Διακρίθηκε στη μάχη του Τσιβιτάτε το 1053 ενάντια στονπάπα Λέοντα τον Θ΄καιστη συνέχεια αυτός καιο αδελφός τουΡογήρος κατέκτησαν τηνΑπουλίακαιτηνΚαλαβρίακαιτο 1059 ορίστηκε δούκας της Καλαβρίας και της Σικελίας. Κατέλαβε τοΡέτζο, τονΤάραντακαιτοΜπρίντιζι. Το 1061 εισέβαλε και κατέλαβε μαζί μετον Ρογήρο τηΣικελία. Το 1071 κατέλαβε τοΜπάρι, το τελευταίο έδαφος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίαςστην Ιταλική χερσόνησο.
Ο Γυισκάρδος οδήγησε έναν στρατό στην Καλαβρία. Ήταν η πρώτη σοβαρή του προσπάθεια να υποτάξει τη Βυζαντινή επαρχία από την εποχή του Γουαϊμάρος. Πολιόρκησε μετον στρατό τουτο Καριάτι, που υποτάχθηκε. Πριντον χειμώνα ακολούθησε το Ροσάνο καιτο Γκεράς, ενώ μόνο τοΡήγιο είχε μείνει στους Βυζαντινούς. έπειτα ο Γυισκάρδος επέστρεψε στηνΑπουλία. Προσπάθησε να υποτάξει τις Βυζαντινές φρουρές στονΤάραντακαιτοΜπρίντιζι, κατόπιν επέστρεψε στηνΚαλαβρία, όπου ο αδελφός του Ρογήρος περίμενε τις νέες πολιορκητικές μηχανές.
Μετά την πτώση του Ρήγιου (Ρέτζιο) καιτην υποταγή της Σκύλλας, της ακρόπολης σεμια νησίδα όπου είχε καταφύγει η φρουρά του Ρήγιου, συνέχισε γιατην κατάκτηση ολόκληρης της Σικελίας. ΟΡογήρος Α΄ της Σικελίας επιτέθηκε πρώτα με μία μικρή δύναμη στηΜεσσήνη, αλλά αποκρούστηκε από τη φρουρά των Σαρακηνών. Η μεγάλη επίθεση που σχεδίαζε ο Γυισκάρδος δεν έγινε τελικά, επειδή συνάντησε αντίσταση από Βυζαντινό στρατό, που έστειλε οΚωνσταντίνος Ι΄ Δούκαςγιανα λεηλατήσει την Απουλία. ΗΜέλφι πολιορκήθηκε ξανά τον Ιανουάριο του 1061, αλλά ο Ρογήρος βρήκε νέα αντίσταση. Οι δυνάμεις του Γυισκάρδου πιέστηκαν από τους Βυζαντινούς να οπισθοχωρήσουν καιη Απουλία έμεινε ήρεμη.
Ο Ροβέρτος Γυισκάρδος επιτέθηκε στηΣικελίαμετον αδελφό του Ρογήρο και κατέλαβαν τηΜεσσήνημε σχετική ευκολία (1061), όταν στρατοπέδευσαν αθέατοι τη νύχτα και αιφνιδίασαν τον στρατό τωνΣαρακηνών.[1]Μετην επιτυχία αυτή απέκτησαν τον έλεγχο στοΣτενό της Μεσσήνης.[1]Ο Γυισκάρδος συμμάχησε αμέσως μετον Ίμπν-ατ-Τιμνάχ, έναν από τους εμίρηδες της Σικελίας, εναντίον του αντιπάλου του Ίμπν-αλπ-Χαουά. Ο Γυισκάρδος, ο αδελφός τουκαιο Ίμπν-ατ-Τιμνάχ βάδισαν στην κεντρική Σικελία μέσω της Ρομέττας που είχε μείνει πιστή στον Ίμπν-ατ-Τιμνάχ, καιστη συνέχεια πέρασαν στην πεδιάδα στην οποία είχαν διακριθεί πριν από 21 χρόνια οΓεώργιος Μανιάκηςκαιοι πρώτοι Ωτβίλ. Ο Γυισκάρδος επιτέθηκε στην Κεντουρίπ, αλλά η αντίσταση που συνάντησε ήταν σκληρή και μετακινήθηκε. Αφού το Πατέρνο έπεσε, μετακίνησε τον στρατό τουσε ένα ισχυρό κάστρο στηνΈννα.
