ΟΦραντς Κάφκα (Franz Kafka, 3 Ιουλίου 1883 – 3 Ιουνίου 1924) ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς λογοτέχνεςτου 20ού αιώνα. Γερμανόφωνος καιεβραϊκής καταγωγής, έζησε στη σημερινή Τσεχίακαι έγραψε όλα τα βιβλία τουστηγερμανική γλώσσα. Τα χρόνια που ακολούθησαν το θάνατό του, εδραιώθηκε η θέση τουστην παγκόσμια λογοτεχνία, χαρακτηρίστηκε ως ο σπουδαιότερος μοντερνιστής γερμανόφωνος πεζογράφος[4]καιτο έργο του έχει αναλυθεί εκτενώς. Ανάμεσα στα σημαντικότερα έργα του περιλαμβάνονται η νουβέλα Η μεταμόρφωση (1915) καιτα μυθιστορήματα Η δίκη (1925), Ο πύργος (1926) καιΑμερική (1927).
Ο Κάφκα γεννήθηκε το 1883 στην Πράγα, που τότε αποτελούσε μία από τις σημαντικότερες πόλεις της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίαςκαι πρωτεύουσα της Βοημίας. Οι πρόγονοί του υπήρξαν Εβραίοι της υπαίθρου (Dorfjuden), από την αγροτική ενδοχώρα της Βοημίας. Ο παππούς του, Γιάκομπ Κάφκα (1814-1889), ήταν κρεοπώλης καιο πατέρας του, Χέρμαν Κάφκα (1852-1931), τέταρτο παιδί του Γιάκομπ, εξελίχθηκε σε έναν αυτοδημιούργητο, εύπορο έμπορο υφασμάτων. Το οικογενειακό όνομα Κάφκαθα πρέπει να επιλέχθηκε από τους μακρινούς προγόνους τους, κατά τα τέλη του 18ου αιώνα, όταν αναγκάστηκαν από τη νομοθεσία να εγκαταλείψουν τα εβραϊκά πατρώνυμά τους. Στατσέχικα, το όνομα Κάφκα (kavka) σημαίνει τηνκάργια, που αποτέλεσε καιτο έμβλημα που χρησιμοποιούσε ο Χέρμαν Κάφκα στις επαγγελματικές του επιστολές. Ο ίδιος ο Φραντς Κάφκα, συνέταξε σε ηλικία τριάντα έξι ετών, μία επιστολή προς τον πατέρα του, όπου τον περιγράφει ως «ένα πραγματικό Κάφκα σε δυναμικότητα, υγεία, όρεξη, ένταση της φωνής, ομιλητικότητα, αυτοϊκανοποίηση, υπεροχή έναντι του κόσμου, επιμονή, ευστροφία, ανθρωπογνωσία, σεμια κάποια συγκεκριμένη γενναιοδωρία, με όλα επίσης φυσικά τα συνοδευτικά τούτων των προτερημάτων σφάλματα και αδυναμίες»[5]. Στην ίδια επιστολή, αναφέρεται επίσης στην αδιαφορία του πατέρα τουκαιτην ευθύνη τουγιατην διαμόρφωση του χαρακτήρα του.
Η μητέρα του, Γιούλιε Λαίβυ (Julie Löwy), προερχόταν από αστική οικογένεια, η οποία σύμφωνα μετον στενό φίλο και πρώτο βιογράφο του Κάφκα, ΜαξΜπροντ, χαρακτηριζόταν από «ονειροπόλα διάθεση και ροπή στην εκκεντρικότητα»[6], στοιχεία που έρχονταν σε αντίθεση μετην τραχύτητα καιτην αυστηρότητα του πατέρα του. Είχε επίσης τρεις αδελφές, τις Γκαμπριέλε, Βαλερί και Όττλα, οι οποίες δολοφονήθηκαν σεστρατόπεδα συγκεντρώσεως, καθώς και δύο νεότερους αδελφούς, Γκέοργκ και Χάινριχ, οι οποίοι όμως πέθαναν σε ηλικία δεκαπέντε και έξι μηνών αντίστοιχα. Οι σχέσεις του Κάφκα μετο οικογενειακό του περιβάλλον δεν υπήρξαν απόλυτα αρμονικές, εν μέρει λόγω και της ιδιαίτερης ιδιοσυγκρασίας του ίδιου: «Εγώ δεν μπορώ ναζωμε ανθρώπους. Μισώ απεριόριστα όλους τους συγγενείς μου, όχι επειδή είναι συγγενείς μου, [..] αλλά απλώς επειδή είναι οι άνθρωποι πουζουν πλάι μου».[7]
Μητρική γλώσσα του Κάφκα ήταν ταΓερμανικά, επίσημη γλώσσα της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, τα οποία μιλούσαν καιοι δύο γονείς του. Διέθετε παράλληλα ευχέρεια καιστηντσεχική γλώσσα, αλλά προτιμούσε να γράφει στα Γερμανικά λόγω του ενδιαφέροντος που έδειχνε στη γερμανική κουλτούρα. Από το 1889 έως το 1893, φοίτησε στο γερμανικό δημοτικό σχολείο αρρένων (Deutsche Knabenschule), όπου υπήρξε επιμελής και υποδειγματικός μαθητής. Αργότερα, συνέχισε τις γυμνασιακές του σπουδές, στο Γερμανικό Γυμνάσιο (Altstädter Deutsches Gymnasium), το οποίο είχε παράδοση στην εκπαίδευση μελλοντικών κρατικών λειτουργών ή δικηγόρων και όπου ο Κάφκα διακρίθηκε και πάλι γιατην επιμέλειά του, πραγματοποιώντας παράλληλα λιγοστές φιλίες, όπως μετον φιλόσοφο Ούγκο Μπέργκμαν καιτον ιστορικό της τέχνης Όσκαρ Πόλακ. Τα προσωπικά ενδιαφέροντά του, ήταν κυρίως λογοτεχνικά, ενώ αντιμετώπιζε σημαντικές δυσκολίες σταμαθηματικά. Μετά το τρίτο έτος του γυμνασίου, το πρόγραμμα σπουδών του, ήταν αφιερωμένο στααρχαία ελληνικάκαισταλατινικά, αλλά παράλληλα, ήρθε σε επαφή καιμετο έργο Γερμανών κλασικών της λογοτεχνίας, όπως τουΓκαίτε.
