χορός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση
Δείτε επίσης: χώρος
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική οおみくろん χかいοおみくろんρろーός οおみくろんιいおた χかいοおみくろんρろーοί
      γενική τたうοおみくろんυうぷしろん χかいοおみくろんρろーού τたうωおめがνにゅー χかいοおみくろんρろーών
    αιτιατική τたうοおみくろんνにゅー χかいοおみくろんρろーό τους χかいοおみくろんρろーούς
     κλητική χかいοおみくろんρろーέ χかいοおみくろんρろーοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Τたうοおみくろん μάθημα τたうοおみくろんυうぷしろん χορού, Εντγκάρ Ντεγκά (1834-1917), Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον
χορός αρχαίας τραγωδίας (1968)
σχολικός χορός (1975)

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χορός < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική χορός

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χορός αρσενικό

  1. τたうοおみくろん αποτέλεσμα, ηいーた ενέργεια τたうοおみくろんυうぷしろん χορεύω, προκαθορισμένες ή αυθόρμητες ρυθμικές κινήσεις συνήθως μみゅーεいぷしろん τたうηいーたνにゅー συνοδεία μουσικής, τραγουδιού
    κλασικός χορός, μπαλέτο, χορός της κοιλιάς (τσιφτετέλι), καλαματιανός, τσάμικος χορός, ανδρικός χορός, πολεμικός χορός,
  2. πληθώρα μみゅーεいぷしろん κάτι τραγικό, πぱいοおみくろんυうぷしろん παραπέμπει σしぐまεいぷしろん τραγωδία
    οおみくろん χορός τたうωおめがνにゅー μαρτύρων της χριστιανικής εκκλησίας
  3. πληθώρα γがんまιいおたαあるふぁ κάτι πぱいοおみくろんυうぷしろん υποδηλώνει σπατάλη κかっぱαあるふぁιいおた ίσως παρατυπίες έως παρανομίες
    χορός εκατομμυρίων (μみゅーεいぷしろん υπαινιγμό γがんまιいおたαあるふぁ φαγοπότι κかっぱαあるふぁιいおた διαπλοκή)
    στήσανε χορό μみゅーεいぷしろん τις επιδοτήσεις
  4. εκδήλωση εορταστική
    χορός αποκριάτικος
  5. σώμα υποκριτών σしぐまτたうηいーたνにゅー αρχαία τραγωδία από 12 κかっぱαあるふぁιいおた αργότερα 15 άτομα τたうοおみくろん οποίο έκανε χορευτικές κινήσεις κかっぱαあるふぁιいおた ερμήνευε τたうοおみくろん χορικό μέρος αυτής, τたうοおみくろん οποίο κかっぱαあるふぁιいおた αποτελούσε τたうοおみくろん λυρικό, μουσικό της κομμάτι
  6. χορωδία
    εκκλησιαστικός χορός, οおみくろん χορός τたうωおめがνにゅー αγγέλων
χορός βαλς σしぐまεいぷしろん φαινακιτοσκόπιο, 1893

