Τοπρωτάθλημα Ελλάδας της περιόδου 1967-68 υπήρξε το 9οπου διεξήχθη σε μορφή εθνικής κατηγορίας. Το κατέκτησε εύκολα ηΑΕΚγια 4η φορά στην ιστορία της[1], συγκεντρώνοντας τέσσερις βαθμούς περισσότερους από τον επί διετία πρωταθλητή Ολυμπιακό Πειραιώς. Είναι χαρακτηριστικό ότι η "Ένωση" μόνο μετην επιστροφή του Ουγγρογερμανού τεχνικούΓιένε Τσάκναντι ξαναβρέθηκε στην κορυφή από το 1963,[2] προσπερνώντας τονΠαναθηναϊκότουΜπόμπεκκαιτον Ολυμπιακό τουΜπούκοβιπου ενδιάμεσα είχαν μονοπωλήσει τον τίτλο.
ένταξη παίκτη Α΄ κατηγορίας σε ομάδα άλλου "ποδοσφαιρικού" γεωγραφικού διαμερίσματος (οριοθετήθηκαν 11 στο σύνολο). Επιπρόσθετα, κατάργηση των μετακινήσεων από τηΒ΄ Εθνικήστην ανώτερη καιτων υποσχετικών (οι σημερινοί δανεισμοί), ενώ –το βασικότερο– οποιαδήποτε συμφωνία τελούσε υπό αίρεση έως ότου λάβει την προσωπική του έγκριση.[5]
Αξιοσημείωτο της διοργάνωσης, η πρώτη φορά στην Α΄ Εθνική που έστω και προσωρινά αμφισβητήθηκε η μονοκρατορία των τριών του πάλαι ποτέ ΠΟΚ κατά τη διάρκεια του β΄ γύρου,[8] όταν μετην έναρξή τουο Άρης παρέμεινε μόνος την κορυφή για μία αγωνιστική, έως την επόμενη καιτην εκτός έδρας ήττα 5–0 από τον Παναθηναϊκό (σκορ δυσανάλογο μετα τότε δεδομένα των δύο αντιπάλων.[3]Οι Θεσσαλονικείς υπήρξαν πάντως οι μόνοι οι οποίοι διατήρησαν αήττητη την έδρα τους, από κοινού μετον 7ο Βύζαντα Μεγάρων (επιβλήθηκε 2-1 της ΑΕΚκαι 3-1 του Ολυμπιακού[1], των δύο επικεφαλής της βαθμολογίας) στην καλύτερη εμφάνιση της τετραετούς του παρουσίας στην ανώτατη κατηγορία (1966-1970). Εντυπωσιακή ήταν,[9] τέλος, η πορεία τουΠιερικού (νίκησε ΑΕΚ, Παναθηναϊκό εντός καιΠΑΟΚ εκτός έδρας) που τερματίζοντας στην 5η θέση, αφενός ισοφάρισε την υψηλότερη επίδοση συλλόγου από την επαρχία (το είχε πετύχει ο ίδιος την περίοδο 1964-65), αφετέρου θα γίνει ο παρθενικός της εκπρόσωπος σε ευρωπαϊκό θεσμό μέσω τουΒαλκανικού κυπέλλου.
ο Μπαλόπουλος αγωνιζόταν καιστο κέντρο, οδε Σταθόπουλος στην άμυνα.
Η ομάδα δεν πραγματοποίησε κάποια προσθήκη, ενώ οι Παπαϊωάννου, Σκευοφύλαξ, Σεραφείδης, Σοφιανίδης, Σταματιάδης ήταν επίσης πρωταθλητές το 1963καιοι τρεις τελευταίοι ανήκαν ήδη στο δυναμικό της πριντην καθιέρωση της Α΄ Εθνικής το 1959 (άρα διένυαν μετηνΑΕΚτον 9ο χρόνο τους στην κατηγορία).
παραμονή, αρχικά μέσω κατάταξης και τελικά μέσω διαβάθμισης
αρχικά παραμονή, τελικά υποβιβασμός στηΒ΄ Εθνική μέσω διαβάθμισης
υποβιβασμός στη Β΄ κατηγορία Ελλάδας ή τηνΑ΄ Κύπρου
Σύστημα βαθμολογίας: 3 βαθμοί η νίκη – 2η ισοπαλία – ένας (1) η ήττα.
Κριτήρια κατάταξης: 1) βαθμοί, 2) συντελεστής τερμάτων (γκολ υπέρ διαγκολ κατά), 3) αγώνας κατάταξης (μπαράζ) σε ουδέτερο γήπεδο με 30λεπτη παράτασηστην περίπτωση ισοπαλίας, 4) κλήρωση.
