Eκτίμηση:
Άγνωστο· η φρουρά σκοτώθηκε και 3.000-45.000 κάτοικοι σφαγιάστηκαν[8]
ΗΠολιορκία της Ιερουσαλήμ (7 Ιουνίου – 15 Ιουλίου 1099) διεξήχθη από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις της Α΄ Σταυροφορίας, με αποτέλεσμα την κατάληψη της Ιεράς Πόλης της Ιερουσαλήμ από το Μουσουλμανικό χαλιφάτο των Φατιμιδώνκαι θέτοντας τα θεμέλια γιατο Χριστιανικό Βασίλειο της Ιερουσαλήμ, το οποίο διήρκεσε σχεδόν δύο αιώνες. Η κατάληψη της Ιερουσαλήμ ήταν η τελευταία μεγάλη μάχη της πρώτης από τις Σταυροφορίεςγιατην απελευθέρωση καιτην κατάληψη τωνΑγίων Τόπων, που ξεκίνησαν το 1095. Καταγράφηκαν ορισμένες μαρτυρίες από αυτόπτες μάρτυρες της πολιορκίας, με τις περισσότερες αναφορές να είναι αυτές από τα ανώνυμα Φραγκικά Πεπραγμένα (Gesta Francorum). Μετά την ανακήρυξη του κοσμικού κράτους, οΓοδεφρείδος του Μπουγιόν, εξέχων μεταξύ των ηγετών των Σταυροφόρων, εξελέγη ηγεμόνας, αποφεύγοντας τον τίτλο «βασιλιάς». Η πολιορκία οδήγησε στη μαζική σφαγή χιλιάδων ΜουσουλμάνωνκαιΕβραίωνκαιστη μετατροπή των μουσουλμανικών ιερών τόπων στοΌρος του Ναούσε χριστιανικά ιερά.[9]
ΣτηΣύνοδο της Πιατσέντσατο 1095, οπάπας Ουρβανός Β΄ δέχθηκε απεσταλμένους από τονΑυτοκράτοραΑλέξιο Α΄ Κομνηνό, που ζητούσε από τους Δυτικούς Χριστιανούς βοήθεια γιατην απελευθέρωση μεγάλων τμημάτων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τους Σελτζούκους, που είχαν κατακτήσει μεγάλα τμήματα της περιοχής το 1070. Ο Σελτζούκος Aτσίζ ιμπν Ουβάκ είχε κατακτήσει την Ιερουσαλήμ από τους Φατιμίδες το 1073, κάνοντας το προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ πιο δύσκολο και καταπνίγοντας μία εξέγερση της πόλης το 1077 με λουτρό αίματος.[10] Ανταποκρινόμενος στο κάλεσμα, ο Ουρβανός Β΄ έκανε ένα κήρυγμα στηΣύνοδο του Κλερμόντον Νοέμβριο του 1095, το οποίο περιλάμβανε μία έκκληση σε έγερση με όπλα γιατην κατάκτηση τωνΑγίων Τόπωνκαιτην επιστροφή της Εκκλησίας του Παναγίου Τάφου της Ιερουσαλήμ σε χριστιανικά χέρια.[11]Η έκκλησή του σηματοδότησε την έναρξη τωνΣταυροφοριών, ενός γιατον Θεό, ιερού πολέμου, ο οποίος εξασφάλιζε στους συμμετέχοντες μία θέση στον παράδεισο.
Μικρογραφίατου 13ουαι., που απεικονίζει την πολιορκία.
