Η γενοκτονία των Ελλήνων πραγματοποιήθηκε παράλληλα με γενοκτονίες σε βάρος και άλλων χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δηλ. τωνΑρμενίωνκαιτωνΑσσυρίων.[1]Οι εκτιμήσεις για τις ανθρώπινες απώλειες την περίοδο από το 1912 ως το 1922 ξεκινούν από 200-300 χιλιάδες[2]και φτάνουν, κατά ορισμένους Έλληνες μελετητές τις 800.000[3] - 1.200.000[4] ανθρώπους.
Το1998ηΒουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη της 14ης Σεπτεμβρίου ως «ημέρα εθνικής μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης από το Τουρκικό Κράτος»[5][6]. Η θεώρηση των γεγονότων αυτών, πουγια δεκαετίες αποκαλούνταν από τους Έλληνες «Μικρασιατική Καταστροφή», ως γενοκτονίας αποτελεί σημείο αντιλεγόμενο στην Ελλάδα ανάμεσα σε ιστορικούς, διανοούμενους και προσφυγικές οργανώσεις. Όσοι αμφισβητούν την καταλληλότητα του όρου «γενοκτονία» ανήκουν στο κυρίαρχο ρεύμα της κοινότητας των Ελλήνων ιστορικών.[7]Σε ψηφίσματα της Γερουσίας τωνΗΠΑ γίνεται αναφορά σε γενοκτονία κατά των Ελλήνων[8][9].
Η τύχη των ελληνικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κατά τις τελευταίες δεκαετίες της ύπαρξης της, συνδέεται άμεσα μετην κορύφωση του τουρκικού εθνικισμού, όπως εκφράστηκε από την ιδεολογία των Νεότουρκων. Το κίνημα των τελευταίων, που ξέσπασε το 1908, υπήρξε αποφασιστικό σημείο στην τουρκική ιστορία και ταυτόχρονα σταθμός γιατην πορεία του Ελληνισμού της χώρας.[10]Οι ίδιοι οιελληνορθόδοξοι Χριστιανοί της Μικράς Ασίας την τελευταία περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας αυτοπροσδιορίζονταν ως «Ρωμιοί» (τούρκικα: Rum), που δήλωνε βυζαντινο-ρωμαϊκή καταγωγή καιτην ελληνορθόδοξη ταυτότητά τους, βασικότερο συστατικό της οποίας ήταν ηχριστιανική πίστη, ενώ χρησιμοποιούσαν την ονομασία «Έλληνες» για τους υπηκόους τουελληνικού κράτους.[11]
Ο τίτλος που έφερε το κόμμα των Νεότουρκων «Ένωση και Πρόοδος», ήταν κατάλληλος γιανα συγκινήσει όλα τα έθνη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, χωρίς όμως να δημιουργεί δεσμεύσεις για τους Νεότουρκους. Αλλά η αισιόδοξη ερμηνεία του όρου «Ένωσης», δηλαδή της ενότητας των υπηκόων της Αυτοκρατορίας, είχε ερμηνευτεί από τους Νεότουρκους ως αφομοίωση των μειονοτήτων με βίαιη κρατική παρέμβαση και όχι τελικά ως παράλληλη ειρηνική διαβίωση.[10]Τα σχέδια για ένα μονοεθνικό τουρκικό κράτος προανάγγειλε το στέλεχος των νεοτούρκων Ναζίμ μπέης σε συνέντευξή τουπου δημοσιεύτηκε καιστην «Αθήναι», την 8/9/1908.[12]Στην ουσία, πολλά μέτρα που αναγγέλθηκαν προς όφελος, θεωρητικά, της ισότητας, αποδείχτηκαν τελικά στην πράξη μέσα καταπίεσης των Ελλήνων υπηκόων της Αυτοκρατορίας, όπως η υποχρεωτική στράτευση καιη άρση των προνομίων των κοινοτήτων.[10]
Παράλληλα, η εδαφική συρρίκνωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προκάλεσαν περαιτέρω έξαρση του τουρκικού εθνικισμού, ενώ οι μειονότητες της χώρας αντιμετωπίζονταν με απροκάλυπτη εχθρότητα. Κατά το διάστημα εκείνο (1908-1912) ξέσπασαν σειρά από εξεγέρσεις και πόλεμοι, όπως μετην Ιταλία και τις χριστιανικές χώρες τωνΒαλκανίων (Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος).[10]
Επιπρόσθετος λόγος, που προκάλεσε τη γενοκτονία, ήταν καιο οικονομικός παράγοντας. Μεγάλο μέρος του εμπορίου και της βιομηχανίας είχε συγκεντρωθεί στα χέρια των Ελλήνων, γεγονός που αποτελούσε εμπόδιο στην επιδίωξη τωνΓερμανώννα ολοκληρώσουν την οικονομική διείσδυση στην υπανάπτυκτη Οθωμανική Αυτοκρατορία.[13] Προς αυτό το σκοπό, προπαγανδιστικά φυλλάδια της Γερμανικής Τράπεζας Παλαιστίνης, το 1915, προέτρεπαν τους Τούρκους ναμην έχουν καμία οικονομική σχέση με Έλληνες και Αρμένιους.[10][14]