Εκφράσεις

[επεξεργασία]
  • οおみくろん χορός τたうοおみくろんυうぷしろん Ζαλόγγου: γがんまιいおたαあるふぁ κάτι πぱいοおみくろんυうぷしろん προμηνύει δυσάρεστα, μみゅーεいぷしろん αναφορά στις γυναίκες πぱいοおみくろんυうぷしろん αυτοκτόνησαν μαζί μみゅーεいぷしろん τたうαあるふぁ ανήλικα παιδιά τους πέφτοντας από τたうοおみくろん βουνό τたうοおみくろんυうぷしろん Ζαλόγγου γがんまιいおたαあるふぁ νにゅーαあるふぁ μみゅーηいーたνにゅー τις αιχμαλωτίσουν οおみくろんιいおた Τούρκοι λίγο πぱいρろーιいおたνにゅー από τたうαあるふぁ Χριστούγεννα τたうοおみくろんυうぷしろん 1803
  • άμα μπεις σしぐまτたうοおみくろん χορό, θしーたαあるふぁ χορέψεις: όταν κάποιος αρχίζει κάτι, θしーたαあるふぁ τたうοおみくろん πάει μέχρι τέλους, ή γがんまιいおたαあるふぁ κάτι πぱいοおみくろんυうぷしろん δでるたεいぷしろんνにゅー έχει γυρισμό κかっぱαあるふぁιいおた πρέπει νにゅーαあるふぁ ολοκληρωθεί γιατί δでるたεいぷしろんνにゅー υπάρχει άλλη λύση
  • κかっぱιいおた οおみくろん χορός καλά κρατεί:
  • εいぷしろんνにゅー χορώ: δοτική πぱいοおみくろんυうぷしろん σημαίνει "όλοι μαζί" ή "μみゅーεいぷしろん μみゅーιいおたαあるふぁ φωνή"
  • έξω από τたうοおみくろん χορό, πολλά τραγούδια ξέρει: είναι εύκολο νにゅーαあるふぁ συμβουλεύεις ή νにゅーαあるふぁ ασκείς κριτική όταν δでるたεいぷしろんνにゅー είσαι εσύ εκείνος πぱいοおみくろんυうぷしろん πρέπει νにゅーαあるふぁ ενεργήσεις
  • χορός τたうοおみくろんυうぷしろん Ησαΐα: περιφορά νεόνυμφων γύρω από τたうηいーたνにゅー Αγία Τράπεζα κατά τたうοおみくろん θρησκευτικό τελετουργικό τたうοおみくろんυうぷしろん γάμου

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]



↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική χかいοおみくろんρろーός οおみくろん χかいοおみくろんρろーοί
      γενική τたうοおみくろん χかいοおみくろんρろーοおみくろん τたうνにゅー χかいοおみくろんρろーνにゅー
      δοτική τたう χかいοおみくろんρろー τたうοおみくろんῖς χかいοおみくろんρろーοおみくろんῖς
    αιτιατική τたうνにゅー χかいοおみくろんρろーόν τたうοおみくろんὺς χかいοおみくろんρろーούς
     κλητική ! χかいοおみくろんρろーέ χかいοおみくろんρろーοί
  δυϊκός
οおみくろんνにゅーοおみくろんμみゅー-αιτ-κかっぱλらむだ τたう  χかいοおみくろんρろーώ
γがんまεいぷしろんνにゅー-δでるたοおみくろんτたう τたうοおみくろんνにゅー  χかいοおみくろんρろーοおみくろんνにゅー
2ηいーた κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
χορός

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

χορός < αβέβαιης ετυμολογίας Ίσως χείρ (χέρι) (γがんまιいおたαあるふぁ τις κινήσεις ή τたうοおみくろん πιάσιμο τたうωおめがνにゅー χεριών) ή χかいῶρος (γがんまιいおたαあるふぁ τたうοおみくろんνにゅー ειδικό χώρο όπου χόρευαν σしぐまτたうοおみくろんνにゅー αγρό) • Ηいーた Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη μみゅーεいぷしろん τεκμηρίωση. Μπορείτε νにゅーαあるふぁ βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χορός αρσενικό ή θηλυκό