Το Νοέμβριο του 1901, ξεκίνησε τις σπουδές τουστο γερμανικό Πανεπιστήμιο του Καρόλου της Πράγας, ένα από τα αρχαιότερα πανεπιστήμια της Ευρώπης. Αρχικά παρακολούθησε τις διαλέξεις στο Ινστιτούτο Χημείας, μαζί μετον Ούγκο Μπέργκμαν, ωστόσο μέσα σε διάστημα δύο εβδομάδων, συνειδητοποίησε πως δεν είχε τις ικανότητες γιανα ακολουθήσει τον κλάδο της χημείαςκαι μετεγγράφηκε στηΝομική. Παράλληλα, παρακολουθούσε τις παραδόσεις γερμανικής λογοτεχνίας ενώ προσχώρησε καιστηνΑίθουσα Αναγνώσεων και Ομιλιών Γερμανών Φοιτητών (Lese und Redehalle der Deutschen Studenten), μία λέσχη φοιτητών που διοργάνωνε λογοτεχνικές εκδηλώσεις, αναγνώσεις και άλλες δραστηριότητες. Στο τέλος του πρώτου έτους σπουδών του, γνώρισε τονΜαξΜπροντ, φοιτητή στο πανεπιστήμιο, ο οποίος έμελλε να γίνει ένας από τους στενότερους φίλους του Κάφκα μέχρι το τέλος της ζωής του. Την ίδια περίπου περίοδο, άρχισε να καλλιεργεί την ιδέα να ολοκληρώσει τις σπουδές τουστοΠανεπιστήμιο του Μονάχου, εγκαταλείποντας την Πράγα, σκέψη που ωστόσο δεν υλοποίησε. Στο χρονικό διάστημα 1902-1904, τοποθετείται καιτο πρώτο πεζογράφημα του Κάφκα, το οποίο έχει διασωθεί, ηΠεριγραφή ενός αγώνα. Τον Ιούλιο του 1904 διέμεινε στοσανατόριοπου διηύθυνε οδρ Σβάινμπουργκ, στην πόλη Τσουκμάντελ (Zuckmantel). Η υγεία του Κάφκα υπήρξε από τα παιδικά του χρόνια εύθραυστη καισε ολόκληρη τη διάρκεια της ζωής του πραγματοποιούσε κατά διαστήματα θεραπείες σε σανατόρια.
Αμέσως μετά την επιστροφή τουστην Πράγα, διαγωνίστηκε σε τρεις τελικές προφορικές εξετάσεις, στη Νομική, με αντικείμενα το αυστριακό αστικόκαιποινικό δίκαιο, το συνταγματικό, τορωμαϊκό, το γερμανικό, το κανονικό καθώς καιτοδιεθνές Δίκαιο. Κατάφερε να επιτύχει στις εξετάσεις, μετην επίδοσή τουνα κρίνεται επαρκής από τους τρεις εκτων πέντε εξεταστών του, γεγονός πουτου επέτρεψε να αναγορευτεί διδάκτωρ της Νομικής. Τον Αύγουστο του 1906, επισκέφτηκε για δεύτερη φορά το σανατόριο καιστη συνέχεια εργάστηκε ως ασκούμενος δικηγόρος στην Πράγα, για έναν χρόνο.
