Οευρασιατικός μπούφος, ή κοινώς μπούφος είναι ένα πολύ μεγάλο γλαυκόμορφο, που απαντάται καιστον ελλαδικό χώρο. Συναντάται σε όλη τηνΕυρασία, εκτός από την νότια Ασία, τη βόρεια Σιβηρίακαι τμήματα της κεντρικής Ευρώπηςκαι της Σκανδιναβίας. Επίσης αποτελεί καιτο μοναδικό είδος της Ευρώπηςτου γένους Bubo εκτός από τηνΧιονόγλαυκα (B. scandiacus). Το είδος περιλαμβάνει 14 υποείδη. Στην Ελλάδα απαντά τουποείδοςB. b. bubo.
Ο ευρασιατικός μπούφος είναι η μεγαλύτερη γλαύκα. Με μέγεθος λίγο μικρότερο από Χρυσαετού (Aquila chrysaetos), έχει μήκος 59-73 εκ., άνοιγμα φτερών 138-170 εκ. και βάρος μέχρι 4,6 κιλά, λίγο ελαφρύτερος από τονΓιγάντιο χουχουριστή (Strix nebulosa)[3].
Έχει γεροδεμένη κατασκευή, πυκνό φτέρωμα και μεγάλο κεφάλι. Όταν είναι ήσυχος έχει σχήμα βαρελιού, ενώ σε επιφυλακή μπορεί να δείχνει απίστευτα περίεργα μακρύ (αλλά χοντρό) λαιμό. Οι τούφες των αυτιών (αντία) είναι μακριές και ευδιάκριτες, εκτός όταν πετάει, χαμηλωμένες όταν είναι χαλαρός ή φοβισμένος και σηκωμένες όταν φωνάζει ή έχει ενοχληθεί. Το πέταγμα είναι δυνατό και σταθερό, φτεροκοπήματα μάλλον ρηχά, αερογλιστρήματα σε ευθεία γραμμή θυμίζοντας Γερακίνα[4].
Τα μάτια είναι μεγάλα και πορτοκαλοκόκκινα. Το χρώμα του κάτω μέρους του σώματός του είναι κιτρινοκάστανο με σκούρες ραβδώσεις, φαρδιές στο στήθος και αρεές στην κοιλιά. Το πάνω μέρος πιο σκούρο καφετί, με μαυριδερές ραβδώσεις και κυματιστές ρίγες. Ο λάρυγγας είναι λευκός, ορατός όταν φωνάζει (όπως σε όλα τα είδη του γένους). Σε πτήση οι βάσεις των πρωτευόντων είναι λίγο μόνο ανοιχτότερες (κιτρινοκάστανες) από τα υπόλοιπα, με χοντρές ομοιόμορφες ρίγες.
Οι χνουδωτοί νεοσσοί ξεχωρίζουν από τα τεράστια νύχια καιτο ράμφος τους αλλά και από την θέση της φωλιάς. Τα φτερωμένα νεαρά έχουν σώμα πλήρως καλυμμένο με φτερά σε ηλικία μερικών εβδομάδων, αλλά ξεχωρίζουν τους πρώτους μήνες από εν μέρει χνουδωτό, στρογγυλό κεφάλι με μόνο μικρές τούφες αυτιών. Αποκτούν το κανονικό τους φτέρωμα σε 3 χρόνια.
Ο ευρασιατικός μπούφος έχει μεγάλη εξάπλωση σε όλη τηνΕυρασία. ΣτηνΕυρώπη εξαπλώνεται σχεδόν σε όλη τη νότια περιοχή της ηπείρου (Ιβηρική χερσόνησος, Ιταλία, Βαλκάνια), όμως στη κεντρική Ευρώπη σπανίζει. Επίσης εξαπλώνεται σε όλη τηΣκανδιναβίαπλην της περιοχής πάνω από τονΑρκτικό κύκλο. ΣτηνΑσία εξαπλώνεται παντού, εκτός από την τροπική Ασία, την Αραβική χερσόνησο καιτη βόρεια Σιβηρία. Επίσης υπάρχει ένας μικρός πληθυσμός στο βορειοδυτικό Μαρόκο.
Ο ευρασιατικός μπούφος ανήκει στο γένος Buboτο οποίο μάλλον περιλαμβάνει 22 με 25 υπάρχοντα είδη. Σχεδόν όλες οι μεγαλύτερες γλαύκες ανήκουν σε αυτό το γένος.
