Η κατάσταση αναφοράς είναι η πρότυπη κατάσταση (25°C, 1 Atm) εκτός αν σημειώνεται διαφορετικά
Τοχημικό στοιχείορόδιο (αγγλικά: Rhοdium) είναι μέταλλομεατομικό αριθμό45καισχετική ατομική μάζα 102,9055. Το χημικό του σύμβολο είναι «Rh» και ανήκει στην ομάδα 9 τουπεριοδικού πίνακα, στην περίοδο 5 και στο d-block, της 2ης κύριας σειράς τωνστοιχείων μετάπτωσης. Έχει θερμοκρασία τήξης 1964 °C καιθερμοκρασία βρασμού 3695 °C.[1] Το όνομα «ρόδιο» προέρχεται από την ελληνική λέξη «ρόδο» που σημαίνει τριαντάφυλλο, επειδή ορισμένα υδατικά διαλύματα αλάτων του έχουν ροζ χρώμα.
Από άποψη χημικής συμπεριφοράς, ανήκει στην «ομάδα του λευκόχρυσου», PGM, Platinum Group Metals ή PGE, Platinum Group Elements.
Το ρόδιο θεωρείται ευγενές μέταλλο μαζί μετορουθήνιο, τοιρίδιο, τοπαλλάδιο, τονάργυρο, το όσμιο, το λευκόχρυσο καιτο χρυσό.
Ανακαλύφθηκε το1803 από τον Άγγλο χημικό Γουόλλαστον στα κατάλοιπα επεξεργασίας μεταλλευμάτων λευκόχρυσου. Σήμερα εξάγεται μαζί μετα άλλα PGM από κοιτάσματα στη Νότια Αφρική, τη Ρωσία καιτη Βόρεια Αμερική.
Είναι το σπανιότερο μη-ραδιενεργό χημικό στοιχείο στηγη[2]και αυτό μετη μεγαλύτερη αξία από όλα τα ευγενή μέταλλα: η τιμή του 1 Kg ήταν πάνω από 80.000 δολάρια στις αρχές του 2010. Το ρόδιο χρησιμοποιείται κυρίως ως καταλύτης ενώ, εξαιτίας της σπανιότητάς του, κατεργάζεται συνήθως μετη μορφή κραμάτων με λευκόχρυσο ή παλλάδιο σε εφαρμογές όπου απαιτείται υψηλή θερμοκρασία και μεγάλη αντοχή στη διάβρωση. Ανιχνευτές ροδίου χρησιμοποιούνται στους πυρηνικούς αντιδραστήρες γιατη μέτρηση της ροής νετρονίων. Το ρόδιο έχει μόνο ένα σταθερό ισότοπο, το103Rh.
Το ρόδιο ανακαλύφθηκε το 1803[3]
από τον Άγγλο χημικό Ουίλλιαμ Χάιντ Γουόλλαστον (William Hyde Wollaston), λίγο μετά την ανακάλυψή τουπαλλαδίου[4] από τον ίδιο. Χρησιμοποήθηκε μετάλλευμα λευκόχρυσου προέλευσης, κατά πάσα πιθανότητα, Νότιας Αμερικής.[5] Ο Γουόλλαστον διέλυσε το μετάλλευμα πλατίνας σεβασιλικό νερό, οπότε το μεγαλύτερο μέρος του λευκόχρυσου απομακρύνθηκε, με προσθήκη χλωριούχου αμμωνίου, NH4Cl, ως χλωριολευκοχρυσικό αμμώνιο, (NH4)2PtCl6. Στο διήθημα πρόσθεσε ψευδάργυρο, με αποτέλεσμα την καθίζηση των καταλοίπων της πλατίνας, ενός μέρους του παλλαδίου, του ροδίου, τουχαλκούκαιτουμολύβδου. Απομάκρυνε τα δύο τελευταία μέταλλα με διάλυση σε αραιό νιτρικό οξύ, ενώ διαλυτοποίησε τα άλλα με περισσότερο βασιλικό νερό. Μετά, πρόσθεσε χλωριούχο νάτριοκαι εξάτμισε το διάλυμα λαμβάνοντας έτσι κοκκινωπό ένυδρο χλωροροδικό νάτριο του τύπου Na3[RhCl6].12H2O.[6] Μετά το πλύσιμο μεαιθανόλη, το κόκκινο ίζημα είχε αντιδράσει μετον ψευδάργυρο σχηματίζοντας μεταλλικό ρόδιο.[4] Ο Γουόλλαστον κατέγραψε δύο βιομηχανικές εφαρμογές του ροδίου και παλλαδίου. Χρησιμοποιούσε ένα ανθεκτικό κράμα παλλαδίου-χρυσού γιατα επιστημονικά του όργανα και ένα κράμα ροδίου-κασσιτέρου γιανα φτιάχνει μύτες για πένες μελανιού, οι οποίες στα 1820 πωλούνταν έξι πένες η μία. Το Μουσείο Επιστημών του Λονδίνου, διατηρεί ακόμη δείγματα από πένες ροδίου-κασσιτέρου του Γουόλλαστον. Οι καταλυτικές ιδιότητες των PGM ανακαλύφθηκαν για πρώτη φορά από τονΧάμφρι Ντέιβι (Humphry Davy) αρχικά στην ετερογενή κατάλυσητο 1817, μετην πλατίνα.[4] Αργότερα, ο Θενάρ (The'nard) απέδειξε ότι σκόνη ροδίου-ιριδίου-παλλαδίου κατέλυε την αντίδραση υδρογόνουκαιοξυγόνου. Την ίδια εποχή, κατασκευάστηκαν και δύο ξυραφάκια από ρόδιο, ιρίδιο, ασημί και χάλυβα και προσφέρθηκαν στοΜάικλ Φαραντέι.[7] Το 1908, ο Ουίλλιαμ Κρουκς (Sir William Crookes) έπεισε την εταιρεία Johnson Matthey να κατασκευάσει χωνευτήρια από ρόδιο, ιρίδιο, ρουθήνιο και όσμιο. Ο Crookes δεν κατέγραψε αν πέτυχαν οι κατασκευές μετα δύο τελευταία μέταλλα, αλλά βρήκε ότι το ρόδιο είναι σχεδόν το ίδιο ανθεκτικό υλικό, όπως το ιρίδιο.[4]
Σήμερα, η κατάλυση είναι το σημαντικότερο πεδίο χρήσης του ροδίου.
Προμηθευτές ροδίου το 2007 (25,5 τόννοι ή 822.000 ουγγιές)
Η ετήσια παγκόσμια προμήθεια ροδίου το 2009 ήταν περίπου 22 τόννοι (719.000 ουγγιές) καιη ζήτηση την ίδια χρονιά ήταν περίπου 15,5 τόννοι (542.000 ουγγιές).[8] Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παγκόσμια παραγωγή χρυσού από τα ορυχεία το 2007 ήταν περίπου 2.470 τόννοι.[9]
Τα PGM στη φύση ανευρίσκονται ως κράματα, κυρίως μεταξύ τους, μετη μορφή θειούχων ή αρσενικούχων ενώσεών τους, ως οξείδια ή υδροξείδια και πολύ σπάνια ως αυτοφυή μέταλλα. Τα κοιτάσματα των μετάλλων αυτών προέρχονται κυρίως από κλασματική κρυστάλλωση ρευστού μάγματος, συνυπάρχουν δεμε κοιτάσματα χρωμίτηκαιαδάμαντα.
