ΤοΒασίλειο της Ρουμανίας (ρουμανικά: Regatul României) ήταν συνταγματική μοναρχία,η οποία εγκαθιδρύθηκε το 1881 και συνέχισε να υπάρχει μέχρι το 1947. Το βασίλειο της Ρουμανίας άρχισε μετη βασιλεία τουΚαρόλου Α΄, ο οποίος κέρδισε την ανεξαρτησία της Ρουμανίας από τηνΟθωμανική Αυτοκρατορίαστον πόλεμο της ρουμανικής ανεξαρτησίας, τμήμα τουΡωσοτουρκικού πολέμουτου 1877-1878, και έληξε μετην παραίτηση τουΜιχαήλ της Ρουμανίας από τον θρόνο, μετά από πιέσεις της Σοβιετικές Ένωσηςμετη μυστική συναίνεση των συμμάχων (ως αποτέλεσμα της συμφωνίας της Γιάλτας) καιτην ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τοΚομμουνιστικό Κόμμα Ρουμανίας. Ως όρος, το βασίλειο της Ρουμανίας είναι διακριτό από τοΠαλιό Ρουμανικό Βασίλειο, το οποίο αναφέρεται αυστηρά στην περίοδο της βασιλείας του Καρόλου Α΄, από τις 14 Μαρτίου (Π.Η.) 1881 μέχρι τις 27 Σεπτεμβρίου (Π.Η.) 1914.
Από το 1859 μέχρι το 1877, η Ρουμανία μετεξελίχθηκε από προσωπική ένωση δύο υποτελών πριγκιπάτων (της Μολδαβίας και της Βλαχίας) υπό ένα μόνο πρίγκιπα σε πλήρως ανεξάρτητο βασίλειο με μονάρχη τουΟίκου των Χοεντσόλερν. Την περίοδο 1918-1920, μετά το τέλος τουΑ΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ηΤρανσυλβανία, η Ανατολική Μολδαβία (Βεσσαραβία) καιηΒουκοβίνα ενώθηκαν μετο βασίλειο της Ρουμανίας, σχηματίζοντας τη Μεγάλη Ρουμανία. Το 1940 η Βεσσαραβία καιη Βόρεια Βουκοβίνα, η Βόρεια Τρανσυλβανία καιη Νότια Δοβρουτσά προσαρτήθηκαν στη Σοβιετική Ένωση, ΟυγγαρίακαιΒουλγαρία αντίστοιχα, μετά το τελεσίγραφο της Σοβιετικής Ένωσης στη Ρουμανία καιτη Συμφωνία της Βιέννης, που υπαγορεύθηκε από τη ναζιστική Γερμανία. Από αυτά μόνο η Βόρεια Τρανσυλβανία επεστράφη στη Ρουμανία μετά το τέλος τουΒ΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το 1947 ο βασιλιάς Μιχαήλ εξαναγκάστηκε να παραιτηθεί καιη μοναρχία αντικαταστάθηκε από σοσιαλιστική δημοκρατία υπό την κυριαρχία τουΡουμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος.
Μετά την ανεπιτυχή επανάσταση του 1848, οιΜεγάλες Δυνάμεις απέρριψαν το αίτημα των Ρουμάνων να ενωθούν σε ένα κράτος. Βαριά φορολογημένοι και υπό την κακή οθωμανική διοίκηση, αντιπρόσωποι της Μολδαβίας και της Βλαχίας εξέλεξαν το 1859 τον ίδιο πρίγκιπα, τονΑλέξανδρο Ιωάννη Κούζα.[1]. Η ανάδειξή του ως ηγεμόνα τόσο της Μολδαβίας όσο και της Βλαχίας υπό τηνκατ' όνομα επικυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας συνένωσε ένα διακριτό ρουμανικό έθνος υπό ενιαία ηγεσία. Στις 5 Φεβρουαρίου του 1862 (24 Ιανουαρίου μετοΠαληό Ημερολόγιο) οι δύο ηγεμονίες ενώθηκαν επίσημα γιανα σχηματίσουν το Πριγκιπάτο της Ρουμανίας, με πρωτεύουσα τοΒουκουρέστι.
Στις 23 Φεβρουαρίου 1866 ένας αποκληθείς Τερατώδης συνασπισμός, αποτελούμενος από Συντηρητικούς και ριζοσπάστες Φιλελευθέρους, ανάγκασε τον Κούζα να παραιτηθεί. Ο Γερμανός πρίγκιπας ΚάρολοςτουΧοεντσόλερν-Ζιγκμαρίνγκεν διορίστηκε ως πρίγκιπας της Ρουμανίας, σεμια κίνηση εξασφάλισης της γερμανικής υποστήριξης γιατην ενότητα και της μελλοντικής ανεξαρτησίας. Αυτός υιοθέτησε αμέσως τη ρουμανική γραφή του ονόματός του, Carol, καιοι απόγονοί του κυβέρνησαν τη Ρουμανία μέχρι την ανατροπή της μοναρχίας το 1947.
Η Ρουμανία ανακήρυξε την ανεξαρτησία της από τηνΟθωμανική Αυτοκρατορία μετά τονΡωσοτουρκικό πόλεμουτου 1877-1878, όταν πολέμησε στο πλευρό της Ρωσίας.[2]Στησυνθήκη του Βερολίνουτο 1878,[3]η Ρουμανία αναγνωρίστηκε επισήμως από τις Μεγάλες Δυνάμεις ως ανεξάρτητο κράτος.[4]Σε αντάλλαγμα η Ρουμανία έδωσε στη Ρωσία τη νότια Βεσσαραβία Μπουντζάκγιατην πρόσβαση στα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας και απέκτησε τηΔοβρουτσά. Στις 15 Μαρτίου 1881 το Ρουμανικό κοινοβούλιο αναβάθμισε το πριγκιπάτο σε βασίλειο καιο πρίγκιπας Κάρολος στέφθηκε βασιλιάς Κάρολος Α΄ της Ρουμανίας στις 10 Μαΐου.
Το νέο κράτους, συμπιεσμένο ανάμεσα στην Οθωμανική, τηνΑυστροουγγρικήκαιτηΡωσική Αυτοκρατορία, με Σλαβικούς πληθυσμούς στα νοτιοδυτικά, νότια και βορειοανατολικά σύνορά του, τη Μαύρη Θάλασσα στα ανατολικά και τους Ούγγρους γείτονες στα δυτικά και βορειοδυτικά σύνορά του, απέβλεπε στη Δύση, ιδιαίτερα τηΓαλλία, ως πολιτιστικό, εκπαιδευτικό και διοικητικό πρότυπο.
