Η Ρωσική Ομοσπονδία δημιουργήθηκε το 1991 ως επακόλουθο της διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης. Έκτοτε, το πολίτευμά της είναι Ημιπροεδρική δημοκρατία κατά το πρότυπο του δυτικού φιλελεύθερου μοντέλου, ανκαι επικριτές της κυβέρνησης υποστηρίζουν ότι επί Πούτιν η χώρα έχει πάρει μια αυταρχική στροφή.[5]
Η Ρωσία εκτείνεται τόσο στηνΑσία όσο καιστηνΕυρώπη, μετο μεγαλύτερο τμήμα αυτής να εκτείνεται στην Ασία (Σιβηρία). Πολιτισμικά όμως είναι πιο κοντά στην Ευρώπη, μετοευρωπαϊκό τμήμα της χώρας να περιλαμβάνει περίπου το 77% του συνολικού πληθυσμού. Η χώρα διαθέτει το μεγαλύτερο απόθεμα πυρηνικών όπλων στον κόσμο, με τις τρίτες υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες. Οι εκτεταμένοι ορυκτοί και ενεργειακοί πόροι της Ρωσίας είναι οι μεγαλύτεροι στον κόσμο και συγκαταλέγεται μεταξύ των κορυφαίων παραγωγών πετρελαίου καιφυσικού αερίου παγκοσμίως. Είναι μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, μέλος της G20, της ΟΣΣ, τωνBRICS, της APEC, τουΟΑΣΕκαιτουΠΟΕ, καθώς καιτο ηγετικό μέλος της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών, τουΟΣΣΑκαι της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης. Η Ρωσία φιλοξενεί επίσης 30 Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Το όνομα Ρωσία προέρχεται από τον λαό των Ρως, ενός μεσαιωνικού λαού, ο οποίος κατά τους ερευνητές είτε συγγένευε με τους σημερινούς Ρώσους (ως ανατολικοί Σλάβοι) είτε συγγένευε με τους Βίκινγκς. Γιανα αποσαφηνιστεί το κράτος που κατοικούσε αυτός ο λαός σε σχέση με άλλους λαούς χρησιμοποιούμε τον όρο Ρως του Κιέβου ή Κιεβινή Ρωσία. Η περιοχή του κράτους των Ρως θεωρείται ότι κατοικήθηκε από τους Βάραγγες (συγγενή λαό των Βίκινγκς).
Μία άλλη λατινική εκδοχή της προέλευσης του ονόματος Ρως ήταν το όνομα Ρουθηνία, το οποίο είχε δοθεί από τους καθολικούς Ευρωπαίους στις νοτιοδυτικές περιοχές του κράτους αυτού[6].
Η ονομασία Ρωσία συναντάται για πρώτη φορά στα έργα «Περί τῆς Βασιλείου Τάξεως» και «Πρὸς τὸν ἴδιον υἱὸν Ρωμανόν» του βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου ως η ελληνική ονομασία του κράτους των Ρως.[7]
Αποτελείται κυρίως από τεράστιες πεδινές περιοχές, στέπεςστα νότια, και πυκνά δάση καιτούνδραστα βόρεια. Οι περιοχές αυτές αποτελούν καιτο 10% των παγκόσμιων αγροτικών εκτάσεων.
Επίσης, δεκάδες χιλιάδες ποτάμια διαρρέουν τη Ρωσία, μετον Βόλγα να είναι τοπιο γνωστό, επειδή είναι το μακρύτερο ποτάμι της Ευρώπης, αλλά καιγιατην ιστορική του σημασία. Μεγαλύτεροι ποταμοί είναι οΒόλγας, οΝτβίνα, οΝτον, οΟμπ, οΓενισέης, οΑγγαράς, οΛέναςκαιοΑμούρ.
Η θέση της Ρωσίας στο βόρειο τμήμα της Ευρασίας προκάλεσε η τοποθέτηση τουστην Αρκτική, πολικού ψύχους, ήπιο και υποτροπικό κλίμα σε ορισμένες ζώνες. Το μεγαλύτερο μέρος του εδάφους της βρίσκεται στην εύκρατη ζώνη. Μια ποικιλία του κλίματος εξαρτάται επίσης από την τοπογραφία καιτην εγγύτητα ή την απόσταση του ωκεανού.
