Гимн свободе

Материал из Википедии — свободной энциклопедии
Перейти к навигации Перейти к поиску
Гимн свободе
греч. Ύμνος εις τたうηいーたνにゅー Ελευθερίαν
Gýmnos is tin Eleftherían
Автор слов Дионисиос Соломос, 1823
Композитор Николаос Мандзарос
Страна  Греция
 Кипр
Утверждён 1865 — Греция
1966 — Кипр[1]

Гимн Свободе (Инструментал)

Гимн свобо́де (греч. Ύμνος εις τたうηいーたνにゅー Ελευθερίαν МФА: [ˈimnɔs is tin ɛlɛfθしーたɛˈrian]) — поэма, написанная Дионисиосом Соломосом в 1823 году, состоящая из 158 четверостиший. В 1865 первые 24 куплета были объявлены гимном Греции, но на практике поют, как правило, первые 2 четверостишия. Музыка к гимну была написана в 1828 году другом Соломоса Николаосом Мандзаросом; впоследствии он дважды перерабатывал её (в 1844 и 1861 годах)[2].

Также это произведение используется как гимн Кипра.

Текст[править | править код]

Официальный на греческом[править | править код]

Греческий текст Кириллическая транскрипция Фонетическая транскрипция МФА

Σしぐまεいぷしろん γνωρίζω από τたうηいーたνにゅー κόψη
Τたうοおみくろんυうぷしろん σπαθιού τたうηいーたνにゅー τρομερή,
Σしぐまεいぷしろん γνωρίζω από τたうηいーたνにゅー όψη,
Πぱいοおみくろんυうぷしろん μみゅーεいぷしろん βιά μετράει τたうηいーた γがんまηいーた.

Αあるふぁπぱいτたうαあるふぁ κόκκαλα βγαλμένη
Τたうωおめがνにゅー Ελλήνων τたうαあるふぁ ιερά,
𝄆 Κかっぱαあるふぁιいおた σしぐまαあるふぁνにゅー πρώτα ανδρειωμένη,
Χαίρε, ωおめが χαίρε, ελευθεριά! 𝄇[3][4][5]

Се гноризо апо тин копси
Ту спатью тин тромери,
Се гноризо апо тин опси,
Пу ме вья метрай ти ги.

Ап’ та коккала вгалмени
Тон Эллинон та ера,
𝄆 Ке сан прота андриомени,
Хере, о хере, Элевтерья! 𝄇

[s̠e̞ ɣno̞.ˈɾiˑ.z̠o̞̯‿ɐ.po̞ tiŋ ˈko̞ˑ.ps̠i ǀ]
[tu s̠pɐ.ˈθしーたçuˑ tin ˌtro̞.me̞.ˈɾiˑ ǀ]
[s̠e̞ ɣno̞.ˈɾiˑ.z̠o̞̯‿ɐ.po̞ tin ˈo̞ˑ.ps̠i ǀ]
[pu me̞ ˈvʝäˑ me̞.ˌträˑi̯ ti ˈʝiˑ ‖]

[ɐp tɐ ˈko̞ˑ.kɐ.ˌlä vɣɐl.ˈme̞.ˑɲi ǀ]
[to̞n e̞.ˈliˑ.no̞n tɐ je̞.ˈɾäˑ ǀ]
𝄆 [ˌce̞ s̠ɐm ˈpro̞ˑ.tɐ ɐn̪.ðri̯o̞.ˈme̞ˑ.ɲi ǀ]
[ˈçe̞ˑ.ɾe̞̯‿o̞ ˈçe̞ˑ.ɾe̞ ǀ e̞le̞f.θしーたe̞ɾ.ˈʝäˑ ‖] 𝄇

В других орфографиях[править | править код]

Политоническая орфография
(1823–1976)
Арабский вариант Гебраизация Латинский вариант Картвелизация Арменизация Деванагари

Σしぐまὲ γνωρίζω ἀπぱいτたうνにゅー κόψι
Τたうοおみくろんῦ σπαθιοῦ τたうνにゅー τρομερή,
Σしぐまὲ γνωρίζω ἀπぱいτたうνにゅーψぷさいιいおた,
Πぱいοおみくろんμみゅーὲ βία μετράει τたうγがんまῆ.

πぱいτたうὰ κόκκαλα βγαλμένη
Τたうνにゅー Ἑλλήνων τたうὰ ἱερά,
Κかっぱαあるふぁσしぐまνにゅー πぱいρろーτたうαあるふぁ ἀνδρειωμένη,
Χかいαあるふぁρろーεいぷしろん, ὦ χかいαあるふぁρろーεいぷしろん, Ἐλευθεριά!

سَغنُرِزُ آپُتٍقُپسِ
تُوسپَاثيُو تٍترُمَرِ
سَغنُرِزُ آپُتٍاُپسِ
پُو مَويَا مَترَاي تِغِ

آپتَاقُقَّالَا وغَالمَنِ
تٌعَلِّنٌ تَاعيَرَا
قَسًاپرُتَا آندريُمَنِ 𝄇
𝄆 حَرَ، او حَرَ، اَلَوثَريَا

סֶה גְנוֹרִיזוֹ אַפּוֹ טִין קוֹפְּסִי
טוּ סְפַּאתְ'יוּ טִין טְרוֹמֶרִי
סֶה גְנוֹרִיזוֹ אַפּוֹ טִין אוֹפְּסִי
פּוּ מֶה וִיָה מֶטְראיי טִי גִי

אַפּ טַה קוֹקָלָה וְגַלְמֶנִי
טוֹן אֶלִּינוֹן טָה יֶרָה
קֶה סַאן פּרוֹטָה אַנְדְרֵיוֹמֶנִי 𝄇
𝄆 חֶרֶה, אוֹ חֶרֶה, אֶלֶפְתֶ'רְיָה

Se gnorizo apo tin copsi
Tu spathiu tin tromeri,
Se gnorizo apo tin opsi,
Pu me bia metrai ti gi.

Ap' ta coccala bgalmeni
Ton Hellinon ta hiera,
𝄆 Cæ san prota andriomeni,
Chære, o chære, Eleutheria! 𝄇

სე ღნორიზო აპო ტინ კოფსი
ტუ სპათიუ ტინ ტრომერი,
სე ღნორიზო აპო ტინ ოფსი,
პუ მე ვია მეტრაი ტი ღი.

აპ ტა კოკკალა ვღალმენი
ტონ ელლინონ ტა იერა,
𝄆 კე სან პროტა ანდრიომენი,
ხერე, ო ხერე, ელევთერია! 𝄇

Սե ղնորյ́զո ապօ́ տին կօ́փսի
Տու սպաթյու́ տին տրօմերի́,
Սե ղնորյ́զո ապօ́ տին օ́փսի,
Պու մե բյա́ մետրա́էյ տյ ղյ։

Ապ տա կօ́կկալա բղալմե́նի
Տոն Էլլի́նոն տա երա́,
𝄆 Կայ սան պրո́տա անդրէյոմե́նի,
Խայ́րե, ո խայ́րե, էլեւթերյա́: 𝄇

से गनौरिज़ौ अपो तीन कोपसी
तू सपाथ्यू तीन त्रोमेरी,
से गनौरिज़ौ अपो तीन ओपसी,
पू मे भया मेट्राई ती घी।

अप टा कोक्काला भघालमेनी
तौन हेल्लीनौं टा येरा,
𝄆 कै सां प्रौटा अंड्रेयौमेनी,
खैरे, औ खैरे एलेवथेर्या 𝄇

Русский стихотворный перевод[править | править код]

Узнаю клинок расплаты,
Полыхающий грозой,
Узнаю твой взор крылатый,
Охвативший шар земной!
Гордость древнего народа,
Возродившаяся вновь,
Здравствуй, гордая Свобода,
Здравствуй, эллинов любовь!

Оригинальные 158 стихов[править | править код]

Σしぐまὲ γνωρίζω ἀπぱいτたうνにゅー κόψη
τたうοおみくろんῦ σπαθιοῦ τたうνにゅー τρομερή,
σしぐまὲ γνωρίζω ἀπぱいτたうνにゅーψぷさいηいーた
πぱいοおみくろんμみゅーὲ βία μετράει τたうγがんまῆ.
 