Απέχοντας από τονΑ΄ Βαλκανικό Πόλεμο εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το Βασίλειο της Ρουμανίας εισήλθε στονΒ΄ Βαλκανικό Πόλεμο, τον Ιούνιο του 1913 κατά τουΒασιλείου της Βουλγαρίας. 330.000 ρουμανικά στρατεύματα πέρασαν από τον Δούναβη στη Βουλγαρία. Μια στρατιά κατέλαβε τη Νότια Δοβρουτσά καιμια άλλη στράφηκε στη βόρεια Βουλγαρία να απειλήσει τη Σόφια, βοηθώντας στον τερματισμό του πολέμου. Μετησυνθήκη του Βουκουρεστίουτο 1913 η Ρουμανία απέκτησε έτσι την εθνικά μικτή περιοχή της Νότιας Δοβρουτσάς, πουγια χρόνια επιθυμούσε.[5]
ΤοΡουμανικό Παλαιό Βασίλειο (ρουμανικά: Vechiul Regat ή απλά Regat, γερμανικά: Regat ή Altreich) είναι όρος της καθομιλουμένης που αναφέρεται στην περιοχή που καταλάμβανε το πρώτο ανεξάρτητο ρουμανικό κράτος, που αποτελείτο από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες - τη Βλαχία καιτη Μολδαβία. Αυτό επιτεύχθηκε όταν, μετην πρόνοια της Συνθήκης των Παρισίων (1856), ταad hoc διβάνια των δύο χωρών - που ήταν τότε υπό τηνΑυτοκρατορική Οθωμανική κυριαρχία - ψήφισαν ως ηγεμόνα τους τονΑλέξανδρο Ιωάννη Α' Κούζα, επιτυγχάνοντας έτσι μιαde facto ενοποίηση. Η περιοχή καθορίστηκε από το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής πράξης, πουτην ακολούθησε η ένταξη της Βόρειας Δοβρουτσάς το 1878, η ανακήρυξη του Βασιλείου της Ρουμανίας το 1881 και η προσάρτηση της Νότιας Δοβρουτσάς το 1913.
Ο όρος άρχισε να χρησιμοποιείται μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε αντίθεση μετη Μεγάλη Ρουμανίας, που περιελάμβανε τηνΤρανσυλβανία, τοΒανάτο, τηΒεσσαραβίακαιτηΒουκοβίνα. Σήμερα, ο όρος έχει κυρίως ιστορική σημασία, και επίσης χρησιμοποιείται ως κοινός όρος για όλες τις περιοχές της Ρουμανίας που περιλαμβάνονται τόσο στο Παλαιό Βασίλειο όσο καιστα σημερινή σύνορα (δηλαδή: Βλαχία, Μολδαβία και Βόρεια Δοβρουτσά).
Όταν ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος τον Αύγουστο του 1914, η Ρουμανία ανακήρυξε ότι θα παρέμεν ουδέτερη. Δύο χρόνια αργότερα, μετά από την πίεση της Αντάντ (και ιδιαίτερα της Γαλλίας), στις 14/27 Αυγούστου 1916, η Ρουμανία συντάχθηκε με τους Συμμάχους, οι οποίοι είχαν υποσχεθεί να υποστηρίξουν την ολοκλήρωση της εθνικής ενότητας, όπως για παράδειγμα την αναγνώριση των δικαιωμάτων των Ρουμάνων στη Τρανσυλβανία, η οποία τότε ήταν από την κυριαρχία της Αυστροουγγαρίας. Η Ρουμανία κήρυξε τον πόλεμο στην Αυστοουγγαρία.[6]Ηρουμανική εκστρατεία έληξε καταστροφικά γιατη Ρουμανία, καθώς οιΚεντρικές Δυνάμεις κατέκτησαν τα δύο τρία της χώρας (τη Βλαχία και της Δοβρουτσά, συμπεριλαμβανομένου του Βουκουρεστίου καιτων στρατηγικής σημασίας πετρελαιοπηγών) και αιχμαλώτισαν ή σκότωσαν σχεδόν όλο τον ρουμανικό στρατό μέσα σε τέσσερις μήνες. Παρόλα αυτά, η Μολδαβία παρέμεινε σε ρουμανικά χέρια. Το 1917, παρά τη σφοδρή ρουμανική αντίσταση, ειδικά στο Μαρασέστι, λόγω της αποχώρησης της Ρωσίας από τον πόλεμο μετά τηνΟκτωβριανή Επανάσταση, η Ρουμανία, που περιβαλλόταν σχεδόν ολοκληρωτικά από τις Κεντρική Δυνάμεις, αναγκάστηκε και αυτή να αποσυρθεί από τον πόλεμο, υπογράφοντας τηνΑνακωχή της Φωξάνηςκαιτην επόμενη χρονιά, τον Μάιο του 1918, τηΣυνθήκη του Βουκουρεστίου. Όμως, μετά την επιτυχημένη επίθεση στοΜέτωπο της Θεσσαλονίκης, που έθεσε τη Βουλγαρία εκτός μάχης, η κυβέρνηση της Ρουμανίας έσπευσε να ανακτήσει τον έλεγχο καινα επαναφέρει στο μέτωπο μια στρατιά στις 10 Νοεμβρίου 1918, μια ημέρα πριν από το τέλος του πολέμου στη Δυτική Ευρώπη. Μετά την ανακήρυξη της ένωσης της Τρανσυλβανίας μετο Βασίλειο της Ρουμανίας την 1η Δεκεμβρίου 1918, από τους εκπροσώπους των Ρουμάνων της Τρανσυλβανίας που συγκεντρώθηκαν στηνΆλμπα Ιούλια, η Τρανσυλβανία σύντομα ενώθηκε μετο Βασίλειο, όπως νωρίτερα ηΒεσσαραβίατο 1918, καθώς το κενό εξουσίας στη Ρωσία, που προκλήθηκε από τον εκεί εμφύλιο πόλεμο, επέτρεψε στοSfatul Țării, ή Εθνικό Συμβούλιο, να κηρύξει την Ένωση της Βεσσαραβίας μετη Ρουμανία. Ο πόλεμο μετηνΟυγγρική Σοβιετική Δημοκρατίατο 1919 είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη της Βουδαπέστης από ρουμανικά στρατεύματα καιτον τερματισμό τουΜπολσεβικικού καθεστώτος τουΜπέλα Κουν.
ΣτηΣυνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίωνη Ρουμανία έλαβε τα εδάφη της Τρανσυλβανίας, μέρους του Βανάτου, της Βεσσαραβίας (Ανατολική Μολδαβία μεταξύ των ποταμών ΠρούθουκαιΔνείστερου) και της Βουκοβίνας[7] Βεσσαραβία, μετησυνθήκη Αγίου Γερμανού,[8]και Βουκοβίνα, μετη συνθήκη του Παρισιού,[9]. Έτσι, η Ρουμανία το 1920 είχε υπερδιπλασιάσει την έκτασή της του 1914. Παρά το γεγονός ότι η χώρα ήταν ικανοποιημένη καιδεν είχε περαιτέρω εδαφικές διεκδικήσεις προκάλεσε την εχθρότητα της Βουλγαρίας και κυρίως της Ουγγαρίας και της Σοβιετικής Ένωσης.
Η Μεγάλη Ρουμανία περιλάμβανε πλέον σημαντικό πληθυσμό μειονοτήτων, ιδιαίτερα Ούγγρων, και αντιμετώπισε τη δυσκολία της αφομοίωσης. Αντίθετα το προπολεμικό Ρουμανικό κράτος είχε μόνο μία πραγματική μειονότητα, τους Εβραίους, αλλά παρ 'όλα αυτά οαντισημιτισμός ήταν διαδεδομένος.
