Το Περού είναι χαρακτηριστική χώρα της περιοχής τωνΆνδεων. Έχει έκταση 1.285.216 τ.χλμ., είναι δηλαδή 10 φορές μεγαλύτερη χώρα από τηνΕλλάδακαι έχει πληθυσμό 34.038.457 κατοίκους[2], σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση γιατο 2024.
Οι περουβιανές πόλεις είναι πολυπολιτισμικές, με ιστορία που είναι αποτέλεσμα της σύγκρουσης του πολιτισμού των Άνδεων με αυτόν των Ισπανών αποίκων. Παγκοσμίως η χώρα είναι γνωστή ως το κέντρο του πολιτισμού τωνΊνκας.
Η ονομασία Περού προέρχεται από το όνομα τουBirú, ενός τοπικού άρχοντα στον Κόλπο τουΣαν Μιγκέλ στονΠαναμά στις αρχές του 16ου αιώνα. Όταν οι κτήσεις του προσπελάστηκαν από Ισπανούς εξερευνητές το1522, ήταν το νοτιότερο κομμάτι τουΝέου Κόσμου. Έτσι, οΦρανσίσκο Πισάρρο ονόμασε τις νοτιότερες περιοχές Περού. Τοισπανικό Στέμμα κατέστησε νόμιμη την ονομασία το1529μετην Πράξη κατάκτησης τουΤολέδο, η οποία επίσημα ονόμασε την κατακτημένη Αυτοκρατορία των Ίνκας ως επαρχία του Περού. Η χώρα, κάτω από την ισπανική κυριαρχία, αποτελούσε επίσημα την Αντιβασιλεία του Περού, ενώ μετά τον πόλεμο ανεξαρτησίας των Περουβιανών, επικράτησε η ονομασία Κράτος του Περού.
Οι πρώτες μαρτυρίες ανθρώπινης παρουσίας στην ευρύτερη περιοχή του Περού χρονολογούνται περίπου εννέα χιλιετίες πριν. Η παλαιότερη γνωστή σύνθετη κοινωνία στο Περού είναι ο πολιτισμός του Νόρτε Τσίκο, ο οποίος άνθισε στις ακτές του Ειρηνικού μεταξύ του 3.000 και 1.800 π.Χ. Αυτές οι πρωτόγονες δομές εξελίχθηκαν καιοι αρχαιολογικές μαρτυρίες επιβεβαιώνουν την ύπαρξη στη συνέχεια των πολιτισμών των Τσάβιν, Παράκας, Μοτσίκα, Νάζκα, Γουαρί και Τσιμού. Τον 15ο αιώνα, οι Ίνκας εξελίχθηκαν σε ένα πανίσχυρο κράτος, το οποίο μετο τέλος του αιώνα, αποτελούσε τη μεγαλύτερη αυτοκρατορία στην προκολομβιανή Αμερική. Οι πολιτισμοί των Άνδεων ήταν γενικά βασισμένοι στη γεωργία, χρησιμοποιώντας τεχνικές όπως η άρδευση καιοι αναβαθμίδες στις καλλιέργειες. Επίσης, η εκτροφή των καμηλοειδών της περιοχής (λάμα, γουανάκο) καιη αλιεία ήταν σημαντικοί πόροι. Η οργάνωση της κοινωνίας βασιζόταν στην αλληλεγγύη καιτην αναδιανομή του πλούτου, καθώς οι πολιτισμοί αυτοί δεν είχαν τα στοιχεία της αγοράς καιτου χρήματος στην κουλτούρα τους.
Το1532, μία ομάδα Ισπανών κατακτητών, γνωστοί και ως κονκισταδόρες, με αρχηγό τον Φρανσίσκο Πισάρρο, νίκησαν τον αυτοκράτορα τωνΊνκας Αταουάλπα και επέβαλαν την ισπανική κυριαρχία στην αυτοκρατορία των Άνδεων. Δέκα χρόνια αργότερα, το Ισπανικό Στέμμα ίδρυσε την Αντιβασιλεία του Περού, στην οποία περιλαμβάνονταν οι περισσότερες ισπανικές αποικίες της Νότιας Αμερικής. Ο αντιβασιλέας Φρανθίσκο ντε Τολέδο αναδιοργάνωσε τη χώρα κατά τη δεκαετία του 1570, με κύρια οικονομική δραστηριότητα τα ορυχεία αργύρου και εξανάγκασε τους ιθαγενείς σε υποχρεωτική εργασία.