Οι σπουδαιότερες, οικονομικής σημασίας, συγκεντρώσεις των PGΜ, έχουν βρεθεί σε καθορισμένους στρωματογραφικούς ορίζοντες συμπλεγμάτων στρωματόμορφου τύπου:
Κοιτάσματα νικελίου -χαλκού-PGM της χερσονήσου Ταιμύρ (Taimyr) στο Νόριλσκ (Noril'sk) της Σιβηρίαςκαιτου Μόντσεγκορσκ (Monchegorsk) της χερσονήσου Κόλα κοντά στη Φινλανδία. Περιέχουν κατά μέσο όρο περίπου 3 % Rh.[11]Η Ρωσία είναι ο δεύτερος εξαγωγέας ροδίου στον κόσμο.
ΣτηΛεκάνη Σάντμπερυ (Sudbury) τουΟντάριοτου Καναδά, μαζί με κοιτάσματα νικελίου. Επίσης στοΧωκ Ρίτζ (Hawk Ridge) καθώς καιστη Μανιτόμπα (Manitoba).[14]Ανκαιη ποσότητα ροδίου που υπάρχει στο Sudbury είναι πολύ μικρή, η μεγάλη αξία των μεταλλευμάτων νικελίου καθιστά την ανάκτηση του ροδίου οικονομικά συμφέρουσα.[15]
Στη Ζιμπάμπουε της Αφρικής στην περιοχή Γκρέιτ Ντάικ (Great Dyke)[10] έχουν εντοπιστεί υψηλά αποθέματα PGM (περίπου 8.000 τόννοι).[16]
Υπάρχουν όμως και ιζηματογενή κοιτάσματα PGM που έχουν προκύψει από την αποσάθρωση συνεκτικών πετρωμάτων καιτη μεταφορά και απόθεση των υλικών σε άλλες θέσεις. Τέτοια κοιτάσματα έχουν εντοπιστεί στην περιοχή Τσόκο (Choco) της Κολομβίας, σε διάφορα ποτάμια του Καναδά καιστο Βιτάτερσραντ (Witatersrant) της Ν. Αφρικής.
Εκτός από τις γεωλογικές εμφανίσεις των PGM, ικανοποιητικές ποσότητες ροδίου προσφέρει καιη ανακύκλωση των ανενεργών καταλυτών των αυτοκινήτων. Η ανάκτηση του Rh από «δηλητηριασμένους» καταλύτες αυτοκινήτων γίνεται με διάφορες μεθόδους και κυμαίνεται από 65 % έως και 90 %.
Ο χρόνος μεταξύ της εξόρυξης του μεταλλεύματος και της παραγωγή καθαρού ροδίου είναι συνήθως έως και 20 εβδομάδες.[12] Τα PGM εξορύσσονται συνήθως από υπόγεια ορυχεία και σπάνια από επιφανειακές εμφανίσεις. Ο αρχικός τεμαχισμός των βράχων γίνεται από τους εργάτες των ορυχείων με κομπρεσέρ ή με εκρηκτικά. Μετά τη μεταφορά στην επιφάνεια με βαγονέτα των μεγάλων κομματιών από το υπόγειο ορυχείο, αυτά τεμαχίζονται σε πολύ μικρά κομμάτια, απομακρύνονται οι προσμίξεις, γιανα αποκαλυφθούν τα ορυκτά που περιέχουν τα επιθυμητά μέταλλα και τέλος αλέθονται μέχρι να γίνουν σκόνη. Σ' αυτή τη φάση, ένας τόννος μεταλλεύματος συνήθως περιέχει 4 έως 7 γραμμάρια μετάλλων.[17]Στη συνέχεια, μεμια διαδικασία που ονομάζεται «επίπλευση αφρού», το μετάλλευμα αναμιγνύεται με νερό και χημικές ουσίες οπότε εμπλουτίζεται σε PGM, προσκολλάται στις φυσαλίδες που δημιουργούνται από τη διαδικασία, επιπλέει στην επιφάνεια και απομακρύνεται. Το εμπλουτισμένο μετάλλευμα περιέχει τώρα από 100 έως 1000 γραμμάρια μετάλλων ανά τόνο. Το υπόλοιπο υλικό περνάει από τη διαδικασία άλεσης και επίπλευσης για δεύτερη φορά. Τα τελικά κατάλοιπα-απόβλητα είτε επιστρέφονται στο ορυχείο γιανα κλείσουν τα ανοικτά σημεία εξόρυξης, είτε απορρίπτονται σε απομακρυσμένα σημεία στην επιφάνεια του εδάφους, είτε υποβάλλονται σε πρόσθετη επεξεργασία γιατην ανάκτηση των άλλων μετάλλων που υπάρχουν, όπως νικέλιο ή χαλκός. Εντω μεταξύ, το μετάλλευμα το οποίο μετά το νέο εμπλουτισμό περιέχει 1400 γραμμάρια μετάλλων ανά τόνο, μεταφέρεται στο κοντινό εργοστάσιο για περαιτέρω επεξεργασία. Εκεί ξηραίνεται σε θερμοκρασίες που μπορεί να είναι πάνω από 1500 °C και διαχωρίζεται από ανεπιθύμητα ορυκτά όπως του σιδήρου καιτου θείου, τα οποία απομακρύνονται με διοχέτευση ρευμάτων αέρα. Η τελική περιεκτικότητα σε πολύτιμα μέταλλα αντιπροσωπεύει ένα πολύ μικρό ποσοστό της αρχικής μάζας του μεταλλεύματος. Για παράδειγμα, στο ορυχείο Stillwater τωνΗ.Π.Α. από 850.000 τόννους πρωτογενούς μεταλλεύματος, θα παραχθούν τελικά σε ετήσια βάση μόνο 15,5 τόννοι εξευγενισμένων PGM[18] Στο χυτήριο, το οποίο μπορεί να έχει μια ικανότητα επεξεργασίας έως και 100 τόνους/ημέρα, το μετάλλευμα κατεργάζεται σε ηλεκτρική κάμινο σε θερμοκρασίες κοντά στους 1600 °C γιανα απομακρυνθούν διάφορα άχρηστα υλικά και τελικά, μετά από διπλή επεξεργασία, προκύπτει μια «σκουριά» (matte) από PGM και άλλα μέταλλα. Το matte υφίσταται περαιτέρω επεξεργασία κατά την οποία τα βασικά μέταλλα, όπως ο χαλκός, το νικέλιο καιτο κοβάλτιο, απομακρύνονται οπότε απομένει ένα μίγμα λεπτόκοκκων PGM.