Στο δρόμο τους οι Σταυροφόροι πολιόρκησαν την Άρκα (20 χλμ. πριντην Τρίπολη), αλλά δεν κατάφεραν νατην καταλάβουν και εγκατέλειψαν την πολιορκία στις 13 Μαΐου. Οι Φατιμίδες είχαν προσπαθήσει να κάνουν ειρήνη, μετην προϋπόθεση ότι οι Σταυροφόροι δενθα συνέχιζαν προς την Ιερουσαλήμ, αλλά αυτό αγνοήθηκε. ΟIφτικάρ αλ-Νταουλά, ο Φατιμίδης κυβερνήτης της Ιερουσαλήμ, γνώριζε τις προθέσεις των Σταυροφόρων. Ως εκ τούτου έδιωξε όλους τους Χριστιανούς κατοίκους της Ιερουσαλήμ.[12]Η περαιτέρω πορεία προς την Ιερουσαλήμ δεν συνάντησε αντίσταση.
Ο Φατιμίδης κυβερνήτης Ιφτικάρ αλ Νταουλά προετοίμασε την πόλη γιατην πολιορκία, καθώς άκουσε γιατην άφιξη των σταυροφόρων. Ετοίμασε ένα επίλεκτο στράτευμα 400 Αιγυπτίων ιππέων και εκδίωξε όλους τους Χριστιανούς της Ανατολής από την πόλη, από φόβο μήπως προδοθεί από αυτούς (στην πολιορκία της Αντιόχειας ένας Αρμένιος, ο Φιρόζ, είχε βοηθήσει τους Σταυροφόρους να εισέλθουν στην πόλη ανοίγοντας τις πύλες). Γιανα επιδεινώσει την κατάσταση για τους Σταυροφόρους, οαλ-Νταουλά δηλητηρίασε ή έθαψε όλα τα πηγάδια νερού και έκοψε όλα τα δέντρα έξω από την Ιερουσαλήμ. Στις 7 Ιουνίου 1099 οι Σταυροφόροι έφτασαν στα εξωτερικά οχυρά της Ιερουσαλήμ, τα οποία είχαν ανακαταλάβει οιΣελτζούκοι από τους Φατιμίδες μόλις τον προηγούμενο χρόνο. Η πόλη φυλασσόταν από ένα αμυντικό τείχος μήκους 4 χλμ., το οποίο είχε πάχος 3 μέτρα και ύψος 15 μέτρα. Υπήρχαν πέντε μεγάλες πύλες, πουη καθεμία φρουρείτο από ένα ζεύγος πύργων.[13]Οι Σταυροφόροι χωρίστηκαν σε δύο μεγάλες ομάδες: οΓοδεφρείδος του Μπουγιόν, οΡοβέρτος Β΄ της ΦλάνδραςκαιοTαγκρέδος σχεδίαζαν να πολιορκήσουν από τον βορρά, ενώ οΡαϋμόνδος Δ΄ της Τουλούζης τοποθέτησε τις δυνάμεις τουστον νότο.
ΟιΜουσουλμάνοι (Φατιμίδες) έπρεπε τώρα να είναι προετοιμασμένοι να πολεμήσουν σε δύο μέτωπα. Αφού πήραν τις θέσεις τους, οι Σταυροφόροι εξαπέλυσαν την πρώτη τους επίθεση στις 13 Ιουνίου. Το κύριο πρόβλημα ήταν, ότι δεν είχαν πρόσβαση σε ξύλα γιατην κατασκευή πολιορκητικού εξοπλισμού. Ωστόσο ο Tαγκρέδος, μετά από ένα όραμα, βρήκε μία στοίβα από ξύλα κρυμμένη στη σπηλιά καιτα χρησιμοποίησαν γιανα φτιάξουν μία σκάλα. Ένας ιππότης ονόματι Ράινμπολντ στερέωσε στη σκάλα γιανα ανέλθει στον τοίχο, αλλά δεντα κατάφερε. Δεδομένου ότι αυτή η επίθεση ήταν αποτυχημένη, οι Σταυροφόροι υποχώρησαν καιδεν έκαναν καμία προσπάθεια μέχρι να πάρουν τα εργαλεία καιτον εξοπλισμό τους. Οι Σταυροφόροι αντιμετώπισαν πολλές περισσότερες δυσκολίες, όπως η έλλειψη νερού, η καυτή ζέστη της Παλαιστίνηςκαιη έλλειψη τροφίμων. Στα τέλη Ιουνίου ήρθε η είδηση, ότι ένας στρατός των Φατιμιδών βάδιζε βόρεια από τηνΑίγυπτο. Η αυξανόμενη πίεση ανάγκασε τους Σταυροφόρους να δράσουν γρήγορα.
