Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο. Το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Γιατη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{χωρίς παραπομπές|6|07|2024}}
Πύργος Τρέλικ, Λονδίνο, 1972, έργο του Έρνο ΓκόλντφινγκερHabitat 67, Μόντρεαλ, 1967, έργο τουΜοσέ Σαφντί
Ομπρουταλισμός (στααγγλικάBrutalism, γνωστός και ως New Brutalism-νεομπρουταλισμός) ήταν αρχιτεκτονικό κίνημαπου δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 1950 έως τα μέσα του '70 με κέντρο τηνΑγγλίακαι κύριους εκφραστές του τους Πήτερ και Άλισον Σμίθσον[1][2][3]. Στόχος του ήταν η επιστροφή στις αρχές τουφονξιοναλισμούκαιη αποτίναξη του ζυγού των κορυφαίων αρχιτεκτόνων της εποχής. Η μορφή των κτιρίων χαρακτηρίζεται από έντονη γραμμικότητα, ξεκάθαρα σχήματα, εμφανή υλικά και εκτεταμένη χρήση τουσκυροδέματος.
Οπρώτος από τους δύο παγκόσμιους πολέμους, όπου χρησιμοποιήθηκαν μεγάλες ποσότητες σκυροδέματος, έφερε τέτοια εξέλιξη στις τεχνικές γνώσεις γιατο υλικό αυτό, που μετά το 1945 η δόμηση με σκυρόδεμα έγινε ο γενικός κανόνας. Το μπετόν κατά τη διάρκεια πολλών ετών ήταν γνωστό ως το υλικό των φτωχών, γεγονός που άλλαξε μετην κατασκευή του οικοδομήματος Unité d'HabitationστηΜασσαλίακαιτουσπίτι του ΖαούλστοΠαρίσι, έργα τουΛε Κορμπυζιέ[4], γιατα οποία χρησιμοποιήθηκε τραχύ σκυρόδεμα (beton brut - Rohbeton). Η τραχύτητα που πρόσφερε στα μεταγενέστερα έργα τουΛε Κορμπυζιέ αυτή η χρήση του σκυροδέματος, καιη κατά σειρά και επανάληψη χρήση του, επηρέασε έντονα άλλους αρχιτέκτονες. ΣτηνΑγγλία, τη δεκαετία του 1950 εμφανίζονται δύο αρχιτέκτονες, οι Πήτερ και Άλισον Σμίθσον, οι οποίοι επηρεασμένοι από τα έργα αυτά τουΛε Κορμπυζιέ δημιουργούν ένα νέο είδος οικοδομικής αισθητικής το οποίο ονομάζεται Μπρουταλισμός ή Νέος Μπρουταλισμός, από τοbeton brut. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά το 1953 και πήρε μορφή το 1954 μετοΓυμνάσιο Χάνσταντον των Σμίθσον.
Το 1966, ο Βρετανός ιστορικός Ρέινερ Μπάναμ (Reyner Banham) πρόσφερε μια προκλητική ερμηνεία του όρου μετο βιβλίο του "The New Brutalism, Ethic or Aesthetic?" (Ο Νέος Μπρουταλισμός, Ηθικός ή Αισθητικός;). Σε αυτό εκφράζει την άποψη πως ο Νέος Μπρουταλισμός ξεκίνησε το 1950 όχι σαναισθητική, αλλά ως ηθική, "ένα πρόγραμμα ή μια στάση προς την αρχιτεκτονική" ("a programme or an attitude to architecture"), που στόχευε στην εξερεύνηση καινούριων χωρικών και τεχνικών δυνατοτήτων μέσα στην αρχιτεκτονική σύγχιση της μεταπολεμικής περιόδου. Στο βιβλίο του καταγράφει την αναζήτηση προς "μια άλλη αρχιτεκτονική" ("une architecture autre"), φράση που αντανακλά το βιβλίο τουΜισέλ Ταπιέ (Michel Tapié) "Un Art Autre" (Μια Άλλη Τέχνη).
