ΤοΚαμερούν (επίσημα Δημοκρατία του Καμερούν, γαλλικά: République du Cameroun) είναι κράτος της κεντρικής Αφρικής. Συνορεύει μετηΝιγηρίαστα δυτικά, τοΤσαντστα βορειοανατολικά, τηνΚεντροαφρικανική Δημοκρατίαστα ανατολικά καιτηνΙσημερινή Γουινέα, τηνΓκαμπόνκαιτηΔημοκρατία του Κονγκόστα νότια. Στα δυτικά βρέχεται από τονΑτλαντικό ωκεανό. Έχει έκταση 475.440 τ.χλμ.και πληθυσμό 28.758.503 κατοίκους,[1] σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση γιατο 2024. Το Καμερούν χαρακτηρίζεται από μεγάλη μορφολογική αλλά και πολιτισμική ποικιλότητα. Στην επικράτειά του υπάρχουν παραλίες, έρημοι, βουνά, τροπικά δάση και σαβάνες καιζουν πάνω από 200 διαφορετικές εθνοτικές και γλωσσικές ομάδες. Πρωτεύουσα είναι ηΓιαουντέκαι μεγαλύτερη πόλη ηΝτουάλα. Επίσημες γλώσσες είναι ταΓαλλικάκαιταΑγγλικά.
Το όνομά του προέρχεται από την ονομασία Rio dos Camarões (Ποταμός των γαρίδων) που έδωσαν στην περιοχή Πορτογάλοι εξερευνητές τον 15ο αιώνα. Τον 19ο αιώνα η ισλαμική εθνοτική ομάδα των Φούλα ίδρυσε τοΕμιράτο Ανταμάουαστα βόρεια της χώρας ενώ άλλες ομάδες ίδρυσαν τα δικά τους βασίλεια στα δυτικά καιτα βορειοδυτικά. Το 1884 το Καμερούν έγινε γερμανική αποικία. Μετά τονΑ΄ Παγκόσμιο Πόλεμοη περιοχή μοιράστηκε μεταξύ ΓαλλίαςκαιΜεγάλης Βρετανίαςστα πλαίσια της Εντολής της Κοινωνίας των Εθνών. Το κόμμα Union des Populations du Cameroun (Ένωση των λαών του Καμερούν) επεδίωξε ανεξαρτησία αλλά τέθηκε εκτός νόμου τη δεκαετία του 1950. Το 1960 το Γαλλικό Καμερούν έγινε ανεξάρτητο ως Δημοκρατία του Καμερούνμε πρόεδρο τονΑχμαντού Αχιτζό. Το νότιο τμήμα του Βρετανικού Καμερούν ενώθηκε μαζί τουτο 1961 σχηματίζοντας τηνΟμοσπονδιακή Δημοκρατία του Καμερούν. Η χώρα έγινε ενιαία δημοκρατία το 1972 και το 1984 μετονομάστηκε σεΔημοκρατία του Καμερούν.
Σε σχέση με άλλες χώρες της Αφρικής το Καμερούν έχει μεγαλύτερη πολιτική και κοινωνική σταθερότητα. Αυτό έχει επιτρέψει την ανάπτυξη της γεωργίας, του μεταφορικού δικτύου αλλά και της βιομηχανίας πετρελαιοειδών και ξυλείας. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού όμως, ιδίως του αγροτικού, εξακολουθεί ναζειστη φτώχεια. Η εξουσία βρίσκεται στα χέρια του προέδρου Πολ Μπιγιάκαιτου κόμματός τουRassemblement démocratique du Peuple Camerounais (Λαϊκό Δημοκρατικό Κίνημα του Καμερούν) καιη διαφθορά είναι εκτεταμένη. Η αγγλόφωνη κοινότητα της χώρας αποξενώνεται από την κυβέρνηση και αγγλόφωνοι πολιτικοί ζητούν μεγαλύτερη αποκέντρωση μέχρι και της απόσχισης των πρώην βρετανικών περιοχών.
Η περιοχή του σημερινού Καμερούν κατοικείται από τηΝεολιθική περίοδο. Τη μακρύτερη συνεχόμενη παρουσία έχουν εθνοτικές ομάδες όπως οιΜπάκα.[5]Ο πολιτισμός Σάο αναπτύχθηκε περίπου το 500 μ.Χ. και έδωσε τη θέση τουστηνΑυτοκρατορία Κανέμκαιτη διάδοχή της Αυτοκρατορία Μπορνού. Διάφοροι τύποι βασιλείων δημιουργήθηκαν στα δυτικά. Σε πολλά απ' αυτά ο ανώτερος άρχοντας έχει τον παραδοσιακό καμερουνέζικο τίτλο τουΦον.
Πορτογάλοι ναυτικοί έφτασαν στις ακτές της περιοχής το 1472. Παρατήρησαν αφθονία σε γαρίδες και καραβίδες στον ποταμό Wouri, τον οποίο ονόμασαν Rio dos Camarões (Ποταμός των γαρίδων). Από αυτή τη φράση προέκυψε η σύγχρονη ονομασία του Καμερούν. Κατά τους επόμενους αιώνες αναπτύχθηκε το εμπόριο μεταξύ των Ευρωπαίων καιτων λαών που ζούσαν κοντά στις ακτές, ενώ χριστιανοί ιεραπόστολοι προχώρησαν στην ενδοχώρα. Στις αρχές του 19ου αιώνα ιδρύθηκε στον βορρά τοΕμιράτο Ανταμάουα, όταν οΜοντίμπο Αντάμα οδήγησε τους στρατιώτες της ισλαμικής φυλής τωνΦούλασετζιχάντ εναντίον αλλόθρησκων πληθυσμών. Αυτό είχε ως συνέπεια σημαντική ανακατανομή πληθυσμού, καθώς οι λαοί που εγκατέλειψαν την περιοχή μετακινήθηκαν στον νότο.[6]
Αποικιακή ιστορία
Γερμανικό Καμερούν - Kamerun
Βρετανικό Καμερούν - Cameroons
Γαλλικό Καμερούν - Cameroun
Δημοκρατία του Καμερούν
Το 1884 ηΓερμανική Αυτοκρατορία ίδρυσε στην περιοχή αποικία και ξεκίνησε να καταλαμβάνει εδάφη προς την ενδοχώρα. Οι Γερμανοί έκαναν έργα γιανα βελτιώσουν την υποδομή της αποικίας, βασιζόμενοι σε ένα σκληρό σύστημα καταναγκαστικής εργασίας.[7] Μετά την ήττα της Γερμανίας στονΑ΄ Παγκόσμιο Πόλεμοη περιοχή εντάχθηκε στηνΕντολή της Κοινωνίας των Εθνώνκαι μοιράστηκε μεταξύ ΓαλλίαςκαιΜεγάλης Βρετανίαςτο 1919. Το Βρετανικό Καμερούν περιελάμβανε δύο περιοχές, το Νότιο και Βόρειο Καμερούν. Οι Γάλλοι ενοποίησαν την οικονομία της περιοχής τους μετην οικονομία της Γαλλίας[8]και βελτίωσαν τις υποδομές με επενδύσεις, εξειδικευμένους εργάτες καιτην πρακτική της καταναγκαστικής εργασίας.[7]Οι Βρετανοί διοικούσαν τη δική τους περιοχή από τη γειτονική Νιγηρία. Οι κάτοικοι θεωρούσαν ότι αυτό τους καθιστούσε μια παραμελημένη «αποικία της αποικίας». Νιγηριανοί μετανάστες συνέρρευσαν στο υπό βρετανική διοίκηση Νότιο Καμερούν, τερματίζοντας το καθεστώς καταναγκαστικής εργασίας, αλλά παράλληλα εξοργίζοντας τους γηγενείς πληθυσμούς.[9]Η Εντολή της Κοινωνίας των Εθνών μετατράπηκε σεΣυμβούλιο Κηδεμονιώντο 1946 και το ζήτημα της ανεξαρτησίας έγινε πιεστικό στο Γαλλικό Καμερούν.[8]Η Γαλλία έθεσε εκτός νόμου τοπιο ριζοσπαστικό πολιτικό κόμμα, την «Ένωση των πληθυσμών του Καμερούν» (Union des Populations du Cameroun - UPC) στις 13 Ιουλίου 1955. Αυτό προκάλεσε μια μακρά περίοδο ανταρτοπόλεμου καιτη δολοφονία του ηγέτη του κόμματος Ruben Um Nyobé.[10]Στο Βρετανικό Καμερούν αμφιταλαντεύονταν ανάμεσα στην ενοποίηση μετο γαλλικό τμήμα καιτην προσάρτηση στη Νιγηρία.