Το Περού απέφερε μεγάλα κέρδη στηνΙσπανίακαι παράλληλα αναπτύχθηκε ένα εμπορικό δίκτυο συναλλαγών μετηνΕυρώπη ως και τις Φιλιππίνες, τότε ισπανική κτήση. Μέχρι τον 18ο αιώνα όμως, η μείωση των αποθεμάτων αργύρου καιη οικονομική διαφοροποίηση ελάττωσαν τα βασιλικά έσοδα, με συνέπεια το Στέμμα να προβεί σε αλλαγές, γνωστές και ως η Ανασύσταση του οίκου των Βουρβόνων, οι οποίες επέφεραν αύξηση των φόρων και διάσπαση του Αντιβασιλείου του Περού. Οι νέοι νόμοι προκάλεσαν την επανάσταση του Τούπακ Αμάρου τουΒ' και άλλες εξεγέρσεις, οι οποίες κατεστάλησαν βίαια.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν οι περισσότερες χώρες της Νότιας Αμερικής πολεμούσαν γιατην ανεξαρτησία τους, το Περού παρέμενε πιστό στο Ισπανικό στέμμα. Η άρχουσα τάξη δίσταζε ανάμεσα στη χειραφέτηση καιτην Ισπανική μοναρχία, και τελικά η ανεξαρτησία έγινε πραγματικότητα μόνο μετά τις στρατιωτικές εκστρατείες τουΧοσέ ντεΣαν ΜαρτίνκαιτουΣιμόν Μπολίβαρ. Τα πρώτα χρόνια του νέου ανεξάρτητου κράτους, οι εσωτερικές έριδες μεταξύ των στρατιωτικών ηγετών γιατην εξουσία παρέτειναν την πολιτική αστάθεια. Η εθνική ταυτότητα ενδυναμώθηκε αυτή την περίοδο, καθώς τα σχέδια της γειτονικής Βολιβίαςγια μία ενιαία συνομοσπονδία όλων των κρατών της Λατινικής Αμερικής απέβησαν άκαρπα. Μεταξύ των δεκαετιών του 1840 και του 1860, το Περού διήνυσε μια περίοδο σταθερότητας υπό την προεδρία του Ραμόν Καστίγια, με αυξημένα κρατικά έσοδα από τις εξαγωγές γουανό. Μέχρι το 1870 όμως, αυτή η πλουτοπαραγωγική πηγή εξαντλήθηκε καιη χώρα βρέθηκε χρεωμένη, πυροδοτώντας για μία ακόμη φορά τις εμφύλιες διαμάχες.
Μετά την ήττα του από τηΧιλήστον Πόλεμο του Ειρηνικού το 1883, το Περού παραχώρησε τις επαρχίες της Αρίκα και της Ταραπακά με τις συνθήκες του Ανκόν και της Λίμα αντίστοιχα. Τις εσωτερικές διαμάχες μετά τον πόλεμο ακολούθησε η σταθερότητα της ηγεσίας του Αστικού Κόμματος, μέχρι την άνοδο στην εξουσία του αυταρχικού καθεστώτος του Αουγούστο Λεγκία. Η μεγάλη ύφεση στις αρχές του 20ου αιώνα, προκάλεσε την πτώση του Λεγκία, τροφοδότησε πολιτικές αναταραχές και ήταν η αιτία της ανόδου της Αμερικανικής Λαϊκής Επαναστατικής Συμμαχίας (APRA). Η διαμάχη μεταξύ της συμμαχίας, του πολιτικού κατεστημένου καιτου στρατού καθόρισε τη ζωή του Περού για τις επόμενες τρεις δεκαετίες.
