτο2014. Έχει δημιουργήσει μια εσωτερική αγορά με ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων, διαθέτει κοινή αγροτική και αλιευτική πολιτική, κοινή εμπορική πολιτική προς τις τρίτες χώρες, όπως επίσης και περιφερειακή πολιτική γιατην υποστήριξη των φτωχότερων περιφερειών της. Επιδιώκει να αποτελέσει ένα Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης, μέσα στον οποίο τα κράτη μέλη της συνεργάζονται στενά σχετικά με τις γενικές πολιτικές, τους ελέγχους στα σύνορα (εσωτερικά και εξωτερικά), το άσυλο, τη μετανάστευση, τη δικαστική συνεργασία σε αστικές και ποινικές υποθέσεις καιτην αστυνομική συνεργασία. Επίσης προωθεί μια κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας, προς το παρόν σε διακυβερνητικό επίπεδο. Στο πλαίσιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης εισήγαγε ενιαίο νόμισμα, τοευρώ, που έχει υιοθετηθεί από δεκαεννέα κράτη μέλη μέχρι σήμερα.
Μετην ίδρυσή της η Ευρωπαϊκή Ένωση, εισήγαγε για πρώτη φορά την έννοια της Ευρωπαϊκής Ιθαγένειας: οι πολίτες των κρατών μελών είναι παράλληλα και πολίτες της Ένωσης, δηλαδή μπορούν, μεταξύ άλλων, να κυκλοφορούν καινα διαμένουν ελεύθερα στο έδαφός των κρατών μελών καινα εκλέγουν ή/καινα εκλέγονται μια φορά κάθε πέντε έτη στις εκλογές τουΕυρωπαϊκού Κοινοβουλίου (όπως και στις εθνικές εκλογές της χώρας τους). Παράλληλα οι έλεγχοι διαβατηρίων στα εσωτερικά της σύνορα καταργήθηκαν μετηΣυμφωνία του Σένγκεν (Schengen).
Μετά το τέλος τουΒ΄ Παγκοσμίου Πολέμουτο πολιτικό κλίμα ήταν πιο ώριμο από ποτέ γιαμια ενδεχόμενη ενοποίηση της Ευρώπης. Η ενότητα θεωρήθηκε από πολλούς ως η μοναδική λύση γιατην αποφυγή μελλοντικών πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών καιτην απομόνωση των ακραίων μορφών εθνικισμού, οι οποίες ήταν υπεύθυνες γιατην πρόσφατη καταστροφή της ευρωπαϊκής ηπείρου. Το έναυσμα έδωσε οΟυίνστον Τσώρτσιλμετο λόγο που εκφώνησε στοΠανεπιστήμιο της Ζυρίχηςτο 1946, στον οποίο προτείνει την ανάπτυξη μιας ευρωπαϊκής οικογένειας σε κλίμα ειρήνης, ασφάλειας και ελευθερίας.[εκκρεμεί παραπομπή] Στις 9 Μαΐου1950ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ρομπέρ Σουμάν (Robert Schuman) υπέβαλε μια πρόταση για κοινή διαχείριση από τηΓαλλίακαιτη Δυτική Γερμανία των βιομηχανιών του άνθρακα καιτου χάλυβα. Η πρόταση, γνωστή ως Διακήρυξη Σουμάν, περιέγραφε το σχέδιο ως «το πρώτο συγκεκριμένο βήμα προς μια Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία». Η πρόταση οδήγησε στον σχηματισμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) από τηΔυτική Γερμανία, τοΒέλγιο, τηΓαλλία, τηνΙταλία, τοΛουξεμβούργοκαι τις Κάτω Χώρες. Στους δημιουργούς και υποστηρικτές συγκαταλέγονται οιΖαν Μονέ (Jean Monnet), Ρομπέρ Σουμάν, Πωλ-Ανρί Σπάακ (Paul Henri Spaak) καιΑλτσίντε ντε Γκάσπερι (Alcide De Gasperi). Η Κοινότητα ιδρύθηκε μετηΣυνθήκη των Παρισίων (υπογραφή 18.4.1951) στις 23 Ιουλίου 1952και θεωρείται η απαρχή της δημιουργίας της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Την 1η Ιανουαρίου 1958με τις Συνθήκες της Ρώμης (υπογραφή 25.3.1957) δημιουργήθηκαν δύο νέες Κοινότητες: ηΕυρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), που καθιέρωσε για πρώτη φορά πλήρη τελωνειακή ένωση, καιηΕυρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (ΕΥΡΑΤΟΜ) για συνεργασία σε θέματα χρήσης πυρηνικής ενέργειας. Με μία ιδιαίτερη Σύμβαση, που υπογράφηκε και τέθηκε σε ισχύ μαζί με τις άλλες δύο Συνθήκες, οι τρεις Κοινότητες αποκτούσαν για πρώτη φορά τρία κοινά όργανα: τη Συνέλευση (μετέπειτα Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο), το Δικαστήριο καιτην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. Σε κάθε περίπτωση καιοι τρεις διατηρούσαν την αυτονομία τους από νομικής απόψεως ως διακριτοί διεθνείς οργανισμοί. Οι νέες Κοινότητες σχημάτισαν δύο διαφορετικές Επιτροπές, σε αντίθεση μετην παλαιότερη «Ανωτάτη Αρχή» της ΕΚΑΧ. Η Επιτροπή της ΕΟΚ είχε επικεφαλής τονΒάλτερ Χάλσταϊν (Walter Hallstein) καιη Επιτροπή της ΕΚΑΕτον Λουί Αρμάντ (Louis Armand) τον οποίο διαδέχθηκε ο Ετιέν Χιρς (Etienne Hirsch).
Την 1η Ιουλίου 1967μετηΣυνθήκη Συγχώνευσης (υπογραφή, 8.4.1965) οι τρεις Κοινότητες απέκτησαν μία ενιαία, ολοκληρωμένη θεσμική δομή, συγχωνεύοντας τα Συμβούλια Υπουργών, τις Επιτροπές καιτην Ανωτάτη Αρχή, σε ένα ενιαίο Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και μία ενιαία Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αντίστοιχα. Παρόλα αυτά παρέμειναν νομικά ανεξάρτητες, ανκαιστο εξής έγιναν γνωστές στο σύνολό τους ως Ευρωπαϊκές Κοινότητες.
Την 1η Ιανουαρίου 1973οι Κοινότητες διευρύνθηκαν έτσι ώστε να συμπεριλάβουν τηΔανία (συμπεριλαμβανομένης της Γροιλανδίας, η οποία αποχώρησε το 1985), τηνΙρλανδίακαιτοΗνωμένο Βασίλειο. ΗΝορβηγία είχε επίσης υπογράψει συμφωνία προσχώρησης στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, η οποία ωστόσο δεν επικυρώθηκε ποτέ λόγω του αρνητικού αποτελέσματος του σχετικού δημοψηφίσματοςπου είχε διεξαχθεί στη χώρα. Το1979 πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες άμεσες, δημοκρατικές εκλογές γιατοΕυρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Καθώς η διεύρυνση προς τηνΑνατολική Ευρώπη ήταν προτων πυλών, αποφασίστηκαν από κοινού ταΚριτήρια της Κοπεγχάγης (Ιούνιος 1993), μια σειρά από κανονισμούς τους οποίους έπρεπε να πληρεί από εδώ καιστο εξής οποιοδήποτε κράτος επιθυμούσε την προσχώρηση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ιδρύθηκε επίσημα την 1η Νοεμβρίου 1993μετην εφαρμογή της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Εμπνευστές και αρχιτέκτονες της, θεωρούνται οιΧέλμουτ ΚολκαιΦρανσουά Μιτεράν. Την 1η Ιανουαρίου 1995ηΑυστρία, ηΦινλανδίακαιηΣουηδία προσχώρησαν στην πρόσφατα ιδρυθείσα Ένωση. Η πρώτη ευρεία τροποποίηση υπογράφηκε στοΆμστερνταμ το1997, μετηνομώνυμη συνθήκη, και τέθηκε σε ισχύ την1η Μαΐου1999. Την ίδια χρονιά το ενιαίο νόμισμα της Ένωσης, τοευρώ, αντικατέστησε για πρώτη φορά τα εθνικά νομίσματα, σε λογιστική μορφή, σε έντεκα κράτη μέλη, τη λεγόμενη Ευρωζώνη. Το2001 προσχώρησε σε αυτήν καιηΕλλάδα, ενώ το2002το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα κυκλοφόρησε καισε φυσική μορφή σε ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Μετην εφαρμογή της τροποποιητικής Συνθήκης της Νίκαιαςτην1η Φεβρουαρίου2003, δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις γιατην εύρυθμη λειτουργία των θεσμικών οργάνων της Ένωσης λόγω της επικείμενης διεύρυνσης της σε 25 κράτη-μέλη, τη μεγαλύτερη διεύρυνση στην ιστορία της. Έτσι, την 1η Μαΐου 2004 δέκα νέες χώρες προσχώρησαν στηνΕΕ, οκτώ εκτων οποίων της Ανατολικής Ευρώπης: Εσθονία, Κύπρος, Λετονία, Λιθουανία, Μάλτα, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία, ΣλοβενίακαιΤσεχία.
Στις 29 Οκτωβρίου 2004 υπογράφηκε στηΡώμηη Συνθήκη γιατη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, που φιλοδοξούσε να αντικαταστήσει όλο το θεσμικό οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με μία απλούστερη και συνεκτικότερη δομή, δίνοντας στη νέα Ευρωπαϊκή Ένωση διευρυμένες αρμοδιότητες. Η συνθήκη δεν τέθηκε ποτέ σε ισχύ καθώς περιείχε πολλά αμφιλεγόμενα εδάφια, καθώς η επικύρωσή της απορρίφθηκε το2005 από τον γαλλικό και ολλανδικό λαό σε αντίστοιχα δημοψηφίσματα. Μετά την εγκατάλειψη του «Συντάγματος της Ευρώπης», συμφωνήθηκε αφενός να διασωθούν και αφετέρου να τροποποιηθούν ορισμένα τμήματά του, έτσι ώστε μια νέα συνθήκη να τροποποιήσει τις ήδη υπάρχουσες, όπως παραδοσιακά μέχρι τότε συνηθιζόταν, χωρίς να τις αντικαταστήσει. Έτσι, υπογράφηκε ηΣυνθήκη της Λισαβόνας (13.12.2007), η οποία τέθηκε σε ισχύ την1η Δεκεμβρίου2009. Η συνθήκη αυτή τροποποίησε ολόκληρη τη δομή της Ένωσης, συγχωνεύοντας πλήρως τους Τρεις Πυλώνες της σεμια ενιαία νομική οντότητα. Επίσης, θέσπισε επίσημα πιατον θεσμό του μόνιμου Προέδρου τουΕυρωπαϊκού Συμβουλίουμε θητεία 2,5 ετών, ενώ έδωσε αυξημένες αρμοδιότητες στονΎπατο Εκπρόσωπο της Ένωσης.