Η Τρανσυλβανία είχε σημαντικό Ουγγρικό και Γερμανικό πληθυσμό, με μακροχρόνια περιφρονητική στάση προς τους Ρουμάνους, που πλέον φοβόταν αντίποινα. Καιοι δύο ομάδες αποκλείστηκαν αποτελεσματικά από την πολιτική, καθώς το μεταπολεμικό ρουμανικό καθεστώς πέρασε ένα διάταγμα που προέβλεπε ότι όλο το προσωπικό που απασχολείτο στο κράτος έπρεπε να μιλάει ρουμανικά. Το νέο ρουμανικό κράτος ήταν επίσης ιδιαίτερα συγκεντρωτικό, έτσι ήταν απίθανο η ουγγρική ή η γερμανική μειονότητα να ασκήσουν πολιτική επιρροή χωρίς προσωπικές διασυνδέσεις μετην κυβέρνηση στο Βουκουρέστι. Η ρουμανική πολιτική έναντι των Ούγγρων καιτων Γερμανών ήταν αρκετά ισορροπημένη και είχαν καιοι δύο το δικαίωμα να έχουν τα σχολεία στις αντίστοιχες γλώσσες τους καιτην ελευθερία να δημοσιεύουν γραπτό υλικό. Δικαστικές ακροάσεις μπορούσαν επίσης να διεξάγονται στη μητρική επίσημη γλώσσα τους.
Οι μικρότερες μειονότητες δεν είχαν εξ ίσου καλή μεταχείριση λόγω του μικρού μεγέθους τους και επειδή δεν είχαν καμία εξωτερική δύναμη γιανα τις υποστηρίξει. Οι Εβραίοι ειδικότερα ήταν εξαιρετικά αντιδημοφιλείς. Παρά το γεγονός ότι αποτελούσαν λιγότερο από το 10% του ρουμανικού πληθυσμού, είχαν δυσανάλογ έλεγχο των μικρών επιχειρήσεων, των τραπεζών, των καταστημάτων, των εργοστασίων, των ειδικευμένων τεχνιτών καιτων βιοτεχνιών. Επιπλέον, ένας ουσιαστικά αστικός πληθυσμός, αυτός στα νέα εδάφη είχε πολιτιστικά αφομοιωθεί από τις πρώην αυτοκρατορίες, έχοντας ελάχιστη επαφή με τους ως επί το πλείστον αγρότες Ρουμάνους.
Η Ρουμανική εκπαίδευση εμφάνιζε ανάμεικτη εικόνα. Ενώ η αριστοκρατία είχε μια μακρά παράδοση αποστολής τωνγιων της στα καλύτερα σχολεία της Ευρώπης, οι μορφωμένοι ήταν μια μικρή μειονότητα. Η Τρανσυλβανία είχε τον περισσότερο μορφωμένο πληθυσμό στη Ρουμανία, ενώ Βεσσαραβία το λιγότερο. Ενώ όλα τα παιδιά στη Ρουμανία ήταν υποχρεωμένα να παρακολουθήσουν τουλάχιστον τέσσερα χρόνια σχολείου, λίγα το έκαναν πραγματικά καιτο σύστημα ήταν σχεδιασμένο γιανα διαχωρίζει αυτούς πουθα ακολουθούσαν την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ανκαι αυτό ήταν εν μέρει απαραίτητο λόγω των περιορισμένων πόρων, διασφάλιζε επίσης ότι οι αγρότες δεν είχαν σχεδόν καμία πιθανότητα να μορφωθούν.
Η δευτεροβάθμια καιη ανώτερη εκπαίδευση στη Ρουμανία διαμορφώθηκε κατά το πρότυπο των γαλλικών σχολείων. Οι μαθητές ακολουθούσαν ένα άκαμπτο πρόγραμμα σπουδών που βασιζόταν στις τις φιλελεύθερες τέχνες και όποιος μπορούσε νατο ολοκληρώσει ήταν πολύ καλά εκπαιδευμένος. Ωστόσο η Ρουμανία υπέφερε από το ίδιο πρόβλημα μετην υπόλοιπη Ανατολική Ευρώπη, που ήταν ότι οι περισσότεροι φοιτητές προτιμούσαν θεωρητικές σπουδές όπως θεολογία, φιλοσοφία, λογοτεχνία, εικαστικές τέχνες και δίκαιο (στη φιλοσοφική παρά στην εφαρμοσμένη μορφή του) αντιγια πρακτικές, όπως επιστήμες, επιχειρήσεις και μηχανικής.
Ο αγροτικός πληθυσμός ήταν μεταξύ των φτωχότερων στην περιοχή, κατάσταση που επιδεινωνόταν από ένα από τα υψηλότερα ποσοστά γεννήσεων στην Ευρώπη. Όπως και αλλού, οι αγρότες παντού ήταν πεπεισμένοι ότι η αγροτική μεταρρύθμιση θα έλυνε τα προβλήματά τους και μετά τον πόλεμο άρχισαν να πιέζουν έντονα για αυτό, πράγμα που οδήγησε στην αγροτική μεταρρύθμιση του 1921. Αλλά αυτό συνέβαλε ελάχιστα στη βελτίωση της παραγωγικότητας, ιδίως δεδομένου ότι ο πλούτος του ρουμανικού εδάφους ακυρωνόταν από την έλλειψη σύγχρονων τεχνικών καλλιέργειας. Οι εξαγωγές γεωργικών προϊόντων δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν αυτές της Δυτικής Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής καιη έναρξη της Μεγάλης Ύφεσης προκάλεσε την κατάρρευση των αγορών τους.
Το 1919 ένα εντυπωσιακό 72% των Ρουμάνων ασχολούντο μετη γεωργία. Και λόγω ενός από τα υψηλότερα ποσοστά γεννήσεων στην Ευρώπη το ένα τέταρτο του πληθυσμού της υπαίθρου περίσσευε. Η γεωργία ήταν πρωτόγονη καιτα μηχανήματα καιτα χημικά λιπάσματα σχεδόν άγνωστα. ΗRegat (προπολεμικά Ρουμανία) ήταν παραδοσιακά μια χώρα μεγάλων κτημάτων πουτα καλλιεργούσαν αγρότες που είτε δεν είχαν δική τους γη. Η κατάσταση στην Τρανσυλβανία καιτη Βεσσαραβία ήταν οριακά καλύτερα. Οτανοι εκκλήσεις των αγροτών για αγροτική μεταρρύθμιση κατέληξαν σε χιονοστιβάδα, ο Bασιλιάς Φερδινάνδος αναγκάστηκε να υποχωρήσει, ειδικά καθώς η Ρωσική Επανάσταση είχε ενθαρρύνει τους αγρότες να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους. Τελικά δεν έκανε τίποτα γιανα διορθώσει τα βασικά προβλήματα του αγροτικού υπερπληθυσμού και της τεχνολογικής καθυστέρησης. Τα αναδιανεμημένα αγροτεμάχια ήταν κατά κανόνα πολύ μικρά γιανα θρέψουν τους ιδιοκτήτες τους καιοι αγρότες, επίσης, δεν μπορούσαν να ξεπεράσουν την παράδοσή τους της καλλιέργειας σιτηρών αντί για εμπορεύσιμα προϊόντα. Καθώς σπάνιζαν τα μεγάλα, γιαναμην πούμε τίποτα για μηχανήματα, η πραγματική παραγωγικότητα της γεωργίας ήταν χειρότερη από ό, τιπριν.
Παρά τις αγροτικές μεταρρυθμίσεις, οι γαιοκτήμονες κατείχαν ακόμη το 30% του εδάφους της Ρουμανίας, που περιλάμβανε επίσης τα δάση που χρειάζονταν οι αγρότες για καύσιμα. Η Ρουμανία είχε επίσης ελάχιστες δυνατότητες να εξάγει γεωργικά προϊόντα καθώς τα περισσότερα όπως τα σιτηρά δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν τους παραγωγούς στις Ηνωμένες Πολιτείες ή οπουδήποτε αλλού.