πぱい' τたうὰ κόκαλα βγαλμένη
τたうνにゅー Ἑλλήνων τたうὰ ἱερά,
κかっぱαあるふぁσしぐまνにゅー πぱいρろーτたうαあるふぁ ἀνδρειωμένη,
χかいαあるふぁρろーεいぷしろん, ὢ χかいαあるふぁρろーεいぷしろん, Ἐλευθεριὰ!
 
κかっぱεいぷしろんῖ μέσα ἐκατοικοῦσες
πικραμένη, ἐντροπαλή,
κかっぱιいおたνにゅーαあるふぁ στόμα ἀκαρτεροῦσες,
«ἔλらむだαあるふぁ πάλι» νにゅーσしぐまοおみくろんπぱいεいぷしろんῖ.
 
Ἄργειε νにゅーὰ 'λθει ἐκείνη ἡ μέρα,
κかっぱιいおたτたうαあるふぁνにゅーλらむだαあるふぁ σιωπηλά,
γιατί τたうὰ 'σκιαζε ἡ φοβέρα
κかっぱαあるふぁτたうὰ πλάκωνε ἡ σκλαβιά.
 
Δυστυχής! Παρηγορία
μόνη σしぐまοおみくろんυうぷしろん ἔμενε νにゅーλらむだὲς
περασμένα μεγαλεῖαあるふぁ
κかっぱαあるふぁὶ διηγώντας τたうνにゅーὰ κλαῖς.
 
Κかっぱαあるふぁὶ ἀκαρτέρει κかっぱαあるふぁὶ ἀκαρτέρει
φιλελεύθερη λαλιά,
νにゅーαあるふぁ ἐκτύπαε τたう' ἄλらむだλらむだοおみくろん χέρι
πぱいτたうνにゅー ἀπελπισιά.
 
Κかっぱιいおた ἔλεες: «Πότε, ἅ, πότε βγάνω
τたうὸ κεφάλι ἀπぱいτたうσしぐま' ἐρμιές;».
Κかっぱαあるふぁὶ ἀποκρίνοντο ἀπぱいὸ πάνω
κλάψες, ἅλυσες, φωνές.
 
Τότε ἐσήκωνες τたうὸ βλέμμα
μみゅーὲς σしぐまτたうὰ κλάιματα θολό,
κかっぱαあるふぁεいぷしろんἰς τたうρろーοおみくろんχかいοおみくろん σしぐまοおみくろんυうぷしろん ἒσταζ' αあるふぁμみゅーαあるふぁ,
πぱいλらむだῆθος αあるふぁμみゅーαあるふぁ ἑλληνικό.
 
Μみゅーτたうρろーοおみくろんχかいαあるふぁ αあるふぁἱματωμένα
ξέρω ὅτたうιいおた ἔβγαινες κかっぱρろーυうぷしろんφふぁい
νにゅーὰ γυρεύεις εいぷしろんἰς τたうὰ ξένα
λらむだλらむだαあるふぁ χέρια δυνατά.
 
Μοναχὴ τたうὸ δρόομο ἐπぱいῆρες,
ἐξανάλθες μοναχή.
δでるたνにゅー εいぷしろんνにゅー' εいぷしろんὔκολες οおみくろんἱ θύρες,
ἐὰνにゅー ἡ χρεία τたうὲς κουρταλεῖ.
 
Ἄλλος σしぐまοおみくろんυうぷしろん ἔκλαψε εいぷしろんἰς τたうὰ στήθια,
λらむだλらむだ' ἀνάσαση καμιά.
ἄλλος σしぐまοおみくろんυうぷしろん ἔταξε βοήθεια
κかっぱαあるふぁσしぐまὲ γέλασε φριχτά.
 
Ἄλλοι, ὀϊμέ, σしぐまτたうὴ συμφορά σしぐまοおみくろんυうぷしろん
πぱいοおみくろんῦ ἐχαίροντο πολύ,
«σύρε νάβρεις τたうὰ παιδιά σしぐまοおみくろんυうぷしろん,
σύρε», ἐλέγαν οおみくろんἳ σκληροί.
 
Φεύγει ὀπίσω τたうὸ ποδάρι
κかっぱαあるふぁὶ ὁλογλήγορο πぱいαあるふぁτたうεいぷしろん
τたうνにゅー πέτρα ἢ τたうὸ χορτάρι
πぱいοおみくろんτたうὴ δόξα σしぐまοおみくろんυうぷしろん ἐνθυμεῖ.
 
Ταπεινότατή σしぐまοおみくろんυうぷしろん γέρνει
ἡ τρισάθλια κεφαλή,
σしぐまνにゅー πτωχοῦ πぱいοおみくろんὺ θυροδέρνει
κかっぱιいおた εいぷしろんνにゅーαあるふぁιいおた βάρος τたうοおみくろんυうぷしろん ἢ ζωή.
 
Ναί, ἀλらむだλらむだὰ τώρα ἀντιπαλεύει
κάθε τέκνο σしぐまοおみくろんυうぷしろん μみゅーὲ ὁρμή,
πぱいοおみくろんῦ ἀκατάπαυστα γυρεύει
τたうὴ νίκη ἢ τたうὴ θανή.
 
πぱい' τたうὰ κόκαλα βγαλμένη
τたうνにゅー Ἑλλήνων τたうὰ ἱερά,
κかっぱαあるふぁσしぐまνにゅー πぱいρろーτたうαあるふぁ ἀνδρειωμένη,
χかいαあるふぁρろーεいぷしろん, ὢ χかいαあるふぁρろーεいぷしろん, Ἐλευθεριά!
 
Μόλις εいぷしろんδでるたεいぷしろん τたうνにゅー ὁρμή σしぐまοおみくろんυうぷしろん
οおみくろんὐρανός, πぱいοおみくろんγがんまιいおたτたう'ς ἐχθροὺς
εいぷしろんἰς τたうγがんまτたうὴ μητρική σしぐまοおみくろんυうぷしろん
ἒτρεφ' ἄνθια κかっぱαあるふぁὶ καρπούς,
 
ἐγαλήνευσε. κかっぱαあるふぁὶ ἐχύθη
καταχθόνια μία βοή,
κかっぱαあるふぁτたうοおみくろんῦ Ρήγα σしぐまοおみくろんυうぷしろん ἀπεκρίθη
πολεμόκραχτη ἡ φふぁいωおめがνにゅー
 
λらむだοおみくろんιいおた οおみくろんἱ τόποι σしぐまνにゅー σしぐま' ἐκράξαν
χαιρετώντας σしぐまὲ θερμά,
κかっぱαあるふぁτたうὰ στόματα ἐφωνάξαν
σしぐまαあるふぁ αあるふぁἴσθανετο ἢ χαρδιά.
 
Ἐφωνάξανε ὡς τたう' ἀστέρια
τたうοおみくろんῦ Ἰονίου κかっぱαあるふぁτたうὰ νησιά,
κかっぱιいおた ἐσηκώσανε τたうὰ χέρια
γがんまιいおたνにゅーὰ δείξουνε χαρά,

μみゅー' ὄλらむだοおみくろんνにゅー πぱいοおみくろんὺ 'νにゅーαあるふぁιいおた ἁλυσωμένο
τたうὸ καθένα τεχνικά,
κかっぱαあるふぁεいぷしろんἰς τたうὸ μέτωπο γραμμένο
ἔχει: «Ψεύτρα Ἐλευθεριά».
 
Γκαρδιακὰ χαροποιήθη
κかっぱαあるふぁτたうοおみくろんῦ Βάσιγκτον ἡ γがんまῆ,
κかっぱαあるふぁτたうὰ σίδερα ἐνθυμήθη
πぱいοおみくろんτたうνにゅー ἔδεναν κかっぱιいおた αあるふぁὐτή.
 
πぱい' τたうνにゅー πύργο τたうοおみくろんῦ φωνάζει,
σしぐまνにゅーὰ λέει σしぐまὲ χαιρετῶ,
κかっぱαあるふぁτたうὴ χήτη τたうοおみくろんῦ τινάζει
τたうὸ λιοντάρι τたうὸ Ἰσπανο.
 
Ἐλαφιάσθη τたうῆς Ἀγγλίας
τたうὸ θηρίο, κかっぱαあるふぁὶ σέρνει εいぷしろんθしーたὺς
κかっぱαあるふぁτたうτたう' ἄκかっぱρろーαあるふぁ της Ρουσίας
τたうὰ μουγκρίσματα τたうσしぐま'ὀρろーγがんまῆς.
 