Την 1η Ιανουαρίου 2007, ηΒουλγαρίακαιηΡουμανία διεύρυναν τα κράτη μέλη της ΕΕσε 27. Την ίδια χρονιά το ευρώ υιοθετήθηκε από τηΣλοβενία, το2008 από τηνΚύπροκαιτηΜάλτα, ενώ το2009 από τηΣλοβακία. Την 1η Ιανουαρίου 2015, ηΛιθουανία έγινε το 19ο μέλος της Ευρωζώνης, μετά τις Λετονία (1/1/2014) καιΕσθονία (1/1/2011). Το 2012 ηΕΕ βραβεύτηκε μετοΝόμπελ Ειρήνηςγιατη συνεισφορά της στην προώθηση της ειρήνης, της συμφιλίωσης, της δημοκρατίας και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ευρώπη. Η τελευταία χώρα, μέχρι στιγμής, που εντάχθηκε στην ευρωπαϊκή οικογένεια είναι ηΚροατία (1/7/2013), αποτελώντας το 28ο μέλος της.
Όπως ολόκληρη η ευρωπαϊκή ήπειρος έτσι καιη Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δεχθεί επιρροές από τονελληνικό πολιτισμόκαιτημυθολογίατου. Η μυθολογική φιγούρα της Ευρώπης έχει συνυφανθεί μετην προσωποποίηση της ίδιας της ηπείρου (η οποία άλλωστε έχει πάρει το όνομά της από αυτήν) και εσχάτως της Ένωσης. Αγάλματα και πίνακες ζωγραφικής της αρπαγής της Ευρώπης από τονΔία, κοσμούν πολλούς χώρους και κτήρια της Ένωσης ενώ συναντάται επίσης καιστοελληνικό νόμισμα των 2 ευρώ. Η δεύτερη έκδοση των τραπεζογραμματίων τουευρώ έχει πάρει το όνομα Σειρά «Ευρώπη», στα οποία έχει τοποθετηθεί το πορτραίτο της Ευρώπης.
Ησημαία της ένωσης αποτελείται από έναν κύκλο 12 χρυσών αστέρων σεμπλε φόντο. Το «μπλε» συμβολίζει τη δύση ενώ τα 12 χρυσά αστέρια μετην τοποθέτησή τους σε κύκλο συμβολίζουν την αλληλεγγύη, την αρμονία καιτην τελειότητα. Η σημαία είχε σχεδιασθεί αρχικά το 1955 για το Συμβούλιο της Ευρώπης, υιοθετήθηκε ως επίσημη σημαία της ΕΟΚτο 1985 και κληρονομήθηκε από τηνΕΕ. Την ίδια χρονιά υιοθετήθηκε καιο επίσημος ύμνος της Ένωσης ο οποίος είναι τοπρελούδιο της Ωδής στη Χαρά, τμήμα της 9ης Συμφωνίας τουΜπετόβεν, σε ορχηστρική έκδοση.
Η 9η Μαΐου έχει κηρυχτεί ως Ημέρα της Ευρώπηςκαι είναι η επέτειος της Διακήρυξης Σουμάν (9/5/1950), της απαρχής της σύγχρονης ευρωπαϊκής ιδέας.
Από το τέλος τουΒ΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κυρίαρχαευρωπαϊκά κράτη έχουν συνάψει συνθήκες και ως εκ τούτου συνεργάστηκαν και εναρμόνισαν πολιτικές (ή συνέδεσαν την κυριαρχία) σε έναν αυξανόμενο αριθμό τομέων, στο έργο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ή στην οικοδόμηση της Ευρώπης (γαλλικά: la construction européenne). Το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα περιγράφει τη νομική έναρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) - το κύριο πλαίσιο για αυτήν την ενοποίηση. ΗΕΕ κληρονόμησε πολλές από τις σημερινές της ευθύνες από τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες (ΕΚ), οι οποίες ιδρύθηκαν τη δεκαετία του 1950 στο πνεύμα της Διακήρυξης Σουμάν.
Υπόμνημα: Υ: υπογραφή Ι: θέση σε ισχύ Τ: τερματισμός Λ: λήξη de facto αντικατάσταση Σχετ. με πλαίσιο ΕΚ/ΕΕ: de facto εντός εκτός
↑ 1,01,11,21,31,4Ανκαιδεν είναι per seοι συνθήκες της ΕΕ, αυτές οι συνθήκες επηρέασαν τηνανάπτυξητουαμυντικού σκέλους της ΕΕ, κύριο μέρος της ΚΕΠΠΑ. Η γαλλοβρετανική συμμαχία που ιδρύθηκε μετη Συνθήκη της Δουνκέρκης αντικαταστάθηκε de facto από τηνΔΕ. Ο πυλώνας ΚΕΠΠΑ ενισχύθηκε από ορισμένες από τις δομές ασφαλείας που είχαν δημιουργηθεί στο πλαίσιο της αρμοδιότητας της Τροποποιημένης Συνθήκης των Βρυξελλών (ΤΣΒ) του 1955. Η Συνθήκη των Βρυξελλών τερματίστηκετο 2011, διαλύοντας κατά συνέπεια τηΔΕΕ, καθώς ηρήτρα αμοιβαίας άμυναςπου προέβλεπε η Συνθήκη της Λισαβόνας γιατηνΕΕ θεωρήθηκε ότι καθιστά τηΔΕΕ περιττή. Έτσι, ηΕΕ αντικατέστησε de facto τηΔΕΕ.
↑Από την ίδρυση της ΕΕτο 1993 και την εδραίωση το 2009, η ένωση αποτελούνταν από τρεις πυλώνες, ο πρώτος από τους οποίους ήταν οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες. Οι άλλοι δύο πυλώνες αποτελούνταν από πρόσθετους τομείς συνεργασίας που είχαν προστεθεί στην αποστολή της ΕΕ.
Προκειμένου να προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ένα κράτος πρέπει να τηρήσει οικονομικούς και πολιτικούς όρους, γνωστούς ως Κριτήρια της Κοπεγχάγης (μετά από τη σύνοδο κορυφής της Κοπεγχάγηςτον Ιούνιο του1993). Αυτό βασικά απαιτεί μια κοσμική, δημοκρατική κυβέρνηση, κράτος δικαίου και αντίστοιχες κοινωνικές και θεσμικές ελευθερίες. Σύμφωνα μετη Συνθήκη γιατηνΕΕ, κάθε κράτος-μέλος αλλά καιτοΕυρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να συμφωνήσουν ομόφωνα με οποιαδήποτε διεύρυνση.
Ευρωπαϊκές Χώρες που έχουν συνάψει ξεχωριστές συνθήκες μετηνΕΕ:
ΤοΜονακό, οΆγιος ΜαρίνοςκαιτοΒατικανό, ανκαιδεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν συνάψει ειδικές συμφωνίες με αυτήν σχετικά μετη χρήση τουΕυρώ ως εθνικού τους νομίσματος. ΗΑνδόρραδεν έχει υπογράψει ακόμα τέτοια ειδική συμφωνία γιατο ευρώ, παρόλο που αυτό γίνεται δεκτό στις συναλλαγές. Επιπλέον, το έδαφος του Μονακό συμπεριλαμβάνεται στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. Οι χώρες αυτές υιοθέτησαν ως εθνικό το νόμισμα το Ευρώ από το 2000, χωρίς να ανήκουν ακόμη στην Ευρωπαϊκή Ένωση καιτηνΕυρωζώνη, αντικαθιστώντας τα εθνικά νομίσματα που χρησιμοποιούσαν, που ήταν μεταξύ άλλων τοΦράγκο Γαλλίας, ηΛίρα ΙταλίαςκαιηΠεσέτα Ισπανίας.
Τόσο το 1972, όσο καιτο 1994, ηΝορβηγία, παρά το γεγονός ότι υπέγραψε τις αντίστοιχες Συνθήκες προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τελικά δεν τις επικύρωσε ποτέ λόγω αρνητικών δημοψηφισμάτων των Νορβηγών πολιτών. ΗΙσλανδία ανέστειλε οριστικά και αμετάκλητα τις συνομιλίες της από το 2013 και δεν είναι πλέον υποψήφια προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. ΗΕλβετίακαιτοΛίχτενσταϊνδεν εξέφρασαν ποτέ την ένταξη τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ουδέποτε το επιθύμησαν, λόγω της ισχυρής οικονομίας τους.
Υποψήφιες Ευρωπαϊκές Χώρες, προς ένταξη στηνΕΕ:
Αυτήν την περίοδο υπάρχουν αρκετές υποψήφιες χώρες προς ένταξη οι οποίες δεν πληρούν ακόμη τα κριτήρια του καταστατικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης:
ΗΣερβίακαιτοΜαυροβούνιο. Η πρώτη γιανα ενταχθεί Ευρωπαϊκή Ένωση, μεταξύ των άλλων υποχρεωτικών αλλαγών που καλείται να κάνει στο Σύνταγμά της, καλείται να επιλύσει καιτο ζήτημα τουΚοσόβου, το οποίο αποτελεί τόσο μέρος της Επικράτειας της αλλά και αμφισβητούμενη περιοχή. Το Κόσοβο, παρότι αναγνωρίζεται ως δυνάμει υποψήφιο για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν μπορεί να γίνει κράτος μέλος διότι είναι κράτος περιορισμένης αναγνώρισης (δεν είναι κράτος μέλος τουΟΗΕ), το οποίο είναι πρωτεύον θέμα γιατην ένταξη τουστην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ορισμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν αναγνωρίζουν το Κόσοβο ως κυρίαρχο κράτος, το οποίο επίσης είναι ένα μείζον πρόβλημα γιατην ένταξη τόσο της Σερβίας όσο καιτου Κοσόβου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Από την άλλη, όσον αφορά το Μαυροβούνιο, ένα σημαντικό εμπόδιο για ένταξη στηνΕΕ αποτελεί το γεγονός πως χρησιμοποιεί μονομερώς τοΕυρώ ως εθνικό του νόμισμα από το 2000, χωρίς να ανήκει ακόμη στην Ευρωπαϊκή Ένωση καιτην Ευρωζώνη, αντικαθιστώντας το εθνικό νόμισμα που χρησιμοποιούσε, που ήταν μεταξύ άλλων τογερμανικό μάρκο, ενώ το 2006 όταν απέκτησε την ανεξαρτησία του από τηΣυνομοσπονδία της Σερβίας καιτου Μαυροβουνίου επέλεξε ναμην δημιουργήσει το δικό του νόμισμα. Τόσο η Σερβία όσο καιτο Μαυροβούνιο βρίσκονται σε ενταξιακές διαπραγματεύσεις.
