ΗΕταιρεία του Ιησού (Λατ. Societas Iesu), οι κοινώς γνωστοί Ιησουίτες, είναι θρησκευτικό καθολικό τάγμα, που συγκροτήθηκε τον 16ο αιώνα στο πλαίσιο της Αντιμεταρρύθμισης. Ιδρύθηκε το1534 από τον Ισπανό Ιγνάτιο Λογιόλα.
Δενθα πρέπει να συγχέεται μετο θρησκευτικό Τάγμα των Τζεζουάτιπου ιδρύθηκε το1363στην Ιταλία και διαλύθηκε το1668.
ΟΙγνάτιος Λογιόλα, ευγενής από τηΧώρα των Βάσκωνστην Ισπανία και πρώην στρατιωτικός, είναι ο εμπνευστής καιο ιδρυτής της Εταιρείας του Ιησού.
Ο Λογιόλα, που υπηρέτησε στην αρχή σαν στρατιωτικός τον Ισπανό βασιλιά και εγκατέλειψε τη στρατιωτική σταδιοδρομία αργότερα, εξαιτίας σοβαρού τραυματισμού κατά τη διάρκεια μιας μάχης, αφιερώθηκε στη μελέτη των βίων των αγίων, στους διαλογισμούς σχετικά μετον Θεό, και μέσα σε ένα περιβάλλον λιτότητας και πενίας, μέσα σε συνεχείς προσευχές και γονυκλισίες, απομονωμένος σεμια σπηλιά κοντά στην ισπανική πόλη Μανρέσα, ήρθε σε επικοινωνία μετον Θεό, οραματίστηκε τηνΠαρθένο Μαρίακαιτοναπόστολο Παύλο, και αποφάσισε να θέσει τη ζωή τουστην υπηρεσία του θελήματος του Θεού. Εμπνεόμενος από τον άγιο Δομίνικο καιτονάγιο Φραγκίσκο —τους ιδρυτές των δύο κύριων μέχρι τότε θρησκευτικών ταγμάτων— αποφάσισε, όπως γράφει σταΑπομνημονεύματάτου, να ακολουθήσει τον δρόμο τους καινα πετύχει ό,τι πέτυχαν και αυτοί.[1] Αποφασίζει καταρχήν να επισκεφτεί τους Αγίους Τόπουςγιανα βοηθήσει να μεταστραφούν στονκαθολικισμό, οι άπιστοι εκείνων των χωρών. Το ταξίδι όμως δεν διήρκεσε πολύ, γιατί οιΦραγκισκανοί της περιοχής υποχρέωσαν όλους τους προσκυνητές να φύγουν γιατί δεν μπορούσαν να εγγυηθούν την ασφάλεια της ζωής τους.
Ο Λογιόλα αποφάσισε τότε να σπουδάσει γιανα μπορέσει να ανταποκριθεί καλύτερα στα θεολογικά ζητήματα και μετά να θέσει τον εαυτό τουστην υπηρεσία του Πάπα. Έτσι πέρασε μια περίοδο περίπου 11 χρόνων σπουδάζοντας, ώσπου το 1534, στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού καιμετην υποστήριξη και συμμετοχή έξι ακόμα συμφοιτητών του, που συμμερίστηκαν το όραμά του, ίδρυσαν, ανεπίσημα στην αρχή, τηνΕταιρεία του Ιησού, παίρνοντας στις 15 Αυγούστου του ίδιου έτους σεμια εκκλησία του Παρισιού όρκους αγνότητας, πενίας και υποταγής.[1]
Οι, σύντροφοι πλέον, θα φτάσουν τελικά στη Ρώμη το1540γιανα πάρουν την ευλογία τουΠάπακαινα αναλάβουν και επίσημα τη δέσμευση των τριών θρησκευτικών όρκων —της αγνότητας, της πενίας, και της υπακοής— όρκους που έπαιρναν όλοι οι μοναχοί των θρησκευτικών ταγμάτων. Εκείνοι αποφάσισαν να πάρουν και τέταρτο όρκο — τον όρκο της υποταγής στον Πάπα, προσωπικά—. Και ήταν αυτός ο τέταρτος όρκος που ξεχώριζε τους Ιησουίτες από τα άλλα θρησκευτικά τάγματα.[2]
