Δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία γιατην παιδική ηλικία του Λοκατέλι. Στα νεανικά του χρόνια ήταν ο τρίτος τη τάξει βιολονίστας στο παρεκκλήσι Cappella Musicale της εκκλησίας Santa Maria Maggiore του Μπέργκαμο, όπου θεωρείτο εξαιρετικός εκτελεστής.[5]Οι πρώτοι του δάσκαλοι στοβιολί, ήσαν πιθανότατα οιΛ. Φερονάτι (Ludovico Ferronati) καιΚ. Μαρίνο (Carlo Antonio Marino), μέλη του παρεκκλησίου, ενώ ο μαέστρος της εκεί ορχήστρας Φ. Μπαλαρότι (Francesco Ballarotti) μπορεί να τού είχε διδάξει σύνθεση.[6]Το φθινόπωρο του1711, ο Λοκατέλι αναχώρησε γιατηΡώμη, αποσκοπώντας σε μεγαλύτερη αναγνώριση.[7]
Ο Λοκατέλι άρχισε να σπουδάζει εκεί από το φθινόπωρο του1711, κατά πάσα πιθανότητα υπό τονΤζουζέπε Βαλεντίνι (Giuseppe Valentini) ή, για σύντομο χρονικό διάστημα, υπό τον φημισμένο Αρκάντζελο Κορέλι (Arcangelo Corelli), ο οποίος όμως πέθανε τον Ιανουάριο του1713.[8]Σεμια επιστολή προς τον πατέρα τουστο Μπέργκαμο, με ημερομηνία 17 Μαρτίουτου1714, ο Λοκατέλι έγραφε, ότι ήταν μόνιμο μέλος του συνόλου Compita Accademia di varj instrumenti, στο παρεκκλήσι του πρίγκιπα Μ. Καετάνι Α’ (Michelangelo I Caetani) (1685-1759), όπου ο Βαλεντίνι εργαζόταν ως εκτελεστής και συνθέτης (Suonator di Violino, e Compositore di Musica), τουλάχιστον από το1710.[9][10] Μεταξύ των ετών 1716 και 1722, ο Λοκατέλι υπήρξε επίσης μέλος του συνόλου Congregazione generale dei Musici di S. Cecilia, υπό την προστασία του ιεράρχη και μελλοντικού καρδιναλίου Κ. Σίμπο (Camillo Cybo).[11] Επιπλέον, πιθανόν να έπαιζε καισε άλλους οίκους ή παρεκκλήσια Ρωμαίων ευγενών της εποχής, για παράδειγμα, στον καρδινάλιο Π. Οτομπόνι (Pietro Ottoboni) της εκκλησίας San Lorenzo e San Damaso, μάλλον μέχρι τις 7 Φεβρουαρίου 1723.[12]
Εκείνη την εποχή, ο Λοκατέλι έκανε το ντεμπούτο του ως συνθέτης. Το 1721, το έργο του, 12 Κοντσέρτι Γκρόσι, έργο 1 (XII Concerti Grossi Op. 1), εκδόθηκε στο Άμστερνταμ και ήταν αφιερωμένο στον Camillo Cybo.[13]
Μεταξύ 1723-1728, ο Λοκατέλι ταξίδεψε σε πολλά μέρη, κυρίως της Ιταλίαςκαι της Γερμανίας. Μερικές από τις πόλεις που επισκέφθηκε ήσαν η Μάντοβα, ηΒενετία, τοΛονδίνο, τοΜόναχο, ηΔρέσδη, τοΒερολίνο, ηΦρανκφούρτηκαιτοΚάσσελ. Πιθανώς οι περισσότερες από τις κοντσερτάντε συνθέσεις του, που δημοσιεύτηκαν αργότερα στο Άμστερνταμ, συμπεριλαμβανομένων των κοντσέρτων για βιολί καιτων καπρίτσιων, γράφηκαν κατά την περίοδο αυτή. Το παράδοξο είναι ότι, ενώ θεωρείται ότι οι εμφανίσεις του, τον έκαναν διάσημο, δεν υπάρχει κάποια πηγή πουνα αναφέρεται στην υψηλή δεξιοτεχνία του.