Στις 18 Ιουλίουτου1962, ο περουβιανός στρατός αρνήθηκε να αναγνωρίσει την εκλογική νίκη του υποψηφίου της Αριστεράς, Ραούλ Άγια ντελα Τόρε, μετο σοσιαλδημοκρατικό APRA στις προεδρικές εκλογές της 10ης Ιουνίου. Η νίκη του Άγια ντελα Τόρε μόνο με 6.000 ψήφους διαφορά και χωρίς απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή έκανε τους στρατιωτικούς να πιστεύουν ότι η εκλογή τουθα αποτραπεί από το κογκρέσο, αρμόδιο γιατην εκλογή προέδρου. Πραγματικά, ο Άγια ντελα Τόρε ήρθε σε συνδιαλλαγή μετον άσπονδο εχθρό του, στρατηγό Μανουέλ Οδρία και πραξικοπηματία ηγέτη της χώρας από το1948 έως το1956, γιανα υποστηρίξει αυτόν ως πρόεδρο. Στις 17 Ιουλίου ανακοινώθηκε αυτή η συμφωνία και παράλληλα η Κεντρική Εφορευτική Επιτροπή επικύρωσε το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών. Την επομένη, τα τανκς κύλησαν στους δρόμους της Λίμας καιο στρατηγός Πέρες Γκοντόι ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, επικεφαλής 12μελούς χούντας[7].
Το1968, ο στρατός μετην ηγεσία του στρατηγού Χουάν Βελάσκο Αλβαράδο πραγματοποίησε πραξικόπημα γιατην ανατροπή του πρόεδρου Φερντάντο Μπελαούντε. Το νέο καθεστώς έκανε ριζικές αλλαγές γιατην προώθηση της ανάπτυξης αλλά δεν κατάφερε να έχει σημαντικό λαϊκό έρεισμα.
Τη νύχτα της 31ης Μαΐουτου1970, ένας σεισμός αφάνισε το ορεινό θέρετρο Γιουνγκάι και τους 30.000 κατοίκους του. Την τραγωδία δεντην προκάλεσε τόσο η ίδια η δόνηση όσο ο τεράστιος όγκος πάγου, χωμάτων και βράχων που απελευθέρωσε από τους παγετώνες των Άνδεων και πέρασε με ταχύτητα σχεδόν 400 χλμ./ώρα από την κοιλάδα του Γιουνγκάι, θάβοντας και ισοπεδώνοντας πόλεις και χωριά από τα βουνά μέχρι τα παράλια του Ειρηνικού. «Ο ακριβής υπολογισμός του αριθμού των νεκρών ξεπερνά τις δυνατότητές μας», ομολόγησε ο εκπρόσωπος Τύπου της κυβέρνησης του Περού αλλά, συνολικά, πιστεύεται πως ξεπέρασαν τους 70.000, ενώ οι τραυματίες καιοι άστεγοι υπολογίστηκαν σε εκατοντάδες χιλιάδων. Στο ίδιο το Γιουνγκάι, οι επιζώντες δεν ξεπέρασαν τους 130 ενώ από πολλά από τα δεκάδες χωριά πουτο περιέβαλαν δεν απέμεινε το παραμικρό ίχνος[8].
Το 1975, ο Βελάσκο αντικαταστάθηκε βίαια από τον στρατηγό Φρανσίσκο Μοράλες Μπερμούδες, ο οποίος επέβλεψε την επαναφορά της δημοκρατίας. Κατά τη δεκαετία του '80, το Περού αντιμετώπισε ένα σημαντικό εξωτερικό δημόσιο χρέος, συνεχώς αυξανόμενο πληθωρισμό, ανεξέλεγκτο λαθρεμπόριο ναρκωτικών και έντονη πολιτική βία. Κατά την προεδρία τουΑλμπέρτο Φουτζιμόριτο διάστημα 1990-2000, η χώρα ανέκαμψε, ανκαιη κυβέρνηση παραιτήθηκε μετά τις διφορούμενες εκλογές του 2000 με κατηγορίες αυταρχικότητας, διαφθοράς και παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μετά το τέλος της κυβέρνησης Φουτζιμόρι, το Περού προσπαθεί να αντιμετωπίσει τη διαφθορά καινα συντηρήσει την ανάπτυξη. Το 2006 τις εκλογές κέρδισε οΆλαν Γκαρσία (Alan García), πουτον διαδέχθηκε ο νικητής των εκλογών του 2011, Ογιάντα Ουμάλα. Έπειτα από τις εκλογές του 2016, πρόεδρος εξελέγη οΠέδρο Πάμπλο Κουτσίνσκι.