Και πράγματι οΠάπας Παύλος ο Γ΄μετη βούλα Regimini militantis ecclesiae, που εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 1540, τους αναγνώρισε σαν επίσημο θρησκευτικό τάγμα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.[3]Ο προηγούμενος τίτλος «Η Εταιρεία του Ιησού», που είχε διαλέξει ο Λογιόλα, εκλατινίστηκε σε αυτό το διάταγμα σεSocietas Jesu. Το όνομα Εταιρεία του Ιησού κατοχυρώθηκε επίσημα επί πάπα Γρηγόριου ΙΓ΄το1594. Το 1541 ο Λογιόλα εκπόνησε τον Καταστατικό Χάρτη της Εταιρείας και επίσης εκλέχτηκε πρώτος γενικός αρχηγός του τάγματος. Το 1550 ο χάρτης εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση του τάγματος και από τονΠάπα Ιούλιο τον Γ΄. Γιανα εκπληρώσουν τους σκοπούς του τάγματός τους, οι Ιησουίτες καταρχήν επικεντρώθηκαν σε συγκεκριμένες δραστηριότητες:
Πρώτη και κύρια, η ίδρυση σχολείων σε όλη την Ευρώπη. Οι Ιησουίτες δάσκαλοι εκπαιδεύονταν και στις κλασικές σπουδέςκαιστηθεολογία.
Δεύτερη δραστηριότητά τους η ίδρυση ιεραποστολώνσε όλο τον κόσμο γιατη διάδοση του ευαγγελικού μηνύματος σε όλον τονμη χριστιανικό κόσμο.
Τρίτον, η ανάσχεση της εξάπλωσης τουπροτεσταντισμούκαιη πρόσδεση των χριστιανών στον καθολικισμό καιστη Ρώμη.
Οι πρώτοι σύντροφοι πήραν μέρος στηΣύνοδο του Τριδέντου, η οποία είχε συγκληθεί με θέμα τις δογματικές διαφορές μεταξύ Καθολικών και Προτεσταντών. Τα μέλη της Εταιρείας με τις θεολογικές γνώσεις τους και τις ισχυρές γνωριμίες τους προσέφεραν καλές υπηρεσίες στον Πάπα και προσηλύτισαν αρκετούς Προτεστάντες στα δόγματά τους. Παράλληλα, ο Φραγκίσκος Ξαβιέ ξεκίνησε γιατο ταξίδι τουσε όλο τον κόσμο, ιδρύοντας τις πρώτες ιεραποστολές στηνΓκόα της Ινδίας και φτάνοντας τόσο μακριά όσο η Ιαπωνία, ενώ οι υπόλοιποι ταξίδευαν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης διδάσκοντας και προσηλυτίζοντας, ιδρύοντας σχολεία και ιδρύματα για τους φτωχούς. Ταυτόχρονα ο Λογιόλα, εγκατεστημένος μόνιμα πλέον στη Ρώμη, ίδρυε τα πρώτα εκπαιδευτικά ιδρύματα και οίκους απόρων, αλλά επίσης επεξεργαζόταν τον καταστατικό χάρτη του τάγματος. Όταν πέθανε ο Λογιόλα, το1556, το τάγμα αριθμούσε κιόλας 1000 μέλη και είχε ιδρύσει 74 κολέγια στηνΙταλία, τηΣικελία, τηνΠορτογαλία, τηνΙσπανία, τηΓερμανία, τηΓαλλία, τηνΙνδία, τηΒραζιλίακαιτηνΑιθιοπία, ενώ ιεραπόστολοι βρίσκονταν στοΚογκόκαιτηνΚίνα.[4]Τα σχολεία τους, συγκροτημένα με βάση ένα ολοκληρωμένο σχέδιο σπουδών με τίτλο Ratio Studiorum, δίδασκαν λατινικά, ελληνικά, κλασική λογοτεχνία και ποίηση, φιλοσοφία, γλώσσες, επιστήμες και τέχνες. Πολλοί δικηγόροι και δημόσιοι αξιωματούχοι εκπαιδεύονταν στα ιησουιτικά σχολεία, αφού τα μαθήματα, κυρίως εκείνο της ρητορικής, χρησίμευαν ιδιαίτερα στο έργο τους. Κατά τη διάρκεια της αρχηγίας του Ακουαβίβα (1581-1615) τα μέλη του τάγματος είχαν φτάσει τις 13.000 και είχαν εισχωρήσει σε όλες τις βασιλικές αυλές της Ευρώπης, ως παιδαγωγοί, σύμβουλοι και εξομολογητές.[5]
