Κατά τη μογγολική περίοδο η Ινδία ανέπτυξε μια ισχυρή και σταθερή οικονομία, ενώ παράλληλα προστατευόταν και ενθαρρυνόταν ενεργά καιη ενασχόληση με τις καλές τέχνες καιτον πολιτισμό, μετον ίδιο τον Ακμπάρ να αποτελεί προστάτη τους. Είχε ιδιαίτερη αγάπη γιατην λογοτεχνία καιστη βιβλιοθήκη του διέθετε πάνω από 24.000 τόμους γραμμένους σταΣανκσριτικά, Ινδουστανικά, Περσικά, Ελληνικά, Λατινικά, ΑραβικάκαιΚασμίρι, καιη βιβλιοθήκη του ήταν στελεχωμένη με λόγιους, μεταφραστές, καλλιγράφους, και βιβλιοδέτες. Πολλοί λόγιοι από όλοι τον κόσμο υπήρξαν επισκέπτες της αυλής του, την οποία επισκέφτηκαν προς ανακάλυψη της γνώσης. Τα μέγαρα του Ακμπάρ στο Δελχί, Άγκρα, και Φατιχπούρ Σίκρι έγιναν κέντρα των τεχνών, των γραμμάτων και της μάθησης. Ο ίδιος φαίνεται πως είχε απαγοητευτεί από το ορθόδοξο Ισλάμ και πιθανώς στοχεύοντας στη θρησκευτική ενότητα της αυτοκρατορίας του δημιούργησε μια νέα σύνθετη θρησκεία, τηνΝτινι Ιλάχι (θρησκεία του θεού) η οποία αποτελούνταν από στοιχεία τουΙσλάμ, Ινδουισμού, Ζωροαστρισμού, καιΧριστιανισμού, και ήταν μια απλή μονοθεϊστική λατρεία, η οποία ήταν αρκετά ανεκτική προς τις άλλες και είχε τον Ακμπάρ ως τον κύριο προφήτη της, κάτι που προκάλεσε το μένος των μουσουλμανικών θρησκευτικών αρχών εναντίον του Άκμπαρ.[3][4][5]
Ο Ακμπάρ γεννήθηκε όταν ο Χουμαγιούν καιη πρώτη σύζυγός του, η Χαμίντα Μπάνο, διέφευγαν προς τηνΠερσία εξαιτίας εσωτερικών συγκρούσεων. Κατά τη διάρκεια αυτών των περιπλανήσεων ήρθε στη ζωή ο Ακμπάρ στηνΟυμαρκόττουΣιντχ, στις 23 Νοεμβρίου του 1542. Ο μύθος αναφέρει ότι ο Χουμαγιούν προφήτευσε λαμπρό μέλλον γιατονγιοτουκαι έτσι τον ονόμασε Ακμπαρ[6].
Ο Ακμπάρ ήταν 13 ετών όταν ενθρονίστηκε στοΔελχίτο 1556, μετά τον θάνατο του πατέρα του. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του εξάλειψε τη στρατιωτική απειλή των απογόνων του ισχυρού ΠαστούνΣικάνταρ Σαχ Σουρί, καιστηδεύτερη μάχη του Πανιπάτ[7] διεξήγαγε αποφασιστική νίκη κατά του Ινδού στρατηγού Χέμου. Χρειάστηκε σχεδόν δύο δεκαετίες να εδραιώσει την εξουσία τουκαινα εντάξει τις επαρχίες της Βόρειας και Κεντρικής Ινδίας, στην άμεση σφαίρα επιρροής του. Επηρέασε όλη την ινδική υποήπειρο κυβερνώντας το μεγαλύτερο τμήμα της ως αυτοκράτορας. Ως αυτοκράτορας ο Ακμπάρ στερέωσε την εξουσία του, προσεταιριζόμενος την ισχυρή ινδουιστική κάσταΡατζπούτ, καθώς παντρεύτηκε την πριγκίπισσά τους Χάρκα Μπάι[8].