Στις 17 Ιουνίου 1099, οι Σταυροφόροι άκουσαν γιατην άφιξη Γενουατικών πλοίων στο λιμάνι της Γιάφα. Οι Γενουάτες ναύτες είχαν φέρει μαζί τους όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό γιατην κατασκευή των πολιορκητικών μηχανών. ΟΡοβέρτος της ΝορμανδίαςκαιοΡοβέρτος της Φλάνδρας προμηθεύοντο ξυλεία από τα κοντινά δάση. Υπό τις διαταγές τουΓουλιέλμου ΕμπριάκοκαιτουΓκαστόν ντε Μπεάρν, οι Σταυροφόροι ξεκίνησαν την κατασκευή των πολιορκητικών όπλων τους. Κατασκεύασαν τον καλύτερο πολιορκητικό εξοπλισμό του 11ουαι. σε σχεδόν 3 εβδομάδες. Σε αυτόν περιλαμβάνοντο: 2 μεγάλοι επάνω σε τροχούς πολιορκητικοί πύργοι, έναν πολιορκητικό κριό με ένα κεφάλι επενδυμένο με σίδερο, πολυάριθμες κλιμακωτές σκάλες και μία σειρά από φορητές καλαμόπλεκτα πλαίσια.[13] Από την άλλη πλευρά, οι Φατιμίδες παρακολουθούσαν την προετοιμασία των Φράγκων και έστησαν τις βλητικές μηχανές τους επάνω στα τείχη, μόλις άρχιζε μία επίθεση. Η προετοιμασία από τους Σταυροφόρους είχε ολοκληρωθεί.
Στις 14 Ιουλίου 1099, οι Σταυροφόροι ξεκίνησαν την επίθεσή τους: οΓοδεφρείδοςκαιοι σύμμαχοί του τοποθετήθηκαν προς το βόρειο τείχος της Ιερουσαλήμ, όπου προτεραιότητά τους ήταν να σπάσουν το εξωτερικό παραπέτασμα των τειχών της Ιερουσαλήμ. Μέχρι το τέλος της ημέρας είχαν διεισδύσει στην πρώτη γραμμή άμυνας. Στον Νότο οι δυνάμεις του Ραϋμόνδου της Τουλούζης αντιμετώπισαν άγρια αντίσταση από τους Φατιμίδες. Στις 15 Ιουλίου η επίθεση ξανάρχισε στο βόρειο μέτωπο, καιο Γεοδεφρείδος καιοι σύμμαχοί του είχαν επιτυχία: ο Σταυροφόρος Λούντολφ του Τουρναί ήταν ο πρώτος που ανέβηκε στο τείχος. Οι Φράγκοι κέρδισαν γρήγορα τη βάση στο τείχος και καθώς η άμυνα της πόλης κατέρρεε, κύματα πανικού τάραξαν τους Φατιμίδες.
