Οι χημικές ιδιότητες του ντούμπνιου δεν έχουν διευκρινιστεί πλήρως. Είναι πάντως παρόμοιες με εκείνες των άλλων στοιχείων της ομάδας 5 του περιοδικού πίνακα.
Στη δεκαετία του 1960, παρήχθησαν στα εργαστήρια της πρώην Σοβιετικής Ένωσηςκαι της Καλιφόρνιας μικροποσότητες ντούμπνιου. Η προτεραιότητα της ανακάλυψης καιη ονομασία του στοιχείου υπήρξαν αντικείμενα διαμάχης μεταξύ Σοβιετικών και Αμερικανών επιστημόνων μέχρι το 1997 οπότε ηΔιεθνής Ένωση Καθαρής και Εφαρμοσμένης Χημείας (IUPAC) κατοχύρωσε την ανακάλυψη στη Σοβιετική ομάδα και καθόρισε το όνομα ντούμπνιο ως επίσημο όνομα γιατο στοιχείο.
Η πρώτη αναφορά γιατην ανακάλυψη του ντούμπνιου έγινε το 1968 από ομάδα επιστημόνων του Ινστιτούτου Πυρηνικών Ερευνών της πόλης Ντουμπνά της πρώην Σοβιετικής Ένωσης με επικεφαλής τον φυσικό Γκεόργκι Νικολάεβιτς Φλιόροφ (Georgy Nikolayevich Flyorov, 1913-1990)). Οι ερευνητές όταν βομβάρδισαν το ισότοπο αμερίκιο-243 με ιόντα νέου-22, παρατήρησαν δραστηριότητα ακτίνων-α ενέργειας 9,40 MeV και 9,70 MeV και κατέγραψαν διάσπαση προς το ισότοπο ντούμπνιο-260 ή προς το ντούμπνιο-261 :
Δύο χρόνια αργότερα, η ομάδα της Ντουμπνά διεχώρισε τα προϊόντα των αντιδράσεων εφαρμόζοντας τεχνικές χρωματογραφίας μετά τη μετατροπή τους σε χλωριούχα άλαταμε επίδραση χλωριούχου νιοβίου(V) (NbCl5). Η ερευνητική ομάδα ταυτοποίησε αυθόρμητη σχάση διάρκειας 2,2 δευτερολέπτων προερχόμενη από ασταθές χλωριούχο άλας πιθανόν του τύπου 261DbCl5.
Την ίδια χρονιά, μια επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ με επικεφαλής τον πυρηνικό φυσικό Άλμπερτ Γκιόρσο (Albert Ghiorso, 1915– 2010), συνέθεσε το ισότοπο 260Db βομβαρδίζοντας τονουκλίδιοκαλιφόρνιο-249 με ιόντα αζώτου-15. Οι Αμερικανοί επιστήμονες μέτρησαν τη διάσπαση-ατου260Db με ημιζωή 1,6 δευτερόλεπτα και ενέργεια διάσπασης 9,10 MeV, συσχετιζόμενη μετη θυγατρική διάσπαση τουλωρέντσιου-256 :
Τα αποτελέσματα των επιστημόνων από το Berkeley δεν επιβεβαίωσαν αυτά των Σοβιετικών σχετικά μετηνα-διάσπαση του ντούμπνιο-260 ενέργειας 9,40 MeV ή 9,70 MeV, επιβεβαιώνοντας μόνο το ντούμπνιο-261 ως πιθανό παραγόμενο ισότοπο. Το 1971, η ομάδα της Ντουμπνά επανέλαβε τα πειράματα με βελτιωμένες πειραματικές διατάξεις, επιβεβαιώνοντας τα ευρήματα γιατο260Db χρησιμοποιώντας την αντίδραση μεταστοιχείωσηςτουαμερίκιου-243. Το 1976, η Σοβιετική ομάδα συνέχισε τη μελέτη της αντίδρασης μεθερμική χρωματογραφίακαι είχε τη δυνατότητα να προσδιορίσει το προϊόν ως βρωμιούχο ντούμπνιο-260, 260DbBr5. Το 1992, ομάδες εργασίας της Διεθνούς Ένωσης Καθαρής και Εφαρμοσμένης Χημείας (IUPAC) και της Διεθνούς Ένωσης Καθαρής και Εφαρμοσμένης Φυσικής (IUPAP) αξιολόγησαν τους ισχυρισμούς των δύο ερευνητικών ομάδων και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα δύο εργαστήρια θα πρέπει να μοιραστούν την πατρότητα της ανακάλυψης του ντούμπνιου[2].