Το τεράστιο μέγεθος της Ρωσίας καιη απόσταση πολλών περιοχών από τη θάλασσα έχει ως αποτέλεσμα την κυριαρχία του υγρού ηπειρωτικού κλίματος, το οποίο υπάρχει σε όλη τη χώρα εκτός από την τούνδρα και τις πιο νοτιοανατολικές περιοχές. Τα βουνά στον νότο εμποδίζουν τη ροή των θερμών αέριων μαζών από τονΙνδικό Ωκεανό, ενώ η πεδιάδα στη δύση καικαιτον βορρά κάνει τη χώρα ανοιχτή σε Αρκτικές και Ατλαντικές επιρροές.[8]
Το μεγαλύτερο μέρος της Βόρειας Ευρωπαϊκής Ρωσίας και της Σιβηρίας έχει υποαρκτικό κλίμα, με ακραίους χειμώνες στις εσωτερικές περιοχές της Βορειοανατολικής Σιβηρίας (κυρίως η Δημοκρατία των Σαχά, όπου ο Βόρειος Πόλος του Κρύου έχει το ρεκόρ χαμηλότερης θερμοκρασίας των -71.3 °C) και υπάρχουν πιο μέτριοι χειμώνες αλλού. Η λωρίδα γης κατά μήκος της ακτής του Αρκτικού Ωκεανού καιτα Ρωσικά Αρκτικά νησιά έχουν πολικό κλίμα.
Το παραλιακό μέρος του Κράι Κρασνοντάρ στη Μαύρη Θάλασσα, πιο αξιοσημείωτα στο Σότσι, έχει υγρό υποτροπικό κλίμα με ήπιους και υγρούς χειμώνες. Σε πολλές περιοχές της Ανατολικής Σιβηρίας και της Άπω Ανατολής, ο χειμώνας είναι ξηρός σε σύγκριση μετο καλοκαίρι. Οι κατακρημνίσεις πέφτουν τον χειμώνα συνήθως ως χιόνι. Η περιοχή μεταξύ του Κάτω Βόλγα και της ακτής της Κασπίας Θάλασσας, καθώς και μερικές περιοχές της νοτιότατης Σιβηρίας, έχουν ημίξηρο κλίμα.
Σε μεγάλο μέρος της χώρας υπάρχουν δύο διαχωριστές εποχές, ο χειμώνας καιτο καλοκαίρι, αφού η άνοιξη καιτο φθινόπωρο είναι συνήθως σύντομες περίοδοι αλλαγής ανάμεσα σε πολύ χαμηλές και πολύ υψηλές θερμοκρασίες.[8]Ο ψυχρότερος μήνας είναι ο Ιανουάριος (στις παράκτιες περιοχές είναι ο Φεβρουάριος) καιο θερμότερος είναι συνήθως ο Ιούλιος. Οι μεγάλες θερμοκρασιακές διαφορές είναι τυπικές. Τον χειμώνα, οι θερμοκρασίες γίνονται ψυχρότερες από τον νότο μέχρι τον βορρά και από τη δύση μέχρι την ανατολή. Τα καλοκαίρια μπορεί να είναι αρκετά ζεστά ακόμη καιστη Σιβηρία.[12]Το ηπειρωτικό εσωτερικό είναι οι ξηρότερη περιοχή.
Κατά τους προϊστορικούς χρόνους οι αχανείς στέπες της νότιας Ρωσίας ήταν τοποθεσία πολλών νομαδικών φυλών, που ασχολούνταν κυρίως μετην κτηνοτροφία. Απομεινάρια αυτών των πολιτισμών της στέπας έχουν ανακαλυφθεί σε μέρη όπως το Ιπάτοβο, τη Σιντάστα, το Αρκάιμ καιτο Παζύρικ[εκκρεμεί παραπομπή].