Γερμανοί στρατιωτικοί υπέδειξαν τον εκτοπισμό των ελληνικών πληθυσμών της ανατολικής Θράκης και της Μικράς Ασίας, κατά τονΑ' Παγκόσμιο Πόλεμο, με σκοπό τη συστηματική μεθόδευση της μαζικής μεταφοράς χιλιάδων Ελλήνων, θεωρητικά για «στρατιωτικούς λόγους», πουστην εφαρμογή του, αποσκοπούσε στη φυσική τους εξόντωση.[10]
Προοίμιο αυτών των πολιτικών ήταν ο εμπορικός αποκλεισμός της περιόδου 1909-1911, ενώ τον Ιούλιο του 1913 εγκαθιδρύθηκε δικτατορία από το νεοτουρκικό κομιτάτο. Η έναρξη γενικευμένων διωγμών ξεκίνησε κατά τα τέλη του 1913, μετο τέλος των Βαλκανικών Πολέμων,[15] ενώ αρχικός στόχος ήταν οι ελληνικοί πληθυσμοί της Ανατολικής Θράκης. Μετην καθοδήγηση όμως Γερμανών συμβούλων της Οθωμανικής Αυτοκρατορία, από τον Μαϊού του 1914, οι διώξεις επεκτάθηκαν επίσης καιστη δυτική Μικρά Ασία.[10]
Ο εκτοπισμός των Ελλήνων κατοίκων από αυτές τις περιοχές έγινε μετο πρόσχημα της ασφάλειας των συνόρων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετην Ελλάδα, μετην παράλληλη υποστήριξη Γερμανών. Όμως το ελληνικό κράτος, εκείνη την εποχή, ήταν ουδέτερο στονΑ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ήταν γερμανόφιλος. Παρ' όλα αυτά οι ελληνικές κοινότητες, ανεξαιρέτως, θεωρούνταν ύποπτες στις τουρκικές αρχές.[10]
Σε διαταγή της Οθωμανικής Κυβέρνησης στις 14 Μαΐου 1914, η οποία διοχετεύτηκε στον ευρωπαϊκό τύπο, δίνονταν οδηγίες γιατη διεξαγωγή του εκτοπισμού του ελληνικού πληθυσμού, ενώ υπενθυμίζονταν ότι έπρεπε οι εκτοπισμένοι να υπογράψουν πιστοποιητικά ότι εγκαταλείπουν ηθελημένα τα σπίτια τους. Για τους εκτοπισμούς φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκαν μέθοδοι εμπνευσμένες από Γερμανούς συμβούλους. Ήδη από το τέλος του 1913 τη στρατιωτική διοίκηση της Τουρκίας είχε αναλάβει ο Γερμανός στρατηγός Λίμαν φον Σάντερς. Ο τελευταίος θεώρησε ως επιτακτική ανάγκη την απομάκρυνση από τις περιοχές που γειτνιάζουν μετην Ελλάδα, δηλαδή τα δυτικά μικρασιατικά παράλια, των ελληνικών πληθυσμών. Η ζώνη που έπρεπε να εκκενωθεί από τους Έλληνες ξεκινούσε από την περιοχή τουΑδραμύττιου, βόρεια, ως και απέναντι από τη Σάμο, ενώ συπεριελάμβανε και μερικές δεκάδες χιλιόμετρα προς την ενδοχώρα.[10]
Η επιχείρηση της εκκένωσης εκδηλώθηκε συντονισμένα και ομοιόμορφα σε όλους τους οικισμούς. Αρχικά σημειώθηκε οργανωμένη ανθελληνική εκστρατεία στον τουρκικό τύπο και εντάθηκαν οι πιέσεις ώστε να προκληθεί εκούσια φυγή των ελληνικών πληθυσμών. Ταυτόχρονα, δίνονταν οπλισμός στον τουρκικό πληθυσμό, ενώ απαγορεύονταν η κατοχή όπλων στους Έλληνες. Επίσης, δημιουργήθηκε πρόχειρη χωροφυλακή, αμιγώς από Τούρκους, γιανα αναλάβει την επιχείρηση της εκκένωση. Τελικά, όσοι δεν κατάφεραν να διαφύγουν προς την Ελλάδα, που δέχτηκε εκείνο το διάστημα το πρώτο κύμα προσφύγων, εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας.[16]
Ο συνολικός αριθμός των εκτοπισμένων από τη δυτική Μικρά Ασία (πριν εισέλθει η Οθωμανική Αυτοκρατορία στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο), σύμφωνα με στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου ήταν 153.890 Έλληνες, σε αυτή τη φάση των διωγμών. Το ελληνικό στοιχείο εκδιώχθηκε τότε κυρίως από την περιοχή της Ερυθραίας, τοΑδραμύττιο, τοΔικελί, τηνΠέργαμοκαιτηΦώκαια. Μάλιστα στη Φώκαια η επιχείρηση εκκένωσης, συνοδεύτηκε από ακρότητες και σφαγές κατά του άμαχου πληθυσμού.[16][17]