Την 1η Ιανουαρίου 1960 το Γαλλικό Καμερούν κέρδισε την ανεξαρτησία του από τη Γαλλία υπό τον πρόεδρο Αχμαντού Αχιτζό. Την 1η Οκτωβρίου 1961 ενοποιήθηκε μετο μέχρι πρότινος υπό βρετανική διοίκηση Νότιο Καμερούν, σχηματίζοντας τηνΟμοσπονδιακή Δημοκρατία του Καμερούν. Ο Αχίτζο χρησιμοποίησε τον συνεχιζόμενο πόλεμο μετο UPC καιτον φόβο εθνοτικών συγκρούσεων γιανα συγκεντρώσει εξουσίες στην προεδρία και συνέχιζε νατο κάνει ακόμα και μετά την καταστολή του UTC το 1971.[10]Το πολιτικό του κόμμα, η Εθνική Ένωση του Καμερούν (Cameroon National Union - CNU), έγινε το μόνο νόμιμο την 1η Σεπτεμβρίου 1966 και το 1972 καταργήθηκε τοομοσπονδιακό σύστημα υπέρ μιας ενιαίας δημοκρατίας με πρωτεύουσα τηΓιαουντέ.[11]Η οικονομική πολιτική του Αχίτζο ήταν μια μίξη καπιταλιστικών και σοσιαλιστικών πρακτικών. Έδωσε προτεραιότητα στη γεωργική παραγωγή καιστην εκμετάλλευση κοιτασμάτων πετρελαίου. Η κυβέρνηση χρησιμοποίησε τα έσοδα από το πετρέλαιο γιατη δημιουργία εθνικού αποθέματος, γιανα πληρώσει τους αγρότες καινα χρηματοδοτήσει μεγάλα αναπτυξιακά έργα. Ο Αχίτζο διόρισε ξένους συμβούλους γιανα διευθύνουν προγράμματα, πολλά από τα οποία απέτυχαν.[12]
Ο Αχίτζο παραιτήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1982 και σύμφωνα μετο Σύνταγμα τον διαδέχθηκε ο τότε πρωθυπουργός Πολ Μπιγιά. Ωστόσο ο Αχίτζο διατήρησε τον έλεγχο του κόμματος CNU και επιχείρησε να διοικήσει τη χώρα από το παρασκήνιο μέχρις ότου ο Μπιγιά καιοι σύμμαχοί τουτον πίεσαν να παραιτηθεί. Στην αρχή της προεδρίας τουο Μπιγιά κινήθηκε προς μία πιο δημοκρατική διακυβέρνηση, ένα όμως αποτυχημένο πραξικόπημα τον ώθησε πιο κοντά στον τρόπο ηγεσίας του προκατόχου του.[13]Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 ξέσπασε οικονομική κρίση, ως αποτέλεσμα των διεθνών οικονομικών συνθηκών και της χρόνιας διαφθοράς, κακοδιαχείρισης και ευνοιοκρατίας. Το Καμερούν δέχτηκε εξωτερική βοήθεια και προχώρησε σε περικοπές δαπανών και ιδιωτικοποιήσεις κρατικών βιομηχανιών. Τον Δεκέμβριο του 1990 το Καμερούν επέστρεψε στο πολυκομματικό σύστημα και από τότε αγγλόφωνες ομάδες ζητούν περισσότερη αυτονομία, με ορισμένες από αυτές να τάσσονται υπέρ της πλήρους απόσχισης και της δημιουργίας ανεξάρτητου κράτους μετο όνομα Δημοκρατία της Αμπαζονία.[14]Τον Φεβρουάριο του 2008 το Καμερούν αντιμετώπισε το χειρότερο ξέσπασμα βίας για 15 χρόνια όταν η απεργία ενός συνδικάτου κλιμακώθηκε σε βίαιες διαμαρτυρίες σε 31 δήμους.[15]
Το πολίτευμα του Καμερούν είναι Προεδρική ΔημοκρατίακαιΠρόεδρος από το1982 είναι οΠολ Μπιγιά. Ο Πρόεδρος του Καμερούν έχει ευρείες εξουσίες πουτου επιτρέπουν να διαμορφώνει πολιτική, να διοικεί τις κυβερνητικές υπηρεσίες και τις ένοπλες δυνάμεις, να διαπραγματεύεται καινα επικυρώνει συνθήκες καθώς καινα κηρύσσει κατάσταση έκτακτης ανάγκης.[16][17]Ο πρόεδρος διορίζει κυβερνητικούς λειτουργούς σε όλα τα επίπεδα, από τονΠρωθυπουργό (που επίσημα θεωρείται ο αρχηγός της κυβέρνησης), τους περιφερειακούς κυβερνήτες αλλά καιτα μέλη δημοτικών συμβουλίων σε μεγάλες πόλεις. Ο πρόεδρος εκλέγεται από τον λαό για θητεία επτά χρόνων. Σε μικρές πόλεις ο δήμαρχος καιοι δημοτικοί σύμβουλοι είναι αιρετοί.
