Παράγοντες κινδύνου γιατην προεκλαμψία περιλαμβάνουν τηνπαχυσαρκία, την προϋπάρχουσα υπέρταση, την ηλικία καιτονσακχαρώδη διαβήτη.[3][5] Είναι επίσης πιο συχνή στην πρώτη εγκυμοσύνη μιας γυναίκας και εάν κυοφορεί δίδυμα. Ο υποκείμενος μηχανισμός περιλαμβάνει μη φυσιολογικό σχηματισμό αιμοφόρων αγγείων στον πλακούντα μεταξύ άλλων παραγόντων. Οι περισσότερες περιπτώσεις διαγιγνώσκονται πριν από τον τοκετό. Σπάνια, η προεκλαμψία μπορεί να ξεκινήσει την περίοδο μετά τον τοκετό.[4] Ενώ ιστορικά απαιτήθηκε τόσο η υψηλή αρτηριακή πίεση όσο καιη πρωτεΐνη στα ούρα γιατη διάγνωση, ορισμένοι ορισμοί περιλαμβάνουν επίσης αυτούς με υπέρταση και οποιαδήποτε σχετική δυσλειτουργία οργάνων.[6]Η αρτηριακή πίεση ορίζεται ως υψηλή όταν είναι μεγαλύτερη από 140 mmHg συστολικό ή 90 mmHg διαστολικήσε δύο ξεχωριστούς χρόνους, με περισσότερο από τέσσερις ώρες διαφορά σεμια γυναίκα μετά από είκοσι εβδομάδες εγκυμοσύνης. Η προεκλαμψία εξετάζεται συνήθως κατά τη διάρκεια της προγεννητικής φροντίδας.[7][8]
Οι συστάσεις γιατην πρόληψη περιλαμβάνουν: ασπιρίνησε άτομα υψηλού κινδύνου, συμπληρώματα ασβεστίου σε περιοχές με χαμηλή πρόσληψη και θεραπεία προηγούμενης υπέρτασης με φάρμακα.[5][9]Σε άτομα με προεκλαμψία ο τοκετός του μωρού καιτουπλακούντα είναι μια αποτελεσματική θεραπεία. Η χρονική στιγμή στην οποία συνιστάται ο τοκετός εξαρτάται από το πόσο σοβαρή είναι η προεκλαμψία και πόσο προχωρημένη είναι η εγκυμοσύνη. Τα φάρμακα γιατην αρτηριακή πίεση, όπως ηλαβεταλόληκαιημεθυλντόπα, μπορούν να χρησιμοποιηθούν γιατη βελτίωση της κατάστασης της μητέρας πριν από τον τοκετό.[10]Τοθειικό μαγνήσιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί γιατην πρόληψη της εκλαμψίας σε άτομα με σοβαρή νόσο. Η παραμονή στο κρεβάτι καιη πρόσληψη αλατιού δεν έχουν αποδειχθεί χρήσιμες ούτε γιατη θεραπεία ούτε γιατην πρόληψη.[4]
Η προεκλαμψία επηρεάζει το 2-8% των κυήσεων παγκοσμίως.[5]Οι υπερτασικές διαταραχές της εγκυμοσύνης (που περιλαμβάνουν την προεκλαμψία) είναι μία από τις πιο συχνές αιτίες θανάτου λόγω εγκυμοσύνης.[10] Προκάλεσαν 46.900 θανάτους το 2015.[11]Η προεκλαμψία εμφανίζεται συνήθως μετά την 32 εβδομάδα. Ωστόσο, εάν εμφανιστεί νωρίτερα, σχετίζεται με χειρότερα αποτελέσματα. Οι γυναίκες που είχαν προεκλαμψία διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιακών παθήσεωνκαιεγκεφαλικού επεισοδίου αργότερα στη ζωή τους.[7]Η λέξη «εκλαμψία» προέρχεται από τον ελληνικό όρο για κεραυνό. Η πρώτη γνωστή περιγραφή της κατάστασης ήταν από τονΙπποκράτητον 5ο αιώνα π.Χ.[12]
Τοοίδημα (ειδικά στα χέρια καιτο πρόσωπο) θεωρήθηκε αρχικά ένα σημαντικό σημάδι γιατη διάγνωση της προεκλαμψίας. Ωστόσο, επειδή το οίδημα είναι συχνό φαινόμενο στην εγκυμοσύνη, η χρησιμότητά του ως διακριτικού παράγοντα στην προεκλαμψία δεν είναι υψηλή. Το οίδημα (ασυνήθιστο πρήξιμο, ιδιαίτερα των χεριών, των ποδιών ή του προσώπου, το οποίο ξεχωρίζει από το εντύπωμα που δημιουργείται όταν πιέζεται) μπορεί να είναι σημαντικό και πρέπει να αναφέρεται στον πάροχο υγειονομικής περίθαλψης.
Σε γενικές γραμμές, κανένα από τα σημάδια της προεκλαμψίας δεν είναι συγκεκριμένα και ακόμη καιοι σπασμοί κατά την εγκυμοσύνη είναι πιο πιθανό να έχουν αιτίες άλλες από την εκλαμψία στη σύγχρονη πρακτική. Επιπλέον, ένα σύμπτωμα όπως ο επιγαστρικός πόνος μπορεί να παρερμηνευθεί ως καούρα. Η διάγνωση, επομένως, εξαρτάται από την εύρεση μιας σύμπτωσης πολλών προ-εκλαμπτικών χαρακτηριστικών, μετην τελική απόδειξη να είναι η παλινδρόμηση τους μετά τον τοκετό.