Εいぷしろんἰς τたうὸ κίνημά τたうοおみくろんυうぷしろん δείχνει
πぱいῶς τたうὰ μέλη εいぷしろんνにゅー' δυνατά.
κかっぱαあるふぁὶ στοῦ Αあるふぁἰγαίου τたうὸ κύμα ρίχνει
μία σπιθόβολη ματιά.
 
Σしぐまὲ ξανοίγει ἀπぱいτたうὰ νέφη
κかっぱαあるふぁτたうὸ μάτι τたうοおみくろんῦ Ἀετοῦ,
πぱいοおみくろんῦ φτερά κかっぱαあるふぁιいおた νύχια θρέφει
μみゅーτたうὰ σπλάχνα τたうοおみくろんῦ Ἰταλοῦ.
 
κかっぱαあるふぁσしぐまσしぐまὲ καταγυρμένος,
γιατί πάντα σしぐまὲ μισεῖ,
ἒκρωζ' ἔκρωζε ὁ σκασμένος,
νにゅーσしぐまὲ βλάψει, ἂνにゅー ἠμπορεῖ.
 
Ἄλλο ἐσしぐまδでるたνにゅー συλλογιέσαι
πάρεξ πぱいοおみくろんθしーたὰ πρωτοπᾶς.
δでるたνにゅー μみゅーιいおたλらむだεいぷしろんῖς κかっぱαあるふぁδでるたνにゅー κουνιέσαι
σしぐまτたうὲς βべーたρろーιいおたσしぐまὶες ὀπぱいοおみくろんῦ ἀγρικᾶς,

σしぐまνにゅー τたうὸ βράχον ὀπぱいοおみくろんῦ ἀφήνει
κάθε ἀκάθαρτο νにゅーεいぷしろんρろー
εいぷしろんἰς τたうὰ πόδια τたうοおみくろんυうぷしろん νにゅーὰ χύνει
εいぷしろんὐκολόσβηστον ἀφρό.
 
πぱいοおみくろんῦ ἀφήνει ἀνεμοζάλη
κかっぱαあるふぁὶ χαλάζι κかっぱαあるふぁὶ βροχὴ
νにゅーτたうοおみくろんῦ δέρνουν τたうὴ μεγάλη,
τたうνにゅー αあるふぁἰώνιαν κορυφή.

Δυστυχιά τたうοおみくろんυうぷしろん, ὤ, δυστυχιά τたうοおみくろんυうぷしろん,
ὁποιανοὺ θέλει βべーたρろーεいぷしろんθしーたεいぷしろん
σしぐまτたうὸ μαχαίρι σしぐまοおみくろんυうぷしろん ἀποκάτου
κかっぱαあるふぁσしぐま' ἐκかっぱεいぷしろんνにゅーοおみくろん ἀντισταθεῖ.
 
Τたうὸ θηρίο πぱい' ἀνανογιέται
πぱいῶς. τたうοおみくろんῦ λείπουν τたうὰ μικρά,
περιορίζεται, πετιέται,
αあるふぁμみゅーαあるふぁ ἀνθρώπινο δでるたιいおたψぷさいᾶ.
 
τρέχει, τρέχει ὅλらむだαあるふぁ τたうὰ δάση,
τたうὰ λαγκάδια, τたうὰ βουνά,
κかっぱιいおたπぱいοおみくろんυうぷしろん φθάσει, ὅπぱいοおみくろんυうぷしろん περάσει,
φρίκη, θάνατος, ἐρμιά.
 
Ἐρμιά, θάνατος κかっぱαあるふぁὶ φρίκη,
ὅπου ἐπέρασες κかっぱιいおた ἐσύ.
ξίφος ἔξくしーωおめがπぱいτたうὴ θήκη
πλέον ἀνδρείαν σしぐまοおみくろんυうぷしろん προξενεῖ.
 
Ἰδού, ἐμπρός σしぐまοおみくろんυうぷしろんτたうοおみくろんῖχος στέκει
τたうῆς ἀθλίας Τριπολιτσᾶς.
τώρα τρόμου ἀστροπελέκι
νにゅーτたうῆς ρίψεις πぱいιいおたθしーたυうぷしろんμみゅーᾶς.
 
Μεγαλόψυχο τたうὸ μάτι
δείχνει, πάντα ὅπως νにゅーιいおたκかっぱεいぷしろんῖ,
κかっぱιいおた ἃς εいぷしろんνにゅー ἅρματα γεμάτη
κかっぱαあるふぁὶ πολέμιαν χλαλοή.
 
Σしぐまοおみくろんὺ προβαίνουνε κかっぱαあるふぁὶ τρίζουν
γがんまιいおたνにゅーὰ ἰδでるたεいぷしろんῖς πぱいὼς εいぷしろんνにゅー' πολλά.
δでるたνにゅーκかっぱοおみくろんῦς πぱいοおみくろんὺ φοβερίζουν
ἄνδρες μύριοι κかっぱαあるふぁὶ παιδιά;
 
Λίγα μάτια, λίγα στόματα
θしーたσしぐまᾶς μείνουνε ἀνοιχτὰ
γがんまιいおたνにゅーὰ κλαύσετε τたうὰ σώματα
πぱいοおみくろんθしーたνにゅーὰ 'βρει ἡ συμφορά!
 
Κατεβαίνουνε κかっぱαあるふぁὶ ἀνάφτει
τたうοおみくろんῦ πολέμου ἀναλαμπή.
τたうὸ τουφέκι ἀνάβει, ἀστράφτει,
λάμπει, κόφτει τたうὸ σπαθί.
 
Γιατί ἡ μάχη ἐστάθη ὀλίγη;
Λίγα τたうαあるふぁἵματα γιατί;
Τたうνにゅー ἐχθρὸ θωρῶ νにゅーὰ φύγει
κかっぱαあるふぁσしぐまτたうὸ κάστρο νにゅー' ἀνεβεῖ.
 
Μέτρα! Εいぷしろんνにゅー' ἄπειροι οおみくろんἱ φευγάτοι,
πぱいοおみくろんῦ φεύγοντας δειλιοῦνにゅー.
τたうὰ λαβώματα σしぐまτたうνにゅー πλάτη
δέχοντ', ὥσしぐまτたうεいぷしろん νにゅー' ἀνεβοῦνにゅー.
 
κかっぱεいぷしろんῖ μέσα ἀκαρτερεῖτたうεいぷしろん
τたうνにゅー ἀφεύγατη φθορά.
νά, σしぐまᾶς φθάνει. ἀποκριθεῖτたうεいぷしろん
σしぐまτたうῆς νにゅーυうぷしろんκかっぱτたうὸς τたうὴ σκοτεινιά!
 
Ἀποκρίνονται κかっぱαあるふぁὶ ἡ μάχη
ἔτσι ἀρχίζει, ὀπぱいοおみくろんῦ μακριὰ
πぱいὸ ράχη ἐκかっぱεいぷしろんσしぐまὲ ράχη
ἀντιβούιζε φοβερά.
 
Ἀκούω κούφια τたうὰ τουφέκια,
ἀκούω σμίξιμο σしぐまπぱいαあるふぁθしーたιいおたνにゅー,
ἀκούω ξύλα, ἀκούω πελέκια,
ἀκούω τρίξιμο δでるたοおみくろんνにゅーτたうιいおたνにゅー.
 
Ἅ, τί νύκτα ἦτたうαあるふぁνにゅー ἐκείνη
πぱいοおみくろんτたうνにゅー τρέμει ὁ λογισμός!
Ἄλλος ὕπνος δでるたνにゅー ἐγίνη
πάρεξ θάνατου πικρός.
 
Τたうῆς σしぐまκかっぱηいーたνにゅーῆς ἡ ὥρろーαあるふぁ, ὁ τόπος,
οおみくろんἱ κραυγές, ἡ ταραχή,
ὁ σκληρόψυχος ὁ τρόπος
τたうοおみくろんῦ πολέμου, κかっぱαあるふぁοおみくろんἱ καπνοί,
 
κかっぱαあるふぁοおみくろんἱ βροντές, κかっぱαあるふぁτたうὸ σκοτάδι
πぱいοおみくろんῦ ἀντίσκοφτε ἡ φωτιά,
ἐπαράστεναν τたうνにゅーδでるたηいーた
πぱいοおみくろんῦ ἀκαρτέρειε τたうὰ σκυλιά.
 
