ΟΛέων Β΄ της Αρμενίας (Αρμενικά ː Լեւոն Ա Մեծագործ, 1150 - 2 Μαΐου1219), ήταν ο δέκατος Πρίγκιπας του Αρμενικού βασιλείου της Κιλικίας ή Πρίγκιπας των Βουνών (1187 - 1198) καιο πρώτος Βασιλιάς του Αρμενικού βασιλείου της Κιλικίας (1198 - 1219).[2][3][4][5][6] Μερικοί ιστορικοί τον καταγράφουν σαν"Λέων Α΄ ο Μεγαλοπρεπής" επειδή ήταν ο πρώτος βασιλιάς.[7]Ο Λέων Β΄ ήταν δεύτερος γιος τουΣτέφανου της Αρμενίαςκαι της Ρίτας του Μπαμπερόν, ο πατέρας του ήταν δεύτερος γιος τουΛέων Α΄ της Αρμενίαςκαιη μητέρα του ήταν κόρη του Σεμπάντ, λόρδου του Μπαμπερόν.[3]ΗΑρμενία έγινε μετον Λέων ενοποιημένο βασίλειο με τεράστιο ρόλο στις πολιτικές υποθέσεις.[7][8]Ο Λέων Β΄ είχε στενές σχέσεις με τους Λατίνους που συμμετείχαν στηνΓ΄ Σταυροφορία, τους παρείχε τρόφιμα, ζώα και κάθε είδους βοήθεια, το βασίλειο του επεκτάθηκε από τηνΙσαυρία μέχρι τα βουνά Αμάνους.[5][6]
Την διετία 1194 - 1195 λίγο πριν γίνει βασιλιάς ένωσε τηνΑρμενική Αποστολική ΕκκλησίαμετηνΡώμη.[4]Η στέψη του έγινε αμέσως μετά την υπογραφή της Ένωσης, η τελετή έγινε στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας στην Ταρσό (6 Ιανουαρίου 1198).[2][7]Η άνοδος τουστον θρόνο της Κιλικίας σαν πρώτου μονάρχη του Αρμενικού βασιλείου της Κιλικίας έφερε την ρήξη των δεσμών της Αρμενικής εκκλησίας μετηνΒυζαντινή Αυτοκρατορία δημιουργώντας νέους ισχυρούς δεσμούς μετην δύση.[7]Με τις διπλωματικές του ικανότητες απέκτησε φιλίες με όλους τους Ευρωπαίους ηγεμόνες, δημιούργησε σχέσεις με τους Ιωαννίτες ΙππότεςκαιτοΤευτονικό Τάγμαπου τους έκανε σημαντικές παραχωρήσεις.[5][8]Ο Λέων Β΄ είχε μεγαλεπήβολα οράματα να κατακτήσει τοΠριγκιπάτο της Αντιόχειαςμε όλες τις βορειοανατολικές Μεσογειακές ακτές. Η εφαρμογή των σχεδίων του ξεκίνησε μετην κατάκτηση του κάστρου του Μπάργκας που είχε εγκαταλείψει ο Μαμελούκος σουλτάνος Σαλαντίν (1194).[2][7]Ο μεγαλύτερος θρίαμβος ακολούθησε στις αρχές του 1216 όταν με μεγάλο στρατό κατέλαβε τηνΑντιόχεια, τοποθέτησε στην διοίκηση της πόλης τον μικρανεψιό τουΡαϋμόνδο Ρουπένπου παρέμεινε μέχρι τον θάνατο του Λέων.[7]Ο Λέων Β΄ έκανε ταχύτατο μετασχηματισμό της αυλής του σύμφωνα μετα Φραγκικά πρότυπα, τα παλιά Αρμένικα ονόματα αντικαταστάθηκαν με Λατινικά και έγινε αλλαγή των αξιωμάτων στα πρότυπα των Φράγκων.[5]Το εμπόριο αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό, παραχώρησε σημαντικά προνόμια στηνΓένοβα, τηνΒενετίακαιτηνΠίζα.[7]Τα διατάγματα ρύθμιζαν την φοροαπαλλαγή των Ιταλών εμπόρων με αντάλλαγμα νατου παρέχουν υπηρεσίες.[7] Εγκαταστάθηκαν μετην βοήθεια του σημαντικές εμπορικές κοινότητες Ιταλών στηνΤαρσό, ταΆδανακαιτηνΜοψουεστία, οι Ιταλοί έμποροι έγιναν η σημαντικότερη πηγή εσόδων γιατοΑρμενικό Βασίλειο της Κιλικίας.[7]