Δεν υπάρχει οριστική γνωστή αιτία της προεκλαμψίας, ανκαι πιθανότατα σχετίζεται με διάφορους παράγοντες. Μερικοί από αυτούς τους παράγοντες περιλαμβάνουν:[3][7]
Μη φυσιολογική πλακουντοποίηση (σχηματισμός και ανάπτυξη του πλακούντα)
Ανοσολογικοί παράγοντες
Προηγούμενη ή υπάρχουσα μητρική παθολογία - η προεκλαμψία παρατηρείται περισσότερο σε υψηλότερη συχνότητα σε άτομα με προϋπάρχουσα υπέρταση, παχυσαρκία ή σύνδρομο αντιφωσφολιπιδικών αντισωμάτων ή σε άτομα με ιστορικό προεκλαμψίας
Διαιτητικοί παράγοντες, π.χ. συμπλήρωση ασβεστίου σε περιοχές όπου η διατροφική πρόσληψη ασβεστίου έχει αποδειχθεί ότι μειώνει τον κίνδυνο προεκλαμψίας[5]
Περιβαλλοντικοί παράγοντες, π.χ. ατμοσφαιρική ρύπανση[13]
Άτομα με μακροχρόνια υψηλή αρτηριακή πίεση έχουν κίνδυνο 7 έως 8 φορές υψηλότερο από αυτά χωρίς.[14]
Φυσιολογικά, η έρευνα έχει συνδέσει την προεκλαμψία με τις ακόλουθες φυσιολογικές αλλαγές: μεταβολές στην αλληλεπίδραση μεταξύ της μητρικής ανοσοαπόκρισης καιτου πλακούντα, τραυματισμός του πλακούντα, τραυματισμός ενδοθηλιακών κυττάρων, μεταβλητή αγγειακή αντιδραστικότητα, οξειδωτικό στρες, ανισορροπία μεταξύ αγγειοδραστικών ουσιών, μειωμένος ενδοαγγειακός όγκος, καιδιάχυτη ενδοαγγειακή πήξη.[7][15]
Ενώ η ακριβής αιτία της προεκλαμψίας παραμένει ασαφής, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι μια σημαντική αιτία που προδιαθέτει μια ευαίσθητη γυναίκα στην προεκλαμψία είναι ο ασυνήθιστα εμφυτευμένος πλακούντας.[3][7] Αυτός ο αφύσικα εμφυτευμένος πλακούντας μπορεί να οδηγήσει σε κακή διάχυση της μήτρας καιτου πλακούντα, προκαλώντας κατάσταση υποξίας και αυξημένο οξειδωτικό στρες και απελευθέρωση αντιαγγειογενετικών πρωτεϊνών μαζί με φλεγμονώδεις μεσολαβητές στο μητρικό πλάσμα. Μια σημαντική συνέπεια αυτής της ακολουθίας συμβάντων είναι η γενικευμένη ενδοθηλιακή δυσλειτουργία.[1]Η ανώμαλη εμφύτευση μπορεί να προέρχεται από την απόκριση του μητρικού ανοσοποιητικού συστήματοςστον πλακούντα, συγκεκριμένα από την έλλειψη καθιερωμένης ανοσολογικής ανοχής στην εγκυμοσύνη. Η ενδοθηλιακή δυσλειτουργία οδηγεί σε υπέρταση και πολλά από τα άλλα συμπτώματα και επιπλοκές που σχετίζονται μετην προεκλαμψία. Εκείνες με προεκλαμψία μπορεί να έχουν μικρότερο κίνδυνο καρκίνου του μαστού.[16]
Τομη φυσιολογικό σύμπλεγμα μικροRNA χρωμοσώματος 19 (C19MC) εμποδίζει την εισβολή των κυττάρων τροφοβλαστών στις σπειροειδείς αρτηρίες, προκαλώντας υψηλή αντίσταση, χαμηλή ροή αίματος και χαμηλή παροχή θρεπτικών ουσιών στο έμβρυο.[17][18][19]
Παρόλο που έχει πραγματοποιηθεί μεγάλη έρευνα σχετικά μετον μηχανισμό της προεκλαμψίας, η ακριβής παθογένεση παραμένει αβέβαιη. Η προεκλαμψία θεωρείται ότι οφείλεται σε ανώμαλο πλακούντα, η απομάκρυνση του οποίου τερματίζει την ασθένεια στις περισσότερες περιπτώσεις.[3] Κατά τη διάρκεια της κανονικής εγκυμοσύνης, ο πλακούντας αγγειώνεται ώστε να επιτρέπει την ανταλλαγή νερού, αερίων και διαλυμάτων, συμπεριλαμβανομένων των θρεπτικών ουσιών καιτων αποβλήτων, μεταξύ των κυκλοφοριών της μητέρας καιτου εμβρύου.[15]Η ανώμαλη ανάπτυξη του πλακούντα οδηγεί σε κακή διάχυση στον πλακούντα. Ο πλακούντας των γυναικών με προεκλαμψία είναι ανώμαλος και χαρακτηρίζεται από κακή τροφοβλαστική εισβολή. Πιστεύεται ότι αυτό έχει ως αποτέλεσμα το οξειδωτικό στρες, την υποξία καιτην απελευθέρωση παραγόντων που προάγουν την ενδοθηλιακή δυσλειτουργία, τη φλεγμονή και άλλες πιθανές αντιδράσεις.[1][25]
Οι κλινικές εκδηλώσεις της προεκλαμψίας σχετίζονται μετη γενική ενδοθηλιακή δυσλειτουργία, συμπεριλαμβανομένης της αγγειοσυστολής και της ισχαιμίαςτων οργάνων.[15] Εγγενής σε αυτήν τη γενικευμένη ενδοθηλιακή δυσλειτουργία μπορεί να είναι η ανισορροπία αγγειογενών καιαντι-αγγειογενετικών παραγόντων.[3] Τόσο τα κυκλοφορούντα όσο καιτα επίπεδα πλακούντα της διαλυτής τυροσινικής κινάσης-1 τύπου fms (sFlt-1) είναι υψηλότερα σε γυναίκες με προεκλαμψία από ότι σε γυναίκες με φυσιολογική εγκυμοσύνη. Η sFlt-1 είναι μιααντι-αγγειογενετική πρωτεΐνη που ανταγωνίζεται τον αγγειακό ενδοθηλιακό αυξητικό παράγοντα (VEGF) καιτον παράγοντα αύξησης του πλακούντα (PIGF), καιοι δύο είναι προγονιογενετικοί παράγοντες.[7]Η διαλυτή ενδογλίνη (sEng) έχει επίσης αποδειχθεί ότι είναι αυξημένη σε γυναίκες με προεκλαμψία και έχει αντι-αγγειογόνες ιδιότητες, όπως καιτο sFlt-1.