Στις 15 Ιουλίου 1099 οι Σταυροφόροι μπήκαν στην πόλη μέσω τουΠύργου του Δαβίδκαιη ιστορία γνώρισε μία από τις πιο αιματηρές αναμετρήσεις. Οι Σταυροφόροι έσφαξαν μεγάλο αριθμό κατοίκων της πόλης, Μουσουλμάνους και Εβραίους. Ο Φατιμίδης κυβερνήτης της πόλης κατάφερε να δραπετεύσει.[14] Σύμφωνα με μαρτυρίες, οι δρόμοι της Ιερουσαλήμ γέμισαν αίματα. Το πόσα άτομα σκοτώθηκαν είναι θέμα συζήτησης, μετον αριθμό των 70.000 που δόθηκε από τον Μουσουλμάνο ιστορικό Ιμπναλ-Ατίρ (γράφοντας γύρω στο 1200) να θεωρείται σημαντική υπερβολή. Οι 40.000 είναι εύλογο, δεδομένου ότι ο πληθυσμός της πόλης είχε διογκωθεί από πρόσφυγες, που διέφυγαν από την προέλαση του Σταυροφορικού στρατού.[15]
Οι συνέπειες της πολιορκίας οδήγησαν στη μαζική σφαγή χιλιάδων Μουσουλμάνων και Εβραίων, η οποία σύμφωνα με τις σύγχρονες πηγές ήταν άγρια και διαδεδομένη, καιστη μετατροπή των Μουσουλμανικών ιερών τόπων στοΌρος του Ναούσε χριστιανικά ιερά.[16][17]
Οι φρικαλεότητες που διαπράττοντο εναντίον των κατοίκων μίας πόλης, όταν αυτή κατακλυζόταν από εισβολή μετά από μία πολιορκία, ήταν επόμενο να συμβαίνουν στον αρχαίο [18]καιστον μεσαιωνικό πόλεμο, τόσο από Χριστιανούς όσο και από Μουσουλμάνους. Οι Σταυροφόροι το είχαν κάνει ήδη στην Αντιόχειακαιοι Φατιμίδες το είχαν κάνει οι ίδιοι στηνΤαορμίνα, στηΡομέττακαιστηνΤύρο. Θεωρείται, αλλά μάλλον είναι προκατάληψη, ότι η σφαγή των κατοίκων της Ιερουσαλήμ -τόσο Μουσουλμάνων όσο και Εβραίων- μπορεί να ξεπέρασε ακόμη και αυτά τα πρότυπα.[19][20]
Πολλοί Μουσουλμάνοι αναζήτησαν καταφύγιο στοτζαμί αλ-Ακσά, στονΘόλο του Βράχουκαιστην περιοχή τουΌρος του Ναού γενικά. Σύμφωνα μεταΦραγκικά Πεπραγμένα (Gesta Francorum), μιλώντας μόνο γιατην περιοχή του Όρους του Ναού, «... [οι άνδρες μας] σκότωναν και σφαγίαζαν ακόμη καιστον Ναό του Σολομώντα, όπου η σφαγή ήταν τόσο μεγάλη, πουοι άνδρες μας ήταν στο αίμα μέχρι τους αστραγάλους τους ..." Σύμφωνα μετον Ραϋμόντ Αγκυλέρ, ο οποίος έγραψε επίσης αποκλειστικά γιατην περιοχή του Όρους του Ναού, «στον Ναό καιστο πλάτωμα του Σολομώντα οι άνθρωποι βρέχονταν στο αίμα μέχρι τα γόνατά τους καιτα ηνία τους». Γράφοντας μόνο γιατην περιοχή του Όρους του Ναού, ο Φουλσέρ ντεΣαρτρ, ο οποίος δεν ήταν αυτόπτης μάρτυρας της πολιορκίας της Ιερουσαλήμ, επειδή είχε μείνει μετονΒαλδουίνοστην Έδεσσα εκείνη την εποχή, λέει: «Σε αυτόν τον ναό σκοτώθηκαν 10.000. Πράγματι, αν ήσουν εκεί θα έβλεπες τα πόδια μας να βάφονται μέχρι τους αστραγάλους μας μετο αίμα των σκοτωμένων. Αλλά τι άλλο να αναφέρω; Κανένας από αυτούς δεν έμεινε ζωντανός, ούτε γυναίκες ούτε παιδιά γλίτωσαν» [21].
