Ηγαλλική βασιλόπιτα (la galette des rois - λα γκαλέτ ντε ρουά - πίτα των βασιλιάδων) είναι μία πίτα που παραδοσιακά παρασκευάζεται και καταναλώνεται στη Γαλλία, τοΚεμπέκ, περιοχές του Καναδά, τηνΕλβετία, τοΛουξεμβούργο, τοΒέλγιοκαιτονΛίβανο, μετην ευκαιρία τωνΘεοφανίων, γιορτής της Χριστιανοσύνης, που τιμά την επίσκεψη τωνμάγων βασιλέων στον Ιησού Χριστό, καιπου γιορτάζεται στις 6 Ιανουαρίου κάθε έτους. Αυτή η πίτα μερικές φορές ονομάζεται καιπαριζιάνικη[1].
Πρόκειται γιαμια πίτα με δύο φύλλα σφολιάτας που περιέχουν μια γλυκιά κρέμα αμυγδάλου.
Ο Τάκιτος γράφει ότι στις γιορτές τις αφιερωμένες στονΚρόνο, ήταν σύνηθες να τραβάνε κλήρο γιατον βασιλιά.[2].
Η γαλλική βασιλόπιτα έλκει την καταγωγή της από ταΣατουρνάλια (ρωμαϊκή γιορτή μεταξύ του τέλους του μήνα Δεκεμβρίουκαι αρχές Ιανουαρίου), κατά την οποία ένας σκλάβος χριζόταν «βασιλιάς γιαμια μέρα»[3]. Αυτή η γιορτή, τα Σατουρνάλια, ευνοούσε την αντιστροφή των ρόλων, προκειμένου να ξεγελάσουν τις δυσοίωνες ημέρες του Κρόνου, χθόνιας θεότητας.
Κατά τη διάρκεια του συμποσίου (στην αρχή ή στο τέλος των Σατουρνάλιων, σύμφωνα με τις διαφορετικές εποχές της αρχαίας Ρώμης) σε κάθε μία από τις μεγάλες οικογένειες, οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν ένα «φλουρί» που έβαζαν μέσα σε ένα γλυκό και όποιος το έβρισκε στο κομμάτι του ήταν ο «Σατουρνάλιος Πρίγκιπας» (Πρίγκιπας των Σατουρνάλιων, ή της αναταραχής)[4]. Ο «βασιλιάς γιαμια μέρα» είχε την εξουσία να ικανοποιήσει όλες τις επιθυμίες του κατά τη διάρκεια της ημέρας (όπως τονα δίνει διαταγές στον αφέντη του) πριν επιστρέψει στη σκλαβιά.
Γιανα εξασφαλιστεί η τυχαία κατανομή των μερίδων στο γλυκό, ήταν έθιμο ο νεότερος να μπαίνει κάτω από το τραπέζι καινα φωνάζει τα ονόματα των δούλων στην τύχη[5].
Χριστιανική εποχή
Για τους Χριστιανούς, η κοπή της πίτας συνδέεται μετη γιορτή τωνμάγωνστη γιορτή τωνΘεοφανίων.
Μεσαίωνας
ΣτονΜεσαίωνα, οι άρχοντες έχριζαν μερικές φορές κάποιον «βασιλιά της γιορτής», πρόσωπο μετο οποίο διασκέδαζαν κατά τη διάρκεια του γεύματος[6]. Ο βιογράφος του δούκα Λουδοβίκου Β ' των Βουρβόνων, προσπαθώντας να περιγράψει το μέγεθος της ευσέβειας του πρίγκιπα, σημειώνει ότι την ημέρα των Βασιλιάδων (τα Θεοφάνια), έκανε βασιλιά ένα παιδί οκτώ ετών, τοπιο φτωχό που βρήκαν σε όλη την πόλη. Το έντυσε με ρούχα βασιλικά καιτου έδωσε τους αξιωματούχους τουγιανατο εξυπηρετούν. Την επόμενη μέρα, το παιδί έφαγε και πάλι στο τραπέζι του δούκα. Ο δούκας του έδωσε σαράντα βιβλία, όλοι οι ιππότες της αυλής από ένα φράγκο, καιοι ακόλουθοι από μισό φράγκο[7]. Το ποσό ανήλθε σε σχεδόν εκατό φράγκα και δόθηκε στους γονείς του παιδιού γιανα χρησιμοποιηθεί γιατη μόρφωσή του.[8][9].
