Τον Δεκέμβριο του 2018 ο δήμος είχε περί τους 43.734 κατοίκους, πληθυσμός αρκετός γιανα κατατάσσει τοΤουν ως την ενδέκατη μεγαλύτερη πόλη της Ελβετίας. Το πολεοδομικό του συγκρότημα έχει πληθυσμό περίπου 80.000 κατοίκους.
Η οικονομία του δήμου βασίζεται στον τουρισμό, την κατασκευή εργαλειομηχανών και οργάνων ακριβείας καιτη βιομηχανία τροφίμων. Η εκδοτική δραστηριότητα καιη ύπαρξη του μεγαλύτερου στρατοπέδου στη χώρα συνεισφέρουν επίσης.
Η επίσημη γλώσσα τουΤουν είναι η γερμανική, αλλά η ομιλούμενη γλώσσα είναι ηαλεμαννική διάλεκτος.
Ο πέλεκυς Thun-Renzenbühl, περ. 1800 π.Χ.Απεικόνιση τουΤουνστηνTopographia Helvetiæ, Rhætiæ et Valesiæ (1654) τουΜατέους Μέριαν του πρεσβύτερουΤο Κάστρο τουΤουν όπως φαίνεται από την πλατεία του Δημαρχείου
Η τοποθεσία κατοικείται από τηΝεολιθική περίοδο (μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ.). Κατά την πρώιμη Εποχή του Χαλκού υπήρχαν οικισμοί στις όχθες της λίμνης καιτου ποταμού Άαρ. Στη θέση Ρέντσενμπυλ (Renzenbühl) ανακαλύφθηκε τάφος κάποιου τοπικού φυλάρχου, που περιείχε μία από τις πλουσιότερες συλλογές τέχνεργων της πρώιμης Εποχής του Χαλκού σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μια άλλη θέση στο Βίλερ βρέθηκαν περίπου 1.500 κελύφη υδρόβιων σαλιγκαριών, που προφανώς είχαν αλιευθεί στη Μεσόγειο Θάλασσα και έγιναν αντικείμενο εμπορίου πάνω από τις Άλπεις.[8]Ο πέλεκυς Thun-Renzenbühl, χρονολογημένος περί το 1800 π.Χ., είναι ένα από τα αρχαιότερα δείγματα της τεχνικής ενθέσεως ενός μετάλλου μέσα σε άλλο παγκοσμίως.[9]Η διακόσμηση χρυσού στον πέλεκυ αυτόν ίσως να έχει κάποια αστρονομική σημασία.[10]
Η ονομασία της πόλεως ετυμολογείται από τηνκελτική λέξη Dunum, που σήμαινε «οχυρωμένη πόλη». Κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, μαζί με όλο σχεδόν το έδαφος της σημερινής Ελβετίας, το58 π.Χ., και σύντομα κατέστη ένα από τα κυριότερα κέντρα της ρωμαϊκής διοικήσεως της ευρύτερης περιοχής.
Οι Ρωμαίοι εκδιώχθηκαν από την πόλη (και από την υπόλοιπη χώρα) από τους Βουργουνδούς περί το 400 μ.Χ.. Ο ποταμός Άαρ απετέλεσε το σύνορο ανάμεσα στους εκχριστιανισμένους Βουργουνδούς και τους ειδωλολάτρες γερμανόφωνους Αλαμαννούς, που ζούσαν στα βόρεια. Η περιοχή αναφέρεται για πρώτη φορά τον 7ο αιώνα, στο χρονικό τουΦράγκου μοναχού Φρεδεγάρου, ενώ η πόλη το1133μετην ονομασία Tuno.[8]
Το 1264 τοΤουν απέκτησε τα δικαιώματα μιας πόλεως καιτο1384 αγοράσθηκε από το Καντόνι της Βέρνης. Η πόλη έγινε η πρωτεύουσα του Καντονίου του Όμπερλαντ της βραχύβιας Ελβετικής Δημοκρατίας (1798-1803).
Το1819 ιδρύθηκε μια στρατιωτική σχολή στην πόλη, που αναπτύχθηκε αργότερα στη βασική στρατιωτική σχολή όλης της Ελβετίας. ΤοΤουν απέκτησε σιδηροδρομική επικοινωνία με τις άλλες πόλεις το1859καιη πρώτη τηλεφωνική σύνδεση στην πόλη έγινε το 1888.