Ο πατέρας του δολοφονήθηκε ενώ πήγαινε σε γεύμα του Βυζαντινού κυβερνήτη της Κιλικίας (7 Φεβρουαρίου 1165).[2][3][7]Ο Λέων καιο μεγαλύτερος αδελφός τουΡουπέν Γ΄ της Αρμενίας ζούσαν στο κάστρο του θείου τους Μπακουράν κυρίου του Μπαμπερόν που προστάτευε την διάβαση από τις Κιλίκιες ΠύλεςστονΤαύρο.[7][8]Ο θείος τουΜλεχ της Αρμενίας απέκτησε πολλούς εχθρούς λόγω της βιαιότητας τουμε αποτέλεσμα την δολοφονία του από έναν στρατιώτη τουστηνΚοζάν (1175).[6]Οι λόρδοι της Αρμενικής Κιλικίας εξέλεξαν νέο βασιλιά τον μεγαλύτερο αδελφό του Λέων Ρουπέν Γ΄. Ο Χετούμ Γ΄ του Λαμπρόν καιοΒοημούνδος Γ΄ της Αντιόχειας συμμάχησαν και ξεκίνησαν τις εχθροπραξίες εναντίον του Ρουπέν που έστειλε τον αδελφό του Λέων να προστατέψει τις βουνοπλαγιές.[6][7]Ο Βοημούνδος Γ΄ σε άριστη συνεργασία μετον Χετούμ αιχμαλώτισε τον Ρουπέν.[6]Η απουσία του μεγαλύτερου αδελφού του έδωσε την ευκαιρία στον Λέων να κάνει επίδειξη των πολιτικών του ικανοτήτων σαν κηδεμόνας τουΟίκου των Ρουπενιδών.[7]Η απελευθέρωση του Ρουπέν απαιτούσε ένα τεράστιο ποσό σαν λύτρα καιτην παραχώρηση των Άδανων και της Μοψουεστίας.[7] Μετά την επιστροφή του από την αιχμαλωσία ο Ρουπέν παραιτήθηκε υπέρ του αδελφού του Λέων και αποσύρθηκε στο μοναστήρι του Τραζάργκ.[5]
Η επικίνδυνη συμμαχία ανάμεσα στον Σαλαντίν καιτον Βυζαντινό αυτοκράτορα Ισαάκιο Β΄ Άγγελοςκαιη άμεση απειλή τωνΤουρκομάνων ανάγκασαν τον Λέων να προχωρήσει σε συμμαχία μετον Βοημούνδο Γ΄ πουτου έδωσε όρκο υποτέλειας.[2][5]Οιδυο πρίγκιπες συμμάχησαν γιανα αποκρούσουν επιδρομή Τουρκομάνων (1187).[2]Ο Λέων Β΄ είχε λίγες δυνάμεις αλλά επιτέθηκε με τέτοια ορμή που θανάτωσε τους αρχηγούς των αντιπάλων και τους καταδίωξε με βαριές απώλειες.[5]Ο Λέων παντρεύτηκε αμέσως μετά την Ισαβέλλα, μια ανιψιά της συζύγου του Βοημούνδου Γ΄ Σιβύλλας.[2][3]Την επόμενη χρονιά (1188) ο Λέων εκμεταλλεύτηκε την ταραχή που επικρατούσε στοΣουλτανάτο τουΡουμμετον θάνατο τουΚιλίτζ Αρσλάν Β΄με επίθεση εναντίον των Σελτζούκων.[5]Η πρώτη αιφνίδια επίθεση ήταν ανεπιτυχής αλλά ο Λέων επέστρεψε δυο μήνες αργότερα με μεγάλο στρατό, κυρίευσε το κάστρο, θανάτωσε τους αρχηγούς της φρουράς και βάδισε στηνΙσαυρία.[5]ΗΣελεύκεια φαίνεται είχε αλωθεί την ίδια εποχή ανκαιδεν υπάρχουν σχετικές αναφορές.[5]Ο Λέων προχώρησε βόρεια, κυρίευσε την Ηράκλεια καιτην εγκατέλειψε αφού πήρε ένα τεράστιο ποσό, κατόπιν προχώρησε μέχρι την Καισάρεια.[5]
Ο Βαχράμ της Έδεσσας στο έργο του"Βασιλικά Χρονικά της Μικρής Αρμενίας" γράφει :[9]
"Ο Λέων Β΄ ήταν εξαιρετικά γενναίος και μορφωμένος πρίγκιπας, επέκτεινε το πριγκιπάτο τουσε όλες τις κατευθύνσεις και έγινε διοικητής σε πολλές επαρχίες. Οι απόγονοι τουΙσμαήλμε αρχηγό τον Ρουστάμ επιτέθηκαν στηνΚιλικία, ο Λέων Β΄ δεν φοβήθηκε με πολύ λιγότερους άντρες αλλά με μεγάλη πίστη στον θεό που θανάτωσε τονΣενναχειρείμ αντιμετώπισε τους εισβολείς. ΟΆγιος Γεώργιος σκότωσε τον Ρουστάμ καιο στρατός των Αγαρηνών δραπέτευσε και διασκορπίστηκε, οι Αρμένιοι τους καταδίωξαν παίρνοντας τεράστιο αριθμό από λάφυρα. Η δύναμη του Λέων αυξήθηκε σημαντικά, καταδίωξε τους Τούρκους και τους Τατζίκους, κατέκτησε την Ισαυρία και έφτασε μέχρι τοΙκόνιο, κυρίευσε για άλλη μια φορά την Ηράκλεια και πήρε ένα τεράστιο ποσό γιανατην εγκαταλείψει. Με νέα συνθήκη μετον σουλτάνο του Ικονίου πήρε νέο τεράστιο ποσό, έκτισε πλήθος από φρούρια και κάστρα σε όλα τα σύνορα του βασιλείου και ήταν γενναιόδωρος με όλα τα μοναστήρια που είχαν κτίσει οι προγονοί του. Η γενναιοδωρία του επεκτάθηκε στους λεπρούς που ήταν άστεγοι επειδή τους είχαν διώξει όλοι οι συγγενείς τους, παρείχε στον καθένα κατοικία με όλα τα απαραίτητα γιατην επιβίωση τους."
