Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί καινα αφαιρεθεί. Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 10/12/2016.
ΗΠαλμύρα υπήρξε κατά την αρχαιότητα σημαντική πόλη της κεντρικής Συρίας, κτισμένη σε μία όαση 215 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Δαμασκούκαι 120 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά τουΕυφράτη. Για αιώνες ήταν ζωτικός σταθμός γιατακαραβάνιαπου διέσχιζαν τη Συριακή έρημο και ήταν γνωστή ως η«Νύμφη της Ερήμου». Τοελληνικό όνομα «Παλμύρα» αποτελεί μετάφραση του αρχικού αραμαϊκού ονόματος Tadmor, που σημαίνει «φοινίκια πόλη». Η σύγχρονη κωμόπολη, δίπλα στα αρχαία ερείπια ονομάζεται και πάλι Tadmor. Η οικονομία της εξαρτάται από τοντουρισμό. ΣτηΒίβλο αναφέρεται ως Ταμάρ ή Θεδμόρ ή Θοεδμόρ ενώ στα αραμαϊκά Ταδμόρ ή Ταμμόρκαιπου λέγεται πως έκτισε ο Βασιλιάς Σολομών ως πόλη σταθμό των καραβανιών μεταξύ Συρίας καιΜεσοποταμίας.
Η Παλμύρα έμεινε ονομαστή γιατον πλούτο της κατά τη ρωμαϊκή εποχή, οπότε βασίλευσε καιη θρυλική βασίλισσά της Ζηνοβία. Ωστόσο, μνημονεύεται για πρώτη φορά τη 2η χιλιετία π.Χ.. Τότε ήταν ένας ακόμα κόμβος στο εκτεταμένο εμπορικό δίκτυο που ένωνε τηΜεσοποταμίαμετη βόρειο Συρία.
Το Tadmor μνημονεύεται στηΒίβλο (Β΄ Χρονικών 8:4) ως μια πόλη της ερήμου που οχυρώθηκε από τονΣολομώντα. Επίσης, από τονΙώσηπο, ως κτισμένη από τον Σολομώντα (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία - Βιβλίο VIII), μαζί μετο ελληνικό όνομα Παλμύρα. (Tadmor είναι το όνομα της Παλμύρας καιστη σύγχρονη εβραϊκή γλώσσα).
Γιατη πόλη αυτή, πριν τη Ρωμαϊκή περίοδο, υπάρχει επίσης η είδηση εκ παραδόσεως ότι είχε καταστραφεί από τον Βασιλιά τωνΒαβυλωνίωνΝαβουχοδονόσορα.
Θεότητες που λατρεύονταν στην Παλμύρα. Από αριστερά: ο σεληνιακός θεός Aglibol, ο υπέρτατος θεός Beelshamen καιο ηλιακός θεός Malakbel. 1ος αι. μ.Χ., Μουσείο του Λούβρου.
Μετην επικράτηση τωνΣελευκιδώνστη Συρία το 323 π.Χ., η Παλμύρα έγινε ανεξάρτητη. Η πόλη άκμασε ως σταθμός των καραβανιών κυρίως τον 1ο αιώνα π.Χ. Το 41 π.Χ. οιΡωμαίοι υπό τονΜάρκο Αντώνιο προσπάθησαν νατην καταλάβουν, αλλά απέτυχαν, καθώς οι κάτοικοι διέφυγαν στην απέναντι όχθη του Ευφράτη έχοντας πληροφορηθεί εγκαίρως τον ερχομό του εχθρού. Το γεγονός δείχνει ότι ακόμα και τότε η Παλμύρα διατηρούσε τον χαρακτήρα νομαδικού οικισμού και όλα τα αγαθά μπορούσαν να μετακινηθούν σε λίγες ώρες.
Οι Terry Jones και Alan Ereira στο βιβλίο τους «Οι Βάρβαροι» σημειώνουν ότι οι έμποροι της Παλμύρας ήταν ιδιοκτήτες πλοίων στα ιταλικά νερά και έλεγχαν το εμπόριο του μεταξιού από τηνΙνδία: «Η Παλμύρα έγινε έτσι μια από τις πλουσιότερες πόλεις της Μέσης Ανατολής... ...Οι κάτοικοί της είχαν καταφέρει ένα πραγματικά μεγάλο κατόρθωμα - ήταν οι μόνοι που κατάφεραν ναζουν δίπλα στους Ρωμαίους χωρίς να εκρωμαϊσθούν. Απλώς προσποιούνταν ότι ήταν Ρωμαίοι.»
Η Παλμύρα έγινε τμήμα της ρωμαϊκής επαρχίας της Συρίας κατά τη βασιλεία τουΤιβερίου (14 – 37). Συνέχισε όμως να αναπτύσσεται σταθερά ως σημαντικός εμπορικός σταθμός, που τώρα πια συνέδεε την Περσία, την Ινδία καιτην Κίνα μετηΡωμαϊκή Αυτοκρατορία. Το 129 οΑδριανός επισκέφθηκε την πόλη και γοητεύτηκε τόσο πολύ, ώστε την ανακήρυξε «ελεύθερη πόλη» καιτη μετονόμασε σεPalmyra Hadriana.