Στα μέσα του 18ου αιώνα οι διώξεις των Ιησουιτών αυξήθηκαν. Ήδη στη Γαλλία τωνΒουρβόνων, οι μονάρχες έδιωξαν τους Ιησουίτες από τα βασίλειά τους, ενώ πίεζαν τους πάπες να καταργήσουν το τάγμα. Τελικά οΠάπας Κλήμης ο ΙΔ΄, μετο διάταγμα της 17ης Ιουλίου του 1773 κατάργησε την Εταιρεία. Παρ' όλα αυτά η Εταιρεία δεν διαλύθηκε παντού, και κυρίως στηνΠρωσία, όπου οΦρειδερίκος ο Β΄καιστηΡωσίαηΜεγάλη Αικατερίνηδεν δημοσίευσαν το διάταγμα και έτσι αυτό δεν απέκτησε ισχύ. Τελικά το τάγμα συνέχισε να υπάρχει καιτο 1814 ο πάπας Πίος ο Ζ΄μετη βούλα Solicitudo Omnium Ecclesiarumτο αποκατέστησε.
Στη συνέχεια οι Ιησουίτες διώχνονταν συχνά από διάφορα κράτη όπως από τη Βενετία το 1866, τη Γερμανία το 1872, τη Γαλλία το 1880, την Ισπανία το 1854 και αλλού, αλλά τελικά πάντα επανέκαμπταν. Το 1960 στην Ινδία βρίσκονταν 10 κλιμάκια ιεραποστολών με γύρω στους 2.000 Ιησουίτες,[6] ενώ ο συνολικός αριθμός τους ανερχόταν σε 35.000 μέλη, καιοι δραστηριότητές τους κάλυψαν τους καινούργιους τομείς της κοινωνικής μέριμνας, της επικοινωνίας, της πολιτικής κλπ.[7]
Σήμερα (2013) τα μέλη ανέρχονται σε περίπου 18.000, και δραστηριοποιούνται σε 112 κράτη, μετα περισσότερα μέλη να βρίσκονται στην Ινδία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το πρώτο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Εταιρείας άρχισε το έργο τουτο 1547 στηΜεσσήνη της Σικελίας. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1551 ιδρύθηκε τοΡωμαϊκό Κολέγιο. Ο Λογιόλα, μέγας θαυμαστής του τρόπου που μετέδιδε τις γνώσεις το Πανεπιστήμιο του Παρισιού, προσέλαβε καθηγητές μόνο από εκεί. Οι δωρεές δεν έπαψαν ποτέ να έρχονται, οπότε το Ρωμαϊκό Κολέγιο δεν είχε προβλήματα. Το σύστημα διδασκαλίας ήταν όμοιο λίγο-πολύ με όλων των καθολικών σχολείων, παρόλο που είχαν προστεθεί και μερικά άλλα μαθήματα, με στόχο την ηθική διαπαιδαγώγηση των νέων. Η ανάγνωση των θεατρικών έργων, καθώς καιη ενασχόληση μετη μουσική καιτην ποίηση, ενθαρρυνόταν από την Εταιρεία. Οι καθηγητές της ήταν ιδιαίτερα προσεκτικοί ως προς ποιους από τους κλασικούςθα διδάσκονταν οι νέοι, γιατί ο Ιγνάτιος θεωρούσε ότι αρκετοί κλασικοί δεν έπρεπε να διδάσκονται γιατί θα οδηγούν στηνειδωλολατρία. Οι διακοπές για τους μαθητές διαρκούσαν λίγο: μόνο 15 ημέρες για τους μαθητές των ανώτερων βαθμίδων και μόνο 8 για των κατώτερων. Οι μαθητές παρακολουθούσαν τη θεία λειτουργία κάθε ημέρα και εξομολογούνταν μια φορά τον μήνα.