Τόσο η sFlt-1 όσο καιη sEng ρυθμίζονται σε μεγάλο βαθμό σε όλες τις έγκυες γυναίκες σε κάποιο βαθμό, υποστηρίζοντας την ιδέα ότι η υπερτασική ασθένεια κατά την εγκυμοσύνη είναι μια φυσιολογική προσαρμογή της εγκυμοσύνης. Δεδομένου ότι τα κύτταρα φυσικοί φονείς εμπλέκονται στενά στην πλακουντοποίηση καιο πλακούντας περιλαμβάνει βαθμό ανοχής στο μητρικό ανοσοποιητικό για έναν ξένο πλακούντα, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι το μητρικό ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να ανταποκρίνεται πιο αρνητικά στην άφιξη ορισμένων πλακούντων υπό ορισμένες συνθήκες, όπως ένας πλακούντας που είναι πιο διεισδυτικός από το κανονικό. Η αρχική μητρική απόρριψη των κυτταροτροφικών πλακούντων του πλακούντα μπορεί να είναι η αιτία των ανεπαρκώς αναδιαμορφωμένων σπειροειδών αρτηριών σε εκείνες τις περιπτώσεις προεκλαμψίας που σχετίζονται με ρηχή εμφύτευση, οδηγώντας σε κατάντη υποξία καιτην εμφάνιση μητρικών συμπτωμάτων σε απόκριση των υπερβολικά ρυθμισμένων sFlt-1 και sEng.
Το οξειδωτικό στρες μπορεί επίσης να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην παθογένεση της προεκλαμψίας. Η κύρια πηγή αντιδραστικών ριζών οξυγόνου (ROS) είναι το ένζυμο οξειδάση ξανθίνης (XO) και αυτό το ένζυμο εμφανίζεται κυρίως στο ήπαρ. Μια υπόθεση είναι ότι ο αυξημένος καταβολισμός πουρινών από υποξία του πλακούντα οδηγεί σε αυξημένη παραγωγή ROS στο μητρικό ήπαρ και απελευθέρωση στην κυκλοφορία της μητέρας που προκαλεί βλάβη στα ενδοθηλιακά κύτταρα.[26]
Οι ανωμαλίες στο μητρικό ανοσοποιητικό σύστημακαιη ανεπάρκεια ανοσολογικής ανοχής κατά την κύηση φαίνεται να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προεκλαμψία. Μία από τις κύριες διαφορές που βρέθηκαν στη προεκλαμψία είναι μία μετατόπιση προς Th <sub id="mwARs">1</sub> αποκρίσεις καιτην παραγωγή ιντερφερόνης-γ. Η προέλευση του IFN-γδεν προσδιορίζεται σαφώς καιθα μπορούσε να είναι τα κύτταρα φονικοί φονείς της μήτρας, τα δενδριτικά κύτταρα του πλακούντα που ρυθμίζουν τις αποκρίσεις τωνΤ βοηθητικών κυττάρων, μεταβολές στη σύνθεση ή απόκριση σε ρυθμιστικά μόρια ή αλλαγές στη λειτουργία των ρυθμιστικών T κυττάρων κατά την εγκυμοσύνη.[27]Οι αποτρεπτικές ανοσολογικές αποκρίσεις που προάγουν την προεκλαμψία μπορεί επίσης να οφείλονται σε αλλοιωμένη αναγνώριση του εμβρύου ή σε φλεγμονώδεις παράγοντες. Έχει τεκμηριωθεί ότι εμβρυϊκά κύτταρα όπως εμβρυϊκοί ερυθροβλάστες καθώς και ελεύθερο κυτταρρικό εμβρυϊκό DNA αυξάνονται στη μητρική κυκλοφορία σε γυναίκες που αναπτύσσουν προεκλαμψία. Αυτά τα ευρήματα έχουν οδηγήσει στην υπόθεση ότι η προεκλαμψία είναι μια διαδικασία ασθένειας μετην οποία μια βλάβη του πλακούντα όπως η υποξία επιτρέπει την αύξηση του εμβρυϊκού υλικού στη μητρική κυκλοφορία, η οποία μετη σειρά της οδηγεί σε ανοσοαπόκριση και ενδοθηλιακή βλάβη, και αυτό τελικά οδηγεί σε προεκλαμψία και εκλαμψία.
Μια υπόθεση γιατην ευπάθεια στην προεκλαμψία είναι η μητρική-εμβρυϊκή σύγκρουση μεταξύ του μητρικού οργανισμού καιτου εμβρύου.[28] Μετά το πρώτο τρίμηνο οι τροφοβλάστες εισέρχονται στις σπειροειδείς αρτηρίες της μητέρας γιανα αλλάξουν τις σπειροειδείς αρτηρίες και έτσι να αποκτήσουν μεγαλύτερη πρόσβαση στα μητρικά θρεπτικά συστατικά. Περιστασιακά υπάρχει εξασθενημένη εισβολή τροφοβλαστών που έχει ως αποτέλεσμα ανεπαρκείς αλλοιώσεις στις σπειροειδείς αρτηρίες της μήτρας. Υποτίθεται ότι το αναπτυσσόμενο έμβρυο απελευθερώνει βιοχημικά σήματα που έχουν ως αποτέλεσμα η γυναίκα να αναπτύξει υπέρταση και προεκλαμψία, έτσι ώστε το έμβρυο να μπορεί να επωφεληθεί από μεγαλύτερη ποσότητα μητρικής κυκλοφορίας θρεπτικών ουσιών λόγω αυξημένης ροής αίματος στον εξασθενημένο πλακούντα. Αυτό οδηγεί σε σύγκρουση μεταξύ της μητρικής και της εμβρυϊκής ικανότητας και της επιβίωσης, επειδή το έμβρυο επενδύεται μόνο στην επιβίωση και ευεξία του, ενώ η μητέρα επενδύεται σε αυτήν και τις επόμενες εγκυμοσύνες.
Μια άλλη εξελικτική υπόθεση γιατην ευπάθεια στην προεκλαμψία είναι η ιδέα της διασφάλισης της σχέσης ζευγαριού μεταξύ της μητέρας καιτου πατέρα και της πατρικής επένδυσης στο έμβρυο.[29]Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η προεκλαμψία είναι μια προσαρμογή γιατη μητέρα να τερματίσει την επένδυση σε ένα έμβρυο που μπορεί να έχει έναν μη διαθέσιμο πατέρα, όπως καθορίζεται από την επαναλαμβανόμενη έκθεση του πατέρα στη μητέρα. Διάφορες μελέτες έχουν δείξει ότι οι γυναίκες που είχαν συχνά έκθεση στο σπέρμα των συντρόφων πριν από τη σύλληψη είχαν μειωμένο κίνδυνο προεκλαμψίας. Επίσης, οι επακόλουθες εγκυμοσύνες από τον ίδιο πατέρα είχαν μειωμένο κίνδυνο προεκλαμψίας, ενώ οι επόμενες εγκυμοσύνες από διαφορετικό πατέρα είχαν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης προεκλαμψίας.