Την ίδια εποχή δάνεισε ένα τεράστιο ποσό στον Βοημούνδο Γ΄ αλλά εκείνος έδειξε αδιαφορία νατο αποπληρώσει με αποτέλεσμα όταν η Αντιόχεια δέχτηκε επίθεση από τον Σαλαντίν ο Λέων έμεινε αδιάφορος.[2]ΟΑυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής ΑυτοκρατορίαςΦρειδερίκος Α΄ Βαρβαρόσσα πλησίασε τον Ιούνιο του 1190 τις περιοχές της Αρμενίας, ο Λέων Β΄ έστειλε μια αποστολή με πολλά δώρα, προμήθειες και στρατό.[5]Η δεύτερη αποστολή με αρχηγό τον Ναρσή του Λαμπρόν έφτασε μετά τον θάνατο του αυτοκράτορα (10 Ιουνίου 1190) και επέστρεψε στην Ταρσό μετονγιοτου αυτοκράτορα Φρειδερίκο, τους επισκόπους καιτον Γερμανικό στρατό.[5]Ο Λέων Β΄ συμμετείχε σε όλες τις μάχες των Σταυροφόρων, βρέθηκε στην πολιορκία της Άκρας (11 Μαΐου 1191) και ενώθηκε μετονΡιχάρδο τον Λεοντόκαρδοστην κατάκτηση της Κύπρου.[2][5]
Ο βασικός στόχος του Λέων ήταν η ασφάλεια του βασιλείου του, αυτό τον έφερε σε σύγκρουση με τους γείτονες.[5]Ο Σαλαντίν κατέστρεψε το φρούριο του Μπάργκας (1191) που είχε καταληφθεί από τους Ναΐτες, οι εργάτες του Λέων έφυγαν πριντην άφιξη του ίδιου που ξανάκτισε το κάστρο.[2]Η κατοχή του κάστρου του Μπάργκας έφερε νέο ανταγωνισμό ανάμεσα στον Λέων Β΄ καιτον Βοημούνδο Γ΄ με αποτέλεσμα να ακολουθήσουν νέες συγκρούσεις ανάμεσα στην Κιλικία καιτην Αντιόχεια.[5]Ο Βοημούνδος Γ΄ ζήτησε από τον Λέων την επιστροφή του κάστρου στους Ναΐτες αλλά το αρνήθηκε, ο Βοημούνδος διαμαρτυρήθηκε στον Σαλαντίν.[2]Ο Σαλαντίν ήταν αντίθετος στην κατοχή του κάστρου από τον Λέων Β΄ επειδή βρισκόταν στην διαδρομή από την Κιλικία στην Αντιόχεια.[4]
Αμέσως μετά τον θάνατο του Σαλαντίν τον Οκτώβριο του 1193 ο Λέων προσκάλεσε τον Βοημούνδο Γ΄ στο Βάργκας να συζητήσει το ζήτημα, ο Βοημούνδος έφτασε μετην σύζυγο, τονγιοτουκαι μεγάλη συνοδεία, δέχτηκε την πρόσκληση του Λέων ναμπειστο κάστρο.[2]Ο Λέων Β΄ αμέσως αιχμαλώτισε τους φιλοξενούμενους και ζήτησε από τον Βοημούνδο νατου παραδώσει την Αντιόχεια γιανα τους απελευθερώσει.[2]Ο Λέων με πολλές ελπίδες να απαλλαγεί από τον φόρο υποτέλειας καινα πάρει την Αντιόχεια στα χέρια του μετέφερε την οικογένεια του Βοημούνδου φυλακισμένους στην Κοζάν.[4]Ο Βοημούνδος Γ΄ συμφώνησε να παραδώσει την Αντιόχεια στον Λέων με αντάλλαγμα την ελευθερία του, έστειλε τους στρατηγούς Βαρθολομαίο Τιρέλ και Ριχάρδο Λ'Ερμινέτ να παραδώσουν την πόλη στον Αρμένιο στρατηγό Χετούμ του Σασσούν.[4] Όταν πήγε η αποστολή στην Αντιόχεια οι βαρόνοι ήταν έτοιμοι να δεχτούν τον Λέων σαν κυρίαρχο και επέτρεψαν στον Βαρθολομαίο Τιρέλ να μεταφέρει Αρμένιους στρατιώτες στα ανάκτορα.[2] Μετά την αρχική θερμή αποδοχή οι Αρμένιοι συνάντησαν σκληρή αντίσταση από τον κλήρο και τους Έλληνες της πόλης.[4]Μια σύγκρουση που ξέσπασε στα ανάκτορα επεκτάθηκε σε ολόκληρη την πόλη καιοι Αρμένιοι του Χετούμ του Σασσούν αποσύρθηκαν στο Βάργκας.[2]Οι πολίτες της Αντιόχειας με επικεφαλής τον Λατίνο πατριάρχη Αιμερί ντε Λιμόζ αναγνώρισαν τον μεγαλύτερο γιοτου Βοημούνδου Ραϊμόνδο Δ΄ της Τρίπολης αντιβασιλιά όσο ο πατέρας του ήταν αιχμάλωτος.[4]
