Ωστόσο, η Συμμαχία αντιμετώπισε μεγάλες δυσκολίες μετην αυξανόμενη ένταση μεταξύ της Ρωσικής Αυτοκρατορίαςκαι της Αυστροουγγαρίας. Οι εντάσεις αυτές περιστρέφονταν κυρίως γύρω από ταΒαλκάνια όπου, μετην άνοδο τουεθνικισμούκαιτη συνεχιζόμενη παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αρκετές πρώην οθωμανικές επαρχίες αγωνίζονταν γιατην ανεξαρτησία τους.[4]
Σεμια απόπειρα να σταματήσει τη Ρωσία από τη σύναψη συμμαχίας μετη Γαλλία, ο Μπίσμαρκ υπέγραψε το μυστικό Σύμφωνο Αντασφάλισηςμετη Ρωσία το 1887, εξασφαλίζοντας πως καιοιδυο πλευρές θα παρέμεναν ουδέτερες η μία προς την άλλη κατά την περίπτωση που ξεσπούσε πόλεμος.[6]
Λόγω της συμμαχίας μεταξύ της Ρωσίας και της Γαλλίας, καθώς καιτον αποκλεισμό από τον Μπίσμαρκ της Ρωσίας από τη γερμανική οικονομική αγορά το 1887, η συμφωνία δεν ανανεώθηκε το 1890, θέτοντας ένα τέρμα στη συμμαχία μεταξύ της Γερμανίας και της Ρωσίας.[7]
Μετά τημη-ανανέωση τουΣυμφώνου Αντασφάλισηςτο 1890,[8]οι ηγέτες της Ρωσίας άρχισαν να ανησυχούν γιατη διπλωματική απομόνωση της χώρας και προχώρησαν στη σύναψη της Γαλλορωσικής Συμμαχίαςτο 1894.[7]
Το 1904, η Βρετανία καιη Γαλλία υπέγραψαν σειρά συμφωνιών οι οποίες έγιναν γνωστές μετην ονομασία Αντάντ Κορντιάλ. Οι συγκεκριμένες συμφωνίες αφορούσαν άμεσα τις εκατέρωθεν αποικίες τους.
Η Αντάντ σήμανε το τέλος της βρετανικής ουδετερότητας στην Ευρώπη. Αποτέλεσε, εν μέρει, μια απάντηση στον ολοένα και αυξανόμενο γερμανικό ανταγωνισμό, όπως αυτός εκφράστηκε μέσω της μετατροπής της Kaiserliche Marine (Αυτοκρατορικού Ναυτικού) σε ένα πολεμικό ναυτικό ικανό να αμφισβητήσει την κυριαρχία τουRoyal Navy.
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα, η Βρετανία εξακολούθησε την εφαρμογή της πολιτική της "λαμπρής απομόνωσης", έχοντας ως πρώτο στόχο της την υπεράσπιση της μεγάλης υπερπόντιας αυτοκρατορίας της. Ωστόσο, στις αρχές της δεκαετίας του 1900, ο γερμανικός κίνδυνος είχε ενισχυθεί σημαντικά. Ορισμένοι εντός της Βρετανίας υποστήριζαν πως η χώρα χρειαζόταν συμμάχους. Συγκεκριμένα, γιατο μεγαλύτερο διάστημα του 19ου αιώνα, η Βρετανία θεωρούσε τη Γαλλία καιτη Ρωσία ως τις δύο πλέον επικίνδυνες αντιπάλους της, ωστόσο λόγω του αυξανόμενου γερμανικού κινδύνου, η βρετανική πολιτική άρχισε να αλλάζει.
Τα τρία κυριότερα αίτια αυτής ήταν:
η Γαλλία καιη Βρετανία είχαν υπογράψει πέντε χωριστές συμφωνίες αναφορικά με τις εκατέρωθεν σφαίρες επιρροής τους στηΒόρεια Αφρικήτο 1904. Αυτές έγιναν γνωστές ως ηΑντάντ Κορντιάλ. ΗΚρίση της Ταγγέρης, η οποία ακολούθησε, ενεθάρρυνε τη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, δεδομένου του κοινού τους φόβου γιατον διαφαινόμενο γερμανικό επεκτατισμό.