Μοναρχία
«Τραβούσαν τον βασιλιά» ακόμη καιστο τραπέζι τουΛουδοβίκου ΙΔ'[10]. ΣταΑπομνημονεύματα, ο Φρανσουάζ ντε Μοτβίλ, γράφει το 1648 ότι: «Απόψε, η βασίλισσα μας έκανε την τιμή να κάνει μια πίτα γιατην κυρία ντε Μπρεγκί, την αδελφή μουκαι μένα. Τη μοιραστήκαμε μαζί της. Ήπιαμε στην υγειά της μετο γλυκό κρασί που μας έφερε»[11]. Ένα άλλο απόσπασμα από τα ίδια Απομνημονεύματα επιβεβαιώνει ότι, σύμφωνα με ένα έθιμο που υπάρχει ακόμη σε μερικές επαρχίες, κρατούσαν ένα κομμάτι γιατην Παναγία, το οποίο μοίραζαν αργότερα στους φτωχούς. «Γιανα διασκεδάσει ο βασιλιάς», γράφει ο Μοτβίλ το 1649, «η βασίλισσα ήθελε να κόψει μια πίτα και μας έκανε την τιμή νατη μοιραστεί μαζί μας. Τη χρίσαμε βασίλισσα γιατί το κουκί βρέθηκε στο κομμάτι της Παναγίας. Είπε να μας φέρουν ένα μπουκάλι γλυκό κρασί, που ήπιαμε μπροστά της καιτην πιέσαμε να πιεί λίγο. Θέλοντας να ικανοποιήσουμε τις εξωφρενικές τρέλες εκείνης της ημέρας, φωνάξαμε : Η βασίλισσα πίνει[12] ! » Πριντον Λουδοβίκο ΙΔ', οι μεγάλες κυρίες που πετύχαιναν το φλουρί γίνονταν βασίλισσες της Γαλλίας γιαμια μέρα και μπορούσαν να ζητήσουν από τον βασιλιά μια χάρη αλλά οΒασιλιάς Ήλιος κατάργησε αυτό το έθιμο[13].
Γαλλική επανάσταση
Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, και μόνο το όνομα της «πίτας των βασιλέων», ήταν επικίνδυνο[14]. Έγιναν προσπάθειες να επιτευχθεί η απαγόρευση της πίτας[15], αλλά χωρίς επιτυχία, η πίτα θριάμβευσε. [16].
Το έθιμο λέει να μοιράζεται η πίτα σε τόσα κομμάτια όσοι είναι οι συνδαιτυμόνες, συν ένα.[17] Κατά τον Μεσαίωνα, αυτό το τελευταίο κομμάτι, που ονομάζονταν κομμάτι «του Καλού Θεού», «της Παναγίας» ή «των φτωχών» προορίζονταν γιατον πρώτο φτωχό πουθα περνούσε από το σπίτι.[18][19]
Το «φλουρί» αρχικά ήταν ένα κουκί, αργότερα όμως αντικαταστάθηκε από ένα πορσελάνινο αγαλματίδιο.
Η χρήση των κυάμων πηγαίνει πίσω στους Έλληνες, πουτα χρησιμοποιούσαν γιατην εκλογή των δικαστών[20]. Οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν την ίδια μέθοδο γιανα εκλέξουν τον βασιλιά των Σατουρνάλιων, ηδε Εκκλησία αγωνίστηκε πολύ καιρό κατά αυτού του παγανιστικού εθίμου – έως ότου το κουκί αντικαταστάθηκε από αγαλματίδιο που παρίστανε το Θείο Βρέφος, πουτο αναζητούσαν οι μάγοι βασιλείς.[21].
Τα πρώτα φλουριά από πορσελάνη εμφανίστηκαν στο τέλος του 18ου αιώνα. Κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, αντικατέστησαν τον Ιησού, με ένα φρυγικό σκούφο[22]. Την ίδια περίοδο είδε τη γέννησή της μια «πίτα της Ελευθερίας» ή «της Ισότητας» χωρίς φλουρί, γεγονός που επέτρεπε τη συνέχιση της παράδοσης της πίτας αλλά χωρίς την εκλογή βασιλιά.[23]. Από το 1870, τα κουκιά συστηματικά είχαν αντικατασταθεί από αγαλματίδια πορσελάνης[24] ή – πιο πρόσφατα – πλαστικά[25].