Τたう' ἀκαρτέρειε. Ἐφふぁいαあるふぁῖνοντ' ἴσκιοι
ἀναρίθμητοι, γυμνοί,
κόρες, γέροντες, νεανίσκοι,
βρέφη ἀκόμη εいぷしろんἰς τたうὸ βυζί.
 
λらむだηいーた μαύρη μυρμηγκιάζει,
μαύρη ἡ ἐντάφια συντροφιά,
σしぐまνにゅー τたうρろーοおみくろんχかいοおみくろんπぱいοおみくろんῦ σκεπάζει
τたうὰ κρεβάτια τたうὰ στερνά.
 
Τόσοι, τόσοι ἀνταμωμένοι
ἐπετιοῦνにゅーτたうοおみくろんπぱいτたうγがんまῆ,
σしぐまοおみくろんιいおた εいぷしろんνにゅー' ἄδικα σφαγμένοι,
πぱいὸ τούρκικην ὀργή.
 
Τόσα πέφτουνε τたうὰ θερι-
σμένα ἀστάχια εいぷしろんἰς τたうοおみくろんὺς ἀγρούς.
σしぐまχかいεいぷしろんδでるたνにゅーλらむだαあるふぁ ἐκειὰ τたうὰ μέρη
ἐσκεπάζοντο ἀπぱい' αあるふぁὐτούς.
 
Θαμποφέγγει κανέν' ἄστρο,
κかっぱαあるふぁὶ ἀναδεύοντο μαζί,
ἀνεβαίνοντας τたうὸ κάστρο
μみゅーὲ νεκρώσιμη σιωπή.
 
τたうσしぐまιいおた χάμου εいぷしろんἰς τたうνにゅー πεδιάδα,
μみゅーὲς σしぐまτたうὸ δάσος τたうὸ πυκνό,
τたうαあるふぁνにゅー στέλνει μίαν ἀχνάδα
μισοφέγγαρο χλωμό,
 
ἐὰνにゅー οおみくろんἱ ἄνεμοι μみゅーὲς σしぐまτたう' ἄδεια
τたうὰ κλαδιὰ μουγκοφυσοῦνにゅー,
σしぐまεいぷしろんιいおたοおみくろんῦνται, σειοῦνται τたうὰ μαυράδια,
πぱいοおみくろんοおみくろんκかっぱλらむだνにゅーοおみくろんιいおた ἀντικτυποῦνにゅー.
 
Μみゅーτたうὰ μάτια τたうοおみくろんὺς γυρεύουν
πぱいοおみくろんυうぷしろん εいぷしろんνにゅー' αあるふぁἵματα πηχτά,
κかっぱαあるふぁμみゅーὲς σしぐまτたうαあるふぁἵματα χορεύουν
μみゅーὲ βρυχίσματα βραχνά.
 
κかっぱαあるふぁὶ χορεύοντας μανίζουν
εいぷしろんἰς τたうοおみくろんὺς Ἕλληνες κοντά,
κかっぱαあるふぁτたうὰ στήθια τたうοおみくろんὺς ἐγγίζουν
μみゅーτたうὰ χέρια τたうὰ ψυχρά.
 
Ἐκειὸ τたうὸ ἔγγισμα πηγαίνει
βべーたαあるふぁθしーたιいおたμみゅーὲς σしぐまτたうὰ σωθικά,
θしーたεいぷしろんνにゅーλらむだηいーた ἡ λύπη βγαίνει,
κかっぱιいおた ἄκρα αあるふぁἰσθάνονται ἀσπλαχνιά.
 
Τότε αあるふぁὐξαίνει τたうοおみくろんῦ πολέμου
ὁ χορὸς τρομακτικά,
σしぐまνにゅー τたうὸ σκόρπισμα τたうοおみくろんῦ ἀνέμου
σしぐまτたうοおみくろんῦ πελάου τたうὴ μοναξιά.
 
Κτυποῦνにゅー ὅλοι ἀπάνου κάτου.
κάθε κτύπημα πぱいοおみくろんὺ ἐβγεῖ
εいぷしろんνにゅーαあるふぁιいおた κτύπημα θανάτου
χかいωおめがρろーὶς νにゅーὰ δευτερωθεῖ.
 
Κάθε σしぐまμみゅーαあるふぁ ἱδρώνει, ρέει.
λらむだὲς κかっぱιいおた ἐκείθενε ἡ ψυχὴ
πぱい' τたうὸ μίσος πぱいοおみくろんτたうνにゅー καίει
πολεμάει νにゅーὰ πεταχθεῖ.
 
Τたうῆς καρδίας κτυπίες βべーたρろーοおみくろんνにゅーτたうνにゅーεいぷしろん
μみゅーὲς σしぐまτたうὰ στήθια τたうοおみくろんὺς ἀργά,
κかっぱαあるふぁτたうὰ χέρια ὀπぱいοおみくろんῦ χουμᾶνにゅーεいぷしろん
περισσότερο εいぷしろんνにゅー' γοργά.
 
Οおみくろんὐρανὸς γがんまιいおた' αあるふぁτたうοおみくろんὺς δでるたνにゅー εいぷしろんνにゅーαあるふぁιいおた,
οおみくろんδでるたὲ πέλαγο, οおみくろんδでるたγがんまῆ.
γがんまιいおた' αあるふぁτたうοおみくろんὺς ὅλους τたうπぱいνにゅー εいぷしろんνにゅーαあるふぁιいおた
μαζωμένο ἀντάμα ἐκかっぱεいぷしろんῖ.
 
Τόση ἡ μάνητα κかっぱιいおた ἡ ζάλη,
πぱいοおみくろんῦ στοχάζεσαι μみゅーπぱいὼς
πぱいὸ μία μみゅーεいぷしろんρろーιいおたκかっぱαあるふぁὶ ἀπぱい' ἄλらむだλらむだηいーた
δでるたνにゅー μείνει ἕνας ζωντανός.
 
Κοίτα χέρια ἀπελπισμένα
πぱいῶς θερίζουνε ζωές!
Χάμου πέφτουνε κομμένα
χέρια, πόδια, κεφαλές,
 
κかっぱαあるふぁὶ παλάσκες κかっぱαあるふぁὶ σπαθὶαあるふぁ
μみゅーὲ ὁλοσκόρπιστα μυαλά,
κかっぱαあるふぁμみゅーὲ ὁλόσχιστα κρανία,
σωθικὰ λαχταριστά.
 
Προσοχὴ καμία δでるたνにゅー κάνει
κανείς, ὄχかいιいおた, εいぷしろんἰς τたうὴ σφαγή.
πぱいνにゅーεいぷしろん πάντα ἐμπρός. Ὤ, φθάνει,
φθάνει. ἕως πότε οおみくろんἱ σκοτωμοί;
 
Πぱいοおみくろんὶος ἀφήνει ἐκかっぱεいぷしろんτたうνにゅー τόπο,
πάρεξ ὅτたうαあるふぁνにゅー ξαπλωθεῖ;
Δでるたνにゅー αあるふぁἰσθάνονται τたうνにゅー κόπο
κかっぱαあるふぁλらむだὲς κかっぱιいおた εいぷしろんνにゅーαあるふぁιいおた εいぷしろんἰς τたうνにゅー ἀρχή.
 
Ὀλιγόστευαν οおみくろんἱ σκύλοι,
κかっぱαあるふぁὶ «Ἀλλά», ἐφώναζαν, «Ἀλλά»,
κかっぱαあるふぁτたうνにゅー Χριστιανῶνにゅー τたうὰ χείλη
«φωτιά», ἐφώναζαν, «φωτιά».
 
69. Λιονταρόψυχα ἐκτυπιοῦνにゅーτたうοおみくろん,
πάντα ἐφώναζαν «φωτιά»,
κかっぱαあるふぁοおみくろんἱ μιαροὶ κατασκορπιοῦνにゅーτたうοおみくろん,
πάντα σκούζοντας «Ἀλλά».
 
Παντοῦ φόβος κかっぱαあるふぁὶ τρομάρα
κかっぱαあるふぁφふぁいωおめがνにゅーὲς κかっぱαあるふぁὶ στεναγμοί.
παντοῦ κλάψα, παντοῦ ἀντάρα,
κかっぱαあるふぁὶ παντοῦ ξεψυχισμοί.
 