Θέσεις 1η (πρωταθλητής) και 15η (παραμονή): εφαρμογή των κριτηρίων 2) και 3) σε αντίστροφη σειρά.
Σημείωση 1: η προκήρυξη του πρωταθλήματος προέβλεπε υποβιβασμό μόνο των τριών τελευταίων της βαθμολογίας, εκτων υστέρων όμως Πανσερραϊκός και Πανελευσινιακός υποχρεώθηκαν σεαγώνες διαβάθμισηςμετη δευτεραθλήτρια αντίστοιχα βορείου και νοτίου ομίλου της Β΄ κατηγορίας. Σημείωση 2: υπήρξε η τρίτη μόλις περίοδος στις έως τότε 9 της Α΄ Εθνικής, όπου το αποτέλεσμα κάποιας συνάντησης δεν χρειάστηκε να κατακυρωθεί 2-0 υπέρ του ενός αντιπάλου βάσει κανονισμών. Αυτό αποδίδεται στην ελάττωση διαμαρτυριών προς τους διαιτητές και ενστάσεων σε αρμόδιες επιτροπές κατά το πρώτο –τουλάχιστον– δικτατορικό διάστημα, μετην κατάσταση να ευνοεί το έλλειμμα δημοσιοποίησης γεγονότων στο φίλαθλο κοινό εξαιτίας της λογοκρισίας ("όλα καλυμμένα κι όμορφα").[3] Ενδεικτικό περιστατικό της κρατικής παρέμβασης στο ποδόσφαιρο της εποχής, εκτυλίχθηκε όταν ο Υπουργός Εσωτερικών ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός διέκοψε το πρώτο "χουντικό" ντέρμπι Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός Π. (1–0, 22 Νοεμβρίου 1967) ώστε να συστήσει τοευ αγωνίζεσθαι στους ΣιδέρηκαιΣούρπη υπό την απειλή αστυνομικής σύλληψης, τοδε διαιτητή Κιτσούκαλη –περιέργως επαναφέρθηκε κατόπιν διετίας οικειοθελούς αποχώρησης– να εκτελεί χρέη απλού διεκπεραιωτή της επανέναρξης του αγώνα.[12]
α Πανελευσινιακός-Πιερικός στις 29 Οκτωβρίου 1967 (4η αγωνιστική): διακόπηκε εξαιτίας ακαταλληλότητας του γηπέδου από τη βροχή χωρίς να αρχίσει το β΄ ημίχρονο,[13] όπως καιηεξ αρχής επανάληψή τουτην επομένη γιατον ίδιο λόγο (52').[14] Πραγματοποιήθηκε τελικά στις 8 Νοεμβρίου,[15] χωρίς να νικήσουν οι φιλοξενούμενοι πουσε αμφότερες τις περιπτώσεις διακοπής προηγούνταν αντίστοιχα 2-0 και 1-0.
Πανελευσινιακός - ΟΦΗ (δευτεραθλητής Νοτίου ΟμίλουΒ' εθνικής) 2–1, 0–3 και 0-3 στον επαναληπτικό αγώνα σε ουδέτερο γήπεδο, γιατον οποίον ο αθλητικογράφος Γιώργος Παγιωτέλης αναφέρει χαρακτηριστικά:
ΟΠαττακός άλλωστε μετο έτσι θέλω ανέβασε τονΟΦΗ (και στις νίκες του έστελνε συγχαρητήρια τηλεγραφήματα). Είναι η χρονιά πουστο παιχνίδι διαβάθμισης ΟΦΗ-Πανελευσινιακού, ορίσθηκε σαν ουδέτερη έδρα τα... Χανιά! Στρατοκρατούμενη η Ελλάδα, στρατοκρατούμενος κιο αθλητισμός. Μέχρι συνταγματάρχες διορίζονταν ως γυμνασίαρχοι![16]
καισε μετέπειτα σημείο:
Όμως επειδή ταγκολδεν έπαιζαν ρόλο τότε, έγινε μπαράζ... στο μπαράζ. Έτσι στα Χανιά(!) ΟΦΗ-Ελευσίνα 3-0. Γράψαμε γι' αυτή τη σκέψη του Παττακού (που ήταν στο σύστημα... αποφασίζουμε και διατάζουμε). Έπρεπε οΟΦΗνα παίξει Α΄ Εθνική! Γι' αυτό καιο τρίτος αγώνας έγινε στα Χανιά![17]
Μη συνυπολογισμένης της διαβάθμισης σημειώθηκαν 788 γκολ, άρα μέσος όρος 2,6 σε κάθε αγώνα. Τα περισσότερα κατά τη διάρκεια ενός παιχνιδιού, υπήρξαν τα 8 που οι Κύπριοι φίλαθλοι είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν στη συνάντηση Ολυμπιακός Λευκωσίας-Πιερικός 5–3.
