Άμπβερ (γερμ. Abwehr = άμυνα) ονομαζόταν η γερμανική Στρατιωτική Υπηρεσία Πληροφοριών από το1866 μέχρι το1944, η οποία διαδραμάτισε σπουδαιότατο ρόλο στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους και ιδιαίτερα στονΒ' Παγκόσμιο Πόλεμο όπου είχε αναδειχθεί σε αυτόνομη Υπηρεσία.
Η Άμπβερ ιδρύθηκε το1866στηνΠρωσία, καθώς οι Πρώσοι βρέθηκαν σε πόλεμο μετηνΑυστρία. Η πρωσική ηγεσία θέλησε να δημιουργήσει μια υπηρεσία γιανα συλλέγει πληροφορίες σχετικά με τις αντίπαλες δυνάμεις, τα σχέδια και τις προθέσεις τους. Οι προσπάθειες αυτές οδήγησαν στην πραγματοποίηση σημαντικών πολεμικών επιτυχιών καιη Πρωσία κέρδισε τον πόλεμο αυτό. Διαβλέποντας τη σημασία της, ηΓερμανία αποφάσισε να επεκτείνει την οργάνωση, πράγμα που έγινε κατά τον Γαλλοπρωσικό πόλεμο του1870, υπό την ηγεσία του Βίλχελμ Στίμπερ (Wilhelm Stieber). Πράκτορες της Άμπβερ κατάφεραν να διεισδύσουν σε γαλλικές στρατιωτικές υπηρεσίες και από εκεί μετέδιδαν πληροφορίες σχετικά με τις γαλλικές αμυντικές θέσεις καιτα επιτελικά σχέδια. Η Πρωσία κέρδισε τον πόλεμο, γεγονός στο οποίο η Άμπβερ είχε σημαντική συμβολή. Το1871η Πρωσία ενώθηκε μετα άλλα Γερμανικά κρατίδια, σχηματίζοντας το Γερμανικό κράτος, το οποίο υιοθέτησε πολλές κυβερνητικές και στρατιωτικές δομές, που είχαν δημιουργήσει οι Πρώσοι και, ανάμεσα σε αυτές, καιτην Άμπβερ.
Η Άμπβερ δοκιμάστηκε γιαμια ακόμη φορά, όταν ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, το 1914. Αυτή τη φορά ηγέτης της Υπηρεσίας ήταν ο Βάλτερ Νικολάι (Walther Nicolai), του οποίου το σχέδιο για τις δραστηριότητες της Άμπβερ ήταν πολύ απλό, αλλά, όπως αποδείχθηκε, ιδιαίτερα αποτελεσματικό: Κατάφερε να δημιουργήσει ένα συμπαγές δίκτυο πρακτόρων σε όλες τις Συμμαχικές χώρες. Η επιτυχία αυτή οφειλόταν, εν μέρει, στη δημιουργία μιας "Σχολής Κατασκόπων", στην οποία οι υπό ένταξη πράκτορες εκπαιδεύονταν στις τεχνικές της κατασκοπείας. Η καλή εκπαίδευση του προσωπικού της Άμπβερ στις νέες τεχνολογίες οδήγησε στον σχηματισμό μιας εκσυγχρονισμένης υπηρεσίας, που μπορούσε να εκμεταλλευτεί τα νέα επιτεύγματα της τεχνολογίας, όπως τις τηλεφωνικές υποκλοπές, τη διείσδυση σε βιομηχανίες κατασκευής όπλων και πυρομαχικών, στις υπηρεσίες μεταφορών καιστηνκρυπτογραφία. Έτσι, κατάφεραν να υποκλέπτουν τα συμμαχικά μηνύματα καινατα αποκρυπτογραφούν. Παράλληλα, πράκτορες της Άμπβερ κατάφεραν να διεισδύσουν σε καίριες θέσεις καινα μεταδίδουν πληροφορίες για τις αποστολές πολεμικού υλικού από τηΒρετανίακαι τις ΗΠΑ. Μετέδιδαν, επίσης, πληροφορίες γιατην κατασκευή δηλητηριωδών αερίωνστηΓαλλία. Μια επιπλέον δραστηριότητα της Υπηρεσίας ήταν η δημιουργία ομάδων δολιοφθορών (σαμποτάζ), κυρίως σε σκάφη που υπήρχε υποψία ότι μετέφεραν όπλα καθώς καισε εργοστάσια παραγωγής πολεμικού υλικού στις ΗΠΑ. Η αποτελεσματικότητα της Υπηρεσίας στον Πόλεμο ήταν αδιαμφισβήτητη, ωστόσο η κλοπή των μυστικών γερμανικών κωδίκων από τη βρετανική αντικατασκοπεία επισκίασε το έργο της.
