Παγκοσμιοποίηση ή διεθνοποίηση είναι η αυτονόμηση όλων εκείνων των παραμέτρων (οικονομία, επικοινωνίακλπ.) οι οποίες μέχρι πρόσφατα (μερικές δεκαετίες) επεδίωκαν να έχουν σύνορα μέσα σε ένα κράτος - προστάτη. Παράμετροι που τείνουν να ελευθερώνονται καινα διαχέονται, ακολουθώντας την παγκοσμιοποίηση, είναι τοεμπόριο, ηκοινωνική δομή, ητεχνολογία, ηκουλτούρα, τοπολιτικό σύστημα, ηγνώσηκλπ. Ο όρος συχνά χρησιμοποιείται στην επιχειρηματολόγηση γιατην ανάγκη μιας νέας καθολικού τύπου ηγεμονίας στον κόσμο. Ο όρος χρησιμοποιείται τουλάχιστον από το1944καιο πρώτος πουτον χρησιμοποίησε σε οικονομικό πλαίσιο ήταν οΘήοντορ Λέβιτ.[1]
Ένας τυπικός, ανκαι περιοριστικός, ορισμός είναι αυτός που δίνει τοΔιεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο οποίος δίνει έμφαση στην αυξανόμενη οικονομική αλληλεξάρτηση των χωρών παγκόσμια μέσω του αυξανόμενου όγκου και ποικιλίας διεθνών συναλλαγών αγαθών και υπηρεσιών, της ελεύθερης ροής κεφαλαίου διεθνώς, και της γρήγορης και ευρείας διάχυσης της τεχνολογίας. Παρόλο πουη παγκοσμιοποίηση είναι ένα ιδιαίτερα περίπλοκο σύμπλεγμα φαινομένων και σχέσεων, εντούτοις μπορεί κάποιος να διαχωρίσει διάφορες πτυχές της:
χρηματοπιστωτική παγκοσμιοποίηση - η ανάδυση παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών αγορών καιηπιο εύκολη πρόσβαση σε εξωτερικές χρηματοδοτήσεις για εταιρικούς και κρατικούς δανειζόμενους
πολιτική παγκοσμιοποίηση - η επέκταση των πολιτικών συμφερόντων σε περιοχές και χώρες πουδεν γειτονεύουν μετα πολιτικά ισχυρά κράτη
παγκοσμιοποίηση της πληροφόρησης - αύξηση της ροής πληροφόρησης μεταξύ γεωγραφικά μακρινών περιοχών
πολιτισμική παγκοσμιοποίηση - ανάπτυξη διαπολιτισμικών επαφών και δημιουργία μιας παγκόσμιας κουλτούρας.
Σύμφωνα μετονΙσμαήλ Σαρίφ, η παγκοσμιοποίηση είναι η παγκόσμια διαδικασία ομογενοποίησης τιμών, προϊόντων, απολαβών, τόκων, και κερδών.[2]Η ανάπτυξη της παγκοσμιοποίησης έγκειται σε τρεις παράγοντες: στον ρόλο της μετανάστευσης ανθρώπων, στο διεθνές εμπόριο, και στις γρήγορες μετακινήσεις κεφαλαίωνκαιτην ολοκλήρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών.
Η παγκοσμιοποίηση ταυτίζεται με διάφορες τάσεις οι οποίες έκαναν την εμφάνισή τους ή ενισχύθηκαν σημαντικά μετά τονΔεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτές περιλαμβάνουν την αυξημένη διεθνή κινητικότητα αγαθών, χρημάτων, πληροφοριών και ανθρώπων, καθώς καιτην ανάπτυξη της τεχνολογίας, των οργανισμών, των νομικών συστημάτων καιτων υποδομών που συνέβαλαν σε αυτή την κινητικότητα. Όμως αμφισβητείται το κατά πόσο αυτές οι τάσεις υπάρχουν πραγματικά.
Οι τεχνολογίες (Web 2.0, μεταφορές) κάνουν πλέον σήμερα την παγκόσμια διάχυση αναπόφευκτη σε πολλά επίπεδα. Η παγκοσμιοποίηση χαλιναγωγείται κυρίως σε οικονομικό επίπεδο, σε επίπεδο ανταλλαγής ανθρώπινων πληθυσμών, διάχυσης πανίδας και τέλος με απαγόρευση πληροφόρησης που ενδέχεται να συμβαίνει εντός ή εκτός κάποιων συνόρων. Το ενδιαφέρον είναι πως οι παράμετροι αυτές δεν ελέγχονται κοινωνικά αλλά από τις ηγεσίες που τις διαχειρίζονται.