Την 1η Οκτωβρίου του 1907, ο Κάφκα ξεκίνησε να εργάζεται στην ιταλική ασφαλιστική εταιρεία Assicurazioni Generali. Η αλληλογραφία του, την εποχή εκείνη, μαρτυρά πως δεν ήταν ικανοποιημένος από το εργασιακό του περιβάλλον, καθώς το ωράριό του - από τις 8 π.μ έως τις 6 μ.μ - έκανε δύσκολη την αφοσίωσή τουστο συγγραφικό έργο, περιορίζοντας παράλληλα την προσωπική του ζωή. Σύντομα ξεκίνησε προσπάθειες εύρεσης άλλης εργασίας και στις 15 Ιουλίου του 1908 εγκατέλειψε την εταιρεία, ενώ δύο εβδομάδες αργότερα προσελήφθη στην ημικρατική ασφαλιστική Arbeiter Unfall Versicherungs Anstalt (Ασφαλιστική Εταιρεία Εργατικών Ατυχημάτων), όπου θα παρέμενε μέχρι το 1922. Η εργασία του αφορούσε την πρόληψη βιομηχανικών ατυχημάτων και μεταξύ άλλων συνέτασσε έγγραφα σχετικά μετην πολιτική της εταιρείας ή τη δημόσια εκπροσώπησή της, επιθεωρούσε εργοστάσια και αντιπροσώπευε την εταιρεία σε δικαστήρια[8]. Ανκαιο ίδιος ο Κάφκα ισχυριζόταν συχνά πως δεν ήταν καλός στη δουλειά του, οι αρκετές προαγωγές του αποδεικνύουν πως υπήρξε μάλλον ευσυνείδητος και εργατικός υπάλληλος στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του. Οι λιγότερες ώρες εργασίας - από τις 8 π.μ έως τις 2 μ.μ - του επέτρεπαν να ασχολείται περισσότερο μετο λογοτεχνικό του έργο, ενώ στα τέλη του 1909 άρχισε να διατηρεί και προσωπικό ημερολόγιο, όπου κατέγραφε αποσπάσματα έργων του, αφορισμούς, σκέψεις του ή γεγονότα της ζωής του.
Το 1911, ο γαμπρός του, Καρλ Χέρμαν, σύζυγος της αδελφής του Έλλι, πρότεινε στον Κάφκα να γίνει συνέταιρός του, στη λειτουργία ενός εργοστασίου αμιάντου, γνωστό μετην επωνυμία Prager Asbestwerke Hermann & Co.Ο Κάφκα έδειξε αρχικά θετική στάση, έχοντας πιθανόν την επιθυμία να αποδείξει στον πατέρα του πως θα μπορούσε να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις ενός τόσο σημαντικού εγχειρήματος και αφιερώνοντας πολύτιμο χρόνο σε αυτό, παράλληλα μετην εργασία τουστην ασφαλιστική εταιρεία. Την περίοδο αυτή, σημαντική αναψυχή στη ζωή του υπήρξε η ενασχόλησή τουμετοθέατρο. Η παρακολούθηση παραστάσεων ενός θιάσου από τοΛέμπεργκ της ΓαλικίαςσταΓίντις (Jargontheater) στάθηκε η αφορμή γιατην ευαισθητοποίηση του Κάφκα γύρω από τηνεβραϊκήτου καταγωγή καιτονΙουδαϊσμό.
Στις 14 Αυγούστου του 1912, καλεσμένος στο σπίτι τουΜαξΜπροντ, ο Κάφκα γνώρισε τη Φελίτσε Μπάουερ (Felice Bauer), η οποία εκείνη την εποχή εργαζόταν ως ιδιωτική υπάλληλος στοΒερολίνο. Σύμφωνα μετον Μπροντ, η Μπάουερ αποτελούσε μία ιδανική μορφή[6] [Idealgestalt] για εκείνον, γεγονός που αναδεικνύεται και μέσα από την ογκώδη αλληλογραφία του μαζί της. Μετά από επτά μήνες επικοινωνίας μέσω επιστολών, ο Κάφκα συνάντησε για δεύτερη φορά την Μπάουερ στοΒερολίνο, ενώ στις 16 Ιουνίου του 1913, με ένα μακροσκελές γράμμα, της έκανε πρόταση γάμου, ανκαιη μέχρι τότε αλληλογραφία τους φανερώνει την μεγάλη διστακτικότητά τουγια ένα μελλοντικό γάμο. Ο Κάφκα ανακοίνωσε τον ανεπίσημο αρραβώνα τουμετη Φελίτσε στη μητέρα του, στις 3 Ιουλίου, την ημέρα των τριακοστών γενεθλίων του. Το επόμενο διάστημα, η σχέση τους χαρακτηρίστηκε από διακυμάνσεις και αμοιβαία δυσπιστία απέναντι στο ενδεχόμενο του γάμου τους. Στις αρχές του 1914, η δυσπιστία αυτή υπήρξε εντονότερη από την πλευρά της Μπάουερ. Τελικά, τον Απρίλιο του 1914 έγινε η επίσημη αναγγελία τωναρραβώνων τους, που ορίστηκαν γιατην 1η Ιουνίου, στο Βερολίνο. Νωρίτερα, ο Κάφκα είχε αρχίσει να αλληλογραφεί μετη φίλη της Φελίτσε, Γκρέτε Μπλοκ, στην οποία εκμυστηρευόταν αρκετές από τις σκέψεις του γύρω από τη σχέση τουμετη Φελίτσε καιτον επικείμενο γάμο. Η αλληλογραφία αυτή αποτέλεσε λίγο αργότερα την αιτία μίας σύγκρουσής τουμετη Φελίτσε και της προσωρινής διάλυσης του αρραβώνα τους. Η περίοδος που ακολούθησε, υπήρξε αρκετά παραγωγική γιατον Κάφκα. Το καλοκαίρι του 1914, σημείωσε σημαντική πρόοδο στη συγγραφή της Δίκης ενώ μέσα στους επόμενους μήνες ολοκλήρωσε καιταδιηγήματαΣωφρονιστική αποικία (In der Strafkolonie) καιΠροτου νόμου[9] (Vor dem Gesetz). Εκτιμάται πως οι τελευταίοι πέντε μήνες του έτους υπήρξαν η δεύτερη σημαντικότερη συγγραφική του περίοδος[7]. Ο επόμενος χρόνος καιοι αρχές του 1916, συνοδεύτηκαν από αρκετά προβλήματα στην υγεία του, με ισχυρούς πονοκεφάλους και αϋπνίες, πουτον οδήγησαν καιστην αίτηση παρατεταμένης άδειας από την ασφαλιστική εταιρεία για λόγους υγείας. Ειδικός νευρολόγοςπου επισκέφτηκε, έκανε διάγνωση για καρδιακή νεύρωση καιτου πρότεινε να ακολουθήσει ηλεκτροθεραπεία. Ο ίδιος ο Κάφκα μάλλον αγνόησε την ιατρική γνωμάτευση, έχοντας μία γενική αποστροφή στη συμβατική ιατρική και προτίμηση σε ολιστικές θεραπείες.