Από τονΟμπ ανατολικά στην λίμνη Βαϊκάλη, βόρεια στον ποταμό Γενισέι, νότια στηνΟροσειρά Αλτάι, στην οροσειρά Ταρμπαγκατάι και περιοχές τουΤιενΣανκαιστην οροσειρά Χανγκάι στη βορειοδυτική Μογγολία
Ο ευρασιατκός μπούφος ζεισε ποικιλία βιότοπων. Από ορεινά και βραχώδη μέρη, δάση και ρεματιές μέχρι ζεστές ερήμους. Στα δάση κυρίως σε μέρη με βράχια και γέρικα δέντρα. Απαντά επίσης καιστα πεδινά και μεγάλα δάση, όπου υπάρχουν βράχοι. Τρέφεται με μικρά θηλαστικά (λαγούς, ποντίκια, αρουραίους, σκαντζόχοιρους), και πουλιά (πέρδικες, κορακοειδή, γλάρους, πάπιες κλπ.) πουτα συλλαμβάνει στα κλαδιά την ώρα που κοιμούνται. Τα χτυπά με τις φτερούγες τουγιανα ξυπνήσουν καιτα πιάνει την ώρα που πάνε να πετάξουν. Τρώει επίσης βατράχους, σαλιγκάρια κλπ[19].
Κάθεται όλη τη μέρα ακίνητος με μισόκλειστα μάτια, πάνω σε ένα κλαδί δέντρου ή σ' ένα βράχο, βυθισμένος σε ελαφρό λήθαργο. Μετον παραμικρό θόρυβο όμως τινάζεται και καταφεύγει σε ασφαλές μέρος. Δε διακρίνεται εύκολα γιατί το χρώμα του μοιάζει με αυτό των βράχων καιτων φλοιών των δέντρων. Τη νύχτα αρχίζει να δραστηριοποιείται καινα ψάχνει για τροφή. Πετά ζωηρά από κλαδί σε κλαδί, βγάζοντας δυνατές κραυγές. Την άνοιξη, την εποχή του ζευγαρώματος, είναι ιδιαίτερα δραστήριος και τότε όλη η γύρω περιοχή αντηχεί από τις ζωηρές κραυγές του. Σπάνια είναι επιθετικός προς τον άνθρωπο (βλ. Μπούφος, Σχέση μετον άνθρωπο). Μερικές φορές προσποιείται τον τραυματία πάνω στο έδαφος, ώστε να απομακρύνει τον εισβολέα από τη φωλιά με τους νεοσσούς, τσιρίζοντας θρηνητικά – καμία σχέση με τις αδίστακτες επιθέσεις άλλων γλαυκόμορφων π.χ. του Χουχουριστή των Ουραλίων.
Ο ευρασιατικός μπούφος ζευγαρώνει τον Φεβρουάριο. Κατασκευάζει τη φωλιά του εντελώς άτεχνα, σε απρόσιτο γείσο σε βράχια, καμιά φορά στο έδαφος δίπλα σε βράχους, ξεριζωμένα δέντρα ή πυκνή βλάστηση, σπάνια σε παλιά κτήρια. Το Μάρτιο το θηλυκό γεννά 2–5 αυγά, τα οποία τα επωάζει μόνο του επί 35 ημέρες. Στο διάστημα αυτό, το αρσενικό φροντίζει γιατη διατροφή του θηλυκού. Όταν γεννηθούν οι νεοσσοί, τους περιποιούνται καιοι δύο γονείς και τους ταΐζουν με βατράχια, ποντίκια, μεγάλα έντομα κλπ.
Ο ευρασιατικός μπούφος σε διεθνές επίπεδο δεν κινδυνεύει, όμως σε συγκεκριμένες περιοχές π.χ. σε πολλές περιοχές της Ευρώπης είναι απειλούμενο είδος. Στον κόσμο υπάρχουν περίπου 250.000-2.500.000 άτομα. Στην Ελλάδα ο αναπαραγόμενος πληθυσμός εκτιμάται σε 200-500 ζευγάρια, ενώ άλλες εκτιμήσεις τον θέλουν να ξεπερνά τα 500 ζευγάρια[20].