Γεννήθηκε στο χωριό ΠαρσάςτουΛασιθίουΚρήτηςκαι προερχόταν από πολύτεκνη οικογένεια. Πέρασε τα μαθητικά του χρόνια στη γενέτειρά τουκαιστην Ιεράπετρα και αργότερα σπούδασε από το 1889 έως το 1891 στην Ιερατική Σχολή τουΠαναγίου Τάφου[3]. Το1891ο ηγούμενος της Μονής Βηθλεέμκαι Αρχιεπίσκοπος Θαβωρίου, Σπυρίδων, τον χειροτόνησε διάκονοκαιτον ονόμασε Μελέτιο. Συνέχισε τις σπουδές τουστη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού στα Ιεροσόλυμα όταν η Σχολή επαναλειτούργησε το1893. Αποφοίτησε το1900 ως αριστούχος.
Στα1903 ορίστηκε Αρχιγραμματέας τουΠατριαρχείου Ιεροσολύμωνκαι φρόντισε γιατην αναδιοργάνωση του πατριαρχικού τυπογραφείου καιτην έκδοση του περιοδικού «Νέα Σιών» το1904. Ίδρυσε νέα σχολεία και αναδιοργάνωσε τα υπάρχοντα ενώ πέτυχε να απονέμεται δίπλωμα στους αποφοίτους της Θεολογικής Σχολής των Ιεροσολύμων ακόμη κιανδε χειροτονούνταν ιερείς. Αντιμετώπισε τη «Ντουχόβναγια Μίσσια» (Πνευματική Αποστολή), ρωσική οργάνωση που ασκούσε ανθελληνική προπαγάνδα, ίδρυσε την Πρακτική Σχολή στην Ιόπη και ενίσχυσε την κυκλοφορία διδακτικών βιβλίων. Ακόμη φρόντισε γιατην ενίσχυση των οικονομικών του Πατριαρχείου. Το1907 μετείχε ως εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων σε συνάντηση μετον εκπρόσωπο τουοικουμενικού θρόνουκαι μετέπειτα Οικουμενικό Πατριάρχη, Βασίλειο, μητροπολίτη Αγχιάλου, καιτονΠατριάρχη Αλεξανδρείας Φώτιο, γιατην αντιμετώπιση του αρχιεπισκοπικού ζητήματος της Κύπρου. Ο νόμος που τελικά ψηφίστηκε είχε βασιστεί σε έκθεση που συνέταξε ο Μεταξάκης καιη οποία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της κυπριακής κυβέρνησης. Στη συνάντηση εκείνη και τις διάφορες συνομιλίες που είχε τότε μετον Πατριάρχη Φώτιο αποφάσισαν την υλοποίηση δύο εκδόσεων τουΠατριαρχείου Αλεξανδρείας, των περιοδικών «Εκκλησιαστικός Φάρος» και «Πάνταινος».
Το1910 εξελέγη Μητροπολίτης Κιτίου της Εκκλησίας της Κύπρου. Συνέταξε τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Κύπρουκαι ίδρυσε το περιοδικό «Εκκλησιαστικός Κήρυξ», το όποιο συνέχισε να εκδίδει και αργότερα στηνΑθήνακαιτηΝέα Υόρκη. Συνέστησε το Παγκύπριο Ιερόδιδασκαλείο τον Οκτώβριο του1910καιτο Εμπορικό Λύκειο Λάρνακας. Το1912 - 1913 ταξίδεψε στην Αθήνα όπου συνεργάστηκε μετονΊωνα Δραγούμηκαι επιτροπή του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών γιατην εξεύρεση λύσης στα ζητήματα που είχαν προκύψει μετά την απόδοση περιοχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ελλάδα, τηΣερβίακαιτηΒουλγαρία, ενώ συνέταξε την έκθεση της επιτροπής. Με άρθρα τουστονΕκκλησιαστικό Κήρυκατο1914θα εναντιωθεί σε κάθε πρόωρη προσάρτηση των Μητροπόλεων των απελευθερωμένων περιοχών, για λόγους εθνικής σκοπιμότητας: φοβόταν την αποδυνάμωση τουΠατριαρχείου, στο οποίο αναγνώριζε εθναρχικό ρόλο[4].