Η βασιλεία του Ακμπάρ επηρέασε σημαντικά τηντέχνηκαιτον πολιτισμό της αυτοκρατορίας, καθώς υπήρξε προστάτης της τέχνης και της αρχιτεκτονικής. Ενδιαφερόταν επίσης καιγιατηζωγραφικήκαιοι τοίχοι των ανακτόρων του ήταν διακοσμημένοι με τοιχογραφίες. Εκτός από την ενθάρρυνση της ανάπτυξης μιας αμιγώς μογγολικής σχολής τέχνης ο Ακμπάρ ενδιαφερόταν καιγιατοευρωπαϊκό ύφος της ζωγραφικής. Ήταν λάτρης της λογοτεχνίας, και στις βιβλιοθήκες του υπήρχαν αρκετά σανσκριτικά έργα μεταφρασμένα στα Περσικά, καθώς επίσης και περσικά έργα, εικονογραφημένα από ζωγράφους της αυλής[9].
Παρόλο πουστην αρχή της βασιλείας τουο Ακμπάρ δεν ήταν τόσο ανεκτικός απέναντι στους Ινδουιστέςκαι τις άλλες θρησκείες, αργότερα μεταστράφηκε ουσιαστικά, όχι μόνο δείχνοντας ανοχή σεμη ισλαμικές πίστεις, αλλά και καταργώντας ορισμένους αυστηρούς νόμους κατά των αλλοθρήσκων, που υπαγόρευε ησαρία[10]. Στη συνέχεια ξεκίνησε μια σειρά θρησκευτικών συζητήσεων, στις οποίες οι Μουσουλμάνοι διανοητές συζητούσαν θρησκευτικά ζητήματα μεΙνδουιστές, Ζαϊνιστές, Ζωροάστρεςκαι Πορτογάλους ΡωμαιοκαθολικούςΙησουίτες. Αντιμετώπισε τους θρησκευτικούς ηγέτες με μεγάλη προσοχή και τους σεβόταν, ανεξάρτητα από την πίστη τους. Επιπλέον, φέρεται ότι παραχωρούσε εδάφη και χρήματα όχι μόνο γιατο χτίσιμο καιτη συντήρηση μουσουλμανικών τεμένων, αλλά για ένα μεγάλο αριθμό ινδουιστικών ναών στη βόρεια καιτην κεντρική Ινδία, όπως επίσης για τις χριστιανικές εκκλησίες της Γκόα, δεδομένου ότι ήδη από το 1579 είχε επιτρέψει στους εκεί μοναχούς να επισκέπτονται την αυλή του. Επιπλέον, έβαλε τους γραφείς τουνα μεταφράσουν τηνΚαινή Διαθήκηκαι έδειξε ανοχή στη θρησκευτική μεταστροφή παραδειγματικά, επιτρέποντας στους Ιησουίτες να αναθρέψουν έναν από τους γιους του[11].
Ο Ακμπάρ, όπως και άλλα μέλη της οικογένειάς του πιστεύεται ότι ήταν ΣουνίΧαναφί Μουσουλμάνοι[12]. Τούτο σημαίνει πρακτικά ότι οι μέρες της νεότητάς του κύλησαν σε ένα περιβάλλον που επιδοκίμαζε τα φιλελεύθερα συναισθήματα και απέρριπτε τη στενότητα απόψεων σε θρησκευτικά ζητήματα[13]. Από τον 15ο αιώνα, ήδη αρκετοί κυβερνήτες σε διάφορα μέρη της αυτοκρατορίας ασκούσαν μιαπιο φιλελεύθερη πολιτική θρησκευτικής ανοχής, προσπαθώντας να προωθήσουν μια κοινοτική ειρήνη μεταξύ των ινδουιστών καιτωνΜουσουλμάνων[14]. Τέτοιου είδους ιδέες ενθάρρυναν στην Ινδία διδάσκαλοι όπως ογκουρού Νάνακ, οΚαμπίρκαιοΚαϊτάνυα Μαχαπράμπου[15], ή ο Πέρσης ποιητής Χαφέζμε τους στίχους του, που υποστήριζαν τη συμπάθεια ανάμεσα στους ανθρώπους και περισσότερο φιλελεύθερες κοινωνίες
[16]. Επιπλέον ανάμεσα στους διδασκάλους του υπήρχαν δύο Ιρανοί Σιίτες, στους οποίους πιθανώς οφείλεται η τάση τουγια θρησκευτική ανοχή[17].