[14]Η δραστηριότητα του Λοκατέλι στην Αυλή του αντιβασιλέα της Μάντοβα, Philipp von Hessen-Darmstadt, αποδεικνύεται από ένα έγγραφο του 1725, στο οποίο ο ίδιος τον κατονομάζει ως Virtuoso Nostro (=ο δεξιοτέχνης μας). Ωστόσο, πόσο συχνά καισετι βαθμό ποιότητας ήσαν αυτές οι συναυλίες του Λοκατέλι, στη συγκεκριμένη Αυλή, δεν είναι γνωστά.[15] Επίσης, άγνωστος είναι καιο χρόνος της δραστηριότητάς τουστη Βενετία.[16]
Μία αναφορά περιγράφει την επίσκεψή του Λοκατέλι στο Μόναχο. Στις 26 Ιουνίου 1727, ο «ξένος δεξιοτέχνης Λοκατέλι» εισέπραξε αμοιβή δώδεκα διπλών χρυσών νομισμάτων (goldguldens) από τον Διευθυντή Ορχήστρας του Ελέκτορα.[17]
Μόλις ένα χρόνο αργότερα, τον Μάιο του 1728, ο συνθέτης επισκέφθηκε την πρωσική Αυλή του Βερολίνου. Ο ίδιος, ο Αύγουστος οΒ’ (Augustus ΙΙ) και εκλεκτορική συνοδεία περίπου 500 ατόμων - συμπεριλαμβανομένων τωνΓιόχαν Γκέοργκ Πιζέντελ (Johann Georg Pisendel), Γιόχαν Γιόακιμ Κβαντς (Johann Joachim Quantz) καιΣίλβιους Λέοπολντ Βάις (Silvius Leopold Weiss) - μεταφέρθηκαν από τη Δρέσδη στο Πότσνταμ. Μία καταγραφή σχετικά μετην απόδοση του Λοκατέλι ενώπιον του Φρειδερίκου Γουλιέλμου Α’ (Frederick William I) περιγράφει γλαφυρά την εμφάνιση του μουσικού, γεμάτου από «αυτοπεποίθηση και ματαιοδοξία» φορώντας αστραφτερά, διακοσμημένα με διαμάντια ρούχα. Ωστόσο, οι ακροατές-αριστοκράτες μάλλον προτιμούσαν τον -επίσης βιολονίστα- Γιόχαν Γκότλιμπ Γκράουν (Johann Gottlieb Graun), από τον Λοκατέλι.[18]
Σύμφωνα μετο μητρώο ενός πλούσιου συλλέκτη αυτογράφων, ο Λοκατέλι, βρισκόταν στις 20 Οκτωβρίου 1728 στη Φρανκφούρτη. Εκεί αναφέρεται καιμια μίνι έκδοση του Andante από τη Σονάτα αρ. 3, έργο 2 για πιάνο.[11]Ο τελευταίος γνωστός σταθμός του βιολονίστα ήταν το Κάσσελ, όπου έλαβε την πολύ υψηλή αμοιβή των 80 ταλήρων (reichsthaler) μετά την επίσκεψή τουστον Κάρολο Α’, την 7η Δεκεμβρίου του 1728. Χρόνια αργότερα, το 1786, οοργανίστας, Γ. Β. Λούστιγκ (Jacob Wilhelm Lustig) δήλωσε ότι ο Λοκατέλι είχε «προβλήματα μετο βιολί του», προκαλώντας «έκπληξη στους ακροατές».[19]
Ο Λοκατέλι ήταν σύγχρονος τουΛεκλέρ, μετον οποίο γνωρίζονταν προσωπικά και είχαν παίξει μαζί στο Λονδίνο καιστο Κάσελ. Μάλιστα, τού είχε δώσει και κάποιες βιόλες, όταν τον επισκέφθηκε στο Άμστερνταμ, μεταξύ 1738 και 1743. Σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής, όταν έπαιζαν ντουέτο, ο Λεκλέρ ακουγόταν σαν «άγγελος» καιο Λοκατέλι σαν «διάβολος»! [20]