Η Αντιόχεια ζήτησε βοήθεια από τον Ερρίκο Β΄ της Καμπανίας καιτον κόμη Βοημούνδο της Αντιόχειας μικρότερο γιοτου Βοημούνδου Γ΄. ΟΕρρίκος Β΄ της Καμπανίας έφτασε στηνΤρίπολη, βρήκε τον νεαρό Βοημούνδο και προχώρησαν γιατην Αντιόχεια καιτην Κοζάν.[4]Ο Λέων Β΄ δεν ήθελε να προχωρήσει σε πόλεμο και αποφάσισε να συναντηθεί μαζί τους καινα κλείσει συνθήκη.[2]Ο Βοημούνδος Γ΄ απαρνήθηκε την κυριαρχία τουστην Αντιόχεια, σε αντάλλαγμα ζήτησε από τον Λέων νατου επιτρέψει να φτάσει με ασφάλεια στην πόλη χωρίς να πληρώσει λύτρα.[5]Οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν και έκλεισε ο γάμος ανάμεσα στον μεγαλύτερο γιοτου Βοημούνδου Γ΄ Ραϊμόνδο Δ΄ της Τρίπολης μετην ανιψιά του Λέων Β΄ Αλίκη της Αρμενίας.[3][4]ΟΡαϊμόνδος Δ΄ της Τρίπολης πέθανε σύντομα (1199) καιο Βοημούνδος Γ΄ έστειλε πίσω στην Αρμενία την Αλίκη καιτονγιο τους Ραϋμόνδο Ρουπέν.[4]Ο Λέων Β΄ όρισε τον μικρό Ραϋμόνδο Ρουπέν διάδοχο του παππού τουστην Αντιόχεια.[4]
Ο Λέων Β΄ πίεσε σε όλες τις κατευθύνσεις γιανα αποκτήσει το βασιλικό στέμμα γιατο Αρμενικό βασίλειο της Κιλικίας, έστειλε αντιπροσωπείες στον Γερμανό αυτοκράτορα καιτον πάπα.[5][8]ΟΕρρίκος ΣΤ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας επιφυλάχτηκε και δήλωσε ότι θα επισκεφτεί ο ίδιος την ανατολή γιανα αποκτήσει προσωπική γνώμη.[2]ΟΠάπας Κελεστίνος Γ΄ ζήτησε από την πλευρά τουτην υποταγή της Αρμενικής εκκλησία στον πάπα κάτι που έφερε σε πολύ δύσκολη θέση τον ίδιο επειδή θα συναντούσε σκληρές αντιδράσεις από τους υπηκόους του.[5]Οι επίσκοποι αρνήθηκαν να δεχτούν τις παπικές απαιτήσεις αλλά ο Λέων τους εξήγησε ότι η υποταγή θα είναι στους τύπους, όχι στην ουσία.[5]Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ Άγγελοςπου ήθελε να διατηρήσει την επίδραση τουστην Κιλικία προσπάθησε να καλοπιάσει τον Λέων, του έστειλε ένα στέμμα πουτο δέχτηκε με μεγάλη ευχαρίστηση.[2]Ο Λέων Β΄ έστειλε αντιπροσωπεία στηνΚωνσταντινούπολημετον επίσκοπο Ναρσή του Λαμπρόν και άλλους ιεράρχες γιανα συζητήσουν θρησκευτικά ζητήματα, ήταν οι τελευταίες προσπάθειες για ένωση τωνδυο εκκλησιών.[5]
