ΤοΝαϊμέχεν (ολλανδικά: Nijmegen) είναι πόλη της Ολλανδίαςπου βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της χώρας. Η πόλη βρίσκεται πολύ κοντά στα σύνορα μετηΓερμανίακαι ανήκει στην επαρχία τουΧέλντερλαντ.
Το Ναϊμέχεν θεωρείται η αρχαιότερη πόλη της Ολλανδίαςκαι γιόρτασε τα 2000 χρόνια ύπαρξης το 2005. Λόγω της πολύ καλής θέσης του μεταξύ των λόφων καιτων δασών της περιοχής αλλά και της γειτνίασης μετον ποταμό Βάαλ (Waal), οι Ρωμαίοι θεώρησαν τη θέση της ιδανική γιατη δημιουργία στρατιωτικής εγκατάστασης. Μετον τρόπο αυτό το Ναϊμέχεν έγινε πόλη - φρούριο, ενώ ο ποταμός χρησίμευε ως διαμετακομιστική οδός για στρατεύματα και αγαθά. Σύντομα εγκαταστάθηκαν εκεί έμποροι, ξενοδόχοι και άλλοι πολίτες. Η αρχική εγκατάσταση σύντομα εξελίχθηκε σε πόλη 5.000 κατοίκων.
ΟΚαρλομάγνος κατασκεύασε εκεί ξύλινο ανάκτορο, που ονομάστηκε Φάλκχοφ (Valkhof) γιατη διαμονή του, όταν επισκεπτόταν αυτή την περιοχή της αχανούς αυτοκρατορίας του. Το ανάκτορο αυτό αποτέλεσε σταθμό για όλους τους μετά αυτόν μονάρχες μέχρι τον 9ο αιώνα. Το 1155 ο αυτοκράτορας Φρειδερίκος Α΄ Βαρβαρόσσα κατασκεύασε ένα πέτρινο ανάκτορο στη θέση του ξύλινου, το οποίο έχει απεικονιστεί σε αρκετούς πίνακες και εικονογραφήσεις. Κατά το τέλος του 18ου αιώνα το ανάκτορο καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς και από το εντυπωσιακό του σύμπλεγμα διασώζονται μόνο κάποια ερείπια (χρονολογούμενα από το 1130) καιτο παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου.[4]
Ως εμπορικό κέντρο, η σημασία της πόλης διαρκώς μεγάλωνε. Το 1230 ο Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Ερρίκος ο VII παραχώρησε στην πόλη τον τίτλο της "ελεύθερης αυτοκρατορικής πόλης". Ο θυρεός της, μετον δικέφαλο αετό καιτο αυτοκρατορικό στέμμα προέρχεται από αυτή την εποχή. Καθώς το εμπόριο γνώριζε μεγάλη άνθηση, η πόλη προσχώρησε στο δίκτυο πόλεων ελεύθερου εμπορίου της Χανσεατικής Ένωσης γύρω στο 1400. Από αυτή την εποχή διασώζονται η εκκλησία του Αγίου Στεφάνου (13ος αιώνας), η Λατινική Σχολή (16ος αιώνας) καιτο Δημαρχείο (επίσης του 16ου αιώνα). Ένα από τα προνόμια που απέκτησε η πόλη ήταν καιτο δικαίωμα της κατασκευής προστατευτικών τειχών γύρω της (περίπου το 1300). Προς τα τέλη του 14ου αιώνα κατασκευάστηκαν και προμαχώνες, που μπορεί κανείς να διακρίνει ακόμη και σήμερα. Η πύλη St. Anthoniuspoort, που κατασκευάστηκε το 1611 είναι η καλύτερα μέχρι σήμερα διατηρημένη πύλη των τειχών της πόλης.
Λόγω του Ογδοηκονταετούς Πολέμου, το εμπόριο παρουσίασε μεγάλη κάμψη καιτο Ναϊμέχεν έχασε τη μεγάλη του οικονομική σημασία, πράγμα που σήμανε καιτο πέρας της μεγάλης οικονομικής του ανάπτυξης. Η πόλη διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο κατά τον πόλεμο Γαλλίας - Ολλανδικής Δημοκρατίας (1672 - 1676), στον οποίο αναμίχθηκαν και πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το 1676 περίπου 30 ευρωπαϊκά κράτη και πόλεις έλαβαν μέρος στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις που έγιναν στο Ναϊμέχεν και κατέληξαν στην υπογραφή της Συνθήκης του Ναϊμέχεν (1678-79). Από την περίοδο αυτή διασώζονται θαυμάσιες ταπισερί, που εκτίθενται σήμερα στο Δημαρχείο.