τたうαあるふぁνにゅー τόσοι! Πλέον τたうὸ βόλι
εいぷしろんἰς τたう' αあるふぁτたうιいおたδでるたνにゅー τたうοおみくろんὺς λらむだαあるふぁλらむだεいぷしろんῖ.
λらむだοおみくろんιいおた χάμου ἐκかっぱεいぷしろんῖτοντ' ὅλらむだοおみくろんιいおた
εいぷしろんἰς τたうνにゅー τέταρτην αあるふぁὐγή.
 
Σしぐまνにゅー ποτάμι τたうαあるふぁμみゅーαあるふぁ ἐγίνη
κかっぱαあるふぁὶ κυλάει σしぐまτたうὴ λαγκαδιά,
κかっぱαあるふぁτたうὸ ἀθしーたοおみくろん χόρτο πίνει
αあるふぁμみゅーαあるふぁνにゅーτたうὶς γがんまιいおたτたうὴ δροσιά.
 
Τたうῆς αあるふぁγがんまῆς δροσάτο ἀέρι,
δでるたνにゅー φふぁいυうぷしろんσしぐまᾶς τώρα ἐσしぐまὺ πλιο
σしぐまτたうνにゅー ψευδόπιστων τたうὸ ἀστέρι.
φύσα, φύσα εいぷしろんἰς τたうὸ Σταυρό!
 
πぱい' τたうὰ κόκαλα βγαλμένη
τたうνにゅー Ἑλλήνων τたうὰ ἱερά,
κかっぱαあるふぁσしぐまνにゅー πぱいρろーτたうαあるふぁ ἀνδρειωμένη,
χかいαあるふぁρろーεいぷしろん, ὢ χかいαあるふぁρろーεいぷしろん, Ἐλευθεριά!
 
Τたうῆς Κορίνθου ἰδでるたοおみくろんκかっぱαあるふぁοおみくろんἱ κάμποι.
δでるたνにゅー λάμπ' ἥλιος μみゅーοおみくろんνにゅーαあるふぁχかい
εいぷしろんἰς τたうοおみくろんὺς πλάτανους, δでるたνにゅー λάμπει
εいぷしろんἰς τたう' ἀμπέλια, εいぷしろんἰς τたうὰ νερά.
 
Εいぷしろんἰὶς τたうνにゅー ἥσυχον αあるふぁἰθέρα
τώρα ἀθώα δでるたνにゅー ἀντηχεῖ
τたうὰ λαλήματα ἡ φλογέρα,
τたうὰ βελάσματα τたうὸ ἄρろーνにゅーιいおた.
 
Τρέχουν ἅρματα χιλιάδες
σしぐまνにゅー τたうὸ κύμα εいぷしろんἰς τたうὸ γιαλό,
λらむだλらむだ' οおみくろんἱ ἀνδρεῖοおみくろんιいおた παλληκαράδες
δでるたνにゅー ψぷさいηいーたφふぁいοおみくろんνにゅー τたうνにゅー ἀριθμό.
 
Ὢ τρακόσιοι, σηκωθεῖτたうεいぷしろん
κかっぱαあるふぁὶ ξανάλθετε σέ μας.
τたうὰ παιδιά σας θέλ' ἰδでるたεいぷしろんτたうεいぷしろん
πόσο μοιάζουνε μέ σας.
 
Ὅλοι ἐκかっぱεいぷしろんνにゅーοおみくろんιいおた τたうὰ φοβοῦνにゅーτたうαあるふぁιいおた
κかっぱαあるふぁμみゅーὲ πάτημα τたうυうぷしろんφふぁいλらむだ
εいぷしろんἰς τたうνにゅー Κόρινθο ἀποκλειοῦνにゅーτたうαあるふぁιいおた
κかっぱιいおたλらむだοおみくろんιいおた χάνουνται ἀπぱい' ἐδでるたῶ.
 
Στέλνει ὁ ἄγγελος τたうοおみくろんῦ ὀλέθρου
πείνα κかっぱαあるふぁὶ θανατικό,
πぱいοおみくろんμみゅーσしぐまχかいμみゅーαあるふぁνにゅーὸς σκελέθρου
περπατοῦνにゅー ἀντάμα οおみくろんἱ δυό.
 
κかっぱαあるふぁὶ πεσμένα εいぷしろんἰς τたうὰ χορτάρια
ἀπεθαίνανε πぱいαあるふぁνにゅーτたうοおみくろん
τたうὰ θλιμμένα ἀπομεινάρια
τたうῆς φふぁいυうぷしろんγがんまῆς κかっぱαあるふぁτたうοおみくろんῦ χαμοῦ.
 
Κかっぱιいおたσしぐまὺ ἀθάνατη, ἐσしぐまὺ θεία,
πぱいοおみくろんῦ ὅ,τたうιいおた θέλεις ἠμπορεῖς,
εいぷしろんἰς τたうνにゅー κάμπο, Ἐλευθερία,
ματωμένη περπατεῖς.
 
Σしぐまτたうὴ σκιὰ χεροπιασμένες,
σしぐまτたうὴ σκιὰ βλέπω κかっぱιいおたγがんま
κρινοδάκτυλες παρθένες
πぱいοおみくろんῦ κάνουνε χορό.
 
Σしぐまτたうὸ χορὸ γλυκογυρίζουν
ὡραία μάτια ἐρωτικά,
κかっぱαあるふぁεいぷしろんἰς τたうνにゅー αあるふぁρろーαあるふぁ κυματίζουν
μみゅーαあるふぁρろーαあるふぁ, ὁλόχρυσα μαλλιά.
 
Ἡ ψυχή μみゅーοおみくろんυうぷしろん ἀναγαλλιάζει
πぱいῶς ὁ κόρφος καθεμιᾶς
γλυχοβύζαστο ἑτοιμάζει
γάλα ἀνδρείας κかっぱιいおた ἐλευθεριᾶς.
 
Μみゅーὲς σしぐまτたうὰ χόρτα, τたうὰ λουλούδια,
τたうὸ ποτήρι δでるたνにゅー βべーたαあるふぁσしぐまτたうῶ.
φιλελεύθερα τραγούδια
σしぐまνにゅー τたうνにゅー Πίνδαρο ἐκφωνῶ.
 
πぱい' τたうὰ κόκαλα βγαλμένη
τたうνにゅー Ἑλλήνων τたうὰ ἱερά,
κかっぱαあるふぁσしぐまνにゅー πぱいρろーτたうαあるふぁ ἀνδρειωμένη,
χかいαあるふぁρろーεいぷしろん, ὢ χかいαあるふぁρろーεいぷしろん, Ἐλευθεριὰ!
 
Πぱいῆγες εいぷしろんἰς τたうὸ Μεσολόγγι
τたうνにゅー ἡμέρα τたうοおみくろんῦ Χριστοῦ,
μέρα πぱいοおみくろんὺ ἄνθισαν οおみくろんἱ λόγγοι
γがんまιいおたτたうὸ τέκνο τたうοおみくろんῦ Θεοῦ.
 
Σしぐまοおみくろんὺ 'λθε ἐμπρὸς λαμποκοπώντας
ἡ Θρησκεία μみゅー' ἕνにゅーαあるふぁ σταυρό,
κかっぱαあるふぁτたうὸ δάκτυλο κινώντας
πぱいοおみくろんῦ ἀνにゅーεいぷしろんτたうνにゅー οおみくろんὐρανό,
 
«σしぐま' αあるふぁὐτό», ἐφώναξε, «τたうo χかいμみゅーαあるふぁ
στάσου ὁλόρθη, Ἐλευθεριά!».
Κかっぱαあるふぁὶ φιλώντας σしぐまοおみくろんυうぷしろん τたうὸ στόμα
μπαίνει μみゅーὲς σしぐまτたうνにゅー ἐκκλησιά.
 
Εいぷしろんἰς τたうνにゅー τράπεζα σιμώνει,
κかっぱαあるふぁτたうὸ σύγνεφο τたうὸ ἀχかいνにゅー
γύρω γύρω τたうῆς πυκνώνει
πぱいοおみくろんῦ σκορπάει τたうὸ θυμιατό.
 
Ἀγρικάει τたうνにゅー ψαλμωδία
πぱいοおみくろんῦ ἐδίδαξεν αあるふぁὐτή.
βλέπει τたうὴ φωταγωγία
σしぐまτたうοおみくろんὺς Ἁγίους ἐμπρὸς χυτή.
 