η Ρωσία ηττήθηκε στονΡωσοϊαπωνικό Πόλεμο. Η αδυναμία αυτή όπως φάνηκε, είχε ως αποτέλεσμα λιγότερη ανησυχία γιατον ρωσικό ιμπεριαλισμό, ενώ ενεθάρρυνε τη Ρωσία να προσπαθήσει να διατηρήσει υπό τον έλεγχό της τις ήδη υπάρχουσες κτήσεις της. Η Γαλλία ήταν ήδη σύμμαχος της Ρωσίας στα πλαίσια της Διπλής Συμμαχίας.
η Βρετανία ανησυχούσε ιδιαιτέρως σχετικά μετον επερχόμενο κίνδυνο του γερμανικού ιμπεριαλισμού. Ο Κάιζερ Γουλιέλμος Β΄ είχε φανερώσει ανοιχτά τις προθέσεις τουγιατη δημιουργία μίας παγκόσμιας γερμανικής αυτοκρατορίας καιτην ανάπτυξη ενός ισχυρού ναυτικού. Η Βρετανία — η οποία παραδοσιακά ήταν κυρίαρχος στις θάλασσες — το εξέλαβε ως ισχυρή απειλή γιατην ίδια της την αυτοκρατορία καιτο ναυτικό.
Κατά τη διάρκεια τουΓαλλοπρωσικού Πολέμου της περιόδου μεταξύ 1870–1871, ηΠρωσία νίκησε τηΒ΄ Γαλλική Αυτοκρατορία, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την εγκαθίδρυση της Γ΄ Δημοκρατίας. ΣτηΣυνθήκη της Φρανκφούρτης, η Πρωσία υποχρέωσε τη Γαλλία να παραχωρήσει τηνΑλσατία-Λωρραίνηστη νεοϊδρυθείσα Γερμανική Αυτοκρατορία. Έκτοτε, οι σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών ήταν πάντοτε τεταμένες. Η Γαλλία — ανησυχώντας γιατην αυξανόμενη στρατιωτική ανάπτυξη της Γερμανίας — ξεκίνησε τη δημιουργία δικών της πολεμικών βιομηχανιών και στρατού ως απάντηση στις γερμανικές επιθετικές κινήσεις. Ως άλλο μέτρο, η Γαλλία ανέπτυξε στενή σχέση μετη Ρωσία μέσω της υπογραφής Γαλλορωσικής Συμμαχίας, της οποίας ο στόχος ήταν η δημιουργία ενός ισχυρού αντίβαρου στην Τριπλή Συμμαχία. Κύριο μέλημα της Γαλλίας ήταν η προστασία της απέναντι σε ενδεχόμενη επίθεση της Γερμανίας, καθώς καιη ανάκτηση της Αλσατίας-Λωρραίνης.
Ρωσική αφίσα του 1914, στην άνω επιγραφή της οποίας αναγράφεται ο όρος "συμφωνία". Οι αβέβαιες Britannia (δεξιά) καιΜαριάν (αριστερά) περιμένουν την αποφασισμένη Μητέρα Ρωσία (κέντρο), προκειμένου να τις οδηγήσει στον επερχόμενο πόλεμο.