Το τελικό βήμα στην παραγωγή είναι ο διαχωρισμός καιο καθαρισμός των PGM σε ξεχωριστά μέταλλα.[17] Αυτό είναι καιτοπιο δύσκολο κομμάτι της όλης διαδικασία και συνδυάζει χημικές μεθόδους, αποστάξεις και τεχνικές ανταλλαγής ιόντων. Η βασική διαδικασία σε γενικές γράμμες είναι η εξής: Στα μεταλλεύματα των PGM μπορεί να συνυπάρχουν καιχρυσός (Au) ή/καιάργυρος (Ag) που πρέπει επίσης να απομακρυνθούν. Το μίγμα μετάλλων κατεργάζεται μεβασιλικό νερόστο οποίο διαλύονται ολευκόχρυσος (Pt), τοπαλλάδιο (Pd) καιο Au. Τα άλλα μέταλλα δηλ. ρουθήνιο (Ru), όσμιο (Os), ρόδιο (Rh), ιρίδιο (Ir) και Ag μένουν ως αδιάλυτα χλωριούχα σύμπλοκα. Στη συνέχεια αυτά τα αδιάλυτα διαλύονται σε τήγμα μολύβδου (Pb) καινιτρικό οξύ (HNO3) οπότε απομακρύνεται ο Ag καιο Pb με μορφή νιτρικού αργύρου (AgNO3) και μολύβδου (PbNO3). Τα αδιάλυτα που απομένουν είναι τα μέταλλα Ru, Os, Rh, Ir. Ακολουθεί σύντηξη με όξινο θειικό νάτριο (ΝaHSO4) και διάλυση στο νερό, οπότε απομονώνεται το διαλυτό θειικό ρόδιο(ΙΙΙ), Rh2(SO4)3,[13] ενώ τα άλλα μέταλλα (Ru, Os, Ir) μένουν αδιάλυτα. Ακολουθεί προσθήκη υδροξειδίου του νατρίου (NaOH), οπότε σχηματίζεται υδροξείδιο του ροδίου(ΙΙΙ), Rh(OH)3, το οποίο επαναδιαλύεται σευδροχλωρικό οξύ (HCl) και έτσι προκύπτει χλωροροδικό οξύ, H3RhCl6. Αυτό κατεργάζεται μενιτρώδες νάτριο (NaNO2) καιχλωριούχο αμμώνιο (NH4Cl), οπότε καταβυθίζεται το σύμπλοκο (NH4)3[Rh(NO2)6]. Διάλυση του ιζήματος σε HCl δίνει διάλυμα καθαρού χλωροροδικού αμμωνίου, (NH4)3RhCl6.[19] Τέλος, γίνεται εξάτμιση μέχρι ξηρού και αντίδραση με αέριο υδρογόνο στους 1000 °C οπότε προκύπτει καθαρό ρόδιο κατά την αντίδραση: 2(NH4)3RhCl6 + 3H2 → 2Rh + 6NH4Cl + 6HCl
Η ραδιενέργεια σε MBq[Σημ. 1]/g για καθένα από τα PGM που δημιουργείται από τη σχάση του ουρανίου. Τοπιο ραδιενεργό είναι το Ru. Το Pd έχει σχεδόν σταθερή δραστηριότητα εξαιτίας του εξόχως μακρόβιου 107Pd, ενώ το Rh είναι το λιγότερο ραδιενεργό
Ρόδιο επίσης μπορεί να απομονωθεί από πυρηνικά καύσιμα (κατάλοιπα)τα οποία δε μπορούν πλέον να συντηρήσουν τη σχάση καιτα οποία περιέχουν περίπου 3 % w/w προϊόντα σχάσης του ουρανίου-235 με μέσο όρο 400 g ρόδιο σε κάθε τόνο τους. Το ρόδιο που παράγεται μ' αυτό τον τρόπο περιέχει το ραδιοϊσότοπο 102mRh με ημιζωή 2,9 χρόνια και επομένως πρέπει να αποθηκευτεί τουλάχιστον για 20 χρόνια σε ασφαλή περιοχή γιανα σταθεροποιηθεί καινα μειωθεί στο ελάχιστο η επικινδυνότητά του λόγω εκπομπής ραδιοακτινοβολιών, επειδή κάθε 2,9 χρόνια η ραδιενέργεια που εκπέμπει μειώνεται κατά 50 %.
Σύμφωνα με τους κανόνες υγιεινής και ασφαλείας, κάθε ραδιοϊσότοπο που εκπέμπει περισσότερο από 1 Ci[Σημ. 2] είναι επικίνδυνο. Το ρόδιο που ανακτάται από τα πυρηνικά κατάλοιπα, εκπέμπει 8,1 Ci/g μετά από 5 χρόνια απομόνωσης αλλά μετά από 8 χρόνια η δραστηριότητα αυτή πέφτει στα 4,1 Ci, μετά από 11 χρόνια θα είναι 2,2 Ci, μετά από 14 χρόνια πέφτει στα 1,1 Ci, μετά από 17 χρόνια είναι 0,55 Ci και μετά από 20 χρόνια μόνο 0,27 Ci/g. Μετά από 30 χρόνια, η ραδιενέργεια αυτή μειώνεται στο 0,00027 Ci, το οποίο είναι πιο κάτω και από τα χαμηλότερα όρια τωνπιο αυστηρών κανόνων υγιεινής. Η ραδιενέργεια του ανακτημένου ροδίου μειώνεται τόσο γρήγορα επειδή το ποσοστό του102mRh που περιέχει είναι πάρα πολύ μικρό (ίχνη περίπου 3,68×10−9 g/Kg ροδίου) καιη υπόλοιπα ποσότητα του υλικού απορροφά την ακτινοβολία που απελευθερώνεται. Μεμια πρώτη ματιά, το ρόδιο που προέρχεται από την κατεργασία χρησιμοποιημένων πυρηνικών καυσίμων θα μπορούσε να αποτελέσει προστιθέμενη αξία της επανεπεξεργασίας των καταλοίπων της σχάσης, αλλά το κόστος διαχωρισμού του ροδίου από τα άλλα μέταλλα είναι μεγάλο.[20]
Το ρόδιο είναι το ακριβότερο μέταλλο. Η τιμή του στις 20 Φεβρουαρίου 2013 στις 8.00 το πρωί (ώρα Λονδίνου), ήταν 1.265 δολάρια/ουγγιά ή περίπου 30.670 ευρώ/Kg.[21] Το πρώτο πεντάμηνο του 2010 ήταν περίπου 2.645 δολάρια/ουγγιά ενώ του λευκόχρυσου ήταν 1,6 φορές μικρότερο, του χρυσού 2,4 φορές μικρότερο καιτου αργύρου 150 φορές μικρότερο. Η μέση τιμή του ροδίου από το 1992 έως καιτο 2004 δεν ξεπέρασε τα 940 δολάρια/ουγγιά, αλλά από το 2005 και μετά η τιμή έχει παρουσιάσει ανοδική πορεία και στις 19 Ιουνίου 2008 άγγιξε τα 10.100 δολάρια/ουγγιά.[21]
Από τον Ιούνιο του 2008 όμως, η οικονομική ύφεση ώθησε την τιμή του ροδίου απότομα προς τα κάτω και στις 3 Νοεμβρίου 2009 ήταν στα 1.950 δολάρια/ουγγιά, ωστόσο η τιμή ανέβηκε ξανά από τις αρχές του 2010.[21]
Διακύμανση της τιμής του Rh 1992-2009 και τιμές ευγενών μετάλλων τον Ιανουάριο του 2010
Διακύμανση της τιμής του ροδίου από το 1992 έως το 2009 (δολάρια/ουγγιά)
Συγκριτικές τιμές ευγενών μετάλλων τον Ιανουάριο του 2010
Ούτε το επενδυτικό κοινό αλλά ούτε καιη Wall Street ασχολούνται ιδιαίτερα μετο ρόδιο και μόνο λίγοι επενδυτές και διεθνή ινστιτούτα επενδύουν σ' αυτό το εξαιρετικά σπάνιο μέταλλο. Κερδοσκοπικά παιχνίδια δε γίνονται μετο ρόδιο και μάλιστα οι περισσότεροι επενδυτές δεν έχουν καν ακούσει γι' αυτό.