Το Καμερούν αντιμετωπίζει έντονο πρόβλημα διαφθοράς, σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης. Το 1997 ιδρύθηκαν γραφεία καταπολέμησης της διαφθοράς σε 29 υπουργεία, αλλά μόνο το 25% απ' αυτά λειτούργησαν,[18]καιτο 2007 ηΔιεθνής Διαφάνεια κατέταξε το Καμερούν 138ο ανάμεσα σε 163 χώρες στον Δείκτη Αντίληψης γιατη Διαφθορά.[19]Τον Ιανουάριο του 2006 ο πρόεδρος Μπιγιά ξεκίνησε μια νέα δράση εναντίον της διαφθοράς υπό την εποπτεία τουΕθνικού Παρατηρητηρίου Ενάντια στη Διαφθορά.[18]
Το νομικό σύστημα του Καμερούν βασίζεται στο γαλλικό αστικό δίκαιο με επιρροές από το κοινό δίκαιο. Ανκαικατ' όνομα ανεξάρτητη, η δικαιοσύνη υπάγεται στο κυβερνητικό Υπουργείο Δικαιοσύνης.[16]Ο πρόεδρος διορίζει δικαστές σε όλα τα επίπεδα. Το δικαστικό σώμα διαιρείται επίσημα σε πρωτοβάθμια δικαστήρια, εφετεία καιτο Ανώτατο Δικαστήριο. Η Εθνοσυνέλευση εκλέγει τα εννέα μέλη του Ανώτερου Δικαστηρίου, ένα ειδικό δικαστήριο που δικάζει υψηλόβαθμα μέλη της κυβέρνησης που κατηγορούνται ότι διέπραξαν εσχάτη προδοσία ή ότι έβλαψαν την εθνική ασφάλεια.
Διεθνείς οργανώσεις γιατα ανθρώπινα δικαιώματα καταγγέλλουν ότι η αστυνομία καιο στρατός κακοποιούν ή και βασανίζουν κατηγορούμενους για ποινικά αδικήματα, μέλη μειονοτήτων, ομοφυλόφιλους και πολιτικούς ακτιβιστές.[20][21]Οι κρατούμενοι στις φυλακές συνωστίζονται καιδεν έχουν επαρκή πρόσβαση σε τροφή και ιατρική περίθαλψη.[20][22] Επίσης καταγγέλλεται ότι στις φυλακές που διοικούνται από τους τοπικούς άρχοντες του βορρά κρατούνται πολιτικοί αντίπαλοι με εντολή της κυβέρνησης.[21] Ωστόσο από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 έχει αυξηθεί ο αριθμός των αστυνομικών και χωροφυλάκων που διώκονται για κατάχρηση εξουσίας.[22]
Η Εθνοσυνέλευση ασκεί τη νομοθετική εξουσία. Το νομοθετικό σώμα αποτελείται από 180 μέλη που εκλέγονται για πενταετή θητεία και συνεδριάζουν τρεις φορές τον χρόνο. Οι νόμοι ψηφίζονται κατά πλειοψηφία. Η Εθνοσυνέλευση σπάνια τροποποιεί ή απορρίπτει τη νομοθεσία που προτείνει ο Πρόεδρος.[16]Το Σύνταγμα του 1996 θεσπίζει και ένα δεύτερο κοινοβουλευτικό σώμα, την 100-μελή Γερουσία, η οποία όμως δεν έχει μέχρι στιγμής λειτουργήσει.[23]Η κυβέρνηση αναγνωρίζει την εξουσία τοπικών αρχόντων και αρχηγών φυλών να κυβερνούν σε τοπικό επίπεδο καινα επιλύουν διαφορές, αρκεί οι αποφάσεις τους ναμην είναι αντίθετες μετην εθνική νομοθεσία.[24]
Το κόμμα του Προέδρου Πολ Μπιγιά Λαϊκό Δημοκρατικό Κίνημα του Καμερούν ήταν το μόνο νόμιμο μέχρι τον Δεκέμβριο του 1990. Από τότε έχουν ιδρυθεί πολλά τοπικά και εθνοτικά κόμματα. Αξιωματική αντιπολίτευση είναι τοΣοσιαλιστικό Δημοκρατικό Μέτωπο (Social Democratic Front) το οποίο έχει μεγάλη επιρροή κυρίως στις αγγλόφωνες περιοχές και αρχηγός του είναι οΤζονΦρουΝτι (John Fru Ndi).[25]Ο Μπιγιά καιτο κόμμα του έχουν διατηρήσει τον έλεγχο στην προεδρία καιτην Εθνοσυνέλευση, αλλά οι πολιτικοί τους αντίπαλοι καταγγέλλουν αδικίες.[14] Διεθνείς οργανώσεις ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση καταστέλλει τις ελευθερίες των οπαδών της αντιπολίτευσης απαγορεύοντας τις διαδηλώσεις και τις συγκεντρώσεις τους και συλλαμβάνοντας πολιτικούς αρχηγούς και δημοσιογράφους.[21]
Το Καμερούν είναι μέλος τόσο της Κοινοπολιτείας όσο και της Γαλλοφωνίας. Στην εξωτερική πολιτική παραδοσιακός σύμμαχός της είναι η Γαλλία.[26]Η άμυνα της χώρας εξακολουθεί να εξαρτάται από τη Γαλλία, αλλά σε μειούμενο βαθμό.[16]
Ο Μπιγιά έχει διένεξη μετην κυβέρνηση της Νιγηρίαςγιατην κατοχή της χερσονήσου Μπακάσι (Bakassi) αλλά και είχε προσωπική αντιπαλότητα μετον Πρόεδρο της ΓκαμπόνΟμάρ Μπονγκό.[25] Ωστόσο σημαντικότερη απειλή θεωρείται η πιθανότητα εμφυλίου πολέμου, καθώς οι εντάσεις μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων και μεταξύ αγγλόφωνων και γαλλόφωνων παραμένουν σε υψηλά επίπεδα.[27]
Το Καμερούν έχει έκταση 475.442 τετραγωνικών χιλιομέτρωνκαι είναι η 54η χώρα στον κόσμο σε έκταση. Δυτικά βρέχεται από τονΑτλαντικό ωκεανόκαι ειδικότερα από τονΌρμο του Μπόνιπου είναι τμήμα τουΚόλπου της Γουινέας. Στην ταξιδιωτική λογοτεχνία συχνά ονομάζεται «Αφρική σε μικρογραφία» καθώς περιλαμβάνει ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα από τα πολλά διαφορετικά φυσικά τοπία όλης της ηπείρου: ακτές, ερήμους, βουνά, τροπικά δάση και σαβάνες.[28] Συνορεύει μετηΝιγηρίαστα δυτικά, τοΤσαντστα βορειοανατολικά, τηνΚεντροαφρικανική Δημοκρατίαστα ανατολικά καιτηνΙσημερινή Γουινέα, τηνΓκαμπόνκαιτηΔημοκρατία του Κονγκόστα νότια.