Η ρουμανικής βιομηχανία ήταν αρκετά ανεπτυγμένη λόγω της αφθονίας των φυσικών πόρων, ιδίως του πετρελαίου. Ξύλο και διάφορα ορυκτά παράγονταν κυρίως για εξαγωγή, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της βιομηχανίας ανήκε σε ξένες εταιρείες, πάνω από 70% κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου.
Κατά τη στιγμή της ανακήρυξης του Βασιλείου, υπήρχαν ήδη αρκετές βιομηχανικές εγκαταστάσεις στη χώρα: Οι ατμόμυλοι Ασσάν και Oλαμάζου, κατασκευασμένοι το 1853 και το 1862 αντίστοιχα, ένα εργοστάσιο τούβλων του 1865 και δύο εργοστάσια ζάχαρης του 1873, μεταξύ άλλων. Το 1857 κατασκευάστηκε το πρώτο διυλιστήριο πετρελαίου στον κόσμο, στοΠλοέστι. Το 1880, μετά την κατασκευή πολλών σιδηροδρομικών γραμμών, ιδρύθηκαν οι CFR (Ρουμανικοί Σιδηρόδρομοι). Μετά την ανακήρυξη του Βασιλείου, οι προϋπάρχουσες βιομηχανικές εγκαταστάσεις άρχισαν να αναπτύσσονται έντονα: κατασκευάσθηκαν 6 ακόμη, μεγαλύτερα, εργοστάσια ζάχαρης καιτο σιδηροδρομικό δίκτυο επεκτάθηκε περισσότερο. Ένα άλλο, πιο σύγχρονο εργοστάσιο τούβλων χτίστηκε το 1891. Παρ 'όλα αυτά τα βιομηχανικά επιτεύγματα συντριπτική πλειοψηφία της οικονομίας της Ρουμανίας παρέμεινε η γεωργία.
Παρά τις καταστροφές που προκλήθηκαν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ρουμανική βιομηχανία πέτυχε σημαντική ανάπτυξη, ως αποτέλεσμα νέων εγκαταστάσεων και ανάπτυξης των παλαιότερων. Η MALAXA, βιομηχανική, μηχανική και κατασκευαστική εταιρεία ιδρύθηκε το 1921 από τον Ρουμάνο βιομήχανο Nικολάε Μαλάξα και ασχολήθηκε ιδιαίτερα μετη συντήρηση και κατασκευή τροχαίου υλικού. Αναπτύχθηκε γρήγορα καιτο 1930 η Ρουμανία είχε καταφέρει να σταματήσει τελείως την εισαγωγή μηχανών για τρένα και όλο το απαιτούμενο τροχαίο υλικό το παρείχε η τοπική βιομηχανία. Βιομηχανικές εγκαταστάσεις που αποκτήθηκαν μαζί με τις νέες επαρχίες, όπως τα εργοστάσια Ρέσιτσα, συνέβαλαν επίσης στην ταχεία ανάπτυξη της ρουμανικής βαριάς βιομηχανίας. Άλλες σημαντικές εγκαταστάσεις ήταν τα εργοστάσια Κόπσα Μίτσα, που παρήγαν μη σιδηρούχα μέταλλα καιη Ρουμανική Επιχείρηση Οπτικών. Αναπτύχθηκαν επίσης οι κατασκευές και ανεγέρθηκαν μεγάλα μνημεία, όπως ο Σταυρός του Καραϊμάν (1928), η Αψίδα του Θριάμβου (1936) καιτο Μαυσωλείο του Μαρασέστι (1938). Η βιομηχανία πετρελαίου επεκτάθηκε επίσης σε μεγάλο βαθμό, καθιστώντας τη Ρουμανία ένα από τους κορυφαίους εξαγωγείς πετρελαίου από τα τέλη της δεκαετίας του '30, προσελκύοντας επίσης το γερμανικό καιτο ιταλικό ενδιαφέρον.
Η ρουμανική στρατιωτική βιομηχανία κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου επικεντρώθηκε κυρίως στη μετατροπή των διαφόρων οχυρωματικών όπλων σε πυροβόλα και αντιαεροπορικά. 334 γερμανικά πυροβόλα Fahrpanzer 53 χιλιοστών, 93 γαλλικά πυροβόλα Hotchkiss 57 χιλιοστών, 66 πυροβόλα Krupp 150 mm και δεκάδες άλλα πυροβόλα 210 mm τοποθετήθηκαν σε ρουμανικής κατασκευής κιλλίβαντες και μετατράπηκαν σε κινητό πυροβολικό, ενώ 45 πυροβόλα Krupp 75 mm και 132 πυροβόλα Hotchkiss 57 χιλιοστών μετατράπηκαν σε αντιαεροπορικό πυροβολικό. Οι Ρουμάνοι αναβάθμισαν επίσης και 120 γερμανικά οβιδοβόλα Krupp 105 mm, δημιουργώντας ταπιο αποτελεσματικά οβιδοβόλα στην Ευρώπη εκείνη την εποχή. Η Ρουμανία ακόμη κατάφερε να σχεδιάσει καινα κατασκευάσει από παλιοσίδερα το δικό της μοντέλο ολμοβόλου, το 250 χιλιοστών Negrei Μοντέλο του 1916. Άλλο ρουμανικό τεχνολογικό επίτευγμα ήταν η κατασκευή του Vlaicu ΙΙΙ, του πρώτου αεροσκάφους στον κόσμο από μέταλλο. Το Ρουμανικο Ναυτικό διέθετε τα μεγαλύτερα πολεμικά πλοία στο Δούναβη. Ήταν μια ομάδα 4 ποτάμιων περιπολικών, εγχώριας κατασκευής στα ναυπηγεία τουΓκαλάτσι, με χρήση εξαρτημάτων κατασκευασμένων στην Αυστρουγγαρία, καιτο πρώτο που καθελκύστηκε ήταν τοLascăr Catargiuτο 1907. Τα ρουμανικά περιπολικά είχαν εκτόπισμα σχεδόν 700 τόνους, ήταν οπλισμένα με τρία πυροβόλα 120 χιλ. σε 3 πυργίσκους, δύο ολμοβόλα 120 χιλ., 4 αντιαεροπορικά 47 χιλ. και δύο πολυβόλα 6.5. Συμμετείχαν στηΜάχη του ΤουτρακάνκαιστηνΠρώτη μάχη του Κομπάντιν. Το σχεδιασμένο στη Ρουμανία ολμοβόλο Schneider 150 mm Model 1912 θεωρήθηκε ένα από ταπιο σύγχρονα όπλα πεδίου στο Δυτικό Μέτωπο.