Το 1729 ο Λοκατέλι μετακόμισε στο Άμστερνταμ, όπου παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του. Εκεί, δεν συνέθεσε στον βαθμό πουτο έκανε αλλού, αλλά παρέδιδε μαθήματα βιολιού σε ερασιτέχνες και, κυρίως, επιμελήθηκε την έκδοση αρκετών έργων του (Opus 1-9), αλλά και έργα άλλων μουσικών, όπως το Opus 2 τουΤζιοβάνι Μπατίστα Μαρτίνι (Giovanni Battista Martini).[21] Επίσης, έκανε και κάποιες εμφανίσεις, διευθύνοντας το Collegium Musicum, αλλά σε κλειστό κύκλο, μόνο για άτομα που αγαπούσαν τη μουσική ερασιτεχνικά, όχι για επαγγελματίες μουσικούς. Ένας Άγγλος, ο οποίος τον άκουσε το 1741, έγραψε κάποτε: «[...] φοβάται τόσο πολύ τους ανθρώπους που μαθαίνουν από αυτόν, ώστε δενθα δεχθεί έναν αναγνωρισμένο μουσικό στις συναυλίες του». Μερικοί πλούσιοι λάτρεις της μουσικής, οι οποίοι έπαιξαν ως ερασιτέχνες μαζί του, τον βοήθησαν να γίνει πολύ εύπορος. Άλλωστε, στους αριστοκρατικούς κύκλους της εποχής, ήταν πολύ αναγνωρισμένος, τον θαύμαζαν ως δεξιοτέχνη και συνθέτη καιτον υποστήριζαν.[22]
Το 1741 άνοιξε ένα κατάστημα πωλήσεων για χορδές βιολιού και κέρδισε περίπου 1500 φιορίνια (gulden) το 1742 και μόνο, το υψηλότερο εισόδημα από όλους τους μουσικούς στο Άμστερνταμ. Είναι άγνωστο γιατί, από το 1744, όταν κυκλοφόρησε το Op. 8, μέχρι το 1762, όταν κυκλοφόρησε το Op. 9, δεν υπήρξαν αναφορές από ακροατές, καθώς και τους μουσικούς δημοσιογράφους και αναλυτές γιατη δράση του.[23]
Ο Λοκατέλι πέθανε το 1764 στο σπίτι τουστην οδό Prinsengracht, τουΆμστερνταμ.
Μια ολόκληρη βιβλιοθήκη με πάνω από χίλια έγγραφα που δείχνει το ενδιαφέρον τουγιατη λογοτεχνία καιτην επιστήμη, βρέθηκε στην κατοχή του Λοκατέλι. Περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, έργα θεολογικά, εκκλησιαστικής ιστορίας, πολιτικά, γεωγραφικά, ιστορίας της τέχνης, μαθηματικών, ακόμη και ορνιθολογίας! Η καθαρά μουσική θεωρητική βιβλιογραφία του χρονολογείται από τον 16ο αιώνα, ενώ είχε έργα όλων των μεγάλων συγγραφέων από τονΔάντηκαι μετά. Ανάμεσα στις πολλές παρτιτούρες -δημοσιευμένες και άδετες- υπήρχε μια συλλογή έργων τουΑρκάντζελο Κορέλλι. Επίσης υπήρχαν φωτογραφίες από ολλανδούς, ιταλούς και γάλλους δασκάλους (masters). Μεγάλο μέρος της συλλογής του βγήκε σε πλειστηριασμό τον Αύγουστο του 1765.[24]
Στο Άμστερνταμ, ο Λοκατέλι βρέθηκε στην πόλη-κέντρο των ευρωπαϊκών μουσικών εκδόσεων. Εκεί εξέδωσε τα έργα του 2 έως 6, 8 και 9, καθώς καιμια νέα έκδοση του εργου 1, καιτο έργο 7 στη γειτονική πόλη τουΛέιντεν. Γενικά, πολύ προσεκτικά ασχολήθηκε με άψογες εκδόσεις, δίνοντας τα καλώς οργανωμένα έργα τουσε διαφορετικούς εκδότες, ενώ ο ίδιος επιμελήθηκε και πούλησε τα λιγότερο οργανωμένα έργα του.