Το Καμερούν διαιρείται σε πέντε μείζονες γεωγραφικές ζώνες με διακριτά χαρακτηριστικά φυσικής μορφολογίας, κλίματος και βλάστησης. Μια παράκτια πεδινή ζώνη εκτείνεται προς το εσωτερικό της χώρας σε βάθος 15 με 150 χιλιομέτρων[29]και έχει μέσο υψόμετρο 90 μέτρων.[30] Αυτή η ζώνη έχει κλίμα ζεστό και υγρό, μεμια πολύ σύντομη ξηρή περίοδο, καταλαμβάνεται από πυκνά δάση και δέχεται βροχόπτωση από τις μεγαλύτερες στον κόσμο.[31][32] Ένα τμήμα αυτής της περιοχής ανήκει στο ευρύτερο οικοσύστημα τωνΠαράκτιων δασών Κρος-Σανάγκα-Μπιόκο (Cross-Sanaga-Bioko).
Μετά την παράκτια ζώνη προς το εσωτερικό της χώρας εκτείνονται ταΥψίπεδα του Νότιου Καμερούνμε μέσο υψόμετρο 650 μέτρων.[33] Καταλαμβάνονται από ισημερινά τροπικά δάση με εναλλαγή υγρής και ξηρής περιόδου, πουτα καθιστούν λιγότερο υγρά απ' αυτά της ακτής. Αυτή τη περιοχή είναι τμήμα του οικοσυστήματος τωνΠαράκτιων Δασών Ισημερινού Ατλαντικού.
Μια ακανόνιστη σειρά από βουνά, λόφους και οροπέδια, γνωστή ως Οροσειρά του Καμερούν, εκτείνεται από τοΌρος Καμερούν κοντά στην ακτή, ένα ενεργό ηφαίστειο όπου βρίσκεται το υψηλότερο σημείο της χώρας στα 4.095 μέτρα,[34] μέχρι σχεδόν τηλίμνη Τσαντστο βορειότερο άκρο της χώρας. Αυτή η περιοχή απολαμβάνει ένα ήπιο κλίμα, ειδικά στα δυτικά υψίπεδα, παρόλο πουη βροχόπτωση είναι υψηλή. Τα εδάφη της είναι από ταπιο γόνιμα του Καμερούν, ιδίως γύρω από το ηφαιστειακό Όρος Καμερούν.[34]Στην περιοχή βρίσκονται ηφαιστειογενείς λίμνες. Από μία από αυτές, τη λίμνη Νιός, αναδύθηκε στις 21 Αυγούστου 1986 μεγάλη ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα που προκάλεσε τον θάνατο μεταξύ 1.700 και 2.000 ανθρώπων.[35]ΤοΠαγκόσμιο Ταμείο γιατη Φύση έχει οριοθετήσει αυτή την περιοχή ως το οικοσύστημα Δασών των Υψιπέδων του Καμερούν, μετο Όρος Καμερούν να εξετάζεται ξεχωριστά, καθώς ως ενεργό ηφαίστειο έχει διαφορετικό περιβάλλον από τα υπόλοιπα βουνά της περιοχής.
Στα βόρεια της χώρας βρίσκεται τοΟροπέδιο Ανταμάουα, το οποίο σχηματίζει ένα φυσικό σύνορο μεταξύ βορρά και νότου. Το μέσο υψόμετρο είναι 1.100 μέτρα[33]καιη θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ 22 °C και 25 °C με υψηλά επίπεδα βροχόπτωσης.[36] Ακόμα πιο βόρεια, ανάμεσα στο οροπέδιο Ανταμάουα καιτη λίμνη Τσαντ εκτείνεται μια πεδινή περιοχή με μέσο υψόμετρο από 300 ως 350 μέτρα.[34] Καλύπτεται από χαμηλή βλάστηση και σαβάνες. Είναι μια άγονη περιοχή με χαμηλή βροχόπτωση και υψηλή διάμεση θερμοκρασία.
Το Καμερούν έχει τέσσερις λεκάνες απορροής. Στον νότο, οι μεγαλύτεροι ποταμοί είναι οι Ntem, Nyong, Sanaga και Wouri. Ρέουν προς τα νοτιοδυτικά ή προς τα δυτικά και εκβάλουν στον Κόλπο της Γουινέας. Οι ποταμοί Dja και Kadéï ρέουν νοτιοανατολικά και καταλήγουν στονποταμό Κονγκό. Στο βόρειο Καμερούν ο ποταμός Bénoué ρέει βόρεια και δυτικά και εκβάλλει στονΝίγηρα. Ο ποταμός Logone ρέει βόρεια και καταλήγει στη λίμνη Τσαντ, την οποία το Καμερούν μοιράζεται με τρεις γειτονικές χώρες.
Το Σύνταγμα διαιρεί το Καμερούν σε 10 ημι-αυτόνομες περιφέρειες, οι οποίες διοικούνται από ένα αιρετό περιφερειακό συμβούλιο. Η μετάβαση από επαρχίες σε περιφέρειες έγινε επίσημα με ένα προεδρικό διάταγμα στις 12 Νοεμβρίου 2008.[37] Επικεφαλής της περιφέρειας είναι ο κυβερνήτης, ο οποίος διορίζεται από τον Πρόεδρο. Ο κυβερνήτης είναι υπεύθυνος γιατην υλοποίηση της βούλησης του Προέδρου, την υποβολή εκθέσεων γιατην κατάσταση που επικρατεί στην περιφέρεια, τη διοίκηση των δημόσιων υπηρεσιών, τη διατήρηση της ειρήνης καιτην επίβλεψη των επικεφαλής των μικρότερων διοικητικών μονάδων. Οι κυβερνήτες έχουν ευρείες εξουσίες: μπορούν να διατάξουν προπαγάνδα στην περιοχή καινα καλέσουν τον στρατό, τη χωροφυλακή καιτην αστυνομία.[17]Οι περιφέρειες υποδιαιρούνται σε 58 νομαρχίες (divisions, Γαλλικά départements). Σ' αυτά επικεφαλής είναι ένας διορισμένος από τον Πρόεδρο νομάρχης (prefet), ο οποίος ασκεί τα καθήκοντα του κυβερνήτη σε μικρότερη κλίμακα. Οι νομαρχίες υποδιαιρούνται περαιτέρω σε δήμους (arrondissements, επικεφαλής sous-prefet). Η μικρότερη διοικητική μονάδα είναι οι περιοχές (districts), οι οποίες υπάρχουν σε δήμους και περιφέρειες που έχουν δύσκολη πρόσβαση.
Στον βορρά βρίσκονται οι περιφέρειες Απώτερου Βορρά (Extrême Nord), Βορρά (Nord) καιΑνταμάουα (Adamaoua). Νότια τους οι περιφέρειες Κέντρου (Centre) καιΑνατολής (Est). Η περιφέρεια Νότου (Sud) βρίσκεται στον Κόλπο της Γουινέας και περιλαμβάνει μέρος των νότιων συνόρων της χώρας. Το δυτικό Καμερούν χωρίζεται σε τέσσερις περιφέρειες. Η περιφέρεια Λιτοράλ (Littoral) καιηΝοτιοδυτική περιφέρεια (Sud-Ouest) βρίσκονται στις ακτές, ενώ ηΒορειοδυτική (Nord-Ouest) καιΔυτική (Ouest) βρίσκονται στα δυτικά υψίπεδα. Η Βορειοδυτική καιη Νοτιοδυτική περιφέρεια άνηκαν στη βρετανική αποικία, οι υπόλοιπες περιφέρειες στη γαλλική.