ΗΑλβανίακαιηΒόρεια Μακεδονία. Οι δύο χώρες περίμεναν για χρόνια στη λίστα των υποψήφιων χωρών για ένταξη στηνΕΕκαι, μόλις στις 19 Ιουλίου 2022, έλαβαν το πράσινο φως γιατην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, όταν η Βουλγαρία απέσυρε το βέτο που είχε θέσει στις διαπραγματεύσεις της Βόρειας Μακεδονίας λόγω πολιτικών διαφορών.[13] Σημαντικό ρόλο στην καθυστέρηση της έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων διαδραμάτισε καιτο βέτο που είχε θέσει η Ελλάδα στη Βόρεια Μακεδονία μέχρι το 2019, λόγω τουονοματολογικού ζητήματος, το οποίο λύθηκε μετηΣυμφωνία των Πρεσπών. ΗΕΕ συνέδεε μέχρι την έναρξη των διαπραγματεύσεων το 2022 τις υποψηφιότητες της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας μετην πρόθεση να προχωρούν μαζί.
ΗΟυκρανίακαιηΜολδαβία. Η πρώτη, μετά τη ρωσική εισβολή, υπέβαλλε αίτηση για ένταξη στηνΕΕ στις 28 Φεβρουαρίου 2022, ενώ η Μολδαβία προχώρησε στην ίδια ενέργεια στις 3 Μαρτίου 2022. Δεδομένου της ιδιαίτερης πολιτικής κατάστασης, ηΕΕ αποφάσισε στις 23 Ιουνίου 2022 να χορηγήσει άμεσα καθεστώς υποψηφιότητας και στις δύο χώρες, μετην έναρξη, ωστόσο, των ενταξιακών διαπραγματεύσεων να εκρεμμούν. Οι δύο χώρες έχουν να αντιμετωπίσουν πολλά ζητήματα μέχρι να ενταχθούν στηνΕΕ, τα οποία συνοψίζονται κυρίως σε οικονομικά, ενώ μεγάλο ρόλο διαδραματίζουν τα εδαφικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν με αποσχισθέντες περιοχές καιη επιρροή της Ρωσίας.[14]
ΗΒοσνία και Ερζεγοβίνη υπέβαλε αίτηση ένταξης στηνΕΕτο 2016 και έλαβε καθεστώς υποψήφιας στις 13 Δεκεμβρίου 2022.[15]
ΗΓεωργίακαιτοΚόσοβο έχουν υποβάλλει επίσης αίτηση για ένταξη στηνΕΕ (το 2016 και το 2022 αντίστοιχα) χωρίς ωστόσο, να έχουν λάβει ακόμη από τηνΕΕ καθεστώς υποψηφιότητας.
Από το 2014, ηΜολδαβία, ηΟυκρανία, καιηΓεωργία είχαν υπογράψει σύμβαση γιατην ένταξη τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και επιθυμούσαν το συντομότερο δυνατόν να ενταχθούν σε αυτήν ως κράτη μέλη της, κάτι που αρχικά απορρίφθηκε λόγω των μεγάλων προβλημάτων που έχουν τόσο μετηΡωσία, όσο καιμε δικά τους πολιτικά ζητήματα (όπως για παράδειγμα ανθρώπινα δικαιώματα, πολιτισμός, μεταφορές, υγειονομική περίθαλψη κ.α.), αλλά καιμε θέματα περιοχών εντός της επικράτειας τους, όπως ηΥπερδνειστερία, ηΚριμαία, ηΑμπχαζίακαιΝότια Οσσετία, οι οποίες έχουν αντίστοιχα αποσχισθεί, αλλά καιμετηνΕισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Υπόθεση της Τουρκίας, προς ένταξη στηνΕΕ:
ΗΤουρκία ξεκίνησε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις για ένταξη στηνΕΕτο 2005, ενώ η χώρα είχε υποβάλλει αίτηση για ένταξη στηνΕΟΚ από το 1987. Το 2019 μία επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ψήφισε την αναστολή των ενταξιακών συνομιλιών μετην Τουρκία με αποτέλεσμα οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις να έχουν έως σήμερα παγώσει[16], αλλά η Τουρκία συνεχίζει να διατηρεί το καθεστώς υποψήφιας χώρας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κατάσταση που οδήγησε στην αναστολή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων αφορά το ιδιαίτερο καθεστώς της Τουρκίας, η οποία τα τελευταία περίπου 20 χρόνια κυβερνάται από την αυταρχική κυβέρνηση τουΕρντογάν, μετη χώρα ναμην σημειώνει πρόοδο σε μία σειρά κριτηρίων που αφορούν προϋπόθεση για ένταξη στηνΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ακόμη, πολλά κράτη μέλη της ΕΕ αντιτίθενται στην ένταξη της Τουρκίας, ενώ μείζον και ίσως το σημαντικότερο πρόβλημα που εμποδίζει την ένταξη της Τουρκίας στηνΕΕ αποτελούν οι σχέσεις της μετην Κύπρο, η οποία αποτελεί ήδη κράτος μέλος της ΕΕκαιτην οποία δεν αναγνωρίζει καν ως ανεξάρτητο κράτος. Η κατοχή τουβόρειου τμήματος της Κύπρου είναι, σύμφωνα το διεθνές δίκαιο καιτονΟΗΕ, παράβαση του καταστατικού χάρτη των Ηνωμένων Εθνών καιη λύση τουΚυπριακού αποτελεί προϋπόθεση για ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα, η χώρα καλούταν να επιλύσει ζητήματα που είχε καιμε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ (Ελλάδα Γκρίζες Ζώνες) έτσι ώστε να είναι σύμφωνη με τους Ευρωπαϊκούς και διεθνείς κανονισμούς. Οικονομικά ζητήματα αποτελούσαν επίσης εμπόδιο γιατην ένταξη της Τουρκίας στηνΕΕ.
Έξοδος του Ηνωμένου Βασίλειου από την Ευρωπαϊκή Ένωση:
Στις 23 Ιουνίου 2016 διεξήχθη δημοψήφισμα στοΗνωμένο Βασίλειομε θέμα γιατην παραμονή ή την έξοδο της χώρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση στο οποίο το 51,9% των πολιτών αποφάσισε τηναποχώρηση του από την ένωση. ΤοΗνωμένο Βασίλειο είναι η πρώτη χώρα που εγκατέλειψε την Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο έγινε στις 1 Φεβρουαρίου 2020.[9]
Το έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαμορφώνεται από τα εδάφη των κρατών μελών της και επεκτείνεται μετην προσχώρηση των νέων. Καλύπτει έναν τομέα 4.381.376 τετραγωνικών χιλιομέτρων με έκταση βορειοανατολικά ως τηΦινλανδία, βορειοδυτικά ως τηνΙρλανδία, νοτιοανατολικά ως τηνΚύπροκαι νοτιοδυτικά ως τηνΠορτογαλία. Αντιπροσωπεύει την έβδομη μεγαλύτερη περιοχή στον κόσμο σε έκταση ενώ υπολογίζεται ότι η ακτογραμμή της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι περίπου 65.992 χλμ.[17] Υψηλότερη κορυφή είναι τοΛευκό ΌροςτωνΆλπεωνμε ύψος 4.810 μέτρα.
Αν συμπεριληφθούν καιτα υπερπόντια εδάφη των κρατών μελών, ηΕΕ περιλαμβάνει τους περισσότερους τύπους κλιμάτων από αρκτικό μέχρι τροπικό. Επομένως, οι μετεωρολογικοί μέσοι όροι γιατηνΕΕ συνολικά δεν είναι επαρκείς για συμπεράσματα. Η πλειοψηφία του πληθυσμού ζει είτε σε περιοχές με μεσογειακό κλίμα (νότια Ευρώπη) είτε σε ένα ήπιο θαλάσσιο κλίμα (δυτική Ευρώπη) ή σε ένα θερμό κατά το θέρος ηπειρωτικό κλίμα (στα ανατολικά κράτη μέλη).
ΗΕΕ λειτουργεί στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της ανατίθενται από τις υφιστάμενες Συνθήκες και σύμφωνα μετηναρχή της επικουρικότητας (η οποία υπαγορεύει ότι «ηΕΕστο σύνολό της μπορεί να προβεί σε ενέργειες, μόνο όταν ένας συγκεκριμένος στόχος δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη»). Οι ευρωπαϊκοί νόμοι θεσπίζονται ποικιλοτρόπως. Μιλώντας γενικά, μπορούν να χωρισθούν σεδυο μεγάλες κατηγορίες:
Νόμοι οι οποίοι θεσπίζονται χωρίς την ανάγκη λήψης επιμέρους εθνικών μέτρων, γιατην εφαρμογή τους
Νόμοι οι οποίοι θεσπίζονται αφού ληφθούν μέτρα γιατην εφαρμογή σε κάθε επιμέρους κράτος-μέλος.
Η σαφής πολιτική κατηγοριοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση τους νόμους πουτη διέπουν (δηλαδή γατοαν πρόκειται για ένα συνταγματικό ή ένα υπερεθνικό όργανο) έχει αποτελέσει αντικείμενο έντονων συζητήσεων και αντιπαραθέσεων. Ιστορικώς τουλάχιστον, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί έναν υπερεθνικό, διεθνή οργανισμό ενώ αν ληφθούν υπ’ όψιν ορισμένα κριτήρια θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως μια Συνομοσπονδία. Ωστόσο, έχοντας αρκετά χαρακτηριστικά ενός ομόσπονδου οργάνου, θεωρείται από πολλούς ως ντε φάκτο ομοσπονδία ανεξάρτητων κρατών. Γιατον λόγο αυτό, της έχει αποδοθεί καιο όρος sui generis (που σημαίνει, «μοναδικό στο είδος του») παρ’ όλο πουτα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να αμφισβητείται καθώς αρχίζουν και θεσπίζονται νόμοι που υπονοούν ότι αποτελεί ενιαία κρατική οντότητα.
