Θάνατος είναι η πλήρης παύση των διαδικασιών που επιτρέπουν σε έναν οργανισμόνα επιβιώνει. Είναι συνέπεια της συσσώρευσης βλάβηςμετην πάροδο τουχρόνου. Υπάρχει φθορά στοDNA (δεοξυριβονουκλεϊκό οξύ), από χημικές ουσίεςστο περιβάλλον, ακτινοβολία ή σφάλματα αντιγραφής. Τακύτταρα μπορεί ναμην διαιρούνται σωστά καιοιπρωτεΐνες μπορεί να αναδιπλωθούν εσφαλμένα, οδηγώντας σε σταδιακή φθορά των ιστών ή σε καταστροφική ασθένειακαι διακοπή λειτουργίας του συστήματος.[1][2] Μετά το θάνατο η σορός του νεκρού οργανισμού αποσυντίθεται και σταδιακά γίνεται μέρος τουβιογεωχημικού κύκλου.[3][4][5]
Η κατάσταση τουανθρώπινου θανάτου ήταν πάντα συσκοτισμένη από μυστήριο και δεισιδαιμονίες, καιο ακριβής ορισμός της παραμένει αμφιλεγόμενος, διαφέροντας ανάλογα μετονπολιτισμόκαιταπολιτικά συστήματα.[6] Πάντως, ησυνείδησητου ανθρώπου γιατην θνησιμότητά τουτου έχει δώσει, γιαχιλιετίες, το έναυσμα γιανα προβληματιστεί σχετικά με ζητήματα στη φύση της ύπαρξηςτουκαιστον τρόπο μετον οποίο αντιμετωπίζει το θάνατο.[7] Από τηνγέννησητουανθρώπινου είδους η ιδέα ότι οσωματικός θάνατος μπορεί ναμην σηματοδοτεί το τέλος της ύπαρξης ενός ατόμου αποτελούσε μία πηγή γοητείας. Και όμως, βαθιές μεταφυσικές σπαζοκεφαλιές προκύπτουν μετην ίδια την υπόδειξη ότι τα άτομα μπορεί να συνεχίσουν ναυπάρχουν μετά τον φυσικό θάνατο. Πράγματι, τοανκαι πώς μπορεί να υπάρξει κάποιος μετά το θάνατο θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τοτι είμαστε και από τοτι χρειάζεται γιανα επιμείνουν άτομα σαν εμάς σεχρονικές διάρκειεςκαι άλλες αλλαγές.[8]
Νεκρική ωχρότητα, ωχρότητα που συμβαίνει στα 15-120 λεπτά μετά το θάνατο.
Πτωματική υπόσταση, βαθιά ερυθρή χρώση του δέρματος καιτων εσωτερικών οργάνων μετη μορφή εκτεταμένων κηλίδων, ακανόνιστου σχήματος.
Αναστολή της παραγωγής θερμότητας και της λειτουργίας των θερμορυθμιστικών μηχανισμών.
Νεκρική ακαμψία, τα άκρα του νεκρού σκληραίνουν και είναι δύσκολο να μετακινηθούν.
Αποσύνθεση, η σταδιακή αποικοδόμηση της πολυσύνθετης οργανικής ύλης σε απλούστερες χημικές ενώσεις, υπό την επίδραση διαφόρων μικροοργανισμών, η οποία συνοδεύεται από μια ισχυρή, δυσάρεστη στον άνθρωπο, οσμή.[9]
Γενικά, φαινόμενα που συνήθως επιφέρουν το θάνατο περιλαμβάνουν: το γήρας, τον υποσιτισμό, τηναφυδάτωση, τηνασθένεια ή ένα θανατηφόρο τραύμα. Πάντως, σύμφωνα μετονΠαγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, σε παγκόσμιο επίπεδο 7 από τις 10 κύριες αιτίες θανάτων το2019 ήταν μη μεταδοτικές ασθένειες. Αυτές οι επτά αιτίες αντιπροσώπευαν το 44% όλων των θανάτων ή το 80% των κορυφαίων 10. Ωστόσο, όλες οιμη μεταδοτικές ασθένειες μαζί αντιπροσώπευαν το 74% των θανάτων παγκοσμίως. Οι κορυφαίες παγκόσμιες αιτίες θανάτου, κατά σειρά συνολικού αριθμού χαμένων ζωών, σχετίζονται με τρία γενικά θέματα: καρδιαγγειακές (ισχαιμική καρδιοπάθεια, εγκεφαλικό), αναπνευστικό (χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, λοιμώξειςτου κατώτερου αναπνευστικού) και νεογνικές καταστάσεις – που περιλαμβάνουν ασφυξίακαι τραύμα γέννησης, νεογνική σήψη και λοιμώξεις και επιπλοκές πρόωρου τοκετού.[10]
Γεώργιος Αλεξιάς, «Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ: Η ΕΡΓΑΛΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ », Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τομ. 108-709, (2002), σελ. 229-256[2][νεκρός σύνδεσμος]