Το Καμερούν έχει πληθυσμό 28.758.503 κατοίκους,[1] σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση γιατο 2024. Ο πληθυσμός είναι νέος σε ηλικία, κατ' εκτίμηση το 42,34% είναι κάτω από 15 και το 96,89% κάτω από 65 (2020) και παρουσιάζει αυξητική τάση με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 2,77% το 2021. Ο ρυθμός γεννήσεων εκτιμάται σε 35,91 ανά 1000 ανθρώπους καιο ρυθμός θανάτων σε 7,93 ανά χίλιους ανθρώπους το 2021.[23]
Ο πληθυσμός του Καμερούν είναι σχεδόν ισόποσα μοιρασμένος σε αστικό και αγροτικό.[39]Η πυκνότητα πληθυσμού είναι υψηλότερη στα μεγάλα αστικά κέντρα, τα δυτικά υψίπεδα καιτα βορειοανατολικά πεδινά.[40]ΟιΝτουάλα, ΓιαουντέκαιΓκαρούα είναι οι μεγαλύτερες πόλεις. Αντίθετα το Οροπέδιο Ανταμάουα, η λεκάνη Bénoué στα νοτιοανατολικά καιτο μεγαλύτερο μέρος των Υψιπέδων Νότιου Καμερούν είναι αραιοκατοικημένα.[41] Πληθυσμοί από τα πυκνοκατοικημένα δυτικά υψίπεδα καιτον υπανάπτυκτο βορρά μετακινούνται προς την ακτή καιτα αστικά κέντρα για εύρεση εργασίας.[42]Σε μικρότερο βαθμό πληθυσμοί αναζητούν εργασία σε μονάδες επεξεργασίας ξυλείας και φυτείες στα νότια καιτα ανατολικά.[43]Σε εθνικό επίπεδο η αναλογία των φύλων είναι ισόρροπη, όμως επειδή οι εσωτερικοί μετανάστες είναι κατά κύριο λόγο άντρες σε κάποιες περιοχές η αναλογία διαταράσσεται.[44]
Σπίτια της φυλής Musgum στην Περιφέρεια Απώτερου Βορρά
Στο Καμερούν εφαρμόζεται καιη μονογαμία καιη πολυγαμία καιοι οικογένειες έχουν πολλά μέλη.[45]Στον βορρά οι γυναίκες φροντίζουν το σπίτι καιοι άντρες είναι κτηνοτρόφοι ή αγρότες. Στον νότο οι γυναίκες καλλιεργούν προϊόντα γιατην τροφή της οικογένειας καιοι άντρες παρέχουν το κρέας ή καλλιεργούν προϊόντα προς πώληση. Η καμερουνέζικη κοινωνία είναι πατριαρχική καιη καταπίεση καιη βία ενάντια των γυναικών είναι συνηθισμένη.[21][22][46]
Στο Καμερούν εκτιμάται ότι ζουν περισσότερες από 200 διαφορετικές εθνοτικές και γλωσσικές ομάδες, μετον ακριβή αριθμό να κυμαίνεται ανάμεσα σε 230 και 282.[47][48]Το Οροπέδιο Ανταμάουα είναι ένα φυσικό σύνορο πουσε γενικές γραμμές τις χωρίζει σε βόρειες και νότιες ομάδες. Στον βορρά ζουν ομάδες σουδανέζικης εθνοτικής καταγωγής, οι οποίες συγκεντρώνονται στα κεντρικά υψίπεδα και στις βόρειες πεδιάδες, καθώς και ομάδες Φουλά, οι οποίες έχουν παρουσία σε όλες τις περιοχές του βόρειου Καμερούν. Ένας μικρός αριθμός από Άραβες Shuwa (Baggara) ζουν κοντά στη λίμνη Τσαντ. Το νότιο Καμερούν κατοικείται από γλωσσικές ομάδες ΜπαντούκαιΗμί-Μπαντού. Οι ομιλούντες τις Μπαντού κατοικούν στις παράκτιες και στις ισημερινές ζώνες, ενώ οι ομιλούντες τις Ημί-Μπαντού στα δυτικά λιβάδια. Περίπου 5.000 Πυγμαίοιζουν περιπλανώμενοι στα νοτιοανατολικά και παράκτια τροπικά δάση ή κατοικούν σε μικρούς οικισμούς κατά μήκος των δρόμων.[49]Η μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα αλλοδαπών είναι Νιγηριανοί, κυρίως της φυλής Ίγκμπο.[50]Το 2008 στο Καμερούν ζούσαν περίπου 91.900 πρόσφυγες και αιτούντες ασύλου. Απ' αυτούς περίπου 65.200 ήρθαν από τηνΚεντροαφρικανική Δημοκρατία, εκτοπισμένοι κυρίως λόγω του πολέμου,[51] 20.000 από τοΤσαντκαι 3.000 από τη Νιγηρία.[52] Από το 2005 έχουν αυξηθεί οι απαγωγές Καμερουνέζων από Κεντροαφρικανούς ληστές.[53]
Επίσημες γλώσσες είναι ταΓαλλικάκαιταΑγγλικάπου εισήχθησαν κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας. Διαιρούν τον πληθυσμό σε αγγλόφωνο, περίπου το ένα πέμπτο του συνολικού με παρουσία στα νοτιοδυτικά καιτα βορειοδυτικά, καισε γαλλόφωνο στο υπόλοιπο της χώρας.[54]Μια αγγλική κρεολική γλώσσα (Cameroonian Pidgin English) χρησιμοποιείται ως lingua franca, ειδικά στις περιοχές που ήταν αποικία των Βρετανών.[55]Μια μίξη αυτής της γλώσσας μετα αγγλικά καιτα γαλλικά (Camfranglais) αναπτύσσεται στα αστικά κέντρα από τα μέσα της δεκαετίας του 1970.[56][57]
Το Καμερούν έχει μεγάλη θρησκευτική πολυμορφία καιοι κάτοικοι απολαμβάνουν μεγάλο βαθμό θρησκευτικής ελευθερίας.[22]Το 40% του πληθυσμού ασπάζεται αυτόχθονες θρησκείες, το 40% ασπάζεται τονΧριστιανισμόκαιτο 20% τοΙσλάμ.[23]Οι χριστιανοί συγκεντρώνονται κυρίως στις νότιες και δυτικές περιοχές. Οι μουσουλμάνοι βρίσκονται σε μεγάλους αριθμούς σε όλες τις περιοχές αλλά συγκεντρώνονται κυρίως στον βορρά. Παρατηρείται μεγάλη εσωτερική μετανάστευση. Οι μεγάλες πόλεις έχουν σημαντικούς πληθυσμούς καιτων δύο θρησκειών, με τζαμιά και εκκλησίες συχνά να βρίσκονται κοντά μεταξύ τους.[58]
Οι αγγλόφωνες περιοχές στα δυτικά είναι κατά κύριο λόγο προτεσταντικές, ενώ οι γαλλόφωνες στα δυτικά καιτα νότια κατά κύριο λόγο καθολικές. Οι εθνοτικές ομάδες του νότου ασπάζονται χριστιανικά καιανιμιστικά δόγματα ή ένα συγκρητικό συνδυασμό καιτων δύο. Διαδεδομένη είναι η πίστη στη μαγεία, πουη κυβέρνηση απαγορεύει.[59] Ύποπτοι για μαγεία συχνά υπόκεινται σε βία του όχλου.[22]
Στις βόρειες περιοχές κυρίαρχη εθνοτική ομάδα είναι οι ως επί το πλείστον μουσουλμάνοι Φουλά, αλλά κάποιες ομάδες διατηρούν τα ανιμιστικά πιστεύω τους και αποκαλούνται Κιρντί από τους Φουλά (που σημαίνει παγανιστέςστη γλώσσα τους). Η εθνοτική ομάδα Μπαμούμ στα δυτικά είναι επίσης κατά κύριο λόγο μουσουλμανική. Οι παραδοσιακές αυτόχθονες θρησκείες εξασκούνται σε αγροτικές περιοχές σε όλη τη χώρα, αλλά σπάνια στις πόλεις, εν μέρει επειδή πολλές απ' αυτές έχουν έναν εγγενή τοπικό χαρακτήρα.[58]
Επίσης, σε όλη τη χώρα υπάρχουν 37.844 Μάρτυρες του Ιεχωβά[60]και 1.359 Μορμόνοι της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών[61].