Για τους Μπρουταλιστές, η ηθική ήταν η ειλικρίνεια προς τα υλικά καιτη δομή του κτιρίου. Ενώ οι αρχιτέκτονες του μοντέρνου κτιρίου επεξεργάζονταν τις δομήσιμες ύλες τους έτσι ώστε να μοιάζουν με βιομηχανικά τελειοποιημένο προϊόν, οι Μπρουταλιστές άφηναν τατούβλα άβαφα καιανεπίχριστακαιτο σκυρόδεμα εμφανές, ακόμα καιστα σημεία συναρμογής διαφορετικών υλικών. Η αισθητική τους επηρέασε και επηρεάστηκε από αυτή της έκθεσης Parallel of Life and Artκαιτην "Art Brut" τουΖαν Ντιμπιφέ.
Η έκθεση "Parallel of Life and Art" άνοιξε στις 11 Σεπτεμβρίου του 1953, στο Iνστιτούτο Σύγχρονης Τέχνης του Λονδίνου. Αποτελούμενο από 122 φωτογραφικές μεγεθύνσεις, επεξεργασμένες από τους Νάιτζελ Χέντερσον, (Nigel Henderson) Εντουάρντο Παολότζι (Eduardo_Paolozzi) και Άλισον και Πήτερ Σμίθσον, εξερεύνησε το πώς οι αναπαραγωγικές τεχνολογίες επηρεάζουν τηνπολιτιστική παραγωγή. Ο ιστορικός αρχιτεκτονικήςκαι κριτικός Ρένιερ Μπάναμ αναφέρεται αργότερα στην έκθεση ως ένα "Locus classicus" του κινήματος του Νέου Μπρουταλισμού.
Στην έκθεση αντικείμενα διαφόρων κατηγοριών (από την αρχιτεκτονική μέχρι τηνεπιστημονική φαντασία ή τοποδόσφαιρο) φωτογραφίζονται και στήνονται στον χώρο ώστε να δίνουν έμφαση στην αυτονομία της κάθε εικόνας και τις αυθόρμητες παραλλήλους που μπορεί να τραβηχτούν από τη μία στην άλλη.
Ο Μπάναμ διέκρινε το "brut" στην έκθεση περισσότερο στο σύνολό της παρά σε αυτά που απεικονίζονταν. Η υφή της φωτογραφίας, η φαινομενική έλλειψη σύνδεσης των θεμάτων, ήταν για εκείνον ένα καθαρά αυθαίρετο και επίσημο είδος. Ένας άλλος κριτικός, οΤομ Χόπκινσον (Tom_Hopkinson) έγραψε πως "η βασική ιδέα της συλλογής είναι η οπτική ομοιότητα ανάμεσα σε αντικείμενα τελείως διαφορετικής φύσεως... λες και κάποιος παραπάτησε σε ένα σύνολο βασικών μοτίβων γιατο σύμπαν"
Πέρα από τους Σμίθσον, πολλοί ακόμα αρχιτέκτονες ασπάστηκαν και υιοθέτησαν την αισθητική (ή και ηθική) του Μπρουταλισμού. Κάποιοι θεωρούν ότι συνεχιστές του έργου των Μπρουταλιστών υπήρξαν τα μέλη της ομάδας Archigram. Ανάμεσα στα ονόματα της λίστας των Μπρουταλιστών βρίσκονται καιοι:
Συχνά συνδέεται μετο κίνημα του Μπρουταλισμού καιοΛούις Καν, του οποίου οι ιδέες ήταν πολύ κοντά. "Allow material to be what it is" - "Αφήνετε το υλικό να είναι αυτό που είναι". Χαρακτηριστικό από τα έργα τουτο Κέντρο Τέχνης του Πανεπιστημίου Γέιλ.