Πολεοδομική ρυμοτομία του αρχαίου Σελινούντα (αρχαιολογική αναπαράσταση)
ΟΣελινούντας (αρχ. ελλ.Σελινοῦς, λατ.SelinusΣελινοῦς, ιταλ.SelinunteΣελινούντε) ήταν αρχαία ελληνική αποικία στηΣικελία. Βρισκόταν στο νοτιοδυτικό τμήμα του νησιού και αποτελούσε τη δυτικότερη αποικία στη θέση Καστελβετράνοπου βρίσκεται στηνΙταλική επαρχίατουΤράπανι.
Ο Σελινούντας ήταν αποικία της επίσης σικελικής πόλης Μέγαρα Υβλαία[1]. Η πόλη ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια του 7ου αιώνα π.Χ. Η ημερομηνία ίδρυσής της δεν μπορεί να προσδιοριστεί σήμερα με ακρίβεια. Με βάση αναφορά τουΘουκυδίδη φαίνεται πως η πόλη ιδρύθηκε το 622 π.Χ. ΟΔιόδωρος ο Σικελιώτης τοποθετεί την ίδρυση της πόλης το 650 π.Χ. ενώ ο ιστορικός Ιερώνυμος ακόμα νωρίτερα το 654 π.Χ.[2]Η πόλη, ανκαι συνόρευε με τις καρχηδονιακές αποικίες, διατηρούσε καλή σχέση μετην Καρχηδόνα.
Από τις πληροφορίες που έχουμε γιατην επικράτεια της πόλης, φαίνεται πως, κατά τη διάρκεια του 6ουκαι 5ου αιώνα π.Χ., γνώριζε ακμή και ευημερία. Ο Θουκυδίδης αναφέρει πως, πριν την αποστολή των Αθηναίων στη Σικελία, ο Σελινούντας ήταν ευημερούσα και ισχυρή πόλη που διέθετε συσσωρευμένο πλούτο στους ναούς της. Ο Διόδωρος αναφέρει πως λίγο πριντην τελική επιδρομή τωνΚαρχηδονίωνη πόλη διένυε μακρά περίοδο ηρεμίας καιο πληθυσμός της είχε αυξηθεί σημαντικά[3].
Η κύρια αντίπαλος των Σελινουντίων ήταν η σικελική πόλη Έγεστα, η οποία βρισκόταν βορειότερά τους. Οι δύο πόλεις είχαν συγκρουστεί αρκετές φορές στο παρελθόν. Νέα διαμάχη τους, το 416 π.Χ., αποτέλεσε μία από τις βασικές αιτίες της μεγάλης αθηναϊκής εκστρατείας στη Σικελία καθώς ο Σελινούντας ζήτησε τη βοήθεια τωνΣυρακουσώνμε αποτέλεσμα η Έγεστα να απευθυνθεί στους Αθηναίους για βοήθεια. Μετά την πανωλεθρία της αθηναϊκής αποστολής στη Σικελία, η Έγεστα έμεινε απροστάτευτη και αναγκάστηκε να παραχωρήσει στους Σελινουντίους τα εδάφη που ζητούσαν, ώστε να αποφύγει την επέμβαση των Συρακουσών, συμμάχου του Σελινούντα.
Ωστόσο οι Σελινούντιοι, εκμεταλλευόμενοι τη δύσκολη θέση της Έγεστας, αφαίρεσαν κι άλλα εδάφη από αυτήν. Απότέλεσμα ήταν να αναγκαστεί η τελευταία να προσφύγει στους Καρχηδόνιους για βοήθεια (410 π.Χ.). Στη σχετική συζήτηση στη βουλή των Καρχηδονίων, πρωτοστάτησε οΑννίβας, εγγονός του Αμίλκα ο οποίος είχε ηττηθεί από τους συνασπισμένους Έλληνες στημάχη της Ιμέραςτο 480 π.Χ.. Ο Αννίβας αναφέρεται πως μισούσε τους Έλληνες και ήθελε να εκδικηθεί την ντροπή των προγόνων του. Έτσι έπεισε τους συμπατριώτες τουνα βοηθήσουν τους Εγεσταίους καινατον διορίσουν αρχηγό της εκστρατείας, σε περίπτωση που ξεσπούσε πόλεμος. Εξ άλλου, η Καρχηδόνα ήθελε να εκμεταλλευθεί την εξασθένιση των ελληνικών πόλεων της Σικελίας, λόγω των εσωτερικών τους διενέξεων καιτου πολέμου μετην Αθήνα.[4]
Μετ ά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων με τους Σελινουντίους, οι Καρχηδόνιοι έστειλαν 5.800 συμμάχους τους, ΛίβυεςκαιΚαμπανούς, σε βοήθεια των Εγεσταίων οι οποίοι όμως στην αρχή νικήθηκαν. Στη συνέχεια όμως, μεμια αιφνιδιαστική επίθεση κατάφεραν να νικήσουν τους Σελινουντίους σε μάχη όπου οι δεύτεροι έχασαν 1.000 άνδρες. Αποτέλεσμα αυτής της μάχης ήταν να προσφύγουν για βοήθεια, ομεν Σελινούντας στις Συρακούσες καιηδε Έγεστα στους Καρχηδονίους. Έτσι ξέσπασε ο Α΄ Καρχηδονιακός πόλεμος μεταξύ Καρχηδόνας και Συρακουσών.[5]
Οι κυριότερες αρχαίες ελληνικές αποικίες στη Σικελία