Ο αυτόπτης μάρτυρας τωνΦραγκικών Πεπραγμένων αναφέρει, ότι κάποιοι γλίτωσαν. Ο ανώνυμος συγγραφέας τους έγραψε: «Όταν οι ειδωλολάτρες νικήθηκαν, οι άνδρες μας κατέλαβαν μεγάλους αριθμούς ανδρών και γυναικών είτε σκοτώνοντάς τους, είτε κρατώντας τους αιχμάλωτους, όπως ήθελαν.[22] Αργότερα η ίδια πηγή γράφει, «[οι αρχηγοί μας] διέταξαν επίσης να πετάξουν έξω όλους τους Σαρακηνούς νεκρούς λόγω της μεγάλης δυσοσμίας, αφού ολόκληρη η πόλη ήταν γεμάτη μετα πτώματά τους· και έτσι οι ζωντανοί Σαρακηνοί έσυραν τους νεκρούς έξω από τις πύλες και τους τακτοποίησαν σε σωρούς, μεγάλους σαννα ήταν σπίτια. Κανείς δεν είδε, ούτε άκουσε ποτέ για τέτοια σφαγή ειδωλολατρών, διότι από αυτούς σχηματίστηκαν για καύση στοίβες σαν πυραμίδες και κανείς δεν ξέρει τον αριθμό τους εκτός από τον Θεό μόνο. Αλλά ο Ραϋμόνδος έκανε τον εμίρη και τους άλλους που ήταν μαζί τουνα οδηγηθούν στην Ασκαλώνα, ακέραιοι και αβλαβείς» [23].
Μία άλλη πηγή αυτόπτη μάρτυρα, ο Ραϋμόντ ντ' Αγκυλέρ, αναφέρει ότι κάποιοι Μουσουλμάνοι επέζησαν. Αφού εξιστόρησε τη σφαγή στο Όρος του Ναού, αναφέρει για μερικούς που «βρήκαν καταφύγιο στον Πύργο του Δαβίδ και, παρακαλώντας τον κόμη Ραϋμόνδο για προστασία, παρέδωσαν τον Πύργο στα χέρια του».[24] Αυτοί οι Μουσουλμάνοι έφυγαν μαζί μετον Φατιμίδη κυβερνήτη γιατην Ασκαλώνα.[25] Μία εκδοχή αυτής της παράδοσης είναι επίσης γνωστή στον μετέπειτα Μουσουλμάνο ιστορικό Ιμπναλ-Αθίρ (10, 193–95), ο οποίος αφηγείται ότι μετά την κατάληψη καιτη λεηλασία της πόλης «μία ομάδα Μουσουλμάνων οχυρώθηκε στο Ιερό του Δαβίδ (Mihrab Dawud) και πολέμησε για αρκετές ημέρες. Τους παραχωρήθηκε η ζωή, με αντάλλαγμα να παραδοθούν. Οι Φράγκοι τίμησαν τον λόγο τους καιη ομάδα αναχώρησε τη νύχτα γιατην Ασκαλώνα» [26] Μία επιστολή της Γκενίζα του Καΐρου αναφέρεται επίσης σε ορισμένους Εβραίους κατοίκους, που έφυγαν μαζί μετον κυβερνήτη των Φατιμιδών.[27]
Ο Tαγκρέδος διεκδίκησε τησυνοικία του Ναούγιατον εαυτό τουκαι προσέφερε προστασία σε μερικούς από τους Μουσουλμάνους εκεί, αλλά δεν μπόρεσε να αποτρέψει τον θάνατό τους στα χέρια των συναδέλφων του Σταυροφόρων. Επιπλέον οι Σταυροφόροι διεκδίκησαν τους Μουσουλμανικούς ιερούς χώρους τουΘόλου του Βράχουκαιτουτζαμιού αλ-Ακσά ως σημαντικούς χριστιανικούς χώρους και τους μετονόμασαν Templum DominiκαιTemplum Salomonis αντίστοιχα. Το 1141 τοTemplum Dominiθα καθαγιαζόταν καιτοTemplum Solomonisθα γινόταν η έδρα των Ναϊτών Ιπποτών.[28]
ΟΑλβέρτος του Άαχεν, ο οποίος προσωπικά δεν ήταν παρών, αλλά έγραψε χρησιμοποιώντας ανεξάρτητες συνεντεύξεις, που έγιναν με επιζώντες στην Ευρώπη, έγραψε, ότι ακόμη και πέρα από τον πρώτο γύρο σφαγής που συνόδευε την πτώση της Ιερουσαλήμ, υπήρχε ένας άλλος γύρος: «την τρίτη ημέρα μετά τη νίκη η απόφαση εκφωνήθηκε από τους ηγέτες και όλοι άρπαξαν τα όπλα και ξεχύθηκαν για μία άθλια σφαγή όλου του πλήθους των εθνών, που είχε απομείνει...τους οποίους είχαν προηγουμένως γλιτώσει για χάρη των χρημάτων καιτου ανθρώπινου οίκτου».[29]Ο αριθμός των νεκρών δεν διευκρινίζεται, ούτε αναφέρεται αυτή η σφαγή σε άλλες σύγχρονες πηγές.
