himself

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σしぐまτたうηいーたνにゅー πλοήγηση Πήδηση σしぐまτたうηいーたνにゅー αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
himself < him + -self

Αντωνυμία

[επεξεργασία]

himself (en) (ενικός γがんま' προσώπου, αρσενικό, αυτοπάθεια τたうοおみくろんυうぷしろん he, θηλυκό herself, ουδέτερο itself, πληθυντικός themselves, χωρίς γένος himself ή themself ή themselves)

  1. (αυτοπαθής αντωνυμία) τたうοおみくろんνにゅー εαυτό τたうοおみくろんυうぷしろん
    …, he said to himself - …, είπε σしぐまτたうοおみくろんνにゅー εαυτό τたうοおみくろんυうぷしろん
  2. (εμφατικό) οおみくろん ίδιος
    I saw the king himself.
    Είδα τたうοおみくろんνにゅー ίδιος τたうοおみくろん βασιλιά.
    The author of the book will do the translation himself.
    Οおみくろん ίδιος οおみくろん συγγραφέας τたうοおみくろんυうぷしろん βιβλίου θしーたαあるふぁ κάνει τたうηいーた μετάφραση.

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σしぐまεいぷしろんλらむだ. 255, 383. ISBN 9780194325684. , λήμμα: εαυτός, ίδιος