Στην αρχαιότητα, ηΠοντιακή στέπα ήταν γνωστή ως Σκυθία. Εκεί από τον 8ο αιώνα π.Χ. Έλληνες έμποροι έφεραν τον πολιτισμό τους με τις αποικίες που δημιούργησαν εκεί, όπως στηνΤάναϊς, τηΦαναγορία, τηνΑνάπα, τους Κήπους, την Ερμώνασσα και τις σημαντικές πόλεις στηνΚριμαία. Αργότερα, οιΡωμαίοι εγκαταστάθηκαν στο δυτικό τμήμα της Κασπίας Θάλασσας, όπου ήταν το ανατολικότερο άκρο της αυτοκρατορίας τους. Κατά τον 3ομε 4ο αιώνα μ.Χ. ένα ημιθρυλικό Γοτθικό βασίλειο υπήρχε στη νότια Ρωσία, το οποίο έπειτα κατακλύστηκε από τους Ούννους. Κατά τον 3ομε 6ο αιώνα μ.Χ., τοΒασίλειο του Βοσπόρου, μια Ελληνιστική πολιτεία, η οποία είχε διαδεχθεί τις αρχαίες ελληνικές αποικίες, κατακλύστηκε και αυτό από εισβολές βαρβαρικών νομάδων, όπως ήταν οι Ούννοι καιοιΆβαροι. Τον 10ο αιώνα ένα τουρκικό φύλο, οιΧαζάροι, είχαν τον έλεγχο της περιοχής του νότιου μέρους του ποταμού Βόλγα, ανάμεσα στην Κασπία καιτηΜαύρη Θάλασσα.
Οι πρόγονοι των σύγχρονων Ρώσων ήταν διάφορα Σλαβικά φύλα, των οποίων η αρχική εστία θεωρείται από ορισμένους μελετητές να είναι οι δασικές εκτάσεις των ελών Πινσκ, που βρίσκονται στη σημερινή Λευκορωσία. Οι ανατολικοί Σλάβοι εγκαταστάθηκαν σταδιακά στη δυτική Ρωσία κατά δύο κύματα. Το ένα μετακινήθηκε από τοΚίεβο προς την περιοχή τουΣούζνταλκαιτου Μίρομ, ενώ το δεύτερο από το Πολότσκ της σημερινής Λευκορωσίας προς τοΝόβγκοροντκαιτοΡοστόφ. Από τον 7ο αιώνα και έπειτα, οι ανατολικοί Σλάβοι αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της δυτικής Ρωσίας, καιμε αργά ειρηνικά βήματα αφομοίωσαν τους ιθαγενείς φιννοουγγρικούς λαούς, όπως τους Μερένους, τους Μιρομιανούς και τους Μεσχέρα.
Μετην ίδρυση των πρώτων ανατολικών Σλαβικών κρατιδίων, τον 9ο αιώνα, αφίχθησαν Βάραγγοι, έμποροι, πολεμιστές και έποικοι από την περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας. Κατά κύριο λόγο ήταν οιΔανοί[13]και της Βαλτικής[14], που επιχείρησαν να μετακινηθούν κατά μήκος των πλωτών οδών που συνδέουν την ανατολική Βαλτική μετη Μαύρη Θάλασσα καιτην Κασπία. Σύμφωνα μετο Σλαβικό έργο Πρώτο Χρονικό ένας Βάραγγας του λαού των Ρως, εν ονόματι Ρούρικ, εκλέχτηκε ως κυβερνήτης του Νόβγκοροντ το 862.[15] Κατά το 882 ο διάδοχός του Όλεγκ κατευθύνθηκε νότια και κατέλαβε το Κίεβο από τους Χαζάρους. Οι απόγονοι του Όλεγκ υπέταξαν όλες τις τοπικές ανατολικές Σλαβικές φυλές, διέλυσαν το Χαγανάτο των Χαζάρων, ενώ εξαπέλυσαν πολλές στρατιωτικές επιθέσεις στο Βυζάντιο καιτην Περσία[εκκρεμεί παραπομπή].