Πぱいοおみくろんιいおたοおみくろんεいぷしろんνにゅー' αあるふぁτたうοおみくろんπぱいοおみくろんὺ πλησιάζουν
μみゅーὲ πολλὴ ποδοβολή,
κかっぱιいおた ἂρματ', ἅρματα ταράζουν;
Ἐπετάχτηχες ἐσύ!
 
Ἅ, τたうφふぁいῶς πぱいοおみくろんσしぐまὲ στολίζει,
σしぐまνにゅー ἡλίου φεγγοβολῆ,
κかっぱαあるふぁὶ μακρόθεν σπινθηρίζει,
δでるたνにゅー εいぷしろんνにゅーαあるふぁιいおた, ὄχかいιいおた, ἀπぱいτたうγがんまῆ.
 
Λάμψιν ἔχει ὅλらむだηいーた φλογώδη
χかいεいぷしろんῖλος, μέτωπο, ὀφθαλμός.
φふぁいῶς τたうὸ χέρι, φふぁいῶς τたうὸ πόδι,
κかっぱιいおたλらむだαあるふぁ γύρω σしぐまοおみくろんυうぷしろん εいぷしろんνにゅーαあるふぁιいおた φふぁいῶς.
 
Τたうὸ σπαθί σしぐまοおみくろんυうぷしろん ἀντισηκώνεις,
τρία πατήματα πぱいαあるふぁτたうᾶς,
σしぐまνにゅー τたうνにゅー πύργο μεγαλώνεις,
κかっぱιいおた εいぷしろんἰς τたうὸ τέταρτο κかっぱτたうυうぷしろんπぱいᾶς.
 
Μみゅーφふぁいωおめがνにゅーπぱいοおみくろんὺ καταπείθει
προχωρώντας ὁμιλεῖς:
«Σήμερ', ἄπιστοι, ἐγεννήθη,
νにゅーαあるふぁτたうοおみくろんῦ κόσμου ὁ Λυτρωτής».
 
Αあるふぁτたうὸς λέγει, ἀφοκρασθεῖτたうεいぷしろん:
«Ἐγがんまεいぷしろんμみゅー' Ἄλらむだφふぁいαあるふぁ, Ὠμέγα ἔγがんまωおめが.
πέστε, πぱいοおみくろんθしーた' ἀποκρυφθεῖτたうεいぷしろん
σしぐまεいぷしろんῖς ὅλらむだοおみくろんιいおた, ἂνにゅー ὀργισθῶ;
 
Φλόγα ἀκοίμητήν σας βρέχω,
πぱいοおみくろんῦ, μみゅー' αあるふぁτたうνにゅーνにゅー συγκριθεῖ
κείνη ἡ κάτω ὀπぱいοおみくろんῦ σας ἔχかいωおめが,
σしぐまνにゅー δροσιὰ θέλει βべーたρろーεいぷしろんθしーたεいぷしろんῖ.
 
Κατατρώγει, ὡσしぐまνにゅー τたうὴ σχίζα,
τόπους ἄμετρα ὑψηλούς,
χかいῶρες, ὅρろーηいーたπぱいτたうὴ ρίζα,
ζぜーたαあるふぁ κかっぱαあるふぁὶ δέντρα κかっぱαあるふぁὶ θνητούς.
 
Κかっぱαあるふぁτたうπぱいνにゅー τたうὸ κατακαίει,
κかっぱαあるふぁδでるたνにゅー σώζεται πνοή,
πάρεξ τたうοおみくろんῦ ἄνεμου πぱいοおみくろんὺ πνέει
μみゅーὲς σしぐまτたうὴ στάχτη τたうὴ λεπτή».
 
Κάποιος ἤθελε ἐρωτήσει:
Τたうοおみくろんῦ θυμοῦ Τたうοおみくろんεいぷしろんἶσαι ἀδελφή;
Πぱいοおみくろんὶος εいぷしろんνにゅー' ἄξιος νにゅーὰ νικήσει
μみゅーσしぐまνにゅーὰ μετρηθεῖ;
 
γがんまαあるふぁἰσθάνεται τたうνにゅー τόση
τたうοおみくろんῦ χεριοῦ σου ἀνδραγαθιά,
πぱいοおみくろんῦ ὅλらむだηいーたνにゅー θέλει θανατώσει
τたうὴ μισόχριστη σπορά.
 
Τたうνにゅー αあるふぁἰσθάνονται κかっぱαあるふぁὶ ἀφρίζουν
τたうὰ νερά, κかっぱαあるふぁτたう' ἀγρικῶ
δでるたυうぷしろんνにゅーαあるふぁτたうνにゅーὰ μουρμουρίζουν
σしぐまνにゅー νにゅーὰ ρυάζετο θηριό.
 
Κακορίζικοι, πぱいοおみくろんὺ πάτε
τたうοおみくろんῦ Ἀχελώου μみゅーὲς σしぐまτたうρろーοおみくろん
κかっぱαあるふぁὶ πιδέξια πぱいοおみくろんλらむだεいぷしろんμみゅーτたうεいぷしろん
πぱいτたうνにゅー καταδρομὴ
 
νにゅーὰ ἀποφύγετε; Τたうὸ κύμα
ἔγινε ὅλらむだοおみくろん φουσκωτό.
κかっぱεいぷしろんεいぷしろんὐρήκατε τたうμみゅーνにゅーμみゅーαあるふぁ
πぱいρろーνにゅー νにゅーεいぷしろんρろーεいぷしろんτたうεいぷしろん ἀφανισμό.
 
Βλασφημάει, σκούζει, μουγκρίζει
κάθε λάρυγγας ἐχθροῦ,
κかっぱαあるふぁτたうρろーεいぷしろんμみゅーαあるふぁ γαργαρίζει
τたうὲς βλασφήμιες τたうοおみくろんῦ θυμοῦ.
 
Σφαλερὰ τετραποδίζουν
πぱいλらむだῆθος ἄλογα, κかっぱαあるふぁὶ ὀρろーθしーた
τρομασμένα χλιμιτρίζουν
κかっぱαあるふぁὶ πατοῦνにゅー εいぷしろんἰς τたうὰ κορμιά.
 
Πぱいοおみくろんὶος σしぐまτたうὸ σύντροφον ἁπλώνει
χέρι, ὡσしぐまνにゅー νにゅーὰ βοηθηθεῖ.
πぱいοおみくろんὶος τたうὴ σάρκα τたうοおみくろんῦ δαγκώνει
σしぐまοおみくろんπぱいοおみくろんνにゅーὰ νεκρωθεῖ.
 
Κεφαλὲς ἀπελπισμένες,
μみゅーτたうὰ μάτια πεταχτά,
κかっぱαあるふぁτたうτたう' ἄστρα σηκωμένες
γがんまιいおたτたうνにゅー ὕστερη φふぁいοおみくろんρろーᾶ.
 
Σβιέται -αあるふぁὐξαίνοντας ἡ πρώτη
τたうοおみくろんῦ Ἀχελώου νεροσυρμή-
τたうὸ χλιμίτρισμα κかっぱαあるふぁοおみくろんἱ κρότοι
κかっぱαあるふぁτたうοおみくろんῦ ἀνθρώπου οおみくろんἱ γογγυσμοί,
 
τたうσしぐまιいおた νにゅー' ἄκουα νにゅーὰ βουΐξει
τたうὸ βαθὺνにゅー Ὠκεανό,
κかっぱαあるふぁσしぐまτたうὸ κύμα τたうοおみくろんυうぷしろん νにゅーὰ πνίξει
κάθε σπέρμα ἀγαρηνό!
 
Κかっぱαあるふぁὶ ἐκかっぱεいぷしろんπぱいοおみくろんὺ 'νにゅーαあるふぁιいおた ἡ Ἁγία Σοφία,
μみゅーὲς σしぐまτたうοおみくろんὺς λόφους τたうοおみくろんὺς ἑπτά,
λらむだαあるふぁ τたう' ἄψυχα κορμία,
βραχοσύντριφτα, γυμνά,
 
σωριασμένα νにゅーτたうὰ σπρώξει
ἡ κατάρα τたうοおみくろんῦ Θεοῦ,
κかっぱιいおたπぱい' ἐκかっぱεいぷしろんνにゅーτたうὰ μαζώξει
ὁ ἀδελφός τたうοおみくろんυうぷしろん Φεγγαριοῦ.
 