Περίπου από τις αρχές του 1916, η σχέση τουμετη Φελίτσε Μπάουερ είχε αρχίσει να αναθερμαίνεται, ενώ το χειμώνα ξεκίνησε να επεξεργάζεται μία σειρά από σημειωματάρια, τα οποία σήμερα είναι γνωστά ως Ταμπλε τετράδια. Μέρος των έργων που ολοκλήρωσε δημοσιεύτηκαν από τονΚουρτΒολφ, ο οποίος εγκωμίασε το καινούριο λογοτεχνικό του έργο, στο σύνολό του. Τον Ιούλιο του 1917 επισημοποιήθηκε για δεύτερη φορά ο αρραβώνας τουμετη Φελίτσε, ωστόσο τη νύχτα της 9ης Αυγούστου, ο Κάφκα παρουσίασε νέες επιπλοκές στην υγεία του, που οδήγησαν τελικά στην οριστική διάλυση της σχέσης τους. Τόσο ο γιατρός δρ Μιλστάιν, όσο καιο καθηγητής του Λαρυγγολογικού Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου της Πράγας, Φρίντελ Πικ, διέγνωσαν κατάρρουν στις κορυφές τωνπνευμόνωντουκαι συνέστησαν την παραμονή τουστην εξοχή. Ο ίδιος ο Κάφκα ήταν – ορθώς – πεπεισμένος πως έπασχε από φυματίωση. Η απογοήτευση του Κάφκα γιατην κατάσταση της υγείας του – έκδηλη ήδη από τα νεανικά του χρόνια – αποτυπώνεται στα ημερολόγιά τουκαιτην αλληλογραφία τουμετη Φελίτσε. Έκανε προσπάθειες νασυνταξιοδοτηθεί πρόωρα αλλά η ασφαλιστική εταιρεία δεντο δέχτηκε.
Την 1η Ιανουαρίου του 1920, ο Κάφκα προήχθη σε γραμματέα της ασφαλιστικής εταιρείας (επισήμως Anstaltsekretär), ωστόσο η κακή πορεία της υγείας του, τον οδήγησε στην απόφαση να πάρει μία αναρρωτική άδεια στα τέλη του επόμενου μήνα. Η άδειά του διήρκεσε περίπου δύο μήνες, διάστημα κατά το οποίο επισκέφτηκε τοΜεράνο της Ιταλίας, όπου γνώρισε τηνΜίλενα Γέσενκα[10]. Η αλληλογραφία του μαζί της, προσφέρεται για συγκρίσεις με εκείνη που είχε αναπτύξει μετη Φελίτσε, ανκαι είναι σημαντικά συντομότερη. Το γεγονός πως η Μίλενα ήταν παντρεμένη και δίσταζε να εγκαταλείψει το σύζυγό της για ένα νέο γάμο μετον Κάφκα, συντέλεσαν στη διάλυση της σχέσης τους, η οποία συντηρούνταν κυρίως μέ την αλληλογραφία.