Χορευτές Μπάκα υποδέχονται επισκέπτες στην Ανατολική Περιφέρεια
Κάθε μία από τις εθνοτικές ομάδες του Καμερούν έχει τις δικές της πολιτιστικές παραδόσεις. Τα έθιμα περιλαμβάνουν γιορτές για γεννήσεις, θανάτους, σπορά, συγκομιδή και θρησκευτικές τελετές.
Η μουσική καιο χορός είναι αναπόσπαστο κομμάτι των καμερουνέζικων γιορτών, κοινωνικών εκδηλώσεων αλλά και της διήγησης ιστοριών.[62]Οι παραδοσιακοί χοροί είναι πολύ χορογραφημένοι και ξεχωρίζουν τους άντρες και τις γυναίκες ή απαγορεύουν εντελώς το ένα φύλο.[63]
Υπάρχουν χοροί για διάφορους σκοπούς, από την απλή διασκέδαση μέχρι τη θρησκευτική τελετουργία.[64] Παραδοσιακά η μουσική μεταδίδεται προφορικά. Σεμια τυπική εκτέλεση μια χορωδία τραγουδιστών ακολουθεί έναν σολίστα.[65]Η μουσική υπόκρουση μπορεί να είναι απλώς παλαμάκια ή χτύπημα των ποδιών,[66] ενώ παραδοσιακά όργανα που χρησιμοποιούνται περιλαμβάνουν κουδούνια που φορούν χορευτές, τύμπανα, φλάουτα, κόρνες, κουδινίστρες, γκουίρο, έγχορδα, σφυρίχτρες και ξυλόφωνα, μετον ακριβή συνδυασμό να διαφέρει ανάλογα μετην εθνοτική ομάδα καιτην περιοχή. Κάποιοι μουσικοί ερμηνεύουν ολόκληρα τραγούδια μόνοι τους, με συνοδεία ενός οργάνου που μοιάζει με άρπα.[65][67]
Η μουσική του Καμερούν περιλαμβάνει πολλά διαφορετικά μουσικά είδη, όπως ambasse bey, assiko, mangambeuκαιtsamassi.[68]Η νιγηριανή μουσική έχει επηρεάσει τους αγγλόφωνους καμερουνέζους μουσικούς καιτο τραγούδι «Sweet Mother» του Νιγηριανοκαμερουνέζου Prince Nico Mbarga είναι ένα από τα δημοφιλέστερα αφρικανικά τραγούδια.[69]Τα δύο πιο δημοφιλή είδη είναι ταmakossaκαιbikutsi. Το makossa αναπτύχθηκε στην Ντουάλα και αναμιγνύει παραδοσιακή μουσική, highlife, σόουλ και μουσική του Κονγκό (soukous). Καλλιτέχνες όπως οι Manu Dibango, Francis Bebey, Moni Bilé, και Petit-Pays έκαναν το είδος γνωστό σε όλο τον κόσμο τις δεκαετίες του 70 και του 80. Το bikutsi ξεκίνησε ως πολεμική μουσική των Ewondo. Καλλιτέχνες όπως η Anne-Marie Nzié το ανέπτυξαν σε δημοφιλή χορευτική μουσική τη δεκαετία του 40, ενώ οι Mama Ohandja και Les Têtes Brulées το πρόβαλαν διεθνώς κατά τις δεκαετίες 60, 70 και 80.[70]
Η κουζίνα ποικίλει ανάλογα μετην περιοχή, αλλά σε όλη τη χώρα συνηθίζεται ένα μεγάλο, ενός πιάτου, απογευματινό γεύμα. Ένα τυπικό πιάτο μπορεί να περιέχει τάρο, καλαμπόκι, μανιόκα, κεχρί, μπανάνες μούσα, πατάτες, ρύζι, ή γιαμ συχνά χτυπημένο σε κους κους. Σερβίρεται με σάλτσα, σούπα ή στιφάδο χορταρικών, φυστίκια, φοινικέλαιο ή άλλα συστατικά.[71]Η προσθήκη κρέατος ή ψαριού είναι δημοφιλής αλλά και ακριβή.[72]Τα πιάτα είναι συνήθως πολύ ζεστά και καρυκεύονται με αλάτι, κόκκινη πιπεριά και ζωμό.[73] Παραδοσιακά ποτά που συνοδεύουν το γεύμα είναι νερό, κρασί από φοινικόδεντρα και μπύρα από κεχρί, ανκαιη μπύρα, το κρασί καιτα αναψυκτικά γίνονται επίσης δημοφιλή. Μαχαιροπίρουνα υπάρχουν αλλά συνήθως το φαγητό τρώγεται μετο δεξί χέρι. Το πρωινό αποτελείται από περισσεύματα ψωμιού και φρούτων με καφέ ή τσάι. Μικρά και πρόχειρα γεύματα επίσης συνηθίζονται, ειδικά στις μεγάλες πόλεις όπου πωλούνται από πλανόδιους πωλητές.[74]
Μια γυναίκα πλέκει ένα καλάθι κοντά στη λίμνη Όσα στην Περιφέρεια Λιτοράλ
Παραδοσιακές τέχνες ασκούνται σε όλη τη χώρα για εμπορικούς, διακοσμητικούς και θρησκευτικούς σκοπούς. Ιδιαίτερα συνηθισμένη είναι η παραγωγή ξυλόγλυπτων και γλυπτών.[75]Ο υψηλής ποιότητας πηλός των δυτικών υψιπέδων είναι κατάλληλος για αγγειοπλαστική.[64] Άλλες τέχνες που ασκούνται είναι καλαθοπλεκτική, χειροτεχνίες με χάντρες, χαλκό και μπρούντζο, σκάλισμα και ζωγραφική σε κολοκύθα, κέντημα και κατασκευή δερμάτινων. Στο χτίσιμο των σπιτιών γίνεται χρήση τοπικά διαθέσιμων υλικών καιοι κατασκευές ποικίλουν, από προσωρινές κατασκευές με ξύλο και φύλλα της φυλής Mbororo μέχρι τα ορθογώνια σπίτια από λάσπη και άχυρα των φυλών του νότου. Όλο καιπιο συχνά χτίζονται κατοικίες από υλικά όπως τσιμέντο και κασσίτερος.[76]
