ΤοCarol είναι αμερικανοβρετανική αισθηματική δραματική ταινία του 2015 σε σκηνοθεσία Τοντ Χέινς. Το σενάριο γράφτηκε από τη Φίλις Νάγκι, το οποίο βασίστηκε στο μυθιστόρημα της Πατρίσια Χάισμιθ, ονόματι The Price of Salt. Πρωταγωνιστούν οιΚέιτ Μπλάνσετ, Ρούνι ΜάρακαιΣάρα Πόλσον.
Η ταινία είναι ένα ομοερωτικό (λεσβιακό) ρομαντικό δράμακαι αφορά την ιστορία ενός έρωτα μεταξύ δύο γυναικών, από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, στην πουριτανική Αμερική του 1952 και πως κατορθώνουν μέσα από προσωπικές θυσίες να δημιουργήσουν μια ολοκληρωμένη σχέση.
Η ταινία δεν γυρίστηκε σε ψηφιακό φιλμ αλλά στο κλασικό super 16mm. Ανκαιτο έργο εκτυλίσσεται στηΝέα Υόρκη, τα γυρίσματα έγιναν στοΣινσινάτιτουΟχάιο, που βρίσκονται ακόμα κτίρια της δεκαετίας του 1950. Τα γυρίσματα έγιναν τον Απρίλιο του 2014 και κράτησαν 35 μέρες.
Η ταινία παρότι είχε ολοκληρωθεί στις αρχές του 2015, ωστόσο δεν έκανε πρεμιέρα παρά στις 17 Μαΐου του 2015, στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα του 68ουΦεστιβάλ των Καννών. Στο Φεστιβάλ των Καννών η Μάρα κέρδισε τοΒραβείο Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας, ενώ ο σκηνοθέτης Τοντ Χέινς, τον ειδικό Φοίνικα, τονQueer Φοίνικα.[11]Τοφιλμ προβλήθηκε καιστα κινηματογραφικά φεστιβάλ του Λονδίνου, της Ρώμης, της Νέας Υόρκης, της Στοκχόλμης. Είχε επίσης 5 υποψηφιότητες στις Χρυσές Σφαίρες 2016, (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, 2 για την κατηγορία τουΑ' γυναικείου ρόλου και μουσικής). Συνολικά, προτάθηκε για 273 βραβεία εκτων οποίων κατέκτησε τα 87.
Η Κάρολ Άιρντ, είναι μια όμορφη, παντρεμένη, εύπορη αλλά και μελαγχολική σαραντάρα, πουζειμια τυποποιημένη ζωή, γεμάτη κοσμικές συναντήσεις, δεξιώσεις και χορούς, δίπλα σε έναν άντρα πουδεν αγαπάει πια. Μόνη ικανοποίηση στη ζωή της, η ύπαρξη της κόρης τους, της 5χρονης Ρίντυ. Γιατα χριστουγεννιάτικα ψώνια της κόρης της, θα επισκεφτεί ένα πρωινό η Κάρολ τοπολυκατάστημαΦράνκενμπεργκτουΜανχάττανκαιθα γνωρίσει εκεί την Τερέζ Μπέλιβετ. Η νεαρή Τερέζ Μπέλιβετ, πωλήτρια στο τμήμα παιδικών παιχνιδιών θα εξυπηρετήσει την Κάρολ στα ψώνια της, ενώ μια πρωτόγνωρη καιγια τις δυο, ακαταμάχητη έλξη θα δημιουργεί μεταξύ τους. Η μοναχική και σιωπηλή Τερέζ, με μόνη αγάπη στην ζωή της την φωτογραφία, θα μαγευτεί από τη γοητεία καιτοναέρα, της μελαγχολικής ξανθιάς γυναίκας.
Η Κάρολ, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλία θα προσκαλέσει την Τερέζ σε ευχαριστήριο - γιατην εξυπηρέτηση να της επιστρέψει ταχυδρομικώς τα ξεχασμένα γάντια της - γεύμα. Το γεύμα θα φέρει την πρόταση της Κάρολ, να περάσουν μαζί ταΧριστούγενναστο σπίτι της, κάτι πουη κεραυνόπληκτη από την γοητεία της Κάρολ, Τερέζ, θα δεχτεί χωρίς δεύτερη σκέψη. Η χριστουγεννιάτικη επίσκεψη ανκαιθα φέρει πιο κοντά τις δυο γυναίκες θα έχει άσχημο τέλος, αφού η απροσδόκητη εμφάνιση του άντρα της Κάρολ, τουΧαρτζ, καιο καβγάς μεταξύ των δύο πουθα επακολουθήσει θα χαλάσουν εντελώς την ατμόσφαιρα. Ωστόσο οιδυο γυναίκες θα επιμείνουν στη συνέχιση της γνωριμίας τους και όταν ο Χαρτζ θα πάρει το παιδί από την Κάρολ, γιανα κάνει Χριστούγεννα μαζί του, η Κάρολ αποφασίζει να φύγει για ένα ταξίδι προς τα δυτικά της χώρας.