Η οροσειρά τωνΆνδεων εκτείνονται παράλληλα μετην ακτογραμμή του ωκεανού και χωρίζουν τη χώρα σε τρεις γεωγραφικές περιοχές. Η περιοχή των ακτών, γνωστή και ως Κόστα, στα δυτικά, είναι μία στενή επίπεδη περιοχή, κυρίως ξηρή με κοιλάδες που σχηματίστηκαν από εποχικές απορροές προς τη θάλασσα. Τα υψίπεδα καιη οροσειρά, γνωστά και ως Σιέρρα, είναι η περιοχή των Άνδεων, που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει καιτο οροπέδιο Αλτιπλάνος, καθώς καιτην ψηλότερη κορυφή της χώρας, το όρος Ουασκαράνμε ύψος 6768 μ. Η τρίτη περιοχή είναι η ζούγκλα καιτο τροπικό δάσος, γνωστά και ως Σέλβα, που εκτείνεται σε επίπεδες εκτάσεις και καλύπτεται από το τροπικό δάσος βροχής τουΑμαζονίου. Η Σέλβα περιλαμβάνει περίπου το 60% της συνολικής έκτασης του Περού, κατατάσσοντάς το τέταρτο ως προς την έκταση τροπικού δάσους στην επικράτειά του, μετά τηΒραζιλία, τοΚονγκόκαιτηνΙνδονησία.
Οι περισσότεροι ποταμοί της χώρας πηγάζουν από τις Άνδεις και απορρέουν σε συνολικά τρεις λεκάνες. Οι απορροές προς τον Ειρηνικό είναι απότομες και βραχείες, ενώ οι απορροές προς τον Αμαζόνιο είναι μακρύτερες, μεγαλύτερης παροχής και λιγότερο απότομες μετά την έξοδό τους από το ορεινό τοπίο. Επίσης, υπάρχουν και απορροές προς τη λίμνη Τιτικάκα, οι οποίες συνήθως είναι βραχείες και έχουν μεγάλη παροχή. Οι μεγαλύτεροι ποταμοί της χώρας σε μήκος είναι ο Ουκαγιάλι, ο Μαρανιόν, ο Πουτουμάγιο, ο Γιαβαρί, οΟυαγιάγα, ο Ουρουμπάμπα, ο Μανταρό καιο Αμαζόνιος.
Αντίθετα με άλλες χώρες της περιοχής του ισημερινού, το Περού δεν έχει αποκλειστικά ένα μόνο κλιματικό τύπο, δηλαδή τον τροπικό, αλλά το κλίμα του επηρεάζεται τόσο από τις Άνδεις όσο και από τα ρεύματα Χούμπολτ. Έτσι, το κλίμα της χώρας παρουσιάζει μεγάλη ποικιλομορφία μικροκλιμάτων, περιλαμβάνοντας 28 από τους 32 κλιματικούς τύπους που συναντώνται παγκόσμια (με βάση τηνΚλιματική ταξινόμηση Κέππεν).
Σε γενικές γραμμές, οι ακτές παρουσιάζουν υποτροπικό κλίμα με μέτριες θερμοκρασίες, μικρά ύψη βροχόπτωσης και υψηλά επίπεδα υγρασίας λόγω της γειτνίασης μετονΕιρηνικό. Οι βόρειες ακτές είναι πιο θερμές καιοι βροχοπτώσεις εδώ πιο συχνές. Αντίστοιχα, οι περιοχές τωνΆνδεων παρουσιάζουν ένα δροσερό και ψυχρό κλίμα, με βροχερά καλοκαίρια και πολύ ξηρούς χειμώνες.
Τέλος, τα ανατολικά βαθύπεδα της λεκάνης τουΑμαζονίου χαρακτηρίζονται από ισχυρές βροχοπτώσεις και υψηλές θερμοκρασίες καθ' όλη τη διάρκεια του έτους, παρουσιάζοντας ένα τυπικό ισημερινό τροπικό κλίμα. Εξαίρεση αποτελούν τα νότια βαθύπεδα με δροσερό φθινόπωρο και περιστασιακές βροχές.