Η ρουμανική βιομηχανία όπλων επεκτάθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου καιτου Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Δημιουργήθηκαν νέα εργοστάσια, όπως τα εργοστάσια αεροσκαφών Industria Aeronautică Română και Societatea Pentru Exploatări Tehnice, που παρήγαγαν εκατοντάδες εγχώρια αεροσκάφη, όπως τα IAR 37, IAR 80 και SET 7. Πριν από τον πόλεμο, η Ρουμανία απέκτησε από τη Γαλλία την άδεια να παράγει εκατοντάδες όλμους Brandt Mle 27/31 και Brandt Mle 1935, ενώ εκατοντάδες ακόμη παρήχθησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου, καθώς καιτην άδεια παραγωγής 140 Γαλλικών αντιαρματικών όπλων Schneider 47 χιλιοστών στο εργοστάσιο Concordia, με παραγωγή 118 μεταξύ 26 Μαΐου 1939 και 1 Αυγούστου 1940 και εκατοντάδες άλλα που παρήχθησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου. Τα όπλα αυτά ρυμουλκούντο από τεθωρακισμένους μεταφορείς Malaxa Tip UE, που κατασκευάζονταν από τα τέλη του 1939 στο εργοστάσιο Malaxa υπό γαλλική άδεια, συνολικά 126 μέχρι τον Μάρτιο του 1941. Το 1938 αποκτήθηκε άδεια από την Τσεχοσλοβακία γιατην παραγωγή του πολυβόλου ZB vz. 30, από το οποίο κατασκευάστηκαν 5.000 στο εργοστάσιο πυροβόλων όπλων Cugir μέχρι την έναρξη της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσατον Ιούνιο του 1941. Η Ρουμανία απέκτησε επίσης την άδεια παραγωγής του δεξαμενόπλοιου AH-IV, αλλά τελικά μόνο ένα πρωτότυπο κατασκευάστηκε εκεί. Το 1938 αποκτήθηκε γερμανική άδεια γιατην παραγωγή 360 αντιαεροπορικών Rheinmetall 360 mm, αλλά μόνο 102 είχαν παραχθεί μέχρι τον Μάιο του 1941. Αποκτήθηκε άδεια από τη Βρετανία γιατην παραγωγή 100 αντιαεροπορικών τύπου Vickers Model 1931 στα εργοστάσια της Ρέσιτσα, μετην πρώτη παρτίδα 6 όπλων να τίθενται σε λειτουργία την 1η Αυγούστου 1939 και 100 ακόμη κατά τη διάρκεια του πολέμου με συνολική παραγωγή 200. Στις 14 Ιουνίου η Ρουμανία καθέλκυσε το πρώτο πολεμικό πλοίο που κατασκευάστηκε σε τοπικό επίπεδο, το ναρκοθετικό Amiral Murgescu. Κατά τη διάρκεια του πολέμου η Ρουμανία αντέγραψε και παρήγαγε εκατοντάδες σοβιετικά ολμοβόλα M1938, ενώ σχεδίασε και παρήγαγε 400 αντιαρματικά 75 mm Reşiţa Model 1943. Οπλα πεζικού που σχεδιάστηκαν και παράχθηκαν από τη Ρουμανία κατά τη διάρκεια του πολέμου ήταν μεταξύ άλλων τουποπολυβόλο Orienta M1941 και τοφλογοβόλο Argeş. Η Ρουμανία κατασκεύασε επίσης 30 άρματα μάχης TACAM T-60, 30 R-35 και 21 TACAM αντιαρματικά άρματα και μετασκεύασε 34 κατειλημμένα Σοβιετικά άρματα Κομοσομόλετς. Κατασκευάσθηκαν επίσης μερικά πρωτότυπα οχήματα, όπως το αντιαρματικό άρμα Mareşal, στο οποίο πιστώνεται η έμπνευση γιατο γερμανικό Hetzer, ένα άρμα μάχης Renault R-35 με πυργίσκο T-26 και ένα όχημα πυροβολικού γνωστό ως Τ-1. Τα πολεμικά σκάφη που κατασκευάστηκαν περιλαμβάνουν τα υποβρύχια Rechinul και Marsuinul, μια ομάδα 4 ναρκαλιευτικών, 6 σχεδιασμένες στην Ολλανδία τορπιλακάτους και 2 κανονιοφόρους.
Η ρουμανική έκφραση România Mare ( «Μεγάλη Ρουμανία») αναφέρεται γενικά στο ρουμανικό κράτος κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου και, κατ 'επέκταση, στην επικράτεια της Ρουμανίας την εποχή εκείνη. Η Ρουμανία πέτυχε την εποχή εκείνη τη μεγαλύτερη εδαφική της έκταση (σχεδόν 300.000 τ.χλμ.). Στην απογραφή του 1930 υπήρχαν πάνω από 18 εκατομμύρια κάτοικοι στη Ρουμανία.
Η «Μεγάλη Ρουμανία» που προέκυψε δεν επιβίωσε του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μέχρι το 1938 οι κυβερνήσεις της Ρουμανίας διατήρησαν τη μορφή, αν όχι πάντα την ουσία, μιας φιλελεύθερης συνταγματικής μοναρχίας. Το Εθνικό Φιλελεύθερο Κόμμα, κυρίαρχο στα χρόνια αμέσως μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έγινε ολοένα καιπιο πελατειακό καιεθνικιστικόκαιτο 1927 αντικαταστάθηκε από το Εθνικό Αγροτικό Κόμμα. Μεταξύ 1930 και 1940 υπήρξαν πάνω από 25 κυβερνήσεις. Σε αρκετές περιπτώσεις τα τελευταία χρόνια πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η αντιπαλότητα μεταξύ της φασιστικής Σιδηράς Φρουράςκαι άλλων πολιτικών σχηματισμών προσέγγισε το επίπεδο εμφυλίου πολέμου.
Μετά τον θάνατο του πατέρα του, βασιλιά Φερδινάνδου, το 1927, ο πρίγκιπας Κάρολος εμποδίστηκε νατον διαδεχθεί εξαιτίας προηγούμενων συζυγικών σκανδάλων που είχαν ως αποτέλεσμα την παραίτηση του από τα δικαιώματα του θρόνου. Αφού έζησε τρία χρόνια στην εξορία, μετον αδελφό του Νικόλαο να υπηρετεί ως αντιβασιλέας καιτον μικρό τουγιοΜιχαήλ ως βασιλιά, ο Κάρολος άλλαξε γνώμη καιμετην υποστήριξη του κυβερνώντος Εθνικού Αγροτικού Κόμματος επέστρεψε και αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς.
Ο Γιούλιου Μανίου, αρχηγός του Εθνικού Αγροτικού Κόμματος, σχεδίασε την επιστροφή του Καρόλου με βάση μια υπόσχεση ότι θα εγκατέλειπε την ερωμένη του Μάγδα Λουπέσκου και ότι η ίδια η Λουπέσκου είχε συμφωνήσει. Ωστόσο, κατέστη σαφές στην πρώτη συνάντηση του Καρόλου μετην πρώην σύζυγό τουΈλενα ότι αυτός δεν ενδιαφερόταν γιατην επανασύνδεσή τους και σύντομα κανόνισε την επιστροφή της Μάγδας Λουπέσκου στο πλευρό του. Η αντιδημοτικότητά της στη Ρουμανία, που κατά πάσα πιθανότητα οφειλόταν, σε μεγάλο βαθμό, στονΕβραίο πατέρα της, θα ήταν θηλιά γύρω από τον λαιμό του Καρόλου γιατο υπόλοιπο της βασιλείας του, ιδιαίτερα επειδή εκείνη θεωρείτο ευρέως ως η στενότερη σύμβουλός και έμπιστή του.
Ηοικονομική κρίση του 1929 έπληξε σημαντικά τη Ρουμανία καιοι αρχές της δεκαετίας του 1930 σημαδεύτηκαν από κοινωνική αναταραχή, υψηλή ανεργία και απεργίες. Σε πολλές περιπτώσεις, η ρουμανική κυβέρνηση κατέστειλε βίαια τις απεργίες και τις ταραχές, ιδίως την απεργία των ανθρακωρύχων του 1929 στη Βάλεα Γιούλουι καιτην απεργία στα σιδηροδρομικά συνεργεία της Γκρίβιτσα. Στα μέσα της δεκαετίας του 1930 η ρουμανική οικονομία ανέκαμψε καιη βιομηχανία αναπτύχθηκε σημαντικά, ανκαι περίπου το 80% των Ρουμάνων εργάζονταν ακόμα στη γεωργία.