Ο Ερρίκος ΣΤ΄ συμφώνησε να στέψει βασιλιά τον Λέων αν αναγνωρίσει τα κληρονομικά του δικαιώματα στην Αρμενία.[2]Ο αυτοκράτορας ωστόσο πέθανε, αμέσως μετά ο Γερμανός καρδινάλιος Κορράδος του Χίλντεσχαϊμ καιο παπικός απεσταλμένος Κορράδος των Βίττελσμπαχ έφτασαν στο Κοζάν.[2]Η στέψη του Λέων Α΄ της Αρμενίας έγινε στην Ταρσό (6 Ιανουαρίου 1198) παρουσία του κλήρου της Αρμενίας, της Γάλλο-Αρμένικης αριστοκρατίας, του Έλληνα αρχιεπισκόπου της Ταρσού, του Ιακωβίτη πατριάρχη καιτων απεσταλμένων του χαλίφη.[4][7][8]Οι Αρμένιοι ήταν πολύ χαρούμενοι που είδαν την προαγωγή τους σε βασίλειο καιτην ανάσταση του διάσημου αρχαίου βασιλείου στο πρόσωπο του Λέων.[5]
Ο αρχιεπίσκοπος Κορράδος των Βίττελσμπαχ πήγε αμέσως μετά από το Κοζάν στην Αντιόχεια γιανα εξασφαλίσει την διαδοχή του Ραϋμόνδου Ρουπέν.[2]Οι βαρόνοι της Αντιόχειας ορκίστηκαν πίστη στον Ραϋμόνδο Ρουπέν αλλά συνάντησαν σκληρή αντίσταση από τον δεύτερο γιοτου Βοημούνδου Γ΄ Βοημούνδο που ήθελε την διαδοχή γιατον εαυτό τουκαι τους Ναΐτες που ήταν αντίθετοι σε οποιαδήποτε επέμβαση των Αρμενίων.[5]ΟΒοημούνδος Δ΄ της Αντιόχειας εξασφάλισε την διαδοχή γιατον εαυτό του παραβιάζοντας όλους τους όρκους που είχε πάρει για χάρη του ανιψιού του.[2]Ο εμίρης του Χαλεπίου Αλ-Ζαχίρ εισήλθε στην Αντιόχεια (1198) και πίεσε τους ευγενείς να παραιτηθούν από τους όρκους που είχαν πάρει στον πατέρα του.[4]Ο Λέων Β΄ εκδήλωσε την ανησυχία τουγια τους μουσουλμάνους, έκανε ειρήνη με τους Ναΐτες και βάδισε στην Αντιόχεια, επανέφερε τον Βοημούνδο Γ΄ χωρίς δυσκολία.[4]Οι Ναΐτες που είχαν στενές σχέσεις μετην Ρώμη πίεσαν τον πάπα να τους επαναφέρει ο Λέων το κάστρο του Βαγκράς.[2]Ο Λέων προσκάλεσε τον Βοημούνδο Γ΄ καιτον Λατίνο πατριάρχη της Αντιόχειας Πέτρο Β΄ του Ανγκουλέμ να συζητήσουν το θέμα αλλά η αδιαλλαξία του προκάλεσε ακόμα καιτον πατριάρχη να υποστηρίξει τον Βοημούνδο της Τρίπολης.[2]
Τον Απρίλιο του 1201 ο Βοημούνδος της Τρίπολης πληροφορήθηκε ότι ο πατέρας του ήταν ετοιμοθάνατος, πήγε στην Αντιόχεια αλλά έφτασε την ημέρα της κηδείας, ζήτησε αναγνώριση σαν διάδοχος τουκαι έγινε δεκτός σαν πρίγκιπας.[4] Πολλοί ευγενείς από την Αντιόχεια φοβήθηκαν γιατον όρκο που είχαν πάρει καιτον αυταρχικό χαρακτήρα του Βοημούνδου, δραπέτευσαν στην αυλή του Λέων Β΄ στο Κοζάν.[2]Ο Λέων Β΄ όταν άκουσε τον θάνατο του Βοημούνδου Γ΄ πήγε αμέσως στην Αντιόχεια μετην Αλίκη καιτον Ραϋμόνδο Ρουπέν γιανα αποκαταστήσει τον μικρανεψιό του αλλά βρήκε ήδη τον Βοημούνδο Δ΄ ορκισμένο πρίγκιπα και επέστρεψε για ενισχύσεις.[4]Ο Βοημούνδος Δ΄ ζήτησε βοήθεια από τοΧαλέπι, τον Ιούλιο του 1201 οΑλ-Ζαχίρ επιτέθηκε στηνΚιλικίακαιο Λέων Β΄ αναγκάστηκε να λύσει την πολιορκία της Αντιόχειας.[4]
