επίθημα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἐπίθημα, Κατηγορία:Επιθήματα (ελληνικά)
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τたうοおみくろん επίθημα τたうαあるふぁ επιθήματたうαあるふぁ
      γενική τたうοおみくろんυうぷしろん επιθήματたうος τたうωおめがνにゅー επιθημάτたうωおめがνにゅー
    αιτιατική τたうοおみくろん επίθημα τたうαあるふぁ επιθήματたうαあるふぁ
     κλητική επίθημα επιθήματたうαあるふぁ
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
επίθημα < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἐπίθημα < ἐπί + θしーたμみゅーαあるふぁ (<τίθημι)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔでるたΦふぁいΑあるふぁ : /eˈpi.θしーたi.ma/
τυπογραφικός συλλαβισμός: εいぷしろん‐πί‐θしーたηいーたμみゅーαあるふぁ
παρώνυμο: επίθεμα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

επίθημα ουδέτερο

  1. (γλωσσολογία) παράθημαπρόσφυμα) τたうοおみくろん οποίο προστίθεται σしぐまτたうοおみくろん τέλος της ρίζας μιας λέξης γがんまιいおたαあるふぁ τたうηいーたνにゅー παραγωγή μιας νέας λέξης
    είδη επιθημάτων: [2]
    1. καταλήξεις ή κλιτικά μορφήματα
      βουνό: βべーたοおみくろんυうぷしろんνにゅーού, βべーたοおみくろんυうぷしろんνにゅーά, βべーたοおみくろんυうぷしろんνにゅーών
    2. παραγωγικά επιθήματα (+ κατάληξη) όπως τたうοおみくろん -άκι, -ακός
      πぱいαあるふぁιいおたδでるた(ί) > πぱいαあるふぁιいおたδでるたάκ-ιいおた
      επικοινωνί(αあるふぁ) > επικοινωνιαあるふぁκかっぱ-ός
    3. λεξικά επιθήματα: λέξεις μみゅーεいぷしろん μορφή πぱいοおみくろんυうぷしろん υπάρχει μόνο σしぐまεいぷしろん σύνθετα όπως τたうοおみくろん -άρχης από τたうοおみくろん αρχή
      δάσος > δでるたαあるふぁσしぐまάρχης
    4. ολόκληρες λέξεις πぱいοおみくろんυうぷしろん υπάρχουν κかっぱαあるふぁιいおた μόνες τους, είναι δεύτερα συνθετικά, όπως ηいーた βιομηχανία
      τσιμεντοβιομηχανία
    Νεοελληνικές λέξεις κατά επίθημα σしぐまτたうοおみくろん Βικιλεξικό
  2. (αρχιτεκτονική) αρχιτεκτονικό στοιχείο σしぐまεいぷしろん σχήμα πυραμίδας τたうοおみくろん οποίο τοποθετούνταν σしぐまτたうοおみくろん πάνω μέρος ενός κιονόκρανου
  3. (πληροφορική) συμβολοσειρά πぱいοおみくろんυうぷしろん αποτελείται από έναν ή περισσότερους συνεχόμενους χαρακτήρες από τたうοおみくろん τέλος (δεξιό τμήμα) μιάς συμβολοσειράς (string)
    Σしぐまτたうηいーたνにゅー συμβολοσειρά: "Hello", οおみくろんιいおた συμβολοσειρές: "o", "lo", "llo" κかっぱαあるふぁιいおた "ello", είναι επιθήματα

Συνώνυμα

[επεξεργασία]
  • επίθεμα (συνήθης έννοια: "επικάλυμμα". Δでるたεいぷしろんνにゅー είναι λαθεμένη κかっぱαあるふぁιいおた ηいーた χρήση τたうοおみくろんυうぷしろん ως "επίθημα" (σしぐまτたうηいーた γλωσσολογία).[3]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Υπερώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. επίθημα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) τたうοおみくろんυうぷしろん Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Ηいーた Πύλη γがんまιいおたαあるふぁ τたうηいーたνにゅー ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. «πρόσφυμα» σしぐまτたうοおみくろん Γλωσσάριο Όρων - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Βべーた' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 
  3. λήμμα πρόθημα - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Βべーた' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 
    Σημειώνεται ότι οおみくろんιいおた μορφές σしぐまεいぷしろん -θημα κかっぱαあるふぁιいおた -θεμα συνυπάρχουν, μみゅーεいぷしろん πぱいιいおたοおみくろん συνήθη τたうηいーた μορφή ‑θしーたηいーたμみゅーαあるふぁ