ΤονΜάρτιοτου1918 διαδέχθηκε τονΘεόκλητο Α'στηΑρχιεπισκοπή Αθηνών, όπου παρέμεινε δύο έτη. Προϊόν απροκάλυπτης επέμβασης της Βενιζελικής παράταξης τόσο η απομάκρυνση του πρώτου, όσο καιη τοποθέτηση του δεύτερου, ο Μελέτιος είχε προταθεί από τον στενό συνεργάτη τουΒενιζέλουΑνδρέα Μιχαλακόπουλο από τονΝοέμβριοτου1916[α]. Έτσι η διορισμένη από την κυβέρνηση Βενιζέλου Σύνοδος έθεσε στις 26 Φεβρουαρίου1918 ζήτημα πλήρωσης της θέσεως της Μητρόπολης Αθηνών μετά την απομάκρυνση τουΘεόκλητου Α'. Η Σύνοδος πρότεινε τρία πρόσωπα, μεταξύ των οποίων καιτον Μελέτιο[β]. Ανκαιη Σύνοδος είχε προκρίνει τονΧρυσόστομο Παπαδόπουλο, τελικά επελέγη από την κυβέρνηση ο Μελέτιος. Στο διάστημα αυτό ίδρυσε και νέο περιοδικό, τη «Διδαχή» (1919), ενίσχυσε τη μόρφωση του κλήρου, συνέστησε φιλόπτωχα ταμεία καθώς καιτη «Στέγη της Εκκλησίας», και ακόμη ενδιαφέρθηκε γιατην ελληνική διασπορά στις Η.Π.Α, όπου και περιόδευσε το1918. Η άνοδος του Μελέτιου σηματοδότησε επίσης τη στενή προσέγγιση μετηνΑγγλικανική Εκκλησία, κάτι το οποίο επιδοκίμαζε η κυβέρνηση[7].
Μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρώνκαιστο πλαίσιο των εορτασμών της, προσκάλεσε στην Αθήνα Αρχιερείς των λεγομένων «Νέων Χωρών» και απέστειλαν από κοινού επιστολή στον τοποτηρητή του Οικουμενικού Θρόνου, Προύσης Δωρόθεο, προτρέποντάς τοννα τερματίσει τη χηρεία καινα συγκαλέσει τη Σύνοδο προς εκλογή νέου Οικουμενικού Πατριάρχη[8]. Στις 16 Νοεμβρίου1920, με βασιλικό διάταγμα, απομακρύνθηκε από τον θρόνο και επανήλθε σε αυτόν οΘεόκλητος, η καθαίρεση του οποίου θεωρήθηκε αντισυνταγματική και αντικανονική[9]. Κατόπιν αυτού, ο Μελέτιος έφυγε στην Αμερική (Φεβρουάριος 1921). Οργάνωσε την Ελληνορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Βορείου και Νοτίου Αμερικής και ίδρυσε το Ελληνοαμερικανικό Σεμινάριο του Αγίου Αθανασίου.
Η Σύνοδος υπό την προεδρία τουΘεόκλητου Α' ζήτησε τη διενέργεια ανακρίσεων εις βάρος του, κατόπιν μήνυσης του καθηγητή Παύλου Καρολίδη «επί αμαρτήμασιν εναντίον των υπερτάτων θετικών νόμων της Πολιτείας»[10]. Την ίδια περίοδο ήταν πιθανή η εκλογή τουστον Πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούποληςκαιη κίνηση της Συνόδου αποσκοπούσε στονα «λειτουργήσει αποτρεπτικά στα σχέδιά τουγιατον πατριαρχικό θρόνο[10]». Πριν από την πατριαρχική εκλογή τουη Σύνοδος δεν προχώρησε σε καταδίκη του, προκειμένου ναμην πολώσει το κλίμα στην Κωνσταντινούπολη και εκλεγεί από αντίδραση.
Στις 25 Νοεμβρίου/8 Δεκεμβρίου1921 διεξήχθησαν εκλογές γιατην πλήρωση του Οικουμενικού Θρόνου, ο οποίος διατελούσε σε χηρεία από την παραίτηση του προκατόχου του, Γερμανού Ε΄, τον Οκτώβριο του 1918[11]. Οι εκλογές διεξήχθησαν σε κλίμα έντασης, πόλωσης, και διαξιφισμών καιμε αυστηρά μέτρα ασφαλείας. Αναμείχθηκαν σε αυτές πολιτικές δυνάμεις της Ελλάδας, που τότε βρισκόταν σεδιχασμό, μετην βενιζελική πτέρυγα να επιθυμεί την εκλογή του Μελετίου καιτην βασιλική να προσπαθεί με κάθε τρόπο νατην αποτρέψει[12].
Τελικά ο Μελέτιος εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης και ήταν ο τελευταίος που εξελέγη σύμφωνα με τους Γενικούς Κανονισμούς. Η εκλογή τουδεν αναγνωρίστηκε από τηνσε δύσκολη θέση ευρισκόμενη Υψηλή Πύλη, ενώ καιη Ελληνική Κυβέρνηση θεώρησε την εκλογή του ως «μη υπάρξασα», αρνούμενη μάλιστα νατου παράσχει διαβατήριο γιανα μεταβεί από τις ΗΠΑ, όπου βρισκόταν, στην Κωνσταντινούπολη[13]. Η Ιερά Σύνοδος στηνΑθήνα απήγγειλε νέες κατηγορίες σε βάρος του Μελετίου, η μία από τις οποίες ήταν «επί επιβάσει εις τον Μητροπολιτικό θρόνον Αθηνών και χρήσει προς τούτο κοσμικής καιδη επαναστατικής εξουσίας κατά παράβασιν τωνΙ. Κανόνων»[14][15]. Κατόπιν, τον δίκασε καιτον καταδίκασε ερήμην σε καθαίρεση και ισόβια εξορία στη Μονή Αγίου Δημητρίου Στροφάδων Ζακύνθου[16]. Τελικά, μέσω Λονδίνου και Παρισίων, όπου είχε συναντήσεις με πολιτικούς παράγοντες, ο Μελέτιος έφτασε στην Κωνσταντινούπολη στις 24 Ιανουαρίου1922[17].