Οι υποστηρικτές της δημοκρατικής παγκοσμιοποίησης θεωρούν ότι η πρώτη φάση, η οποία αφορά τις αγορές, πρέπει να ολοκληρωθεί μετη δημιουργία πολιτικών θεσμών πουθα εκφράζουν τη θέληση των παγκόσμιων πολιτών. Η διαφορά τους με άλλους γκλομπαλιστές είναι ότι δεν καθορίζουν εκτων προτέρων κάποια ιδεολογία πουνα συγκεκριμενοποιεί αυτή τη θέληση, η οποία θα πρέπει να αφεθεί στην ελεύθερη επιλογή των πολιτών μέσω δημοκρατικών διαδικασιών.
Οι υποστηρικτές τουελεύθερου εμπορίου επισημαίνουν ότι οι οικονομικές θεωρίες γιασυγκριτικό πλεονέκτημα υποδεικνύουν ότι το ελεύθερο εμπόριο οδηγεί σεπιο αποτελεσματική κατανομή του πλούτου, με όφελος για όλες τις χώρες που μετέχουν στο εμπόριο. Γενικά, αυτό οδηγεί σε χαμηλότερες τιμές, χαμηλότερη ανεργία και υψηλότερη αποδοτικότητα.
Οιφιλελεύθεροικαι άλλοι υποστηρικτές τουlaissez-faireκαπιταλισμού ισχυρίζονται ότι περισσότερη πολιτική και οικονομική ελευθερία υπό τη μορφή δημοκρατίαςκαι καπιταλισμού στον ανεπτυγμένο κόσμο είναι αυτοσκοπός, αλλά παράγει ταυτόχρονα και περισσότερο υλικό πλούτο. Βλέπουν την παγκοσμιοποίηση ως την ωφέλιμη επικράτηση της ελευθερίας καιτου καπιταλισμού.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι το κίνημα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση παρουσιάζει μη εμπεριστατωμένα επιχειρήματα και ότι οι διεθνείς στατιστικές υποστηρίζουν σθεναρά την παγκοσμιοποίηση:
Το ποσοστό των ανθρώπων πουζουνσε αναπτυσσόμενες χώρες με ημερήσιες απολαβές κάτω του ενός δολαρίου ΗΠΑ (προσαρμοσμένο για πληθωρισμό και αγοραστική αξία) έχει πέσει στο μισό σε διάστημα είκοσι ετών,[3]ανκαι κάποιοι υποστηρίζουν ότι πρέπει να ληφθούν υπ' όψη άλλοι παράγοντες μέτρησης της φτώχειας.[4]
Το προσδόκιμο ζωής στον αναπτυσσόμενο κόσμο έχει σχεδόν διπλασιαστεί μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο καιη ψαλίδα, σε σχέση μετον αναπτυγμένο κόσμο όπου η αύξηση ήταν μικρότερη, έχει μικρύνει κάπως. Ηπαιδική θνησιμότητα έχει μειωθεί σε όλες τις αναπτυσσόμενες περιοχές του κόσμου,[5] ενώ η εισοδηματική ανισότητα ανά τον κόσμο μειώνεται.[6]
Η δημοκρατία είχε εντυπωσιακή αύξηση, όπου σχεδόν σε κανένα κράτος δεν υπήρχε δικαίωμα ψήφου για όλους το 1900, σε σύγκριση με 62.5% όλων των κρατών το 2000.[7]
Η αναλογία του ανά τον κόσμο πληθυσμού πουζεισε χώρες όπου η κατά κεφαλή προμήθεια τροφίμων ανά ημέρα είναι κάτω από 2.200 θερμίδες (9,200 kilojoule) μειώθηκε από 56% στα μέσα της δεκαετίας του 1960 σε κάτω από 10% τη δεκαετία του 1990.[8]
Μεταξύ του 1950 και του 1999 οαλφαβητισμόςστον κόσμο αυξήθηκε από 52% σε 81%. Ο αλφαβητισμός των γυναικών ως ποσοστό σε σχέση με τους άντρες αυξήθηκε από 59% το 1970 σε 80% το 2000.[9]
Το ποσοστό παιδιών στο εργατικό δυναμικό μειώθηκε από 24% το 1960 σε 10% το 2000.[10]
Υπάρχει αυξητική τάση για παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, αυτοκίνητα, ραδιόφωνα και τηλέφωνα κατά κεφαλή, καθώς καιγια ποσοστό πληθυσμού με πρόσβαση σε πόσιμο νερό.[11]
Παρ' όλα αυτά, μερικές από αυτές τις βελτιώσεις πιθανόν ναμην οφείλονται στην παγκοσμιοποίηση, ή να ήταν δυνατές σε κάποιον βαθμό χωρίς τη σημερινή μορφή της παγκοσμιοποίησης ή των αρνητικών συνεπειών τις οποίες επικαλούνται τα κινήματα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση.