Το ρόδιο είναι σκληρό ασημί λευκό και ανθεκτικό μέταλλο που έχει υψηλό συντελεστή ανάκλασης. Έχει υψηλότερο σημείο τήξης (13ο κατά σειρά χημικό στοιχείο) και βρασμού (19ο κατά σειρά χημικό στοιχείο),[22] από το λευκόχρυσο, τοσίδηροκαιτονικέλιοσε όλες τις πιέσεις, μικρότερη πυκνότητα από την πλατίνα[23]και, μαζί μετο Ir, την υψηλότερη ειδική θερμότητα, θερμική και ηλεκτρική αγωγιμότητα όλων των PGM. Το ρόδιο κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα και γίνεται υπεραγώγιμο κάτω από 0,9 Κ.[13]
Είναι παραμαγνητικό μέταλλο διότι έχει μονήρη ηλεκτρόνια τα οποία συμπεριφέρονται ως στοιχειώδεις μαγνήτες και έλκονται από μαγνητικά πεδία. Η τάση των ατμών του είναι αμελητέα και μετρήσιμη μόνο σε υψηλές θερμοκρασίες: στους 2015 °C είναι μόνο 10−5 Atm και φθάνει στη 1 Atm στους 3724 °C.
Το ρόδιο είναι σκληρότερο από το χρυσό ή την πλατίνα, αλλά μπορεί να κατεργαστεί με σφυρηλάτηση.[24]Η θερμοκρασία στην οποία μετατρέπεται από εύθρυπτο μέταλλο σε όλκιμο είναι -196 °C. Το μέτρο ελαστικότητάς του (Young) είναι σε όλες τις θερμοκρασίες μικρότερο του Ir αλλά μεγαλύτερο από του Pt καιτου Pd.
Θερμικές ιδιότητες
Η θερμική του αγωγιμότητα είναι πολύ υψηλή και παραμένει σχεδόν σταθερή μεταξύ 0 °C και 100 °C, περίπου 145 W/(m.K).[24] Είναι σχεδόν ίδια με αυτήν του ιριδίου και υψηλότερη από τις θερμικές αγωγιμότητες των άλλων PGM.
Οπτικές ιδιότητες
Ανακλά το ορατό φως από 76 % έως 82 %.[24] Είναι εξαιρετικά λαμπρό μέταλλο που έχει την ίδια λαμπρότητα μετο χρυσό, μικρότερη από τον άργυρο και μεγαλύτερη από τα άλλα PGM.
Ηλεκτρικές ιδιότητες
Το ρόδιο είναι άριστος αγωγός του ηλεκτρικού ρεύματος. Έχει τη μεγαλύτερη αγωγιμότητα από όλα τα PGM σε όλες τις θερμοκρασίες εκτός από το Ir που έχει σχεδόν την ίδια αγωγιμότητα. Έχει τη 8η μεγαλύτερη ηλεκτρική αγωγιμότητα από όλα τα χημικά στοιχεία.
Το ρόδιο ανήκει στηβ' σειρά των μεταβατικών μετάλλων ή στοιχείων μετάπτωσης. Στα μέταλλα μετάπτωσης ανήκουν τα χημικά στοιχεία που έχουν ασυμπλήρωτη την ομάδα των d ατομικών τροχιακών της προτελευταίας ηλεκτρονιακής στιβάδας. Το φάσμα εκπομπής του Rh είναι περίπλοκο επειδή διαθέτει πολλά τροχιακά παραπλήσιας ενέργειας καιτα ηλεκτρόνια έχουν πολλές επιλογές όταν μεταβαίνουν από το ένα τροχιακό στο άλλο. Οι μεταβάσεις αυτές προϋποθέτουν απορρόφηση ενέργειας καιστη συνέχεια επανεκπομπή της. Έτσι παρουσιάζεται το διάχυτο φάσμα εκπομπής καιγι' αυτό το ρόδιο ανήκει στο d-block (το d στα αγγλικά αντιπροσωπεύει τη λέξη diffuse που σημαίνει διάχυτος).[25] Οι ενέργειες ιονισμού (σε KJ/mol) των σταδιακών μετατροπών του ροδίου σε ιόντα από Rh+ έως Rh9+ καθώς καιτα δυναμικά ημιαντιδράσεων αναγωγής διαφόρων ενώσεων[13]και ιόντων του Rh, βρίσκονται στους πίνακες που ακολουθούν :
Όπως φαίνεται σ' αυτούς τους πίνακες, το κανονικό δυναμικό αναγωγής της αντίδρασης : Rh3+ + 3e- ⇆ Rh είναι θετικό (+ 0,8 V) πράγμα που σημαίνει ότι το μέταλλο βρίσκεται μετά το υδρογόνο στην ηλεκτροχημική σειρά των μετάλλων, δεν αντικαθιστά τοΗ στις ενώσεις του (π.χ οξέα) και χημικώς θεωρείται ευγενές μέταλλο. Το ρόδιο δεν αντιδρά μετονερόσε φυσιολογικές συνθήκες, είναι απρόσβλητο από ταοξέα ακόμη και από τα πυκνά, ενώ δε διαλύεται ούτε στοβασιλικό νερό. Πλήρης διάλυση επιτυγχάνεται μόνο σε πυκνό θειικό οξύκαι όταν το ρόδιο είναι σε μορφή σκόνης. Δεν προσβάλλεται από τοοξυγόνο της ατμόσφαιρας παρόλο πουτο απορροφά στη θερμοκρασία τήξης του. Ο ποσοτικός προσδιορισμός του ροδίου σε ένα δείγμα μπορεί να γίνει[26]με υδρόθειο σε όξινο διάλυμα αλλά γιατο φασματοφωτομετρικό προσδιορισμό μπορεί να χρησιμοποιηθεί καιη 2-μερκαπτο-βενζο-θιαζόλη.[27]
Επίδραση οξέων
Το ρόδιο δε διαβρώνεται από τα οξέα (οργανικά ή ανόργανα, αραιά ή πυκνά, ασθενή ή ισχυρά) ούτε από το βασιλικό νερό. Πολύ μικρή διάβρωση παρατηρείται μόνο στους 100 °C από την επίδραση HBr 60 % καιH2SO4 96 %.[24]
Επίδραση βάσεων