Σήμερα υπάρχει ένα πλήθος από αγαλματίδια που αποτελούν αντικείμενο συλλογής των συλλεκτών (στα γαλλικά favophiles). Υπάρχουν διάφοροι τύποι αγαλματιδίων-φλουριών που αναπαριστούν θέματα από ζώα, τέχνη, κινηματογράφο, τσίρκο, μαγείρεμα, παιδιά, ιστορία, παιχνίδια, μόδα, νομίσματα, μυθολογία, μουσική, φύση, καθημερινά αντικείμενα, χώρα, ... και επιπλέον, πολλά από αυτά είναι πραγματικά μικρά έργα τέχνης.
Στο μεγαλύτερο μέρος της Γαλλίας η βασιλόπιτα είναι παραδοσιακά μια πίτα με δύο φύλλα σφολιάτας που περιέχουν μια γλυκιά κρέμα αμυγδάλου. Υπάρχει καισε παραλλαγές: με σοκολάτα ή με φρούτα.
Το πρόσωπο που βρίσκει το «φλουρί» έχει το δικαίωμα να φορέσει ένα στέμμα και, στη συνέχεια, επιλέγει τη βασίλισσα ή τον βασιλιά του.
Σήμερα, οι αρτοποιοί προσφέρουν τις βασιλόπιτες με ένα στέμμα από χαρτόνι χρυσό ή ασημί. Πιο παραδοσιακά, κάθε οικογένεια είχε ένα ή περισσότερα στέμματα.
↑Michel Meslin, L’Homme romain : des origines au Πρότυπο:S- de notre ère, Bruxelles, Complexe, 2001, 292 σελ., (ISBN978-2-87027-819-2), σ. 168.
↑Alain Michel, Kazimierz Felix Kumaniecki, Raoul Verdière, Ciceroniana, Leyde, Brill, 1975, 233 σελ., (ISBN978-9-00404-236-0), σ. 233.
↑Didier Philippe, Petit Lexique des fêtes religieuses et laïques, Paris, Albin Michel, 2002, 165 σελ., (ISBN978-2-22613-631-2), σ. 42.
↑Paul Lacroix, Le Moyen Âge et la Renaissance : histoire et description des mœurs et usages, du commerce et de l'industrie, des sciences, des arts, des littératures et des beaux-arts en Europe, t. 1, Paris, [s.n.], 1848.
↑Armand Lebault, La Table et le repas à travers les siècles : histoire de l’alimentation, du mobilier à l’usage des repas du cérémonial et des divertissements de table chez les peuples anciens et les français. Précédée d'une étude sur les mœurs gastronomiques primitives et sur le rôle du repas dans la civilisation, Paris, Lucien Laveur, 718 σελ. σ. 301.
↑Giacomo Margotti, Hubert Joseph Maréchal, Rome et Londres, Paris ; Tournai, Henri Casterman, 1859, 544 σελ., σ. 538.
↑Alexandre Mazas, Vies des grands capitaines français du Moyen Âge : Louis II, t. 4, Paris, Jacques Lecoffre, 1845, σ. 36.
↑La France littéraire, t. 4, Paris, σ. 378, note 1.
↑Françoise de Motteville, Mémoires de Πρότυπο:Mme de Motteville sur Anne d’Autriche et sa cour, Paris, Charpentier, 1869, σ. 3.
↑Louis Charles Dezobry, Théodore Bachelet, Dictionnaire général de biographie et d’histoire, de mythologie, de géographie ancienne et moderne comparée, des antiquités et des institutions grecques, romaines, françaises et étrangères, Paris, Charles Delagrave, 1869, σ. 2316.
↑Edmond et Jules de Goncourt, Histoire de la société française pendant la Révolution, Éditions du Boucher, 2002, 360 σελ., σ. 220.
↑André Joseph Panckoucke, Dictionnaire des proverbes françois, et des façons de parler comiques avec l’explication et les étymologies les plus avérées, Francfort et Mayence, Varrentrapp, 1750, σ. 341.
↑Philibert-Joseph Le Roux, Dictionnaire comique, satirique, Amsterdam, Michel Charles Le Cene, 1718, σ. 459.
↑Charles de Méry, Histoire générale des proverbes, adages, sentences, sentences, apophthegmes, dérivés de mœurs, des usages, de l’esprit et de la morale de peuples anciens et modernes, t. 2, Paris, Delongchamps, 1828, σ. 171.
↑Anne Pouget, Le Grand Livre des pourquoi, Paris, Cherche midi, 2013, 431 σελ., (ISBN978-2-74912-760-6).