Το Δεκέμβριο του 1920, εξασφάλισε εκ νέου τρίμηνη άδεια για λόγους υγείας, την οποία αξιοποίησε επισκεπτόμενος ένα σανατόριοστηΣλοβακία. Εκεί γνωρίστηκε καιμετον Γκούσταβ Γιάνους, γιο ενός συναδέλφου τουστην ασφαλιστική εταιρεία, ο οποίος είχε ενδιαφέρον γιατηλογοτεχνίακαι κατέγραψε τις συζητήσεις τουμετον Κάφκα, εκδίδοντας πολύ αργότερα ένα βιβλίο με αυτές τις σημειώσεις[11]. Κατόπιν παροτρύνσεων των γιατρών του, ο Κάφκα ζήτησε παράταση της άδειάς του, την οποία και εξασφάλισε παραμένοντας στο σανατόριο, συνολικά για οκτώ μήνες. Επέστρεψε στηνΠράγαστα τέλη Αυγούστου του 1921, φιλοδοξώντας να συνεχίσει το συγγραφικό του έργο, το οποίο είχε εγκαταλείψει το προηγούμενο διάστημα. Τον Οκτώβριο, εγκρίθηκε μία νέα άδεια, τρίμηνης διάρκειας, ενώ την ίδια περίοδο είναι πιθανό πως ολοκλήρωσε το διήγημα Πρώτος πόνος, πουθα δημοσιευόταν στην τελευταία του συλλογή Ένας καλλιτέχνης της πείνας (Ein Hungerkünstler). Μέρος της άδειάς του, το πέρασε στο Σπίντελμύλε, στις αρχές του 1922, διάστημα στο οποίο τοποθετείται χρονικά καιη έναρξη της συγγραφής του τελευταίου μυθιστορήματός τουΟ πύργος, έργο που τελικά εγκατέλειψε στα τέλη Αυγούστου του ίδιου έτους.
Ο Κάφκα παρέτεινε εκ νέου την άδεια του, ωστόσο εξαιτίας της σταθερά κακής κατάστασης της υγείας του, αποφάσισε να υποβάλει τελικά αίτηση συνταξιοδότησης καινα εγκατασταθεί στο σπίτι της αδελφής του Όττλα, στο χωριό Πλανά, 11 χιλιόμετρα νότια της Πράγας. Εκεί, έγραψε τους επόμενους τέσσερις μήνες, τα τελευταία κεφάλαια του ανολοκλήρωτου Πύργου. Στο μεγαλύτερο διάστημα του χειμώνα του1922και μέχρι την Άνοιξη του επόμενου έτους, ήταν άρρωστος και κλινήρης, χωρίς να είναι σε θέση να γράψει. Το καλοκαίρι του 1923, επισκέφτηκε το παραθαλάσσιο θέρετρο της Βαλτικής, Μύριτς (Mϋritz), όπου γνώρισε την Ντόρα Ντιάμαντ, σύντροφό του μέχρι το τέλος της ζωής του. Από το φθινόπωρο του 1923, έζησαν μαζί στοΒερολίνο, και τότε ολοκλήρωσε τοδιήγημαΤο κτίσμα[12].
Η επιδείνωση της υγείας του, κατά την άνοιξη του 1924, καθώς και οικονομικές δυσχέρειες, κατέστησαν αναγκαία την επιστροφή τουστην Πράγα. Κατά τη διάρκεια τουΠάσχα, ολοκλήρωσε το διήγημα Ζοζεφίνα η τραγουδίστρια ή Ο λαός των ποντικιών, που δημοσιεύτηκε στηνPrager Presse, και εξασφάλισε έτσι ένα χρηματικό ποσό γιατην νοσηλεία τουσε σανατόριο. Στις 10 Απριλίου, μεταφέρθηκε στην Πανεπιστημιακή Κλινική της Βιέννηςκαι μία εβδομάδα αργότερα, σε σανατόριο του Κίρλινγκ (πόλη κοντά στη Βιέννη), όπου πέθανε στις 3 Ιουνίου. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Πράγα, όπου ενταφιάστηκε στις 11 Ιουνίου, στο Νέο Εβραϊκό Νεκροταφείο, με παρουσία περίπου εκατό ατόμων.
Το πρώτο πεζογράφημα του Κάφκα, το οποίο διασώζεται, είναι ηΠεριγραφή ενός αγώνα (Beschreibung eines Kampfes) που ξεκίνησε να γράφει μετά το 1902 – και ίσως συνέχισε μέχρι το 1904 – ένα πρώιμο έργο πουδεν δημοσιεύτηκε όσο ζούσε[13], διακρίνεται όμως γιατην ακρίβεια της γραφής του. Το καλοκαίρι του 1912, κατά τη διάρκεια διακοπών μαζί μετονΜαξ Μπροντ στηΓερμανία, ο Κάφκα ήρθε σε επαφή μετον εκδότη ΚαρλΒολφ (Karl Wolff), ο οποίος εκδήλωσε το ενδιαφέρον τουνα αναλάβει την έκδοση ενός βιβλίου του. ΟΒολφ υπήρξε εκείνος που τελικά εξέδωσε για πρώτη φορά βιβλίο του Κάφκα το 1913. Επρόκειτο γιατη συλλογή Παρατήρηση (Betrachtung). Ακολούθησε η έκδοση τουΘερμαστή (Der Heizer) σε μία σειρά νέων συγγραφέων μετον τίτλο Der jüngste Tag (Η Ημέρα της Κρίσεως), της Μεταμόρφωσης (1915), της Κρίσης (Das Urteil), της Σωφρονιστικής αποικίας (1919) και τέλος της συλλογής Ένας αγροτικός γιατρός (1920). Η συλλογή διηγημάτωνΈνας καλλιτέχνης της πείνας (Ein Hungerkünstler), είχε προετοιμαστεί από τον Κάφκα για δημοσίευση, αλλά τελικά εκδόθηκε λίγο μετά το θάνατό του.