Στην προεκλαμψία, η ανώμαλη έκφραση του συμπλέγματος μικροRNA του χρωμοσώματος 19 (C19MC) σε κυτταρικές σειρές πλακούντα μειώνει τη μετανάστευση των τροφοβλαστών.[18][19] Συγκεκριμένα μικροRNA σε αυτό το σύμπλεγμα που μπορεί να προκαλέσουν μη φυσιολογική εισβολή σπειροειδούς αρτηρίας περιλαμβάνουν τα miR-520h, miR-520b και 520c-3p. Αυτό παρεμποδίζει την εισβολή των κυττάρων τροφοβλαστών στις μητρικές σπειροειδείς αρτηρίες, προκαλώντας υψηλή αντίσταση και χαμηλή ροή αίματος και χαμηλή παροχή θρεπτικών ουσιών στο έμβρυο.[17] Υπάρχουν προσωρινές ενδείξεις ότι η συμπλήρωση βιταμινών μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο.[30]
Ανοσοποιητικοί παράγοντες μπορεί επίσης να παίξουν ρόλο.[31][27]
Η προεκλαμψία διαγιγνώσκεται όταν εμφανιστεί έγκυος γυναίκα:[32]
Πίεση αίματος ≥140 mmHg συστολική ή ≥90 mmHg διαστολική σε δύο ξεχωριστές μετρήσεις που λαμβάνονται με τουλάχιστον τέσσερις έως έξι ώρες διαφορά μετά από κύηση 20 εβδομάδων σε ένα άτομο με προηγουμένως φυσιολογική αρτηριακή πίεση.
Σεμια γυναίκα με υπέρταση που ξεκινά πριν από την ηλικία κύησης των 20 εβδομάδων, τα διαγνωστικά κριτήρια είναι αύξηση της συστολικής αρτηριακής πίεσης (SBP) κατά ≥30 mmHg ή αύξηση της διαστολικής αρτηριακής πίεσης (DBP) ≥15 mmHg.
Πρωτεϊνουρία ≥ 0,3 grams (300 mg) ή περισσότερο πρωτεΐνης σε δείγμα ούρων 24 ωρών ή δείκτη SPOT πρωτεΐνης ούρων προς κρεατινίνη ≥0.3 ή ένδειξη δείκτη στικ ούρων 1+ ή μεγαλύτερη (η ένδειξη στικ ούρων πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο εάν δεν είναι διαθέσιμες άλλες ποσοτικές μέθοδοι).[4]
Η υποψία για προεκλαμψία πρέπει να διατηρείται σε οποιαδήποτε εγκυμοσύνη περιπλέκεται από αυξημένη αρτηριακή πίεση, ακόμη και απουσία πρωτεϊνουρίας. Δέκα τοις εκατό των ατόμων με άλλα σημεία και συμπτώματα της προεκλαμψίας καιτο 20% των ατόμων που έχουν διαγνωστεί με εκλαμψία δεν εμφανίζουν ενδείξεις πρωτεϊνουρίας.[15] Ελλείψει πρωτεϊνουρίας, η παρουσία υπέρτασης νέας έναρξης (αυξημένη αρτηριακή πίεση) καιη νέα εμφάνιση ενός ή περισσοτέρων από τα ακόλουθα υποδηλώνουν τη διάγνωση της προεκλαμψίας:[4][10]
Η προεκλαμψία είναι μια προοδευτική διαταραχή και αυτά τα σημάδια δυσλειτουργίας των οργάνων είναι ενδεικτικά σοβαρής προεκλαμψίας. Συστολική αρτηριακή πίεση ≥160 ή διαστολική αρτηριακή πίεση ≥110 ή / και πρωτεϊνουρία >5g σε διάστημα 24 ωρών είναι επίσης ενδεικτική σοβαρής προεκλαμψίας.[10] Κλινικά, άτομα με σοβαρή προεκλαμψία μπορεί επίσης να παρουσιάσουν επιγαστρικό / δεξιό υποχόνδριο άλγος, πονοκεφάλους και έμετο. Η σοβαρή προεκλαμψία είναι σημαντικός παράγοντας κινδύνου για ενδομήτριο εμβρυϊκό θάνατο.
Η αύξηση της αρχικής αρτηριακής πίεσης (BP) κατά 30 mmHg η συστολική ή 15 mmHg η διαστολική, ενώ δεν πληροί τα απόλυτα κριτήρια 140/90, είναι σημαντικό να σημειωθεί αλλά δεν θεωρείται διαγνωστική.
Υπήρξαν πολλές αξιολογήσεις δοκιμών με στόχο την πρόβλεψη της προεκλαμψίας, ανκαι κανένας βιοδείκτης δεν είναι πιθανό να είναι επαρκώς προγνωστικός γιατη διαταραχή.[7]Οι δοκιμασίες πρόβλεψης που έχουν αξιολογηθεί περιλαμβάνουν αυτές που σχετίζονται μετην αιμάτωση του πλακούντα, την αγγειακή αντίσταση, τη νεφρική δυσλειτουργία, τη δυσλειτουργία του ενδοθηλίου καιτο οξειδωτικό στρες. Παραδείγματα αξιοσημείωτων δοκιμών περιλαμβάνουν:
Ντόπλερ υπερηχογραφίατων αρτηριών της μήτρας για διερεύνηση για σημάδια ανεπαρκούς αιμάτωσης πλακούντα. Αυτό τοτεστ έχει υψηλή αρνητική προγνωστική αξία μεταξύ των ατόμων με ιστορικό προηγούμενης προεκλαμψίας.[15]
Οι αυξήσεις τουουρικού οξέοςστον ορό ( υπερουριχαιμία ) χρησιμοποιούνται από ορισμένους γιανα «ορίσουν» την προεκλαμψία,[20]ανκαι έχει βρεθεί ότι είναι φτωχός προγνωστικός παράγοντας της διαταραχής.[15]Τα αυξημένα επίπεδα στο αίμα ( υπερουριχαιμία ) πιθανότατα οφείλονται στη μειωμένη κάθαρση του ουρικού οξέος δευτερογενή στην εξασθενημένη νεφρική λειτουργία.
Οι αγγειογενείς πρωτεΐνες όπως ο αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας (VEGF) καιο αυξητικός παράγοντας πλακούντα (PIGF) καιοιαντι-αγγειογόνες πρωτεΐνες όπως η διαλυτή σαν-fms τυροσινική κινάση-1 (sFlt-1) έχουν δείξει ελπίδες για πιθανή κλινική χρήση στη διάγνωση της προεκλαμψίας, ανκαιτα στοιχεία είναι επαρκή γιανα συστήσουν κλινική χρήση για αυτούς τους δείκτες. .