Δε διαβρώνεται από το τις βάσεις. Σε πολύ δραστικές συνθήκες (1 ώρα, 410 °C, ξηρό περιβάλλον, ατμόσφαιρα με 20 % έως 100 % Ο2), από επιφάνεια 8 cm2 ροδίου χάνονται περίπου 20 – 30 mg υλικού όταν επιδράσει λιωμένο NaOH, ενώ όταν επιδράσει λιωμένο ΚΟΗ στις ίδιες συνθήκες, υπάρχει απώλεια μεγαλύτερη από 10 g.[24]
Πάρα πολύ μικρή διάβρωση παρατηρείται κατά την επίδραση διαλύματος υποχλωριώδους νατρίου (NaOCl). Από την επίδραση λιωμένου κυανιούχου καλίου (ΚCN) στο ρόδιο στους 700 °C παρατηρείται επιφανειακή απώλεια 11 mg Rh/cm2την ημέρα, ενώ από την επίδραση λιωμένου ανθρακικού νατρίου (Na2CO3) στους 920 °C παρατηρείται αύξηση μάζας 0,48 mg/cm2την ημέρα. Από την επίδραση λιωμένου όξινου θειικού καλίου (KHSO4) στους 440 °C παρατηρείται επιφανειακή απώλεια 11 mg Rh/cm2την ημέρα.[24]
Αντιδράσεις του ροδίου μετοΟ2
Με θέρμανση στους 300 - 1000 °C, το ρόδιο αντιδρά μετοΟ2 δίνοντας σκούρο καφέ οξείδιοτου ροδίου(ΙΙΙ), Rh2O3, το οποίο διασπάται στα στοιχεία του πάνω από 1000 °C:[28]
4Rh + 3O2 → 2Rh2O3
Υπάρχουν αναφορές της ύπαρξης του μαύρου οξειδίου του ροδίου(IV), RhO2το οποίο σχηματίζεται σε θερμοκρασίες από 400 °C έως 900 °C και πίεση Ο2 πάνω από 3500 Atm:[28]
Rh + O2 → RhO2
Το ασταθές RhO αποσυντίθεται πάνω από τους 1000 °C, ενώ το Rh2Ο αποσυντίθεται πάνω από τους 1100 °C.
Το ρόδιο βρίσκεται στη φύση μετη μορφή ενός μόνο ισοτόπου, του103Rh. Τα σταθερότερα ραδιοϊσότοπα είναι το101Rh, το102Rh, το102mRh καιτο99Rh με ημιζωές από 3,3 χρόνια μέχρι 16,1 ημέρες. Έχουν ταυτοποιηθεί άλλα είκοσι ραδιοϊσότοπα. Τα περισσότερα από αυτά έχουν χρόνους ημιζωής μικρότερους από 1 ώρα.
Υπάρχουν ακόμη κάποια μετασταθή ισότοπα με σταθερότερο το102mRh καιτο101mRh.
Επειδή το103Rh είναι σταθερό, δεν έχει προϊόντα αποσύνθεσης, έτσι σ' αυτό καταλήγει το ισότοπο τουρουθηνίου103Ru μεβ--διάσπαση καιτο ισότοπο τουπαλλαδίου103Pd με αρπαγή ηλεκτρονίου.
Το ρόδιο είναι αδρανές μέταλλο καιαν χρησιμοποιηθεί στη στοιχειακή του μορφή, είναι ακίνδυνο. Δεν υπάρχουν ενδείξεις από πειραματικά δεδομένα ή βιομηχανική εμπειρία ότι οι διαλυτές ενώσεις του ροδίου έχουν τοξικές επιδράσεις στον άνθρωπο.[29] Αναφέρεται
[30] ότι όταν ποντίκια ήπιαν νερό που περιείχε 5 ppm ρόδιο, ανέπτυξαν λευχαιμία.
Ορισμένες χώρες από το 1993 έως καιτο 2008 έχουν θεσπίσει όρια έκθεσης των εργαζομένων στο ρόδιο.[31]
Σύμφωνα μετην OSHA,[Σημ. 4]το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο έκθεσης για τους ατμούς μεταλλικού ροδίου και τις αδιάλυτες ενώσεις του είναι 0,1 mg/m3[32]καιγια τις ευδιάλυτες ενώσεις του 0,001 mg/m3,[33]με βάση την εργάσιμη ημέρα των 8 ωρών, τις 40 ώρες εργασίας την εβδομάδα καισε όλους τους εργασιακούς χώρους.
Σύμφωνα μετο NIOSH,[Σημ. 5]η μέγιστη συνιστώμενη τιμή τυχαίας έκθεσης σε ατμούς μεταλλικού ροδίου καισε αδιάλυτες ενώσεις του είναι τα 100 mg/m3,[34] ενώ για ευδιάλυτες ενώσεις του είναι 2 mg/m3.[35] Αυτές οι συγκεντρώσεις είναι οι μέγιστες καιαν εκτεθεί κάποιος σε μικρότερες, θα μπορούσε να ξεφύγει μέσα σε 30 λεπτά χωρίς αμετάκλητες επιπτώσεις στην υγεία του.[32] Η σκόνη ροδίου είναι εύφλεκτη εφόσον αναμιχθεί μετον αέρα και μπορεί να απορροφηθεί από τον οργανισμό του ανθρώπου μετην εισπνοή αερολύματος παρόλο που έχει αμελητέα τάση ατμών στους 20 °C.
Οι ενώσεις του ροδίου συναντώνται σχετικά σπάνια από τους περισσότερους ανθρώπους και χρησιμοποιούνται μόνο στη χημική βιομηχανία. Όλες πρέπει να θεωρούνται ως ιδιαίτερα τοξικές και καρκινογόνες. Οι ενώσεις του ροδίου αφήνουν έντονα σημάδια στο ανθρώπινο δέρμα. Το χλωριούχο ρόδιο(ΙΙΙ), RhCl3, διαπιστώθηκε ότι είναι μια ουσία χαμηλής τοξικότητας, όταν χορηγείται σε αρουραίους και κουνέλια. Η LD50[Σημ. 6]γιατο RhCl3που χορηγείται με ένεση στον ενήλικο αρσενικό αρουραίο ράτσας Sprague-Dawley ήταν 198 mg/ kg καιγιατο ενήλικο αρσενικό Νέας Ζηλανδίας ήταν 215 mg/kg. Ιστοπαθολογικές μελέτες που πραγματοποιήθηκαν στα σημαντικότερα όργανα των δύο αυτών ζώων, δεν έδειξαν παθολογικές αλλοιώσεις.[36]
Δοκιμή σε φυτά έχει δείξει ότι το ρόδιο είναι το λιγότερο τοξικό μέλος των μετάλλων της ομάδας του λευκόχρυσου.