Μερικοί υπέρμαχοι του καπιταλισμού τηρούν κριτική στάση έναντι στηνΠαγκόσμια Τράπεζακαιτο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για διεφθαρμένους γραφειοκρατικούς οργανισμούς που ελέγχονται και χρηματοδοτούνται από κράτη και όχι από εταιρείες. Πολλά δάνεια έχουν δοθεί σεδικτάτορεςπου ποτέ δεν υλοποίησαν μεταρρυθμίσεις τις οποίες υποσχέθηκαν, αφήνοντας αντ' αυτού τον λαό να πληρώσει αργότερα τα χρέη. Θεωρούν ότι ο καπιταλισμός σήμερα είναι πολύ λίγος και όχι υπερβολικός. Επισημαίνουν επίσης ότι αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση φέρνουν διάφορες ομάδες με ειδικά συμφέροντα, όπως συντεχνίεςσε χώρες τουΔυτικού Κόσμου. ΟΧοσέ Μποβέ, ένας από τους ηγέτες του κινήματος ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, εκπροσωπεί επίσης τους Γάλλους αγρότες, οι οποίοι προστατεύονται από τον ανταγωνισμό με χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου με ψηλούς εισαγωγικούς δασμούςκαι μεγάλες επιχορηγήσεις από τηνΕυρωπαϊκή Ένωση.
Άλλοι, όπως ο Καναδός γερουσιαστής Ντάγκλας Ρος, βλέπουν την παγκοσμιοποίηση ως απλώς αναπόφευκτη και υποστηρίζουν τη δημιουργία θεσμών όπως μιαΚοινοβουλευτική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, η οποία θα εκλέγεται απευθείας από τους πολίτες καιθα επιβλέπει τη λειτουργία διεθνών φορέων των οποίων η διοίκηση δεν εκλέγεται.
Οι υποστηρικτές της παγκοσμιοποίησης ασκούν έντονη κριτική σε αρκετές υφιστάμενες πολιτικές, ιδιαίτερα στις πολύ ψηλές επιχορηγήσεις γιατη γεωργία στον αναπτυγμένο κόσμο και τους σχετικούς προστατευτικούς δασμούς. Για παράδειγμα, σχεδόν ο μισός προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης πάει σε αγροτικές επιχορηγήσεις, κυρίως σε μεγαλοαγρότες και αγροεπιχειρήσεις, οι οποίοι αποτελούν ένα ισχυρό λόμπι.[12]Το 2005 ηΙαπωνία έδωσε 47 δισ. δολάρια σε επιχορηγήσεις του αγροτικού της τομέα,[13] σχεδόν τέσσερις φορές περισσότερα χρήματα από τη συνολική βοήθεια που έδωσε σε άλλες χώρες.[14]ΟιΗΠΑ δίνουν 3,9 δισ. δολάρια κάθε χρόνο γιανα στηρίξουν τον τομέα καλλιέργειας βαμβακιού, ο οποίος περιλαμβάνει 25.000 καλλιεργητές, τρεις φορές φορές περισσότερο από τον προϋπολογισμό της USAIDγιατα 500 εκατομμύρια Αφρικανούς.[15] Αυτό εξαντλεί τα έσοδα του κράτους από φορολογία και αυξάνει τις τιμές για τους καταναλωτές στον αναπτυσσόμενο κόσμο, μειώνει τον ανταγωνισμό καιτην αποτελεσματικότητα, αποτρέπει τις εξαγωγές από περισσότερο ανταγωνιστικούς αγροτικούς και άλλους τομείς στον αναπτυσσόμενο κόσμο λόγω των εμποδίων, και υποδαυλίζει τους τομείς στους οποίους οι αναπτυσσόμενες χώρες έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα.[16]