Η Σοβιετική ομάδα πρότεινε το όνομα νιλσμπόριο (nielsbohrium, Ns) προς τιμή του Δανού νομπελίστα φυσικού Νιλς Μπορ (Niels Henrik David Bohr,1885–1962). Η Αμερικανική ομάδα πρότεινε το όνομα χάνιο (hahnium, Ha), προς τιμή του Γερμανού νομπελίστα χημικού Όττο Χαν (Otto Hahn, 1879–1968). Κατά συνέπεια, το όνομα χάνιο χρησιμοποιήθηκε περισσότερο στηνΑμερικήκαιστηΔυτική Ευρώπη, ενώ το όνομα νιλσμπόριο χρησιμοποιήθηκε περισσότερο στις χώρες της Σοβιετικής Ένωσης και γενικότερα στο (πρώην) ανατολικό μπλόκ. Η IUPAC, προσπαθώντας να σταματήσει τη διαμάχη γιατο όνομα του νέου χημικού στοιχείου, ενέκρινε ως προσωρινό συστηματικό όνομα τοουννιλπέντιο (unnilpentium, Unp) καιτο 1994 πρότεινε το όνομα ζολιότιο (joliotium, Jl), προς τιμή του Γάλλου νομπελίστα φυσικού Φρεντερίκ Ζολιό-Κιουρί (Jean Frédéric Joliot-Curie, 1900–1958), που είχε προταθεί αρχικά από τη Σοβιετική ομάδα γιατο στοιχείο 102 το οποίο αργότερα ονομάστηκε νομπέλιο. Οι δύο επιστημονικές ομάδες διαφωνούσαν επίσης καιγιατα ονόματα των στοιχείων 104 και 106. Τελικά, το 1997, η διαφορά διευθετήθηκε καιη IUPAC ενέκρινε το σημερινό όνομα, ντούμπνιο (Db), από τη ρωσική πόλη Ντουμπνά, στην οποία βρισκόταν το Σοβιετικό Ίδρυμα Πυρηνικών Ερευνών. Η IUPAC πρόβαλλε τον ισχυρισμό ότι το Εργαστήριο στο Μπέρκλεϊ είχε ήδη τιμηθεί αρκετές φορές με τις προτάσεις ονομάτων που είχε κάνει για στοιχείο όπως μπερκέλιο, καλιφόρνιο, αμερίκιο. Επίσης, η αποδοχή των ονομάτων ραδερφόρντιοκαισιμπόργκιογιατα στοιχεία 104 και 106 έπρεπε να αντισταθμίζει την προσφορά της Σοβιετικής ομάδας που ανακάλυψε τα στοιχεία 104, 105, 106[3][4].
Υπάρχουν κυρίως τρεις σειρές των μεταβατικών μετάλλων, η σειρά 3d (από το Sc μέχρι τον Zn), η σειρά 4d (από τοΥ έως το Cd) καιη σειρά 5d (από το La έως τον Hg, παραλείποντας το Ce μέχρι το Lu). Η τέταρτη σειρά, 6d, που αρχίζει μετο Ac είναι ακόμα ελλιπής.Το ντούμπνιο αναμένεται να είναι το δεύτερο μέλος της σειράς 6d των μετάλλων μετάπτωσης καιτο βαρύτερο μέλος της 5ης ομάδας του περιοδικού πίνακα, κάτω από το βανάδιο, το νιόβιο καιτο ταντάλιο. Επειδή τοποθετείται ακριβώς κάτω από ταντάλιο, μπορεί επίσης να αναφερθεί ως eka-ταντάλιο. Όπως καιτα άλλα στοιχεία της 5ης ομάδας, έτσι καιτο ντούμπνιο αναμένεται να έχει σταθερή βαθμίδα οξείδωσης το +5. Γιατα βαρύτερα στοιχεία της ομάδας αυτής είναι γνωστοί επίσης καιοι αριθμοί οξείδωσης +3 και +4, οπότε καιτο ντούμπνιο θα ανάγεται προς αυτές τις βαθμίδες οξείδωσης. Οι χημικές ιδιότητες του Db δεν έχουν καθοριστεί πειραματικά αλλά γίνονται υποθέσεις βασιζόμενες στα άλλα στοιχεία της 5ης ομάδας. Έτσι, το ντούμπνιο θα πρέπει να αντιδρά μετο οξυγόνο σχηματίζοντας το αδρανές πεντοξείδιο Db2O5, όπως το νιόβιο καιτο ταντάλιο. Επίσης, σε αλκαλικά διαλύματα αναμένεται ο σχηματισμός ορθοντουμπνικού συμπλόκου, DbO43−. Από την αντίδραση μετα αλογόνα θα πρέπει να σχηματίζονται εύκολα τα πενταλογονίδια της μορφής DbX5. Επειδή τα πενταχλωρίδια του νιοβίου καιτου τανταλίου είναι πτητικά στερεά ή υπάρχουν στην αέρια φάση ως μονομερή με δομή τριγωνικής διπυραμίδας, αναμένεται καιτο DbCl5να είναι πτητικό στερεό, ενώ καιτο DbF5θα είναι ακόμα πιο πτητικό. Επειδή η υδρόλυση των αλογονιδίων οδηγεί στο σχηματισμό οξυαλογονιδίων, MOX3, το DbX5θα πρέπει να αντιδρά μετο νερό καινα δίνει DbOX3. Το Db αναμένεται να δίνει επίσης σειρά ιόντων που περιέχουν φθόριο. Ειδικότερα, η αντίδραση του DbF5 με HF πρέπει να σχηματίζει εξαφθοροντουμπνικό ανιόν, DbF6–. Η παρουσία περίσσειας φθορίου θα πρέπει να οδηγεί σε ιόντα της μορφής DbF72–και DbOF52–.
↑Barber, R. C.; Greenwood, N. N.; Hrynkiewicz, A. Z.; Jeannin, Y. P.; Lefort, M.; Sakai, M.; Ulehla, I.; Wapstra, A. P. και άλλοι. (1993). «Discovery of the transfermium elements. Part II: Introduction to discovery profiles. Part III: Discovery profiles of the transfermium elements (Note: for Part I see Pure Appl. Chem., Vol. 63, No. 6, pp. 879–886, 1991)». Pure and Applied Chemistry65 (8): 1757. doi:10.1351/pac199365081757.
↑«Names and symbols of transfermium elements (IUPAC Recommendations 1994)». Pure and Applied Chemistry66 (12): 2419. 1994. doi:10.1351/pac199466122419.
↑«Names and symbols of transfermium elements (IUPAC Recommendations 1997)». Pure and Applied Chemistry69 (12): 2471. 1997. doi:10.1351/pac199769122471.