Κατά τον 10ο έως τον 11ο αιώνα οι Ρως του Κιέβου κατείχαν ένα από τα μεγαλύτερα καιπιο ευημερή κράτη της Ευρώπης. Στα χρόνια της βασιλείας τουΒλαδίμηρου Α΄ του Μέγα (980-1015) καιτουγιουτουΓιαροσλάβου του Σοφού (1019-1054) το κράτος διανύει τη χρυσή του εποχή, στην οποία δέχτηκε από τους Βυζαντινούς την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη, ενώ δημιουργήθηκε ο πρώτος ανατολικός Σλαβικός γραπτός νομικός κώδικας, ο Ρούσκαγια Πράβντα, καιπουο οποίος επηρεάστηκε έντονα από τη Βυζαντινή νομοθεσία[εκκρεμεί παραπομπή].
Στον 11οκαι 12ο αιώνα, οι συνεχείς επιδρομές από νομαδικές τουρκικές φυλές, όπως οιΚιπτσάκοικαιοιΠετσενέγοι, προκάλεσαν μαζικές μεταναστεύσεις των σλαβικών πληθυσμών σεπιο ασφαλείς, δασώδεις περιοχές στα βόρεια, ιδιαίτερα στην περιοχή που είναι γνωστή ως «Ζαλέσιε». Αυτή η εποχή της φεουδαρχίας και της αποκέντρωσης χαρακτηρίστηκε από τη συνεχή πάλη ανάμεσα στα μέλη της δυναστείας τουΡούρικη οποία κυβέρνησε το κράτος των Ρως του Κιέβου συλλογικά. Σταδιακά η κυριαρχία του Κιέβου εξασθενούσε υπέρ του Πριγκιπάτου Βλαντίμιρ-Σούζνταλ στα βορειοανατολικά, της Δημοκρατίας του Νόβγκοροντστα βορειοδυτικά καιτου Βασιλείου της Γαλικίας- Βολυνίας στα νοτιοδυτικά[16].
Τελικώς το κράτος των Ρως του Κιέβου αποσυντέθηκε, ενώ τελικό χτύπημα σε αυτή την παρακμή ήρθε να δώσει η εισβολή των Μογγόλων το 1237-40, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή του Κιέβου καιτον θάνατο περίπου του μισού πληθυσμού των Ρως. Η ελίτ των εισβολέων Μογγόλων, μαζί με τις υποτελείς σε αυτήν τουρκικές φυλές (Κουμάνοι, Κιπτσάκοι, Βούλγαροι), έμειναν γνωστοί ως Τάταροικαι σχημάτισαν το κράτος της Χρυσής Ορδής, το οποίο λεηλάτησε τα Ρωσικά πριγκιπάτα. Συγκεκριμένα οι Μογγόλοι κυριάρχησαν για πάνω από δύο αιώνες στη συνομοσπονδία της Κουμανίας και της Βουλγαρίας του Βόλγα[εκκρεμεί παραπομπή].
Η Γαλικία-Βολυνία τελικώς αφομοιώθηκε από τηνΠολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία, ενώ οι μογγολικές περιοχές Βλαντίμιρ-Σούζνταλ και Δημοκρατία του Νόβγκοροντ, περιοχές στην περιφέρεια του Κιέβου, έθεσαν τις βάσεις γιατο σύγχρονο ρωσικό έθνος. Το Νόβγκοροντ μαζί μετοΠσκοφ διατήρησαν ενός βαθμού αυτονομία κατά τη διάρκεια της μογγολικής κυριαρχίας και είχαν σε μεγάλο βαθμό γλυτώσει τις θηριωδίες που πραγματοποιούσαν οιΜογγόλοιστην υπόλοιπη χώρα. Με επικεφαλής τον πρίγκιπα Αλέξανδρο Νιέφσκιοι Ρώσοι του Νόβγκοροντ απέκρουσαν εισβολή των Σουηδών στα εδάφη τους, το 1240, καθώς επίσης και τις επιθέσεις των Γερμανών το1242, κατά τηΜάχη των Πάγων, τερματίζοντας τις προσπάθειές τους να αποικίσουν τη βόρεια Ρωσική περιοχή[17][18].