Οι επικριτές της οικονομικής πτυχής της παγκοσμιοποίησης υποστηρίζουν ότι δεν είναι, όπως δηλώνουν οι υποστηρικτές της, μια αναπόφευκτη διαδικασία η οποία πηγάζει φυσικά από τις οικονομικές ανάγκες όλων. Οι επικριτές συνήθως επισημαίνουν ότι η παγκοσμιοποίηση είναι μια διαδικασία που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πολυεθνικών εταιρειών, και αντιτάσσουν τη δυνατότητα καθιέρωσης εναλλακτικών θεσμών και πολιτικών, οι οποίοι θα αντιμετωπίσουν τις επιθυμίες των φτωχών καιεργατικών τάξεωνστον κόσμο, καθώς καιταπεριβαλλοντικά θέματα, μεπιο δίκαιο και σωστό τρόπο.[17]Το κίνημα είναι πολύ ευρύ και περιλαμβάνει εθνικοαπελευθερωτικές ομάδες, αριστερά κόμματα, αναρχικούς, οικολόγους, αγροτικές συντεχνίες, αντιρατσιστικές οργανώσεις, θρησκευτικές οργανώσεις, κλπ. Κάποιοι ζητούν μεταρρυθμίσεις (για ένα «πιο ανθρώπινο» είδος καπιταλισμού), ενώ άλλοι έχουν πιο επαναστατική προσέγγιση (υποστηρίζοντας εναλλακτικές προτάσεις στον καπιταλισμό) και άλλοι αντιδρούν θεωρώντας την παγκοσμιοποίηση ως καταστροφική γιατη βιομηχανία καιτην απασχόληση της χώρας τους.
Αναφορικά μετο φλέγον θέμα της παγκόσμιας μετανάστευσης, η διαμάχη εκτυλίσσεται γύρω από τις αιτίες (σετι βαθμό είναι εθελοντική ή υποχρεωτική, απαραίτητη ή όχι), αλλά και τις συνέπειες (κατά πόσο είναι ωφέλιμη ή όχι, αν συμφέρει κοινωνικά ή περιβαλλοντικά). Οι υποστηρικτές θεωρούν τη μετανάστευση απλά σανμια διαδικασία κατά την οποία μέλη του εργατικού δυναμικού μπορούν να πάνε από μία χώρα σε άλλη γιανα προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, ενώ οι επικριτές δίνουν έμφαση στις αρνητικές συνέπειες, όπως την οικονομική, πολιτική και περιβαλλοντική ανασφάλεια, και επισημαίνουν τον συσχετισμό μεταξύ μετανάστευσης και της τεράστιας ανάπτυξης φτωχών συνοικιών σε πόλεις του αναπτυσσόμενου κόσμου. Σύμφωνα μετοThe Challenge of Slums, έκθεση που εξέδωσε οΟργανισμός Ηνωμένων Εθνώντο 2003, «η κυκλική φύση του καπιταλισμού, η αυξημένη ζήτηση για ειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό σε σχέση μετο ανειδίκευτο, καιοι αρνητικές συνέπειες της παγκοσμιοποίησης — και ιδιαίτερα οι απότομες βελτιώσεις και επιδεινώσεις της οικονομίας ανά τον κόσμο που συμβάλλουν στην ανισότητα καιτημη ομοιόμορφη κατανομή του νέου πλούτου — συμβάλλουν στην τεράστια ανάπτυξη των φτωχογειτονιών».[18]
Διάφορες πτυχές της παγκοσμιοποίησης θεωρούνται ζημιογόνες από πολλές ομάδες ακτιβιστών, καθώς και από εθνικιστές. Έτσι, περί τα τέλη της δεκαετίας του '90 σφυρηλατήθηκε ένα ετερόκλητο, διεθνές κίνημα το οποίο έγινε γνωστό κυρίως από τις αναταραχές, τις διαδηλώσεις και τις συγκρούσεις που ξέσπασαν το 1999 στοΣιάτλτωνΗΠΑ κατά τη διάρκεια τουΣυνεδρίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Παρόμοιες συγκρούσεις επαναλήφθηκαν το2001στηΓένουα της Ιταλίας, στην27η Σύνοδο των G8. Το κίνημα αυτό, το οποίο χαρακτηρίζεται κυρίως από έναν σοσιαλιστικόκαι οικολογικό χαρακτήρα, δεν έχει συγκεκριμένο όνομα. Ο όρος ενάντια στην παγκοσμιοποίηση ή κατά της παγκοσμιοποίησης χρησιμοποιείται συχνά από ταΜΜΕ, αλλά μπορεί να οδηγήσει σε σύγχυση, καθώς πολύ συχνά οι ακτιβιστές αντιτίθενται σε συγκεκριμένες πτυχές της παγκοσμιοποίησης και όχι σε ολόκληρο το φαινόμενο. Ακτιβιστές όπως οΝόαμ Τσόμσκι είπαν ότι ο όρος αυτός δεν έχει νόημα, αφού στόχος του κινήματος είναι η παγκοσμιοποίηση της δικαιοσύνης[19] (βλ. Κίνημα Παγκόσμιας Δικαιοσύνης). Πολλοί ακτιβιστές έχουν ως σύνθημα το «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός», το οποίο έχει δώσει ονόματα όπως τοaltermondialismeσταγαλλικά.