Από την άλλη πλευρά, ο Ελληνισμός των μεγάλων αστικών κέντρων, Κωνσταντινούπολης και Σμύρνης, δεν εκτοπίστηκε λόγω πρακτικών δυσκολιών που συναντούσε το εγχείρημα. Όμως δηλώσεις Οθωμανών αξιωματούχων προκαλούσαν ιδιαίτερο πανικό γιατο μέλλον των κοινοτήτων των αστικών αυτών κέντρων, με αποτέλεσμα μεγάλος αριθμός νατα εγκαταλείψει. Παράλληλα, ο οικονομικός αποκλεισμός, οι διώξεις κατά συγκεκριμένων προσωπικοτήτων καιη άρση των παλιών προνομίων των κοινοτήτων, δημιούργησαν κλίμα τρομοκρατίας,[13] ενώ στις 22 Αυγούστου, πολιορκήθηκε το μητροπολιτικό μέγαρο στη Σμύρνη που τελικά κατέληξε σε εξορισμό του Μητροπολίτη Χρυσόστομου από τις οθωμανικές αρχές.[16] Χαρακτηριστικό της εγκατάλειψης ήταν καιη μείωση του αριθμού των μαθητών των ελληνικών σχολείων της Κωνσταντινούπολης κατά 30%-40%.[16][13]
Η ελληνική αντίδραση για τους διωγμούς εκδηλώθηκε σε έντονο ύφος με δύο ρηματικές διακοινώσεις στις οθωμανικές αρχές. Ειδικά η δεύτερη είχε ως αποτέλεσμα να αναβληθεί η εκκένωση τουΑϊβαλίου. Εκείνη την εποχή συμφωνήθηκε, σε διπλωματικό επίπεδο, η δημιουργία μεικτής επιτροπής, με σκοπό την ανταλλαγή Ελλήνων της Μικράς Ασίας, με Τούρκους των περιοχών που είχε ενσωματώσει η Ελλάδα κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Αλλά και μετά τη συγκρότηση της επιτροπής οι διωγμοί των ελληνικών πληθυσμών δεν έπαυσαν. Μάλιστα οργανωμένες συμμορίες ατάκτων, καθώς καιη πρόχειρη τουρκική χωροφυλακή, βρίσκονταν πολλές φορές εκτός ελέγχου, και εκτελούνταν δολοφονίες. Παράλληλα, η κωλυσιεργία της Υψηλής Πύλης στο θέμα της αναγνώρισης της κινητής περιουσίας των ελληνικών πληθυσμών οδήγησε σε ναυάγιο το εγχείρημα που είχε αναλάβει η επιτροπή.[16]
Διαμαρτυρίες πραγματοποιήθηκαν ακόμη και μέσα από το Οθωμανικό Κοινοβούλιο, από τον βουλευτή Αϊδινίου, Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη, γιατη συνέχιση των διωγμών.[16]
Η είσοδος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στηνΑ' Παγκόσμιο Πόλεμο σήμανε καιτην έναρξη νέων κυμάτων διωγμών. Αρχικά εφαρμόστηκαν σειρά από οικονομικά μέτρα, γιατην ικανοποίηση των αναγκών του πολέμου. Πέρα από την κατάργηση των διομολογήσεων, πραγματοποιήθηκαν επιτάξεις με καθαρά εθνικές διακρίσεις εντός του πληθυσμού, ενώ επιτάσσονταν, θεωρητικά για τις πολεμικές ανάγκες, ακόμη και είδη πολυτελείας. Το 1915, η οθωμανική κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να θέσει το εμπόριο αποκλειστικά σε τουρκικά χέρια, ίδρυσε στη Σμύρνη μια αποκλειστικά μουσουλμανική εταιρεία, που ασκούσε το μονοπώλιο στις εισαγωγές και εξαγωγές.[18] Επιπρόσθετα, οι οθωμανικές αρχές απαίτησαν την απόλυση όλων των Ελλήνων που απασχολούνταν σε ξένες επιχειρήσεις στη Σμύρνη καιτην αντικατάστασή τους με Μουσουλμάνους.[19]
Ένα ακόμη σημαντικό μέτρο που ενεργοποίησε τη επόμενη φάση των μαζικών εξοντώσεων, ενώ αρχικά φαινόταν ως μέτρο προώθησης της ισότητας των μειονοτήτων, ήταν η στρατιωτική θητεία. Το διάταγμα γιατη μαζική στρατολόγηση, αφορούσε όλους τους Οθωμανούς υπηκόους από 20 έως 45 ετών, ενώ υπήρχε η δυνατότητα εξαγοράς. Όμως όσοι ήταν πάνω από 45 ετών, υποχρεώθηκαν να εργαστούν στα περιβόητα "Τάγματα Εργασίας", το οποία στην ουσία ήταν στρατόπεδα συγκέντρωσης γιατην εξόντωση των ελληνικών, αλλά καιτων άλλων χριστιανικών πληθυσμών της χώρας. Δηλαδή, για τις μεγαλύτερες ηλικίες η στρατιωτική θητεία υποκαταστάθηκε με καταναγκαστικά έργα σε λατομεία, ορυχεία, δρόμους και αγρούς. Οι πορείες προς το εσωτερικό της Μικράς Ασίας, πραγματοποιούνταν σε άθλιες συνθήκες, ενώ όσοι επιβίωναν της απάνθρωπης πεζοπορίας καιτων επιδημιών, κατέληγαν και οδηγούνταν υποσιτισμένοι στα βάθη της Μικράς Ασίας, σεΆγκυρα, Ικόνιο, Σεβάστεια, Ερζερούμ ή Μερσίνη.[18]