Η λογοτεχνία καιο κινηματογράφος του Καμερούν επικεντρώνεται τόσο σε ευρωπαϊκά όσο και αφρικάνικα θέματα. Συγγραφείς της εποχής της αποικιοκρατίας, όπως ο Louis-Marie Pouka καιο Sankie Maimo, έλαβαν εκπαίδευση από ευρωπαϊκές ιεραποστολές και υποστήριξαν την αφομοίωση του Καμερούν μετον δυτικό κόσμο.[77] Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, συγγραφείς όπως ο Mongo Beti καιο Ferdinand Oyono ανέλυσαν και επέκριναν την αποικιοκρατία και απέρριψαν την αφομοίωση.[78][79] Λίγο μετά την ανεξαρτησία κινηματογραφιστές όπως ο Jean-Paul Ngassa καιη Thérèse Sita-Bella καταπιάστηκαν με παρόμοια θέματα.[80]Τη δεκαετία του 1960 ο Mongo Beti και άλλοι συγγραφείς ασχολήθηκαν μετημετα-αποικιοκρατική εποχή, τα προβλήματα ανάπτυξης της Αφρικής καιτην ανάκτηση της αφρικανικής ταυτότητας. Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 οι σκηνοθέτες Jean-Pierre Dikongué Pipa και Daniel Kamwa ασχολήθηκαν μετη σύγκρουση μεταξύ παραδοσιακής καιμετα-αποικιοκρατικής κοινωνίας. Στις επόμενες δεκαετίες ο κινηματογράφος καιη λογοτεχνία επικεντρώθηκε περισσότερο σε αποκλειστικά καμερουνέζικα θέματα.[81]
Ο αθλητισμός υποστηρίζεται έντονα σε όλες του τις μορφές με εθνική πολιτική. Παραδοσιακά αθλήματα είναι οι αγώνες με κανό καιη πάλη, ενώ εκατοντάδες δρομείς συμμετέχουν στον ετήσιο, μήκους 40 χλμ. «Αγώνα Ελπίδας του Όρους Καμερούν».[82]Το Καμερούν είναι μία από τις λίγες τροπικές χώρες που έχουν πάρει μέρος σεΧειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες. Το εθνικό σπορ της χώρας όμως είναι τοποδόσφαιρο. Υπάρχουν πάρα πολλά ερασιτεχνικά σωματεία, οργανωμένα κατά εθνοτικές ομάδες ή υποστηριζόμενα από εταιρικούς χορηγούς. Η εθνική ομάδα είναι πάρα πολύ πετυχημένη καιστοΜουντιάλ του 1990 έφτασε μέχρι τα προημιτελικά. Έχει κερδίσει τέσσερις φορές τοΚύπελλο Εθνών Αφρικήςκαιτο χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς του 2000.[83]
Το Καμερούν είναι μία από τις ισχυρότερες οικονομίες της Υποσαχάριας Αφρικής μετο κατά κεφαλήν ΑΕΠ (σε Ισοτιμία Αγοραστικής Δύναμης) να εκτιμάται γιατο 2009 στα 2.147 δολάρια ΗΠΑ.[3]Οι σημαντικότερες εξαγωγικές αγορές είναι η Γαλλία, Ιταλία, Νότια Κορέα, Ισπανία καιτο Ηνωμένο Βασίλειο.[23]Το Καμερούν είναι μέλος της Τράπεζας των κρατών της Κεντρικής Αφρικής (BEAC), της Οικονομικής και Τελωνειακής Ένωσης της Κεντρικής Αφρικής (UDEAC) καιτουΟργανισμού γιατην Εναρμόνιση του Δικαίου των Επιχειρήσεων στην Αφρική (OHADA).[84] Νόμισμα είναι τοΦράγκο CFA Κεντρικής Αφρικής. Η γραφειοκρατία, οι υψηλοί φόροι καιη διαφθορά έχουν εμποδίσει την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα. Το 2001 η ανεργία ήταν κατ' εκτίμηση 30% και υπολογίζεται ότι περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας.[85] Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 το Καμερούν ακολουθεί προγράμματα της Παγκόσμιας ΤράπεζαςκαιτουΔιεθνούς Νομισματικού Ταμείουγιατη μείωση της φτώχειας, την ιδιωτικοποίηση βιομηχανιών καιτην αύξηση της οικονομικής ανάπτυξης.[16]Ο τουρισμός είναι ένας αναπτυσσόμενος τομέας, ιδιαίτερα στην παράκτια περιοχή, γύρω από το Όρος Καμερούν, καιστον βορρά.
Οι φυσικοί πόροι του Καμερούν είναι κατάλληλοι γιατην ανάπτυξη της γεωργίας και της δενδροκαλλιέργειας. Εκτιμάται ότι το 70% του πληθυσμού είναι αγρότες καιτο 2006 η γεωργία αποτελούσε το 45,2% τουΑΕΠ.[23]Οι περισσότεροι αγρότες καλλιεργούν γιατην οικογενειακή τους κατανάλωση με απλά εργαλεία. Πωλούν το πλεόνασμα της παραγωγής τους, ενώ κάποιοι διατηρούν ξεχωριστές εκτάσεις για εμπορική εκμετάλλευση. Στα αστικά κέντρα η παροχή τροφίμων βασίζεται ιδιαίτερα στη γεωργία σε μικρή κλίμακα. Το έδαφος καιτο κλίμα των παράκτιων περιοχών ευνοούν την καλλιέργεια μπανανιάς, κακαόδεντρου, ααβόρας, δέντρου καουτσούκ και τσαγιού. Στα Υψίπεδα του Νότιου Καμερούν παράγονται για εμπορική εκμετάλλευση καφές, ζάχαρη και ταμπάκο, στα δυτικά υψίπεδα καφές ενώ στον βορρά οι φυσικές συνθήκες ευνοούν καλλιέργειες όπως βαμβάκι, φιστίκι και ρύζι. Η εξάρτηση από τις εξαγωγές γεωργικών προϊόντων καθιστούν την οικονομία του Καμερούν ευάλωτη στις μεταβολές των τιμών τους.[23]
Η κτηνοτροφία ασκείται σε όλη τη χώρα. Η αλιεία απασχολεί περίπου 5.000 άτομα και παράγει 20.000 τόνους θαλασσινών τον χρόνο. Το κυνήγι, από παλιά βασικό είδος διατροφής για τις αγροτικές περιοχές, σήμερα είναι δημοφιλές στα αστικά κέντρα. Το εμπόριο κρέατος θηραμάτων έχει σήμερα ξεπεράσει την αποψίλωση των δασών ως η κύρια απειλή γιατην άγρια ζωή στο Καμερούν.