Στις αρχές του 14ου αιώνα, υπό τον πρίγκιπα Δανιήλ της Μόσχας, άρχισε να αναπτύσσεται ραγδαία η περιοχή της Μόσχας, η οποία βρισκόταν στη Ρωσική επιρροή. Έτσι δημιουργήθηκε το Μεγάλο Δουκάτο της Μόσχας (Μοσχοβία). ΗΜόσχα ξεκίνησε να επεκτείνεται απορροφώντας πολλά εδάφη από το πρώην Κράτος των Ρως. Το δουκάτο από τα 20.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα που κατείχε το1300 επεκτάθηκε στα 430.000 το1462, στα 2,8 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα το1533καιστα 5,4 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα 1584.[19]
Η Μοσχοβία παρέμεινε υποτελής στους Μογγόλους-Τατάρους μέχρι το1480, οπότε και νίκησε αποφασιστικά τηΧρυσή Ορδή, με επικεφαλής τονΠρίγκιπα Ιβάν Γ'. Ο Ιβάν Γ' ενίσχυσε σημαντικά το κράτος κατά την 43χρονη παραμονή τουστην εξουσία, ενώ κατάφερε να νικήσει καιτο εχθρικό προς τους Ρώσους Μεγάλο Δουκάτο της Λιθουανίας, ώστε το1503να έχει τριπλασιάσει τα εδάφη της Μοσχοβίας. Ο ίδιος υιοθέτησε τον τίτλο του τσάρου και «Αρχηγού όλων των Ρώσων». Μετον γάμο τουμετηΣοφία Παλαιολογίνα, ανιψιά του τελευταίου Βυζαντινού αυτοκράτορα, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, το κράτος του καθιερώθηκε ως διάδοχο κράτος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ενώ η Μόσχα πήρε τον τιμητικό τίτλο «Τρίτη Ρώμη».[εκκρεμεί παραπομπή] Ταυτόχρονα, υιοθετήθηκε οδικέφαλος αετός ως σύμβολο τωνΡώσων. Ο διάδοχος του Ιβάν Γ', οΒασίλειος Γ', συνέχισε τις στρατιωτικές επιτυχίες κερδίζοντας τοΣμολένσκ από τηΛιθουανίατο1512, επεκτείνοντας έτσι τα σύνορα της Μοσχοβίας στονΔνείπερο ποταμό.[20][21][22]
Το 1547 ο γιος του Βασιλείου Γ', οΙβάν Δ΄, ο επονομαζόμενος Τρομερός, θα στεφθεί Τσάρος (Καίσαρας) της Ρωσίας. Πλέον η περιοχή των Ρώσων είχε πάρει και επίσημα την ονομασία Ρωσία ή Βασίλειο της Ρωσίας. Ο Τσάρος θέσπισε το 1550 ένα νέο νομικό κώδικα, τον Σουμπέμπνικ, και δημιούργησε το πρώτο ρωσικό φεουδαλικό αντιπροσωπευτικό σώμα, ενώ εισήγαγε τον θεσμό της τοπικής αυτοδιοίκησης στις αγροτικές περιοχές. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, ο Ιβάν ο Τρομερός, σχεδόν διπλασίασε την εδαφική έκταση της Ρωσίας, καθώς ενσωμάτωσε πολλά εδάφη των ταταρικών χανάτων. Το βασίλειο, ωστόσο, αντιμετώπισε πολλές προκλήσεις, τόσο στα δυτικά από την Πολωνία, τη Λιθουανία καιτη Σουηδία, όσο καιστα νότια από τοΧανάτο της Κριμαίας. Το1571, σεμια προσπάθεια να επανακτήσουν παλαιά εδάφη τους, οι Τατάροι, μαζί με τους Οθωμανούς συμμάχους τους, εισέβαλαν στην κεντρική Ρωσία και πολιόρκησαν πολλές πόλεις και κάστρα. Τον επόμενο χρόνο, όμως, ο Ιβάν επιστρέφοντας από την εκστρατεία τουστηΣουηδία κατάφερε να κατανικήσει οριστικά τους Οθωμανούς-Τατάρους, εξαλείφοντας κάθε μελλοντική προσπάθειά τους για εισβολή στη Ρωσία.[εκκρεμεί παραπομπή]