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας τουη διαδικασία της διαθρησκειακής επικοινωνίας καιτουσυγκρητισμού είχε ως αποτέλεσμα νατου αποδοθούν θρησκευτικές ιδιότητες, τις οποίες συνήθως άφηνε αναπάντητες[18]. Τέτοιες αγιογραφικές αφηγήσεις γιατον Ακμπάρ έγιναν από τους Παρσί, τους Ζαϊνιστές και τους Ιησουίτες ιεραπόστολους, καθώς επίσης τη βραχμανική λογοτεχνία καιτη μουσουλμανική ορθοδοξία[19]. Οι υπάρχουσες αιρέσειςκαιδόγματα, καθώς επίσης διάφορες θρησκευτικές προσωπικότητες που εκπροσωπούσαν τη λαϊκή λατρεία συχνά τον διεκδικούσαν. Η ποικιλία δε όλων αυτών των αφηγήσεων, ανμητι άλλο υποδεικνύει το γεγονός ότι η βασιλεία του κατέληξε στη διαμόρφωση ενός ευέλικτου κεντρικού κράτουςπου ανέδιδε πολιτισμική ετερογένειακαιτο προσωπικό κύρος του Ακμπάρ[20].
Ο Ακμπάρ ονομάστηκε Μέγας καθώς ανάμεσα στα πολλά επιτεύγματά του υπήρξε και ιδιαίτερα ικανός στρατιωτικός διοικητής, ο οποίος κατά την επέκταση της μογγολικής κυριαρχίας στηνινδική υποήπειρο διεξήγαγε πολλές εκστρατείες χωρίς να ηττηθεί.[21][22]Το σύστημα ιεραρχίας που εφάρμοσε θεωρείται σημαντικός παράγοντας στην επιτυχή διατήρηση του μογγολικού ελέγχου, και παρέμεινε σε ισχύ έως το τέλος της δυναστείας των Μογγόλων στην Ινδία.[22]
Οι σημαντικές αλλαγές που εισήγαγε ήταν τεχνολογικές καινοτομίες στα κανόνια, στις οχυρώσεις, καθώς καιστη χρήση των θωρακισμένων ελεφάντων.[21] Εισήγαγε επίσης τη χρήση τυφεκίων τα οποία και χρησιμοποίησε επιτυχώς σε πολλές μάχες. Συνεργάστηκε αρχικά με τους Οθωμανούς, και σταδιακά καιμε τους Ευρωπαίους, κυρίως Πορτογάλους και Ιταλούς, γιατην παραγωγή και αγορά πυρομαχικών και πυροβολικού.[23]Ο αριθμός καιη ποιότητα των πυροβόλων όπλων που διέθετε ο στρατός του Ακμπάρ ήταν κατά πολύ ανώτερος από αυτόν των γειτονικών αντίπαλων βασιλείων.[24][25] Συχνά η αυτοκρατορία του χαρακτηρίζεται και ως αυτοκρατορία της πυρίτιδας, ως αποτέλεσμα της ευρείας επιτυχούς χρήσης της τεχνολογίας αυτής κατά τις διάφορες συγκρούσεις με άλλες στρατιωτικές δυνάμεις.[26]
Ο Ακμπάρ ενδιαφερόταν βαθιά γιαθρησκευτικάκαιφιλοσοφικά θέματα. Ορθόδοξος Μουσουλμάνος αρχικά, έφθασε αργότερα να επηρεάζεται από τονμυστικισμότωνΣούφι, που κήρυτταν σε όλη την επικράτεια εκείνη την εποχή. Σταδιακά απομακρύνθηκε από την ορθοδοξία, συγκεντρώνοντας στην αυλή του αρκετούς ταλαντούχους ανθρώπους με φιλελεύθερες ιδέες, όπως οΑμπούλ Φαζλ, οΦαϊζίκαιοΜπιρμπάλ. Το 1575, έχτισε μια αίθουσα που ονομαζόταν Ιμπαντάτ Χανά («σπίτι της λατρείας») στοΦατεπούρ Σικρί, στην οποία κάλεσε θεολόγους, μυστικιστές και επιλεγμένους αυλικούς γνωστούς για τις πνευματικές τους ανησυχίες, με τους οποίους συζητούσε ζητήματα σχετικά μετηνπνευματικότητα[27].