Οι Σαρακηνοί ηττήθηκαν, αλλά η Έννα δεν έπεσε καιο Γυισκάρδος επέστρεψε μετη σύζυγο του Σίλτσεγκαιτα στην Καλαβρία γιατα Χριστούγεννα. Το 1064 επέστρεψε, προσπέρασε την Έννα και βάδισε γιατοΠαλέρμο, όταν το στρατόπεδό του μολύνθηκε από ταραντούλες και αναγκάστηκε να δραπετεύσει. Η εκστρατεία ήταν ανεπιτυχής, αλλά σε μία μετέπειτα εκστρατεία (1072) έπεσε το Παλέρμο· η υπόλοιπη Σικελία ήταν θέμα χρόνου. Στη διάρκεια της Σικελικής εκστρατείας ο Ροβέρτος·Γυισκάρδος καταγράφεται ως "Ροβέρτος ο Μελανοχίτων" επειδή φορούσε κομψά υφάσματα με εισαγόμενες βαφές, που τους έδιναν μελανό χρώμα.[2]
Ο Ροβέρτος Γυισκάρδος, έργο του Μέρρι-Ζοζέφ Μπλοντέλ (19ος αιώνας).
Ο Ροβέρτος Γυισκάρδος προσπάθησε να κατακτήσει το μεγαλύτερο τμήμα της Ιταλικής χερσονήσουκαινα διώξει όλες τις Βυζαντινές φρουρές. Αφού κατέκτησε τηΣικελία, βάδισε βόρεια και άρχισε να απειλεί τις Βυζαντινές πόλεις στοΙόνιο ΠέλαγοςκαιτηνΑδριατική Θάλασσα.[3]Τον Μάιο του 1081 πολιόρκησε τοΔυρράχιο, που βρισκόταν στο ένα άκρο της Εγνατίας Οδού, του περίφημου αρχαίου δρόμου που οδηγούσε στηνΚωνσταντινούπολη. Ο νέος Αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄ Κομνηνός έστειλε μήνυμα στονΔόγη της ΒενετίαςΝτομένικο Σέλβοκαιτου ζήτησε να κινητοποιήσει τον στόλο τουγιατην υποστήριξη του Δυρραχίου αντί τεραστίων κερδών.
Ο Ντομένικο Σέλβο βάδισε γιατην υπεράσπιση του Δυρραχίου με 14 πολεμικά πλοία και άλλα 45 μικρότερα. Ο Βενετός δόγης, πέρα από τους οικογενειακούς και εμπορικούς δεσμούς μετο Βυζάντιο, είχε πρόσθετους λόγους να πολεμήσει τους Νορμανδούς: ανο Γυισκάρδος αποκτούσε τον έλεγχο στοΣτενό του Οτράντοθα απειλούσε την πόλη του.[4]Ο Σέλβο πλησίαζε το Δυρράχιο, ενώ τα πλοία του Γυισκάρδου βρίσκονταν ήδη στο λιμάνι της πόλης. Η μάχη ήταν σκληρή, αλλά οι έμπειροι και εκπαιδευμένοι Βενετοί στη θάλασσα συνέτριψαν τους άπειρους Νορμανδούς. Ο στόλος του Γυισκάρδου έφυγε πανικόβλητος με τεράστιες απώλειες· ο Ντομένικο Σέλβο άφησε τονγιοτου διοικητή του στόλου και επέστρεψε στη Βενετία σαν ήρωας.[5]
Ο Ροβέρτος Γυισκάρδος διατήρησε ακέραιο τον στρατό του, παρά την καταστροφή του στόλου τουκαι ανασυγκροτήθηκε. Έπειτα νίκησε έναν μεγάλο Βυζαντινό στρατό με αρχηγό τον ίδιο τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α΄, ανακατέλαβε το Δυρράχιο και έδιωξε όλα τα Βενετσιάνικα πλοία (1082).[5]Ο Γυισκάρδος, ενώ συνέχιζε την επέλαση σταΒαλκάνια, δέχτηκε μήνυμα από τον σύμμαχό του πάπα Γρηγόριο Ζ΄ να έρθει νατον υπερασπιστεί από τονΕρρίκο Δ΄ της Γερμανίας, πουτον απειλούσε μετον στρατό του. Ο Σέλβο, γνωρίζοντας ότι ο Γυισκάρδος θα εγκαταλείψει τα Βαλκάνια, ανακατέλαβε μετον στόλο τουτο Δυρράχιο καιτηνΚέρκυρα. Έτσι οι Νορμανδοί έχασαν οριστικά ό,τι είχαν κερδίσει στη Βαλκανική χερσόνησο.[6]
Το Μαυσωλείο των Ωτβίλ στη Βενόσα, όπου βρίσκεται ο τάφος του Ροβέρτου Γυισκάρδου.