Κάθε πέτρα μみゅーνにゅーμみゅーαあるふぁ ἂς γένει,
κかっぱιいおた ἡ Θρησκεία κかっぱιいおた ἡ Ἐλευθεριὰ
μみゅー' ἀρろーγがんまὸ πάτημα ἂς πηγαίνει
μεταξύ τους κかっぱαあるふぁὶ ἂς μみゅーεいぷしろんτたうρろーᾶ.
 
νにゅーαあるふぁ λείψανο ἀνεβαίνει
τεντωτό, πιστομητό,
κかっぱιいおたλらむだλらむだοおみくろん ξάφνου κατεβαίνει
κかっぱαあるふぁδでるたνにゅー φαίνεται, κかっぱαあるふぁὶ πλιο
 
κかっぱαあるふぁὶ χειρότερα ἀγριεύει
κかっぱαあるふぁὶ φουσκώνει ὁ ποταμός.
πάντα, πάντα περισσεύει.
πぱいοおみくろんλらむだὺ φλοίσβισμα κかっぱαあるふぁὶ ἀφふぁいρろーὸς
 
Ἅ, γιατί δでるたνにゅーχかいωおめが τώρα
τたうφふぁいωおめがνにゅーτたうοおみくろんῦ Μωυσῆ;
Μεγαλόφωνα τたうνにゅーρろーαあるふぁ
πぱいοおみくろんῦ ἐσβιοῦνにゅーτたうοおみくろん οおみくろんἱ μισητοί,
 
τたうΘしーたεいぷしろんνにゅー εいぷしろんὐχαριστοῦσしぐまεいぷしろん
σしぐまτたうοおみくろんῦ πελάου τたうὴ λύσσα ἐμπρός,
κかっぱαあるふぁτたうὰ λόγια ἠχολογοῦσしぐまεいぷしろん
ἀναρίθμητος λαός.
 
Ἀκλουθάει τたうνにゅー ἁρμονία
ἡ ἀδελφή τたうοおみくろんυうぷしろんαあるふぁρろーνにゅー,
ἡ προφήτισσα Μαρία,
μみゅー' ἕνにゅーαあるふぁ τύμπανο τたうεいぷしろんρろーπぱいνにゅーνにゅー.
 
κかっぱαあるふぁὶ πηδοῦνにゅー ὅλες οおみくろんἱ κόρες
μみゅーτたうσしぐま' ἀγκάλες ἀνοικτές,
τραγουδώντας, ἀνθοφόρες,
μみゅーτたうὰ τύμπανα κかっぱιいおた ἐκειές.

Σしぐまὲ γνωρίζω ἀπぱいτたうνにゅー κόψη
τたうοおみくろんῦ σπαθιοῦ τたうνにゅー τρομερή,
σしぐまὲ γνωρίζω ἀπぱいτたうνにゅーψぷさいηいーた
πぱいοおみくろんμみゅーὲ βία μετράει τたうγがんまῆ.
 
Εいぷしろんἰς αあるふぁὐτήν, εいぷしろんνにゅー' ξακουσμένο,
δでるたνにゅー νικιέσαι ἐσしぐまὺ ποτέ.
ὅμως, ὄχかいιいおた, δでるたνにゅー εいぷしろんνにゅー' ξένο
κかっぱαあるふぁτたうὸ πέλαγο γがんまιいおたὰ σέ.
 
Τたうὸ στοιχεῖοおみくろんνにゅー αあるふぁτたうὸ ξαπλώνει
κύματ' ἄπειρα εいぷしろんἰς τたうγがんまῆ,
μみゅーτたうὰ ὁποία τたうνにゅー περιζώνει,
κかっぱιいおた εいぷしろんνにゅーαあるふぁιいおた εいぷしろんἰκόνα σしぐまοおみくろんυうぷしろん λαμπρή.
 
Μみゅーὲ βρυχίσματα σαλεύει
πぱいοおみくろんῦ τρομάζει ἡ ἀκοή.
κάθε ξύλο κινδυνεύει
κかっぱαあるふぁὶ λιμνιώνα ἀναζητεῖ.
 
Φαίνετ' ἔπειτα ἡ γαλήνη
κかっぱαあるふぁτたうὸ λάμψιμο τたうοおみくろんῦ ἥλιου,
κかっぱαあるふぁτたうὰ χρώματα ἀναδίνει
τたうοおみくろんῦ γλαυκότατου οおみくろんὐρανοῦ.
 
Δでるたνにゅー νικιέσαι, εいぷしろんνにゅー' ξακουσμένο,
σしぐまτたうνにゅー ξくしーηいーたρろーνにゅーσしぐまὺ ποτέ.
ὅμως, ὄχかいιいおた, δでるたνにゅー εいぷしろんνにゅー' ξένο
κかっぱαあるふぁτたうὸ πέλαγο γがんまιいおたὰ σέ.
 
Περνοῦνにゅー ἄπειρα τたうὰ ξάρτια,
κかっぱαあるふぁσしぐまνにゅー λόγγος στριμωχτὰ
τたうὰ τρεχούμενα κατάρτια,
τたうὰ ὁλοφούσκωτα πανιά.
 
Σしぐまτたうὲς δύναμές σしぐまοおみくろんυうぷしろん σπρώχνεις,
κかっぱαあるふぁὶ ἀγκαλὰ δでるたνにゅー εいぷしろんνにゅー' πολλές,
πολεμώντας, ἄλらむだλらむだαあるふぁ διώχνεις,
λらむだλらむだαあるふぁ παίρνεις, ἄλらむだλらむだαあるふぁ κかっぱαあるふぁῖς.
 
Μみゅー' ἐπιθύμια νにゅーὰ τηράζεις
δでるたυうぷしろんὸ μεγάλα σしぐまὲ θωρῶ,
κかっぱαあるふぁὶ θανάσιμον τινάζεις
ἐναντίον τたうοおみくろんὺς κεραυνό.
 
Πιάνει, αあるふぁὐξαίνει, κοκκινίζει,
κかっぱαあるふぁὶ σηκώνει μία βροντή,
κかっぱαあるふぁτたうὸ πέλαο χρωματίζει
μみゅーαあるふぁἱματόχροη βαφή.
 
Πνίγοντ' ὅλらむだοおみくろんιいおた οおみくろんἱ πολεμάρχοι
Κかっぱαあるふぁδでるたνにゅー μνέσκει ἕνにゅーαあるふぁ κορμί.
χαίρου, σしぐまκかっぱιいおたτたうοおみくろんῦ Πατριάρχη,
πぱいοおみくろんσしぐまὲ πέταξαν ἐκかっぱεいぷしろんῖ.
 
Ἐκρυφόσμιγαν οおみくろんἱ φίλοι
μみゅーτたうσしぐま' ἐχθρούς τους τたうὴ Λαμπρή,
κかっぱαあるふぁτたうοおみくろんὺς ἔτρεμαν τたうὰ χείλη
δίνοντας τたうεいぷしろんἰς τたうὸ φιλί.
 
Κかっぱεいぷしろんιいおたὲς τたうὲς δάφνες πぱいοおみくろんὺ ἐσκορπίστε
τώρα πλέον δでるたνにゅー τたうὲς πぱいαあるふぁτたうεいぷしろんῖ,
κかっぱαあるふぁτたうὸ χέρι ὀπぱいοおみくろんῦ ἐφιλῆσしぐまτたうεいぷしろん
πλέον, ἅ, πλέον δでるたνにゅー εいぷしろんὐλογεῖ.
 
λらむだοおみくろんιいおた κλάψτε. ἀποθαμένος
ὁ ἀρχηγὸς τたうῆς Ἐκκλησιᾶς.
κλάψτε, κλάψτε. κρεμασμένος
σしぐまνにゅー νにゅーὰ 'τανε φονιάς!
 
Ἔχει ὀλάνοικτο τたうὸ στόμα
πぱい' ὦρες πぱいρろーτたうαあるふぁ εいぷしろんχかいεいぷしろん γευθεῖ
τたう' Ἅγιον Αあるふぁμみゅーαあるふぁ, τたう' Ἅγιον Σしぐまμみゅーαあるふぁ.
Λらむだὲς πぱいὼς θしーたνにゅーὰ ξαναβγεῖ
 
ἡ κατάρα πぱいοおみくろんεいぷしろんχかいεいぷしろん ἀφήσει,
λίγο πぱいρろーνにゅー νにゅーὰ ἀδικηθεῖ,
εいぷしろんἰς ὁπぱいοおみくろんοおみくろんνにゅー δでるたνにゅー πολεμήσει
κかっぱαあるふぁὶ ἠμπορεῖ νにゅーὰ πολεμεῖ.
 
