Η κατάσταση αναφοράς είναι η πρότυπη κατάσταση (25°C, 1 Atm) εκτός αν σημειώνεται διαφορετικά
Τοουράνιο είναι χημικό στοιχείοστη σειρά τωνακτινίδων, μεατομικό αριθμό 92 καιατομικό βάρος 238,02891 g/mol. Έχει θερμοκρασία τήξης 1405.3 K (1132,2 C°). Το ουράνιο είναι βαρύ, αργυρόλευκο, τοξικό, με μεταλλική λάμψη. Είναι ραδιενεργό και αναφλέγεται εύκολα σε λεπτό διαμερισμό. Το ισότοπό του235U χρησιμοποιείται ως καύσιμο σεπυρηνικούς αντιδραστήρεςκαι ως σχάσιμο υλικό σεπυρηνικά όπλα. Το απεμπλουτισμένο ουράνιο χρησιμοποιείται σε διατρητικά βλήματα πυροβόλων και θωρακίσεις αρμάτων. Το ουράνιο βρίσκεται συνήθως σε μικρές ποσότητες στα πετρώματα, στο χώμα, στο νερό, καισε ίχνη στα φυτά καιστα ζώα (συμπεριλαμβανομένου καιτου ανθρώπου).
Το ουράνιο ανακαλύφθηκε από τον Γερμανό χημικό Μάρτιν Χάινριχ Κλάπροττο 1789 στο ορυκτό πισσουρανίτη. Συγκεκριμένα, ο Κλάπροτ πέτυχε την καθίζηση μιας κίτρινης ουσίας (μάλλον διουρανικού νατρίου) διαλύοντας τον πισσουρανίτη σενιτρικό οξύκαι μετά εξουδετερώνοντας το διάλυμα με υδροξείδιο του νατρίου. Συμπέρανε ότι η κίτρινη ουσία ήταν το οξείδιο ενός άγνωστου ακόμα στοιχείου της ύλης καιτη θέρμανε με κάρβουνο παρασκευάζοντας έτσι μια μαύρη σκόνη που πίστεψε πως ήταν το νέο στοιχείο (στην πραγματικότητα ήταν ένα οξείδιο του ουρανίου). Ονόμασε το νέο στοιχείο «ουράνιο» εμπνευσμένος από την ανακάλυψη του πλανήτη Uranus οκτώ χρόνια νωρίτερα από τον Χερσελ.
Η απομόνωση επιτεύχθηκε το 1841 από τον Peligot, ο οποίος πέτυχε να αναγάγει το ουράνιο από το άνυδρο χλωρίδιό του χρησιμοποιώντας κάλιο.
Απαντάται ως συστατικό πετρωμάτων, ανευρίσκεται στο νερό θαλασσών και λιμνών καισε ίχνη στους ζωντανούς οργανισμούς. Κυριότερα ορυκτά του είναι οπισσουρανίτης (UO2), οωτουνίτης (Ca(UO2)2(PO4)2 . 10H2O) καιοκαρνοτίτης (K2(UO2)2(VO4)2.1-3H2O)[1].
Το ουράνιο μπορεί να απομονωθεί από τα ορυκτά του αλλά και από άλλες φυσικές πηγές, όπως ολιγνίτης ή ημοναζιτική άμμος. Παρασκευάζεται από τις ενώσεις τουμεαλογόναμε αναγωγή μεαλκάλια ή αλκαλικές γαίες, αργίλιο ή καιάνθρακα. Μπορεί, επίσης, να παρασκευασθεί με ηλεκτρόλυση φθοριούχων ενώσεών του όταν αυτές προστεθούν σε τήγμα μίγματος χλωριούχου νατρίου και χλωριούχου ασβεστίου. Υψηλής καθαρότητας ουράνιο λαμβάνεται με αναγωγή αλογονιδίων του από διάπυρο σύρμα.
Είναι βαρύ, αργυρόλευκο μέταλλο με ισχυρή λάμψη και ελάχιστα λιγότερο σκληρό από το χάλυβα. Σε λεπτό διαμερισμό αυταναφλέγεται στον αέρα, δημιουργώντας κινδύνους πυρκαγιάς. Η ιδιότητά του αυτή το κάνει κατάλληλο για χρήση σε εμπρηστικές βόμβες. Σε θερμοκρασία δωματίου επικαλύπτεται από λεπτότατο στρώμα οξειδίου του, το οποίο το προστατεύει από περαιτέρω οξείδωσή του. Προσβάλλεται από το νερό μόνον όταν είναι σε πολύ λεπτό διαμερισμό. Τα οξέα προσβάλλουν, επίσης, το ουράνιο, όχι όμως καιτακαυστικά αλκάλια.
Το ουράνιο είναι ραδιενεργό στοιχείο, που σημαίνει ότι ο πυρήνας του ατόμου του είναι ασταθής και διασπάται αυθόρμητα. Το φυσικό ουράνιο είναι μίγμα τριών κυρίως ισοτόπωντου: 238U (~99,2%), 235U (~0,75%) και234U (~0,05%) (καιτα τρία είναι ραδιενεργά). Στη διάσπαση πυρήνων ουρανίου καιθορίου αποδίδεται, κατά μία θεωρία, η θερμότητα του γήινου πυρήνα[2].
Χρησιμοποιείται δευτερευόντως στην κατασκευή ειδικών τύπων γυαλιού. Κύρια χρήση του είναι η ελεγχόμενη διάσπασή του235U σε εργοστάσια παραγωγής ενέργειας (γι' αυτό και αποκαλείται "καύσιμο", χωρίς, φυσικά, να καίγεται) σε ειδικές εγκαταστάσεις, τους πυρηνικούς αντιδραστήρες. Σεμη ελεγχόμενη διάσπαση (ελεύθερη διάσπαση) απελευθερώνει πολύ μεγάλα ποσά ενέργειας σε πολύ μικρό χρόνο και χρησιμοποιήθηκε στην κατασκευή της ατομικής βόμβας ουρανίου. Χρησιμοποιείται, επίσης, σε λεπτό διαμερισμό και αφού έχουν αφαιρεθεί τα πυρηνικής σημασίας ισότοπά του, στην κατασκευή διατρητικών βλημάτων και στις θωρακίσεις των αρμάτων μάχης όπως τοM1 Abrams. Η αφαίρεση των ισοτόπων δεν κάνει τις συνέπειες αυτών των βομβών λιγότερο σημαντικές γιατο περιβάλλον, αφού όλες οι μορφές ουρανίου είναι ραδιενεργές[3].