Το κλίμα κατά μήκος της ακτογραμμής του Περού ποικίλλει από ημίξηρο στον βορρά και κοντά στον ισημερινό, ως ψυχρό ξηρό στον νότο. Ανκαιη χώρα είναι κοντά στον ισημερινό, όλη η παρωκεάνια περιοχή παρουσιάζει θερμοκρασιακές διακυμάνσεις λόγω των επιφανειακών θερμοκρασιών της θάλασσας. Ηπιο θερμή περίοδος (καλοκαίρι) εντοπίζεται μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου, ενώ η ψυχρή (χειμώνας) μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου. Η ημερήσια θερμοκρασία αυξάνεται προς την ενδοχώρα.
Το κλίμα των ακτών καθορίζεται κύρια από την επίδραση του ψυχρού ρεύματος Χούμπολτ, που κινείται παράλληλα μετην ακτογραμμή καιδεν επιτρέπει τη βροχόπτωση από τον ωκεανό. Αντο ρεύμα ήταν θερμό, η παρουσία των Άνδεων θα προκαλούσε ορογραφικές βροχοπτώσεις, όπως καταγράφονται στα βόρεια και νότια τμήματα των παράκτιων οροσειρών.
Οι βόρειες ακτές του Περού, με γεωγραφικό πλάτος μεταξύ 3° και 6° Ν, έχουν διακυμάνσεις της θερμοκρασίας μεταξύ 14 °C και 38 °C. Τα καλοκαίρια χαρακτηρίζονται από θερμές, υγρές και ηλιόλουστες ημέρες, με περιστασιακές μπόρες το απόγευμα ή το βράδυ. Βορειότερα το τοπίο είναι λιγότερο ξηρό, καθώς το ρεύμα Χούμπολτ θερμαίνεται όσο πλησιάζει τον ισημερινό. Η περιοχή του Τούμπες στα σύνορα μετο κράτος τουΙσημερινού είναι η μόνη που παρουσιάζει κανονική εποχική διακύμανση των βροχοπτώσεων.
Το συνολικό ύψος βροχής το καλοκαίρι σπάνια ξεπερνάει τα 200 χιλιοστά, με εξαίρεση τα ακραία καιρικά φαινόμενα τουΕλ Νίνιο, που μπορεί να προκαλέσουν έντονες πλημμύρες με ύψη βροχής μέχρι και 4000 χιλιοστά, ειδικότερα στο πλέον βόρειο τμήμα των ακτών. Οι θερμοκρασίες κυμαίνονται μεταξύ 20–23 °C τη νύχτα και 28–38 °C την ημέρα, ενώ είναι οι μέγιστες καταγεγραμμένες σε όλη την ακτή του Περού. Οι περιοχές Τούμπες και Πιούρα είναι καιοιπιο θερμές της χώρας.
Ο χειμώνας χαρακτηρίζεται από θερμές αλλά άνετες συνθήκες και παντελή απουσία βροχής.
Οι κεντρικές και νότιες παράκτιες περιοχές, με γεωγραφικά πλάτη νότια των 6°, έχουν θερμοκρασιακές διακυμάνσεις από 8 ως 35 °C, ενώ η βροχόπτωση είναι περιστασιακή με ετήσια ύψη μέχρι 150 χιλιοστά ως και καθόλου. Το καλοκαίρι χαρακτηρίζεται από θερμές, υγρές και ηλιόλουστες ημέρες, με ελάχιστες θερμοκρασίες από 18 ως 22 °C και μέγιστες από 24 ως 30 °C. Υψηλότερες θερμοκρασίες παρατηρούνται σπανιότερα από 10 ημέρες τον χρόνο, με εξαίρεση την έρημο Ίκα, όπου τα καλοκαιρινά μέγιστα μπορούν να φτάσουν μέχρι και 35 °C. Ελάχιστη ή μηδενική βροχόπτωση παρατηρείται τον χειμώνα. Οι περισσότερες βροχές είναι υπολείμματα των ορογραφικών βροχοπτώσεων και καταγράφονται τις νυχτερινές ώρες. Το ύψος της καλοκαιρινής βροχόπτωσης είναι γενικά μικρότερο από 10 χιλιοστά.