Μέσα σε ένα χρόνο, λόγω της μεγάλης ζήτησης, το σχολείο μεταφέρθηκε σε μεγαλύτερες εγκαταστάσεις. Το 1553 μετρούσε ήδη 250 αποφοίτους. Το 1556 οΠάπας Παύλος ο Δ΄ αναβάθμισε το Κολέγιο σε Πανεπιστήμιο, δίνοντάς τουτο δικαίωμα να απονέμει διπλώματα στη θεολογία καιτη φιλοσοφία. Στα επόμενα χρόνια, δίπλα στις έδρες των λατινικών, των ελληνικών καιτων εβραϊκών, δημιούργησε και έδρα αραβικών, καθώς και Ηθικής της φιλοσοφίας. Το Πανεπιστήμιο αναπτυσσόταν συνεχώς, μεταφερόμενο σε όλο καιπιο μεγάλα κτίρια, συγκεντρώνοντας όλο καιπιο πολλούς φοιτητές, δημιουργώντας συνεχώς νέες έδρες, μέχρι πουοΠάπας Γρηγόριος ο ΙΓ΄το ανέλαβε υπό την αιγίδα τουκαι μετονομάστηκε σεΓρηγοριανό Πανεπιστήμιο. ΤοΓρηγοριανό ημερολόγιο, που υιοθετήθηκε αργότερα από όλο τον κόσμο, αναπτύχθηκε από έναν καθηγητή του Πανεπιστημίου, τον Ιησουίτη Γερμανό Κρίστοφερ Κλάβιους. Ανάμεσα στους απόφοιτους του θεολογικού αυτού πανεπιστημίου υπάρχουν 17 πάπες και 72 άγιοι ή μπεάτοι (ευλογημένοι) της Καθολικής Εκκλησίας. Φυσικά το πανεπιστήμιο τροφοδοτεί από τότε όλη την ανώτερη και ανώτατη εκκλησιαστική ιεραρχία.
Σε λίγο σχετικά χρονικό διάστημα όλη η ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση της Ευρώπης είχε περιέλθει στα χέρια Ιησουιτών, αφού θεωρούνταν άτομα με εξαιρετική μόρφωση και κοφτερό πνεύμα. Σύντομα έγιναν εξομολόγοι των Καθολικών βασιλέων και ευγενών της Ευρώπης, αποκομίζοντας και πολιτική εξουσία. Οι Ιησουίτες ήταν το μεγάλο όπλο της Καθολικής Εκκλησίας: ποτέ δεν παραφέρονταν, δεν προχωρούσαν σε φραστικές ή σωματικές επιθέσεις, αλλά απαντούσαν πάντα με φιλικό, μειλίχιο τρόπο, κάτι που τους προσέδωσε για πάντα την κατηγορία των υποκριτών, όπως φανερώνεται και από τη γνωστή λαϊκή έκφραση, που έχει περάσει στη γλώσσα μας.[8]
Ratio Studiorum είναι το εγχειρίδιο της ιησουιτικής μεθόδου εκπαίδευσης. Τα προηγούμενα εκπαιδευτικά εγχειρίδια, όπως τοOrdo Studiorum, τοSumma Sapientae, τοDe studiis Societatis Jesu, ενσωματώθηκαν από τον αρχηγό του τάγματος Κλαούντιο Ακουαβίβα το 1599 σε έναν εκπαιδευτικό κανόνα, που ονομάστηκε Ratio Studiorum, έναν πρακτικό οδηγό της δημιουργίας και διαχείρισης των σχολείων των Ιησουιτών.[9]
ΤοΓερμανικό Κολέγιο είναι το δεύτερο ίδρυμα που ακολούθησε στη Ρώμη. Συστήθηκε το 1552 και πήρε την παπική έγκριση το 1555. Ο καθολικός κλήρος, που ανησυχούσε γιατη διείσδυση των Διαμαρτυρομένων, θεώρησε ότι τονα μορφώσει νεαρούς ικανούς Καθολικούς ιερείς θα μπορούσε να αντισταθεί στον Προτεσταντισμό των χωρών αυτών. Γερμανοί νεαροί στάλθηκαν στη Ρώμη γιανα μορφωθούν. Οι πρώτοι 24 άρχισαν τα μαθήματα τον Οκτώβριο του 1552 σε ένα οίκημα δίπλα στη Σάντα Μαρία Ντέλλα Στράντα, δίνοντας υποσχέσεις αφοσίωσης στον καθολικισμό καιστον Πάπα. Το 1574 το κολέγιο αριθμούσε 130 μαθητές. Ο Ιγνάτιος προσπάθησε να κάνει το ίδιο καιγια Άγγλους και Ιρλανδούς νεαρούς, που γνωρίζοντας ιταλικά ή γερμανικά θα μπορούσαν να σπουδάσουν εκεί, ώστε να ενδυναμώσουν καιτον καθολικό κλήρο αυτών των χωρών. Το 1544 ο πάπας Παύλος ο Δ΄ έδωσε την έγκρισή τουγια δημιουργία πανεπιστημίων στην Ανατολή. Οι Ιησουΐτες ξεκίνησαν να οργανώνουν την ίδρυση τριών πανεπιστημίων στην Ανατολή: στηνΙερουσαλήμ, στηνΚύπροκαιστηνΚωνσταντινούπολη.