Οι δυσκολίες κατηγοριοποίησης έγκεινται στην ίδια τη φύση των εθνικών καιτων διεθνών νόμων, καθώς το Ευρωπαϊκό Δίκαιο αποτελείται από συνδυασμούς καιτωνδυο κατηγοριών. Όσον αφορά όμως την καθαρά συνταγματική ορολογία καιτο Διεθνές Δίκαιο, ο όρος «ομοσπονδία» προσδιορίζει ένα ανεξάρτητο κυρίαρχο κράτος το οποίο συγκροτείται από τη συνένωση επιμέρους κρατών-μελών, βάσει συνταγματικών διατάξεων. Έχοντας αυτό κατά νου, ηΕΕδε μπορεί να χαρακτηριστεί ως ομοσπονδιακό κράτος, χωρίς να έχει κατοχυρωθεί συνταγματικώς κάτι τέτοιο, παρ όλο πουη φύση της είναι ομοσπονδιακή. Πολιτικοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι κάτι τέτοιο δε πρόκειται να συμβεί (τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον) καθώς θα απαιτούσε την κατάργηση των συνταγμάτων των κρατών μελών.
Οι νομοθετικές πράξεις στις οποίες μπορεί να προβεί ηΕΕ είναι τριών ειδών.
Κανονισμοί: Μετην έναρξη της ισχύος τους εφαρμόζονται ως νόμοι σε όλα τα κράτη-μέλη ταυτόχρονα, χωρίς την ανάγκη επιπρόσθετων μέτρων από αυτά. Επίσης, υπερισχύουν αυτομάτως όλων των αντικρουόμενων διατάξεων του εσωτερικού δικαίου των κρατών-μελών.
Οδηγίες: Απαιτούν την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων από τα κράτη-μέλη, μέσα σε ένα ορισμένο χρονοδιάγραμμα, αφήνοντας στη διακριτική τους ευχέρεια τα μέσα μετα οποία θα τους πετύχουν. Αν εκπνεύσουν τα χρονικά περιθώρια γιατην εφαρμογή τους, τότε τα κράτη-μέλη ενδέχεται, υπό ορισμένες συνθήκες, να υποστούν άμεσες κυρώσεις.
Αποφάσεις: Αποτελούν ένα εναλλακτικό είδος νομοθετικής ενέργειας, καθώς εκδίδονται και εφαρμόζονται μόνο σε συγκεκριμένα άτομα, εταιρείες ή σε ένα συγκεκριμένο κράτος-μέλος. Ηπιο συνηθισμένη χρήση τους είναι στοδίκαιο του ανταγωνισμού ή γιατη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων. Επίσης συχνά, χρησιμοποιούνται καιγια ποικίλα διαδικαστικά και διοικητικά θέματα των θεσμικών οργάνων.
ΗΕΕ έχει νομική υπόσταση και προσωπικότητα από ιδρύσεώς της, με δικαίωμα να υπογράφει διεθνείς συνθήκες και συμφωνίες. Οι συνθήκες πάνω στις οποίες βασίστηκε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα είναι αυτές που κατοχυρώνουν τη νομική της εξουσία, τους απαραίτητους θεσμούς γιατην άσκησή της και τους ευρύτερους στόχους της Ένωσης.
Σύμφωνα μετην αρχή της υπεροχής του ευρωπαϊκού δικαίου, τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν να επιβάλουν τις συνθήκες πουτα κράτη-μέλη τους έχουν επικυρώσει καινα εφαρμόσουν τους νόμους που εκδόθηκαν βάσει αυτών, ακόμη καιαν κάτι τέτοιο έρχεται σε αντίθεση μετο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ασχολείται κυρίως με υποθέσεις που αφορούν τα ίδια τα κράτη μέλη, τα θεσμικά όργανα καθώς καιμε υποθέσεις των εθνικών δικαστηρίων των κρατών μελών μετά από παραπομπή τους σε αυτό. Το Γενικό Δικαστήριο αναλαμβάνει υποθέσεις που αφορούν ιδιώτες, επιχειρήσεις και εταιρείες, ενώ το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφαίνεται σε διενέξεις μεταξύ της ΕΕκαιτου προσωπικού διοίκησής της. Οι αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου είναι εφέσιμες, μέχρι ενός σημείου, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
ΗΕΕ ασκεί τις αρμοδιότητές της σε έναν ενιαίο χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης, πολύτιμων γιατη δημοκρατική της λειτουργία. Γιατη διατήρησή της, έχουν θεσμοθετηθεί τα κατάλληλα όργανα, τα οποία είναι τα εξής:
ηΕυρωπόλ (Europol), η ευρωπαϊκή αστυνομία γιατον εύρυθμο συντονισμό των επιμέρους αστυνομικών δυνάμεων των μελών της Ένωσης,
ηΦρόντεξ (Frontex), γιατην αποτελεσματική συνεργασία των συνοριακών αρχών ελέγχου έτσι ώστε να προστατεύονται τα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης από απειλές όπως η παράνομη μετανάστευση, η παράνομη διακίνηση και εμπορία αγαθών και ανθρώπων καιη διείσδυση της τρομοκρατίας.
Επίσης, πολύτιμο εργαλείο γιατην ομαλή λειτουργία του χώρου ασφάλειας, αποτελεί τοΣύστημα Πληροφοριών Σένγκεν[22], το οποίο εντάσσεται στα πλαίσια της Συνθήκης Σένγκενκαι παρέχει μια ενιαία βάση δεδομένων γιατη διευκόλυνση του έργου των αστυνομικών και μεταναστευτικών αρχών.
Η έναρξη της ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόναςτο 2009, έδωσε νομική ισχύ στονΧάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης[25]. Ο Χάρτης αυτός είναι ένας κωδικοποιημένος κατάλογος των θεμελιωδών δικαιωμάτων με βάση τις οποίες μπορούν να κριθούν νομικά οι πράξεις της ΕΕ. Η αποδοχή του, αποτελεί βασική προϋπόθεση προσχώρησης στηνΕΕ.
Οι αρμοδιότητες τροποποίησης και ελέγχου της νομοθεσίας, κατανέμονται μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καιτου Συμβουλίου της ΕΕ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ασκεί εκτελεστικά καθήκοντα από κοινού μετο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (έχοντας πιο περιορισμένα καθήκοντα). Η νομισματική πολιτική της ευρωζώνης, στην οποία συμμετέχουν τα περισσότερα κράτη της Ένωσης, εκπορεύεται από τηνΕΚΤ, ενώ ο οικονομικός προϋπολογισμός της Ένωσης, ελέγχεται από το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο. Η ερμηνεία καιη εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου καθώς καιτων Συνθηκών που έχουν υπογραφεί (ή θα υπογραφούν στο μέλλον) ελέγχονται και εξασφαλίζονται από Δικαστήριο της ΕΕ. Επίσης, υπάρχει και ένα πλήθος βοηθητικών οργάνων που λειτουργούν συμβουλευτικά προς τηνΕΕ ενώ ορισμένα από αυτά εξειδικεύονται σε συγκεκριμένους τομείς.
ΤοΕυρωπαϊκό Συμβούλιο λειτουργεί ως καθοδηγητής της ΕΕ. Καθορίζει τη γενική πολιτική και τις στρατηγικές που ακολουθούνται από τηνΕΕ ενώ συμμετέχει ενεργά σε οποιεσδήποτε τροποποιήσεις των υφιστάμενων συνθηκών, γι'αυτό και έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως η «υπέρτατη πολιτική εξουσία» της Ένωσης. Συνεδριάζει τέσσερις φορές τον χρόνο, αποτελούμενο από τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ως επικεφαλής, τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τους αντιπροσώπους των κρατών μελών (ένας για κάθε κράτος-μέλος).
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ασκεί τον ηγετικό του ρόλο γιατην επίλυση οποιωνδήποτε διαφορών μεταξύ των κρατών-μελών καιτων υπόλοιπων θεσμικών οργάνων, όπως επίσης καιγιατην επίλυση των πολιτικών κρίσεων καιτων διαφωνιών, όσον αφορά αμφιλεγόμενα θέματα και πολιτικές. Εξωτερικά, ενεργεί συλλογικά ως «αρχηγός κράτους» επικυρώνοντας σημαντικά έγγραφα (όπως π.χ., διεθνείς συμφωνίες και συνθήκες).
Ως επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ο Πρόεδρος είναι υπεύθυνος γιατη διασφάλιση της εξωτερικής εκπροσώπησης της ΕΕκαιτην προώθηση της συναίνεσης μεταξύ των μελών της, τόσο κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων όσο και στις χρονικές περιόδους ανάμεσά τους. Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου έχει θητεία δυόμιση χρόνων, με δικαίωμα ανανέωσης καθηκόντων για μία επιπλέον θητεία. Ο ρόλος του κατοχυρώθηκε νομικά και θεσμικά μετην εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβώνας, στις 1 Δεκεμβρίου 2009. Ο πρώτος Πρόεδρος που ανέλαβε καθήκοντα ήταν οΧέρμαν βαν Ρομπέιτο 2009, ενώ σημερινός Πρόεδρος είναι οΣαρλ Μισέλ.
ΗΕυρωπαϊκή Επιτροπή αποτελεί το ανώτατο εκτελεστικό όργανο της ΕΕ. Έχει νομοθετικές αρμοδιότητες και είναι υπεύθυνη γιατηνεν γένει εύρυθμη λειτουργία της Ένωσης. Κάθε κράτος-μέλος εκπροσωπείται από ένα μέλος στην Επιτροπή, ο οποίος ονομάζεται Επίτροπος. Κάθε Επίτροπος έχει ευρωπαϊκό ρόλο και εκπροσωπεί τα ενδιαφέροντα της Ένωσης, χωρίς υποδείξεις από εθνικές κυβερνήσεις και οργανισμούς.