Η Τερέζ θα δεχτεί την πρόσκληση της, να κάνουν μαζί αυτό το ταξίδι, παρατώντας καιτην δουλειά της πωλήτριας αλλά καιτον νεαρό σύντροφό της. Αυτό το ταξίδι θα φέρει την οικειότητα μεταξύ τωνδυο γυναικών καιθα κάνει τον έρωτά τους να ανθίσει. Σε ένα μοτέλ της μικρής επαρχιακής πόλης Βατερλό, ο έρωτάς τους θα ολοκληρωθεί μετην σεξουαλική τους συνεύρεση. Όμως για κακή τους τύχη, ένας ντετέκτιβπου κρυφά τις παρακολουθεί ο Τόμυ Τάκερ (Tommy Tucker), εξουσιοδοτημένος από τον άντρα της Κάρολ, με σκοπό ναβρει στοιχεία γιαναμην της επιτρέψει να πάρει εκείνη την επιμέλεια του παιδιού, στην επερχόμενη δικαστική διαμάχη, θα μαγνητοφωνήσει όλες τις λεπτομέρειες της σεξουαλικής τους επαφής σεμια κασέτα πουθα ταχυδρομήσει αμέσως στον σύζυγο. Όταν η Κάρολ, πληροφορείται από την επιστήθια φίλη της και νονά της κόρης της, Άμπυ Σμιθ (Abby Smith) , τις εξελίξεις, δεν έχει παρά έναν δρόμο να ακολουθήσει. Φεύγει την επόμενη μέρα τα χαράματα γιανα γυρίσει αεροπορικώς στηΝέα Υόρκη. Η Τερέζ, ξυπνώντας το πρωί, δεν βρίσκει εκεί την αγαπημένη της, αλλά την φίλη της Άμπυ, η οποία επιφορτίστηκε μετονα επιστρέψει την Τερέζ οδικώς στην πόλη. Η Κάρολ, γεμάτη απελπισία, αφήνει ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα στην Τερέζ.
Οιδυο γυναίκες, γράφει το γράμμα - γιαναμη δώσουν λαβή για καινούρια στοιχεία εναντίον της Κάρολ, δεν πρέπει να ξαναειδωθούν - τουλάχιστον μέχρι να λήξει η δικαστική διαμάχη. Έτσι η σχέση διακόπτεται, απότομα. Καιοιδυο όμως, συνεχίζουν να σκέφτονται ημιατην άλλη. Η Κάρολ, εγκλωβισμένη στην προσπάθεια που κάνει να πάρει την κηδεμονία του παιδιού της, επισκέπτεται ψυχοθεραπευτή γιανατην βοηθήσει να ξεπεράσει αυτήν την «παρέκκλιση», αναγκάζεται να είναι φιλική με ανθρώπους που αντιπαθεί, και υποταγμένη στις απαιτήσεις των δικηγόρων. Η Τερέζ, κάνει το επόμενο επαγγελματικό της βήμα, πιάνοντας μια δουλειά σαν βοηθός φωτογράφου στην εφημερίδα The New York Times, ενώ συνεχίζει να φωτογραφίζει καινα τυπώνει τις «καλλιτεχνικές» φωτογραφίες της.
Η ζωή καιτωνδυο περνάει μέσα στην θλίψη γιατον χαμένο έρωτα μέχρι πουη Κάρολ θα κάνει την μεγάλη θυσία, γιανα δώσει στην κόρη της μια ήσυχη και ισορροπημένη ζωή. Αποφασίζει να δώσει την πλήρη επιμέλεια της μικρής Ρίντυ στον άντρα της. Παρουσία όλων των πλευρών καιγιαναμην μπλεχτεί σεμια δικαστική διαμάχη που περισσότερο κακό παρά καλό θα κάνει σε όλους, και ιδιαίτερα στο παιδί της, του παραχωρεί την κηδεμονία, ζητώντας σαν αντάλλαγμα τακτικές συναντήσεις μετην κόρη της. Εγκαταλείπει το κοινό σπίτι, βρίσκει μια δουλειά και πλέον είναι έτοιμη να διεκδικήσει ξανά καιτην Τερέζ. Στη συνάντηση πουθα έχουν στην τελευταία σκηνή του έργου, θα καταλήξει σε ένα ευτυχισμένο τέλος, ή καλύτερα μιαν ευτυχισμένη αρχή γιατην συντροφική τους πλέον πορεία στη ζωή.
«Οι ερμηνείες τωνδυο πρωταγωνιστριών είναι «εκτωνωνουκ άνευ». Χωρίς αυτές, δεν τραβάει η ταινία. Αυθεντικά είναι επίσης, τα κοστούμια, τα ντεκόρ και γενικά όλη η ατμόσφαιρα του ‘50, της οποίας η φωτογραφία του Edward Lachman θυμίζει πίνακες του Αμερικανού ρεαλιστή ζωγράφου Edward Hopper (1882 – 1967).»[12]
«Κανονικά το “Carol” ανήκει στην κατηγορία των ταινιών μετην οποία έχω ένα βασικό πρόβλημα: δεν θέλω πηγαίνοντας σινεμά να βλέπω λίγο – πολύ αυτό που περιμένω ότι θαδω. Στο “Carol” βλέπεις ακριβώς αυτό που περιμένεις να δεις. Αλλά δενσε πειράζει, γιατί είναι κομψοτέχνημα. Η λεπτοβελονιά κάθε μα κάθε πλάνου, η δημιουργία ενός κόσμου με αισθητική υπογραφή και ταυτότητα Τοντ Χέινς. Η επίγνωση ότι κανείς άλλος δενθα μπορούσε να αναδείξει έτσι το συγκεκριμένο σενάριο, κανείς άλλος δενθα μπορούσε να συγχρονιστεί τόσο πολύ μαζί του, κανείς άλλος δενθα μπορούσε να βουτήξει τόσο πολύ στον κόσμο της Κάρολ καινατον κάνει δικό του. Ο Χέινς είναι φτιαγμένος γιανα κάνει ταινίες σαντο “Carol” καιτο “Carol” φτιάχτηκε γιανατο κάνει ο Χέινς. Στο “Carol” συνυπάρχουν δυο ιστορίες αγάπης. Αυτή της αγάπης της Κάρολ και της Τερέζ και αυτή του Χέινς για αυτό τον τύπο του σινεμά. Τον οποίο αποθεώνει.» [13]