Τα έργα του Λοκατέλι μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες:
Έργα δεξιοτεχνίας
Αντιπροσωπευτικά έργα για μεγάλα σύνολα
Έργα μουσικής δωματίου και διάφορα μικρότερης εμβέλειας έργα, για μικρότερα σχήματα.
Στην πρώτη κατηγορία, παραδείγματα είναι ταΚοντσέρτα για Βιολί, έργο 3 -μετα συνοδά Καπρίτσια- καιοιΣονάτες για Βιολί, έργο 6με ένα Καπρίτσιο. Καιτα δύο έργα, και ιδιαίτερα το έργο 3, έχουν προδιαγραφές για δεξιοτέχνες και, έκαναν γνωστό τον συνθέτη σε όλη την Ευρώπη. ΤαΚαπρίτσια (Capricci) ήσαν πολύ σημαντικά κομμάτια για μελέτη και εξάσκηση, αλλά δεν συνετέθησαν για δημόσιες εκτελέσεις.[25] Εκεί φαίνεται η μεγάλη επιρροή στονΠαγκανίνι, λ.χ. το Καπρίτσιο του Παγκανίνι έργο 1, αρ. 1 είναι παρόμοιο μετο Καπρίτσιο αρ 7. του Λοκατέλι.
Τα Κοντσέρτα των έργων 1, 4 και 7, βασίζονται στο έργο 6 του Κορέλι. Τα έργα αυτά συνέβαλαν πολύ στονα φέρουν τοΜπαρόκσεμια ύστερη φάση Μανιερισμού. Ειδικά το έργο 4 ακολουθεί τη μορφή της ναπολιτάνικης συμφωνικής όπερας.[26]
Έργο 1, Op. 1 (1721) – 12 Κοντσέρτι γκρόσι, XII Concerti grossi à Quatro è à Cinque, 12 concerti grossi (in F, C minor, B flat, E minor, D, C minor, F, F minor, D, C, C minor, G minor)
Έργο 2, Op. 2 (1732) – 12 Σονάτες για Φλάουτο τραβέρσο σόλο, XII Sonate à Flauto traversiere solo è Basso, 12 flute sonatas (in G, D, B flat, G, D, G minor, A, F, E, G, D, G)
Έργο 3, Op. 3 (1733) – 12 Κοντσέρτι για Βιολί Η Τέχνη του ΒιολιούL'Arte del Violino; XII Concerti Cioè, Violino solo, con XXIV Capricci ad libitum, 12 violin concertos (in D, C minor, F, E, C, G minor, B flat, E minor, G, F, A, D "Il laberinto armonico")
Έργο 4, Op. 4 (1735) – 6 Θεατρικές Εισαγωγές και 6 Κοντσέρτι γκρόσι, VI Introduttioni teatrali è VI Concerti, 6 Introduttione teatrale (in D, F, B flat, G, D, C) and 6 concerti grossi (in D, F, G, E, C minor, F)
’Εργο 5, Op. 5 (1736) – 6 Τρίο Σονάτες, VI Sonate à Trè, 6 trio sonatas (in G, E minor, E, C, D minor, G "Bizarria"), αφιερωμένο στονΜ. Λέβενστον, γραμματέα στο Άμστερνταμ, φίλο και σπόνσορά του.
Έργο 6, Op. 6 (1737) – 12 Σονάτες για Βιολί, XII Sonate à Violino solo è Basso da Camera, 12 violin sonatas (in F minor, F, E, A, G minor, D, C minor, C, B minor, A minor, E flat, D minor)
Έργο 7, Op. 7 (1741) – 12 Κοντσέρτι a quatro, VI Concerti à quattro, 6 concerti a quatro (in D, B flat, G, F, G minor, E flat)
Έργο 8, Op. 8 (1744) – 10 Σονάτες (6 για σόλο Βιολί και 4 Τρίο Σονάτες), X Sonate, VI à Violino solo è Basso è IV à Trè, (in F, D, G minor, C, G, E flat, A, D, F minor, A)
Έργο 9, Op. 9 (1762) – 6 Κοντσέρτι a quattro, VI Concerti a quattro. Amsterdam 1762
Έργα χωρίς αριθμό:
Σονάτα για Βιολί και μπάσο κοντίνουο σεΣολ Ελάσσονα, Sonata in G minor, for violin and b.c.