Λόγω της στρατηγικής του θέσης, το Ναϊμέχεν συνέχισε να είναι σημαντική οχυρωμένη πόλη. Οι οχυρώσεις της την προστάτευαν αλλά παράλληλα εμπόδιζαν καιτην επέκτασή της. Η οικοδόμηση εκτός των τειχών απαγορευόταν, καθώς κάτι τέτοιο θα περιόριζε το βεληνεκές των πυρών των στρατιωτών στις πολεμίστρες και τους πύργους. Κατά συνέπεια, δεν υπήρχε χώρος ανάπτυξης βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Ο αριθμός των κατοίκων, όμως, αυξανόταν διαρκώς και σύντομα η πόλη άρχισε να υποφέρει από υπερπληθυσμό.
Το 1874 το Ολλανδικό κράτος ακύρωσε το χαρακτηρισμό της οχυρωμένης πόλης και έτσι τα τείχη άρχισαν σταδιακά να γκρεμίζονται από το 1880 και ύστερα. Αυτό οδήγησε σε ραγδαία ανάπτυξή της - απομεινάρι αυτής της εποχής είναι η κεντρική αρτηρία της πόλης (Canisiussingel-Oranjesingel-Keizer Karelplein). Την επόμενη εικοσαετία το Ναϊμέχεν απέκτησε το χαρακτήρα ελκυστικής πόλης κατάλληλης για διαμονή, ανκαι ήταν ήδη πολύ αργά γιανα εκβιομηχανιστεί. Οι μεγάλες λεωφόροι καιοι βίλες κατά μήκος τους (St. Annastraat, Van Schaeck Mathonsingel και Oranjesingel) καταδεικνύουν την ομορφιά καιτο μεγαλείο του Ναϊμέχεν κατά το 19ο αιώνα.
Η οικονομική υστέρηση (λόγω της μικρής εκβιομηχάνισης) δημιούργησε θέμα επιβίωσης των κατοίκων: Ο αριθμός τους αύξανε σε αντίθεση μετην αύξηση της απασχόλησης. Η κρίση του 1930 ήταν επόμενο να "κτυπήσει" καιτο Ναϊμέχεν. Γιανα καταπολεμήσει την ανεργία, η πόλη ανέλαβε την κατασκευή του καναλιού μεταξύ Μάας και Βάαλ (1927) καιτην κατασκευή του πάρκου Volkspark The Goffert (1935).
ΟΒ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος υπήρξε καταστροφικός γιατην πόλη. Στις 22 Φεβρουαρίου τα συμμαχικά αεροσκάφη, από σφάλμα αναγνώρισης, βομβάρδισαν άγρια το Ναϊμέχεν, νομίζοντάς τογια γερμανική πόλη. Το κέντρο της ερειπώθηκε ολοσχερώς, 800 περίπου άμαχοι σκοτώθηκαν ενώ χιλιάδες τραυματίστηκαν. Το μνημείο - σιδηρά στήλη ύψους τεσσάρων μέτρων στον περίβολο του Δημαρχείου - ανεγέρθηκε σε ανάμνηση αυτού ακριβώς του γεγονότος. Από τις 17 Σεπτεμβρίου 1944 το Ναϊμέχεν βρέθηκε στο επίκεντρο σκληρών μαχών, καθώς ήταν στο κέντρο της επιχείρησης "Market Garden" γιατην απελευθέρωση της Ολλανδίας. Οι σκληρές μάχες διήρκεσαν μέχρι το Μάρτιο του 1945 στοιχίζοντας τη ζωή σε ακόμη περισσότερους αμάχους και ερειπώνοντας και άλλα σημεία της πόλης.