Οι δραστηριότητές της υπηρεσίας τερματίσθηκαν μετη λήξη του Πολέμου, καθώς ηΣυνθήκη των Βερσαλλιών απαγόρευε τη συνέχιση της ύπαρξής της - ένα ακόμη σημάδι γιατον σημαντικό της ρόλο στον Πόλεμο. Η Υπηρεσία, ωστόσο, ανασυστάθηκε το1921, παράλληλα μετον Γερμανικό στρατό των 100.000 ανδρών που επέτρεπε η Συνθήκη και συνέχισε να λειτουργεί κρυφίως, ως ένα μικρό τμήμα στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, καινα οργανώνεται. Επικεφαλής ανέλαβε ο Συνταγματάρχης Έριχ Φριτς Γκεμπ (Erich Fritz Gempp), του οποίου κυριότερο μέλημα ήταν να συλλέγει πληροφορίες γιατην τεχνολογία κατασκευής αεροσκαφών. Μέχρι το 1928 η Άμπβερ είχε αποκτήσει σημαντική ισχύ και είχε ως τομείς δράσης τόσο τον Στρατό όσο καιτο Ναυτικό καιτην Αεροπορία.
Όταν οιναζί ανέλαβαν την εξουσία, το1933, ορισμένα στελέχη της Άμπβερ επιδόθηκαν στην κατασκοπεία μελών της ίδιας της κυβέρνησής τους. Οι ναζί δημιούργησαν μια νέα υπηρεσία κατασκοπείας, την υπηρεσία ασφαλείας SD (Sicherheitsdienst), της οποίας ηγέτης ήταν οΡάινχαρντ Χάιντριχ. ΟΓκεμπ αποπέμφθηκε καιτον αντικατέστησε ο αξιωματικός του Ναυτικού Κόνραντ Πάτσιγκ (Konrad Patzig), ο οποίος βρέθηκε ανάμεσα στα "πυρά" τωνΧάινριχ Χίμλερ, επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας (RSHA) και Ράινχαρντ, επικεφαλής της SD, οι οποίοι ήθελαν να αποκτήσουν τον πλήρη έλεγχο της Άμπβερ. Ο Πάτσιγκ αντέδρασε και, επί δύο χρόνια, αντιστάθηκε με επιτυχία στα σχέδια αυτά. Τον αντικατέστησε οΒίλελμ φον Κανάρις, επίσης αξιωματικός του Ναυτικού. Οι υπηρεσίες συνέχισαν ναδρουν ανταγωνιστικά μέχρι το 1935, οπότε ο Χάιντριχ καιο Κανάρις συμφώνησαν, ώστε κάθε υπηρεσία να έχει διακριτούς ρόλους. Ωστόσο, καιοι δύο υπηρεσίες διατηρούσαν τις δικές τους δυνάμεις, τις οποίες και εκπαίδευαν χωριστά. Ο Κανάρις αναδιοργάνωσε την Άμπβερ δημιουργώντας τρία τμήματα: Κατασκοπείας, Αντικατασκοπείας και Δολιοφθορών. Όρισε επικεφαλής κάθε τμήματος δοκιμασμένα στελέχη της Υπηρεσίας του, φρόντισε, όμως, κανείς ναμην είναι μέλος τουΕθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος ή ένθερμος υποστηρικτής του, καθώς ο ίδιος ήταν κρυφός αντιναζιστής. Αυτές οι ενέργειες, όπως ήταν φυσικό, προκάλεσαν τις υποψίες της αντίπαλης SD και, καθώς ο Χάιντριχ ενίσχυε όλο και περισσότερο τη θέση του, έπεισε την Κυβέρνηση να επιτρέψει στην SD να συλλάβει ορισμένα μέλη της Άμπβερ για ανάκριση, κατηγορώντας τους για κατασκοπεία εις βάρος της χώρας και έσχατη προδοσία. Αυτό πράγματι έγινε το1939 αλλά οι ανακρίσεις δεν κατέληξαν σε ασφαλή συμπεράσματα. Η Υπηρεσία συνέχισε να λειτουργεί, χωρίς σοβαρά προσκόμματα.