Ο Λέων Α΄ ξεκίνησε ξανά τον πόλεμο (1202), το επόμενο καλοκαίρι οΑμωρί Β΄ της Ιερουσαλήμ, ο παπικός απεσταλμένος, ο καρδινάλιος, οιΙωαννίτες Ιππότες, οι Ναΐτες καιοι μεγάλοι βαρόνοι πίεσαν τον Λέοντα να κλείσει ειρήνη.[4]Ο Λέων συμφώνησε προσωρινά αλλά όταν οι βαρόνοι δήλωσαν ότι υπακούσουν στον φεουδαρχικό νόμο και όχι στον παπικό απεσταλμένο παραβίασε την συνθήκη, μπήκε στην πόλη (11 Νοεμβρίου 1203) και ζήτησε από τον πατριάρχη να παρέμβει.[4]Ο Βοημούνδος Δ΄ πιέστηκε να φύγει από την Αντιόχεια γιανα υπερασπιστεί την Τρίπολη από την εξέγερση τουτου Ρενάρτ του Νεφίν αλλά οι Ναΐτες απέκρουσαν επιτυχώς τις επιθέσεις των Αρμενίων στην Ακρόπολη.[4]Ο Βοημούνδος Δ΄ έκανε νέες εκκλήσεις στοΧαλέπι ζητώντας από τονΑλ-Ζαχίρ να επιτεθεί στηνΚιλικία.[4]Ο Λέων εγκατέλειψε τον Δεκέμβριο τηνΑντιόχεια όταν ο στρατός τουΑλ-Ζαχίρ έφτασε στονΟρόντη.[4]Ο Βοημούνδος όταν είδε ότι η Τρίπολη είχε επαρκή προστασία από τονΑλ-Ζαχίρ έφυγε από την πόλη και επέστρεψε στην Αντιόχεια.[4]Ο στρατός τουΑλ-Ζαχίρ ενισχύθηκε με νέες δυνάμεις από το Χαλέπι και ήταν πλέον υπεράριθμος σε σχέση με τους Αρμένιους, ο Λέων απογοητευμένος έκλεισε οκταετή ειρήνη.[5]
Την ίδια εποχή ακούστηκαν "φήμες απιστίας"γιατην βασίλισσα, ο Λέων θανάτωσε πολλά μέλη της συνοδείας τουκαι φυλάκισε την ίδια στοκάστρο του Βάχκα (27 Ιανουαρίου 1205), εκεί δηλητηριάστηκε σε έναν χρόνο.[3]ΟΣμπατ ο Κοντόσταυλοςστα Χρονικά του γράφει :
"Την ίδια εποχή ο Καθολικός λόρδος Γιοχάνες πήγε ιδιωτικά στον βασιλιά γιανατουπει επιβλαβείς πληροφορίες γιατην κυρία της Αντιόχειας την οποία ο βασιλιάς είχε σύζυγο. Ο βασιλιάς εξοργίστηκε σε τέτοιο βαθμό που διέταξε την θανάτωση πολλών συγγενών την συζύγου ενώ την ίδια επιθυμούσε νατην σκοτώσει μετα χέρια του. Ο Κωνστάντιος γιος του θείου του Βασάκ μετά βίας μπόρεσε να δραπετεύσει και έστειλε μηνύματα στον πατέρα του".[10]
Ο Βοημούνδος Δ΄ εκθρόνισε τον Λατίνο πατριάρχη της Αντιόχειας και τοποθέτησε στην θέση τουτον πρώην Έλληνα πατριάρχη Συμεών Β΄.[2]Η αντιδημοφιλία του Βοημούνδου λόγω της άσχημης συμπεριφοράς του έφτασε σε τέτοιο σημείο πουοι ευγενείς κάλεσαν τον Λέοντα, η πόλη εξεγέρθηκε με πρωτοβουλία του Λατίνου πατριάρχη Πέτρου Β΄ καιο Βοημούνδος κατέφυγε στην Ακρόπολη.[4]Ο Λέων Α΄ μπήκε στην πόλη αλλά ο Βοημούνδος Δ΄ αισθανόταν πολύ ισχυρός να συντρίψει την επανάσταση, ο Λέων κυβέρνησε την Αντιόχεια μόνο λίγες μέρες.[4]
ΟΠάπας Ιννοκέντιος Γ΄ ανέθεσε την επίλυση της διαφοράς στον πατριάρχη της Ιερουσαλήμ Αλβέρτο που ήταν φίλος του Βοημούνδου καιτων Ναιτών.[2]Ο πατριάρχης πρόσβαλε τον Λέοντα καιτου είπε ότι καθήκον τουθα έπρεπε να είναι η παράδοση του κάστρου του Βαγκράς στους Ναΐτες, ο Λέων εξοργισμένος λεηλάτησε την περιοχή γύρω από την Αντιόχεια.[2]Ο κίνδυνος του Λέοντα οδήγησε για άλλη μια φορά τον Βοημούνδο να ζητήσει βοήθεια από τονΑλ-Ζαχίρ που επιτέθηκε στην Κιλικία (1209).