Καταλογίστηκαν 61 πέναλτι, σε αναλογία 1,8 ανά αγωνιστική ημέρα ή ένα κάθε 5 αναμετρήσεις, μετα 46 να εκτελούνται εύστοχα (ποσοστό 75%).[18]ΟΤάκης Ασημακόπουλος μετέτρεψε σε τέρμα 6 από τα 7 για τον Απόλλωνα καιο –αρχισκόρερ έτους– Θανάσης Ιντζόγλουτα 8 στα 9 του Πανιωνίου, συλλόγου ο οποίος είχε τα περισσότερα υπέρ του. Αστοχώντας μόνο στο πρώτο, ο παίκτης ξεκίνησε ένα σερί 22 επιτυχημένων εκτελέσεων πουδενθα ανακοπεί παρά το 1977,[19] προς το τέλος της σταδιοδρομίας τουκαι ως στέλεχος πλέον του Εθνικού, ενώ παράλληλα έθεσε το σχετικό ρεκόρ γιατην ανώτατη βαθμίδα του ελληνικού πρωταθλήματος (με οποιοδήποτε σύστημα διεξαγωγής του).
Το Σάββατο 27 Ιανουαρίου 1968,[20]οΑνδρέας Φιλώτας –σύντομα Κύπριος διεθνής–[21] διαμόρφωσε το τελικό Ολυμπιακός Λευκωσίας-Πανσερραϊκός 2–1 και αποτέλεσε τον πρώτο τερματοφύλακα που αφενός εκτέλεσε πέναλτι,[7] αφετέρου χρίστηκε σκόρερ στην Α΄ κατηγορία Ελλάδας.[22]
Οι Διακουμής και Γιάννης Τζώτζος πέτυχαν γκολ μέσω απευθείας κτυπήματος κόρνεργια λογαριασμό των Ολυμπιακού Βόλου και Πανσερραϊκού αντίστοιχα,[23]ο τελευταίος στο εντός έδρας 1–1 μετον Ολυμπιακό Πειραιώς.[24]
Στην κανονική διάρκεια της διοργάνωσης χρησιμοποιήθηκαν 365 παίκτες συνολικά,[10] δηλαδή τις ομάδες στελέχωσαν κατά μέσο όρο 20 μέλη, όσα ακριβώς την προηγούμενη περίοδοκαι παρά την αύξηση των αγώνων από 30 σε 34. Το γεγονός οφείλεται στην προαναφερόμενη μεταγραφική αδρανοποίηση εξαιτίας των γεωγραφικών περιορισμών και της εμπλοκής τουΓΓΑ Ασλανίδη.[10]Ο Βύζας χρησιμοποίησε 17 και τους λιγότερους, οδεΓΑΣ Βέροια 19 αλλά ουσιαστικά μόλις οι 12 μετείχαν πάνω από 8 φορές, περίπτωση παρόμοια μετων πρωταθλητών Παναθηναϊκού το 1960καιΑΕΚτο 1963.[25]Σε κάθε μία από τις 34 συναντήσεις αγωνίστηκαν 24 ποδοσφαιριστές 16 σωματείων (όλων πλην Εθνικού καιΠΑΟΚ), οι περισσότεροι αμυντικοί (α), μεσοεπιθετικοί (μ-ε), κανείς δετερματοφύλακας:
