ΗΣτατιστική είναι μεθοδικήμαθηματική, παλαιότερα τεχνική και σήμερα επιστήμηπου επιχειρεί να εξαγάγει έγκυρη γνώση χρησιμοποιώντας εμπειρικά δεδομέναπαρατήρησης ή καιπειράματος. Κύριο αντικείμενο έρευνας και μελέτης της Στατιστικής είναι ησυλλογή, ταξινόμηση, επεξεργασία, παρουσίαση, ανάλυσηκαιερμηνεία διαφόρων δεδομένων με απώτερο στόχο την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για λήψη ορθών αποφάσεων. Πρόκειται για σημαντική επιστήμη της οποίας οι εφαρμογές έχουν ευρύτατο πεδίο στη διοικητική, τις επιχειρήσεις, καθώς και στις θετικέςκαισυμπεριφορικές ή Κοινωνικές επιστήμες[1]. Η Στατιστική αποτελεί σήμερα κλάδο τωνεφαρμοσμένων μαθηματικών, οιδε ασχολούμενοι στο στατιστικό πεδίο έρευνας και ανάλυσης καλούνται γενικά στατιστικοίη επιστήμονες δεδομενων.
Γενικά ο όρος Στατιστική φέρεται με διττή σημασία[2], αφενός υποδηλώνοντας μαθηματικές μεθόδους χειρισμού δεδομένων που λήφθηκαν με απαρίθμηση ή μέτρηση και αφετέρου αυτά τα ίδια τα δεδομένα που έχουν υποστεί αυτούς τους χειρισμούς. Σύμφωνα μετονΑ. Αλεξόπουλο εξετάζοντας τον ορισμό όπως αυτός καθορίστηκε στη δεκαετία του 1950 "Στατιστική είναι σύνολο μεθόδων που καθοδηγούν στη λήψη ορθών αποφάσεων σε περιπτώσεις αβεβαιότητας" τονίζει την εννοιολογική διάκριση του συνόλου των στοιχείων ενός φαινομένου καιτο σύνολο των μεθόδων που εξετάζουν αυτά προς τον κοινό σκοπό.
Σύμφωνα μετο Λεξικό Οικονομικοτεχνικών Όρων του Ελληνικού Κέντρου Παραγωγικότητος[3] "Στατιστική είναι α) τα αριθμητικά δεδομένα που αναφέρονται σε σύνολο ατόμων, (έμψυχων, άψυχων, φαινόμενα κ,λπ.) καιβ) επιστήμη συλλογής, ανάλυσης και ερμηνείας τούτων των δεδομένων".
Η Στατιστική έρευνα βασίζεται στη χρήση της στατιστικής θεωρίας, ενός κλάδου τωνεφαρμοσμένων μαθηματικών. Στη στατιστική, η τυχαιότητα καιηαπροσδιοριστία ορίζονται στα πλαίσια της θεωρίας πιθανοτήτων. Η πρακτική της στατιστικής περιλαμβάνει την σχεδίαση, συλλογή και ερμηνεία δεδομένων που προκύπτουν από αβέβαιες παρατηρήσεις. Επειδή η στατιστική αποσκοπεί στην εξαγωγή των «καλύτερων» πληροφοριών από τα διαθέσιμα δεδομένα, κατατάσσεται από μερικούς ως κλάδος της θεωρίας των αποφάσεων.
Ο όρος στατιστική είναι αρχαία ελληνική λέξη που ετυμολογείται από το αρχαίο ρήμα ίστημικαιτουεξ αυτού παραγώγου ρήματος στατίζωπου σημαίνει τοποθετώ, ταξινομώ, συμπεραίνω. Παράγωγο δεκαιοστατήρας. Τον όρο στατιστική αναφέρει οΣωκράτης (Ξενοφώντας "Απομνημονεύματα") καθώς καιοΑριστοτέληςστο έργο του "Πολιτεία" απ΄ όπου και εισήλθε στηλατινική γλώσσαστη φράση statisticum collegium (διάλεξη για υποθέσεις της πολιτείας), από την οποία προήρθε μετη σειρά της ηΙταλική λέξη statista, που σημαίνει πολιτικός, καιηΓερμανική λέξη Statistik, η οποία αρχικά αναφερόταν στην ανάλυση των δεδομένων γιατην πολιτεία. Τη σύγχρονη γενική έννοια της συλλογής και ταξινόμησης δεδομένων φέρεται να έλαβε στις αρχές του δεκάτου ένατου αιώνα.