  1. χορός γενικά, εκφραστικές κινήσεις χεριών κかっぱαあるふぁιいおた ποδιών, γενικά τたうοおみくろんυうぷしろん σώματος, σしぐまεいぷしろん κάποια εκδήλωση ή κかっぱαあるふぁιいおた μεμονωμένα, μみゅーεいぷしろん ή χωρίς συνοδεία μουσικών οργάνων
    ※  8ος πぱいκかっぱεいぷしろん αιώνας   Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 8 (θしーた. Ὀδυσσέως σύστασις πぱいρろーὸς Φαίακας.), στίχ. 248 (248-249) αあるふぁεいぷしろんδでるた᾽ ἡμみゅーνにゅー δαίς τたうεいぷしろん φίλη κίθαρίς τたうεいぷしろん χοροί τたうεいぷしろん
    εいぷしろんἵματά τたう᾽ ἐξημοιβὰ λοετρά τたうεいぷしろん θしーたεいぷしろんρろーμみゅーκかっぱαあるふぁεいぷしろんὐναί.
    Απόλαυση δική μας κかっぱαあるふぁιいおた παντοτινή· τたうοおみくろん πλούσιο γεύμα, ηいーた κιθάρα κかっぱιいおた οおみくろんιいおた χοροί, ρούχα πολύτιμα, πぱいοおみくろんυうぷしろん νにゅーαあるふぁ τたう᾽ αλλάζουμε όταν πρέπει, λουτρά θερμά, κかっぱαあるふぁιいおた τたうοおみくろん κρεβάτι. (Μετάφραση: Δημήτρης Μαρωνίτης greek-language.gr)
    ※  7ος πぱいκかっぱεいぷしろん αιώνας Ἡσίοδος, (αποδίδεται) σしぐまπぱいὶς Ἡρακλέουςw, 272 (272-273)
    τたうοおみくろんδでるた᾽ ἄνδρες ἐνにゅー ἀγλαΐαις τたうεいぷしろん χかいοおみくろんρろーοおみくろんῖς τたうεいぷしろん | τέρψιν ἔχかいοおみくろんνにゅー·
    Κかっぱιいおた οおみくろん κόσμος σしぐまεいぷしろん πανηγύρια κかっぱαあるふぁιいおた χορούς | χαιρόταν.
    Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
  2. χορός τελετουργικός ή γがんまιいおたαあるふぁ κάποια περίσταση
    μみゅーεいぷしろんτたうὰ μελπομένῃσしぐまιいおたνにゅーνにゅー χかいοおみくろんρろー Ἀρτέμιδος
    Διόνυσον τιμώσας χかいοおみくろんρろーοおみくろんῖς
    χορός τρυγικός, τρυγῳδικός
  3. σώμα χορευτών, ηいーた ομάδα εκείνων πぱいοおみくろんυうぷしろん μετείχαν σしぐまτたうοおみくろん χορό της αρχαίας τραγωδίας (αρχικά 12 σしぐまτたうαあるふぁ δράματα, 24 στις κωμωδίες κかっぱαあるふぁιいおた μετά 15 σしぐまτたうαあるふぁ δράματα)
    οおみくろんχοροί τたうνにゅー τたうρろーαあるふぁγがんまδでるたνにゅー
    χかいοおみくろんρろー χορηγεῖνにゅー
  4. αρμονικό σύνολο ή γενικά σύνολο, πληθώρα, συντροφιά, ομάδα
    χορός ἰχθύων (Σοφοκλής) χορός μελιττῶνにゅー, χορός καλλίμορφος τέκνων (Ευριπίδης), χορός ἄστρων αあるふぁἰθέριοι (Ευριπίδης)
  5. σειρά
    χορός ὀδόντων κかっぱαあるふぁιいおた πρόσθιοι χοροί (τたうαあるふぁ μπροστινά δόντια), χορός σしぐまκかっぱεいぷしろんυうぷしろんνにゅー (μみゅーιいおたαあるふぁ σειρά από πιάτα), τたうνにゅー σοφίαν πぱいοおみくろんχかいοおみくろんρろーοおみくろん τάξομεν; (Πλάτωνας: σしぐまεいぷしろん πぱいοおみくろんιいおたαあるふぁ σειρά νにゅーαあるふぁ κατατάξουμε τたうηいーた σοφία;)
  6. τόπος χορού (πλατεία, χοροστάσι)
    λείηναν δでるたχορόν (Όμηρος) οおみくろんῦς ἠριγενείης οおみくろんἰκία κかっぱαあるふぁχοροί εいぷしろんσしぐまιいおた
  7. σしぐまτたうηいーた Σπάρτη κかっぱαあるふぁιいおた ίσως σしぐまτたうηいーたνにゅー Κρήτη : ηいーた αγορά

Συγγενικά

[επεξεργασία]
 ετυμολογικό πεδίο 
χかいοおみくろんρろー- 

Σύνθετα

[επεξεργασία]