Κεφαλή της Επιτροπής είναι ο Πρόεδρός της, ο οποίος διορίζεται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Δεύτερος τη τάξει, είναι οΎπατος Εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, ο οποίος θεωρείται ως αντιπρόεδρος και επιλέγεται επίσης από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Οι υπόλοιποι Επίτροποι διορίζονται από το Συμβούλιο της ΕΕ (γνωστό και ως Συμβούλιο των Υπουργών) μετά από συμφωνία μετον διορισθέντα Πρόεδρο. Ο συνολικός αριθμός των μελών της Επιτροπής είναι 28, ενεργούν ως ενιαίο σώμα και υπόκεινται σε ψήφο εμπιστοσύνης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
ΤοΕυρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτελεί το κάτω τμήμα του διθάλαμου νομοθετικού σώματος της ΕΕ (το κάτω τμήμα, είναι τοΣυμβούλιο της ΕΕ). Αποτελείται από 705 βουλευτές, οι οποίοι εκλέγονται άμεσα από τους πολίτες της ΕΕ κάθε πέντε χρόνια, ύστερα από τις αντίστοιχες εκλογέςσε κάθε κράτος-μέλος. Κάθε χώρα έχει συγκεκριμένο αριθμό εδρών καιοι βουλευτές που εκλέγονται εδράζονται στη βουλή ανάλογα μετην κομματική ή ιδεολογική τους προτίμηση.
Το Κοινοβούλιο, από κοινού μετο Συμβούλιο της ΕΕ, περνά νομοθεσίες σε όλους σχεδόν τους τομείς σύμφωνα μετη συνήθη νομοθετική διαδικασία. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι υπόλογη στο Κοινοβούλιο. Απαιτεί την έγκρισή τουγιανα αναλάβει καθήκοντα, υποβάλει εκθέσεις σε τακτά χρονικά διαστήματα σε αυτό και υπόκειται σε προτάσεις μομφής από αυτό.
Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αποτελεί τον κεντρικό ομιλητή της βουλής, είναι το πρόσωπο πουτην εκπροσωπεί και εκλέγεται κάθε δυόμιση χρόνια από τους βουλευτές.
ΤοΣυμβούλιο της ΕΕ αποτελεί το άνω τμήμα του διθάλαμου νομοθετικού σώματος της ΕΕ. Σε αυτό συμμετέχει ένας υπουργός από την κυβέρνηση κάθε κράτους-μέλους, ανάλογα μετο θέμα προς συζήτηση. Θεωρείται ότι αποτελεί ενιαίο σώμα, ανεξαρτήτως της σύνθεσής του. Εκτός από νομοθετικά καθήκοντα, το Συμβούλιο ασκεί επίσης εκτελεστικά καθήκοντα σε θέματα που αφορούν την κοινή εξωτερική πολιτική καιτην πολιτική ασφαλείας.
ΤοΕυρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχει την ορθότητα του προϋπολογισμού της Ένωσης. Διατυπώνει τις απόψεις και τις προτάσεις τουγιατη βελτίωση της χρηματοπιστωτικής νομοθεσίας καιτην καταπολέμηση της απάτης. Επίσης, υποβάλει ετήσιες εκθέσεις, τόσο στο Συμβούλιο όσο καιστο Κοινοβούλιο της ΕΕ, για κάθε οικονομικό έτος. Σύμφωνα με αυτές τις εκθέσεις, το Κοινοβούλιο εγκρίνει ή όχι τους χειρισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία είναι υπεύθυνη γιατη σωστή διαχείριση του προϋπολογισμού.
Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχει τη νομική υποχρέωση να παράσχει, τόσο στο Συμβούλιο όσο καιστο Κοινοβούλιο της ΕΕ, ετήσια δήλωση που επιβεβαιώνει την αξιοπιστία των λογαριασμών, τη νομιμότητα καιτην κανονικότητα των υποκείμενων σε αυτήν πράξεων [26]. Η υποχρέωση αυτή κατοχυρώθηκε νομικά το 1993.
Τα κράτη μέλη της ΕΕ διατηρούν όλες τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες, οι οποίες δεν έρχονται σε αντίθεση με όσες έχουν παραχωρηθεί ρητώς στηνΕΕ. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, κάθε κράτος-μέλος αποποιείται της ικανότητάς τουνα νομοθετεί μονομερώς σε θέματα που άπτονται της αρμοδιότητας της ΕΕ, ενώ έχει δικαίωμα νατο κάνει μόνο σε περιπτώσεις πουη συλλογική νομοθετική ικανότητα της ΕΕδεντο επιτρέπει.
Η συνεργασία των κρατών-μελών ως προς την καθιέρωση μιας κοινής εξωτερικής πολιτικής χρονολογείται ήδη από το 1957 (μετην ίδρυση της τότε Ευρωπαϊκής Κοινότητας), υπό τη μορφή της Κοινής Εμπορικής Πολιτικής μετον υπόλοιπο κόσμο[27]. Οι πρώτες όμως στοχευμένες ενέργειες γιατην καθιέρωση μιας κοινής εξωτερικής πολιτικής, ξεκίνησαν το 1970 μετην ίδρυση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Συνεργασίας. Η συνεργασία αυτή είχε τον χαρακτήρα μιας άτυπης συνεδρίασης και διαβούλευσης με στόχο τον σχηματισμό κοινών πολιτικών προς τις τρίτες χώρες. Το άτυπο αυτό όργανο επισημοποιήθηκε πολύ αργότερα, μετην εφαρμογή της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξηςτο 1987[8]. ΗΕυρωπαϊκή Πολιτική Συνεργασία αντικαταστάθηκε από τηΣυμφωνία γιατην Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ), όπως ορίστηκε στη Συνθήκη του Μάαστριχτ [28].
Στόχοι της ΚΕΠΠΑ είναι η προώθηση των συμφερόντων της ίδιας ΕΕ αλλά και της διεθνούς κοινότητας που βρίσκεται από πίσω της, σε θέματα που αφορούν την αναβάθμιση της διεθνούς συνεργασίας, τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας καθώς καιτην τήρηση του υφιστάμενου δικαίου. ΗΚΕΠΠΑ απαιτεί ομόφωνες αποφάσεις μεταξύ των κρατών μελών σχετικά μετην πολιτική πρόκειται να ακολουθηθεί για κάθε συγκεκριμένο θέμα.
ΜετηΣυνθήκη της Λισαβόνας, ηΚΕΠΠΑ περιλαμβάνεται πλέον στο ευρύτερο τμήμα της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), το οποίο αποτελεί στην ουσία το υπουργείο εξωτερικών της Ένωσης[29]. Η Συνθήκη της Λισαβόνας ενισχύει την αποτελεσματικότητα της ΚΕΠΠΑ αναθέτοντας στονΎπατο Εκπρόσωποτην υλοποίηση των στρατηγικών καιτων αποφάσεων που λαμβάνονται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καιτο Συμβούλιο της ΕΕστον τομέα της. Ο Ύπατος Εκπρόσωπος αποτελεί επίσης το θεσμικό όργανο που ομιλεί εκ μέρους της ΕΕ, σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας και έχει το καθήκον της εναρμόνισης των θέσεων των κρατών μελών σε αυτά τα θέματα.
Το αεροσκάφος Eurofighter Typhoonκαιτο ελικόπτερο Eurocopter Tiger κατασκευάζονται από κοινοπραξίες εταιρειών εντός της ΕΕ.
Τόσο ηΕΕ όσο καιοι προκάτοχοί της, δεν σχεδιάσθηκαν ώστε να αποτελέσουν κάποιο είδος στρατιωτικής συμμαχίας. Σύμφωνα μετηΣυνθήκη του Άμστερνταμ (1997), η εδαφική υπεράσπιση της ΕΕ είχε ανατεθεί στοΝΑΤΟ.[30]
Ωστόσο, μετά τονπόλεμο στο Κόσοβοτο 1999, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Ένωση θα πρέπει να έχει την ικανότητα αυτόνομης δράσης έτσι ώστε να ανταποκρίνεται κατάλληλα σε διεθνείς κρίσεις, χωρίς να προκαταλαμβάνεται από τις αποφάσεις τουΝΑΤΟ. Έτσι, ξεκίνησαν να λαμβάνονται πρωτοβουλίες με σκοπό την αύξηση της στρατιωτικής ικανότητας της ΕΕ, με απώτερο σκοπό τη σύσταση ολοκληρωμένης στρατιωτικής δύναμης έτσι ώστε να διασφαλίζεται η εδαφική της ακεραιότητα ενάντια σε εξωτερικούς κινδύνους περνώντας παράλληλα και ένα μήνυμα ότι δε πρόκειται να ξεσπάσει ποτέ ξανά πόλεμος μεταξύ των χωρών της Ένωσης. Μετά από μια σειρά διαβουλεύσεων, δημιουργήθηκαν οιΜάχιμες Μονάδες Άμεσης Αντίδρασης της Ε.Ε.. Η κάθε μιααπ' αυτές στελεχώνεται συνήθως από 1500 στρατιώτες, με δύο από αυτές να μπορούν να αναπτύσσονται ανά πάσα στιγμή σε περιόδους κρίσης. Ουσιαστικά, η απρόσκοπτη συνεργασία των μεγάλων δυνάμεων της Ένωσης (Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία) είναι αυτή που εγγυάται την ευρύτερη αμυντική και στρατιωτική συνεργασία.
Στα πλαίσια της γενικότερης εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων καιοι σχέσεις της με τις γείτονες χώρες (δηλαδή με αυτές που έχει χερσαία ή θαλάσσια σύνορα), οι οποίες είτε αποτελούν εν δυνάμει υποψήφιες προς ένταξη είτε απολαμβάνουν προνόμια που τις καθιστούν μέλη ως έναν βαθμό. ΗΕΕ έχει ως στόχο τη διεύρυνση των στενών της σχέσεων με τις χώρες αυτές μέσω της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας (ΕΠΓ). ΗΕΠΓ καθορίζει τον πολιτικό συντονισμό και προάγει τη βαθύτερη οικονομική ολοκλήρωση μετα συμβεβλημένα κράτη, βάσει αμοιβαίων δεσμεύσεων που πηγάζουν από τις γενικές αξίες της ΕΕ. ΗΕΠΓ παραμένει διαχωρισμένη από τη διαδικασία της διεύρυνσης, ανκαιδεν προδικάζει τον τρόπο μετον οποίο ενδέχεται να αναπτυχθούν στο μέλλον οι σχέσεις της ΕΕμε τους γείτονές της. ΗΕΠΓ μπορεί να ερμηνευθεί και ως φιλοδοξία της ΕΕγιατην επέκταση των συνόρων της στο άμεσο μέλλον. Συμπληρωματικά μέσα αλληλεπίδρασης της ΕΕμε τις γειτονικές της χώρες μέσα στα πλαίσια της ΕΠΓ, είναι ηΜεσογειακή Ένωση (η οποία απαρτίζεται από τις χώρες που βρέχονται από τηΜεσόγειο θάλασσα) καιηΑνατολική Εταιρική Σχέση (η οποία περιλαμβάνει χώρες της πρώην ΕΣΣΔ).