Κατά την πάροδο της δεκαετίας του 1930, η ήδη κλονιζώμενη δημοκρατία της Ρουμανίας διολίσθησε αργά προς τηφασιστική δικτατορία. Το σύνταγμα του 1923 παρείχε στον βασιλιά το δικαίωμα να διαλύει το κοινοβούλιο καινα προκηρύσσει εκλογές κατά βούληση. Έτσι η Ρουμανία βίωσε περισσότερες από 25 κυβερνήσεις σεμια μόνο δεκαετία.
Όλο και περισσότερο, στις κυβερνήσεις αυτές κυριαρχούσαν πολλά αντισημιτικά, υπερεθνικιστικά και, ως επί το πλείστον, τουλάχιστον οιονεί φασιστικά κόμματα. Το Εθνικό Φιλελεύθερο Κόμμα σταθερά έγινε πιο εθνικιστικό από το φιλελεύθερο, αλλά παρ 'όλα αυτά έχασε την κυριαρχία τουστη ρουμανική πολιτική. Εξαφανίστηκε από κόμματα όπως το (σχετικά μετριοπαθές) Εθνικό Αγροτικό Κόμμα καιτοπιο ριζοσπαστικό παρακλάδι του Ρουμανικό μέτωπο, την Εθνική-Χριστιανική Αμυντική Συμμαχία (LANC) καιτηΣιδηρά Φρουρά. Το 1935, η LANC συγχωνεύθηκε μετο Εθνικό Αγροτικό Κόμμα γιανα σχηματίσει το Εθνικό Χριστιανικό Κόμμα (NCP). Η οιονεί μυστικιστική φασιστική Σιδηρά Φρουρά ήταν προηγούμενο παρακλάδι της LANC που εκμεταλλευόταν, ακόμη περισσότερο από αυτά τα άλλα κόμματα, τα εθνικιστικά συναισθήματα, τον φόβο του κομμουνισμού καιτη δυσαρέσκεια γιατην προβαλλόμενη κυριαρχία στην οικονομία των ξένων καιτων Εβραίων.
Ήδη η Σιδηρή Φρουρά είχε ενστερνιστεί την πολιτική των δολοφονιών και διάφορες κυβερνήσεις είχαν αντιδράσει κατά το μάλλον ή ήττον παρομοίως. Στις 10 Δεκεμβρίου 1933 ο Φιλελεύθερος πρωθυπουργός Ιον Ντούκα «διέλυσε» τη Σιδηρά Φρουρά, συλλαμβάνοντας χιλιάδες. Το αποτέλεσμα ήταν 19 μέρες αργότερα να δολοφονηθεί από τους λεγεωνάριους της Σιδηράς Φρουράς.
Καθ 'όλη τη δεκαετία του 1930 αυτά τα εθνικιστικά κόμματα είχαν μια σχέση αμοιβαίας δυσπιστίας μετον Βασιλιά Κάρολο Β'. Παρ 'όλα αυτά τον Δεκέμβριο του 1937 ο βασιλιάς διόρισε τον ηγέτη της LANC, τον ποιητή Οκταβιαν Γκογκα, πρωθυπουργό. Εκείνο το διάστημα ο Κάρολος συναντήθηκε μετονΑδόλφο Χίτλερ, που εξέφρασε την επιθυμία τουναδειμια ρουμανική κυβέρνηση με επικεφαλής τη φιλοναζιστική Σιδηρά Φρουρά. Αντίθετα, στις 10 Φεβρουαρίου του 1938 ο βασιλιάς Κάρολος Β΄ χρησιμοποίησε την ευκαιρία μιας δημόσιας προσβολής του Γόγκα προς τη Λούπεσκου ως λόγο γιανα απολύσει την κυβέρνηση καινα θεσπίσει μια βραχύβια βασιλική δικτατορία, που επικυρώθηκε δεκαεπτά μέρες αργότερα με ένα νέο σύνταγμα, σύμφωνα μετο οποίο ο βασιλιάς όριζε προσωπικά όχι μόνο τον πρωθυπουργό αλλά και όλους τους υπουργούς.
Τον Απρίλιο του 1938, ο Βασιλιάς Κάρολος συνέλαβε και φυλάκισε τον ηγέτη της Σιδηράς Φρουράς Κορνήλιο Ζέλεα Κοντρεάνου. Τη νύχτα 29-30 Νοεμβρίου 1938 ο Κοντρεάνου και αρκετοί άλλοι λεγεωνάριοι σκοτώθηκαν ενώ υποτίθεται ότι προσπαθούσαν να δραπετεύσουν από τη φυλακή. Είναι γενικά αποδεκτό ότι δεν υπήρξε τέτοια απόπειρα απόδρασης, αλλά ότι δολοφονήθηκαν σε αντίποινα γιαμια σειρά δολοφονιών από κομάντος της Σιδηράς Φρουράς.
Η βασιλική δικτατορία ήταν σύντομη. Στις 7 Μαρτίου 1939 σχηματίστηκε νέα κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Αρμάντ Καλινέσκου. Στις 21 Σεπτεμβρίου 1939, τρεις εβδομάδες μετά την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Καλινέσκου, δολοφονήθηκε μετη σειρά του επίσης από λεγεωνάριους για εκδίκηση της δολοφονίας του Κοντρεάνου.
Το 1939 η Γερμανία καιηΣοβιετική Ένωση υπέγραψαν τοΣύμφωνο Μολότωφ - Ρίμπεντροπ, που αναγνώριζε, μεταξύ άλλων, το σοβιετικό «ενδιαφέρον» γιατη Βεσσαραβία. Μετά τις εδαφικές απώλειες του 1940 και χάνοντας συνεχώς δημοτικότητα, ο Κάρολος αναγκάστηκε να παραιτηθεί καινα ονομάσει τον στρατηγό Ιον Αντονέσκου νέο πρωθυπουργός με πλήρη εξουσία να κυβερνά το κράτος με βασιλικά διατάγματα.