Το φθινόπωρο του 1921, μετά την επιστροφή τουστηνΠράγα από το σανατόριο της Σλοβακίας, ο Κάφκα έγραψε την πρώτη τουδιαθήκη, ένα σημείωμα με αποδέκτη τονΜαξΜπροντ, καταγράφοντας την επιθυμία τουνα καταστρέψει ό,τι υπήρχε «σε ημερολόγια, χειρόγραφα, επιστολές άλλων και δικές μου, σχεδιάσματα καιτα λοιπά, να καούν ανελλιπώς και χωρίς να διαβαστούν, καθώς επίσης και όλα όσα έχω γράψει ή σχεδιάσει [...]». Ο Μπροντ αγνόησε το αίτημα του, χρησιμοποιώντας ως βασικό επιχείρημα το ότι όταν ο Κάφκα ζητούσε κάτι τέτοιο, γνώριζε κατά βάθος ότι δενθα μπορούσε να ικανοποιηθεί μία τέτοια απαίτηση. Μετά το θάνατο του Κάφκα, ετοίμασε την έκδοση των μυθιστορημάτων Ο πύργος (1925), Η δίκη (1925) καιΑμερική (1927), έργα που θεωρούνται ουσιαστικά ημιτελή. Ο Μπροντ προέβη σε ορισμένες τροποποιήσεις των χειρογράφων του Κάφκα (μεταφορά κεφαλαίων, προσθήκη σημείων στίξης κ.λπ.), χωρίς να λείψουν κριτικές με στόχο τις εκδοτικές του πρακτικές. Ανκαιο Κάφκα έχαιρε κάποιας φήμης ως συγγραφέας στην εποχή του, θεωρείται πως ήταν οι πρώτες μετά θάνατον εκδόσεις των μυθιστορημάτων τουπου είχαν σημαντική[14] συνεισφορά στην εδραίωση της θέσης τουστην παγκόσμια λογοτεχνία.
Από το 1982, κυκλοφορούν επανεκδόσεις των έργων του Κάφκα, οι αποκαλούμενες καικριτικές εκδόσεις[15], βασισμένες στα χειρόγραφά του, όπως αυτά συγκεντρώθηκαν από τον Μάλκολμ Πάσλεϊ και μεταφέρθηκαν στηνΒιβλιοθήκη Μπόντλιαν της Οξφόρδης. Ο Πάσλεϊ, μαζί με μία ομάδα φιλολόγων, επανεξέτασαν τα χειρόγραφα, αναιρώντας την προγενέστερη επιμέλεια τουΜαξ Μπροντ και δίνοντας έμφαση στην πρωτότυπη μορφή των κειμένων.
Τα έργα του Κάφκα αποτέλεσαν ένα είδος συμβόλου της αγωνίας του σύγχρονου ανθρώπου, μέσω της επαναλαμβανόμενης περιγραφής ενός ασφυκτικού, γραφειοκρατικούκαι συχνά παράλογου περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο δρουνοι ήρωες του. Ο όρος καφκικό, που έχει καθιερωθεί ως ορολογία, συμπυκνώνει την ατμόσφαιρα που αποπνέει το σύνολο του έργου τουκαι χρησιμοποιείται σήμερα γιατον χαρακτηρισμό κάθε έργου τέχνης που εμφανίζει κοινά χαρακτηριστικά. Η δίκηκαιΟ πύργος εξιστορούν την εφιαλτική εμπλοκή του ήρωα στα γρανάζια μιας απρόσωπης, αδυσώπητης δύναμης πουτον τιμωρεί για κάτι μη συγκεκριμένο, για ένα έγκλημά τουπουο ίδιος αγνοεί ή που υπάρχει ενδεχομένως στουποσυνείδητότου.Τα χρόνια που ακολούθησαν τον θάνατό του, αρκετοί διακεκριμένοι λογοτέχνες προέβαλαν θετικά το έργο του, μεταξύ αυτών οΆλντους Χάξλεϋ[16]καιοΑλμπέρ Καμύ, ενώ ενδιαφέρον γιατον Κάφκα έδειξαν καιοιΓάλλοιυπαρξιστές. Μέχρι σήμερα το έργο του έχει γίνει αντικείμενο εκτενούς ανάλυσης και κριτικής.
Πριν από τονΑ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Κάφκα παρέστη σε αρκετές συνεδριάσεις του Κλουμπ Μλαντύτς, μιας τσεχικής αναρχικής, αντιμιλιταριστικής και αντικληρικής οργάνωσης. Ο Χούγκο Μπέργκμαν, ο οποίος πήγε στα ίδια δημοτικά καιτα γυμνάσια μετον Κάφκα, αποβλήθηκε μετον Κάφκα κατά το τελευταίο ακαδημαϊκό έτος (1900-1901), διότι «οσοσιαλισμός [του Κάφκα] καιοσιωνισμόςμου ήταν πάρα πολύ έντονοι». «Ο Φραντς έγινε σοσιαλιστής, εγώ έγινα σιωνιστής το 1898. Η σύνθεση σιωνισμού και σοσιαλισμού δεν υπήρχε ακόμη». Ο Μπέργκαμ ισχυρίζεται ότι ο Κάφκα φορούσε ένα κόκκινο γαρίφαλοστο σχολείο γιανα δείξει την υποστήριξή τουστον σοσιαλισμό. Σεμια καταχώριση ημερολογίου, ο Κάφκα ανέφερε τον επιδραστικό αναρχικό φιλόσοφο πρίγκιπα Πιοτρ Κροπότκιν: «μην ξεχνάτε τον Κροπότκιν!»