Από το 212 το εμπόριο δια της Παλμύρας μειώθηκε, καθώς οιΣασσανίδες Πέρσες κατέλαβαν το στόμιο τουΤίγρηκαιτουΕυφράτη. ΟΟδαίναθος, πρίγκηπας της Παλμύρας, διορίσθηκε από τονΒαλεριανό κυβερνήτης της Επαρχίας της Συρίας. Μετά την αιχμαλώτιση του Βαλεριανού από τους Σασσανίδες καιτον θάνατό τουσε αιχμαλωσία στηΒισαπούρ, ο Οδαίναθος εξεστράτευσε μέχρι τηνΚτησιφώντα (κοντά στη σημερινή Βαγδάτη) για εκδίκηση, εισβάλλοντας στην πόλη δύο φορές. Ο Οδαίναθος δολοφονήθηκε από τον ανιψιό του Μακόνιο, οπότε η σύζυγος του Οδαινάθου, η Σεπτιμία Ζηνοβία ανέβηκε στην εξουσία, κυβερνώντας την Παλμύρα καιγια λογαριασμό τουγιου της Βαβάλαθου. Η Ζηνοβία επαναστάτησε εναντίον των Ρωμαίων υπό τις συμβουλές τουΛογγίνουκαι κατέλαβε τηΒασόρακαι εκτάσεις μέχρι τηνΑίγυπτο. Στη συνέχεια επεχείρησε να κατακτήσει τηνΑντιόχεια προς το βορρά. Το272ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Αυρηλιανός τελικά αντεπιτέθηκε καιτη μετέφερε αιχμάλωτη στη Ρώμη.
Η επανάσταση της Ζηνοβίας αναστάτωσε τη Ρώμη κι έτσι η Παλμύρα υποχρεώθηκε από την Αυτοκρατορία να γίνει στρατιωτική βάση για τις ρωμαϊκές λεγεώνες. ΟΔιοκλητιανόςτην επεξέτεινε έτσι ώστε να χωρά ακόμα περισσότερο στρατό καιτην περιτείχισε γιανατην προστατεύσει από την απειλή των Σασσανιδών. ΗΒυζαντινή περίοδος προσέθεσε μόνο λίγες εκκλησίες καιη πόλη παρήκμασε.
Η πόλη καταλήφθηκε από τους μουσουλμάνους ΆραβεςτουΧαλίντ ιμπν Ουαλίντ. Τον 6ο αιώνα, το κάστρο Φαχρεντίν ανεγέρθηκε στην κορυφή ενός βουνού πάνω από την όαση. Το κάστρο περιβαλλόταν από τάφρο. Η πόλη της Παλμύρας διατηρήθηκε ως είχε, αλλά καταστράφηκε από ισχυρό σεισμό το 1089.
Οι καλλιτέχνες της Παλμύρας κατασκεύασαν σειρά μεγάλων ταφικών μνημείων. Αυτές οι κατασκευές, κάποιες από τις οποίες ήταν υπόγειες, είχαν εσωτερικούς τοίχους με σκαμμένα ή ανοιγμένα ταφικά διαμερίσματα όπου τοποθετούνταν οι νεκροί. Πλάκες από ασβεστόλιθο με προτομές (σε ρωμαϊκή ή παρθική-περσική τεχνοτροπία) σε έντονο ανάγλυφο σφράγιζαν τα ορθογώνια ανοίγματα των ταφικών αυτών διαμερισμάτων. Τα ανάγλυφα αναπαριστούσαν την «προσωπικότητα» ή την ψυχή του νεκρού και αποτελούσαν μέρος της διακοσμήσεως των τοίχων μέσα στον ταφικό θάλαμο. Μια σκηνή από δεξίωση αναπαριστώμενη σε τέτοιο ανάγλυφο θα αντιστοιχούσε
σε οικογενειακό τάφο και όχι ατομικό.
Τα λαμπρότερα από τα σωζόμενα ερείπια της Παλμύρας είναι εκείνα του Ναού του Ηλίου, οι τετράγωνοι επιτάφιοι πύργοι 3-5 ορόφων, το ρωμαϊκό θέατρο καθώς καιτα θεμέλια των οδών καιτων κατοικιών. Σημαντικές επίσης είναι καιοι ανευρεθείσες δίγλωσσες επιγραφές της Παλμύρας (στην ελληνική και παλμυρική διάλεκτο), μία στην εβραϊκή και 2 στη λατινική.
Ομάδες αρχαιολόγων από διάφορες χώρες εργάζονται κατά διαστήματα σε διαφορετικά μέρη του αρχαιολογικού χώρου της Παλμύρας, από το1924. Τον Μάιο του 2005, μια πολωνική ομάδα που ανέσκαπτε το ναό της Lat ανακάλυψε ένα υψηλής λεπτομέρειας πέτρινο άγαλμα της φτερωτής θεάς της νίκης (βλ. Νίκη).