Η προέλευση της ονομασίας Ravenna είναι ασαφής, ανκαι πιστεύεται ότι πρόκειται γιαετρουσκική ονομασία.[1] Κάποιοι έχουν υποθέσει ότι το"ravenna" σχετίζεται μετο"Rasenna" (μεταγενέστερα "Rasna"), τη λέξη που χρησιμοποιούσαν οι Ετρούσκοι για τους ίδιους, αλλά δεν υπάρχει συμφωνία πάνω σ'αυτό.[εκκρεμεί παραπομπή]
Η προϊστορία της Ραβέννας είναι αβέβαιη.[2]Η πρώτη εγκατάσταση στην περιοχή αποδίδεται είτε στους Θεσσαλούς, είτε στους Ετρούσκουςκαι τους Ομβρικούς από τον 5ο αιώνα π.Χ. μέχρι τον 3ο αιώνα π.Χ. που ήρθαν σε επαφή μετηΡώμη.[3]Στη συνέχεια η περιοχή της κατοικήθηκε και από τους Σήνωνες, ιδιαίτερα η νότια ύπαιθρος της πόλης (πουδεν ήταν τμήμα της λιμνοθάλασσας). Στη Ραβέννα οικοδομήθηκαν παραπήγματα σε μικρά νησάκια μέσα στη λιμνοθάλασσα, φαινόμενο που παρατηρήθηκε αργότερα στηΔημοκρατία της Βενετίας. Οι Ρωμαίοι τους αγνόησαν όταν κατέκτησαν το δέλτα του ποταμού Πάδου αλλά αργότερα εισήλθαν στηΡωμαϊκή Δημοκρατίασαν ανεξάρτητη πόλη (89 π.Χ.). ΟΙούλιος Καίσαρ συγκέντρωσε τα στρατεύματα τουστη Ραβέννα την εποχή που ήθελε να διασχίσει τονΡουβίκωνα, οΟκταβιανός Αύγουστος μετά τη νίκη του επί τουΜάρκου Αντώνιου ίδρυσε το λιμάνι του Κλάσε. Το λιμάνι αυτό που αρχικά προστατεύτηκε από τα τείχη του ήταν σημαντική στάση του Ρωμαϊκού αυτοκρατορικού στόλου, παρέμεινε λιμάνι στηνΑδριατική Θάλασσα μέχρι τονΜεσαίωνα. Κατά τις γερμανικές εκστρατείες η Τουσνέλντα, χήρα του Αρμίνιου, καιο Μάρμποντ, Βασιλιάς των Μαρκομάνων, φυλακίστηκαν στη Ραβέννα.
Η Ραβέννα γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη στηΡωμαϊκή αυτοκρατορία, ο αυτοκράτορας Τραϊανός οικοδόμησε τον 2ο αιώνα μ.Χ. υδραγωγείο μήκους 70 χιλιομέτρων. Την εποχή που διαρκούσαν οι πόλεμοι με τους Μαρκομάνες οι Γερμανοί έποικοι στη Ραβέννα επαναστάτησαν και προσπάθησαν να καταλάβουν την πόλη. Ο αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος αποφάσισε τότε όχι μόνο να απαγορεύσει την είσοδο νέων εποίκων αλλά να απελάσει πολλούς από αυτούς που ήρθαν πριν.[4]Ο αυτοκράτορας Φλάβιος Ονώριος μετέφερε την πρωτεύουσα στηΔυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία από τοΜιλάνοστη Ραβέννα, την εποχή εκείνη είχε 50.000 κατοίκους.[5]Η μεταφορά έγινε εν μέρει για αμυντικούς σκοπούς: η Ραβέννα περιβαλλόταν από έλη και βάλτους και θεωρήθηκε εύκολα υπερασπίσιμη (ανκαιη πόλη αλώθηκε από αντίπαλες δυνάμεις πολλές φορές στην ιστορία της): είναι επίσης πιθανό ότι η μετακίνηση στη Ραβέννα οφειλόταν στο λιμάνι και τις καλές θαλάσσιες συνδέσεις της πόλης μετηΒυζαντινή Αυτοκρατορία. ΟΒησιγότθος βασιλιάς Αλάριχος Α΄στηνΆλωση της Ρώμης (410) μπόρεσε νατην