Εγχρωματισμένη φωτολιθογραφία του Άαρ καιτου Κάστρου τουΤουν από το 1900
Το κέντρο τουΤουν (όπου καιτο κάστρο) βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Άαρ, 1,6 χιλιόμετρο από το σημείο πουο ποταμός εκρέει από την ομώνυμη Λίμνη Τουν. Στο κέντρο τουΤουντο ποτάμι σχηματίζει μία νησίδα μήκους οκτακοσίων μέτρων. Η πόλη καλύπτει μια έκταση 21,6 τετραγωνικών χιλιομέτρων, μετα όριά της να φθάνουν έως και 4 χιλιόμετρα από το κέντρο. Τουψόμετροτου εδάφους του δήμου πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας κυμαίνεται από 552 μέτρα μέχρι 1.170 μέτρα στο ανατολικό σύνορό του[11][12], ενώ το κέντρο της πόλεως (σιδηροδρομικός σταθμός) βρίσκεται σε υψόμετρο 560 μέτρα, σχεδόν ταυτόσημο μετη στάθμη της λίμνης Τουν.
Από την έκταση του δήμου σύμφωνα μετην επισκόπηση του 2004, ποσοστό 27,9% έχει αγροτική χρήση, ενώ το 20,0% καλύπτεται από δάσος, το 49,9% από κτίσματα και οδούς, το 1,3% από νερό και μόλις το 0,9% είναι μη παραγωγική γη.[13] Επίσης τα πάρκα, οι ζώνες πρασίνου εντός της πόλεως και αθλητικές εγκαταστάσεις καλύπτουν το 4,4% της συνολικής εκτάσεως.[13]
Από το 1981 έως το 2010 τοΤουν είχε κατά μέσο όρο 123,7 ημέρες βροχής ή χιονιού ανά έτος, με μέση ετήσια βροχόπτωση συν χιονόπτωση 1024 mm. Οπιο βροχερός μήνας ήταν ο Αύγουστος, με μέση βροχόπτωση 138 mm, αλλά ο μήνας με τις περισσότερες ημέρες βροχής ήταν ο Ιούνιος, με 12,9 ημέρες κατά μέσο όρο. Ο ξηρότερος μήνας του έτους ήταν ο Φεβρουάριος, με 46 mm και 8,3 ημέρες βροχής.[14]
Το 2012 τοΤουν είχε πληθυσμό που αποτελείτο κατά 12,3% από υπηκόους ξένων χωρών. Η πλειονότητα του πληθυσμού ομιλεί τη γερμανική ως πρώτη γλώσσα (90,5% το έτος 2000), ενώ δεύτερη έρχεται η ιταλική με 1,8%.[15]
Το 2013 το 47,5% του πληθυσμού ήταν άρρενες.[16] Περί το 30,4% του πληθυσμού είχε γεννηθεί στην πόλη, το 37,4% στο ίδιο καντόνι, το 14,5% σε άλλο μέρος της Ελβετίας καιτο 14,1% είχε γεννηθεί σε άλλη χώρα[15] (στοιχεία του 2000).
Το 2012 το 17,5% του πληθυσμού τουΤουν είχε ηλικία από 0 έως 19 έτη, το 60,7% ήταν 20 έως 64 ετών καιτο 21,8% άνω των 64 ετών.[11]
Στην απογραφή του 2010 υπήρχαν 7.537 νοικοκυριά που αποτελούνταν από έναν μόνο άνθρωπο και 919 που αποτελούνταν από πέντε ή περισσότερους ανθρώπους.[17]
Το 2003 η μέση τιμή ενοικιάσεως ενός μέσου διαμερίσματος στοΤουν ήταν 1.017,63 ελβετικά φράγκατον μήνα, ποσό που αντιστοιχεί στο 91,2% του μέσου όρου για όλη την Ελβετία (1.116 ελβετικά φράγκα).[18]
Ο ιστορικός προτεσταντικός ναός του Scherzligen στοΤουν
Σύμφωνα μετην απογραφή του έτους 2000, το 65,2% του πληθυσμού τουΤουν ανήκε στηνπροτεσταντική Εκκλησία της Ελβετίας, το 14,5% ήταν Ρωμαιοκαθολικοί, το 1,09% (441 άνθρωποι) ήταν Ορθόδοξοικαι 4,51% μέλη άλλης χριστιανικής Εκκλησίας. Μόλις 17 άνθρωποι (ή το 0,04% του πληθυσμού) ήταν Ιουδαίοικαι 1.365 (το 3,38% του πληθυσμού) Μουσουλμάνοι. 115 κάτοικοι δήλωσαν Βουδιστές, 347 Ινδουιστέςκαι 2.765 (το 6,85% του πληθυσμού) μη θρησκεύοντες, αγνωστικιστές ή άθεοι, ενώ 1.246 (3,09%) δεν απάντησαν στην ερώτηση περί θρησκεύματος.[15]
Το 2011 τοΤουν είχε ποσοστό ανεργίας 2,41%. Μόλις 114 σε σύνολο 28.536 εργαζομένων απασχολούνταν στονπρωτογενή τομέα της οικονομίας, ο οποίος είχε 44 επιχειρήσεις. Οδευτερογενής τομέας απασχολούσε 6.625 εργαζόμενους με 450 επιχειρήσεις καιοτριτογενής τομέας 21.797 εργαζόμενους με 2.696 επιχειρήσεις.[11]Οι γυναίκες αποτελούσαν το 44,5% του εργατικού δυναμικού.