Sinfonia [...] composta per l'esequie della sua Donna che si celebrarono in Roma, σεΦα ελάσσονα για 2 Βιολιά, Βιόλα και μπάσο κοντίνουο F minor, for 2 violins, viola and b.c.
Κοντσέρτο σεΛα Μείζονα για Βιολί Κοντσερτάντε, 2 Βιολιά, Βιόλα και μπάσο κοντίνουο, Concerto A major, for 2 violins, viola and b.c.
Κοντσέρτο σεΜι Μείζονα για Βιολί Κοντσερτάντε, 2 Βιολιά, Βιόλα και μπάσο κοντίνουο, Concerto Ε major, for 2 violins, viola and b.c.
Αμφισβητήσιμης πατρότητας έργα: κάποια κοντσέρτα για βιολί και συμφωνίες, μια τρίο σονάτα, ντουέτα για φλάουτα, μια σονάτα για όμποε, ένα καπρίτσιο για βιολί σεΜι Μείζονα.
Για τις δεξιοτεχνικές ικανότητες του Λοκατέλι, έχουν ειπωθεί διάφορα, με κάποια αρνητικά σχόλια (βλ. Ταξίδια σε Ιταλία και Γερμανία), αλλά τις περισσότερες φορές με διθυραμβικές κριτικές. Υπάρχει αναφορά ότι δεν έπαιξε ποτέ «λάθος νότα»! στοβιολί, εκτός από μία φορά, όταν το μικρό του δάκτυλο γλίστρησε και άγγιξε τη γέφυρα του οργάνου.[27]
Οι περισσότερες από τις συνθέσεις του είναι έργα για βιολί. Πιο γνωστό, είναι ηΤέχνη του Βιολιού, έργο 3, μια συλλογή από δώδεκα Κοντσέρτα για σόλο βιολί, έγχορδα και μπάσο κοντίνουο. Η συλλογή περιλαμβάνει ένα σύνολο από 24 Καπρίτσια μεγάλης τεχνικής δυσκολίας, που τοποθετούνται στο τέλος του 1ουκαιτου 3ου μέρους κάθε κοντσέρτου ως καντέντσα (cadenza) σόλο, με μεγάλο ενδιαφέρον στην ανάπτυξη της τεχνικής του οργάνου που, από τον 19ο αιώνα έχει μια μεγάλη σειρά από δημοσιεύσεις και, χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα σε συναυλίες ή ως μέθοδος μελέτης στην ανώτερη μουσική εκπαίδευση.
Οι υψηλές τεχνικές περιλαμβάνουν διπλά stops, συγχορδιακές αναλύσεις και αρπέζ με ευρείς δακτυλισμούς συνοδευομένους από υπερέκταση του αριστερού χεριού, τρίλια στην πάνω φωνή με ανεξάρτητη συγκοπτόμενη κάτω φωνή (Trillo del Diavolo), διπλές τρίλιες, παίξιμο σε δύο χορδές, πιτσικάτι, ποικίλες μορφές κτυπημάτων στη γέφυρα του οργάνου και μεταβλητές εναλλασσόμενες δοξαριές. Επίσης, χρησιμοποιούσε συχνά, διαφορετικά κουρδίσματα του βιολιού, γιανα αποδώσει δύσκολα περάσματα σε κάποιες συγκεκριμένες τονικότητες.[28]
Εν τούτοις, αυτές ακριβώς οι τεχνικές έχουν αποτελέσει στο παρελθόν το έναυσμα για σκληρότατη κριτική. Στο παλαιό και εγκυρότατο γιατην εποχή του (1880) «Λεξικό Μουσικής και Μουσικών» (Dictionary of Music and Musicians) του George Grove, D.C.L., αναφέρονται τα εξής: «...αυτό που προκαλεί έκπληξη είναι το κοντράστ, όταν κοιτάμε τα καπρίτσια και τις σπουδές (σημ. σε αντιπαράθεση με τις καλές κριτικές γιατο συνολικό έργο του συνθέτη). Εδώ, ο μοναδικός στόχος του είναι η προσπάθειά τουνα αναδείξει τις δυνατότητες του βιολιού, με κάθε τίμημα (at any price), με αποτέλεσμα όχι επιτυχές». Και συνεχίζει με εξαιρετικά σκληρή γλώσσα: «...