Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί καινα αφαιρεθεί. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 28/10/2010.
Ταοστά ή αλλιώς κόκκαλα είναι υπόλευκοι, σκληροί και ανθεκτικοί ιστοί. Συνδεόμενοι με τις αρθρώσεις, σχηματίζουν τονσκελετότου σώματος στον οποίο ο άνθρωπος οφείλει το σχήμα του. Σε αυτόν στηρίζονται τα μαλακά μόρια και προστατεύονται ευπαθή όργανα, όπως οεγκέφαλος ή τασπλάγχναθώρακα-πυέλου. Επιπλέον, αποτελούν αποθήκη αλάτων ασβεστίουκαιφωσφόρουγια τις ανάγκες του οργανισμού. Οερυθρός μυελός των οστώνπου υπάρχει στο σπογγώδη οστίτη ιστό παράγει τα κύτταρα του αίματος. Στα μακρά 'η επιμήκη ή αυλοφόρα οστά όπως είναι το βραχιόνιο το μηριαίο και άλλα στον αυλό τους, υπάρχει ο κίτρινος μυελός των οστών που αποτελεί αποθήκη λίπους
Διακρίνονται σε επιμήκη (ή μακρά, ή αυλοφόρα), βραχέα, πλατέα και αεροφόρα.
Το οστό αποτελείται από ασβεστοποιημένες πρωτεΐνες που βρίσκονται έξω από τα κύτταρα και αποτελούν τοοστεοειδές. Το οστεοειδές αποτελείται από κολλαγόνο τύπου Ικαιγλυκοζαμινογλυκάνεςπου περιέχουν γλυκοπρωτεΐνεςπου μπορούν να δεσμεύσουν μεγάλες ποσότητες ασβεστίου, όπως ηοστεοκαλσίνη. Τα άλατα ασβεστίου δίνουν στο οστό μηχανική ισχύ. Το ασβέστιο μαζί μετα φωσφορικά ιόντα σχηματίζουν τονυδροξυαπατίτη [Ca10(PO4)6(OH)2]. Ανκαιτο οστό είναι σχεδόν άκαμπτο, οι ίνες του κολλαγόνου του προσδίδουν μικρό βαθμό ελαστικότητας.
Ανάλογα μετον τρόπο που διατάσσεται το οστεοειδές, το οστό χαρακτηρίζεται ως δικτυωτό ή πεταλιώδες. Στον υγιή ενήλικα, ουσιαστικά ολόκληρος ο οστίτης ιστός είναι στην πεταλιώδη μορφή, στην οποία το κολλαγόνο είναι διατεταγμένο σε πέταλα και έτσι έχει μεγαλύτερη ισχύ. Το δικτυωτό οστό αποτελείται από άτακτες ίνες κολλαγόνου και παρατηρείται σε περιπτώσεις έντονης οστεογένεσης, κυρίως στα έμβρυα, καιστη συνέχεια αντικαθίσταται από την πεταλιώδη διάταξη. Αν πάλι το κολλαγόνο του οστεοειδούς είναι ελαττωματικό, όπως συμβαίνει στηνατελή οστεογένεση, τα οστά είναι εύθραυστα.
Στον άνθρωπο το οστό αποτελείται από μια εξωτερική συμπαγή ζώνη, η οποία αποκαλείται φλοιός, μέσα στην οποία βρίσκεται η δοκιδώδης ή σπογγώδης ζώνη. Ο φλοιός είναι αυτός που δέχεται και ανθίσταται στις δυνάμεις παραμόρφωσης, ενώ το δοκιδώδες οστό δρασαν ένα πολύπλοκο σύστημα στηριγμάτων. Ο χώρος ανάμεσα στις δοκίδες γεμίζει μελίπος ή ερυθρό μυελό, ο οποίος παράγει τα κύτταρα του αίματος. Η δομική μονάδα του οστού είναι οοστεώνας, ο οποίος αποτελείται από τους αβέρνιους σωλήνες, μέσα στους οποίους βρίσκονται αιμοφόρα αγγεία και νεύρα, καιτο οστεοειδές που σχηματίζει πέταλα γύρω του.
Το οστό περιβάλλεται από ένα «μανδύα» από ινοκολλαγονώδη ιστό ο οποίος αποκαλείται περιόστεο.
Το οστεοειδές παράγεται από τις οστεοβλάστες, οι οποίοι επικάθονται στην επιφάνεια του οστού. Οι οστεοβλάστες παράγουν κολαγόνο και γλυκοζαμινογλυκάνες τις οποίες εκκρίνουν σεκυστίδιακαι σχηματίζουν τις ίνες του κολλαγόνου του οστεοειδούς, οι οποίες βρίσκονται μέσα στις γλυκοαζμινογλυκάνες. Στη συνέχεια ακολουθεί η ασβεστοποίηση του οστεοειδούς. Η οστεοκαλσίνη δεσμεύει τα ιόντα ασβεστίου ενώ ηαλκαλική φωσφατάση αυξάνει τοπικά συγκέντρωση φωσφορικών ιόντων και ιόντων ασβεστίου. Τα κυστίδια που παράγουν οι οστεοβλάστες περιέχουν αλκαλική φωσφατάση και δημιουργούν γύρω τους πυρήνες εναπόθεσης αλάτων υδροξυαπατίτη, στους οποίους ο υδροξυαπατίτης συσσωρεύεται γρήγορα και επεκτείνεται κυκλικά μέχρι να συναντήσει άλλες εστίες ασβεστοποίησης. Με παρόμοιο τρόπο δημιουργείται καιηοδοντίνη. Όταν ο ρυθμός οστεογένεσης είναι φυσιολογικός, τότε η ασβεστοποίηση αρχίζει αμέσως.
Η αποσύνθεση του οστού ονομάζεται απορρόφηση και πραγματοποιείται από κύτταρα που ονομάζονται οστεοκλάστες. Οι οστεοκλάστες παράγουν κυστίδια που περιέχουν λυσοσωμικάένζυμακαιτα απελευθερώνουν στην οστική επιφάνεια. Τα ένζυμα αυτά υδρολύουν (καταστρέφουν) το κολλαγόνο και τις γλυκοζαμινογλυκάνες του οστού, με αποτέλεσμα την αποδόμηση των οργανικών αλάτων που συνδέονται με αυτές. Οι οστεοκλάστες δημιουργούν επίσης όξινο περιβάλλον, το οποίο οδηγεί στη διάσπαση του υδροξυ-απατίτη. Στη συνέχεια οι οστεοκλάστες ενδοκυτταρώνουν κάποια από τα προϊόντα της διάσπασης. Στη συνέχεια κινούνται σε άλλη θέση. Ηπαραθορμόνη ενεργοποιεί τους οστεοκλάστες έτσι ώστε να αυξήσει τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα όταν αυτά μειωθούν ενώ ηκαλσιτονίνη τους απενεργοποιεί όταν τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα είναι υψηλά.