Το 1938, ο βασιλιάς Κάρολος Β΄ κατήργησε το σύνταγμα και κυβέρνησε ως δικτάτορας. Κατά τη διάρκεια τουΒ΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ρουμανία προσπάθησε ξανά να παραμείνει ουδέτερη, αλλά στις 28 Ιουνίου 1940 παρέλαβε σοβιετικό τελεσίγραφο το οποίο υπονοούσε εισβολή σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.[10] Υπό την πίεση Μόσχας και Βερολίνου, η ρουμανική διοίκηση καιο στρατός αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν από τη Βεσσαραβία καιτη βόρεια Βουκοβίνα γιανα αποφύγουν τον πόλεμο.[11] Αυτό, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, οδήγησαν την κυβέρνηση να συνταχθεί μετονΆξονα. Στη συνέχεια, η νότια Ντοβρουτσά δόθηκε στη Βουλγαρία, ενώ η Ουγγαρία παρέλαβε τη βόρεια Τρανσιλβανία ως αποτέλεσμα διαιτησίας του Άξονα.[12] Εξαιτίας της απώλειας των εδαφών μέσω κακής διπλωματίας, ο στρατός κατέλαβε την εξουσία τις 6 Σεπτεμβρίου 1940 και επικεφαλής τέθηκε οΊον Αντονέσκου. Τον Ιούνιο το 1941, η Ρουμανία, στο πλευρό του Άξονα, κήρυξαν τον πόλεμο στη Σοβιετική Ένωση γιανα ανακτήσουν τη Βεσσαραβία καιτη Βουκοβίνα. Η Ρουμανία ήταν η κύρια πηγή πετρελαίου γιατον Άξονα[13]καιγι'αυτό ήταν στόχος βομβαρδισμών από τους Συμμάχους. Ο Αντονέσκου έπαιξε σημαντικό ρόλο στοΟλοκαύτωματων Εβραίων.[14] Σύμφωνα με διεθνή επιτροπή, η δικτατορία Αντονέσκου στη Ρουμανία ήταν υπεύθυνη γιατη δολοφονία περίπου 280.000 με 380.000 Εβραίων στις εκτάσεις της Ρουμανίας και στις ζώνες πολέμου.[15][16]Ο ρουμανικός στρατός μέτρησε περίπου 300.000 απώλειες στον πόλεμο.[17]
Στις 20 Αυγούστου 1944, ο Σοβιετικός Ερυθρός Στρατός διέσχισε τα σύνορα της Ρουμανίας και τρεις μέρες αργότερα, ο Αντονέσκου ανατράπηκε και συνελήφθη από τονΜιχαήλ της Ρουμανίας. Ο Ερυθρός Στρατός εισήλθε στο Βουκουρέστι στις 31 Αυγούστου 1944. Μετον Ερυθρό Στρατό να παραμένει στρατευμένος τη χώρα και de facto να ελέγχει τη χώρα, οι Κομμουνιστές καιτα συμμαχικά του κόμματα έλαβαν το 80% των ψήφων μέσω χειραγώγησης,[18] αποκλεισμού και υποχρεωτικής συγχώνευσης των αντιπάλων κομμάτων, με αποτέλεσμα να γίνουν η κυρίαρχη δύναμη.
Στο συνέδριο γιατην ειρήνη στο Παρίσι το 1947, η βόρεια Τρανσυλβανία επεστράφη στη Ρουμανία.
Σύμφωνα μετη Ρουμανική απογραφή του 1930 η Ρουμανία είχε πληθυσμό 18.057.028. ΟιΡουμάνοι αποτελούσαν το 71,9% και 28,1% του πληθυσμού ήταν εθνικές μειονότητες. Πληθυσμός της Ρουμανίας κατά εθνοτικές ομάδες το 1930:
Μετά την ανεξαρτησία, το Ρουμανικό Παλαιό Βασίλειο διαιρέθηκε σε 33 νομούς.
Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο πλαίσιο του νόμου περί διοικητικής ενοποίησης του 1925, η χώραχωρίστηκε σε 71 νομούς, 489 επαρχίες (plaşi) και 8.879 κοινότητες.
Το 1938 οΒασιλιάς Κάρολος Β΄ εξέδωσε νέο Σύνταγμα καιστη συνέχεια άλλαξε τη διοικητική διαίρεση της ρουμανικής επικράτειας. Δημιουργήθηκαν 10 ținuturi (περιφέρειες), μετη συγχώνευση των νομών, που διοικούντο από rezidenți regali («βασιλικούς εκπροσώπους») - διοριζόμενους απευθείας από τον βασιλιά. Αυτή η διοικητική μεταρρύθμιση δεν κράτησε πολύ καιοι νομοί αποκαταστάθηκαν μετά την πτώση του καθεστώτος του Καρόλου.
Επίσημη ένωση της Μολδαβίας και της Βλαχίας γιανα σχηματίσουν το πριγκιπάτο της Ρουμανίας.
• 1866 –
Ο Κούζας αναγκάσθηκε να παραιτηθεί και εγκαταστάθηκε μια ξένη δυναστεία. Ο Κάρολος Α΄ υπέγραψε το πρώτο νεότερο Σύνταγμα.
• 1877 –
16 Απριλίου. Συνθήκη μετην οποία επιτρέπεται στα Ρωσικά στρατεύματα να διέρχονται από το Ρουμανικό έδαφος 24 Απριλίου. Η Ρωσία κηρύσσει τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία καιτα στρατεύματά της εισέρχονται στη Ρουμανία 9 Μαΐου. Ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Ρουμανίας από το Ρουμανικό κοινοβούλιο, είσοδος της Ρουμανίας στονΡωσοτουρκικό Πόλεμο 10 Μαΐου. ΟΚάρολος Α΄ επικυρώνει την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας.
• 1878 –
ΜετηΣυνθήκη του Βερολίνου, η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγνωρίζει τη Ρουμανική ανεξαρτησία. Η Ρουμανία παραχωρεί τη νότια Βεσσαραβία στη Ρωσία.
• 1881 –
Ο Κάρολος Α΄ ανακηρύσσεται Βασιλιάς της Ρουμανίας στις 14 Μαρτίου.
• 1894 –
Οι ηγέτες των Ρουμάνων της Τρανσυλβανίας, που έστειλαν ένα Υπόμνημα στον Αυστριακό Αυτοκράτορα απαιτώντας εθνικά δικαιώματα για τους Ρουμάνους, κρίνονται ένοχοι προδοσίας.
• 1907 –
Βίαιες αγροτικές εξεγέρσεις σε όλη τη Ρουμανία συντρίβονται, με χιλιάδες νεκρούς.
• 1914 –
Θάνατος του Καρόλου Α΄, τον διαδέχεται ο ανηψιός τουΦερδινάνδος.
• 1916 –
Aύγουστος. Η Ρουμανία εισέρχεται στονΑ΄ Παγκόσμιο Πόλεμοστο πλευρό της Αντάντ. Δεκέμβριος. Το Ρουμανικό Θησαυροφυλάκειο εστάλη στη Ρωσία για ασφαλή φύλαξη αλλά κατασχέθηκε από τους Σοβιετικούς, όταν ο Ρουμανικός στρατός αρνήθηκε να αποχωρήσει από τη Βεσσαραβία.
• 1918 –
Δημιουργείται η Μεγάλη Ρουμανία.
ΜετηΣυνθήκη των Βερσαλλιών, η Ρουμανία συμφώνησε να χορηγήσει υπηκοότητα στους πρώην πολίτες της Ρωσικής και της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, που ζούσαν στα νέα Ρουμανικά εδάφη.
• 1919 –
Στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Ρουμανίας και Ουγγρικής Σοβιετικής Δημοκρατίας υπό τονΜπέλα Κουν. Ο Ρουμανικός στρατός καταλαμβάνει τηΒουδαπέστη στις 4 Aυγούστου 1919. Η πόλη κυβερνιέται από στρατιωτική διοίκηση μέχρι τις 16 Noεμβρίου 1919.
Υιοθετείται ο Φιλελεύθερος Εκλογικός Νόμος. «Μικρή Αντάντ» μετηνΤσεχοσλοβακίακαιτηΓιουγκοσλαβίακαι Γαλλορουμανική Συνθήκη.
• 1927 –
Το Εθνικό Αγροτικό Κόμμα αναλαμβάνει την κυβέρνηση από το Εθνικό Φιλελεύθερο Κόμμα. Η Λεγεώνα του Αρχάγγελου Μιχαήλ, αργότερα Σιδηρά Φρουρά, αποχωρεί από τη LANC. ΟMιχαήλ (Mihai) γίνεται βασιλιάς υπό καθεστώς αντιβασιλείας.