προσπεράσει, πήρε αιχμάλωτη την κόρη του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄Γάλλα Πλακιδία. Μετά από πολλές περιπέτειες η Γάλα Πλακιδία επέστρεψε στη Ραβέννα μετονγιο της, Αυτοκράτορα Βαλεντινιανό Γ΄καιτη βοήθεια του ανιψιού της Θεοδοσίου Β. Η Ραβέννα έζησε μια περίοδο ειρήνης, κατά την οποία η Χριστιανική θρησκεία είχε την εύνοια της αυτοκρατορικής αυλής καιη πόλη απέκτησε μερικά από τα γνωστότερα μνημεία της, όπως το Ορθόδοξο Βαπτιστήριο, το ονομαζόμενο Μαυσωλείο της Γάλα Πλακιδία (ποτέ στην πραγματικότητα δεν θάφτηκε εκεί) καιτον Άγιο Ιωάννη τον Ευαγγελιστή. Η τελευταία περίοδος του 5ου αιώνα είδε τη διάλυση της Ρωμαϊκής εξουσίας στη δύση καιο τελευταίος αυτοκράτορας της Δύσης εκθρονίστηκε από τον στρατηγό Οδόακρο το 476.
ΟΟδόακρος κυβέρνησε ως Βασιλιάς της Ιταλίας για 13 χρόνια, αλλά το 489 ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Ζήνων έστειλε τονΟστρογότθο Βασιλιά Θευδέριχο τον Μέγανα ανακαταλάβει την Ιταλική χερσόνησο. Αφού έχασε τη Μάχη της Βερόναςο Οδόακρος αποσύρθηκε στη Ραβέννα, όπου άντεξε μια τρίχρονη πολιορκία από τον Θευδέριχο, μέχρι πουη κατάληψη τουΡίμινι στέρησε τη Ραβέννα από τον ανεφοδιασμό της. Ο Θευδέριχος πήρε τη Ραβέννα το 493, πιθανόν να σκότωσε τον Οδόακρο μετα ίδια τουτα χέρια καιη Ραβέννα έγινε πρωτεύουσα του Οστρογοτθικού Βασιλείου της Ιταλίας. Ο Θευδέριχος, ακολουθώντας τους προκατόχους του, έχτισε επίσης λαμπρά κτίρια μέσα και γύρω από τη Ραβέννα, όπως την ανακτορική εκκλησία Σαντ Απολινάρε Νουόβο, έναν Αρειανικό καθεδρικό (σήμερα Σάντο Σπίριτο) και Βαπτιστήριο καιτο δικό του Μαυσωλείο λίγο έξω από τα τείχη. Ο Θεοδώριχος καιοι οπαδοί του ήταν Αρειανοί Χριστιανοί αλλά συνυπήρχαν ειρηνικά με τους Λατίνους, που ήταν κυρίως Ορθόδοξοι. Οι Ορθόδοξοι επίσκοποι της Ραβέννας πραγματοποίησαν σημαντικά κτιριακά προγράμματα, από τα οποία το μόνο που επιβιώνει είναι η Καπέλα Αρτσιβεσκόβιλε. Ο Θευδέριχος επέτρεψε στους Ρωμαίους πολίτες του βασιλείου να υπόκεινται στο ρωμαϊκό δίκαιο καιστο ρωμαϊκό δικαστικό σύστημα. Οι Γότθοι, εντω μεταξύ, ζούσαν με τους δικούς τους νόμους και έθιμα. Το 519, όταν ο όχλος είχε κατακάψει τις συναγωγές της Ραβέννας, ο Θευδέριχος διέταξε την πόλη να τις ξαναχτίσει με δικά της έξοδα. Ο Θευδέριχος πέθανε το 526 και τον διαδέχτηκε ο νεαρός εγγονός τουΑθαλάριχος, υπό την εποπτεία της κόρης του Αμαλασούντα, αλλά το 535 πέθαναν καιοι δύο καιη γραμμή του Θευδέριχου αντιπροσωπευόταν μόνο από την κόρη της Αμαλασούντα Ματασούντα. Διάφοροι Οστρογότθοι στρατιωτικοί ηγέτες ανέλαβαν το βασίλειο της Ιταλίας αλλά κανείς τους δεν ήταν πετυχημένος όπως ο Θευδέριχος.