Μετο ξέσπασμα του Πολέμου η Άμπβερ άρχισε ναδρα ακολουθώντας την παλιά, δοκιμασμένη από τον Πρώτο Πόλεμο πρακτική στόχων και αποστολών. Έτσι, εντόπιζε τις μεταφορές στρατευμάτων και εφοδίων, υπέκλεπτε ραδιομηνύματα και έστελνε πράκτορες να διεισδύσουν σε στρατιωτικές υπηρεσίες αλλά και στις αντίπαλες κατασκοπευτικές οργανώσεις. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση δύο πρακτόρων που είχαν καταφέρει να διεισδύσουν στη βρετανική αντικατασκοπεία επί διετία. Κάνοντας χρήση των νέων τεχνολογιών, χρησιμοποίησε τη συσκευή Enigmaγιατην κρυπτογράφηση / αποκρυπτογράφηση μηνυμάτων με πολύ μεγάλη επιτυχία. Πράκτορές της, επίσης, είχαν διεισδύσει σε αντιστασιακά κινήματα σε ολόκληρη την Ευρώπη, ενώ η υπηρεσία δολιοφθορών κατάφερε να προκαλέσει καταστροφές σε εγκαταστάσεις των συμμαχικών μετόπισθεν.
Γιατον Κανάρις σημαντικό στόχο αποτελούσαν οιΗΠΑ, πολύ πριν αυτές εμπλακούν στη σύρραξη. Μέχρι το1942 πράκτορές του δρούσαν σχεδόν σε όλες τις αμερικανικές βιομηχανίες στρατιωτικού υλικού, σημειώνοντας μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στον τομέα της βιομηχανικής κατασκοπείας: Είχαν καταφέρει να υποκλέψουν σχεδόν όλα τα σχέδια κατασκευής των αεροσκαφών που ετοίμαζαν οιΗΠΑστα πλαίσια της πολεμικής τους προσπάθειας. Πράκτορες δρούσαν, επίσης, σε ολόκληρη την αμερικανική ήπειρο και είχαν επιφορτιστεί τόσο μετη συλλογή πληροφοριών όσο καιμετην άσκηση φιλογερμανικής προπαγάνδας.
Σημαντική, επίσης, αποστολή, που αφορούσε σε όλα τα πολεμικά μέτωπα, ήταν η απόσπαση πληροφοριών από αιχμαλώτους πολέμου, μετην οποία είχε επιφορτιστεί η Άμπβερ. Ο επικεφαλής της, όμως, διαφωνούσε ριζικά μετην πολιτική των ναζί, δηλ. τη δημιουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης, την απόσπαση πληροφοριών μέσω βασανιστηρίων κτλ., καθώς πίστευε ότι η πρακτική αυτή υπονόμευε τόσο το κύρος όσο καιτην αποτελεσματικότητα της Υπηρεσίας τουκαι της γερμανικής πολεμικής προσπάθειας γενικότερα. Οι πράκτορες της Άμπβερ κατάφερναν, ωστόσο, να αποσπούν σημαντικές πληροφορίες, κυρίως σχετικά μετοανατολικό μέτωπο[1]. ΟΧίτλερ, όμως, έχοντας πλέον χάσει κάθε ευθυκρισία, ύστερα από τις ήττες στο ανατολικό μέτωπο, αγνοούσε τις πληροφορίες αυτές, έφθασε μάλιστα στο σημείο ναπει ότι η Άμπβερ καιτα στελέχη της είχαν πέσει "θύμα της πιο κολοσσιαίας μπλόφας από την εποχή τουΤζένγκις Χαν"[2].
Εκεί πουη Άμπβερ σημείωσε τη μεγαλύτερη αποτυχία της ήταν το Δυτικό μέτωπο: Δεν κατάφερε να εντοπίσει το σημείο στο οποίο πραγματοποιήθηκε ηΑπόβαση στη Νορμανδία, με αποτέλεσμα τη σημαντική διασπορά των γερμανικών δυνάμεων κατά μήκος των ακτών τουΑτλαντικούκαι της Μάγχης. Ωστόσο, λίγους μήνες μετά, η Άμπβερ πέτυχε να οδηγήσει σε αποτυχία τη συμμαχική επιχείρηση "Κομήτης", που κατέληξε στηΜάχη του Άρνεμ.
Το 1944 ο Κανάρις μπήκε στη λίστα των υπόπτων γιατηναπόπειρα κατά του Χίτλερ από τον συνταγματάρχη Κλάους φον Στάουφενμπεργκ (20 Ιουλίου 1944). Ο Κανάρις συνελήφθη, μαζί μετον βοηθό του Χανς Όστερ (Hans Oster) και άλλους αξιωματικούς της υπηρεσίας και εκτελέσθηκαν. Ύστερα από αυτό η Άμπβερ, τυπικά και ουσιαστικά, διαλύθηκε.