Η Ρωσία διέθετε, μακράν, το μεγαλύτερο στρατιωτικό δυναμικό εφεδρειών από το σύνολο των έξι ευρωπαϊκών δυνάμεων, ωστόσο ήταν και αυτή μετη χειρότερη οικονομική κατάσταση. Η Ρωσία μοιραζόταν τους φόβους της Γαλλίας σχετικά μετη Γερμανία. Αφότου οι Γερμανοί ξεκίνησαν την αναδιοργάνωση του τουρκικού στρατού, η Ρωσία φοβήθηκε πως στόχος τους θα ήταν η κατάληψη τωνΔαρδανελλίων, μία ζωτικής σημασίας εμπορική αρτηρία, η οποία αντιστοιχούσε στα δύο πέμπτα των εξαγωγών της Ρωσίας.[9]
Αυτό συνδυάστηκε, επίσης, μετη μακροχρόνια αντιπαλότητα της Ρωσίας μετην Αυστροουγγαρία. Η Αυστροουγγαρία είχε προσαρτήσει προσφάτως τηΒοσνία και Ερζεγοβίνη, προκαλώντας την αγανάκτηση σε μεγάλο βαθμό της Ρωσίας. Η Ρωσία θεωρούσε τον εαυτό της ως την ηγέτιδα δύναμη τουΣλαβικού κόσμου (Πανσλαβισμός) και θεωρούσε την εισβολή αυτή ως ακόμη ένα βήμα προς την προσάρτηση της ΣερβίαςκαιτουΜαυροβουνίου. Προκειμένου να απαντήσει στις επιθετικές κινήσεις της Αυστροουγγαρίας στα Βαλκάνια, η Ρωσία υποσχέθηκε να προσφέρει στρατιωτική βοήθεια στη Σερβία σε περίπτωση πουη τελευταία δεχόταν εισβολή.
Η Ρωσία είχε, επίσης, προσφάτως ηττηθεί στον ντροπιαστικό Ρωσοϊαπωνικό Πόλεμοτου 1905, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα το ξέσπασμα επαναστατικού ξεσηκωμούκαιτη φαινομενική μετατροπή του καθεστώτος σεσυνταγματική μοναρχία. Ως απάντηση προς τους αντιπάλους της σε στρατιωτικό και πολιτικό επίπεδο, η Ρωσία επιχείρησε να αναθερμάνει τηΓαλλορωσική Συμμαχία. Παρά το γεγονός πως θεωρήθηκε ως αχρείαστη κατά τη διάρκεια του πολέμου μετην Ιαπωνία, στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή θεωρείτο ανεκτίμητης αξίας. Η Ρωσία υπέγραψε τηνΑγγλορωσική Συμφωνία του 1907μετη Βρετανία, προκειμένου να αποτελέσει αντίβαρο στον κίνδυνο που παρουσίαζε η Τριπλή Συμμαχία.
Η συμμαχία της αυταρχικής Ρωσικής Αυτοκρατορίας με τις δύο μεγαλύτερες δημοκρατίες της Ευρώπης προκάλεσε αρκετές συζητήσεις και στις δύο πλευρές. Συγκεκριμένα, αρκετοί Ρώσοι συντηρητικοί δεν εμπιστεύονταν την εκκοσμικευμένη Γαλλική Δημοκρατία, ενώ, ταυτόχρονα, υπενθύμιζαν τους διπλωματικούς ελιγμούς των Βρετανών, προκειμένου να περιορίσουν την επιρροή των Ρώσων στην Εγγύς Ανατολή. Στον αντίποδα, σημαντικοί Γάλλοι και Βρετανοί δημοσιογράφοι, ακαδημαϊκοί, καθώς και βουλευτές θεωρούσαν το αντιδραστικό τσαρικό καθεστώς ως απεχθές. Η απουσία εκατέρωθεν εμπιστοσύνης εξακολουθούσε να υφίσταται ακόμη και κατά τη διάρκεια της πολεμικής περιόδου, με Βρετανούς και Γάλλους πολιτικούς να εκφράζουν την ανακούφισή τους, έπειτα από τηνπαραίτησητου Τσάρου Νικολάου Β΄ υπέρ μιας Προσωρινής Κυβέρνησηςτο 1917. Μία αρχική πρόταση πολιτικού ασύλου στους Ρομανόφ, τελικώς αποσύρθηκε από τη Βρετανική Κυβέρνηση, υπό τον φόβο δημόσιας κατακραυγής.[10]Γιατον ίδιο λόγο, η Γαλλική Δημοκρατία ουδέποτε έθεσε το θέμα παροχής πολιτικού ασύλου στον έκπτωτο Τσάρο.