Υπήρξε το δεύτερο πρωτάθλημα πουδεν απουσίασαν σε κάποια αναμέτρηση της ομάδας τους οι Κουβάς (συνεχόμενο), Ηλιάδης, το τρίτο για τους Δομάζο, Κυζίρογλου, τοδε τέταρτο του Ζαντέρογλου και μάλιστα διαδοχικό,[23]με αποτέλεσμα την τελευταία αγωνιστική να συμπληρώσει 129 συνεχείς εμφανίσεις στην Α΄ Εθνική (μεΝίκη Β.και Ολυμπιακό Π.).[27] Ωστόσο, τον Απρίλιο οΤάσος Βασιλείου είχε ήδη επεκτείνει το σερί των 124 τουΑριστείδη Καμάρα (1962-1966) σε 132 (από τον Ιανουάριο του 1964, για Απόλλων Αθ. καιΑΕΚ), ενώ με 258 στη λήξη της διοργάνωσης ήταν πλέον ο παίκτης που είχε αγωνιστεί τις περισσότερες φορές στην κατηγορία (έλειψε μόνο 16 σε 9 χρόνια).[28]
Στο Βύζας-Ολυμπιακός Λευκωσίας 5–1 ο Κουβάς των νικητών σημείωσε όλα τους τα τέρματα (2 με πέναλτι) καιστο Πανιώνιος-Προοδευτική 5–0 της τελευταίας αγωνιστικής ο Ιντζόγλου 4 που του επέτρεψαν να αναδειχθεί αρχισκόρερ περιόδου,[23] μάλιστα "ο πρώτος εκτός ΠΟΚ".[29]Όπως ακριβώς το προηγούμενο έτος, ο συγκεκριμένος τίτλος –χωρίς αντίκρισμα τότε–[30] κρίθηκε στη λήξη της καιγια μόλις ένα γκολ, μετη διαφορά ότι ο κορυφαίος πέρυσι Γ. Σιδέρης απουσίαζε από το Πανελευσινιακός-Ολυμπιακός Πειραιώς 0–2,[σ 1] όταν ο ανταγωνιστής του ευστοχούσε γιατο β΄ ημίχρονο στοστάδιο Νέας Σμύρνης τέσσερις φορές (τηδε καταληκτική μέσω εκτέλεσης πέναλτι στο 87').[11]
Ο τελικά δεύτερος είχε 17 επιτυχίες στοστάδιο Καραϊσκάκηκαι 12 εξ αυτών με 4 χαττρικ,[24] ενώ 2 τέτοια σημείωσε οΜ. Παπαϊωάννου (13 ακόμη παίκτες από ένα) που κατά το Ολυμπιακός Πειραιώς-ΑΕΚ 1–4 της 3ης Δεκεμβρίου 1967 (9η αγωνιστική) αποτέλεσε τον τρίτο με 100 τέρματα στην Α΄ Εθνική,[23] κατόπιν τωνΝεστορίδητο Μάρτιο του 1963[31]και Σιδέρη τον Οκτώβριο του 1964.[32]Το σερί σκοραρίσματος του τελευταίου επί 8 αγωνιστικές τη χρονιά 1964-65, ισοφάρισε μενο Νικολαΐδης της πρωταθλήτριας,[23]με λιγότερα όμως τέρματα στο σύνολο: 9 έναντι 12.[33]
Η απουσία στην πρώτη 20άδα κάποιου από τον Παναθηναϊκό,[26] παραγωγικότερο σύνολο τις 5 στις 8 περασμένες διοργανώσεις (1960-61, 1961-62, 1962-63, 1964-65, 1965-66),[34] αποτυπώνει την επιθετική του δυστοκία πουοι δημοσιογραφικές περιγραφές υπογράμμιζαν με χαρακτηριστικό τρόπο.[σ 2]Η ομάδα δεν είχε στέλεχος με διψήφιο αριθμό τερμάτων (οΔομάζος πέτυχε 9 σε 34 αγώνες)[29]για μόλις τρίτη περίπτωση κατά την παρουσία της στην Α΄ Εθνική[σ 3]καιγια μοναδική δεν εκπροσωπήθηκε στους 20 πρώτους σκόρερ.