Τたうνにゅー ἀκούω, βροντάει, δでるたνにゅー παύει
εいぷしろんἰς τたうὸ πέλαγο, εいぷしろんἰς τたうγがんまῆ,
κかっぱαあるふぁὶ μουγκρίζοντας ἀνάβει
τたうνにゅー αあるふぁἰώνιαν ἀστραπή.
 
Ἡ καρδιὰ συχνοσπαράζει.
Πぱいλらむだνにゅー τί βλέπω; Σοβαρὰ
νにゅーὰ σωπάσω μみゅーὲ προστάζει
μみゅーτたうὸ δάχτυλο ἡ θεά.
 
Κοιτάει γύρω εいぷしろんἰς τたうνにゅー Εいぷしろんὐρώπη
τたうρろーεいぷしろんῖς φふぁいοおみくろんρろーὲς μみゅー' ἀνησυχιά.
προσηλώνεται κατόπι
σしぐまτたうνにゅー Ἑλλάδα, κかっぱαあるふぁὶ ἀρχινᾶ:
 
«Παλληκάρια μみゅーοおみくろんυうぷしろん, οおみくろんἱ πολέμοι
γがんまιいおたσしぐまᾶς ὅλらむだοおみくろんιいおた εいぷしろんνにゅーαあるふぁιいおた χαρά,
κかっぱαあるふぁτたうὸ γόνα σας δでるたνにゅー τρέμει
σしぐまτたうοおみくろんὺς κινδύνους ἐμπροστά.
 
πぱい' ἐσしぐまᾶς ἀπομακραίνει
κάθε δύναμη ἐχθρική,
λらむだλらむだὰ ἀνίκητη μία μένει
πぱいοおみくろんτたうὲς δάφνες σας μみゅーαあるふぁδでるたεいぷしろんῖ.
 
Μία, πぱいοおみくろんὺ ὅτたうαあるふぁνにゅーσしぐまνにゅー λύκοι
ξαναρχόστενε ζεστοί,
κουρασμένοι ἀπぱいτたうὴ νίκη,
χかい, τたうνにゅーοおみくろんῦ σας τυραννεῖ.
 
Ἡ Διχόνοια πぱいοおみくろんὺ βαστάει
νにゅーαあるふぁ σしぐまκかっぱῆπτρο ἡ δολερὴ
κかっぱαあるふぁθしーたεいぷしろんνにゅーὸς χαμογελάει,
"πάρ' τό", λέγοντας, "κかっぱαあるふぁὶ σύ".
 
Κかっぱεいぷしろんιいおたοおみくろん τたうσしぐまκかっぱῆπτρο πού σας δείχνει
ἔχει ἀλήθεια ὡρろーαあるふぁαあるふぁ θωριά.
μみゅーνにゅー τたうὸ πιάστε, γιατί ρίχνει
εいぷしろんσしぐまὲ δάκρυα θλιβερά.
 
πぱいὸ στόμα ὀπぱいοおみくろんῦ φθονάει,
παλληκάρια, ἂς μみゅーνにゅー πぱいωおめがθしーたεいぷしろんῖ,
πぱいῶς τたうὸ χέρι σας κτυπάει
τたうοおみくろんῦ ἀδελφοῦ τたうνにゅー κεφαλή.
 
Μみゅーνにゅー εいぷしろんπぱいοおみくろんνにゅー σしぐまτたうὸ στοχασμό τους
τたうὰ ξένα ἔθしーたνにゅーηいーた ἀληθινά:
"Ἐὰνにゅー μみゅーιいおたσしぐまοおみくろんῦνται ἀνάμεσό τους
δでるたνにゅー τたうοおみくろんὺς πρέπει ἐλευθεριά".
 
Τέτοια ἀφήστενε φροντίδα.
λらむだοおみくろん τたうαあるふぁμみゅーαあるふぁπぱいοおみくろんῦ χυθεῖ
γがんまιいおたὰ θρησκεία κかっぱαあるふぁγがんまιいおたὰ πατρίδα
ὅμοιαν ἔχかいεいぷしろんιいおた τたうνにゅー τιμή.
 
Σしぐまτたうαあるふぁμみゅーαあるふぁ αあるふぁὐτό, πぱいοおみくろんδでるたνにゅー πぱいοおみくろんνにゅーεいぷしろんτたうεいぷしろん
γがんまιいおたὰ πατρίδα, γがんまιいおたὰ θρησκειά,
σしぐまᾶς ὁρκίζω, ἀγκαλιασθεῖτたうεいぷしろん
σしぐまνにゅー ἀδέλφια γκαρδιακά.
 
Πόσο λείπει, στοχασθεῖτたうεいぷしろん,
πόσο ἀκόμη νにゅーὰ παρθεῖ.
πάντα ἡ νίκη, ἂνにゅー ἑνωθεῖτたうεいぷしろん,
πάντα ἐσしぐまᾶς θしーた' ἀκολουθεῖ.
 
Ὢ ἀκουσμένοι εいぷしろんἰς τたうνにゅー ἀνδρεία,
καταστῆστε ἕνにゅーαあるふぁ Σταυρὸ
κかっぱαあるふぁὶ φωνάξετε μみゅーὲ μία:
"Βασιλεῖς, κοιτάξτ' ἐδでるたῶ!
 
Τたうὸ σημεῖοおみくろんνにゅー πぱいοおみくろんὺ προσκυνᾶτたうεいぷしろん
εいぷしろんνにゅーαあるふぁιいおた τたうοおみくろんτたうοおみくろん, κかっぱαあるふぁγがんまιいおた' αあるふぁτたう
ματωμένους μας κかっぱοおみくろんιいおたτたうτたうεいぷしろん
σしぐまτたうνにゅー ἀγώνα τたうὸ σκληρό.
 
Ἀκατάπαυστα τたうὸ βρίζουν
τたうὰ σκυλιὰ κかっぱαあるふぁτたうὸ πατοῦνにゅー
κかっぱαあるふぁτたうὰ τέκνα τたうοおみくろんῦ ἀφανίζουν,
κかっぱαあるふぁτたうνにゅー πίστη ἀναγελοῦνにゅー.
 
ξくしー αあるふぁἰτίας τたうοおみくろんῦ ἐσπάρθη, ἐχάθη
αあるふぁμみゅーαあるふぁθしーたοおみくろん χριστιανικό,
πぱいοおみくろんῦ φωνάζει ἀπぱいτたうὰ βάθη
τたうῆς νυκτός: Νにゅーὰ ἐκδικηθῶ.
 
Δでるたνにゅーκかっぱοおみくろんτたうεいぷしろん, ἐσしぐまεいぷしろんῖς εいぷしろんἰκόνες
τたうοおみくろんῦ Θεοῦ, τέτοια φωνή;
Τώρα ἐπέρασαν αあるふぁἰῶνες
κかっぱαあるふぁδでるたνにゅー ἔπαυσε στιγμή.
 
Δでるたνにゅーκかっぱοおみくろんτたうεいぷしろん; Εいぷしろんἰς κάθε μέρος
σしぐまνにゅー τたうοおみくろんῦ Ἀβべーたλらむだ καταβοᾶ.
δでるたνにゅー εいぷしろんνにゅー' φύσημα τたうοおみくろんῦ ἀέρος
πぱいοおみくろんῦ σφυρίζει εいぷしろんἰς τたうὰ μαλλιά.
 
Τί θしーたὰ κάμετε; Θしーた' ἀφふぁいσしぐまτたうεいぷしろん
νにゅーὰ ἀποκτήσομεν ἐμみゅーεいぷしろんῖς
λευθεριᾶνにゅー, ἢ θしーたτたうνにゅー λύστε
ξくしー αあるふぁἰτίας πολιτικῆς;
 
Τたうοおみくろんτたうοおみくろんνにゅー ἴσως μみゅーεいぷしろんλらむだεいぷしろんτたうτたうεいぷしろん,
δでるたοおみくろんὺ ἐμπρός σας τたうνにゅー Σταυρό.
Βασιλεῖς, ἐλらむだτたうεいぷしろん, ἐλάτε,
κかっぱαあるふぁὶ κτυπήσετε κかっぱιいおたδでるたῶ!".

Примечания[править | править код]

Ссылки[править | править код]