Οι περισσότερες ενώσεις του ροδίου (αλλά και γενικά των στοιχείων μετάπτωσης) είναι έγχρωμες γιατί ο αριθμός των διαθέσιμων τροχιακών στα οποία μπορεί να μεταπηδήσει ένα ηλεκτρόνιο όταν διεγερθεί είναι μεγάλος, οπότε η ενέργεια που χρειάζεται γιανα αλλάξει τροχιακό είναι πολύ μικρή καιη ενέργεια της ορατής περιοχής του φάσματος είναι επαρκής. Έτσι, απορροφούνται ορισμένα μήκη κύματος του ορατού φωτός καιοι ενώσεις φαίνονται έγχρωμες.[25] Οι γνωστότερες δυαδικές ενώσεις του Rh+3καιτου Rh+4με αμέταλλα στοιχεία καθώς και μοντέλα κρυσταλλικής δομής ορισμένων ενώσεων του ροδίου, βρίσκονται στους πίνακες που ακολουθούν:
Ενώσεις του Rh+3
Όνομα ένωσης
Χημικός τύπος
Οξείδιο του ροδίου(ΙΙΙ)
Rh2O3
Χλωριούχο ρόδιο(ΙΙΙ)
RhCl3
Ιωδιούχο ρόδιο(ΙΙΙ)
RhI3
Βρωμιούχο ρόδιο(ΙΙΙ)
RhBr3
Φθοριούχο ρόδιο(ΙΙΙ)
RhF3
Θειούχο ρόδιο(ΙΙΙ)
Rh2S3
Ενώσεις του Rh+4
Όνομα ένωσης
Χημικός τύπος
Οξείδιο του ροδίου(IV)
RhO2
Φθοριούχο ρόδιο(ΙV)
RhF4
Θειούχο ρόδιο(IV)
RhS2
Σεληνιούχο ρόδιο(IV)
RhSe2
Τελλουριούχο ρόδιο(IV)
RhTe2
Στερεοχημικά μοντέλα κρυστάλλων ορισμένων ενώσεων του ροδίου
RhCl3
Rh2O3
RhO2
Rh4(CO)12
Αριθμοί οξείδωσης του Rh σε ορισμένες ενώσεις του
Αριθμός οξείδωσης
Ένωση
>0
Rh4(CO)12, Rh2(CO)8, Rh8(CO)16
+1
RhCl(PH3)2
+2
Rh2(O2CCH3)4
+3
RhCl3, Rh2O3
+4
RhF4, RhO2
+5
RhF5, Sr3LiRhO6
+6
RhF6
Ο συνηθέστερος αριθμός οξείδωσηςτου ροδίου είναι +3 αλλά έχουν μελετηθεί και ενώσεις με αριθμούς οξείδωσης 0 (η καλύτερα μελετημένη ένωση στην οποία το ρόδιο έχει α.ο. 0 είναι η Rh2(PF3)8) έως +6.
Σε αντίθεση μετο ρουθήνιο καιτο όσμιο, το ρόδιο δε σχηματίζει πτητικές ενώσεις μετο οξυγόνο. Τα πλέον σταθερά οξείδια είναι το οξείδιο του ροδίου(ΙΙΙ), Rh2O3καιτο οξείδιο του ροδίου(IV) τόσο το άνυδρο (RhO2) όσο καιτο ένυδρο (RhO2·xH2O). Επίσης είναι γνωστά μικτά άλατα ροδίου(V) μεστρόντιο -λίθιο, Sr3LiRhO6και στρόντιο-νάτριο, Sr3NaRhO6 καθώς και
ενώσεις του ροδίου μετααλογόνα σχεδόν σε όλες τις οξειδωτικές καταστάσεις όπως π.χ. χλωριούχο ρόδιο(ΙΙΙ) άνυδρο, RhCl3, ή και ένυδρο, RhCl3.3Η2Ο,[Σημ. 7] φθοριούχο ρόδιο(IV), RhF4, φθοριούχο ρόδιο(V), RhF5και φθοριούχο ρόδιο(VI), RhF6. Πρόσφατα έχουν μελετηθεί και ελαφρώς όξινα εφυδατωμένα ιόντα της μορφής Rh(H2O)63+, στα οποία τα μόρια του νερού μπορούν αν αντικατασταθούν από άτομα χλωρίου (π.χ. RhCl(H2O)52+). Το ένυδρο υδροξείδιο Rh(OH)3.3H2Ο μπορεί να παραχθεί ως κίτρινο ίζημα με προσεκτική προσθήκη βάσης στο άλας Na3RhCl6.
Οιπιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες στην επιστήμη καιστην τεχνολογία ενώσεις του ροδίου (και γενικότερα των στοιχείων μετάπτωσης) είναι οι ενώσεις συναρμογής του. Αυτά τα σύμπλοκα παρουσιάζουν αυξανόμενη συνεχώς σημασία γιατηνΟργανική Χημεία ως καταλύτες εξαιρετικής ισχύος και εκλεκτικότητας. Το ρόδιο σχηματίζει σύμπλοκα με βαθμίδες οξείδωσης κυρίως +1, +2, +3 και +4 με αντίστοιχες ηλεκτρονικές διαμορφώσεις στα d τροχιακά : d8, d7, d6και d5.
Το σύμπλοκο RhH(CO)(Tppts)3[Σημ. 8] χρησιμοποιείται ως καταλύτης στις ενυδατώσεις των αλκενίων προς αλδεΰδες
Τα σύμπλοκα του ροδίου(Ι) είναι τετραγωνικά και χρησιμοποιούνται σαν δραστικότατοι καταλύτες σε αντιδράσεις οξειδωτικής προσθήκης όπως για παράδειγμα το trans-καρβονυλο-χλωρο-δισ(τριφαινυλοφωσφινο) ρόδιο(Ι), trans-RhCl(CO)((PPh3)2 αλλά καιτο καρβονυλο-υδριδο-τρισ(τριφαινυλοφωσφινο) ρόδιο (Ι), RhH(CO)(PPh3)3. Γενικά όσο πιο πολλά μόρια τριφαινυλοφωσφίνης, (C6H5)3P ή PPh3), έχει το σύμπλοκο, τόσο δραστικότερος καταλύτης είναι.[37]
Τα σύμπλοκα του ροδίου(ΙΙΙ) είναι συνήθως οκταεδρικά με αριθμό συναρμογής 6[19][Σημ. 9]π.χ. το ιόν εξαφθοριούχο ρόδιο [RhF6]3-.