Η Στατιστική ως έννοια εμφανίζεται από τους μυθικούς χρόνους από της πρώτης δημιουργίας οργανωμένων κοινωνιών. Μια πρώτη γραφή στατιστικής μορφής με αριθμητικά δεδομένα είναι ονεών κατάλογος (κατάλογος των πλοίων) των Αχαιών στονΤρωικό πόλεμο από τονΌμηρο[4]. Από τον κατάλογο αυτό οι ιστορικοί απέσπασαν σημαντικές εκτιμήσεις της οικονομικής ευρωστίας καιτου πληθυσμού των πόλεων-κρατών που συμμετείχαν καθώς και σημαντικά στοιχεία γιατην τότε ναυπηγική, ναυτιλίακαιναυτική τέχνη. Πρώτη ιστορική συλλογή καθαρά στατιστικών στοιχείων θεωρείται η απογραφή πληθυσμού από τον Αυτοκράτορα της Κίνας Γιάο (Yao) το 2238 π.Χ. Στοιχειώδεις τέτοιες απογραφές είχαν πραγματοποιήσει και άλλοι αρχαίοι λαοί όπως οιαρχαίοι Αιγύπτιοι, οιΒαβυλώνιοι, οιΠέρσεςοιαρχαίοι ΈλληνεςκαιοιΡωμαίοιμε χαρακτηριστικότερη την απογραφή του Οκταβιανού του Αυγούστου. Στηναρχαιότητα πρώτος στόχος συλλογής στατιστικών στοιχείων ήταν η στράτευση καιη φορολόγηση τόσο των πολιτών όσο και ολόκληρων πόλεων, π.χ. των σατραπειών της Περσίας, πόλεων της "Αθηναϊκής Συμμαχίας" κ.λπ. Χαρακτηριστική ήταν καιη κοινωνική διάρθρωση της αρχαίας Αθήνας στηνΑρχαϊκή εποχή λαμβάνοντας υπόψη ως στατιστικά στοιχεία τονμέδιμνοκαιτονίππο. Αλλά καιη εκπροσώπηση των φυλών και Δήμων της Αθήνας στηνΕκκλησία του Δήμου, οι ψηφοφορίες ακόμα καιο οστρακισμός στηρίζονταν σε στατιστικά δεδομένα. Αργότερα με βάση στατιστικών στοιχείων προχώρησαν οι Ρωμαίοι στη διοικητική διαίρεση της Αυτοκρατορίας τους και ακολούθως ηΒυζαντινή Αυτοκρατορία δημιουργώντας ταβυζαντινά θέματα.
Η συστηματική όμως συλλογή δεδομένων για πληθυσμό και οικονομία (δημογραφική στατιστική) άρχισε στη διάρκεια της Αναγέννησηςκαι ειδικότερα στηΒενετίακαιτηνΦλωρεντία όπου και γρήγορα επεκτάθηκε σ΄ όλα τα τότε Βασίλεια της Ευρώπης. Περί το τέλος του11ου αιώνα, επί εποχής Γουλιέλμου του Κατακτητή, πραγματοποιήθηκε μια σπουδαία στατιστική απογραφή που αφορούσε μονάδες παραγωγής της Αγγλίας, όπως μεταλλεία, ιχθυοτροφεία κ.λπ. Οι μεγάλοι όμως ρυθμοί θνησιμότηταςπου άρχισαν να παρατηρούνται λίγο αργότερα, από επιδημικές ασθένειες, πολέμους και λιμοκτονίες έδωσαν ιδιαίτερη ώθηση στη στατιστική έρευνα καταγράφοντας αιτίες και απώλειες. Έτσι το1348 ξεκίνησαν οι καταγραφές θανάτων από τηνπανώλη, την φοβερή ασθένεια που κράτησε τέσσερις αιώνες. Στις καταγραφές αυτές προστέθηκαν και θάνατοι από άλλες αιτίες. Το1620ο Άγγλος έμπορος Τζον Γκράουντ ξεκίνησε πρώτος τη δειγματοληπτική έρευνα σε οικογένειες τουΛονδίνου όπου και διαπίστωσε ότι σε κάθε 88 άτομα υπήρχαν τρεις θάνατοι. Από το στοιχείο αυτό και χρησιμοποιώντας τους εν λόγω καταλόγους που έδιναν 13.200 θανάτους εκτιμήθηκε ότι ο πληθυσμός του Λονδίνου το 1620 αριθμούσε 387.000 κατοίκους.