Μετά τη λήξη του Πολέμου, οι κάτοικοι που επέζησαν εργάστηκαν σκληρά γιανα ανοικοδομήσουν την πόλη τους. Με σχετικά περιορισμένους πόρους, κατάφεραν να ανακατασκευάσουν το κέντρο της πόλης και αρκετά από τα κατεστραμμένα κτήρια, μεταξύ των οποίων το Δημαρχείο καιη εκκλησία του Αγίου Στεφάνου. Αρκετά αργότερα (δεκαετίες '70 και '80) ανακατασκευάστηκε καιτο κάτω τμήμα της πόλης στον ποταμό Βάαλ αλλά διατηρήθηκε η παλαιά πολεοδομική μορφή με τις αλλέες καιτα αδιέξοδα, ενσωματώνοντας έτσι καιτα απομεινάρια της παλιάς πόλης. Στο Ναϊμέχεν απονεμήθηκε το βραβείο "Europa Nostra" γιατον τρόπο ανασυγκρότησης της πόλης, ενώ ακόμη μεταγενέστερα αναπαλαιώθηκε καιηWaalkade.
Σήμερα εξακολουθεί να είναι αναπτυσσόμενη πόλη, ανκαι παραμένει σχετικά οξύ το πρόβλημα της στέγης. Το 1999 αποφασίστηκε η κατασκευή 11.000 κατοικιών για 30.000 άτομα κατά μήκος του ποταμού με προδιαγραφές τέτοιας ποιότητας πουνα κατατάσσουν το έργο ανάμεσα στα 5 κορυφαία στην Ολλανδία.
Στο Ναϊμέχεν εδρεύει τοΠανεπιστήμιο Ράντμπουντ (ολλανδικά: Radboud Universiteit Nijmegen), που ιδρύθηκε ως Καθολικό Πανεπιστήμιο του Ναϊμέχεν το 1923. Το Ράντμπουντ θεωρείται από τα καλύτερα Πανεπιστήμια παγκοσμίως στους τομείς των Νευροεπιστημών και της Ψυχολογίας. Συγκεκριμένα συγκαταλέγεται στα 30 καλύτερα διεθνώς σε αυτούς τους τομείς. [5]Το Πανεπιστήμιο ξεκίνησε με 27 καθηγητές και 189 φοιτητές και ιδρύθηκε διότι ηΡωμαιοκαθολική κοινότητα της Ολλανδίας, επιθυμούσε την ύπαρξη δικού της πανεπιστημίου. Έπειτα από ανταγωνισμό μεταξύ των πόλεων Ντεν Μπος, Τίλμπουρχ, ΧάγηςκαιΜάαστριχτ, τελικώς επιλέχθηκε να χωροθετηθεί στο Ναϊμέχεν. Το 2004 αποφασίστηκε η μετονομασία τουσε Πανεπιστήμιο Ράντμπουντ του Ναϊμέχεν. Το πανεπιστήμιο έχει 9 σχολές και 17.500 εγγεγραμμένους φοιτητές.
Το Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών τουΆρνεμκαιτου Ναϊμέχεν ιδρύθηκε το 1996 και οι εγκαταστάσεις του μοιράζονται στις δύο πόλεις.
Οι δημόσιες μεταφορές του Ναϊμέχεν περιλαμβάνουν αστικά λεωφορεία, υπεραστικά λεωφορεία και τρένο. Στην πόλη υπάρχουν 4 σταθμοί τρένου: Ο κεντρικός σταθμός που βρίσκεται σε γειτνίαση μετον σταθμό των αστικών λεωφορείων, ο σταθμός Ντούκενμπουργκ, ο σταθμός Χάγιενταλ καιο σταθμός Λέντ. Το Ναϊμέχεν όπως καιοι περισσότερες Ολλανδικές πόλεις διαθέτει ιδιαίτερα πυκνό δίκτυο ποδηλατοδρόμωντο οποίο καλύπτει σχεδόν το σύνολο του οδικού δικτύου της πόλης.
Κάθε χρόνο διοργανώνεται στο Ναϊμέχεν, στα μέσα Ιουλίου το Διεθνές 4ήμερο Πεζοπορίας/Βαδίσματος (Ολλανδικά: Internationale Vierdaagse Afstandsmarsen Nijmegen). Η εκδήλωση αυτή συγκεντρώνει κάθε χρόνο χιλιάδες κόσμο και περιλαμβάνει 4 ημέρες περπάτημα (οι αποστάσεις ποικίλουν από 30-50 χλμ. την ημέρα) καθώς και συμπληρωματικές δραστηριότητες όπως μουσικά φεστιβάλ. Ο σκοπός της είναι η προώθηση της άθλησης και της άσκησης. Η εκδήλωση αυτή είναι φημισμένη και θεωρείται ως η μεγαλύτερη περιπατητική διοργάνωση παγκοσμίως.[6]