[4]Ο Σελτζούκος σουλτάνος Καί - Κουσρόου πρώην φίλος του Λέων έκανε αιφνίδια επίθεση και κατέλαβε το κάστρο του Περτούς.[5]Ο Λέων συνθηκολόγησε, επέστρεψε το κάστρο του Βαγκράς στους Ναΐτες και απαρνήθηκε τα δικαιώματα τουστην Αντιόχεια.[4]Οι προσπάθειες του Λέων να κρατήσει το κάστρο του Βαργκάς παρά το γεγονός ότι υποσχέθηκε στονΑλ-Ζαχίρ νατο επιστρέψει στους Ναΐτες οδήγησε σε νέους πολέμους στην Κιλικία και τις πεδιάδες της Αντιόχειας.[4]
Ο Λέων Α΄ παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο (28 Ιανουαρίου 1210) τηνΣιβύλλα των Λουζινιάν μικρότερη ετεροθαλή αδελφή τουΟύγου Α΄ της Κύπρου.[3]Ο αρχηγός των Ναιτών τραυματίστηκε σεμια ενέδρα καιο Λέων αφορίστηκε από τον πάπα Ιννοκέντιο Γ΄.[4]Ο Βοημούνδος Δ΄ συμφώνησε στο μεταξύ λόγω της ανυπακοής του Λέοντα την τοποθέτηση Λατίνου πατριάρχη στην Αντιόχεια.[2]Ο Λέων δέχτηκε θερμά τον Έλληνα πατριάρχη της Αντιόχειας Συμεών Β΄ παραχωρώντας πολλά κάστρα και εδάφη στους Έλληνες. Προσπάθησε να καλοπιάσει τους Ιωαννίτες και τους έδωσε πόλεις όπως την Σελεύκεια, την Νόρπερτ καιτην Καμαρντιάς στα δυτικά σύνορα δημιουργώντας ασπίδα προστασίας στους Σελτζούκους.[5]ΤοΤευτονικό Τάγμα δέχτηκε το Αμουντάιν και γειτονικά κάστρα ενώ ο αρχηγός του τάγματος έγινε δεκτός για λίγο στην Κιλικία.[5]Ο Βοημούνδος Δ΄ της Αντιόχειας καιοΙωάννης του Μπριέν έδωσαν επιπλέον βοήθεια στους Ναΐτες καιο Λέων αναγκάστηκε να τους επιστρέψει το Βάργκας.[4]Η συνθήκη έσπασε την επόμενη φορά με νέες διώξεις του Λέων εναντίον των Ναιτών αλλά αυτή την φορά η τιμωρία του ήταν σκληρή.[4]
Τον Μάρτιο του 1213 ο Λέων συμφιλιώθηκε μετην Ρώμη μετά την υπόσχεση για συμμετοχή τουσε Σταυροφορία.[2] Συμφιλιώθηκε μετον Ιωάννη του Μπριέν καιτου έδωσε σύζυγο την μεγαλύτερη κόρη τουΣτεφανία της Αρμενίαςμε υποσχέσεις νατον ορίσει κληρονόμο.[4]Στην Αντιόχεια ξέσπασε ξανά μεγάλη δυσαρέσκεια απέναντι στον Βοημούνδο με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ισχυρό κίνημα υπέρ του Ραϋμόνδου Ρουπέν.[4]Ο Λέων Α΄ που βρισκόταν στην Τρίπολη εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία, με ένα ευρηματικό κόλπο καιμετην βοήθεια του Λατίνου πατριάρχη κατέλαβε την Αντιόχεια (14 Φεβρουαρίου 1216).[2][4]Ο Ραϋμόνδος Ρουπέν έδωσε όρκο υποτέλειας στον πατριάρχη Πέτρο και στέφθηκε πρίγκιπας της Αντιόχειας.[4]Ο Λέων Α΄ από την μεγάλη του χαρά παρέδωσε στους Ναΐτες το Βαγκράς και επέστρεψε στους Λατίνους επισκόπους τα εδάφη τους στην Κιλικία.[2]Το τίμημα της νίκης του ήταν βαρύ, ο Σελτζούκος πρίγκιπας κατέλαβε τα κάστρα στην δυτική Κιλικία (1216).[2]Τα κάστρα που έχασε όπως η Φαυστενόπολις, ηΗράκλεια[χρειάζεται αποσαφήνιση]καιηΚαραμάν είχε κατακτήσει ο ίδιος από τους Σελτζούκους (1211).