Ανκαιοι Σταυροφόροι σκότωσαν πολλούς από τους Μουσουλμάνους και τους Εβραίους κατοίκους, μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων (Φραγκικά Πεπραγμένα, Ραϋμόν ντ' Αγκυλέρ καιτα έγγραφα Γκενίζα του Καΐρου) δείχνουν ότι ορισμένοι Μουσουλμάνοι και Εβραίοι κάτοικοι είχαν τη δυνατότητα να ζήσουν, αρκεί να έφευγαν από την Ιερουσαλήμ.[30]
Οι Εβραίοι είχαν πολεμήσει πλάι-πλάι με Μουσουλμάνους στρατιώτες γιανα υπερασπιστούν την πόλη, και καθώς οι Σταυροφόροι παραβίασαν τα εξωτερικά τείχη, οι Εβραίοι της πόλης υποχώρησαν στη συναγωγή τους γιανα «προετοιμαστούν γιατο τέλος».[32] Σύμφωνα μετο μουσουλμανικό χρονικό τουIμπναλ-Καλανισί, «Οι Εβραίοι συγκεντρώθηκαν στη συναγωγή τους καιοι Φράγκοι την έκαψαν επάνω από τα κεφάλια τους».[33] Μία σύγχρονη εβραϊκή επιστολή επιβεβαιώνει την καταστροφή της συναγωγής, ανκαιδεν επιβεβαιώνει, ότι κάποιοι Εβραίοι ήταν μέσα της, όταν κάηκε.[34] Αυτό το γράμμα ανακαλύφθηκε στησυλλογή του Καΐρου Γκενίζατο 1975 από τον ιστορικό Σελόμο Ντοβ Γκοϊτέιν.[35]Οι ιστορικοί πιστεύουν ότι γράφτηκε μόλις δύο εβδομάδες μετά την πολιορκία, καθιστώντας το «την παλαιότερη αναφορά γιατην κατάκτηση, σε οποιαδήποτε γλώσσα».[35]Ηεπιστολή των Καραϊτών πρεσβυτέρων της Ασκαλώνος από την Γκενίζα του Καΐρου δείχνει ότι ορισμένοι εξέχοντες Εβραίοι, που κρατούντο για λύτρα από τους Σταυροφόρους, ελευθερώθηκαν, όταν ηεβραϊκή κοινότητα των Καραϊτών Ασκαλώνος κατέβαλε τα ζητούμενα χρηματικά ποσά.