Το 410 π.Χ. οι Καρχηδόνιοι προετοίμασαν εντατικά την εκστρατεία, συγκεντρώνοντας ισχυρότατη δύναμη από μισθοφόρους Ίβηρες και Λίβυες αλλά και πολλούς Καρχηδονίους, τους οποίους έθεσαν υπό τον Αννίβα. Το επόμενο έτος επιβίβασαν αυτή τη δύναμη σε στόλο από 60 τριήρεις και 1.500 μεταγωγικά και αποβιβάστηκαν στη Σικελία. στη ναυτική τους βάση Λιλύβαιο. Αυτό συνέβη την άνοιξη του409 π.Χ.Στο Λιλύβαιο ενώθηκαν μαζί τους οι Εγεσταίοι και άλλοι σύμμαχοι, ανεβάζοντας τις δυνάμεις του Αννίβα σε 100.000 πεζούς και 4.000 ιππείς. Από εκεί κατευθύνθηκαν στον Σελινούντα τον οποίο πολιόρκησαν χρησιμοποιώντας διάφορες πολιορκητικές μηχανές. Εντω μεταξύ οι Σελινούντιοι είχαν ζητήσει τη βοήθεια τωνΣυρακουσών.[6] Αιχμή της επίθεσης εναντίον των τειχών της πόλης ήταν έξη πανύψηλοι πολιορκητικοί πύργοι εφοδιασμένοι με αντίστοιχο αριθμό κριών. Την επίθεση υποστήριζαν τοξότες και σφενδονήτες που χτυπούσαν τους υπερασπιστές στις επάλξεις. Αρχικά οι έφοδοι αυτές έφεραν σε απόγνωση τους Σελινουντίους, καθώς αυτοί δεν είχαν πείρα από πολιορκίες. Στη συνέχεια αναθάρρησαν, μετη σκέψη ότι σύντομα θα έφτανε η βοήθεια από τις Συρακούσες.[6] Ωστόσο, παρά τη γενναία αντίσταση όλου του πληθυσμού της πόλης (ακόμη καιοι γέροι, οι γυναίκες καιτα παιδιά συμμετείχαν στον εφοδιασμό των υπερασπιστών με τρόφιμα και βέλη), η παραμέληση των τειχών, ο συνεχής βομβαρδισμός από τους πύργους καιη χρήση των κριών έδωσαν τη δυνατότητα στους Καμπανούς μισθοφόρους των Καρχηδονίων ναμπουνστην πόλη. Παρόλα αυτά, οι υπερασπιστές κατάφεραν, με συντονισμένη προσπάθεια, να τους εκδιώξουν. Μέσα στην απόγνωσή τους, τη νύχτα, οι Σελινούντιοι έστειλαν ιππείς στον Ακράγαντα, τη Γέλα και τις Συρακούσες, ξαναζητώντας με αγωνία βοήθεια.[7]
Η ακρόπολη της πόλης
Ωστόσο, οι Συρακόσιοι, νομίζοντας πως ο Σελινούντας μπορούσε να υποκύψει μόνο με μακρόχρονη πολιορκία, καθυστέρησαν να καταφθάσουν, προσπαθώντας να συγκεντρώσουν ισχυρές δυνάμεις. Τις επόμενες 9 ημέρες, οι Καρχηδόνιοι καιοι σύμμαχοί τους ενέτειναν τις επιθέσεις τους στο ρήγμα που είχε δημιουργηθεί καιτο οποίο διεύρυναν οι πολιορκητικές μηχανές. Στο τέλος, οι Ίβηρες μισθοφόροι πέτυχαν ναμπουνστην πόλη όπου οι πολιορκημένοι προσπάθησαν αν τους αποκρούσουν στήνοντας οδοφράγματα ενώ οι γυναίκες καιτα παιδιά έριχναν πέτρες και κεραμίδια από τις στέγες. Μετη δύση του ήλιου σταμάτησε κάθε αντίσταση και ακολούθησε ανελέητη σφαγή των περισσότερων κατοίκων (16.000 νεκροί). Από τους επιζώντες, 5.000 ήταν οι αιχμάλωτοι, οι οποίοι πουλήθηκαν ως δούλοι ενώ 2.600 κατάφεραν να διαφύγουν στον Ακράγαντα. Λίγο αργότερα έφτασε στον Ακράγαντα η βοήθεια από τις Συρακούσες, μόλις 3.000 άνδρες, οι οποίοι το μόνο που μπόρεσαν να κάνουν ήταν να ζητήσουν από τον Αννίβα να απελευθερώσει τους αιχμαλώτους. Ο Αννίβας όμως δεν δέχτηκε το αίτημά τους και, αφού κατεδάφισε τα τείχη, επέτρεψε μόνο στους φιλοκαρχηδόνιους κατοίκους να επιστρέψουν, μετον όρο να πληρώνουν φόρο στην Καρχηδόνα.[7] Ωστόσο η πόλη ποτέ δεν ανέκαμψε από αυτή την καταστροφή.
Ο Σελινούντας έμεινε υποτελής στους Καρχηδονίους μέχρι το 383 π.Χ. όταν, με συνθήκη ειρήνης μεταξύ των Καρχηδονίων καιτου τυράννου τωνΣυρακουσώνΔιονυσίου, πέρασε στον έλεγχο των Συρακουσών[8]. Κατά τη διάρκεια τουπρώτου Καρχηδονιακού πολέμουμε τους Ρωμαίους, ο Σελινούντας βρέθηκε στην καρδιά των πολεμικών συγκρούσεων στην περιοχή. Λίγο πριντο τέλος του πολέμου οι Καρχηδόνιοι κατέστρεψαν ολοσχερώς την πόλη, ώστε να περιορίσουν τα σημεία που έπρεπε να υπερασπιστούν, και μετέφεραν τους κατοίκους της στο Λιλύβαιο.