Σύμφωνα μετην έκθεση Ελλήνων βουλευτών της τουρκικής βουλής που υποβλήθηκε το 1918, τα θύματα των διωγμών συνολικά, νεκροί και εκτοπισμένοι υπολογίζονται σε 750.000.[20]
Οι εκτοπίσεις ελληνικών πληθυσμών στη δυτική Μικρά Ασία γενικεύτηκαν από τη στιγμή που ξεκίνησε η πολεμική επιχείρηση σταΔαρδανέλλια, τον Φεβρουάριο του 1915. Οι μετατοπίσεις εξυπηρετούσαν τη δημιουργία αμιγώς τουρκικών πληθυσμών στην περιοχή. Μάλιστα στους εκτοπισμένους ανακοινωνόταν ότι το μέτρο αυτό ήταν αναγκαίο λόγω του υποτιθέμενου κινδύνου από τον συμμαχικό στόλο. Όμως αμέσως μετά την αποχώρησή τους, τουρκικοί πληθυσμοί από γειτονικές περιοχές καταλάμβαναν τα σπίτια τους. Από τη συντονισμένη εκτέλεση του μέτρου αυτού σε όλους τους οικισμούς της περιοχής διαφαίνεται ότι μεθοδεύτηκε από κεντρικό όργανο της οθωμανικής εξουσίας.[18]
Η τουρκική χωροφυλακή εμφανιζόταν στους υπό διωγμό οικισμούς με ρητές διαταγές από την οθωμανική διοίκηση. Πραγματοποιούνταν άμεσα η συγκέντρωση των κατοίκων σε κάποιο κεντρικό σημείο (συνήθως στην πλατεία) και από εκεί διατάζονταν απ' ευθείας για αναχώρηση προς άγνωστο σημείο. Οι εκτοπισμένοι απαγορεύονταν αυστηρά να μεταφέρουν μαζί τους τρόφιμα, ρούχα ή στρώματα. Η εποχή που πραγματοποιούνταν οι εκτοπισμοί, ήταν συνήθως κατά τους χειμερινούς μήνες, με δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Κατά τη διάρκεια της πεζής πορείας πραγματοποιούνταν σταθμεύσεις μόνο σε ακατοίκητες περιοχές στο ύπαιθρο, ώστε να αποφεύγεται το ενδεχόμενο οι εκτοπισμένοι να εφοδιαστούν. Επίσης, απαγορεύονταν η περιποίηση των αρρώστων καιη ταφή των νεκρών. Ιδιαίτερα, με θάνατο τιμωρούνταν η ελεημοσύνη από ομογενείς καιη παροχή ασύλου στα εγκαταλειμμένα βρέφη.[18]
Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, επιβάλλονταν η απολύμανση όλων σε οθωμανικά λουτρά (χαμάμ) και αμέσως μετά η έκθεση στην παγωμένη ύπαιθρο για επιθεώρηση και ιατρική εξέταση. Εκεί πραγματοποιούνταν καιοι "εκκαθαρίσεις", μεταξύ των εκτοπισμένων, μέτρο που αποδίδεται σε γερμανική εισήγηση. Η πορεία συνεχίζονταν από τους εναπομείναντες, με πλήρη ασιτία.[18]
Προκειμένου να αποφύγουν, όσοι είχαν τη δυνατότητα, τα Τάγματα Εργασίας είτε εξαγόραζαν τη θητεία τους ξεπουλώντας όμως σε αυτή την περίπτωση την περιουσία τους, είτε, ιδιαίτερα οι φτωχότεροι, κατέφευγαν στα βουνά και χαρακτηρίζονταν λιποτάκτες από τις αρχές. Όμως οι συγγενείς τους αναγκάζονταν να υποστούν σκληρά αντίποινα, επομίζωμενοι βαρύτατες ευθύνες.[21] Μάλιστα τον Μάρτιο του 1916, νέος οθωμανικός νόμος καταργεί την εφάπαξ εξαγορά της θητείας και θεσπίζει ετήσιο φόρο με αναδρομικό χαρακτήρα. Ως απόρροια αυτού του μέτρου, σημειώθηκαν χιλιάδες λιποταξίες, αλλά ακολούθησε αμείλικτη αντίδραση με κύμα εκτελέσεων από τους Τούρκους.[18] Πάντως, σε σχέση μετηΓενοκτονία των Αρμενίων, που διέπραξαν οι οθωμανικές αρχές κατά τα προηγούμενα έτη, γιατην εξόντωση των ελληνικών πληθυσμών, προτιμήθηκαν λύσεις πουθα οδηγούσαν στον αργό αλλά σταδιακό αφανισμό προκειμένου να αποφευχθεί, όσο το δυνατόν, η διεθνής κατακραυγή από το νέο κύμα ωμοτήτων.[18]
Την εμπειρία τουστα τάγματα εργασίας περιέγραψε, στο βιβλίο τουΤο Νούμερο 31328, οΗλίας Βενέζης, ο οποίος μαζί με άλλους 3.000 Αϊβαλιώτες υποχρεώθηκε να υπηρετήσει σε αυτά για 14 μήνες από το 1922, σε ηλικία 18 ετών. Ο Βενέζης ήταν ένας από τους μόλις 23 συμπατριώτες τουπου επιβίωσαν.
Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, σε αυτό το στάδιο, ξεκίνησαν από τη βορειοδυτική Μικρά Ασία (περιοχή Μαρμαρά) και επεκτάθηκαν στην Ιωνία, νοτιοδυτική καιτη βόρεια Μικρά Ασία. Το φθινόπωρο του 1914 εκκενώθηκαν 70 οικισμοί στην περιοχή της ΜάκρηςκαιτουΛιβισίου, ενώ οι περισσότεροι από τους εναπομείναντες κατοίκους, μετην πίεση συνεχών διωγμών από την τουρκική χωροφυλακή, πέθαναν από ασιτία σε περιβάλλον απομόνωσης. Τον Φεβρουάριο του 1916 εκτοπίστηκαν οι ελληνικοί πληθυσμοί της Νέας Εφέσου και ακολούθησαν τους επόμενους μήνες, του Γκιουλ Μπαξέ καιτου Γιατζιλάρ.[18]
Κατά την άνοιξη του επόμενου έτους, οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις επεκτάθηκαν στοΑϊβαλί, το οποίο είχε εξαιρεθεί κατά την πρώτη περίοδο των διωγμών.[18] Πάνω από 20.000 κάτοικοι αναγκάστηκαν σε πορεία προς την ενδοχώρα, όπου μεγάλος μέρος πέθανε από τις κακουχίες και τις ακρότητες που υπέστη από τουρκικά τμήματα. Μάλιστα το γεγονός ότι η επιχείρηση εκκαθάρισης του Αϊβαλίου πραγματοποιήθηκε ύστερα από γερμανική εντολή, έκανε αμφίβολο το μέλλον του γερμανόφιλου Έλληνα βασιλιά Κωνσταντίνου.[22]
Η τουρκική ήττα κατά τον ρωσσο-τουρκικό πόλεμο στην περιοχή, στο Σαρικαμίς στην βόρεια περιοχή της Μικράς Ασίας το 1915, αποδόθηκε στους Έλληνες που υπηρετούσαν στον οθωμανικό στρατό. Ως συνέπεια αυτού, όλοι οι στρατολογημένοι Πόντιοι εξαναγκάστηκαν σε στρατολόγηση στα τάγματα εργασίας[20]. Έτσι δεν άργησαν να εκδηλώνονται κύματα λιποταξίας, μετον κόσμο να καταφεύγει στα βουνά. Μάλιστα στην επαρχία Κερασούντας, για αυτό τον λόγο, κάηκαν 88 χωριά ολοσχερώς μέσα σε τρεις μήνες. Οι Έλληνες της επαρχίας, περίπου 30.000, αναγκάστηκαν να διανύσουν πεζή πορεία προς την Άγκυρα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Αναπόφευκτα το ένα τέταρτο αυτών πέθαναν καθ' οδόν [23]. Οι διώξεις προκάλεσαν τη δημιουργία θυλάκων αντίστασης από τους Πόντιους. Τελικά οι διώξεις εντάθηκαν μετην έκδοση διατάγματος, τον Δεκέμβριο του 1916, που προέβλεπε την εξορία όλων των ανδρών από 18 ως 40 ετών καιτη μεταφορά των γυναικόπαιδων στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Η εφαρμογή αυτού του μέτρου ξεκίνησε από τηνΆνω ΑμισόκαιστηνΜπάφρα.[20]Στην επαρχία Αμάσειας 72.375 Έλληνες, από τους συνολικά 136,768, εκτοπίστηκαν, από τους οποίους το 70% πέθανε από τις κακουχίες.[24] Πολλοί Πόντιοι θέλησαν να αντισταθούν οργανώνοντας, στις ορεινές εκτάσεις του Πόντου, αντάρτικα εναντίον του τακτικού στρατού, όπως στηΣάντα.[20]
Στον Άγιο Γεώργιο Πατλάμ της Κερασούντας είχαν συγκεντρωθεί 3.000 Έλληνες, οι οποίοι έγκλειστοι καισε συνθήκες ασιτίας από τις οθωμανικές αρχές, βρήκαν αργό θάνατο. Κατά τη διάρκεια τουΑ' Παγκοσμίου Πολέμου εξορίστηκαν συνολικά 235.000 Πόντιοι, ενώ 80.000 μετανάστευσαν στη Ρωσία[20]. Ταυτόχρονα όμως, λιγότερο έντονες ήταν οι διώξεις που υπέστησαν, τότε, οι Έλληνες του ανατολικού Πόντου, στην περιοχή της Τραπεζούντας, κυρίως λόγω της ικανότητας του μητροπολίτη Χρύσανθουνα συνδιαλλάσσεται με τις τοπικές αρχές, αλλά και από το γεγονός ότι από τον Απρίλιο του 1916 η περιοχή καταλήφθηκε από τον ρωσικό στρατό.[20]
Κατά τηΜικρασιατική Καταστροφήτον Αύγουστο του 1922, ανάμεσα στα θύματα των Χριστιανών από τους Τούρκους συγκαταλέγεται καιο Μητροπολίτης Χρυσόστομος Σμύρνης, που δολοφονήθηκε με ιδιαίτερα βασανιστικό θάνατο, καθώς και πολλοί άλλοι Επίσκοποι και ιερείς (342 μόνο στη Μητρόπολη Σμύρνης).[25]
Αποκορύφωμα η πυρπόληση της αρμενικής και της ελληνικής συνοικίας της Σμύρνης. Το κάψιμο των σπιτιών ανάγκασε τους κρυμμένους σε αυτά Χριστιανούς ναβγουν έξω στους δρόμους, με αποτέλεσμα καιοι τελευταίοι που είχαν γλυτώσει από τις προηγούμενες σφαγές, να πέφτουν στα χέρια των Τούρκων καινα υφίστανται τρομερούς βασανισμούς πριντον θάνατό τους. Μεταξύ των θυμάτων, υπήρξαν και μεμονωμένες περιπτώσεις Δυτικών (Αμερικανών, Ολλανδών κ.α.), παρ’ ότι οι Τούρκοι κατά κανόνα αυτούς δεν τους πείραζαν.[26][27].