διότι μη μένοντας ευχαριστημένος με τις φυσικές δυνατότητες του οργάνου, παραβιάζει όλα τα εύλογα όρια, και αποσκοπεί σε εφφέ που είναι δυσμενή γιατην ίδια τη φύση του βιολιού και, δεν είναι ούτε όμορφα ούτε μουσικά, αλλά και γελοία και παράλογα! (sic). Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ένα αρπέζ- πέρασμα στο καπρίτσιο μετην ονομασία Ο Λαβύρινθος, όπου υπάρχει έντονη μια αίσθηση τσαρλατανισμού (sic), κάτι εντελώς απρόσμενο για έναν μαθητή του Κορέλι, να είναι ένας από τους πρώτους που εισήγαγαν τέτοια ανούσια εκτελεστικά στοιχεία στην τέχνη του βιολιού. Ο Βασιλέφσκι δικαίως τον αποκαλεί ως τον προπάππο των συγχρόνων Δακτυλο-ηρώων (Finger-heroes)».[29]
Ο Λοκατέλι έγραψε, επίσης, σονάτες για βιολί και μπάσο κοντίνουο, τρίο σονάτες, κοντσέρτι γκρόσι καιμια συλλογή από σονάτες για φλάουτο (έργο 2). Τα πρώιμα έργα του δείχνουν την επίδραση του Κορέλι, ενώ ηπιο ώριμη παραγωγή του έχει μιαπιο διεθνή, gallante γεύση. Το πέρασμα από την επίδραση του Κορέλι, σε πρότυπα του Βιβάλντι, πραγματοποιείται στο Κοντσέρτο αρ. 12 του έργου 1, όπου το κοντσέρτο, από γκρόσο, γίνεται a quattro, χάρη στην παρουσία 4 βιολιών που παίζουν, σε μεγάλο τμήμα, ανεξάρτητα.[30]
Ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα σημεία της παραγωγής του, είναι το μέρος που κλείνει το κοντσέρτο αρ, 6 του έργου 7, με τίτλο Η κραυγή της Αριάδνης. Ανκαι πρόκειται για αποκλειστικά οργανική σύνθεση (ένα σύνολο εγχόρδων χωρίζεται σε "Concertino" και "Concerto grosso"), η γραφή είναι τέτοια που, συνήθως, αναφέρεται σε φωνητική σύνθεση, με αποτέλεσμα να ακούγεται κάπως σαν είδος τραγουδιού χωρίς κείμενο, διαιρούμενο σερετσιτατίβικαιάριες. Οι φωνητικές μελωδίες ήσαν εκείνη την εποχή μια συνεχής πηγή έμπνευσης για τους συνθέτες οργανικών κομματιών και, το αποτέλεσμα είναι μια ιδιαίτερα δραματική μουσική, ορμητικής έκφρασης.
Το σύγχρονο κοινό γνωρίζει, πιθανόν, τον Λοκατέλι από ένα μυθιστόρημα, την «Πρώτη Εντολή», του Πάτρικ Ο 'Μπράιαν, όπου υπάρχει η φράση: «Η αίθουσα μουσικής του σπιτιού του κυβερνήτη στο Port Mahon, ένα οκτάγωνο ψηλό, όμορφο και μυτερό, ήταν γεμάτο με θριαμβευτικούς ήχους, από το πρώτο μέρος του Κουαρτέτου σεΝτο Μείζονα του Λοκατέλι». Στην πραγματικότητα, ποτέ δεν υπήρξε καν τεκμηριωμένο κουαρτέτο που γράφηκε από τον συνθέτη, ανκαι μερικά κοντσέρτι γκρόσι μπορούν να «αποπνέουν την αίσθηση» κάποιου κουαρτέτου εγχόρδων.
Ο μεγάλος Ολλανδός ζωγράφος Κορνέλις Τρόοστ (Cornelis Troost), δημιούργησε ένα πορτρέτο του Λοκατέλι, που βρίσκεται στο Κρατικό μουσείο (Rijksmuseum) του Άμστερνταμ.