Τα έτη 1601 με 1603 η Ρωσία βρέθηκε αντιμέτωπη μετο μεγαλύτερο λιμό της ιστορίας της. Περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού της χώρας (δύο εκατομμύρια περίπου) αφανίστηκε. Την ίδια περίοδο οι Πολωνοί καιοι Λιθουανοί βρήκαν αφορμή ώστε να επιτεθούν από τα δυτικά, καταλαμβάνοντας μεγάλα τμήματα της χώρας, συμπεριλαμβανομένης και της Μόσχας. Η Ρωσία, μάλιστα, από τα προηγούμενα χρόνια βρισκόταν σε καθεστώς ακυβερνησίας και αναρχίας, καθώς μετον θάνατο του τσάρου Θεόδωρος Α' της Ρωσίαςτο 1598 δεν ήταν δυνατόν να εξευρεθεί ο νόμιμος διάδοχος του θρόνου. Τελικώς, η περίοδος των κρίσεων ξεπεράστηκε μετην εκλογή από το ρωσικό κοινοβούλιο τουΜιχαήλ Α' Ρομανόφ ως Τσάρου το 1613. Ένα χρόνο νωρίτερα ομάδες Ρώσων εθελοντών κατάφεραν να νικήσουν τους Πολωνούς και τους ανάγκασαν να εγκαταλείψουν τις θέσεις που είχαν καταλάβει.[23][24]
Η Ρωσία συνέχισε την εδαφική επέκτασή της μέσα στον17ο αιώνα, ενώ βοηθήθηκε σε αυτή την επέκταση από το σλαβικό φύλο τωνΚοζάκων. Οι Κοζάκοι ήταν τότε μια πολιτισμική ομάδα που είχε στρατιωτική δομή και έντονο πολεμικό χαρακτήρα. Το1648οι Κοζάκοι της ανατολικής Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας προχώρησαν σε ένοπλη εξέγερση (Εξέγερση του Χμελνίτσκι) εναντίον των κυριάρχων τους, λόγω της κοινωνικής και θρησκευτικής καταπίεσης. Μετά από την έκκληση των Κοζάκων ο Τσάρος της Ρωσίας δέχτηκε να προσαρτήσει τα εδάφη τους μετη Συνθήκη του Περεγιάσλαφ τον Ιανουάριο του 1654. Ωστόσο, η εμμονή των Πολωνών να παραμένουν σε εδάφη πουδεν κατοικούνταν από τον λαό τους, οδήγησε σε νέο ρωσοπολωνικό πόλεμο. Τελικά, η Ρωσία θα νικήσει τον πόλεμο καιθα επιβάλει τη νέα τάξη των συνόρων, όπου οι περιοχές δυτικά του ποταμού Δνείπερου παρέμεναν στην πολωνική κυριαρχία, ενώ τα εδάφη ανατολικά του ποταμού προσαρτώνταν στη Ρωσία. Αργότερα, τα έτη 1670-1671 ομάδες Κοζάκων με επικεφαλής τονΣτένκα Ράζινθα ξεκινήσουν μια σημαντική εξέγερση γιατην ανεξαρτησία τους, όμως αυτή θα κατασταλεί άμεσα από τα Ρωσικά στρατεύματα.[25][26]
Σταδιακά οι απέραντες εκτάσεις της Σιβηρίας εξερευνούνταν και εποικίζονταν από τους Ρώσους, οι οποίοι αναζητούσαν εμπορεύσιμα ήδη, όπως γούνες και ελεφαντόδοντο. Στα μέσα του 17ου αιώνα είχαν δημιουργηθεί οι πρώτες ρωσικές εγκαταστάσεις στην ανατολική Σιβηρία, στη Χερσόνησο Τσούκτσι, κατά μήκος τουποταμού Αμούρκαι στις ακτές τουΕιρηνικού ωκεανού. Το1648οιΡώσοι Φεντότ Πόποφ και Συμεών Ντεζνιόφ διέσχισαν για πρώτη φορά τονΒερίγγειο Πορθμό, ο οποίος ενώνει τηΒόρεια ΑμερικήμετηνΑσία.[εκκρεμεί παραπομπή]