Σε αντίθεση με ό,τι υποστηρίζεται μερικές φορές, καμία πηγή αυτόπτη μάρτυρα δεν αναφέρεται σε Σταυροφόρους, πουνα σκότωσαν Ανατολικούς Χριστιανούς στην Ιερουσαλήμ καιοι πρωτοχριστιανικές πηγές (Ματθαίος της Έδεσσας, Άννα Κομνηνή, Μιχαήλ ο Σύρος, κ.λπ.) δεν κάνουν τέτοιο ισχυρισμό για τους Σταυροφόρους στην Ιερουσαλήμ. Σύμφωνα μετοΣυριακό Χρονικό, όλοι οι Χριστιανοί είχαν ήδη εκδιωχθεί από την Ιερουσαλήμ, πριν φθάσουν οι Σταυροφόροι.[36] Προφανώς αυτό θα είχε γίνει από τον Φατιμίδη κυβερνήτη γιανα αποτρέψει την πιθανή συμπαιγνία τους με τους Σταυροφόρους.[37]
ΤαΦραγκικά Πεπραγμένα (Gesta Francorum) ισχυρίζονται ότι την Τετάρτη 9 Αυγούστου, δυόμισι εβδομάδες μετά την πολιορκία, ο Πέτρος ο Ερημίτης ενθάρρυνε όλους τους «Έλληνες και Λατίνους ιερείς και κληρικούς» να κάνουν ευχαριστήρια πομπή προς την Εκκλησία του Παναγίου Τάφου.[38] Αυτό δείχνει ότι ορισμένοι Ανατολικοί Χριστιανοί κληρικοί παρέμειναν μέσα ή κοντά στην Ιερουσαλήμ κατά τη διάρκεια της πολιορκίας. Τον Νοέμβριο του 1100, όταν ο Φουλσέρ ντεΣαρτρ συνόδευσε προσωπικά τον Bαλδουίνο σε μία επίσκεψη στην Ιερουσαλήμ, τους υποδέχτηκαν Έλληνες και Σύριοι κληρικοί και λαϊκοί (Βιβλίο II, 3), κάτι που υποδεικνύει μία Ανατολική Χριστιανική παρουσία στην πόλη ένα χρόνο αργότερα.
Στις 17 Ιουλίου πραγματοποιήθηκε ένα συμβούλιο γιανα συζητηθεί, ποιος θα στεφθεί βασιλιάς της Ιερουσαλήμ. Στις 22 Ιουλίου οΓοδεφρείδος του Μπουγιόν (ο οποίος έπαιξε τονπιο θεμελιώδη ρόλο στην κατάκτηση της πόλης) ονομάστηκε Υπερασπιστής του Παναγίου Τάφου (Advocatus Sancti Sepulchri) στις 22 Ιουλίου, αρνούμενος να ονομαστεί βασιλιάς στην πόλη όπου είχε σταυρωθεί ο Χριστός, λέγοντας ότι αρνείται να φορέσει χρυσό στεφάνι στην πόλη, όπου ο Χριστός φόρεσε αγκάθινο.[39]Ο Ραϋμόνδος είχε αρνηθεί οποιονδήποτε τίτλο καιο Γοδεφρείδος τον έπεισε να εγκαταλείψει καιτον Πύργο του Δαβίδ. Στη συνέχεια ο Ραϋμόνδος πήγε για προσκύνημα καιεν απουσία του, ο Αρνούλφ ντεΣοκ -στον οποίο ο Ραϋμόνδος είχε αντιταχθεί λόγω της δικής του υποστήριξης προς τον Πέτρο Βαρθολομαίο- εξελέγη πρώτος Λατίνος Πατριάρχηςτην 1η Αυγούστου (οι διαμαρτυρίες τουΈλληνα Πατριάρχη αγνοήθηκαν). Στις 5 Αυγούστου ο Aρνούλφ, αφού ρώτησε τους επιζώντες κατοίκους της πόλης, ανακάλυψε το κειμήλιο τουΤιμίου Σταυρού.
