пять
Μετάβαση
Ρωσικά (ru)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- пять < αρχαία ανατολική σλαβική γλώσσα пѧть (p ę t ĭ) < πρωτοσλαβική *pętь < πρωτοβαλτοσλαβική *pinkti < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *pṇkʷt < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *pénkʷe. →
Π ρ β . αγγλική five, γαλλική cinq, γερμανική fünf, αρχαία ελληνική πέντε, ιταλική cinque, περσική پَنج (panj), σανσκριτική पञ्च (pañca)
Προφορά
[επεξεργασία]Αριθμητικό
[επεξεργασία]пять (ru) (pjatʹ)
Παράγωγα
[επεξεργασία]- пятеро
- пятнадцать (15)
- пятьдесят (50)
- пятьсот (500)