Οσολομός του Ατλαντικού ή απλά σολομός (Salmo salar), είναι ένα ψάρι μετρίου μεγέθος που ανήκει στην οικογένεια τωνσολομονίδων. Το ψάρι απαντάται σε κρύα νερά στον βόρειο Ατλαντικόκαισε ποταμούς που εκβάλλουν σε αυτόν, ενώ έχει εισαχθεί καιστον βόρειο Ειρηνικό. Ο σολομός εκτρέφεται σε ιχθυοκαλλιέργειες, με κύριες χώρες παραγωγής τηΝορβηγία, τονΚαναδάκαιτηΧιλή.
Είναι ένα μεγάλο είδος της οικογένειας των σολομοειδών, με μέγιστο μήκος 1,5 μέτρο και μέγιστο βάρος 47 κιλά. Το μέσο μήκος του είναι 40 εκατοστά. Έχει επίμηκες σώμα. Τα σαγόνια φτάνουν μέχρι κάτω από το μάτι. Πριντην αναπαραγωγή το σαγόνι γίνεται έντονα αγκιστρωτό. Η ράχη του έχει καφέ ή πράσινο/μπλε χρώμα, τα πλευρά είναι ασημί καιη κοιλιά είναι λευκή. Πάνω από τηνπλευρική γραμμήστα πλευρά υπάρχουν στίγματα με σχήμα Χ. Όταν οι σολομοί βρίσκονται στο γλυκό νερό τα πλευρά τους είναι πρασινωπά ή καφέ, μαζί με κόκκινο ή πορτοκαλί καιμε μεγάλες μαύρες κηλίδες.[2]
Οι σολομοί ζουνσε κρύα νερά, με θερμοκρασία από 2 μέχρι 9 βαθμούς Κελσίου. Τα ψάρια γεννιούνται σε γλυκά νερά και παραμένουν σε αυτά για 2 με 5 χρόνια, καιστη συνέχεια μετακινούνται στον ωκεανό, όπου ζουνγια άλλα πέντε χρόνια. Η διατροφή τους περιλαμβάνει ρέγγες, σαρδέλεςκαικαλαμάρια. Μετά, όταν ενηλικιωθούν σταματούν να τρώνε και επιστρέφουν πίσω στα ρυάκια και λίμνες όπου γεννήθηκαν γιανα αναπαραχθούν. Το θηλυκό σκάβει με χτυπήματα της ουράς τουμια τρύπα στην άμμο ή στο ψιλό χαλίκι και αποθέτει εκεί τααυγάτου. Τα αυγά στη συνέχεια γονιμοποιούνται από το αρσενικό καιεν συνεχεία καλύπτονται.[3]Τα περισσότερα ψάρια πεθαίνουν μετά την αναπαραγωγή, ενώ λίγα επιστρέφουν στον ωκεανό.[2]
Η εκτροφή του σολομού χρονολογείται από τον 19ο αιώνα, όταν αναπτύχθηκαν στοΗνωμένο Βασίλειοοι τεχνικές εκκόλαψης, με στόχο, τότε, την παραγωγή νεαρών σολομών γιατην αναπλήρωση των αποθεμάτων των ποταμών, προς όφελος της ερασιτεχνικής αλιείας. Η εκτροφή με στόχο την εμπορεία των ενηλίκων ξεκίνησε το 1960 στηΝορβηγίαμε εγκατάσταση ιχθυοκλωβών σταφιορδ, προσπάθεια η οποία στέφθηκε με επιτυχία και έτσι και άλλες χώρες σε εύκρατα ύδατα, πρώτα στην Ευρώπη και μετά στον υπόλοιπο κόσμο άρχισαν να εκτρέφουν και αυτές σολομούς. Η αγορά σολομού έφτασε σε κορεσμό το 1990, με αποτέλεσμα σημαντική μείωση των τιμών καιτων περιθωρίων κέρδους καιτην αναδιάρθωση του τομέα. Η ποικιλία που εκτρέφεται είναι υβριδική, η οποία προέκυψε από διασταυρούμενες γονιμοποιήσεις της νορβηγικής ποικιλίας με διάφορες τοπικές ποικιλίες.[4]
Όσον αφορά το 2019, η βιομηχανία εκτροφής σολομού παγκοσμίως άξιζε 17,1 δις δολλάρια ΗΠΑ, μετην παραγωγή 2.615.962 τόνων σολομού.[5]