Αυτές οι συζητήσεις περιορίστηκαν αρχικά σε Μουσουλμάνους, και οδήγησαν σε σημαντικές διαφωνίες. Αναστατωμένος από την κατάσταση που διαμορφώθηκε, ο Ακμπάρ άνοιξε τοΙμπαντάτ Χανάσε ανθρώπους όλων των θρησκειών, καθώς καισεάθεους, με αποτέλεσμα να διευρυνθεί το πεδίο της συζήτησης ακόμα καισε ζητήματα που έθιγαν το κύρος τουΚορανίουκαιτη φύση τουΘεού. Όπως ήταν φυσικό τούτο εξόργισε τους ορθόδοξους θεολόγους, που προσπάθησαν να δυσφημίσουν τον Ακμπάρ, κυκλοφορώντας φήμες γιατην επιθυμία τουνα εγκαταλείψει τοΙσλάμ[28] ή σε άλλες περιπτώσεις ως επίδειξη της θρησκευτικής του ανωτερότητας[29]. Οι επιλογές του Ακμπάρ, οι αποφάσεις, τα διατάγματα, οι συζητήσεις καιοι κανονισμοί του σχετικά με θρησκευτικά ζητήματα προκάλεσαν την κριτική λαμπρών αυλικών του, όπως ο Κουτμπ-ουντ-ντιν Χαν Κόκα καιο Σαχμπάζ Χαν Καμπόχ, πουδεν δίστασαν να επικρίνουν τον αυτοκράτορα μέσα στην ίδια την αυλή του.
Η προσπάθεια του Ακμπάρ να δημιουργηθεί ένα κοινό σημείο συνάντησης μεταξύ των εκπροσώπων των διαφόρων θρησκειών δεν ήταν ιδιαίτερα επιτυχής. Κάθε εκπρόσωπος προσπάθησε να διεκδικήσει την ανωτερότητα της θρησκείας του, καταγγέλλοντας τις άλλες θρησκείες. Εντω μεταξύ, οι συζητήσεις στοΙμπαντάτ Χανά έγιναν περισσότερο έντονες. Αντίθετα μετον αρχικό προορισμό της καλύτερης κατανόησης μεταξύ των θρησκειών, προέκυψαν πικρές διαφωνίες, εξαναγκάζοντας τον Ακμπάρ να διακόψει τις συζητήσεις το 1582[30]. Παρόλα αυτά, η αλληλεπίδραση τουμε τους θεολόγους διαφόρων θρησκειών φαίνεται πως τον έπεισε ότι παρά τις διαφορές τους, όλες οι θρησκείες είχαν αρκετές ορθές πρακτικές, τις οποίες προσπάθησε να συνδυάσει σε ένα νέο θρησκευτικό κίνημα, γνωστό ως Ντιν-ι-Ιλαχί[31].
ΤοΝτιν-ι-Ιλαχίστο σύνολό του ήταν κάτι περισσότερο από ηθικό σύστημα και λέγεται ότι απαγόρευε τη λαγνεία, τον αισθησιασμό, τη συκοφαντία και υπερηφάνεια, θεωρώντας τις αμαρτίες. Η ευσέβεια, η σύνεση, η αποχή καιη καλοσύνη ήταν οι αρετές που συγκροτούσαν τον πυρήνα του συστήματος. Η ψυχή σε αυτό το σύστημα ενθαρρύνεται να εξαγνιστεί μέσω της επιθυμίας του Θεού[32]. Ηαγαμία ήταν σεβαστή ως θέληση της ψυχής, ενώ η σφαγή των ζώων απαγορευόταν. ΤοΝτιν-ι-Ιλαχί δεν διέθετε ιερές γραφές, ούτε κάποιου είδους ιερατική ιεραρχία[33].