Μετά τηνΜικρασιατική Καταστροφή, την παραίτηση τουβασιλιά ΚωνσταντίνουκαιτηνΑνακωχή των Μουδανιών (11 Οκτωβρίου 1922), η Ελληνική Κυβέρνηση αναγνώρισε την εκλογή του. Ακολούθησε ηΕκκλησία της Ελλάδος, η οποία ανακάλεσε την απόφαση περί καθαίρεσης, καιοι υπόλοιπες Εκκλησίες. Παρέμεινε στον Θρόνο για 17 μήνες. Με ενέργειές του υπήγαγε στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου τις ελληνορθόδοξες Εκκλησίες Ευρώπης, ΑμερικήςκαιΑυστραλίας, και επίσης τις Εκκλησίες Τσεχοσλοβακίας, ΕσθονίαςκαιΦινλανδίας. Ίδρυσε τη Μητρόπολη Θυατείρων καιτην Εξαρχία Δυτικής Ευρώπης με έδρα τοΛονδίνο (Απρίλιος 1922). Αναγνώρισε τις αγγλικανικές χειροτονίες και προχώρησε στη μεταρρύθμιση του ημερολογίου.
Φωτογραφία του νεκρού Μελετίου Μεταξάκη από την εφημερίδα Ακρόπολις, 29 Ιουλίου 1935
Μετά την επικράτηση τουΜουσταφά Κεμάλκαι κατά τις διαπραγματεύσεις για υπογραφή της συνθήκης της Λωζάνης, κατά τις οποίες συζητούνταν ακόμη καιτο ενδεχόμενο απομάκρυνσης του Πατριαρχείου από την Κωνσταντινούπολη, βρέθηκε σε δυσχερή θέση. Στις 10 Ιουλίου1923 κατέφυγε στοΆγιο Όρος, από όπου υπέβαλε την παραίτησή του στις 20 Σεπτεμβρίου1923. Το1924 αποσύρθηκε στην Κηφισιά Αττικής.
Στις 20 Μαΐου1926 εξελέγη Πατριάρχης Αλεξανδρείας διαδεχόμενος τονΦώτιο. Επί των ημερών τουτο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας υιοθέτησε τογρηγοριανό ημερολόγιο, το οποίο δεν δεχόταν ο προκάτοχός του. Επίσης συνετάγησαν, επικυρώθηκαν και εφαρμόσθηκαν πολλοί νέοι κανονισμοί που αφορούσαν την εκλογή Πατριάρχη, τη συνοδική οργάνωση, την ευταξία του κλήρου καιτην οικονομική διαχείριση (μεταξύ αυτών: «Οργανικός Νόμος του Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας», «Οργανισμός των Δικαστηρίων του Πατριαρχικού Θρόνου Αλεξανδρείας καιηπαρ' αυτοίς ισχύουσα Δικονομία» και «Διάταξις περί γάμου και διαζυγίου»). Ίδρυσε το Ιεροδιδασκαλείο του Αγίου Αθανασίου, αναδιοργάνωσε το πατριαρχικό τυπογραφείο και ενίσχυσε τα θρησκευτικά σωματεία, ρύθμισε ζητήματα κανονικού δικαίου, ίδρυσε τρεις νέες μητροπόλεις και περιόδευσε σε πολλές περιοχές της Αφρικής.
Ο Μελέτιος ήταν ο πρώτος Πατριάρχης Αλεξανδρείας που διεκδίκησε και έλαβε τον τίτλο «και πάσης Αφρικής». Ήταν αυτός που άρχισε την οργάνωση της σύγχρονης ορθόδοξης ιεραποστολής στην αφρικανική ήπειρο, ενώ μετην ειδική διάταξη «περί του Συνταγματίου των Μητροπόλεων» ορίσθηκαν οι εννέα εκκλησιαστικές επαρχίες του Θρόνου.
Το1930 ηγήθηκε της ορθόδοξης αντιπροσωπείας στο συνέδριο του Λάμπεθ της Αγγλικανικής Εκκλησίας. Πέθανε αιφνιδίως στις 28 Ιουλίουτου1935στη Ζυρίχη[18]και ετάφη στις 2 Αυγούστου στο νεκροταφείο του Αγίου Γεωργίου στο Κάιρο[19].
↑Στέφανος Εμ. Μπλαζαντωνάκης. «Ο γιος του βοσκού»(PDF). meletiosmetaxakis.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο(PDF) στις 16 Ιανουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 24 Απριλίου 2020.
Στέφανος Εμ. Μπλαζαντωνάκης. «Ο γιος του βοσκού»(PDF). meletiosmetaxakis.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο(PDF) στις 16 Ιανουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 24 Απριλίου 2020.