Στα μεταλλοκαρβονύλιά τουτο ρόδιο έχει αριθμό οξείδωσης 0. Έχουν μελετηθεί τα[38] : οκτακαρβονυλο-ρόδιο, Rh2(CO)8, δεκαεξικαρβονυλο-ρόδιο Rh6(CO)16καιτο Rh4(CO)12καιτο δωδεκακαρβονυλο-ρόδιο το οποίο είναι ιδιαίτερα δραστικό αλλά έχει φτωχή εκλεκτικότητα.[37]
Από τα σύμπλοκα με υδρογονάνθρακες, αναφέρεται το κοκκινο-πορτοκαλί σύμπλοκο με χλώριο και αιθένιο, Rh2Cl2(C2H4)4, που παράγεται εύκολα από αιθένιο και RhCl3.3H2O.[28]Τοπιο σημαντικό εναμμώνιο σύμπλοκο του Rh+3 είναι το [Rh(NH3)5Cl]Cl2που αποτελεί πρόδρομη ένωση για δεκάδες άλλα σύμπλοκα.[28]
Ο καταλύτης Wilkinson είναι σύμπλοκο του ροδίου που ονομάζεται χλωροτρισ(τριφαινυλοφωσφινο)ρόδιο(Ι) και έχει το χημικό τύπο RhCl(PPh3)3 όπου το Ph συμβολίζει την ομάδα φαινύλιο, C6H5-. Ο υποκατάστατης Ph3P είναι η τριφαινυλοφωσφίνη.[39]
Έχει διαπιστωθεί ότι το σύμπλοκο Wilkinson σεβενζολικό ή μικτό βενζολικό-αιθανολικόδιάλυμα αποτελεί άριστο καταλύτη και χρησιμοποιείται ευρύτατα στην ομογενή υδρογόνωση ακόρεστων ενώσεων, όπως είναι π.χ. η υδρογόνωση αλκενίων. Επίσης καταλύει την αποκαρβονυλίωση καρβονυλικών ενώσεων.[19]
Μεγάλο βιομηχανικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το σύμπλοκο ανιόν cis-δικαρβονυλο-ρόδιο-διιώδιο, cis-[Rh(CO)2I2]-, το οποίο καταλύει την καρβονυλίωση της μεθανόλης, CH3OH, στην παραγωγή οξικού οξέος, CH3COOH. μετη μέθοδο Monsanto.[40]Η μέθοδος αυτή έχει εκλεκτικότητα μεγαλύτερη από 99% και πραγματοποιείται σε πίεσεις 30–60 Atm και θερμοκρασίες 150–200 °C. Η διαδικασία της Monsanto έχει σήμερα αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από τη διαδικασία Cativa,[41] όπου χρησιμοποιείται σύμπλοκο τουιριδίουκαι είναι πιο οικονομική και περισσότερο φιλική προς το περιβάλλον. Πάντως, καιοι δύο μέθοδοι επιλέχθηκαν επειδή ελαχιστοποιείται η παραγωγή υποπροϊόντων ενώ ταυτόχρονα δεν περισσεύουν αντιδρώντα υλικά.[37]
Το 2006 και το 2007, πάνω από το 80 %[42] της παγκόσμιας παραγωγής ροδίου χρησιμοποιήθηκε στην κατασκευή τριοδικών καταλυτών. Το Rh φαίνεται να παρουσιάζει ορισμένα πλεονεκτήματα έναντι των άλλων μετάλλων της ομάδας του λευκόχρυσου στην αναγωγή των οξειδίων του αζώτου (ΝΟx) προς άζωτοκαιοξυγόνο : 2NOx → xO2 + N2. Η ανακύκλωση των καταλυτών είναι επίσης μια πολύτιμη πηγή ροδίου. Το 2007, προήλθαν από αυτή την πηγή περίπου 5,7 τόννοι. Σε σύγκριση με τους 22 τόννους που είχαν εξορυχθεί εκείνη τη χρονιά, είναι σχεδόν το 1/4.[42] Οι καταλύτες που βασίζονται στο Rh χρησιμοποιούνται σε πολλές βιομηχανικές διαδικασίες όπως π.χ. στην καταλυτική καρβονυλίωση της μεθανόληςγιατη σύνθεση οξικού οξέος (μέθοδος Monsanto), στην κατάλυση της προσθήκης υδρογονοπυριτικών ενώσεων[Σημ. 11]σε διπλούς δεσμούς με αποτέλεσμα την παραγωγή ορισμένου τύπου λάστιχων σιλικόνης,[43]στην αναγωγή του βενζολίου προς κυκλοεξάνιο[44]κ.ά.
Το ρόδιο χρησιμοποιείται στα κοσμήματα καισε διακοσμητικά αντικείμενα όπως βέρες, μπρελόκ κ.ά. Επικαλύπτει ηλεκτρολυτικάτο «λευκό χρυσό» καιτην πλατίνα προσδίδοντας έτσι λάμψη επειδή είναι μέταλλο υψηλής ανακλαστικότητας. Αυτό στην κατασκευή κοσμημάτων είναι γνωστό ως «λάμψη ροδίου». Χρησιμοποιείται επίσης στην επικάλυψη «ασημένιων»[Σημ. 12] αντικειμένων γιατην προστασία τους από το μαύρισμα καιτο θάμπωμα που οφείλεται στη δημιουργία θειούχου αργύρου, Ag2S εξαιτίας τουυδρόθειου, H2S της ατμόσφαιρας.
Κοσμήματα από καθαρό ρόδιο είναι πολύ σπάνια, όχι τόσο λόγω της υψηλής τιμής του αλλά διότι το μέταλλο έχει πολύ υψηλό σημείο τήξης, μικρή πλαστικότητα και μεγάλη δυσκολία στην κατεργασία του.[45]
Σχετικά πρόσφατα, το ρόδιο άρχισε να χρησιμοποιείται καισε συλλεκτικά αντικείμενα, νομίσματα, μετάλλια κ.ά. ή γιανα συμβολίσει υγεία και ευεξία, όταν τα άλλα πολύτιμα μέταλλα (χρυσός, άργυρος, πλατίνα) κρίνονται ανεπαρκή. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι το Βιβλίο Ρεκόρ Γκίνες (Guinness Book of World Records), έδωσε το 1979 στον ΠωλΜακKάρτνϋ (Paul McCartney)[Σημ. 13] ένα δίσκο με επίστρωση ροδίου ως βραβείο για τις περισσότερες πωλήσεις δίσκων ποπ μουσικής όλων των εποχών που έκανε ως τραγουδιστής και συνθέτης.[46]Το ίδιο Βιβλίο έχει σημειώσει, επίσης, ως την «ακριβότερη πένα του κόσμου» ή «τοπιο ακριβό επιτραπέζιο παιχνίδι» για κάποια αντικείμενα που περιέχουν ρόδιο.