Οι σφαγές κατά Ελλήνων και Αρμενίων από τους Τούρκους έκαναν τον Αμερικανό Πρόξενο στην Σμύρνη Τζωρτζ Χόρτον (George Horton) να γράψει: «Ένα από τα δυνατώτερα συναισθήματα που πήρα μαζί μουαπ’ τη Σμύρνη ήταν το συναίσθημα της ντροπής, διότι άνηκα στο ανθρώπινο γένος»[28]
Το ζήτημα του πλήθους των θυμάτων των διωγμών κατά τη δεκαετία που διήρκεσε ως καιτηΜικρασιατική Καταστροφή απασχολεί μελετητές και ακτιβιστές που επιζητούν την αναγνώρισή των γεγονότων ως γενοκτονίας και συναρτάται μετο ερώτημα του πλήθους των Ελλήνων που ζούσαν στη Μικρά Ασία την περίοδο έναρξης τουΑ' Παγκοσμίου Πολέμου.[29]Γιατον ελληνικό πληθυσμό της οθωμανικής αυτοκρατορίας στηΜικρά ΑσίακαιτηνΑνατολική Θράκη από την Άνοιξη του1914 μέχρι το1923, οΑριστοκλής Ι. Αιγίδηςστο βιβλίο τουΗ Ελλάς χωρίς τους πρόσφυγας (Αθήνα 1934) τονίζει ότι «1.200.000 ψυχές αποτελούν τον τραγικόν εις ανθρωπίνας απωλείας απολογισμόν του αγώνος»[εκκρεμεί παραπομπή]. Ο Θεοφάνης Μαλκίδης, διδάκτωρ Κοινωνικών Επιστημών και διδάσκει στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, τονίζει ότι «μιλάμε για πάνω από 800.000 Έλληνες».[εκκρεμεί παραπομπή] Στις 20 Μαρτίου 1922, ο Άγγλος διπλωμάτης Ρέντελ συνέταξε ένα μνημόνιο για τις τουρκικές ωμότητες σε βάρος των χριστιανών από το 1919 και έπειτα. Στο προοίμιο αυτού του μνημονίου αναφέρει:
«Η επίτευξη της ανακωχής μετην Τουρκία, στις 30 Οκτωβρίου 1918, φάνηκε να επέφερε μια προσωρινή παύση των διωγμών των μειονοτήτων εκ μέρους των Τούρκων, που διαπράχθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Στην επιδίωξη αυτών των διωγμών, είναι γενικώς αποδεκτό ... ότι πάνω από 500.000 ‘Έλληνες εξορίστηκαν, εκτων οποίων συγκριτικώς ελάχιστοι επέζησαν...»[30][Χρειάζεται σελίδα].
Στο1998ηΒουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη «της 14ης Σεπτεμβρίου ως ημέρας εθνικής μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος». Η έκδοση του σχετικού προεδρικού διατάγματος από την κυβέρνηση έλαβε χώρα δύο χρόνια αργότερα. Η έκδοση τουΠ.Δ. συνάντησε αντιδράσεις από όσους θεωρούσαν ότι δεν είναι ιστορικά ακριβής η περιγραφή των γεγονότων ως «γενοκτονία», αλλά αποσκοπούσε στην παρεμπόδιση της ελληνοτουρκικής προσέγγισης εκείνη την εποχή, με αποτέλεσμα τοΠ.Δ. ναμην περιέχει τον όρο αυτό καινα κατηγορηθεί η κυβέρνηση για αλλαγή στάσης.[31]ΟΒλάσης Αγτζίδης αποδίδει τις αντιδράσεις στην αναγνώριση της γενοκτονίας σε "συγκεκριμένους κύκλους που εξέφραζαν τον παραδοσιακό ελλαδικό συντηρητισμό".[32]
Σε επίπεδο ομοσπονδιακό έχει αναγνωριστεί από τις Πολιτείες τωνΗ.Π.Α. Νέα Υόρκη (2002), Νιου Τζέρσεϊ (2002), Columbia (2002), South Carolina (2003), Georgia (2003), Pennsylvania (2003), Cleveland (2005).[33]
Σε ψηφίσματα της Γερουσίας τωνΗΠΑ γίνεται αναφορά σε γενοκτονία κατά των Ελλήνων[35][36].
Οι τουρκικές κυβερνήσεις αρνούνται πως υπήρξε γενοκτονία και τοποθετούν επισήμως το θάνατο των Ελλήνων στα πλαίσια των ευρύτερων απωλειών του πολέμου, του λιμού ή άλλων κοινωνικών αναταράξεων. Στα πλαίσια της πολιτικής άρνησης των γενοκτονιών των Ελλήνων, όπως καιτων Αρμενίων και Χριστιανών Ασσυρίων, το τουρκικό κράτος χρηματοδοτεί στο εξωτερικό ενέργειες που αντισταθμίζουν, ελαχιστοποιούν, σχετικοποιούν και υποβαθμίζουν αυτές τις γενοκτονίες.[37][38][39]
Το Δεκέμβριο του 2007 ηΔιεθνής Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών (IAGS) υπερψήφισε ένα ψήφισμα ότι η εκστρατεία εναντίον των Οθωμανών Ελλήνων από το 1917 ως το 1923 αποτελούσε γενοκτονία.[40] Χρησιμοποιώντας τον όρο "Ελληνική Γενοκτονία", το ψήφισμα επιβεβαίωνε ότι μαζί με τους Ασσύριους, οι Οθωμανοί Έλληνες υπέστησαν γενοκτονία "ποιοτικά όμοια" μετηνγενοκτονία των Αρμενίων από τους Οθωμανούς. Ο πρόεδρος του IAGS Γκρέγκορυ Στάντον προέτρεψε την τουρκική κυβέρνηση να αναγνωρίσει τις τρεις γενοκτονίες λέγοντας ότι "η ιστορία αυτών των γενοκτονιών είναι ξεκάθαρη καιδεν υπάρχει πλέον δικαιολογία γιατην τωρινή τουρκική κυβέρνηση, πουδεν διέπραξε το έγκλημα, να αρνείται τα γεγονότα."[41] Συνταγμένο από τον Καναδό μελετητή Άνταμ Τζόουνς, το ψήφισμα υιοθετήθηκε την 1η Δεκεμβρίου 2007 μετην υποστήριξη του 83% όλων των μελών του IAGS που ψήφισαν.[42]