Υπάρχουν πολλά είδη «αντι-παγκοσμιοποίησης». Σε γενικές γραμμές, οι πολέμιοι ισχυρίζονται ότι τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης δεν ήταν αυτά που προβλέφθηκαν όταν ξεκίνησαν οι προσπάθειες για απελευθέρωση του εμπορίου και ότι πολλοί οργανισμοί που είναι αναμεμιγμένοι στο σύστημα της παγκοσμιοποίησης δεν λαμβάνουν υπ' όψη τα συμφέροντα των φτωχότερων χωρών, της εργατικής τάξης καιτου φυσικού περιβάλλοντος.
Στο επίπεδο της οικονομίας, θεωρητικοί που υποστηρίζουν τοδίκαιο εμπόριο δηλώνουν ότι τοελεύθερο εμπόριο χωρίς περιορισμούς ευνοεί τους πλούσιους σε βάρος των φτωχών. Ορισμένοι πολέμιοι της παγκοσμιοποίησης βλέπουν το φαινόμενο ως την προώθηση των συμφερόντων των εταιρειών, με πρόθεση να περιοριστούν οι ατομικές ελευθερίες στο όνομα του κέρδους. Υποστηρίζουν επίσης ότι η αυξανόμενη αυτονομία και δύναμη των εταιρειών καθορίζει την πολιτική των κρατών.
Η οικονομική κρίση που ξέσπασε στην ανατολική Ασία το 1997, ξεκινώντας από την εύθραυστη οικονομία της Ταϊλάνδηςγιανα εξαπλωθεί γρήγορα στηΜαλαισία, τηνΙνδονησίακαιτηΝότια Κορέακαι σιγά σιγά έγινε αισθητή σε όλο τον κόσμο, έδειξε τους νέους κινδύνους καιτην αστάθεια των ευμετάβλητων παγκοσμιοποιημένων αγορών. Η εκχώρηση χρημάτων που ακολούθησε από τοΔΝΤ ήταν υπό όρους για πολιτικές αλλαγές, κάτι οι πολέμιοι της παγκοσμιοποίησης είδαν ως νεοαποικιακό πλήγμα στην εθνική κυριαρχία των κρατών.
Η κύρια αντίδραση είναι στηνεοφιλελεύθερη πτυχή της παγκοσμιοποίησης, βασικοί εκφραστές της οποίας θεωρούνται κυβερνήσεις και άλλοι φορείς με μεγάλη δύναμη (όπως τοΔιεθνές Νομισματικό ΤαμείοκαιηΠαγκόσμια Τράπεζα), οι οποίοι - σύμφωνα με τους πολέμιους - δεν ενδιαφέρονται για τους λαούς, αλλά γιατα συμφέροντα των εταιρειών. Πολλά συνέδρια και συναντήσεις μεταξύ υπουργών εμπορίου και οικονομικών των ισχυρών χωρών συνοδεύτηκαν από διαμαρτυρίες, καμιά φορά βίαιες, από ομάδες που αντιτίθενται στην εταιρική παγκοσμιοποίηση. Ορισμένοι έχουν εκφράσει την άποψη ότι η παγκοσμιοποίηση είναι ταυτόχρονα αναπόφευκτη συνέπεια αλλά και αιτία του νεοφιλελευθερισμού, η οποία συνίσταται κυρίως στην απελευθέρωση τωναγορών κεφαλαίουκαιστην κατάργηση δασμώνκαι ρυθμιστικών ελέγχων στις διεθνείς αγορές, με αποτέλεσμα την υπερσυγκέντρωση πλούτου στα χέρια τωνπιο ανταγωνιστικών πολυεθνικών εταιρειών εις βάρος των επί μέρους τοπικών κοινωνιών.