Έτσι πολλοί επιστήμονες θέτουν αφετηρία της Στατιστικής το έτος 1663, μετην έκδοση του βιβλίου Φυσικές και Πολιτικές παρατηρήσεις της ΘνησιμότηταςτουJohn Graunt.[5]
Η ραγδαία ανάπτυξη τουεμπορίουπου σημειώθηκε από τον16ο μέχρι τον19ο αιώνα εξανάγκασε τις αρχές τωνκρατώνστη μελέτη των νέων οικονομικών δεδομένων του εμπορίου των μεταφορών καιτων βιομηχανιών καθώς καιτου εργατικού δυναμικού. Σήμερα η στατιστική έρευνα από μαθηματική τεχνική έχει αναχθεί σε σπουδαία αυτοτελή επιστήμη ακολουθώντας ιδιαίτερες μεθόδους ανάλυσης.
Η Στατιστική ως ιδιαίτερος κλάδος των μαθηματικών στην ουσία προσφέρει δύο σπουδαίες δυνατότητες αφενός την περιγραφή αριθμητικών συνόλων δεδομένων έρευνας καιστη συνέχεια την ανάλυση αυτών. Συνέπεια αυτών των δυνατοτήτων είναι καιη βασική διάκρισή της σε περιγραφική στατιστική καισε αναλυτική στατιστική.
ΣτηΠεριγραφική στατιστική περιγράφονται τα διάφορα στατιστικά στοιχεία μετά από συλλογή και ταξινόμηση κατά ομάδες των στατιστικών δεδομένων τα οποία ακολούθως παρουσιάζονται υπό μορφή ανάλυσης σε πίνακες, διαγράμματα με χαρακτηριστικές τιμές, ή ιδιότητες.
ΣτηνΑναλυτική στατιστική, που είναι περισσότερο περίπλοκη, αναζητείται με διάφορες μεθόδους ο προσδιορισμός βαθμού εμπιστοσύνης στην εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων μέσα όμως από κάποιο περιορισμένο δείγμα στοιχείων ενός γενικότερου συνόλου.
Συνέπεια των παραπάνω είναι η Στατιστική ν΄ αποτελεί σήμερα τον μεγάλο αρωγό στο ερευνητικό πεδίο όλων των επιστημών και όχι μόνο. Ακόμα καιστη καθημερινή ζωή η στατιστική απαντάται σ΄ όλους τους χώρους της ανθρώπινης δραστηριότητας λαμβάνοντας έτσι επιμέρους ονομασίες π.χ. δημογραφική, τουριστική, συγκοινωνιακή, πολιτική, βιομηχανική, ναυτιλιακή, αγροτική, εκπαιδευτική, κ.ά. Ιδιαίτερη όμως σημαντική βοήθεια είναι αυτή που προσφέρει στις Συμπεριφορικές επιστήμες επιλύοντας ιδιαίτερα πολύπλοκα και σύνθετα προβλήματα της συμπεριφοράς, μετά από επεξεργασία κάθε είδους αντιδράσεων ή επιδόσεων πουμεστατιστικές μεθόδους λαμβάνουν μετρήσιμα μεγέθη, ως μεταβλητές, κατόπιν εφαρμογής διαφόρων τεχνικών (π.χ. τεστ, ερωτηματολόγια, κλίμακες μέτρησης, κ.ά.).