Μια πρόσφατη μελέτη, ηASPRE, γνωστή ως η μεγαλύτερη προοπτική δοκιμής πολλαπλών χωρών, ανέφερε σημαντική απόδοση στον εντοπισμό εγκύων γυναικών που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο προεκλαμψίας, αλλά κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της εγκυμοσύνης. Χρησιμοποιώντας ένα συνδυασμό μητρικού ιστορικού, μέσης αρτηριακής πίεσης, ενδομήτριου Doppler και μέτρηση PlGF, η μελέτη έχει δείξει την ικανότητα εντοπισμού περισσότερων από το75% των γυναικώνπουθα αναπτύξουν προεκλαμψία, επιτρέποντας την έγκαιρη επέμβαση γιανα αποτρέψει την ανάπτυξη αργότερα συμπτώματα.[33]. Αυτή η προσέγγιση συνιστάται επίσημα από τη Διεθνή Ομοσπονδία Γυναικολόγων & Μαιευτήρων (FIGO)[34]
Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι η αναζήτηση ποδοκυττάρων (εξειδικευμένα κύτταρα του νεφρού) στα ούρα έχει τη δυνατότητα να βοηθήσει στην πρόβλεψη της προεκλαμψίας. Μελέτες έχουν δείξει ότι η εύρεση ποδοκυττάρων στα ούρα μπορεί να χρησιμεύσει ως πρώιμος δείκτης και διαγνωστικό τεστγιατην προεκλαμψία.[35][36][37]
Η προεκλαμψία μπορεί να μιμείται καινα συγχέεται με πολλές άλλες ασθένειες, όπως χρόνια υπέρταση, χρόνια νεφρική νόσο, πρωτοπαθείς διαταραχές κρίσεων, χοληδόχο κύστη και παγκρεατική νόσο, ανοσοποιητική ή θρομβωτική θρομβοπενική πορφύρα, αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομοκαιαιμολυτικό-ουραιμικό σύνδρομο. Πρέπει να θεωρείται πιθανή σε κάθε έγκυο γυναίκα μετά από 20 εβδομάδες κύησης. Είναι ιδιαίτερα δύσκολο να διαγνωστεί όταν υπάρχουν προϋπάρχουσες καταστάσεις όπως ηυπέρταση.[38]Οι γυναίκες με οξέα στεάτωση ήπατος της κύησης μπορεί επίσης να παρουσιάσουν αυξημένη αρτηριακή πίεση και πρωτεΐνη στα ούρα, αλλά διαφέρουν ανάλογα μετην έκταση της ηπατικής βλάβης. Άλλες διαταραχές που μπορούν να προκαλέσουν υψηλή αρτηριακή πίεση περιλαμβάνουν θυρεοτοξίκωση, φαιοχρωμοκύτωμακαι κατάχρηση ναρκωτικών.[10]
Τα προληπτικά μέτρα κατά της προεκλαμψίας έχουν μελετηθεί σε μεγάλο βαθμό. Επειδή η παθογένεση της προεκλαμψίας δεν είναι πλήρως κατανοητή, η πρόληψη παραμένει ένα περίπλοκο ζήτημα. Ακολουθούν μερικές από τις τρέχουσες αποδεκτές προτάσεις.
Η συμπλήρωση μεμια ισορροπημένη διατροφή με πρωτεΐνες και ενέργεια δεν φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο προεκλαμψίας.[39] Επιπλέον, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η αλλαγή της πρόσληψης αλατιού έχει αποτέλεσμα.[40]
Η λήψη συμπληρωμάτων μεαντιοξειδωτικά όπως βιταμίνη C, D και E δεν έχει επίδραση στη συχνότητα της προεκλαμψίας.[41][42] Επομένως, δεν συνιστάται η συμπλήρωση με βιταμίνες C, E και D γιατη μείωση του κινδύνου προεκλαμψίας.
Συνιστάται συμπλήρωση ασβεστίου τουλάχιστον 1 γραμμαρίου την ημέρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, καθώς αποτρέπει την προεκλαμψία όπου η διατροφική πρόσληψη ασβεστίου είναι χαμηλή, ειδικά για όσες διατρέχουν υψηλό κίνδυνο.[42][43]Το υψηλότερο επίπεδο σεληνίου σχετίζεται με χαμηλότερη συχνότητα προεκλαμψίας.[44][45]Το υψηλότερο επίπεδο καδμίου σχετίζεται με υψηλότερη συχνότητα προεκλαμψίας.
Η λήψη ασπιρίνης σχετίζεται με μείωση κατά 1 έως 5% στην προεκλαμψία και μείωση κατά 1 έως 5% στις πρόωρες γεννήσεις σε γυναίκες υψηλού κινδύνου.[46]ΟΠαγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά χαμηλή δόση ασπιρίνης γιατην πρόληψη της προεκλαμψίας σε γυναίκες υψηλού κινδύνου και συνιστά να ξεκινήσει πριν από τις 20 εβδομάδες εγκυμοσύνης.[42]Η Ειδική Ομάδα Προληπτικών Υπηρεσιών των Ηνωμένων Πολιτειών συνιστά σχήμα χαμηλής δόσης για γυναίκες με υψηλό κίνδυνο που ξεκινά την 12η εβδομάδα.[47]Τα οφέλη είναι λιγότερα εάν ξεκινήσουν μετά από 16 εβδομάδες.[48].