Ακτιβιστές που είναι εναντίον της παγκοσμιοποίησης αντιδρούν επίσης στο γεγονός ότι η τρέχουσα παγκοσμιοποίηση παγκοσμιοποιεί το κεφάλαιο και τις επιχειρήσεις, αλλά όχι τους ανθρώπους και τις συντεχνίες, υποδεικνύοντας τους αυστηρούς ελέγχους μετανάστευσης σε όλες σχεδόν τις χώρες καιτην απουσία εργατικών δικαιωμάτων σε πολλές χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου.
Μερικές ομάδες που τάσσονται εναντίον ισχυρίζονται ότι η παγκοσμιοποίηση είναι ιμπεριαλιστική, και είναι ένας από τους παράγοντες που οδήγησαν στονπόλεμο του Ιράκκαι συμβάλλουν στην εισροή κεφαλαίων στις ΗΠΑ αντί στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Έτσι, από μία άποψη, η «παγκοσμιοποίηση» είναι άλλος ένας όρος γιατην «αμερικανοποίηση», καθώς κάποιοι υποστηρίζουν ότι οιΗΠΑ είναι μια από τις πολύ λίγες χώρες που πραγματικά επωφελούνται από την παγκοσμιοποίηση.
Μία πιο συντηρητική παράταξη που αντιτίθεται στην παγκοσμιοποίηση είναι οι εθνικιστές που υποστηρίζουν ένα ισχυρό κράτος καιοι οποίοι φοβούνται ότι η παγκοσμιοποίηση συρρικνώνει τον ρόλο τωνεθνικών κρατώνστη διεθνή πολιτική, καθώς και ότι οιμη κυβερνητικές οργανώσειςτα αποδυναμώνουν. Παραδείγματα αυτής της αντίληψης είναι οΠατ ΜπιουκάνανκαιοΖαν Μαρί Λεπέν.
Πολλοί έχουν επικρίνει την έλλειψη ενότητας και προσανατολισμού του κινήματος, ανκαι άλλοι, όπως οΝόαμ Τσόμσκι έχουν δηλώσει ότι αυτή η απουσία συγκέντρωσης μπορεί να είναι και ένα δυνατό σημείο.
Η μέτρηση της οικονομικής παγκοσμιοποίησης συνήθως επικεντρώνεται σε στοιχεία της εμπορικής δραστηριότητας μιας χώρα, όπως τοΑΕΠ, επενδύσεις, και εισόδημα ανά κεφαλή. Ωστόσο άλλοι δείκτες προσπαθούν να απεικονίσουν την παγκοσμιοποίηση μιας περιοχής λαμβάνοντας υπόψιν και άλλους παράγοντες πολιτικοκοινωνικής, πολιτιστικής και περιβαλλοντολογικής φύσεως.[20]
Ο δείκτης αυτός στηρίζεται στη σύνθετη ανάλυση 35 παραμέτρων οι τιμές των οποίων προέρχονται από ταΗνωμένα Έθνη. Από τον συνδυασμό των μετρήσεων αυτών προκύπτει ένα κοινό μέτρο βάσει του οποίου γίνεται η κατάταξη των διαφόρων χωρών ως προς τους τομείς Επιστήμη και Τεχνολογία, Πολιτισμός, Παγκόσμια Ειρήνη και Ασφάλεια, Παγκόσμια Τάξη, Πλανήτης και Κλίμα, Ευδαιμονία και Ισότητα, Υγεία και Ευεξία.
Στον δείκτη αυτόν μετρώνται οι παράγοντες, πολιτικές και υπηρεσίες οι οποίες ρυθμίζουν το εμπόριο αγαθών προς το εξωτερικό. Αποτελείται από 4 μέρη, τηνπρόσβαση στις αγορές, διαχείριση των συνόρων, μεταφορές και τηλεπικοινωνιακές υποδομές, καιεπιχειρηματικό περιβάλλον.
↑Levitt, Theodore. Globalization of markets, Harvard Business Review, 1983
↑Shariff,Ismail. Global economic integration: prospects and problems. From An International Journal of Development Economics. Development Review, τόμ.1, αρ.2 (2003): σ. 163-178
↑Vujakovic, Petra (2010). «How to Measure Globalization? A New Globalization Index (NGI)». Atlantic Economic Journal38 (2): 237. doi:10.1007/s11293-010-9217-3.