Το ρόδιο χρησιμοποιείται ως παράγοντας σκλήρυνσης κραμάτων λευκόχρυσου και παλλαδίου και βελτίωσης της αντοχής τους στη διάβρωση. Αυτά τα κράματα χρησιμοποιούνται σε περιελίξεις υψικαμίνων, ως λιπαντικά στην παραγωγή υαλοβάμβακα, ως θερμοστοιχεία, ως ηλεκτρόδια στα μπουζί των αεροσκαφών και ως χωνευτήρια σε χημικά εργαστήρια.[47] Το ρόδιο χρησιμοποιείται ακόμη:
Ως υλικό σε ηλεκτρικές επαφές[48] λόγω της μεγάλης του αγωγιμότητας, της αντοχής τουστη διάβρωση και στις υψηλές θερμοκρασίες. Κράμα που περιέχει 87 % λευκόχρυσο και 13 % ρόδιο όταν συνδυάζεται με καθαρή πλατίνα, χρησιμοποιείται ως θερμοζεύγος σε περιοχή θερμοκρασιών 1000 °C - 1650 °C.[49]
Λόγω της εξαιρετικής του σκληρότητας, σε ευαίσθητα εξαρτήματα οπτικών οργάνων[50]πουδεν πρέπει να παραμορφώνονται από εξωτερικούς παράγοντες.
Ως φίλτρο σε συστήματα μαστογραφίας,[51] λόγω των χαρακτηριστικών ακτίνων-Χπου παράγει.
Σε υψηλής ποιότητας πένες των εταιρειών Graf von Faber-Castell[52]και Caran d’Ache,[53] λόγω της μεγάλης χημικής και μηχανικής του αντοχής.
Σε ανιχνευτές βραδέων νετρονίωντων πυρηνικών αντιδραστήρων εσωτερικής ανάφλεξης γιατη μέτρηση της ροής νετρονίων. Η μέθοδος πρωτοαναπτύχθηκε το 1936 από τους Amaldi και Fermi οι οποίοι χρησιμοποίησαν ανιχνευτές με ρόδιο και άργυρο[54]οι οποίοι αποδείχθηκαν αποτελεσματικότεροι από τους ανιχνευτές που χρησιμοποιούσαν μόνο άργυρο.
↑Το Becquerel (Bq) είναι μονάδα ραδιενέργειας στο SI. 1 Bq = 1 μεταστοιχείωση/s. 1 MBq = 106 Bq
↑Το 1 κιουρί (Ci) είναι παλιότερη και μεγαλύτερη από το 1 Bq μονάδα ραδιενέργειας. 1 Ci = 3,7×1010 Bq δηλ. 3,7×1010 μεταστοιχειώσεις/δευτερόλεπτο
↑Στις μηχανικές ιδιότητες ανήκει καιη ελατότητα (malleability) καιη ολκιμότητα (ductility). Ελατότητα μετάλλου ή μεταλλικού κράματος είναι η φυσική ιδιότητα με βάση την οποία τα υλικά μετατρέπονται στην επιθυμητή μορφή με σφυρηλάτηση. Ολκιμότητα είναι η φυσική ιδιότητα που έχουν πολλά μέταλλα καιη οποία τα επιτρέπει να μετατρέπονται σε νήματα ή σύρματα.
↑"Occupational Safety and Health Administration". Ομοσπονδιακή υπηρεσία τωνΗ.Π.Α. που ανήκει στο Υπουργείο Εργασίας και είναι υπεύθυνη γιατη σύνταξη καιτην εφαρμογή ομοσπονδιακών κανονισμών που σχετίζονται μετην ασφάλεια στο χώρο εργασίας.
↑"National Institute for Occupational Safety and Health". Είναι το "Εθνικό Ινστιτούτο Επαγγελματικής Ασφάλειας και Υγείας" τωνΗ.Π.Α. και είναι υπεύθυνο, γιατην έρευνα καιτην ανάπτυξη ενώ συστήνει, χωρίς να νομοθετεί, πρότυπα υγείας και ασφάλειας.
↑Στην τοξικολογία,η μέση τιμή θανατηφόρας δόσης, LD50, μιας τοξικής ουσίας ή ακτινοβολίας είναι η δόση που απαιτείται γιανα σκοτώσει τα μισά από τα πειραματόζωα ενός πληθυσμού όταν δοκιμάζεται για ορισμένο χρονικό διάστημα. Η LD50 χρησιμοποιείται συχνά ως γενικός δείκτης της οξείας τοξικότητας μιας ουσίας και παρόλο που καταργείται σταδιακά, χρησιμοποιείται ακόμη ευρέως για λόγους σύγκρισης.
↑Από το ένυδρο χλωριούχο ρόδιο (ΙΙΙ) παρασκευάζεται μεγάλος αριθμός συμπλόκων ενώσεων του ροδίου με χλώριο
↑Το όνομα του συμπλόκου είναι : Το μετά νατρίου σουλφουνομένο άλας του καρβονυλο-υδριδο-τρισ(τριφαινυλοφωσφινο) ροδίου(Ι). Η ομάδα Tppts είναι η PPh3SO3-Na+
↑Είναι το πλήθος των ligands ή περιφερειακών υποκαταστατών δηλ. των άλλων ατόμων, ιόντων, ουδέτερων μορίων που ενώνονται (συναρμόζονται) μετο κεντρικό μέταλλο, εδώ το ρόδιο.
↑Συμπεριλαμβάνεται η ανάκτηση Rh από τους καταλύτες
↑Είναι οργανικές ενώσεις που προκύπτουν από τα σιλάνια όταν ένα ή περισσότερα άτομα Η αντικατασταθούν από αλκυλομάδες
↑Όχι από ατόφιο ασήμι αλλά από κράμα με 92.5% w/w άργυρο και 7.5% w/w άλλο μέταλλο συνήθως χαλκό. Είναι τα αντικείμενα 925 βαθμών.
↑Ο Sir James Paul McCartney (1942-) είναι Άγγλος τραγουδιστής και συνθέτης, πρώην μέλος του συγκροτήματος τωνΜπιτλς
↑Heidingsfeldova, M. and Capka, M. (2003). «Rhodium complexes as catalysts for hydrosilylation crosslinking of silicone rubber». Journal of Applied Polymer Science30: 1837. doi:10.1002/app.1985.070300505.
↑McDonagh, C P et al. (1984). «Optimum x-ray spectra for mammography: choice of K-edge filters for tungsten anode tubes». Phys. Med. Biol.29: 249. doi:10.1088/0031-9155/29/3/004.
Miller, Ron (2004). The elements: What you Really want to know. Lerner Publishing Group. ISBN0-7613-2794-0.
Morrison, Robert Thornton· Boyd, Robert Neilson (1988). Οργανική Χημεία (3 Τόμοι) (4η έκδοση). Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. ISBN0-1364-3669-2. Ανακτήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 2014.[νεκρός σύνδεσμος] (μετάφραση: Σακαρέλλος, Κωνσταντίνος; Πηλίδης, Γεώργιος Α.; Γεροθανάσης, Ιωάννης Π.; κ.ά.).
Μανουσάκης, Γεώργιος Ε. (1994). Γενική και Ανόργανη Χημεία. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη. ISBN960-343-272-5.