Ηπιο πρόσφατη μελέτη ASPRE, εκτός από την απόδοσή της στον εντοπισμό ύποπτων γυναικών να αναπτύξουν προεκλαμψία, κατάφερε επίσης να δείξει μια ισχυρή πτώση του ποσοστού της πρώιμης προεκλαμψίας (-82%) και της πρόωρης προεκλαμψίας (-62% ). Αυτή η αποτελεσματικότητα της ασπιρίνης έχει επιτευχθεί λόγω της υψηλής απόδοσης διαλογής γιατον εντοπισμό σε γυναίκες υψηλού κινδύνου, την προσαρμοσμένη προφυλακτική δοσολογία (150mg / ημέρα), το χρονικό διάστημα της πρόσληψης (πριντον ύπνο) και πρέπει να ξεκινήσει πριν από την 16η εβδομάδα της εγκυμοσύνης.[49]
Στις εγκυμοσύνες χαμηλού κινδύνου, η σχέση μεταξύ του καπνίσματος καιτου μειωμένου κινδύνου προεκλαμψίας ήταν συνεπής και αναπαραγώγιμη σε επιδημιολογικές μελέτες. Οι εγκυμοσύνες υψηλού κινδύνου (εκείνες με διαβήτη πριντην κύηση, χρόνια υπέρταση, ιστορικό προεκλαμψίας σε προηγούμενη εγκυμοσύνη ή πολυεπίπεδη κύηση) δεν έδειξαν σημαντική προστατευτική δράση. Ο λόγος αυτής της ασυμφωνίας δεν είναι οριστικά γνωστός. Η έρευνα υποστηρίζει την εικασία ότι η υποκείμενη παθολογία αυξάνει τον κίνδυνο προεκλαμψίας σε τέτοιο βαθμό ώστε να καλύπτεται οποιαδήποτε μετρήσιμη μείωση του κινδύνου λόγω του καπνίσματος.[52] Ωστόσο, οι βλαβερές συνέπειες του καπνίσματος στη συνολική υγεία καιστα αποτελέσματα της εγκυμοσύνης υπερτερούν των οφελών στη μείωση της συχνότητας της προεκλαμψίας.[7] Συνιστάται η διακοπή του καπνίσματος πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την εγκυμοσύνη.[53]
Ορισμένες μελέτες έχουν δείξει τη σημασία της ανοσολογικής ανοχής κύησης μιας γυναίκας στον πατέρα της, καθώς το μωρό καιο πατέρας μοιράζονται γονίδια. Υπάρχουν προσωρινές ενδείξεις ότι η συνεχιζόμενη έκθεση είτε από κολπικό ή στοματικό σεξστο ίδιο σπέρμα που είχε ως αποτέλεσμα την εγκυμοσύνη μειώνει τον κίνδυνο προεκλαμψίας.[54] Όπως περιέγραψε μια πρώιμη μελέτη, "ανκαιη προεκλαμψία είναι μια ασθένεια πρώτων κυήσεων, η προστατευτική επίδραση της πολλαπλότητας χάνεται μετην αλλαγή του συντρόφου".[55]Η μελέτη κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι ανκαιοι γυναίκες με μεταβαλλόμενους συντρόφους συνιστάται να χρησιμοποιούν προφυλακτικά γιατην πρόληψη σεξουαλικά μεταδιδόμενων ασθενειών, "μια συγκεκριμένη περίοδο έκθεσης σπέρματος σεμια σταθερή σχέση, όταν στοχεύει η εγκυμοσύνη, σχετίζεται μετην προστασία από την προεκλαμψία".
Αρκετές άλλες μελέτες έχουν μελετήσει έκτοτε τη μειωμένη συχνότητα της προεκλαμψίας σε γυναίκες που είχαν λάβει μεταγγίσεις αίματος από τον σύντροφό τους, σε εκείνες με πολύ προηγούμενο ιστορικό σεξ χωρίς αντισυλληπτικά, καισε γυναίκες που έκαναν τακτικά στοματικό σεξ.[56]
Η οριστική θεραπεία γιατην προεκλαμψία είναι η γέννηση του μωρού καιτου πλακούντα. Ο χρόνος τοκετού θα πρέπει να εξισορροπεί την επιθυμία για βέλτιστα αποτελέσματα γιατο μωρό, μειώνοντας παράλληλα τους κινδύνους γιατη μητέρα.[7]Η σοβαρότητα της νόσου καιη ωριμότητα του μωρού είναι πρωταρχικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη λήψη αποφάσεων.[57] Αυτά τα ζητήματα είναι ειδικά γιατην κατάσταση καιη διαχείριση θα διαφέρει ανάλογα μετην κατάσταση, την τοποθεσία καιτο ίδρυμα. Η θεραπεία μπορεί να κυμαίνεται από την αναμένουσα διαχείριση έως την άμεση γέννηση, είτε με επαγωγή τοκετού ή είτε καισαρική τομή, μαζί με φάρμακα. Σημαντική στη διαχείριση είναι η αξιολόγηση των συστημάτων οργάνων της μητέρας, η διαχείριση της σοβαρής υπέρτασης καιη πρόληψη καιη θεραπεία των εκλαμπτικών κρίσεων. Μπορεί επίσης να είναι απαραίτητες ξεχωριστές παρεμβάσεις που απευθύνονται στο μωρό. Η ανάπαυση στο κρεβάτι δεν έχει αποδειχθεί χρήσιμη και επομένως δεν συνιστάται συνήθως.[58]
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά στις γυναίκες με σοβαρή υπέρταση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης να λαμβάνουν θεραπεία με αντιυπερτασικούς παράγοντες.[5]Η σοβαρή υπέρταση θεωρείται γενικά συστολική ΑΠ τουλάχιστον 160 ή διαστολική ΑΠ τουλάχιστον 110.[4]Τα στοιχεία δεν υποστηρίζουν τη χρήση ενός αντι-υπερτασικού έναντι ενός άλλου.[7]Η επιλογή του παράγοντα πουθα πρέπει να βασίζεται στην εμπειρία του ιατρού με έναν συγκεκριμένο παράγοντα, το κόστος καιτη διαθεσιμότητά του. Τα διουρητικά δεν συνιστώνται γιατην πρόληψη της προεκλαμψίας καιτων επιπλοκών της. Ηλαβεταλόλη, ηυδραλαζίνηκαιηνιφεδιπίνη χρησιμοποιούνται συνήθως γιατην υπέρταση κατά την εγκυμοσύνη.[10]Οι αναστολείς ΜΕΑκαιοι αναστολείς των υποδοχέων της αγγειοτασίνης αντενδείκνυται καθώς επηρεάζουν την ανάπτυξη του εμβρύου.[32]
Ο στόχος της θεραπείας της σοβαρής υπέρτασης κατά την εγκυμοσύνη είναι η πρόληψη καρδιαγγειακών, νεφρικών και εγκεφαλοαγγειακών επιπλοκών.[4]Η αρτηριακή πίεση στόχος έχει προταθεί να είναι 140-160 mmHg συστολική και 90-105 mmHg διαστολική, ανκαιοι τιμές είναι μεταβλητές.