Στο μεταξύ ο ορθόδοξος Χριστιανός Βυζαντινός Αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄ ήταν αντίθετος τόσο με τους Οστρογότθους όσο καιμετην Αρειανή αίρεση του Χριστιανισμού. Το 535 ο στρατηγός τουΒελισάριος εισέβαλε στην Ιταλία καιτο 540 κατέλαβε τη Ραβέννα. Μετά την κατάκτηση της Ιταλίας το 554 η Ραβέννα έγινε η έδρα της Βυζαντινής κυβέρνησης στην Ιταλία. Από το 540 έως το 600 οι επίσκοποι της Ραβέννας ξεκίνησαν ένα σημαντικό πρόγραμμα ανέγερσης εκκλησιών στη Ραβέννα και μέσα και γύρω από την πόλη-λιμάνι Κλάσε. Μνημεία που σώζονται είναι η Βασιλική του Αγίου Βιταλίου καιη Βασιλική τουΣαντ Απολινάρε ιν Κλάσε καθώς καιο μερικά σωζόμενος Σαν Μικέλε ιν Αφριτσίσκο.
Μετά τις κατακτήσεις τουΒελισάριουγιατον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α΄τον 6ο αιώνα, η Ραβέννα έγινε η έδρα τουΒυζαντινού κυβερνήτη της Ιταλίας, τουΈξαρχου, και έγινε γνωστή ως Εξαρχάτο της Ραβέννας. Υπό τη βυζαντινή εξουσία στον αρχιεπίσκοπο της Ραβέννας παραχωρήθηκε προσωρινά από τον αυτοκράτορα αυτοκεφαλία από τη Ρωμαϊκή Εκκλησία το 666, αλλά αυτή γρήγορα ανακλήθηκε. Εντούτοις ο αρχιεπίσκοπος της Ραβέννας είχε τη δεύτερη θέση στην Ιταλία μετά τον Πάπα και έπαιζε σημαντικό ρόλο σε πολλές θεολογικές διαμάχες αυτή την περίοδο.
ΟιΛομβαρδοί υπό τον Βασιλιά Λιουτπράνδο κατέλαβαν τη Ραβέννα το 712, αλλά αναγκάστηκαν νατην επιστρέψουν στους Βυζαντινούς. Όμως το 751 ο Λομβαρδός βασιλιάς Αϊστούλφος κατέλαβε εκ νέου τη Ραβέννα τερματίζοντας έτσι τη Βυζαντινή κυριαρχία στη βόρεια Ιταλία. Ο Βασιλιάς Πιπίνος της Γαλλίας επιτέθηκε στους Λομβαρδούς κατ'εντολή τουΠάπα Στέφανου Β΄. Τότε η Ραβέννα πέρασε βαθμιαία υπό την άμεση εξουσία των παπών, ανκαι αυτή αμφισβητήθηκε από τους αρχιεπισκόπους διάφορων εποχών. Ο Πάπας Αδριανός Α΄ εξουσιοδότησε τονΚαρλομάγνονα πάρει από τη Ραβέννα ό,τιτου άρεσε και άγνωστη ποσότητα ρωμαϊκών κιόνων, ψηφιδωτών, αγαλμάτων και άλλων φορητών αντικειμένων μεταφέρθηκαν βόρεια γιανα εμπλουτίσουν την πρωτεύουσά του Άαχεν. Το 1198, η Ραβέννα ηγήθηκε μιας συμμαχίας πόλεων της Ρομάνια κατά του Αυτοκράτορα καιο Πάπας κατόρθωσε νατην υποτάξει. Μετά τον πόλεμο του 1218 η οικογένεια Τραβερσάρι κατόρθωσε να επιβάλει στην πόλη την εξουσία της που κράτησε μέχρι το 1240. Μετά μια σύντομη περίοδο υπό έναν Αυτοκρατορικό κληρικό η Ραβέρνα επιστράφηκε σταΠαπικά Κράτητο 1248 και πάλι στους Τραβερσάρι μέχρι που, το 1275, οιΝτα Πολέντα εγκαθίδρυσαν τη μακρόχρονη επικυριαρχία τους. Ένας από τους επιφανέστερους