Πολλοί μελετητές που ασχολούνται ερευνητικά μετη γενοκτονία των Αρμενίων, όπως οιΠήτερ Μπαλακιάν, Τανέρ Ακτσάμ, Ρίτσαρντ ΧοβανισιάνκαιΡόμπερτ Μέλσον, ισχυρίστηκαν ότι το θέμα θα έπρεπε να ερευνηθεί περαιτέρω πριν ψηφιστεί κάποιο ψήφισμα."[43]Ο Μάνους Μιντλάρσκυ παρατηρεί μία διαφορά μεταξύ δηλώσεων γενοκτονικής πρόθεσης εναντίον των Ελλήνων από Οθωμανούς αξιωματούχους καιτων πράξεών τους, υποδεικνύοντας τον περιορισμό των σφαγών σε επιλεγμένες "ευαίσθητες" περιοχές καιτο μεγάλο αριθμό Ελλήνων επιζώντων στο τέλος του πολέμου. Εξαιτίας πολιτισμικών και πολιτικών δεσμών των Οθωμανών Ελλήνων με τις Ευρωπαϊκές δυνάμεις, ισχυρίζεται ο Μιντλάρσκυ, η γενοκτονία δεν αποτελούσε "για τους Οθωμανούς εφικτή επιλογή στην περίπτωσή τους".[44]Ο Τανέρ Ακτσάμ παραπέμπει σε συγκαιρινές καταγραφές που σημειώνουν τη διαφορά στη μεταχείριση των Οθωμανών Ελλήνων και Αρμενίων από την κυβέρνηση κατά τον πρώτο παγκόσμιο και καταλήγει ότι "παρά τις αυξανόμενα αυστηρές πολιτικές κατά την περίοδο του πολέμου, ιδίως γιατην περίοδο από το ύστερο 1916 ως τους πρώτους μήνες του 1917, η μεταχείρηση των Ελλήνων από την κυβέρνηση - ανκαι συγκρίσιμη σε κάποιον τρόπο μετα μέτρα εναντίον των Αρμενίων - διέφερε ως προς το εύρος, την πρόθεση καιτο κίνητρο".[45]
Άλλοι μελετητές γενοκτονιών όπως οι Dominik J. Schaller και Jürgen Zimmerer, δηλώνουν ωστόσο ότι "η γενοκτονική ποιότητα των δολοφονικών εκστρατειών εναντίον των Ελλήνων" είναι "προφανής".[46]ΟΝίαλ Φέργκιουσον έχει κάνει έναν παραλληλισμό μεταξύ των σποραδικών σφαγών κοινοτήτων Ελλήνων του Πόντου μετά το 1922 και της μοίρας των Αρμενίων.[47]Η κυρίαρχη τάση μεταξύ των Ελλήνων ιστορικών είναι η αμφιβολία γιατη χρησιμότητα του όρου "γενοκτονία" στην περίπτωση αυτή καιη απόρριψη του ισχυρισμού ότι επρόκειτο για γενοκτονία ως βασιζόμενου σε "ανιστορικές και αντιεπιστημονικές απόψεις".[48][49]
Ιστορικοί εξετάζουν τις ομοιότητες, αναλογίες και διαφορές στις μεταξύ των γενοκτονιών Ελλήνων και Αρμενίων. Ο καθηγητής Hannibal Travis πιστεύει ότι χωρίς την κυβερνητική πρόθεση θα ήταν αδύνατο να γίνουν οι γενοκτονίες των Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων σε τόσο μεγάλη κλίμακα. Επίσης είναι γνωστό ότι στις συνόδους του Κόμματος Ενότητας και Προόδου του 1910 και 1911, ελήφθησαν αποφάσεις κατά των Χριστιανών που αναφέρονταν καιστα δύο έθνη (Αρμενίους και Έλληνες). Υπάρχουν διαφορετικές απόψεις γιατοανο εκτοπισμός των Ελλήνων από τα παράλια του Αιγαίου το 1913-14 ήταν ή όχι μέρος του ίδιου σχεδίου μετην Αρμενική Γενοκτονία που άρχισε τον επόμενο χρόνο. ΟιΙ. Χασιώτης και G. Vardanyan θεωρούν ότι τα δύο αυτά φαινόμενα δεν πρέπει να εξετάζονται ως ξεχωριστά. Οι διαφορές στον τρόπο εκτέλεσης των γενοκτονιών οφείλονται στην ύπαρξη του ελληνικού κράτους καιτην ανυπαρξία αρμενικού, όμως η απόφαση ήταν κοινή καιγια τις δύο περιπτώσεις. Υπήρχαν επίσης μερικά κοινά πρόσωπα στην εκτέλεση των δύο γενοκτονιών, όπως οι Dr Resid, Dr Mehmed Nazim καιΤαλαάτ πασάς. Η γενοκτονία των Ελλήνων το 1912-13 αποτέλεσε προηγούμενο γιατην περίπτωση των Αρμενίων, τόσο λόγω της επιτυχίας της μεθόδου όσο και λόγω της απραξίας της διεθνούς κοινότητας. Ο Vardanyan σημειώνει καιτη διαφορά ότι οι Κούρδοι είχαν σημαντικό ρόλο στην περίπτωση των Αρμενίων αλλά όχι στην περίπτωση των Ελλήνων, αλλά αυτό αποδίδεται ότι δεν υπήρχε πολυάριθμο κουρδικό στοιχείο στις περιοχές όπου ζούσαν Έλληνες. Διαφορά υπάρχει καιστον αριθμό των θυμάτων, αλλά αυτή είναι «ποσοτική» και όχι «ποιοτική» (εισαγωγικά του συγγραφέα). Τέλος, στην περίπτωση των Αρμενίων υπήρξε προσπάθεια γιατην εξόντωση της πνευματικής ηγεσίας (intelligentsia). Στην περίπτωση των Ελλήνων εξοντώθηκαν επίσης ηγετικά άτομα, αλλά δεν αποτέλεσαν ιδιαίτερο στόχο. Σημειώνεται όμως ότι η ιστορική έρευνα έχει ασχοληθεί αρκετά μετην ιντελιγκέντσια των Αρμενίων αλλά όχι των Ελλήνων κατά τις γενοκτονίες.[50][51]
Κατά άλλον συγγραφέα, «οπιο σημαντικός δεσμός μεταξύ της τύχης των Ελλήνων καιτων Αρμενίων είναι η σχεδόν πλήρης εξαφάνιση καιτων δύο ομάδων από το οθωμανικό/τουρκικό έδαφος», κάτι που ήταν επιλογή του CUP.[52]
↑Schaller, Dominik J. and Zimmerer, Jürgen (2008) «Late Ottoman Genocides: The Dissolution of the Ottoman Empire and Young Turkish population and extermination policies.» Journal of Genocide Research, 10:1, pp. 7–14.