Ο Γυισκάρδος επέστρεψε στα Βαλκάνια και σχεδίασε νέα οργανωμένη επίθεση στην Κέρκυρα (1084). Τον περίμεναν οι δυνάμεις των Ελλήνων καιτων Βενετών υπό την ηγεσία του Σέλβο. Οι Νορμανδοί πλησίασαν το νησί, αλλά η συντριβή που γνώρισαν από τους δύο συμμάχους ήταν μεγαλύτερη από αυτήν που είχαν υποστεί στη ναυμαχία του Δυρραχίου. τότε ο Γυισκάρδος διέταξε άλλη μία επίθεση τρεις ημέρες μετά, αλλά τα αποτελέσματα ήταν περισσότερο καταστροφικά.[6]Ο Ντομένικο Σέλβο, πεπεισμένος ότι τους είχε εξουδετερώσει οριστικά, έστειλε όλα τα πλοία τουστη Βενετία για επισκευή γιανατα χρησιμοποιήσει σε άλλες ανάγκες. Ο Σέλβο σίγουρος ότι μια τρίτη επίθεση του Γυισκάρδου είναι απίθανη, απέσυρε καιτα υπόλοιπα πλοία του από την Αλβανική ακτή και περίμενε την αναχώρηση των Νορμανδών.
Ο Γυισκάρδος, μόλις έμαθε τα σχέδια του δόγη, κάλεσε μυστικά τον στόλο τουνα βρίσκεται σε εγρήγορση γιανα κάνει αιφνίδια αντεπίθεση. Το σχέδιο του Γυισκάρδου είχε μεγάλο ρίσκο, αλλά η διάλυση του στρατού των αντιπάλων τουκαιη φυγή των Βενετσιάνικων πλοίων καιτων Ελλήνων του έδινε μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας. Οι Βενετοί, αυτή τη φορά αιφνιδιασμένοι, γνώρισαν τη μεγαλύτερη συντριβή· ο ίδιος ο Σέλβο μετά βίας μπόρεσε να δραπετεύσει, ενώ 3.000 Βενετοί σκοτώθηκαν και άλλοι 2.500 αιχμαλωτίστηκαν.[5][7]Οι Βενετοί έχασαν επίσης εννιά γαλέρες, τις μεγαλύτερες και τις ισχυρότερες του στόλου τους.[8]
Το 1085 επέστρεψε γιανα ανακαταλάβει τα εδάφη που είχε απολέσει ο γιος τουΒοημούνδος Α΄, καταλαμβάνοντας την Κέρκυρα καιτηνΚεφαλλονιά, όπου απεβίωσε στις 17 Ιουλίου 1085, στην παραλία τουΑθέρα.
Ο Ροβέρτος διαζεύχθηκε την Αλμπεράντα (απεβ. 1112) λόγω συγγένειας εξ αίματος και έκανε δεύτερο γάμο το 1058-59 μετηΣικελγκάιτα, κόρη τουΓουαϊμάρος Δ΄ πρίγκιπα του Σαλέρνο & της Κάπουα και δούκα του Αμάλφι & της Γκαέτα, και είχε τέκνα:
Ολυμπιάς (Ελένη), μνηστεύθηκε μετονΚωνσταντίνο Δούκα, γιοτουΜιχαήλ Ζ΄ Αυτοκράτορα των Ρωμαίων. Ο αρραβώνας ακυρώθηκε το 1078 από τονΝικηφόρο Γ΄ Βοτανειάτηκαιμε αυτό το πρόσχημα ο Ροβέρτος εισέβαλε στη Ρωμανία.
↑Hazlitt and Norwich list different numbers of casualties, but it is more probable that Norwich, who says 13,000 Venetians died, is mistaken as the only source he cites The Alexiad by Anna Komnene and Hazlitt cites several sources that state that only 13,000 Venetians were present at the battle at all. The entirety of the Venetian fleet was not destroyed, so Hazlitt's numbers seem to be more believable. The entirety of Anna Komnene's account can be found in Book VI of The Alexiad which is referenced below.