16 Φεβρουαρίου. Η απεργία στα Σιδηροδρομικά Συνεργεία της Γκρίβιτσα καταστέλλεται βίαια από την αστυνομία. 10 Δεκεμβρίου. Ο Πρωθυπουργός Ιον Ντούκα "διαλύει" τη Σιδηρά Φρουρά, συλλαμβάνοντας χιλιάδες. 19 ημέρες αργότερα δολοφονείται από λεγεωνάριους της Σιδηράς Φρουράς.
• 1935 –
LANC και Εθνικό Αγροτικό Κόμμα συγχωνεύονται γιανα σχηματίσουν το Εθνικό Χριστιανικό Κόμμα (NCP).
• 1937 –
Eκλογικό «σύμφωνο μη επίθεσης» μεταξύ του Εθνικού Αγροτικού Κόμματος και της Σιδηράς Φρουράς, μετη συμμετοχή αργότρα της Αγροτικής Ένωσης. ΤΟ Ρουμανικο Κομμουνιστικό Κόμμα καταγγέλλει το σύμφωνο αλλά στην πράξη υποστηρίζει τους Εθνικοαγροτικούς. Η LANC σχηματίζει κυβέρνηση, αλλά γρήγορα σύγκρουεται μετον Κάρολο Β΄ γιατην Εβραία ερωμένη του.
• 1938 –
10 Φεβρουαρίου. Κήρυξη βασιλικής δικτατορίας. Υιοθέτηση νέου συντάγματος στις 27 Φεβρουαρίου. 29–30 Noεμβρίου. Ο ηγέτης της Σιδηράς Φρουράς Κοντρεάνου και άλλοι λεγεωνάριοι εκτελούνται με διαταγή του Βασιλιά.
• 1939 –
7 Mαρτίου. Σχηματίζει κυβέρνηση ο Αρμάντ Καλινέσκου. 23 Aυγούστου. ΤοΣύμφωνο Μολότωφ - Ρίμπεντροπ αναγνωρίζει το Σοβιετικό «ενδιαφέρον» στη Βεσσαραβία. 1 Σεπτεμβρίου. Η Γερμανία εισβάλλει στην Πολωνία. Εναρξη τουΒ΄ Παγκοσμίου Πολέμου. 21 Σεπτεμβρίου. Ο Καλινέσκου δολοφονείται από λεγεωνάριους της Σιδηράς Φρουράς.
• 1940 –
6 Σεπτεμβρίου. Μετά την υποχρέωση σε παραίτηση του Βασιλιά Κάρολου Β΄, ο 19ετής γιος του Μιχαήλ Α΄ αναλαμβάνει τον θρόνο αλλά υποχρεώνεται να παραχωρήσει δικτατορικές εξουσίες στον Πρωθυπουργό και Conducător (Hγέτη) Ιον Αντονέσκου. 14 Σεπτεμβρίου. Το Βασίλειο της Ρουμανίας αντικαθίσταται από μια βραχύβια δικτατορία που ονομάζεται Εθνικό Λεγεωνικό Κράτος.
Εφημερίδες του Βασιλείου της Ρουμανίας
Alegătorul liber 23 Ιανουαρίου 1875
Bukarester Tagblatt 10 Αυγούστου 1880 (στα Γερμανικά)
↑Anderson, Frank Maloy; Hershey, Amos Shartle (1918), Handbook for the Diplomatic History of Europe, Asia, and Africa 1870-1914, Washington D.C.: Government Printing Office
↑Note: follow the World War II link:
Ronald D. Bachman, επιμ.. (09-11-2005), Romania:World War II (2 έκδοση), Washington D.C.: Library of Congress. Federal Research Division, DR205.R613 1990, http://lcweb2.loc.gov/frd/cs/rotoc.html, ανακτήθηκε στις 2007-12-08
↑Michael Clodfelter. Warfare and Armed Conflicts- A Statistical Reference to Casualty and Other Figures, 1500–2000. 2nd Ed. 2002, p. 582 ISBN 0-7864-1204-6.
↑Ζουν μέχρι και σήμερα διασκορπιζένοι, σε υποβαθμισμένες περιοχές σε αντίξοες συνθήκες, σε αρκετές περιοχές των χωρών αυτών (Ρουμανία, Μολδαβία, Ουγγαρία και Ουκρανία), και ορισμένοι ασπάζεται, τόσο τον Σουνιτικό Ισλαμισμό, όσο καιτον Ρωμαιοκαθολικισμό, αλλά καιτον Ορθόδοξο Χριστιανισμό (όπως οι Ρουμάνοι).
↑Ορθόδοξοι Τούρκοι, πουζουν διασκορπιζένοι στη γύρω περιοχή, στη Ρωσία καιτα Ανατολικά Βαλκάνια, κυρίως ωστόσο στηνΓκαγκαουζία (σήμερα περιοχή της Μολδαβίας), όπου απολαμβάνουν καθεστώς αυτονομίας.
↑Αναφέρονταν μαζί στις απογραφές πληθυσμού της Ρουμανίας, ως ένα έθνος, επειδή παλαιότερα, οι Τσέχοι καιοι Σλοβάκοι αποτελούσαν, τηνΤσεχοσλοβακία.
↑Αναφέρονταν μαζί στις απογραφές πληθυσμού της Ρουμανίας, ως ένα έθνος, επειδή παλαιότερα αποτελούσαν, οι Σλοβένοι, οι Κροάτες καιοι Σέρβοι, τηΓιουγκοσλαβία.
↑Τούρκικη φυλή, πουζει διασκορπιζένη κυρίως στην Ανατολική Ευρώπη (ειδικότερα στοΤαταρστάν της Ρωσίας) καιτην Κεντρική Ασία, και ασπάζεται, κατά πλειοψηφία τον Σουνιτικό Ισλαμισμό.
↑Οι Αρμένιοι ζουν μέχρι και σήμερα διασκορπιζένοι (λιγοστοί όμως), κυρίως στις μεγαλουπόλεις της Ρουμανίας, όπως το Βουκουρέστι, το Γκαλάτσι, την Κωνστάντζα και άλλες, οι οποίοι εγκατέλειψαν την περιοχή τους (τότε η Αρμενία, ήταν μοιρασμένη μεταξύ της Ρωσικής και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) και μετανάστευσαν οι περισσότεροι ανά τον κόσμο, ειδικότερα από τηΓενοκτονία των Αρμενίων από το 1915 και μετά, προκειμένου να γλιτώσουν από τις σφαγές των Τούρκων, αλλά και τους καταπιεστικούς Ρώσους, οι οποίοι τους εκτελούσαν εν ψυχρώ, όταν παραβιάζαν την εθνική τους κυριαρχία, και τους νόμους. Ωστόσο οι περισσότεροι, αρκετά χρόνια μετά, από το 1991 και μετά, έφυγαν από πολλές χώρες, και εγκαταστάθηκαν, στην πατρίδα τους, στην τότε νεοσύστατη ανεξάρτητη Αρμενία, η οποία απέκτησε μόλις ανεξαρτησία από τη Σοβιετική Ένωση.
↑Οι Χούτσουλοι, είναι Ουκρανοί, που ασπάστηκαν τονΡωμαιοκαθολισμό, καιζουν σήμερα σε περιοχές της Ρουμανίας, της Ουκρανίας και της Μολδαβίας, αλλά και της Ρωσίας.