Μετη βοήθεια των Ιησουιτών ιδρύθηκε το 1577 στη Ρώμη τοΕλληνικό Κολέγιο του Αγίου Αθανασίου. Το κολέγιο, που υπάρχει μέχρι σήμερα, εποπτεύεται από πέντε καρδιναλίους και έχει σκοπό να προσφέρει ανώτερη παιδεία στα Ελληνόπουλα. Φιλοξενεί μαθητές από προσηλυτισμένες στον ρωμαιοκαθολικισμό οικογένειες των νησιών του Αιγαίου καιτην Κρήτη αλλά και ορθόδοξα ελληνόπουλα της Κωνσταντινούπολης. Το προσηλυτιστικό έργο του κολεγίου αυτού είναι τεράστιο, αφού στα επόμενα χρόνια πολλοί Έλληνες λόγιοι που ήρθαν να διδάξουν στην Ελλάδα ήταν απόφοιτοι του κολεγίου αυτού, και προσηλυτισμένοι Καθολικοί, όπως ο Αντρέας Ρέντιος, ο Ξαβέριος Δαβιάνος, ο Γεώργιος Σταυρινός, ο Μιχαήλ Νευρίδας, ο Πέτρος Αρκούδιος, ο Ιωάννης Ματθαίος Καρυόφυλλας, ο διάσημος Λέων Αλλάτιος, κ.ά.
↑Στο ντοκουμέντο που πήρε την έγκριση του Πάπα σαν καταστατικό της Εταιρείας το 1540 βρίσκουμε γραμμένο: «Ο (αρχάριος) πρέπει να έχει πάντα τον Θεό μπροστά στα μάτια του, ή πιο σωστά, τους σκοπούς και τους κανόνες της Εταιρείας, οι οποίοι είναι οι μόνοι που οδηγούν στο θέλημα του Θεού». Αυτή η φράση είναι το κλειδί της φιλοσοφίας του τάγματος. M.F. Cusack. The Black Pope: A History of the Jesuits. (Λονδίνο: Marshall, Russell and Co, 1896), σ. 77.
↑Οι διαδικασίες έγκρισης ενός θρησκευτικού τάγματος κανονικά ήταν χρονοβόρες και περίπλοκες. Όμως ο κίνδυνος τωνΠροτεσταντών, που όλο και μεγάλωνε γιατην Καθολική Εκκλησία, έκανε τον Πάπα να επισπεύσει τις διαδικασίες, γιανα έχει ακόμα ένα όπλο στα χέρια του. Για περισσότερες πληροφορίες, βλ. Cusack, ό.π.
↑Νεώτερον εγκυκλοπαιδικόν λεξικόν του Ηλίου, τόμ. 9, λήμμα «Ιησουίτης».
↑Περισσότερες λεπτομέρειες γιατην εκπαίδευση των Ιησουιτών βλ. Fr. Michael McMahon, «The Jesuit Model of Education», Edocere: a Resource for Catholic Education (2004), ομιλία του συγγραφέα σε συνέδριο.
| πηγή =
[1]Αρχειοθετήθηκε 2013-09-01 στοWayback Machine.
Ginzburg, Carlo. «Οι φωνές των άλλων: το διαλογικό στοιχείο στη νεώτερη ιστοριογραφία των Ιησουιτών». Τα Ιστορικά, τόμ 12, τεύχ. 22 (Ιούνιος 1995): 3-22.