Κατά τη διάρκεια της κομμουνιστικής εποχής, η κληρονομιά του έργου του Κάφκα γιατον σοσιαλισμό τουΑνατολικού Μπλοκ ήταν πολυσυζητημένη. Οι γνώμες κυμαινόταν από την αντίληψη ότι σατίρισε τη γραφειοκρατική κακοτεχνία μιας καταρρέουσας Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, μετην πεποίθηση ότι ενσάρκωνε την άνοδο του σοσιαλισμού. Ένα άλλο βασικό σημείο ήταν ηθεωρία τουΜαρξγιατην αλλοτρίωση. Ενώ η ορθόδοξη θέση ήταν ότι η απεικόνιση της αποξένωσης από τον Κάφκα δεν ήταν πλέον σχετικές γιαμια κοινωνία όπου δήθεν είχε εξαλειφθεί η αποξένωση, ένα συνέδριο το 1963 που πραγματοποιήθηκε στο Λίμπλιτς, στηνΤσεχοσλοβακική Σοσιαλιστική Δημοκρατία, την ογδοηκοστή επέτειο από τη γέννησή του, επανεκτίμησε τη σημασία της απεικόνισης της γραφειοκρατίας από τον Κάφκα. Τοανο Κάφκα ήταν ένας πολιτικός συγγραφέας ή όχι, εξακολουθεί να είναι ένα θέμα συζήτησης.
1904: Beschreibung eines Kampfes (Περιγραφή ενός αγώνα) (1909), διήγημα που πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Hyperion" το ίδιο έτος
μτφ. Μαρία Μέντζου (εκδ. "Νεφέλη", 1990)
1907: Hochzeitsvorbereitungen auf dem Lande, διήγημα (1958)
1909: Die Aeroplane in Brescia, από τις πρώτες περιγραφές αεροπλάνων, πρωτοδημοσιεύτηκε το ίδιο έτος στο περιοδικό "Bohemia"
1912: Amerika oder Der Verschollene (Αμερική ή Ο αγνοούμενος) (1927)
μτφ. Τέα Ανεμογιάννη ("Νέα Εστία" τεύχος 864 / 1 Ιουλίου 1963 έως τεύχος 897 / 15 Νοεμβρίου 1964 και εκδ. "Θεμέλιο", 1987)
μτφ. Νίκος Ματσούκας (εκδ."Γράμματα", 1983)
μτφ. Βασίλης Πατέρας (εκδ. "Ροές", 2004)
μτφ. Βασίλης Τομανάς (εκδ. "Νησίδες", 2016)
Ο νεαρός ήρωας του μυθιστορήματος στέλνεται στηνΑμερική από τους γονείς τουγιανα διακοπεί η ερωτική του σχέση μετην υπηρέτρια του σπιτιού. ΟΚαρλ Ρόσμαν, στη «χώρα των ευκαιριών», θα προσπαθήσει να δημιουργήσει τη ζωή του. Το πρώτο καιτοπιο αισιόδοξο βιβλίο του, ημιτελές πάντως.
Ο Γκρέγκορ Σάμσα, περιοδεύων πωλητής υφασμάτων, ανακαλύπτει έντρομος ένα πρωινό ότι είχε μεταμορφωθεί σε ένα γιγαντιαίο αποκρουστικό έντομο. Ένα σωρό προβλήματα ανακύπτουν από την καινούρια εμφάνισή τουπουτον οδηγούν σιγά - σιγά στην απάθεια καιστην εκμηδένιση.[17]
Το μυθιστόρημα - από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας - παρακολουθεί την πορεία της ζωής του Γιόζεφ Κ. από το πρωινό που συλλαμβάνεται από δυο άντρες χωρίς λόγο και αιτία, μέχρι τη μέρα της εκτέλεσής του από άλλους δυο άγνωστους άντρες.
1914: In der Strafkolonie (Στη σωφρονιστική αποικία), νουβέλα (1919)
1922: Forschungen eines Hundes (Έρευνες ενός σκύλου), διήγημα (1931)
μτφ. Αλεξάνδρα Ρασιδάκη (εκδ. "Πατάκης", 2016)
1922: Ein Hungerkünstler (Ένας καλλιτέχνης της πείνας), συλλογή διηγημάτων (1924)
μτφ. Κώστας Προκοπίου. Το διήγημα περιλαμβάνεται στον τόμο «Η μεταμόρφωση» (εκδ. "Γράμματα", 1982) καιστο «Ο καλλιτέχνης της πείνας και άλλα διηγήματα» (εκδ. "Γράμματα", χ.χ.)
