ΟΠρόεδρος της Γερμανίας (Γερμανικά: Bundespräsident) είναι ο αρχηγός κράτους της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Ο ρόλος του είναι κυρίως συμβολικός ανκαι έχει ορισμένες αρμοδιότητες. Εκλέγεται κάθε πέντε χρόνια από τηνΟμοσπονδιακή Συνέλευσημε μία δυνατότητα επανεκλογής.
Στη Γερμανία ο θεσμός του προέδρου της δημοκρατίας ξεκίνησε μετη σύνταξη τουΣυντάγματος της Βαϊμάρηςτο 1919 μετά τη λήξη τουΑ΄ Παγκόσμιου Πόλεμουκαιτην παραίτηση του κάιζερ Γουλιέλμου Β΄. Ο αρχηγός κράτους από τότε μέχρι καιτη διάλυση της δημοκρατίας της Βαιμάρης ονομάστηκε Reichspräsident (Πρόεδρος του Ράιχ). Το σύνταγμα της δημοκρατίας της Βαϊμάρης προέβλεπε πως το πολιτικό καθεστώς τηνΗμιπροεδρική δημοκρατία δηλαδή πως οι δύο ανώτεροι πολιτικοί ηγέτες (Πρόεδρος και Καγκελάριος) θα μοιράζονταν την πολιτική εξουσία. Ο πρόεδρος είχε την εξουσία να διορίζει τον καγκελάριο αλλά καινα απαλλάξει την κυβέρνηση του τελευταίου από τα καθήκοντα της όποτε αυτός ήθελε καθώς επίσης μπορούσε καινα δυαλίσει το κοινοβούλιο κατά βούληση του ενώ είχε τον πρώτο λόγο καιστη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Επίσης σε έκτακτες καταστάσεις όπως πόλεμοι για παράδειγμα, κατείχε υπέρτατες εξουσίες. Ο θεσμός καταργήθηκε λίγο μετά από τον διορισμό τουΧίτλερστην καγκελαρία.
Μετην άνοδο του Χίτλερ στην καγκελαρία αποφασίστηκε η κατάργηση πολλών άρθρων του συντάγματος της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. ο Χίτλερ αποφάσισε στην κατάργηση και αυτή του προέδρου αλλά ουσιαστικά και αυτή του καγκελάριου αναλαμβάνοντας ο ίδιος καιτα δύο αξιώματα μετον νέο τίτλο τουΦύρερ. Ο θεσμός επανήλθε μετην αυτοκτονία του Χίτλερ το 1945 ως Αρχηγός κράτους και διορίστηκε οΚαρλ Νταίνιτς όπου ήταν καιο τελευταίος ναζιστής ηγέτης.
Κατά την περίοδο 1945-1949 η Γερμανία είχε περάσει στα χέρια των Συμμάχων όπου και είχε διαιρεθεί σε διάφορες στρατιωτικές ζώνες κατοχής. ο θεσμός δεν υπήρξε καθόλου εκείνη την περίοδο καθώς σε κάθε ζώνη κατοχής διοριζόταν ένας στρατιωτικός κυβερνήτης.
Ο θεσμός του προέδρου της δημοκρατίας στην Ανατολική Γερμανία είχε μικρή διάρκεια καθώς μετον θάνατο του πρώτου προέδρου Βέλχεμ Πίεκο θεσμός αντικαταστάθηκε από το αξίωμα του αρχηγού κράτους.
Μετά την ενοποίηση της Γερμανίας μετά από 50 χρόνια ο θεσμός του προέδρου μετονομάστηκε σε ομοσπονδιακό πρόεδρο καιτο σύνταγμα ήταν παρόμοιο με αυτό της Δυτικής Γερμανίας.
Εκλογή προέδρου έγινε για πρώτη φορά στη Δυτική Γερμανία στις 12 Σεπτεμβρίου 1949 (εξελέγη οΤέοντορ Χόις, ο οποίος επανεξελέγη στις 17 Ιουλίου 1954). Την 1η Ιουλίου 1957 στο αξίωμα εξελέγη οΧάινριχ Λίμπκε, ο οποίος πέτυχε την επανεκλογή τουτην 1η Ιουλίου του 1964. Επόμενος πρόεδρος εξελέγη στις 5 Μαρτίου 1969 οΓκούσταφ Χάινεμαν, στις 23 Μαΐου 1974 οΒάλτερ Σέελ, στις 23 Μαΐου 1979 οΚαρλ Κάρστενς, στις 23 Μαΐου 1984 οΡίχαρντ φον Βάιτσεκερ (επανεξελέγη στις 23 Μαΐου 1989).
Στην πρώτη προεδρική εκλογή μετά την ενοποίηση της Γερμανίας, στις 23 Μαΐου 1994, πρόεδρος εξελέγη ο Χριστιανοδημοκράτης Ρόμαν Χέρτσογκ. Στις επόμενες εκλογές (23 Μαΐου 1999) νικητής αναδείχθηκε ο σοσιαλδημοκράτης Γιοχάνες Ράου. ΟΧορστ Κέλερ κέρδισε τις εκλογές στις 23 Μαΐου 2004 και επανεξελέγη στις 23 Μαΐου 2009. Στις 31 Μαΐου 2010 ο Κέλερ παραιτήθηκε και έγιναν πρόωρες προεδρικές εκλογές στις οποίες επικράτησε οΚρίστιαν Βουλφ στις 30 Ιουνίου 2010. ΟΒουλφ επίσης παραιτήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2012 και έγιναν ξανά πρόωρες εκλογές στις 18 Μαρτίου 2012, με νικητή τονΓιόαχιμ Γκάουκ.
To 2017 διεξήχθη εκλογή προέδρου στις 12 Φεβρουαρίου. Ο πρόεδρος εξελέγη από τον 1ο γύρο και ανέλαβε καθήκοντα στις 19 Μαρτίου 2017. Νικητής με 931 ψήφους ήταν οΦρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ.[1]