Αλκάλια ή αλκαλιμέταλλα* ονομάζονται τα ακόλουθα έξι χημικά στοιχεία, κατ΄ αύξοντα ατομικό αριθμό: Λίθιο (Li), Νάτριο (Na), Κάλιο (K), Ρουβίδιο (Rb), Καίσιο (Cs) καιΦράγκιο (Fr). Εκτός από τονάτριοκαιτοκάλιοπου θεωρούνται αντίστοιχα το έκτο καιτο έβδομο κατά σειρά αφθονίας στοιχείο στο φλοιό της Γης, τα υπόλοιπα θεωρούνται σπάνια με σπανιότερο τοφράγκιοπου αποτελεί φυσικό ραδιενεργό στοιχείο.
(*) Στη πραγματικότητα τα αλκάλια είναι ταυδροξείδιατων παραπάνω αλκαλίων ή αλκαλικών μετάλλων που ειδικότερα φέρουν το όνομα καυστικά αλκάλια. Στην πράξη όμως λέγονται όλα αλκάλια.
Όλα τα αλκαλιμέταλλα είναι στερεά σε συνθήκες δωματίου, είναι μονατομικά και έχουν αργυρόλευκο χρώμα, ανκαιγιατοφράγκιο ορισμένες πηγές δίνουν "άγνωστο" χρώμα λόγω της σπανιότητας καιτων πολύ μικρών ποσοτήτων τουπου έχουν απομονωθεί[1], άλλες αναφέρουν αργυρόλευκο[2]. Είναι ελατά, όλκιμα, καλοί αγωγοί της θερμότητας καιτου ηλεκτρισμού και σχετικά χαμηλής σκληρότητας.
Τα Αλκαλιμέταλλα, μαζί μετο υδρογόνο, σχηματίζουν την «Ομάδα Ι» ή «1η Ομάδα» τουΠεριοδικού πίνακα. Ονομάσθηκαν έτσι (εκ της αραβικής λέξης Αλ Κάλι) γιατί αντιδρούν μετονερόκαι σχηματίζουν υδροξείδια. Καθένα τους έχει από ένα ηλεκτρόνιοστον εξωτερικό φλοιό, γεγονός πουτα κάνει εξαιρετικά δραστικά όπως π.χ. αντιδρούν ακόμη και εκρηκτικά μετονερόκαιταοξέα. Γιατο λόγο αυτό τα περισσότερα φυλάσσονται συνήθως σε ειδικά σφραγισμένα μεταλλικά δοχεία ή σε πετρέλαιο, όπου δεν μπορεί νατα φτάσει ηυγρασίατουαέρα.
Σημειώνεται ότι η δραστικότητά τους αυτή είναι καιη κύρια αιτία πουτα αλκάλια δεν απαντώνται ως ελεύθερα μέταλλα στη φύση αλλά ενωμένα με άλλα στοιχεία σε μορφή απλών ή σύνθετων χημικών ενώσεων. Απλούστερες ενώσεις των αλκαλίων, που υπόψη είναι διαλυτές στο νερό με συνέπεια τον εύκολο διαχωρισμό και καθαρισμό τους, είναι τα ορυκτά αλίτης, (χλωριούχο νάτριο), οσυλβίνης (χλωριούχο κάλιο), καιοκαρναλίτης (χλωριούχο καλιομαγνήσιο), που αποτελούν και τις κυριότερες εμπορικές πηγές των αλκαλίων. Σε μεγαλύτερη όμως αφθονία βρίσκονται στη φύση τα πλέον σύνθετα υδατοδιαλυτά ορυκτά των αλκαλίων.
Γενικά τα αλκάλια έχουν όλες τις βασικές ιδιότητες των μετάλλων όπως αργυρόλευκη λάμψη, μεγάλη ελατότητακαιαγωγιμότητα θερμοκρασίας και ηλεκτρισμού, είναι μαλακά μέταλλα (μπορούν να κοπούν με μαχαίρι), με ελαφρύτερο το λίθιο. Παρουσιάζουν χαμηλό σημείο τήξης (Σ.Τ.) από 179 °C στην περίπτωση του λιθίου, μέχρι τους 28,5 °C, (στην περίπτωση του καισίου). Κράματα, όμως, ορισμένων αλκαλίων παρουσιάζουν Σ.Τ. ακόμη χαμηλότερα π.χ. -78 °C.
Η ονομασία τους παράγεται από την αραβική λέξη Αλ Κάλι που σημαίνει η τέφρα (στάχτη) φυτού από το οποίο και πρωτοπαρασκευάστηκαν αλκαλικές ουσίες. Επίσης μετο αραβικό όνομα «αλ κάλγια» ονομάζονται όλες οι στάχτες φυτών από τις οποίες, με εκχύλιση με νερό λαμβάνονται άλατα, που αποτελούνται από ανθρακικά αλκάλια (σόδα ή ποτάσα) καιτων οποίων η αλκαλική γεύση ήταν γνωστή από την αρχαιότητα.
Τα αλκάλια είναι χημικά στοιχεία που κατέχουν κάποιες από τις πρώτες θέσεις στην ηλεκτροχημική σειρά των μετάλλων (σειρά δραστικότητας μετάλλων). Το ρουβίδιο καιτο καίσιο κατέχουν τις δύο πρώτες θέσεις μετο λίθιο καιτο κάλιο νατα ακολουθούν. Τρεις θέσεις πιο κάτω [μετά το βάριο (Ba) καιτο ασβέστιο (Ca)] βρίσκεται καιτο νάτριο. Όλα τα αλκάλια δίνουν αντιδράσεις μετο νερό και αυτές του καλίου, του ρουβιδίου καιτου καισίου έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.