Ο χειμώνας χαρακτηρίζεται από νεφοσκεπείς, ψυχρές και υγρές ημέρες, με χαμηλές θερμοκρασίες. Η ακτή καιη κοντινή ενδοχώρα καλύπτονται συνήθως από ένα μόνιμο στρώμα ομίχλης, το οποίο περιγράφεται μετην ονομασία γκαρούα, μία χαρακτηριστική τοπική μορφή αχλύος του Περού και της βόρειας Χιλής. Σε αυτές τις ωκεάνιες περιοχές, η εποχή των βροχών είναι μεταξύ Μαΐου και Οκτωβρίου. Ο υετός κυρίως εμφανίζεται ως νυχτερινό και πρωινό ψιλόβροχο με εποχικά ύψη μεταξύ 10 και 150 χιλιοστών. Η χειμερινή βροχόπτωση ευνοεί την ανάπτυξη έντονης βλάστησης στις παράκτιες λοφοσειρές, γνωστή μετην ονομασία Λόμας. Αντίστοιχα, η περίοδος παρουσίας βλάστησης σε ερημικές περιοχές εντοπίζεται μεταξύ Ιουλίου και αρχών Νοεμβρίου. Οι θερμοκρασίες κυμαίνονται μεταξύ 14–18 °C τη νύχτα και 22–29 °C την ημέρα, ενώ οι χειμερινές ελάχιστες μεταξύ 15 και 23 °C καιοι μέγιστες μεταξύ 8 και 15 °C. Αρκετές εβδομάδες πλήρους νεφοκάλυψης και μέγιστων χαμηλότερων από 19 °C είναι συχνό φαινόμενο μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου.
Το κλίμα των Περουβιανών Άνδεων παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ποικιλομορφία σε όλη τη χώρα. Η θερμοκρασία μειώνεται μετο ύψος, ενώ κυμαίνεται από εύκρατη (με μέση ετήσια τιμή 18 °C σε χαμηλές κοιλάδες) ως και πολική (με μέση ετήσια κάτω από 0 °C στις κορυφές). Η μέγιστη θερμοκρασία παραμένει συνήθως σταθερή όλο το έτος, ενώ η χαμηλή κυμαίνεται λόγω της παρουσίας νεφών κατά την περίοδο των βροχών, που συγκρατούν τη θερμότητα της ημέρας στο έδαφος. Μετην απουσία νεφών, οι νύχτες είναι ιδιαίτερα ψυχρές.
Το ύψος της βροχόπτωσης κυμαίνεται τόσο ποσοτικά όσο και εποχικά. Η περίοδος των βροχών ξεκινάει τον Σεπτέμβριο και κορυφώνεται τον Ιανουάριο καιτον Μάρτιο, ενώ μεταξύ Μαΐου και Αυγούστου παρατηρείται μία έντονα ξηρή περίοδος με χαμηλές θερμοκρασίες. Έχει καταγραφεί μία χαρακτηριστική μεταβολή του ύψους της βροχής κατά τον νοτιοδυτικό-βορειοανατολικό άξονα με τις πιο ξηρές συνθήκες (200-500 χιλιοστά το έτος) κατά μήκος των νοτιοδυτικών Άνδεων, και τις πιο υγρές κατά μήκος των ανατολικών πλαγιών (>1000 χιλιοστά τον χρόνο). Η αλληλεπίδραση μεταξύ της τοπογραφίας και της γενικής κυκλοφορίας δίνει ετήσια ύψη βροχής ως και 10000 χιλιοστά σε ορισμένες περιοχές στα ανατολικά όρια των Άνδεων. Ο υετός είναι επίσης έντονος στις οροσειρές καισε ορογενείς κοιλάδες, μετη μορφή θερμικών απογευματινών καταιγίδων. Οι λίμνες επίσης επηρεάζουν την κατανομή της βροχής. Για παράδειγμα, η λίμνη Τιτικάκα προκαλεί νυχτερινά ανοδικά ρεύματα, τα οποία δημιουργούν έντονες βροχές πάνω από τη λίμνη, σχεδόν διπλάσιου ύψους απ' ό,τι στις παραλίμνιες περιοχές. Περιστασιακές καταιγίδες συνοδεύονται από συχνούς κεραυνούς, δυνατούς ανέμους και καταστροφικές χαλαζοπτώσεις, ειδικότερα κατά την εποχή των βροχών καισε μεγάλα υψόμετρα. Οι χιονοπτώσεις είναι συχνές σε ύψη πάνω από 5000 μ. αυτή την εποχή, και περιστασιακές σε ύψη μεγαλύτερα από 3800 μ. μεταξύ Μαΐου και Αυγούστου.