κατοίκους της Ραβέννας αυτή την εποχή ήταν ο εξόριστος ποιητής Δάντης. Ο τελευταίος τωνΝτα Πολέντα, Οστάσιο Γ΄, εκδιώχθηκε από τηΔημοκρατία της Βενετίαςτο 1440 και η πόλη προσαρτήθηκε στα Βενετικά εδάφη. Η Ραβέννα κυβερνήθηκε από τηΒενετία μέχρι το 1509, οπότε η περιοχή δέχθηκε εισβολές κατά τους Ιταλικούς πολέμους. Το 1512, κατά τον πόλεμο της Ιερής Συμμαχίας η Ραβέννα λεηλατήθηκε από τους Γάλλους. Μετά την απόσυρση των Βενετών η Ραβέννα κυβερνήθηκε πάλι από αντιπροσώπους του Πάπα ως τμήμα των Παπικών Κρατών. Η πόλη καταστράφηκε από μία τρομακτική πλημμύρα τον Μάιο του 1636. Τα επόμενα 300 χρόνια ένα δίκτυο διωρύγων εξέτρεψε γειτονικά ποτάμια και αποστράγγισε γειτονικά έλη, μειώνοντας έτσι την πιθανότητα πλημμυρών και δημιουργώντας μια μεγάλη ζώνη γεωργικής γης γύρω από την πόλη.
Εκτός από άλλη μια σύντομη κατοχή από τη Βενετία (1527–1529) η Ραβέννα ήταν τμήμα των Παπικών Κρατών μέχρι το 1796, όταν προσαρτήθηκε στο Γαλλικό προτεκτοράτο της Εντεύθεν των Αλπεων Δημοκρατίας ( Ιταλική Δημοκρατία από το 1802 και Βασίλειο της Ιταλίας από το 1805 ). Επιστράφηκε στα Παπικά Κράτη το 1814. Αφού καταλήφθηκε από στρατεύματα του Πεδεμοντίου το 1859, η Ραβέννα καιη γύρω της Ρομάνια αποτέλεσαν τμήμα του νεοενοποιημένου Βασίλειου της Ιταλίατο 1861.
ΤοΜαυσωλείο του Θεοδώριχου (6ος αι.) Το Μαυσωλείο κτίστηκε από τον ίδιο το 520 ως μελλοντικός τάφος του. Τα λείψανά του απομακρύνθηκαν κατά τη Βυζαντινή περίοδο, οπότε το μαυσωλείο μετατράπηκε σε παρεκκλήσιο. Στα τέλη του 19ου αιώνα έγινε αποστράγγιση και απομάκρυνση των προσχώσεων που είχε εναποθέσει γειτονικό ποτάμι, οι οποίες είχαν εν μέρει καλύψει το μαυσωλείο.
ΗΒασιλική του Αγίου Βιταλίου (6ος αι.). Η βασιλική του Αγίου Βιταλίου είναι ένα από τα σημαντικότερα παραδείγματα της παλαιοχριστιανικής Βυζαντινής τέχνης και αρχιτεκτονικής στη δυτική Ευρώπη. Η κατασκευή της ξεκίνησε το 527, όταν η Ραβέννα ήταν υπό την εξουσία τωνΟστρογότθωνκαι ολοκληρώθηκε το 546 επί του Βυζαντινού Εξαρχάτου της Ραβέννας. Είναι περισσότερο γνωστή γιατον πλούτο των βυζαντινών ψηφιδωτών της, τα μεγαλύτερα και καλύτερα διατηρημένα εκτός Κωνσταντινούπολης. Η εκκλησία είναι τεράστιας σημασίας γιατη Βυζαντινή τέχνη, καθώς είναι η μόνη μεγάλη εκκλησία από την περίοδο του Αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α΄που σώζεται ουσιαστικά ανέπαφη μέχρι σήμερα. Ακόμη πιστεύεται ότι απεικονίζει το σχέδιο της Αίθουσας Ακροάσεων του Βυζαντινού Αυτοκρατορικού Ανακτόρου (Χρυσοτρίκλινος).