Στις 12 Αυγούστου ο Γοδεφρείδος οδήγησε έναν στρατό, μετον Τίμιο Σταυρό να φέρεται στην εμπροσθοφυλακή, εναντίον του στρατού των Φατιμιδών στημάχη της Ασκαλώνοςτο 1099. Οι Σταυροφόροι ήταν επιτυχείς, αλλά μετά τη νίκη, η πλειονότητά τους θεώρησε ότι οι σταυροφορικοί όρκοι τους είχαν εκπληρωθεί και όλοι, εκτός από μερικές εκατοντάδες ιππότες, επέστρεψαν σπίτι τους. Ωστόσο η νίκη τους άνοιξε το δρόμο γιατην ίδρυση του Σταυροφορικού Βασιλείου της Ιερουσαλήμ.
Οι πρώτοι Σταυροφόροι επέτυχαν στην προσπάθειά τους. ΟΟυρβανός Β΄ είχε ανάψει τη φλόγα του ιερού πολέμου στηΣύνοδο του Κλερμόν. Πολλές άλλες Σταυροφορίες ξεκίνησαν στο πέρασμα του χρόνου για διάφορους λόγους και κίνητρα. Η Ιερουσαλήμ παρέμεινε σε χριστιανικά χέρια για σχεδόν έναν αιώνα, έως ότου οι Σταυροφόροι αντιμετώπισαν την τελική τους ήττα από τονΣαλαντίνστημάχη του Χατίντο 1187, και τρεις μήνες αργότερα, οι τελευταίοι υπερασπιστές εκδιώχθηκαν από την πόλη.[11]Η κατάκτηση της Ιερουσαλήμ στην Α΄ Σταυροφορία συνέχισε να αντηχεί στο πέρασμα του χρόνου και έκτοτε έχει διαμορφώσει τις σχέσεις μεταξύ των διαφορετικών θρησκευτικών παραδόσεων της περιοχής.
↑France 1994, p. 3 harvnb error: no target: CITEREFFrance1994 (help)
↑Η "σφαγή" στη λεηλασία της πόλης είναι κοινή αναφορά σε λαϊκές περιγραφές, αλλά το ιστορικό γεγονός είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με κάποια βεβαιότητα.
↑Krey, August. C. (1921). The First Crusade: The Accounts of Eyewitnesses and Participants. Princeton Univ. σελίδες 257–62. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2019. But these were small matters compared to what happened at the Temple of Solomon, a place where religious services are ordinarily chanted. What happened there? If I tell the truth, it will exceed your powers of belief. So let it suffice to say this much, at least, that in the Temple and porch of Solomon, men rode in blood up to their knees and bridle reins. [quoting eyewitness Raymond d'Aguiliers]
↑Krey, August. C. (1921). The First Crusade: The Accounts of Eyewitnesses and Participants. Princeton Univ. σελίδες 256–57. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2019. One of our knights, named Lethold, clambered up the wall of the city, and no sooner had he ascended than the defenders fled from the walls and through the city. Our men followed, killing and slaying even to the Temple of Solomon, where the slaughter was so great that our men waded in blood up to their ankles....
↑Hirschler, Konrad (2014). «The Jerusalem Conquest of 492/1099 in the Medieval Arabic Historiography of the Crusades: From Regional Plurality to Islamic Narrative». Crusades13: 74.
↑Bradbury, Jim (1992). The Medieval Siege (New έκδοση). Woodbridge: The Boydell. σελ. 296. ISBN0851153577.
↑Fulk (or Fulcher) of Chartres, "Gesta Francorum Jerusalem Expugnantium [The Deeds of the Franks Who Attacked Jerusalem]", republished (1912). Krey, August C., επιμ. Parallel Source Problems in Medieval History. New York: Harper & Brothers. σελίδες 109–115. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Αυγούστου 2014. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2019.
↑Giebfried, John (2013). «The Crusader Rebranding of Jerusalem's Temple Mount». Comitatus: A Journal of Medieval and Renaissance Studies44: 77–94. doi:10.1353/cjm.2013.0036.
↑of Aachen, Albert (2013). History of the Journey to Jerusalem. Surrey, UK: Ashgate Publishing Limited. σελ. 229. ISBN9781409466529.
↑See also Thomas F. Madden, New Concise History at 34