Έχει υποστηριχθεί ότι η θεώρηση τουΝτιν-ι-Ιλαχί ως νέας θρησκείας ήταν λανθασμένη αντίληψη που προέκυψε λόγω εσφαλμένης μετάφρασης του έργου του Αμπούλ Φαζλ από τους βρετανούς ιστορικούς[34]. Ωστόσο, είναι επίσης αποδεκτό ότι η πολιτική της ανεξιθρησκίας (sulh-e-kul), που διαμόρφωνε την ουσία τουΝτιν-ι-Ιλαχί, δεν υιοθετήθηκε από τον Ακμπάρ ως θρησκευτική μόνο πρακτική, αλλά ως τμήμα μιας γενικότερης αυτοκρατορικής πολιτικής. Ουσιαστικά ήταν το θεμέλιο της πολιτικής του Ακμπάρ σε ζητήματα θρησκευτικής ανοχής[35]. Έως το 1605, τη χρονιά δηλαδή του θανάτου του από δυσεντερία, δεν έχουν καταγραφεί σημάδια δυσφορίας ανάμεσα στους Μουσουλμάνους υπηκόους του, στους οποίους κληροδότησε ισχυρούς δεσμούς φιλίας και θρησκευτικής ανοχής, ακόμη και σύμφωνα με θεολόγους όπως ο Αμπντού'λΧακ[36].
Η βασιλεία του Ακμπάρ υπήρξε θέμα των χρονικών του ιστορικού Αμπούλ Φαζάλ (Abul Fazal) στα βιβλία Ακμπαρνάμα (Akbarnama) καιΑΐν-ι-Ακμπάρι (Ain-i-akbari). Άλλες σύγχρονες πηγές της βασιλείας Ακμπάρ περιλαμβάνουν τα έργα των ιστορικών Μπανταγιούνι, Σαϊκζάντα Ρασιντί και Σαΐκ Αχμέντ Σιρχιντί.
Ο Ακμπάρ άφησε πίσω από μια πλούσια κληρονομιά, τόσο γιατην αυτοκρατορία των Μογγόλων, όσο καιγιατηνινδική υποήπειρο γενικότερα. Εδραίωσε σταθερά την κυριαρχία των Μογγόλων στην Ινδία καιτην επέκτεινε πέρα από τα όρια που κατείχε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του πατέρα του, ιδιαίτερα την εποχή της απειλής τωνΑφγανών[37], εγκαθιδρύοντας τη στρατιωτική και διπλωματική του υπεροχή[38]. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, η φύση της μογγολικής αυτοκρατορίας στην Ινδία άλλαξε, έγινε κοσμική και φιλελεύθερη, με έμφαση στην πολυπολιτισμικότητα. Επίσης, εισήγαγε αρκετές διορατικές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, όπως η απαγόρευση της καύσης της χήρας, η νομιμοποίηση ενός νέου γάμου για τις χήρες καιη αύξηση της ηλικίας γάμου.
Αρκετοί θρύλοι κυκλοφόρησαν γύρω από το όνομά τουκαισταΜπχαβίσυα Πουρανά, που καταγράφουν τις ιερές ημέρες των Ινδουιστών υπάρχει μια ιδιαίτερη ιστορία ιδιαίτερα γιατον Ακμπάρ. Αυτή η ιστορία που έχει τίτλο «Ακμπάρ Μπασχάσα Βάρναν», γραμμένη στασανσκριτικά, περιγράφει τη γέννησή του ως «επανενσάρκωση» ενός σοφού που ρίχτηκε στην πυρά, θυσιάζοντας τον εαυτό του, όταν είδε τον πρώτο Μογγόλο κυβερνήτη, τονΜπαμπούρνα γίνεται ο «σκληρός βασιλιάς των Μουσουλμάνων». Επίσης, αναφέρει τον Ακμπάρ ως «θαυματουργό παιδί», πουδεν ακολούθησε τους βίαιους δρόμους των Μογγόλων[39][40].