Τα ανατολικά βαθύπεδα χαρακτηρίζονται από ισημερινό τροπικό κλίμα, το οποίο και τρέφει το χαρακτηριστικό τροπικό δάσος βροχής του Αμαζονίου. Το κλίμα αυτής της περιοχής είναι θερμό και υγρό σε όλη τη διάρκεια του χρόνου. Οι θερμοκρασίες κυμαίνονται μεταξύ 18–36 °C, ενώ το ύψος της βροχής μεταξύ 1000 και 4000 χιλιοστών ανά έτος. Νότια από το γεωγραφικό πλάτος των 8°Ν, παρατηρείται μία βραχεία ξηρή εποχή μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου. Περιστασιακές ψυχρές εισβολές με προέλευση την Αργεντινή καταγράφουν πτώσεις στη θερμοκρασία μέχρι και τους 10–15 °C, αλλά με συχνότητα από μία ως 5 φορές τον χρόνο μεταξύ Μαΐου και Σεπτεμβρίου.
Το Περού είναι αναπτυσσόμενη χώραμε ελεύθερη αγορά, ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα το 2010 ήταν $5.195 δολάρια Αμερικής, σύμφωνα μετοΔιεθνές Νομισματικό Ταμείο[9]. ΟΔείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης σύμφωνα με στοιχεία του 2010 ήταν 0.723 [10]. Ιστορικά, η οικονομία είναι συνδεδεμένη με τις εξαγωγές, οι οποίες παρέχουν σκληρό νόμισμα γιατη χρηματοδότηση των εισαγωγών καιτην εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους.
Παρά το γεγονός ότι οι εξαγωγές έχουν φέρει σημαντικά έσοδα, η βιώσιμη ανάπτυξη καιμιαπιο δίκαιη κατανομή του εισοδήματος έχουν αποδειχθεί ανέφικτες. Σύμφωνα με στοιχεία του 2008 το 36,2% του συνολικού πληθυσμού ζεισε φτώχεια καιτο 12,6% είναι εξαιρετικά φτωχό.
Από τις αρχές του 1990 γίνεται μεγάλη προσπάθεια τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τον ιδιωτικό τομέα γιατην προώθηση του τουρισμού. Ο κυριότερος τουριστικός προορισμός του Περού είναι τοΜάτσου ΠίτσουστοΚούζκο, γνωστό και ως η κρυφή πόλη τωνΊνκας. Στο νοτιοδυτικό Περού στις όχθες της λίμνης Τιτικάκα βρίσκεται η λαογραφική πρωτεύουσα του Περού Πούνοκαιτα «πλεούμενα νησιά» Ούρος, πόλος έλξης των τουριστών που περνούν οδικώς στηΒολιβία, μετην οποία το Περού μοιράζεται τη λίμνη Τιτικάκα.
Ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού είναι 0,97% (εκτίμηση 2015). Ο αριθμός των γεννήσεων είναι 18,28/1000 κατοίκους καιτων θανάτων 6,01/1000 κατοίκους (εκτίμηση 2015).[11]Τοπροσδόκιμο ζωήςστο σύνολο του πληθυσμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2019 τουΠαγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ήταν 79,9 χρόνια (78,5 χρόνια οι άνδρες και 81,3 οι γυναίκες).[12]
Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω. Η ψηφοφορία είναι υποχρεωτική μέχρι την ηλικία των 70 ετών. Το 2006 ψήφισαν για πρώτη φορά και μέλη των Ενόπλων Δυνάμεων και της αστυνομίας[11].
Στις 3 Ιανουαρίου 2010 και για πρώτη φορά εξελέγη γυναίκα δήμαρχος, η πρώην εκπαιδευτικός Σουσάνα Βιγιαράν, μετην υποστήριξη των κομμάτων της αριστεράς.