ΗΕΕ δημιουργήθηκε πρωτίστως ως οικονομική ένωση το 1958, μετην ίδρυση της τότε ΕΟΚ. Επίσης, από τότε δημιουργήθηκε και διατηρείται μέχρι σήμερα ηΕνιαία Ευρωπαϊκή Αγορά, η οποία εξασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία ανθρώπων, εμπορευμάτων, κεφαλαίων και υπηρεσιών. Η συνδυασμένη ενιαία αγορά της ΕΕ αποτελεί τη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, μεκατ' εκτίμηση ονομαστικό ΑΕΠ 16,073 τρις. δολάριατο 2012. ΗΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας στον κόσμο, ο δεύτερος μεγαλύτερος εισαγωγέας, ενώ αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους σε χώρες όπως ηΚίνακαιηΙνδία. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ελβετικών ιδρυμάτων, ηΕΕ διατηρεί το 30% του παγκόσμιου καθαρού πλούτου (ο οποίος εκτιμάται στα 223 τρις. δολάρια γιατο 2012).
Σύμφωνα μετη ετήσια λίστα του επιχειρηματικού περιοδικού Fortune, περίπου οι 161 από τις 500 μεγαλύτερες επιχειρήσεις στον πλανήτη έχουν την έδρα τους εντός της ΕΕ. Μάλιστα, 4 από αυτές βρίσκονται μέσα στις 10 πρώτες. Τα επίπεδα της ανεργίας στηνΕΕτων 28, σύμφωνα μετηνΕυρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat), κυμάνθηκαν κατά μέσο όρο γύρω στο 6,3% γιατον Οκτώβριο του 2019, μετηνΕλλάδακαιτηνΙσπανίανα έχουν την αρνητική πρωτιά (16,6% και 14,2% αντίστοιχα) [31].
Το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα ανά κάτοικο, εμφανίζει πάρα πολύ μεγάλες αποκλίσεις ανάμεσα στα άκρα της ΕΕ. Οι πλουσιότεροι κάτοικοι με βάση το μέσο ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα εντοπίζονται στο κέντρο του Λονδίνου (78.000 €/κάτοικο), το Λουξεμβούργο (62.500 €/κάτοικο) και τις Βρυξέλλες (52.500 €/κάτοικο) ενώ οι φτωχότεροι στις βορειοανατολικές επαρχίες της Ρουμανίας (6.900 €/κάτοικο) και στις βορειοανατολικές και νότιες επαρχίες της Βουλγαρίας (6.900-7.200 €/κάτοικο).
Η οικονομική ανάπτυξη των υποανάπτυκτων περιοχών της Ένωσης όπως επίσης καιη γενικότερη ανάπτυξη των υποδομών στο σύνολο της, υποστηρίζονται από τα ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά Ταμεία καιτο Ταμείο Συνοχής. Επίσης, έχουν συσταθεί μια σειρά από ειδικά ταμεία (Phare, Προενταξιακό Διαρθρωτικό Μέσο (ΠΔΜ), Μέσο Προενταξιακής Γεωργικής Πολιτικής (SAPARD)) τα οποία παρέχουν επείγουσα βοήθεια στα κράτη-μέλη πουτο έχουν ανάγκη καθώς και υποστήριξη γιατα υποψήφια κράτη έτσι ώστε να μπορέσουν να συμμορφωθούν με τις απαραίτητες προϋποθέσεις γιατην ένταξή τους.
Δύο από τους κυριότερους στόχους της πρώην ΕΟΚ, τους οποίους επίσης κληρονόμησε ηΕΕμε αποστολή την ολοκλήρωσή τους, ήταν η εγκαθίδρυση μιας ενιαίας αγοράς γιατα μέλη της καθώς καιη πλήρης τελωνειακή τους ένωση. Η ενιαία αγορά εξασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία ανθρώπων, εμπορευμάτων, κεφαλαίων και υπηρεσιών εντός της ΕΕ ενώ μετην τελωνειακή ένωση όλα τα κράτη-μέλη οφείλουν να υιοθετήσουν ενιαίους τελωνειακούς δασμούς γιατα εξωτερικά προϊόντα που εισέρχονται στην ενιαία αγορά. ΗΙσλανδία, τοΛίχτενσταϊν, ηΝορβηγίακαιηΕλβετία, ανκαι εκτός ΕΕ συμμετέχουν επίσης στην ενιαία αγορά ως μέλη της ΕΖΕΣ, αλλά όχι καιστην τελωνειακή ένωση.
Η ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων είναι απαραίτητη γιατην ενίσχυση των επενδύσεων εντός της ΕΕ, όπως π.χ.. η αγορά ακινήτων και μετοχών. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ καθώς καιη ίδρυση της νομισματικής ένωσης (Ευρωζώνη) ενίσχυσαν και προώθησαν σημαντικά αυτό το προνόμιο, το οποίο είναι το μοναδικό που μπορεί να χορηγηθεί σε κράτη-μέλη και εταιρείες εκτός ΕΕ, γιατην εξωτερική προσέλκυση επενδύσεων.
Μετην ίδρυση της ΕΕτο 1993 θεσπίστηκε επισήμως ηευρωπαϊκή ιθαγένεια, η οποία συμπληρώνει την εθνική ιθαγένεια των κρατών-μελών της. Η θέσπιση μιας κοινής ιθαγένειας κρίθηκε απαραίτητη γιατην προώθηση της ελεύθερης μετακίνησης των ανθρώπων πουτην κατέχουν, εντός της ΕΕ. Έτσι, οι κάτοχοι της ευρωπαϊκής ιθαγένειας μπορούν ελεύθερα να μετακινούνται εντός της Ένωσης για εργασία, σπουδές, μόνιμη κατοίκηση ή ακόμα καινα συνταξιοδοτηθούν σε κάποια άλλη χώρα. Επίσης, συμφωνήθηκε η πλήρης αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων ως απαραίτητη προϋπόθεση γιατα παραπάνω προνόμια.
Η ελευθερία δημιουργίας και διακίνησης υπηρεσιών επιτρέπει σε ιδιώτες επιχειρηματίες την απρόσκοπτη παροχή υπηρεσιών σε προσωρινή ή και μόνιμη βάση, εντός της κοινής αγοράς. Παρ' όλο πουη παροχή υπηρεσιών απαρτίζει το 60 - 70% τουΑΕΠ, η νομοθεσία ήταν ελλιπής σε αυτόν τον τομέα μέχρι προσφάτως. Το νομοθετικό αυτό κενό καλύφθηκε μετηνΟΔΗΓΙΑ 2006/123/ΕΚ σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά[32], η οποία τέθηκε σε πλήρη εφαρμογή στις 28 Δεκεμβρίου 2009.
ΗΕΕ εξασφαλίζει τον ανόθευτο ανταγωνισμό εντός της ενιαίας της αγοράς. ΗΚομισιόν, ως ρυθμιστική αρχή του δίκαιου του ανταγωνισμού, εργάζεται γιατη φιλελευθεροποίηση της αγοράς καιτην πάταξη των οικονομικών καρτέλ ενώ επίσης είναι υπεύθυνη γιατην επιβολή κυρώσεων σε περιπτώσεις μονοπωλιακής συμπεριφοράς καιτην έγκριση συγχωνεύσεων. Έχουν υπάρξει διάφορες περιπτώσεις, μεγάλης δημοσιότητας, όπου ο Επίτροπος ανταγωνισμού έχει επιβάλει πρόστιμα ή έχει απορρίψει συγχωνεύσεις εταιρειών κολοσσών. Μια από αυτές ήταν η επιβολή προστίμου στηMicrosoft, το 2007, συνολικού ύψους 777 εκατομμυρίων ευρώ γιατην κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της στην αγορά καιτην επιβολή αθέμιτων πρακτικών αδειοδότησης των προϊόντων της. Ένα ακόμα πιο βαρύ και πρωτοφανές πρόστιμο επιβλήθηκε στην ίδια εταιρεία το 2013, ύψους 561 δισ. ευρώ, γιατημη τήρηση εθελοντικού συμφώνου.[33]
Η θέσπιση μιας κοινής συναλλαγματικής μονάδας είχε αποτελέσει επίσημα στόχο της ΕΟΚ, ήδη από το 1969. Δέκα χρόνια αργότερα, θεσπίστηκε ηΕυρωπαϊκή λογιστική μονάδαη οποία αποτελούσε μια κοινή συναλλαγματική συνισταμένη μεταξύ των χωρών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Μετην υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ το 1992, εκτός από την ίδρυση της ΕΕ, θεσπίστηκαν επίσης νομικά η δομή της νομισματικής ένωσης καιτα κριτήρια πληρότητας ενός κράτους γιατην επιτυχή προσχώρησή τουσε αυτή. Το κοινό νόμισμα της Ένωσης πήρε το όνομα Ευρώκαιη νομισματική ένωση επικράτησε να αποκαλείται ως Ευρωζώνη. Γιατην προσχώρησή τουστην Ευρωζώνη, ένα κράτος θα πρέπει να αποτελεί επίσης και μέλος της ΕΕ.
Η νομισματική ένωση ξεκίνησε το 1999, με 11 χώρες να λαμβάνουν μέρος αρχικώς. Το ευρώ έκανε επίσης την πρώτη του επίσημη εμφάνιση τότε, αλλά μόνο σε λογιστική μορφή. Η φυσική του έκδοσηκαι διάθεση στις χώρες της ευρωζώνης (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας), ξεκίνησε την 1η Ιανουαρίου 2002. Από τότε καιστο εξής, καταργήθηκαν τα εθνικά νομίσματα των κρατών της ευρωζώνης, η οποία σήμερα αριθμεί 19 μέλη.
Το ευρώ αποτελεί σήμερα το δεύτερο ισχυρότερο αποθεματικό νόμισμα στον πλανήτη, καθώς περίπου το 1/4 των αποθεματικών των διεθνών χρηματιστηρίων είναι σε ευρώ. Ο έλεγχος του κοινού νομίσματος καιτων πολιτικών της νομισματικής ένωσης, εκπορεύεται από τηνΕυρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). ΗΕΚΤ βρίσκεται στο επίκεντρο τουΕυρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (το οποίο περιλαμβάνει όλες τις εθνικές τράπεζες των μελών της ΕΕ) και ελέγχεται από το Γενικό Συμβούλιό της, το οποίο περιλαμβάνεται από τονΠρόεδροκαιτονΑντιπρόεδρο της ΕΚΤκαι τους διοικητές των κεντρικών εθνικών τραπεζών των 28 μελών της ΕΕ.