Το 2008 υπήρχαν συνολικά 20.331 θέσεις εργασίας πλήρους απασχολήσεως. Από αυτές οι 66 ήταν στον πρωτογενή τομέα, οι 6.159 στον δευτερογενή και 14.106 στον τριτογενή. Ενδεικτικά στον τριτογενή τομέα οι 2.910 από τις θέσεις (το 20,6%) ήταν στο εμπόριο ή στην επισκευή οχημάτων, οι 968 (6,9%) σε ξενοδοχείο ή εστιατόριο, οι 663 (4,7%) στον ασφαλιστικό καιτον τραπεζικό κλάδο, οι 692 (4,9%) στην εκπαίδευση και 2.457 (17,4%) στη φροντίδα υγείας.[19]
Το έτος 2000 συνολικά 11.320 εργαζόμενοι (47,2% των εργαζόμενων εντός των ορίων του δήμου) ζούσαν και εργάζονταν στοΤουν.[20] Από τον εργαζόμενο πληθυσμό το 27% χρησιμοποιούσε τη δημόσια συγκοινωνία γιανα μεταβεί στον χώρο εργασίας καιτο 41,2% Ι.Χ. αυτοκίνητο.[11]
Οι δημοτικοί φόροι στοΤουν είναι από τους μικρότερους στο Καντόνι της Βέρνης. Το 2012 ο συνολικός (δημοτικός συν καντονικός) φόρος για έγγαμο με δύο τέκνα και εισόδημα 150.000 ελβετικά φράγκα (CHF) ήταν 12,1%, ενώ γιατον άγαμο με ίδιο εισόδημα 18,1%.[21]Για σύγκριση, τα αντίστοιχα ποσοστά για όλο το καντόνι (μέσος όρος) ήταν 14,2% και 22,0%,ενώ για όλη την Ελβετία ήταν 12,3% και 21,1%.[22]
Από τους 20.367 φορολογούμενους στον δήμο το έτος 2010 οι 6,140 είχαν ετήσιο εισόδημα πάνω από 75.000 CHF, ενώ οι 133 μεταξύ 15.000 και 20.000 CHF. Το μέσο εισόδημα της πρώτης ομάδας στοΤουν ήταν 113.507 CHF ανά άτομο, μετο αντίστοιχο ποσό για όλη την Ελβετία να είναι 131.244 CHF.[23]
Το 2011 το 2,4% του πληθυσμού δεχόταν άμεση οικονομική βοήθεια από το κράτος.[24]
Το «Πανόραμα του Βόχερ» (1814) ο παλαιότερος σωζόμενος πανοραματικός πίνακας ζωγραφικής σε όλο τον κόσμο, έργο του Μάρκαρντ Βόχερ (Marquard Wocher, 1760-1830)
Το Μουσείο Τέχνης (Kunstmuseum Thun)
Ο πύργος του Σαντάου (Schloss Schadau)
Το Μουσείο των «Πάντσερ», με αρκετά τεθωρακισμένα οχήματα και όπλα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου
Το ατμόπλοιο «Blüemlisalp», τα πρώην Ξενοδοχεία Bellevue-Du Parc και Thunerhof, η «Οικία του Κήπου των Ρόδων» (zum Rosengarten), η έπαυλη Μπελερίβε (Landsitz Bellerive), ο παλαιός στρατώνας (Mannschaftskaserne), το πρώην νοσοκομείο στο Platzschulhaus, το Δημαρχείο, ο προτεσταντικός ναός του Scherzligen καιη Συλλογή Ιστορικού Στρατιωτικού Εξοπλισμού είναι καταχωρημένα στονSchweizerisches Inventar der Kulturgüter von nationaler und regionaler Bedeutung («Ελβετικό κατάλογο πολιτιστικών ιδιοκτησιών εθνικής και περιφερειακής σημασίας») μετην ένδειξη «εθνικής σημασίας».[25]
Το ατμόπλοιο «Blüemlisalp»
Το Δημαρχείο τουΤουν