Η ενδοκοιλιακή και μετά τον τοκετό χορήγηση θειικού μαγνησίου συνιστάται σε σοβαρή προεκλαμψία γιατην πρόληψη της εκλαμψίας.[5][7] Επιπλέον, τοθειικό μαγνήσιο συνιστάται γιατη θεραπεία της εκλαμψίας έναντι άλλων αντισπασμωδικών. Το θειικό μαγνήσιο δραμε αλληλεπίδραση με τους υποδοχείς NMDA.[32]
Η προεκλαμψία επηρεάζει περίπου το 2-8% όλων των κυήσεων παγκοσμίως,[1][3][59]Η συχνότητα εμφάνισης της προεκλαμψίας έχει αυξηθεί στις ΗΠΑ από τη δεκαετία του 1990, πιθανώς ως αποτέλεσμα της αυξημένης επικράτησης διαταραχών προδιάθεσης, όπως ως χρόνια υπέρταση, διαβήτης και παχυσαρκία.[7]
Η προεκλαμψία είναι μια από τις κύριες αιτίες της μητρικής και περιγεννητικής νοσηρότητας και θνησιμότητας παγκοσμίως.[1] Σχεδόν το ένα δέκατο όλων των μητρικών θανάτων στην Αφρική καιτην Ασία καιτο ένα τέταρτο στη Λατινική Αμερική σχετίζονται με υπερτασικές ασθένειες κατά την εγκυμοσύνη, μια κατηγορία που περιλαμβάνει την προεκλαμψία.[5]
Η προεκλαμψία είναι πολύ πιο συχνή σε γυναίκες που είναι έγκυες για πρώτη φορά.[60]Οι γυναίκες που είχαν προηγουμένως διαγνωστεί με προεκλαμψία είναι επίσης πιο πιθανό να παρουσιάσουν προεκλαμψία σε επόμενες εγκυμοσύνες.[10]Η προεκλαμψία είναι επίσης πιο συχνή σε γυναίκες που έχουν προϋπάρχουσα υπέρταση, παχυσαρκία, διαβήτη, αυτοάνοσες ασθένειες όπως ολύκος, διάφορες κληρονομικές θρομβοφιλίες όπως ο παράγοντας V Leiden, νεφρική νόσο, πολλαπλή κύηση ( δίδυμα ή πολλαπλή γέννηση ) και προχωρημένη μητρική ηλικία. Οι γυναίκες πουζουνσε μεγάλο υψόμετρο είναι επίσης πιο πιθανό να παρουσιάσουν προεκλαμψία.[61][62]Η προεκλαμψία είναι επίσης πιο συχνή σε ορισμένες εθνικές ομάδες (π.χ. Αφροαμερικανοί, υποσαχάριοι Αφρικανοί, Λατινοαμερικάνοι, Αφρικανικοί Καραϊβικοί και Φιλιππινέζοι).[7][63]Η αλλαγή της πατρότητας σε μεταγενέστερη εγκυμοσύνη έχει ενοχοποιηθεί ότι επηρεάζει τον κίνδυνο, εκτός από εκείνους με οικογενειακό ιστορικό υπερτασικής κύησης[64]
Η εκλαμψία είναι μια σημαντική επιπλοκή της προεκλαμψίας. Η εκλαμψία επηρεάζει 0,56 ανά 1.000 έγκυες γυναίκες στις ανεπτυγμένες χώρες και σχεδόν 10 έως 30 φορές περισσότερες γυναίκες σε χώρες με χαμηλό εισόδημα από ό, τι στις ανεπτυγμένες χώρες.[10]
Οι επιπλοκές της προεκλαμψίας μπορούν να επηρεάσουν τόσο τη μητέρα όσο καιτο έμβρυο. Οξέως, η προεκλαμψία μπορεί να περιπλέκεται με εκλαμψία, την ανάπτυξη συνδρόμου HELLP, αιμορραγικού ή ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου, ηπατικής βλάβης και δυσλειτουργίας, οξείας νεφρικής βλάβης καιοξέος αναπνευστικού συνδρόμου (ARDS).[10][15]
Η προεκλαμψία σχετίζεται επίσης με αυξημένη συχνότητα καισαρικής τομής, πρόωρο τοκετόκαιαπόφραξη του πλακούντα. Επιπλέον, μπορεί να παρατηρηθεί αύξηση της αρτηριακής πίεσης σε ορισμένα άτομα την πρώτη εβδομάδα μετά τον τοκετό που οφείλεται στην επέκταση του όγκου καιστην κινητοποίηση υγρών.[15]Οι εμβρυϊκές επιπλοκές περιλαμβάνουν περιορισμό της ανάπτυξης του εμβρύου και πιθανό εμβρυϊκό ή περιγεννητικό θάνατο.
Η εκλαμψία είναι η ανάπτυξη νέων σπασμών σε έναν προ-εκλαμπτικό ασθενή πουδεν μπορεί να αποδοθεί σε άλλες αιτίες. Είναι ένδειξη ότι η υποκείμενη προ-εκλαμπτική κατάσταση είναι σοβαρή και σχετίζεται με υψηλά ποσοστά περιγεννητικής και μητρικής νοσηρότητας και θνησιμότητας.[5]Τα προειδοποιητικά συμπτώματα γιατην εκλαμψία σε ένα άτομο με τρέχουσα προεκλαμψία μπορεί να περιλαμβάνουν πονοκεφάλους, οπτικές διαταραχές και πόνο στο δεξί υποχόνδριο ή επιγάστριο, μετον πονοκέφαλο να είναι τοπιο συνεπές σύμπτωμα.[7][20]Τοθειικό μαγνήσιο χρησιμοποιείται γιατην πρόληψη σπασμών σε περιπτώσεις σοβαρής προεκλαμψίας.
Το σύνδρομο HELLP ορίζεται ως αιμόλυση (μικροαγγειοπαθητική), αυξημένα ηπατικά ένζυμα (δυσλειτουργία του ήπατος) και χαμηλά αιμοπετάλια ( θρομβοπενία). Αυτή η κατάσταση μπορεί να εμφανιστεί στο 10-20% των ασθενών με σοβαρή προεκλαμψία και εκλαμψία[7]και σχετίζεται με αυξημένη μητρική και εμβρυϊκή νοσηρότητα και θνησιμότητα. Στο 50% των περιπτώσεων, το σύνδρομο HELLP αναπτύσσεται πρόωρα, ενώ το 20% των περιπτώσεων αναπτύσσεται σε καθυστερημένη κύηση και 30% κατά την περίοδο μετά τον τοκετό.[10]
Υπάρχει επίσης αυξημένος κίνδυνος για καρδιαγγειακές επιπλοκές, όπως υπέρταση και ισχαιμική καρδιακή νόσο και νεφρική νόσο.[15] Άλλοι κίνδυνοι περιλαμβάνουν εγκεφαλικό επεισόδιοκαιφλεβικό θρομβοεμβολισμό.[65][66] Φαίνεται ότι η προεκλαμψία δεν αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου.