Όλα τα κράτη που επιθυμούν να γίνουν μέλος της Ευρωζώνης, δεσμεύονται από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ γιατη λήψη σημαντικών οικονομικών μέτρων, που αφορούν κυρίως την αποφυγή υπερβολικών δημοσιονομικών ελλειμμάτων καιτη βιωσιμότητα τουδημόσιου χρέους τους.
Ως απόρροια της Παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης του 2008, ξέσπασε καιη οικονομική κρίσης της Ευρωζώνης στις αρχές του 2009. Η απόκλιση από τους δημοσιονομικούς στόχους του Μάαστριχτ σε συνδυασμό μετην ευρωπαϊκή κρίση χρέους, έκανε πολύ δύσκολο ή ακόμα και αδύνατο για κάποιες χώρες της Ευρωζώνης να εξοφλήσουν ή να αναχρηματοδοτήσουν το δημόσιο χρέος τους. Οι χώρες που επηρεάστηκαν περισσότερο ήταν ηΕλλάδα, ηΙρλανδία, ηΙσπανία, ηΚύπροςκαιηΠορτογαλία. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ απαγόρευε κράτη της Ευρωζώνης να αναλάβουν τη χρηματοδότηση των χρεών των άλλων κρατών. Παρ’ όλα αυτά, βρέθηκαν νομικές δικλείδες γιατη σύσταση διάφορων ταμείων διάσωσης των συγκεκριμένων κρατών, έτσι ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις σε πρώτη φάση καινα μπορέσουν να κερδίσουν πλήρως τη χαμένη αξιοπιστία και ανταγωνιστικότητά τους σε σύντομο χρονικό διάστημα.
ΗΕΕ είναι μια παραδοσιακή δύναμη στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής για πολλά έτη, μια παράδοση που ξεκίνησε και εξελίσσεται από την εποχή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα. Η εισαγωγή μιας υποχρεωτικής και περιεκτικής ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής εγκρίθηκε στη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Οκτώβριο του 2005 και δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο του 2007.
Η ενεργειακή πολιτική της ΕΕ θέτει πέντε στόχους:
Αύξηση του ενεργειακού ανταγωνισμού στην ενιαία της αγορά.
Αύξηση της χρηματοδότησης γιατην ανάπτυξη συστημάτων νέων μορφών ενέργειας.
Ενθάρρυνση των ενεργειακών επενδύσεων καιτην ενίσχυση της διασύνδεσης των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας.
Διαφοροποίηση των υφιστάμενων ενεργειακών πόρων με εναλλακτικές μορφές ενέργειας
Θέσπιση ενός νέου ενεργειακού πλαισίου γιατην αποτελεσματική συνεργασία μετη Ρωσία καιτη βελτίωση των σχέσεων με ενεργειακά πλούσια κράτη της Κεντρικής Ασίας και της Βόρειας Αφρικής.
ΗΕΕ εισάγει 82% του πετρελαίου και 57% τουαερίουπου καταναλώνει καθώς καιτο 97,5% των απαιτήσεων της σεουράνιο, παραμένοντας ο κύριος παγκόσμιος εισαγωγέας αυτών. Γιατον λόγο αυτό, υπάρχουν ακόμα ανησυχίες ότι η ενεργειακή επάρκεια της ΕΕ εξαρτάται κατά ένα μεγάλο μέρος από τηΡωσία. Αυτή η ανησυχία έχει γίνει ιδιαίτερα οξεία μετά από μια σειρά διαφωνιών μεταξύ Ρωσίας και γειτονικών κρατών, όταν η Ρωσία αύξησε την τιμή του εξαγωγικού ενεργειακού της πλούτου. Ως αποτέλεσμα ηΕΕ προσπαθεί να διαφοροποιήσει την ενεργειακή της πολιτική σχετικά μετον ανεφοδιασμό της.
Ένα πολύ μεγάλο εγχείρημα στα πλαίσια της ανάπτυξης των υποδομών της ΕΕ, είναι το «Πρόγραμμα Galileo», προϋπολογισμού 5 δις ευρώ. Ο «Γαλιλαίος» είναι ένα προτεινόμενο παγκόσμιο δορυφορικό σύστημα εντοπισμού θέσεως, που κατασκευάζεται από τηνΕΕ, μετη συμμετοχή και βοήθεια της Ευρωπαϊκής Διαστημικής Υπηρεσίας (ESA). Δημιουργήθηκε γιανα ανταγωνισθεί τα ήδη υπάρχοντα συστήματα της Αμερικής και της Ρωσίας (GPSκαιGLONASS αντίστοιχα), ενώ έχει δεχθεί αρκετές επικρίσεις κατά καιρούς λόγω των υπέρογκων δαπανών εν μέσω κρίσης, των καθυστερήσεων και της γενικότερης αντίληψης ότι είναι περιττό λόγω του υπάρχοντος συστήματος GPS.
Στην Ελλάδα, η συμβολή των Διευρωπαϊκών δικτύων σε συνδυασμό μετα προγράμματα τουΕΣΠΑ υπήρξε καθοριστικός παράγοντας στην ανάπτυξη των υποδομών της. Ίσως το μεγαλύτερο αναπτυξιακό έργο της τελευταίας δεκαπενταετίας αποτέλεσε η κατασκευή της Εγνατίας Οδού, η οποία αποτελεί τμήμα της συνολικής Ευρωπαϊκής Οδού Ε90. Ο συνολικός προϋπολογισμός του έργου, συνολικού μήκους 670 χλμ (βασικός άξονας Ηγουμενίτσα – Κήποι Έβρου), ανήλθε στα 6 δις ευρώ σημαντικό μέρος του οποίου προήλθε από κοινοτικά κονδύλια. Η κατασκευή του δικτύου μετρό Αθηνών, το οποίο συνεχίζει να επεκτείνεται μέχρι και σήμερα, αποτέλεσε επίσης ένα από τα μεγαλύτερα έργα που υλοποίησε ποτέ η χώρα, κάτι πουθα ήταν πολύ δύσκολο χωρίς τη συμβολή των ευρωπαϊκών αναπτυξιακών προγραμμάτων. Τα μεγαλύτερα έργα που βρίσκονται αυτή τη στιγμή υπό κατασκευή καιστα οποία σημαντικό μερίδιο του κόστους συνεισφέρεται από τα ταμεία των δικτύων υποδομών της ΕΕ, είναι η κατασκευή του δικτύου μετρό της Θεσσαλονίκηςκαιο εκσυγχρονισμός του σιδηροδρομικού άξονα Π.Α.ΘΕ.Π. (Πάτρα-Αθήνα-Θεσ/νίκη-Προμαχώνας) με πλήρη ηλεκτροκίνηση.
ΗΚοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) είναι μια από τις παλαιότερες και σημαντικότερες πολιτικές της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Η πολιτική έχει ως στόχους, την αυξανόμενη γεωργική παραγωγή παρέχοντας βέβαιη αυτάρκεια στις προμήθειες τροφίμων καιτην εξασφάλιση υψηλής ποιότητας ζωής για τους αγρότες σταθεροποιώντας τις αγορές και εξασφαλίζοντας λογικές τιμές για τους καταναλωτές.[37] Μέχρι προσφάτως η πολιτική αυτή λειτουργούσε μέσω ενός συστήματος γεωργικών επιχορηγήσεων και παρεμβάσεων στην αγορά.
Η άσκηση όμως της παραπάνω πολιτικής, οδήγησε σε σημαντική υπερπαραγωγή. Η πλεονάζουσα παραγωγή αγοράζονταν από την Κοινότητα η οποία την προωθούσε στις διεθνείς αγορές σε τιμές σημαντικά μειωμένες από αυτές που εγγυόταν για τους αγρότες η ίδια η Κοινότητα. Στους αγρότες προσφέρθηκαν επιδοτήσεις, ίσες μετη διαφορά τιμών ανάμεσα σε αυτές που εγγυόταν η Κοινότητα και στις διεθνείς τιμές, έτσι ώστε να εξάγουν τα προϊόντα τους εκτός της Κοινότητας. Το σύστημα αυτό δέχθηκε δριμεία κριτική μετην κατηγορία της υπονόμευσης του ανταγωνισμού των αγροτών εκτός Ευρώπης, και ιδιαίτερα του αναπτυσσόμενου κόσμου. Η ώθηση αυτή προς την υπέρογκη παραγωγή κατηγορήθηκε καιγιατην ενθάρρυνση μεθόδων καλλιέργειας εχθρικών γιατο περιβάλλον. Οι υποστηρικτές της ΚΑΠ υπερασπίζονταν το σύστημα των τακτικών επιχορηγήσεων μετο επιχείρημα ότι έτσι εξασφαλίζονταν ένα άριστο βιοτικό επίπεδο γιατο σύνολο των αγροτών. Στην πραγματικότητα ωστόσο, μόλις το 8% του συνόλου των επιχορηγήσεων έφθανε στους μικρούς τοπικούς αγρότες.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, η Κοινή Γεωργική Πολιτική υποβλήθηκε σεμια σειρά μεταρρυθμίσεων. Οι γεωργικές δαπάνες της Ένωσης κινήθηκαν μακριά από το κατεστημένο σύστημα των τακτικών επιχορηγήσεων, το οποίο μετασχηματίστηκε σε ένα σύστημα άμεσης χρηματοδότησης των καλλιεργειών με βάση το μέγεθός τους. Αυτό έχει ως στόχο να μπορεί η ίδια η αγορά να καθορίζει τα επιθυμητά επίπεδα παραγωγής, διατηρώντας παράλληλα τα επίπεδα των αγροτικών εισοδημάτων.
Ο πληθυσμός της ΕΕτων 27, εκτιμήθηκε την 1η Ιανουαρίου 2023 γύρω στα 448,8 εκατομμύρια (μετο νούμερο αυτό να υπόκειται σε ορισμένες αποκλίσεις)[5]. Πρόκειται γιατον τρίτο μεγαλύτερο πληθυσμό στον κόσμο μετά τηνΚίνακαιτηνΙνδία. Ο πληθυσμός της ΕΕδεν είναι ομοιόμορφα κατανεμημένος στηνευρωπαϊκή ήπειρο καθώς ορισμένες χώρες (και περιοχές μέσα σε αυτές) είναι πιο πυκνοκατοικημένες σε σχέση με άλλες.