Άποψη της πόλεως και της λίμνης από την κορυφή Νήντερχορν
Το Κάστρο τουΤουν
Το Κάστρο τουΤουνσε εικόνα των αρχών του 20ού αιώνα
ΣτοΤουντο 57,3% του πληθυσμού διαθέτει το αντίστοιχο του απολυτηρίου λυκείου καιτο 17,6% έχει επιπλέον πτυχίο πανεπιστημίου ή ανώτατης τεχνικής-επαγγελματικής σχολής.[11] Από τους 4.675 κατοίκους που είχαν ολοκληρώσει κάποια μορφή τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως, το 68,6% ήταν Ελβετοί άνδρες, το 22,5% Ελβετίδες γυναίκες καιτο 8,9% ήταν αλλοδαποί υπήκοοι.[15]. Στο Καντόνι της Βέρνης, όπως καιστην Ελλάδα, η υποχρεωτική εκπαίδευση είναι μέχρι καιτη Γ΄ Γυμνασίου.[26]
Κατά το σχολικό έτος 2012-2013 παρακολουθούσαν μαθήματα σε σχολεία του Τουν 3.923 μαθητές και μαθήτριες, ενώ υπήρχαν 603 νήπια σε γερμανόφωνα νηπιαγωγεία, εκτων οποίων το 29,9% είχαν διαφορετική μητρική γλώσσα από τη γλώσσα διδασκαλίας. Το αντίστοιχο ποσοστό στο δημοτικό σχολείο ήταν 26,3%, ενώ στο γυμνάσιο 23,1%.[27]
ΤοΤουνδεν διαθέτει πανεπιστήμιο, καθώς η Βέρνη απέχει μισή ώρα μετο τρένο, αλλά φιλοξενεί την Κρατική Βιβλιοθήκη τουΤουν (Stadtbibliothek Thun), που έχει 56.800 τόμους βιβλίων και είναι ανοικτή 300 ημέρες το έτος.[28]
Χειροσφαίριση: Η ομάδα Wacker Thun παίζει στο επαγγελματικό πρωτάθλημα της χώρας, με έδρα το κλειστό γήπεδο Sporthalle Lachen 2.000 θέσεων, και έχει κερδίσει δύο φορές τον τίτλο της πρωταθλήτριας Ελβετίας.
Χόκεϊ επί πάγου: Η ομάδα EHC Thun παίζει στην τρίτη καιστην τέταρτη εθνική κατηγορία του ελβετικού χόκεϊ με έδρα το 4.000 θέσεων Γκράμπενγκουτ.
Κανόε καγιάκ: ΤοΤουν φιλοξένησε το Παγκόσμιο πρωτάθλημα καγιάκ ελεύθερου στιλτο 2009.
Αμερικανικό ποδόσφαιρο: Η ομάδα του συλλόγου Thun Tigers παίζει στο κορυφαίο πρωτάθλημα της Ελβετίας, τη «Nationalliga A», με έδρα το πολλαπλών χρήσεων ανοικτό Stadion Lachen.
Drs. P (προφ. «Ντοκτοράντες Πε», πραγματικό όνομα Χάιντς Χέρμαν Πόλτσερ, 1919-2015), Ελβετός τραγουδοποιός, ποιητής και πεζογράφος στην ολλανδική γλώσσα
Ζαν Ζηγκλέρ (γενν. 1934), καθηγητής της κοινωνιολογίας, συγγραφέας και πολιτικός
Χάιντς Σνάιτερ (1935-2017), διεθνής αμυντικός ποδοσφαιριστής και προπονητής
Χανσπέτερ Λατούρ (γενν. 1947), προπονητής ποδοσφαίρου, πρώην τερματοφύλακας
↑«Kantonsliste A-Objekte». KGS Inventar (στα Γερμανικά). Federal Office of Civil Protection. 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Ιουνίου 2010. Ανακτήθηκε στις 25 Απριλίου 2011.
↑Noëmi Landolt (10 Νοεμβρίου 2011). «Die pragmatische Brückenbauerin» (στα Γερμανικά). WOZ Die Wochenzeitung 45/2011. Ανακτήθηκε στις 16 Απριλίου 2016.