Με βάση το άθροισμα της ατομικής βαθμολογίας (3: άριστος, 1: καλός) ανά αγώνα, την οποία δημοσίευε η εβδομαδιαία εφημερίδα Ομάδακαι σύμφωνα μετο αρχείο τουαθλητικογράφουκαι αναλυτή στατιστικών στοιχείων ποδοσφαίρου Γιώργου Παγιωτέλη, την ιδανική 11άδα του πρωταθλήματος απάρτιζαν οι εξής:
ενώ ιδιαίτερα διακρίθηκαν ακόμη ο τερματοφύλακας Νίκος Χρηστίδης, οικεντρικοί αμυντικοίΧρήστος Ζαντέρογλου (Ολυμπιακός Π.), Σωκράτης Κουσουλάκης (ΓΑΣ Βέροια), Άγγελος Κρεμμύδας (Εθνικός), Φραγκίσκος Σούρπης (Παναθηναϊκός), Ζαχαρίας Χαλιαμπάλιας (Ηρακλή), οαριστερός αμυντικόςΚυριάκος Καζαντζίδης (Πανιώνιος), ομέσοςκαι αμυντικός Θόδωρος Κυζίρογλου (Πιερικός), οι πρωτοεμφανιζόμενοι κεντρώοι Στέφανος Γαϊτάνος (ΓΑΣ Βέροια), Γιώργος Στολίγκας (Ολυμπιακός Π.) καιο μεσοκυνηγός Βαγγέλης Συρόπουλος (Άρης).[26]Σε 9 διοργανώσεις Α΄ κατηγορίας, κορυφαίος δεξιός ακραίος της άμυνας υπήρξε ο Καμάρας για 6η φορά (επίσης 1961 με Απόλλωνα Αθ., 1963-1966 με Παναθηναϊκό), στην καλύτερη επιθετική πεντάδα ο Σιδέρης περιλήφθηκε για δεύτερη διαδοχική και 5η συνολικά (1962, 1964, 1965, 1967), ο Δομάζος 4η (1961, 1962, 1966) καιο Σταματιάδης 3η (1964, 1965), ενώ ως αριστερός αμυνόμενος ο Σοφιανίδης για 2η (1963).[38]
Η χρονιά αποδείχθηκε εξαιρετική γιατον Βασιλείου, ο οποίος εκτός από πρωταθλητής, παίκτης με τις περισσότερες έως τότε συμμετοχές Α΄ Εθνικής αθροιστικά, επί δεύτερο συνεχόμενο έτος ιδανικός σέντερ μπακκαιγια 4η φορά στην κορυφαία αμυντική γραμμή (1961 αριστερά και 1962 με Απόλλωνα Αθ., 1967 μεΑΕΚ), συγκέντρωσε κατά την εφημερίδα την υψηλότερη ατομική βαθμολογία (ακολούθησαν με αισθητή διαφορά οι Γιαννακόπουλος, Δομάζος και Ζαντέρογλου).[23] Είχε πραγματοποιήσει την τελευταία του εμφάνιση στηνεθνική Ελλάδαςτον Οκτώβριο του 1966,[39] αποχωρώντας αργότερα διαμαρτυρόμενος γιατην εξορία του πατέρα τουστο νησί της Γυάρου ως αντιφρονούντα μετη δικτατορική κυβέρνηση.[40]
Κάποιες αλλαγές και –ειδικά προς τη λήξη της διοργάνωσης– λύσεις συνεργασίας χωρίς αντικατάσταση, ενδέχεται ναμην περιλαμβάνονται καθώς δεν αναφέρονται σε μεταγενέστερες πηγές.
Από τα 18 σωματεία, την περίοδο άρχισαν μετον προπονητή που είχαν ολοκληρώσει την περυσινή τα 8 τουλάχιστον (δεν είναι γνωστοί οι προηγούμενοι των νεοφώτιστων Ολυμπιακού Βόλου και Πανελευσινιακού) καιμε Έλληνα ή Κύπριο τα 10, δεδομένου ότι οι πολυπληθείς μέχρι πρόσφατα Γιουγκοσλάβοι δεν απολάμβαναν της εμπιστοσύνης του νέου καθεστώτος σε πολιτικό επίπεδο.
Διατέθηκαν 2.357.140 εισιτήρια,[4][46] άρα κατά μέσο όρο 7.700 ανά συνάντηση και 69.000 κάθε αγωνιστική ημέρα. Την 3η από αυτές στις 21 και 22 Οκτωβρίου σημειώθηκε η μεγαλύτερη προσέλευση με 101.812 θεατές, τα ¾ των οποίων παρακολούθησαν από ένα τοπικό ντέρμπισε Θεσσαλονίκη, Αθήνα ή Πειραιά: 28.748 τοΠΑΟΚ-Άρης (2–3), 22.887 το Παναθηναϊκός-ΑΕΚ (1–1) και 22.590 το Προοδευτική-Ολυμπιακός Πειραιώς (0–1) αντίστοιχα.[27] Αυτό ήταν το πρώτο Σαββατοκύριακο στην ιστορία της ανώτατης βαθμίδας του ελληνικού ποδοσφαίρου με περισσότερους από 100 χιλιάδες φιλάθλους να προμηθεύονται εισιτήριο καινα καταβάλουν συνολικό ποσό που υπερέβη τα 3 εκατομμύρια δραχμές (3.045.328), επίσης για πρώτη φορά. Πέραν του ενδιαφέροντος γιατην αρχή της διοργάνωσης και τις συγκεκριμένες αναμετρήσεις, το ρεκόρ επιτεύχθηκε βέβαια λόγω της αύξησης από 8 σε 9 των παιχνιδιών της αγωνιστικής και, παρότι συχνά προσεγγίστηκε, δεν ξεπεράστηκε στη διάρκεια εκείνης της ίδιας χρονιάς.[46]