Ητέμπερα είναι τεχνική στηζωγραφική. Σύμφωνα με αυτήν, αντί για λάδι, ως συγκολλητική ουσία των χρωμάτων, χρησιμοποιείται ζωική κόλλα, αυγό, ιχθυόκολλα, γάλα, γόμα διαλυμένη σενέφτι, κερίκλπ. Ανη συγκολλητική ουσία είναι το αβγό τότε ονομάζεται αυγοτέμπερα. Γιατην παρασκευή της αβγοτέμπερας χρειάζεται ένας κρόκος φρέσκου αβγού κότας, ο οποίος αφού καθαριστεί καλά από το ασπράδι που είναι κολλημένο πάνω του, αναμειγνύεται μεμια ή δυο κουταλιές της σούπας κρύο νερό καιδυο ή τρεις σταγόνες ξίδι. Αυτό δρα ως συντηρητικό και καθιστά το μείγμα λιγότερο λιπαρό, με αποτέλεσμα να γίνεται πιο εύκολο στη χρήση του.
Η τέμπερα πρωτοεμφανίζεται στις διακοσμητικές τοιχογραφίες ετρουσκικών τάφων του 6ουαι. π.Χ. (κυρίως στηνΤαρκυνία, όπου εικόνες με τέμπερα συναντώνται πάνω σε πυρόλιθο). Αργότερα, στη ρωμαϊκή εποχή, συναντάται μια παραλλαγή της, που συνδυάζεται μετηνωπογραφία. Ευρύτερη χρήση της τέμπερας άρχισε το 2οαι. μ.Χ. Ως συγκολλητική ουσία χρησιμοποιούσαν ένα μείγμα αβγού και γάλακτος. Η τέμπερα σε ολόκληρη τη διάρκεια τουΜεσαίωνα αποτελούσε το κύριο ζωγραφικό υλικό, μέχρι την αντικατάστασή της από το ελαιόχρωμα τον 15οαι., το οποίο πρωτοχρησιμοποίησαν οΣάντρο ΜποτιτσέλικαιοΑντρέα Μαντένια, με ρητίνη και βερνίκι πάνω σε καμβά. ΟΤζόρτζιο Βαζάρι αναφέρει ότι οΤσιμαμπούε, δάσκαλος τουΤζιότο, έμαθε την τέχνη της χρήσης αβγοτέμπερας από Έλληνες.
Σήμερα η τέμπερα βασίζεται στη ζωική κόλλα. Το κύριο πλεονέκτημά της βρίσκεται στην ευκολία της εκτέλεσης, παρότι μετον καιρό αλλοιώνονται οι αποχρώσεις. Τώρα όμως και αυτό το μειονέκτημα έχει αντιμετωπιστεί από τη σύγχρονη βιομηχανία χρωμάτων.