Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο. Το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Γιατη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{χωρίς παραπομπές|25|09|2024}}
Μετον όρο γκόσπελ (αγγλικά: gospel, ευαγγέλιο) αναφερόμαστε στη μουσική η οποία προήλθε από την παράδοση της εκκλησιαστικής λειτουργίας προτεσταντικών εκκλησιών στην Αμερική, και αναπτύχθηκε γύρω στα 1870, με σαφείς μουσικές επιρροές από τασπιρίτσουαλςκαιταμπλουζ.
Χαρακτηριστικό της μουσικής γκόσπελ είναι οι εκφραστικοί αυτοσχεδιασμοί σεστιλρετσιτατίβο (είδος μουσικής απαγγελίας), το μελισματικό τραγούδι καιη πληθωρική εκφραστικότητα.
Μέσα στους ναούς, οι πιστοί καιοι κήρυκες περιέρχονται σε έκσταση και τραγουδούν, ενώ επιφωνήματα, ευχές και επιδοκιμασίες ακούγονται από το εκκλησίασμα. Οι Πεντηκοστιανές κυρίως εκκλησίες, ακολουθώντας την επιταγή του Ψαλμού 150 της Παλαιάς Διαθήκης "πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον", "εν ψαλτηρίω και κιθάρα", "εν χορδαίς και οργάνω", επέτρεψαν την χρήση μουσικών οργάνων στις εκκλησίες τους, όπως τοντέφι, τοπιάνο, τοεκκλησιαστικό όργανο, τομπάντζο, ηκιθάρακ.ά.
Λουθηρανικοί χορωδιακοί ύμνοι και ψαλμοί υπήρξαν οι σπουδαιότερες μουσικές εκφράσεις πουοι μαύροι αφομοίωσαν και ανέπλασαν. Από εκεί γεννήθηκαν τασπιρίτσουαλςκαιτα γκόσπελ ως επέκταση αυτών. Τραγουδισμένα a capella (χωρίς μουσική συνοδεία) ή καιμετη βοήθεια μουσικών οργάνων, χορωδίες μέσα στις εκκλησίες, περιπλανώμενοι τραγουδιστές (Μπλάιντ Γουίλι Τζόνσον), σολίστ καιτων δύο φύλων (Μαχάλια Τζάκσον, Τζέιμς Κλίβελαντ) και ιεροκήρυκες (αιδεσιμώτατος Τζ. M. Γκέιτς) κάνουν συνεχείς αναφορές στηνΠαλαιά Διαθήκηκαι παραλληλίζουν το πεπρωμένο των Εβραίων της Αιγύπτου με εκείνο των μαύρων των HΠΑ.