Τα τροπικά δάση στον νότο έχουν τεράστια αποθέματα ξυλείας και υπολογίζεται ότι καλύπτουν το 37% της συνολικής έκτασης της χώρας. Ωστόσο μεγάλες περιοχές του δασών δεν έχουν εύκολη πρόσβαση. Στην υλοτομία δραστηριοποιούνται κυρίως ξένες εταιρίες καιο τομέας παρέχει στην κυβέρνηση έσοδα 60 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑτον χρόνο. Υπάρχουν αυστηροί νόμοι γιατην ασφαλή και βιώσιμη εκμετάλλευση των δασών, στην πράξη όμως ο κρατικός έλεγχος είναι ανεπαρκής.
Η βιομηχανία παρήγαγε το 16,1% τουΑΕΠτο 2006.[23]Το 75% της βιομηχανικής παραγωγής συγκεντρώνεται στην Ντουάλα καιτην Bonabéri. Το Καμερούν έχει σημαντικά αποθέματα ορυκτών πόρων, τους οποίους όμως δεν εκμεταλλεύεται σε μεγάλη έκταση.[16]Η παραγωγή πετρελαίου έχει πέσει από το 1985, παραμένει όμως ένας σημαντικός τομέας καιοι πτώσεις στην τιμή του έχουν μεγάλη επίπτωση στην οικονομία. Οι ποταμοί στον νότο έχουν σημεία ορμητικής ροής και καταρράκτες που επιτρέπουν τη δημιουργία υδροηλεκτρικών εργοστασίων, μέσω των οποίων καλύπτεται το μεγαλύτερο μέρος των ενεργειακών αναγκών της χώρας. Το μεγαλύτερο υδροηλεκτρικό εργοστάσιο βρίσκεται στον ποταμό Sanaga. Η υπόλοιπη ενέργεια παράγεται από θερμικές μονάδες πετρελαίου. Ωστόσο μεγάλο μέρος της χώρας παραμένει χωρίς αξιόπιστη πηγή ενέργειας.
Οι μεταφορές στο Καμερούν είναι συχνά δυσχερείς. Οι δρόμοι που συνδέουν τις μεγάλες πόλεις είναι σχετικά καλοί, έχουν μια λωρίδα κυκλοφορίας καιγιατη διέλευσή τους χρεώνονται διόδια. Οι υπόλοιποι δρόμοι δεν συντηρούνται επαρκώς και είναι εκτεθειμένοι στις κακές καιρικές συνθήκες, καθώς μόνο το 10% του οδικού δικτύου είναι ασφαλτοστρωμένο.[23]Η οδήγηση γίνεται στα δεξιά. Συχνά στήνονται οδοφράγματα από αστυνομικούς και χωροφύλακες με σκοπό την είσπραξη δωροδοκιών από τους ταξιδιώτες.[86]Οι ληστείες στον δρόμο, που από καιρό παρεμποδίζουν την κυκλοφορία κατά μήκος των ανατολικών και δυτικών συνόρων, έχουν αυξηθεί στα ανατολικά λόγω της περαιτέρω αποσταθεροποίησης της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας.[53]Οι μεγάλες πόλεις συνδέονται με γραμμές υπεραστικών λεωφορείων που εκμεταλλεύονται πολλές ιδιωτικές εταιρίες. Ανκαιτα λεωφορεία σπάνια τηρούν το χρονοδιάγραμμα, καθώς περιμένουν να πωληθούν όλα τα εισιτήρια γιανα αναχωρήσουν, είναι το δημοφιλέστερο μέσο μεταφοράς. Το σιδηροδρομικό δίκτυο είναι κρατικό και εκτείνεται από την Kumba στα δυτικά ως στο Bélabo στα ανατολικά καιτη Ngaoundéré στον βορρά. Υπάρχουν δύο διεθνή αεροδρόμια στην Ντουάλα καιτην Γκαρουά καθώς και ένα μικρότερο στη Γιαουντέ. Το αεροδρόμιο της Bamenda έχει κλείσει. Το κύριο θαλάσσιο λιμάνι της χώρας είναι στην Ντουάλα, στις εκβολές του ποταμού Wouri. Στον βορρά ο ποταμός Bénoué είναι εποχικά πλωτός από την Γκαρουά ως το εσωτερικό της Νιγηρίας.
↑ 22,022,122,222,322,4«Cameroon». 2006 Country Reports on Human Rights Practices. U.S. Department of State - Υπουργείο Εξωτερικών ΗΠΑ. 6 Μαρτίου 2007. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2009.
↑ 58,058,1«Cameroon». International Religious Freedom Report 2007. U.S. Department of State - Υπουργείο Εξωτερικών ΗΠΑ. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2009.
↑Volet, Jean-Marie (10 Νοεμβρίου 2006). «Cameroon Literature at a glance». Reading women writers and African literatures. Ανακτήθηκε στις 20 Οκτωβρίου 2009.
DeLancey, Mark W., and Mark Dike DeLancey (2000): Historical Dictionary of the Republic of Cameroon (3rd ed.). Lanham, Maryland: The Scarecrow Press.
Fitzpatrick, Mary (2002). "Cameroon." Lonely Planet West Africa, 5th ed. China: Lonely Planet Publications Pty Ltd.
Fomensky, R., M. Gwanfogbe, and F. Tsala, editorial advisers (1985) Macmillan School Atlas for Cameroon. Malaysia: Macmillan Education Ltd.
Geschiere, Peter (1997). The Modernity of Witchcraft: Politics and the Occult in Postcolonial Africa. Charlottesville: University Press of Virginia.
Gwanfogbe, Mathew, Ambrose Meligui, Jean Moukam, and Jeanette Nguoghia (1983). Geography of Cameroon. Hong Kong: Macmillan Education Ltd.
Hudgens, Jim, and Richard Trillo (1999). West Africa: The Rough Guide. 3rd ed. London: Rough Guides Ltd.
MacDonald, Brian S. (1997). "Case Study 4: Cameroon", Military Spending in Developing Countries: How Much Is Too Much? McGill-Queen's University Press.
Mbaku, John Mukum (2005). Culture and Customs of Cameroon. Westport, Connecticut: Greenwood Press.
Neba, Aaron (1999). Modern Geography of the Republic of Cameroon, 3rd ed. Bamenda: Neba Publishers.
Nkolo, Jean-Victor, and Graeme Ewens (2000). "Cameroon: Music of a Small Continent". World Music, Volume 1: Africa, Europe and the Middle East. London: Rough Guides Ltd.
West, Ben (2004). Cameroon: The Bradt Travel Guide. Guilford, Connecticut: The Globe Pequot Press Inc.