↑Sadiq Ali, Muhammad (ed) (Μάρτιος 1881). Abu'l-Fazl ibn Mubarak Akbar-namah. Volume II. Nawal Kishore: Kanpur-Lucknow.CS1 maint: Extra text: authors list (link)
↑Habib, Irfan (1997). Akbar and His India. New Delhi: Oxford University Press. σελ. 80. ISBN978-0-19-563791-5.
↑Chandra, Satish (2007). History of Medieval India. New Delhi: Orient Longman. σελ. 253. ISBN978-81-250-3226-7.
↑Majumdar, R. C.· και άλλοι. (1961). An Advanced History of India. London. σελ. 153.CS1 maint: Explicit use of et al. (link)
↑Athar, Ali, M. (2006). Mughal India: Studies in Polity, Ideas, Society and Culture. Oxford: Oxford University Press. σελ. 94. ISBN978-0-19-569661-5.
↑Athar, Ali, M. (2006). Mughal India: Studies in Polity, Ideas, Society and Culture. Oxford: Oxford University Press. σελ. 327–328. ISBN978-0-19-569661-5.
↑Habib, Irfan (1997). Akbar and His India. New Delhi: Oxford University Press. σελ. 81. ISBN978-0-19-563791-5.
↑Sangari, Kumkum (2007). «Akbar: The Name of a Conjuncture». Στο: Grewal, J.S. The State and Society in Medieval India. New Delhi: Oxford University Press. σελίδες 475–501, 497. ISBN978-0-19-566720-2.
↑Sangari, Kumkum (2007). σελ. 475.Missing or empty |title= (βοήθεια)
↑Sangari, Kumkum (2007). σελ. 497.Missing or empty |title= (βοήθεια)
↑Chandra, Satish (2007). σελ. 253.Missing or empty |title= (βοήθεια)
↑Chandra, Satish (2007). σελ. 254.Missing or empty |title= (βοήθεια)
↑Την κατηγορία αυτή εναντίον του διατύπωσε από τη Μέκκα ο Αζίζ Κόκα επιφανής κληρικός και αυλικός του Ακμπάρ. Βλ. Koka, Aziz (1594). King's College Collection, MS 194 στην Cambridge University Library. σ. ff.5b-8b
↑Chandra, Satish (2007). σελ. 255.Missing or empty |title= (βοήθεια)
Sangari, Kumkum (2007). «Akbar: The Name of a Conjuncture». Στο: Grewal, J.S. The State and Society in Medieval India. New Delhi: Oxford University Press. σελίδες 475–501. ISBN978-0-19-566720-2.
Abu'l-Fazl ibn Mubarak Akbar-namah Edited with commentary by Muhammad Sadiq Ali (Kanpur-Lucknow: Nawal Kishore) 1881–3 Three Vols. (Περσικά)
Abu al-Fazl ibn Mubarak Akbarnamah Edited by Maulavi Abd Al-Rahim|Abd al-Rahim. Bibliotheca Indica Series (Calcutta: Asiatic Society of Bengal) 1877–1887 Three Vols. (Περσικά)
Hasan, Nurul (2007). Religion, State and Society in Medieval India. New Delhi: Oxford University Press. ISBN978-0-19-569660-8.
Henry Beveridge (Trans.) The Akbarnama of Ab-ul-Fazl Bibliotheca Indica Series (Calcutta: Asiatic Society of Bengal) 1897 Three Vols.
Haji Muhammad 'Arif Qandahari Tarikh-i-Akbari (Better known as Tarikh-i-Qandahari) edited & Annotated by Haji Mu'in'd-Din Nadwi, Dr. Azhar 'Ali Dihlawi & Imtiyaz 'Ali 'Arshi (Rampur Raza Library) 1962 (Περσικά)
Martí Escayol, Maria Antònia. "Antoni de Montserrat in the Mughal Garden of good government European construction of Indian nature", Word, Image, Text: Studies in Literary and Visual Culture, ed. Shormistha Panja et al., Orient Blackswan, New Delhi, 2009. ISBN 978-81-250-3735-4