ΟΑνδρέας Β΄ της Ουγγαρίας μετά την εκπλήρωση των Σταυροφορικών του όρκων ταξίδευσε στην Αρμενική Κιλικία τον Ιανουάριο του 1218 και τακτοποίησε τον γάμο ανάμεσα στονγιοτουΑνδρέα της Γαλικίαςκαιτην κόρη του Λέων Ισαβέλλα.[11]Ο Ραϋμόνδος Ρουπέν ήρθε αμέσως μετά σε σύγκρουση μετον Λέων.[4]Οι κάτοικοι της Αντιόχειας επαναστάτησαν εναντίον του Ραϋμόνδου Ρουπέν και κάλεσαν πίσω τον Βοημούνδο Δ΄ (1219), ο Ραϋμόνδος Ρουπέν δραπέτευσε στην Κιλικία μετην βοήθεια των Ιωαννιτών αλλά ο Λέων Α΄ δεντον συγχώρεσε καιστο νεκροκρέβατο τουτον αποκλήρωσε.[4]Ο Λέων όρισε διάδοχο τουτην μικρότερη κόρη του Ισαβέλλα και ζήτησε από τους βαρόνους να απαλλαγούν από τον όρκο που έκαναν στον Ραϋμόνδο Ρουπέν.[5]Το σώμα του τάφηκε στην Κόζαν καιτα εντόσθια του τοποθετήθηκαν στο μοναστήρι του Αγκνέρ.[3]
Ο Βαχράμ της Έδεσσας στο έργο του"Βασιλικά Χρονικά της Μικρής Αρμενίας" γράφει :[9]
"Ο Λέων αφού βασίλευσε 12 χρόνια ως βαρόνος και 22 χρόνια ως βασιλιάς συγκάλεσε την αριστοκρατία του βασιλείου και όρισε τον βαρόνο Ατάν αντιβασιλιά και κηδεμόνα της μικρής κόρης του. Ο Λέων πέθανε αμέσως μετά και τάφηκε στην εκκλησία του Αγκνέρ, ένα τμήμα του σώματος του μεταφέρθηκε στο Κόζαν όπου κτίστηκε μια εκκλησία γιανατον τιμήσει".
Ο Σεμπάντ ο Κοντόσταυλος στα Χρονικά του γράφει :[10]
"Ήταν ένας καλοπροαίρετος άνθρωπος χωρίς μίσος για κανέναν και κυβέρνησε σοφά το βασίλειο τουμετην ευλογία του θεού, ήταν έμπειρος ιππέας, γενναίος στην μάχη με προτεραιότητα στην φιλανθρωπία, ενεργητικός και ευτυχισμένος"
Edwards, Robert W., The Fortifications of Armenian Cilicia, Dumbarton Oaks Studies XXIII, Dumbarton Oaks, Trustees for Harvard University, 1987, Washington, D.C.;
Ghazarian, Jacob G: The Armenian Kingdom in Cilicia during the Crusades: The Integration of Cilician Armenians with the Latins (1080–1393); RoutledgeCurzon (Taylor & Francis Group), 2000, Abingdon.
Nersessian, Sirarpie Der: The Kingdom of Cilician Armenia (in: Setton, Kenneth M.: (General Editor) – Wolff, Robert Lee – Hazard, Harry W. (Editors): A History of the Crusades – Volume II: The Later Crusades, 1189–1311; The University of Wisconsin Press, 1969, Madison, Milwaukee and London; ISBN 978-0-299-04834-1)
Nickerson Hardwicke, Mary: The Crusader States, 1192–1243 (in: Setton, Kenneth M.: (General Editor) – Wolff, Robert Lee – Hazard, Harry W. (Editors): A History of the Crusades – Volume II: The Later Crusades, 1189–1311; The University of Wisconsin Press, 1969, Madison, Milwaukee and London; ISBN 978-0-299-04834-1)
Runciman, Steven: A History of the Crusades – Volume III.: The Kingdom of Acre and the Later Crusades; Cambridge University Press, 1988, Cambridge; ISBN 0-521-06163-6
Van Cleve, Thomas C.: The Fifth Crusade (in: Setton, Kenneth M.: (General Editor) – Wolff, Robert Lee – Hazard, Harry W. (Editors): A History of the Crusades – Volume II: The Later Crusades, 1189–1311; The University of Wisconsin Press, 1969, Madison, Milwaukee and London; ISBN 978-0-299-04834-1)