Η μειωμένη παροχή αίματος στο έμβρυο λόγω προεκλαμψίας προκαλεί μειωμένη παροχή θρεπτικών ουσιών, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε περιορισμό της ενδομήτριας ανάπτυξης (IUGR) και χαμηλό βάρος γέννησης.[17]Η υπόθεση της εμβρυικής προέλευσης αναφέρει ότι η υποσιτισμός του εμβρύου συνδέεται με στεφανιαία νόσο αργότερα στην ενήλικη ζωή λόγω δυσανάλογης ανάπτυξης.[67]
Επειδή η προεκλαμψία οδηγεί σε αναντιστοιχία μεταξύ μητρικής ενεργειακής προσφοράς και εμβρυϊκών ενεργειακών απαιτήσεων, η προεκλαμψία μπορεί να οδηγήσει σε περιορισμό ανάπτυξης στο αναπτυσσόμενο έμβρυο.[68]Τα βρέφη που πάσχουν από περιορισμό ανάπτυξης είναι επιρρεπή σε κακή νευρωνική ανάπτυξη καισε αυξημένο κίνδυνο για ασθένειες ενηλίκων σύμφωνα μετην υπόθεση Μπάρκερ. Οι ασθένειες ενηλίκων που συσχετιστεί με έμβρυο με IUGR περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται, τις στεφανιαία νόσο (ΣΝ), σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (ΣΔτ2), καρκίνο, οστεοπόρωση και διάφορες ψυχιατρικές ασθένειες.[69]
Ο κίνδυνος προεκλαμψίας και ανάπτυξης δυσλειτουργίας του πλακούντα έχει επίσης αποδειχθεί ότι επαναλαμβάνεται διαγενεαλογικά στη μητρική πλευρά και πιθανότατα στην πατρική πλευρά. Τα έμβρυα που γεννήθηκαν από μητέρες που γεννήθηκαν μικρές γιατην ηλικία κύησης (SGA) είχαν 50% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν προεκλαμψία, ενώ τα έμβρυα που γεννήθηκαν και από γονείς που γεννήθηκαν μικροί γιατην ηλικία κύησης είχαν τριπλάσιες πιθανότητες να αναπτύξουν προεκλαμψία σε μελλοντικές κυήσεις.[70]
Η λέξη «εκλαμψία» προέρχεται από τον ελληνικό όρο γιακεραυνό.[12]Η πρώτη γνωστή περιγραφή της κατάστασης ήταν από τονΙπποκράτητον 5ο αιώνα π.Χ.
Ένας ξεπερασμένος ιατρικός όρος γιατην προεκλαμψία είναι τοξαιμία της εγκυμοσύνης, ένας όρος που προήλθε από τη λανθασμένη πεποίθηση ότι η πάθηση προκαλείται από τοξίνες.[71]
↑ 8,08,1«Screening for Preeclampsia: US Preventive Services Task Force Recommendation Statement». JAMA317 (16): 1661–1667. April 2017. doi:10.1001/jama.2017.3439. PMID28444286.
↑«Low-dose aspirin for prevention of morbidity and mortality from preeclampsia: a systematic evidence review for the U.S. Preventive Services Task Force». Annals of Internal Medicine160 (10): 695–703. May 2014. doi:10.7326/M13-2844. PMID24711050.
↑«Significance of (sub)clinical thyroid dysfunction and thyroid autoimmunity before conception and in early pregnancy: a systematic review». Human Reproduction Update17 (5): 605–19. 2011. doi:10.1093/humupd/dmr024. PMID21622978.
↑«Pre-eclampsia: a disease of oxidative stress resulting from the catabolism of DNA (primarily fetal) to uric acid by xanthine oxidase in the maternal liver; a hypothesis.». Bioscience Hypotheses1: 35–43. 2008. doi:10.1016/j.bihy.2008.01.002.
↑«Vitamins supplementation affects the onset of preeclampsia». Journal of the Formosan Medical Association = Taiwan Yi Zhi117 (1): 6–13. January 2018. doi:10.1016/j.jfma.2017.08.005. PMID28877853.
↑«Pre-eclampsia-Eclampsia». Diagnosis and management of pre-eclampsia and eclampsia. Armenian Medical Network. 2003. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2005.
↑«Antenatal dietary education and supplementation to increase energy and protein intake». The Cochrane Database of Systematic Reviews (6): CD000032. June 2015. doi:10.1002/14651858.CD000032.pub3. PMID26031211.
↑«Altered dietary salt for preventing pre-eclampsia, and its complications». The Cochrane Database of Systematic Reviews (4): CD005548. October 2005. doi:10.1002/14651858.CD005548. PMID16235411.
↑«The role of aspirin dose on the prevention of preeclampsia and fetal growth restriction: systematic review and meta-analysis». American Journal of Obstetrics and Gynecology216 (2): 110–120.e6. February 2017. doi:10.1016/j.ajog.2016.09.076. PMID27640943.
↑«Exercise or other physical activity for preventing pre-eclampsia and its complications». The Cochrane Database of Systematic Reviews (2): CD005942. April 2006. doi:10.1002/14651858.CD005942. PMID16625645.
↑«Seminal 'priming' for protection from pre-eclampsia-a unifying hypothesis». Journal of Reproductive Immunology59 (2): 253–65. August 2003. doi:10.1016/S0165-0378(03)00052-4. PMID12896827.
↑«Immune maladaptation in the etiology of preeclampsia: a review of corroborative epidemiologic studies». Obstetrical & Gynecological Survey53 (6): 377–82. June 1998. doi:10.1097/00006254-199806000-00023. PMID9618714.
↑World Health Organization (WHO). World health report 2005: make every mother and child count. Geneva: WHO; 2005, p. 63
↑Robbins and Cotran, Pathological Basis of Disease, 7th ed.
↑«Intrauterine growth restriction, preeclampsia, and intrauterine mortality at high altitude in Bolivia». Pediatric Research54 (1): 20–5. July 2003. doi:10.1203/01.PDR.0000069846.64389.DC. PMID12700368.
↑«Paternity change and the recurrence risk in familial hypertensive disorder in pregnancy». Hypertension in Pregnancy23 (2): 219–25. 2004. doi:10.1081/PRG-120037889. PMID15369654.
↑«Recurrence of placental dysfunction disorders across generations». American Journal of Obstetrics and Gynecology205 (5): 454.e1–8. November 2011. doi:10.1016/j.ajog.2011.05.009. PMID21722870.