↑Sjöberg, Erik (2016). The Making of the Greek Genocide: Contested Memories of the Ottoman Greek Catastrophe. Νέα Υόρκη: Berghahn. σελ. 45.
↑Θεοφάνης Μαλκίδης, διδάκτωρ Κοινωνικών Επιστημών, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
↑Αιγίδης, στο βιβλίο που έγραψε γιατο προσφυγικό ζήτημα που προέκυψε μετά το 1922
↑
George Horton, Γενικού Προξένου τωνΗΠΑστην Εγγύς Ανατολή επί τριάντα χρόνια, Η Κατάρα της Ασίας, μετάφρ. Γεωργίου Λ. Τσελίκα, εκδ. The Bobbbs - Merril Company, Indianapolis 1926, σ. 110.
↑
George Horton, Γενικού Προξένου τωνΗΠΑστην Εγγύς Ανατολή επί τριάντα χρόνια, Η Κατάρα της Ασίας, μετάφρ. Γεωργίου Λ. Τσελίκα, εκδ. The Bobbbs - Merril Company, Indianapolis 1926, σ. 104.
↑Sjöberg, Erik (2016). The Making of the Greek Genocide: Contested Memories of the Ottoman Greek Catastrophe. Νέα Υόρκη: Berghahn. σελίδες 45–6.
↑Rendel, G. W. (20 March 1922). Foreign Office Memorandum on Turkish Massacres and Persecutions of Minorities since the Armistice
↑Erik Sjöberg, Battlefields of Memory: The Macedonian Conflict and Greek Historical Culture, Umeå Studies in History and Education 6 (Umeå University|series, 2011), p. 170
↑Manus I. Midlarsky, The Killing Trap: Genocide in the Twentieth Century (Cambridge: Cambridge University Press, 2005) pp. 342-3
↑Schaller, Dominik J.; Zimmerer, Jurgen (2008). «Late Ottoman genocides: the dissolution of the Ottoman Empire and Young Turkish population and extermination policies». Journal of Genocide Research10 (1): 7–14. doi:10.1080/14623520801950820.
Akçam, Taner (2012). The Young Turks' crime against humanity: the Armenian genocide and ethnic cleansing in the Ottoman Empire. Πρίνστον, Νιου Τζέρσεϋ: Princeton University Press.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Τόμος ΙΕ'. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών. 1978. ISBN9789602131114.
Επιτροπή τωνεν Μυτιλήνη Μικρασιατών Προσφύγων, Οι διωγμοί των Ελλήνων εν Θράκη και Μικρασία (Αυθεντικαί Εκθέσεις και επίσημα κείμενα). Εν Αθήναις, 1915.
Υπουργείον επί των Εξωτερικών, Οι ανθελληνικοί διωγμοί εν Τουρκία, από της Κηρύξεως του Ευρωπαϊκού Πολέμου (Κατά τας επισήμους εκθέσεις των Πρεσβειών και Προξενικών Αρχών). Εν Αθήναις, 1917.
Οικουμενικόν Πατριαρχείον, Μαύρη βίβλος διωγμών και μαρτυρίων τουεν Τουρκία Ελληνισμού (1914-1918). Εν Κωνσταντινουπόλει, 1919.
Γεώργιος Ν. Κοφινάς, Περί του διωγμού τωνεν Τουρκία Ελλήνων, Αθήνα: 1919.
Μίλτος Παγτζιλόγλου, Η γενοκτονία των Ελλήνων καιτων Αρμενίων της Μικράς Ασίας, Αθήνα: 1988.
Χάρης Τσιρκινίδης, Επιτέλους τους ξεριζώσαμε... Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, της Θράκης και της Μ. Ασίας, μέσα από τα γαλλικά αρχεία, Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη, 2002.
Χάρης Τσιρκινίδης, Συνοπτική ιστορία της γενοκτονίας των Ελλήνων της Ανατολής: Ντοκουμέντα ξένων διπλωματικών αρχείων, Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη, 2009.
Κωνσταντίνος Α. Βακαλόπουλος, Διωγμοί και Γενοκτονία του Θρακικού Ελληνισμού – Ο Πρώτος Ξεριζωμός (1908-1917), Θεσσαλονίκη: Ηρόδοτος, 1998.
Hofmann, Tessa (ed.), Verfolgung, Vertreibung und Vernichtung der Christen im Osmanischen Reich 1912-1922, Münster: LIT, 2004. ISBN 3-8258-7823-6.
Vryonis, Speros, "Greek Labor Battalions in Asia Minor", The Armenian Genocide: Cultural and Ethical Legacies (ed. Hovannisian, Richard), New Brunswick, N.J: Transaction Publishers, 2007, pp. 275-290.
Shenk, Robert and Koktzoglou, Sam, "The Greek Genocide in American Naval War Diaries" University of New Orleans Press, 2020, ISBN 9781608011803