Πολυπληθέστερη χώρα της ΕΕ είναι ηΓερμανίαμε 84,4 εκατομμύρια κατοίκους. Ακολουθούν ηΓαλλία (68,2 εκατ.), ηΙταλία (59,0 εκατ.) καιηΙσπανία (48,1). Η χώρα μετον μικρότερο πληθυσμό στηνΕΕ είναι ηΜάλταμε μόλις 0,5 εκατ. κατοίκους.[5]
Η αυξανόμενη τάση του πληθυσμού της Ευρώπης έρχεται ως αποτέλεσμα του συνδυασμού φυσικής αύξησης (ο αριθμός των γεννήσεων υπερβαίνει τον αριθμό των θανάτων) καικαθαρής μετανάστευσης (ο αριθμός των ατόμων που εγκαθίστανται στηνΕΕ υπερβαίνει τον αριθμό εκείνων πουτην εγκαταλείπουν). Σήμερα η αύξηση του πληθυσμού της ΕΕ οφείλεται κυρίως στην καθαρή μετανάστευση.
Η Ευρώπη αποτέλεσε επί σειρά ετών, εστία φιλοξενίας και παροχής ασύλουσε οικονομικούς μετανάστες και ανθρώπους που προσπαθούν να ξεφύγουν από τονπόλεμο ή τις πολιτικές διώξεις σε περιοχές του κόσμου όπου υπάρχουν συγκρούσεις. Ο αριθμός εκείνων που ζητούν άσυλο αυξάνεται σε περιόδους πολέμου, όπως στη διάρκεια των συγκρούσεων σταΒαλκάνια στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Από τότε, ο αριθμός των αιτήσεων ασύλου στηνΕΕ μειώθηκε καιτο2006 ήταν χαμηλότερος από οποιοδήποτε άλλο διάστημα των τελευταίων 15 ετών.[39]
Ωστόσο, μείζον ζήτημα σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελεί η συστηματική παράνομη μετανάστευση καιη αντιμετώπισή της, με κύριες πύλες εισόδου τις νότιες-νοτιοανατολικές χώρες (Ιταλία, Ελλάδα, Βουλγαρία) και κυρίως την Ελλάδαη οποία βρίσκεται στο σταυροδρόμι των ηπείρων. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σήμερα υπάρχουν τουλάχιστον 4,5 εκατομμύρια παράνομοι μετανάστες στα κράτη-μέλη της Ένωσης, αριθμός ο οποίος αυξάνεται χρόνο μετον χρόνο. Οι περισσότεροι από αυτούς βρίσκονται εγκατεστημένοι στη Γερμανία, την Ισπανία, τη Γαλλία καιτην Ιταλία. Οι περισσότεροι προέρχονται από το Ιράν, το Ιράκ, τη Συρία, την Τουρκία, το Αφγανιστάν καιτην Κίνα, αλλά και από χώρες της Αφρικής, της Ασίας, της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Ένα μεγάλο ποσοστό των παράνομων μεταναστών που συλλαμβάνονται, κρατείται σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους φιλοξενίας με σκοπό να απελαθούν στις χώρες καταγωγής τους ή να επαναπροωθηθούν στη χώρα μέσω της οποίας εισήλθαν στηνΕΕ.[40]
Εκτός των 24 επίσημων γλωσσών, υπολογίζεται ότι πάνω από 50 εκατομμύρια άνθρωποι εντός της ΕΕ ομιλούν περίπου 150 περιφερειακέςκαιμειονοτικές γλώσσες. Από αυτές, έχουν αναγνωρισθεί γιατη χρήση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, μόνο οι 3 ισπανικές περιφερειακές (Καταλανικά, Γαλικιανά, Βασκικά), ηΣκωτική ΓαελικήκαιταΟυαλικά.
Η διατήρηση των τοπικών γλωσσικών ιδιαιτεροτήτων αποτελεί αποκλειστικό ζήτημα κάθε κράτους ξεχωριστά, ωστόσο προωθείται ανελλιπώς η εκμάθηση τουλάχιστον των περισσότερο ομιλούμενων γλωσσών της ΕΕ. Περίπου το 56% των ευρωπαίων πολιτών μπορούν να συζητήσουν καινα συνεννοηθούν σε γλώσσες πέραν της μητρικής τους. ΤαΑγγλικά είναι η περισσότερο ομιλούμενη γλώσσα στηνΕΕμε ποσοστό 51% επί των κατοίκων (13% ως μητρική και 38% ως επίκτητη). Λαμβάνοντας υπόψη μόνο τις μητρικές γλώσσες, ηΓερμανική έρχεται πρώτη με ποσοστό 16%. Οι περισσότερες επίσημες γλώσσες ανήκουν στηνΙνδοευρωπαϊκή οικογένεια. Εξαίρεση αποτελούν τα Εσθονικά, Φινλανδικά και Ουγγρικά που ανήκουν στηνΟυραλική οικογένειακαιτα Μαλτέζικα που ανήκουν στηΣημιτική. Το αλφάβητο που χρησιμοποιεί η πλειοψηφία των χωρών είναι τοΛατινικό, με εξαίρεση την Ελλάδα καιτην Κύπρο που χρησιμοποιούν τοΕλληνικό αλφάβητο. Καιτα δύο αποτελούν επίσημα αλφάβητα της ΕΕ, ενώ μετην ένταξη της Βουλγαρίας το 2007 προστέθηκε καιτοΚυριλλικό.
ΗΕΕ αποτελεί ένα κοσμικιστικό σώμα χωρίς να συνδέεται επίσημα με καμιάς μορφής θρησκεία. Ωστόσο, το Άρθρο 17 της Συνθήκης γιατη Λειτουργία της ΕΕ ορίζει ότι η Ένωση σέβεται καιδεν θίγει το καθεστώς που έχουν σύμφωνα μετο εθνικό δίκαιο οι εκκλησίες καιοι θρησκευτικές ενώσεις ή κοινότητες στα κράτη μέλη.[41]
Το γεγονός ότι ο Χριστιανισμός αποτελεί πυλώνα της Ευρώπης αποτελεί η δήλωση του Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου τον Σεπτέμβρη του 2015, ο οποίος ανέφερε σχετικά: «Το αέτωμα της ΕΕ στηρίζεται σε τρεις πυλώνες: στην αρχαία Ελλάδα, μετο πνεύμα καιτην ελευθερία, στη Ρώμη που αποτελεί τη βάση του κρατικού οικοδομήματος, καιστον χριστιανισμό που είναι η βάση της αλληλεγγύης».[42]
Ο ρόλος της ΕΕστον τομέα της εκπαίδευσης είναι περιορισμένος στην υποστήριξη και ενθάρρυνση των πολιτικών που ασκούν οι εθνικές κυβερνήσεις. Ωστόσο στον τομέα της ανώτατης (πανεπιστημιακής) εκπαίδευσης, ηΕΕ έχει αναλάβει πρωτοβουλίες μετον καταρτισμό προγραμμάτων γιατην προώθηση καιτην ενίσχυση της κινητικότητας μεταξύ των φοιτητών των διαφόρων ακαδημαϊκών ιδρυμάτων. Τα προγράμματα αυτά έχουν σχεδιαστεί στοχεύοντας στην ευρύτερη γνωριμία μετην κουλτούρα καιτο εκπαιδευτικό σύστημα των άλλων χωρών, καθώς καιστη διάδοση των ορθών πρακτικών εκπαίδευσης και κατάρτισης. Τοπιο διαδεδομένο από αυτά είναι τοΠρόγραμμα Erasmus, ένα ευρωπαϊκό σύστημα ανταλλαγής φοιτητών το οποίο ξεκίνησε το 1987. Το πρόγραμμα αυτό αποτέλεσε συνώνυμο της φοιτητικής ζωήςμε εκατομμύρια ακαδημαϊκούς και κολεγιακούς φοιτητές να παίρνουν μέρος από τότε.
ΗΕΕ υποστηρίζει και συντονίζει την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα και ανάπτυξη, μέσω πολλών αναπτυξιακών προγραμμάτων. Το ανεξάρτητο Ευρωπαϊκό Ερευνητικό Συμβούλιο διαχειρίζεται τα προγράμματα αυτά και κατανέμει τα κονδύλια της ΕΕσε ευρωπαϊκά ή εθνικά ερευνητικά κέντρα.
Η υγειονομική και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στηνΕΕ παρέχεται κυρίως από τα πολυάριθμα συστήματα υγείας που λειτουργούν στα κράτη-μέλη. Τα συστήματα αυτά είναι κυρίως δημόσια, χρηματοδοτούμενα μέσω αντίστοιχης φορολογίας ενώ εξίσου ισχυρή είναι καιη παρουσία του ιδιωτικού τομέα ο οποίος εξαρτάται εξ' ολοκλήρου από ιδιωτικά κεφάλαια.
Μέσα στο γενικότερο πλαίσιο συνεργασίας στο οποίο λειτουργεί ηΕΕκαι συναισθανόμενη την απαραίτητη παροχή βασικής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, προσφέρει το δικαίωμα δωρεάν έκδοσης της Ευρωπαϊκής Κάρτας Ασφάλισης Ασθενείαςσε όλους τους πολίτες της. Η κάρτα αυτή παρέχει βασική ασφάλιση υγείας στους πολίτες που επισκέπτονται άλλες χώρες της Ένωσης. Έτσι εξασφαλίζεται η άμεση ιατροφαρμακευτική φροντίδα και θεραπεία σε επείγουσες καταστάσεις.
↑ΤοΗνωμένο Βασίλειο, ήταν μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για 47 χρόνια (από το 1973 μέχρι καιτο 2020), το οποίο μετά από δημοψήφισμα το 2016, αποφάσισε να εγκαταλείψει οριστικά την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 29 Μαρτίου 2019, και έτσι ηΜεγάλη Βρετανία (μαζί μετα εδάφη της Βόρειας ΙρλανδίαςκαιτουΓιβραλτάρ) έπαψε να είναι μέλος της, σύμφωνα μετο Άρθρο 50. Κατόπιν συμφωνίας για παράταση των διαπραγματεύσεων, το Brexit, πραγματοποιήθηκε και επίσημα στις 1 Φεβρουαρίου.