Επισημαίνεται ότι η στατιστική ως ιδιαίτερη μέθοδος έρευνας, σε αντίθεση μετην παρατήρηση καιτο πείραμα, ερευνά πάντα πλήθος παρατηρημάτων. Έτσι γεννιέται η έννοια τουστατιστικού πληθυσμούπου αποτελεί ομάδα παρατηρημάτων, όπως π.χ. μπορεί να είναι ένα σύνολο φοιτητών, ή σύνολο ψηφοφόρων, ή σύνολο παραγομένων οχημάτων κ.ά. Κάθε ένα μέρος αυτής της ομάδας (φοιτητής, ψηφοφόρος, όχημα) αποτελεί στατιστική μονάδατου αντίστοιχου στατιστικού πληθυσμού. Επειδή όμως εκτων πραγμάτων η εξέταση της καθεμιάς στατιστικής μονάδας χωριστά είναι και ιδιαίτερα χρονοβόρα αλλά και οικονομικά ασύμφορη, ακολουθείται η μελέτη ενός μόνο μέρους του συνόλου το οποίο και καλείται στατιστικό δείγμαπου λαμβάνεται κατά τηδειγματοληψίαμε διάφορους τρόπους - μεθόδους. Η ιδιότητα ή το χαρακτηριστικό μετο οποίο εξετάζεται ένας στατιστικός πληθυσμός ονομάζεται μεταβλητή, που αποτελεί μετρήσιμο μέγεθος σχέσης, ή αξίας. Οι μεταβλητές (δηλαδή οι εξεταζόμενες ιδιότητες ή χαρακτήρες) διακρίνονται σε διάφορα είδη.
Μετά τη συλλογή τωνστατιστικών στοιχείων, που επιτελείται με διάφορες διαδικασίες, ακολουθεί η επεξεργασία, η ταξινόμηση, καιη παρουσίασή τους σε πίνακες, ή διαγράμματα.
Περιγράφουμε τη γνώση μας (καιτην άγνοιά μας) μαθηματικά και επιχειρούμε να μάθουμε περισσότερα από οτιδήποτε μπορούμε να παρατηρήσουμε. Αυτό προϋποθέτει:
Να σχεδιάσουμε τις παρατηρήσεις μας ώστε να ελέγχουμε τη μεταβλητότητά τους (σχεδιασμόςπειράματος),
Να συνοψίσουμε μια συλλογή παρατηρήσεων γιανα βρούμε τα κοινά τους σημεία καταγράφοντας λεπτομέρειες (περιγραφική στατιστική), και
Να συμφωνήσουμε σχετικά μετοτι μας λένε οι παρατηρήσεις γιατον κόσμο που παρατηρούμε (στατιστική συμπερασματολογία)
UNESCO "Λεξικό Κοινωνικών Όρων" (Ελληνική Έκδοση) 3 τόμοι, Εκδ. Ελληνική Παιδεία Αθήναι 1972, τομ.3ος, σελ.865.
Θρασ. Μπέλλας "Η Έρευνα στις Επιστήμες της Συμπεριφοράς" - Αθήνα 1977. τομ.1ος, σελ.71.
Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Larousse Britannica τομ.55ος, σελ.168.
Συλλογ. έργο τωνΠ. Κικιλίας, Δ. Παλαμούρδας, Α. Πετράκης, Δ. Τσουκαλάς "Στατιστική - Πιθανότητες" Εκδ. Δηρος - Αθήνα 2001, ISBN 960-8271-07-X
ΥΠΕΠΘ - Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, συλλογικό έργο τωνΛεων. Αδαμόπουλο, Χαραλ. Δαμιανού, Ανδ. Σπέρκου "Μαθηματικά και Στοιχεία Στατιστικής" ΟΕΔΒ - Αθήνα 1999.