Η ζωή σεμια κοινωνία που βασιλεύει ηγραφειοκρατία. Η ιστορία της άφιξης τουΚ. στο χωριό που βρίσκεται κάτω από την κυριαρχία του πύργου, θεωρείται το αριστούργημα του Κάφκα. Η απομόνωση τουΚ. καιη αμηχανία του, η έντονη επιθυμία τουνα έχει την αποδοχή απατηλών και ανώνυμων δυνάμεων, συνοψίζουν την άποψη του Κάφκα γιατην αποξένωση καιτο άγχος που κυριαρχούν στον εικοστό αιώνα.[19]
1923: Josefine, die Sängerin, oder Das Volk der Mäuse (Ζοζεφίνα, η τραγουδίστρια, ή Ο λαός των ποντικιών) 1924, διήγημα
μτφ. Δημήτρης Κωστελένος. Το διήγημα περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Η σωφρονιστική αποικία και άλλα διηγήματα» (εκδ. "Ελεύθερος Τύπος", 1995)
1924: Eine kleine Frau (Μια κοντούλα γυναίκα) 1924, διήγημα
μτφ. Δημήτρης Κωστελένος. Το διήγημα περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Η σωφρονιστική αποικία και άλλα διηγήματα» (εκδ. "Ελεύθερος Τύπος", 1995)
Die acht Oktavhefte (Τα οκτώ μπλε τετράδια). Περιλαμβάνει αφορισμούς του Κάφκα καθώς και σκέψεις, σημειώσεις, ημερολογιακές καταχωρήσεις και συλλογισμούς, πρώτη έκδοση 1948
μτφ. Γιώργος Βαμβαλής («Κομμάτια από τετράδια και σκόρπια φύλλα», εκδ. "Επίκουρος, 1982")
Parabeln und Paradoxe (Παραβολές και παράδοξα), συλλογή μικρών αφηγημάτων, μύθων και παραβολών, από τα έργα του, τα ημερολόγιά τουκαι τις επιστολές του, που πρωτοεκδόθηκε το 1961
μτφ. Άλκηστις Κελεσίδη (εκδ. "Αρχέτυπο", 2016)
Franz Kafka: The Office Writings, οι αναφορές καιοι μελέτες που έγραψε ο Κάφκα στην εργασία του
Η πληγή καιη λέξη, ποιήματα
ανθολόγηση, μετάφραση και επιμέλεια Νίκος Βουτυρόπουλος (εκδ. "Σαιξπηρικόν", 2012)
↑ 7,07,1Elias Canetti, Η άλλη δίκη. Τα γράμματα του Κάφκα στη Φελίτσε.
↑Τα υπηρεσιακά έγγραφα του Κάφκα έχουν συγκεντρωθεί σε ξεχωριστό τόμο (Franz Kafka. Amtliche Schriften. S. Fischer, Frankfurt ISBN 3-10-038183-1)
↑Περιλαμβάνεται στη συλλογή Στο υπερώο και άλλα διηγήματα, εκδ. Νεφέλη (1987) καιμετον τίτλο Μπροστά στο Νόμοστη συλλογή Η Σιωπή των Σειρήνων και άλλα διηγήματα, εκδ. Ζαχαρόπουλος (1989)
↑η οποία τον περιγράφει «...σαν γυμνός ανάμεσα σε ντυμένους»
↑Γκούσταβ Γιάνους (μφ. Τούλα Τόλια), Κουβεντιάζοντας μετον Κάφκα, εκδ. Κέδρος (1978). Οι μελετητές του έργου του Κάφκα αντιμετωπίζουν το έργο του Γιάνους με δυσπιστία και κατά κανόνα δεν χρησιμοποιείται ως βιογραφική πηγή.
↑Ο πρωτότυπος τίτλος Der Bau δόθηκε από τονΜαξ Μπροντ. Στα ελληνικά έχει μεταφραστεί επίσης ως Το Χτίσμα (Το Σινικό τείχος και άλλα διηγήματα) ή Η Στοά (Στο Υπερώο και άλλα διηγήματα).- Ναμη συγχέεται μετο άλλο διήγημα του Κάφκα Beim Bau der Chinesischen Mauer (1917 – μετάφραση Μαρίας Νεοφωτίστου στη Νέα Εστία, 15-8-1974, ως Το Μεγάλο Τείχος της Κίνας).
↑Μέρη του έργου, παραλλαγμένα, δημοσιεύτηκαν στο λογοτεχνικό περιοδικό Υπερίων.
↑Ο Χάξλεϋ ήρθε σε επαφή μετην πρώτη αγγλική μετάφραση τουΠύργου, από τους Edward και Willa Muir. Σημειώνει πως ο Κάφκα «κάνει τους άλλους Γερμανούς μυθιστοριογράφους να φαίνονται πολύ ισχνοί και ανούσιοι. Για μένα [Ο Πύργος] είναι ένα από τα σημαντικότερα βιβλία της εποχής αυτής» (Letters of Aldous Huxley, ed. Grover Smith).