Το 1721, υπό την ηγεσία τουΜέγα Πέτρου, η Ρωσία ανακηρύχθηκε Αυτοκρατορία το 1721, αποτελώντας έκτοτε μια παγκόσμια δύναμη. Ο Μέγας Πέτρος, που κυβερνούσε από το 1682 έως το 1725, νίκησε τη Σουηδία στονΜεγάλο Βόρειο Πόλεμο, τερματίζοντας την κυριαρχία της στη νοτιοανατολική Βαλτική Θάλασσα. Έτσι, εξασφαλίστηκε το εμπόριο της Ρωσίας στις βόρειες ευρωπαϊκές θάλασσες. Στις ακτές της Βαλτικής, ο Πέτρος, ίδρυσε τη νέα πρωτεύουσα του κράτους, που πήρε το όνομα Αγία Πετρούπολη. Οι συνεχείς μεταρρυθμίσεις του Μεγάλου Πέτρου έφεραν σημαντικές δυτικοευρωπαϊκές πολιτιστικές επιρροές στη Ρωσία.[27][28][29][30]
Κατά τη βασιλεία της κόρης του Πέτρου, της Ελισάβετ, η χώρα συμμετείχε στον Επταετή Πόλεμο (1756–1763). Κατά τη διάρκεια αυτής της σύγκρουσης η Ρωσία κατέκτησε την ανατολική Πρωσία για ένα διάστημα, ενώ κατέλαβε ακόμα καιτο Βερολίνο. Ωστόσο, μετά τον θάνατο της Ελισάβετ, όλες αυτές οι κατακτήσεις επέστρεψαν στο Βασίλειο της Πρωσίας, από τον φιλοπρώσο Πέτρο Γ' της Ρωσίας.[31][32]
Τα έτη της βασιλείας της Μεγάλης Αικατερίνης (Αικατερίνη Β΄), η οποία κυβέρνησε τα έτη 1762–96, η Ρωσία βρέθηκε στο απόγειο της δύναμής της, ενώ η εποχή αυτή έμεινε στην ιστορία ως Εποχή του Ρωσικού Διαφωτισμού. Η Αικατερίνη επέκτεινε τον πολιτικό έλεγχο της Ρωσίας στηνΠολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία, ενώ ενσωμάτωσε το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών της μετά τον διαμελισμό τους ανάμεσα στη Ρωσία, την Πρωσία καιτηνΑυστρία. Έτσι τα σύνορα της Ρωσίας έφτασαν στην Κεντρική Ευρώπη. Στον νότο, μετά από τους νικηφόρους Ρωσοτουρκικούς Πολέμους εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τα ρωσικά εδάφη έφτασαν στηΜαύρη Θάλασσα, ενώ τοΧανάτο της Κριμαίας διαλύθηκε. Οι μάχες εναντίον των Οθωμανών συνεχίστηκαν καιτα επόμενα έτη, καθώς στις αρχές του 19ου αιώνα η Ρωσία έκανε σημαντικές εδαφικές επεκτάσεις στην Υπερκαυκασία. Ο Τσάρος Αλέξανδρος Α' (1801–25) απέσπασε τη Φινλανδία από το αδύναμο βασίλειο της Σουηδίας το 1809 και τηΒεσσαραβία από τους Τούρκους το 1812. Την ίδια περίοδο οι Ρώσοι αποίκισαν τηνΑλάσκαστηΒόρεια Αμερικήκαι δημιούργησαν εγκαταστάσεις έως καιτηνΚαλιφόρνια.[33][34][35][36]
Τα έτη 1803–1806 πραγματοποιήθηκε ο πρώτος Ρωσικός περίπλους της Γης, ενώ ακολουθήθηκε και από άλλα αξιόλογα θαλάσσια εξερευνητικά ταξίδια. Το 1820 μια ρωσική εξερευνητική αποστολή ανακάλυψε την ήπειρο της Ανταρκτικής.[37][38]
Σε συμμαχία με πολλές ευρωπαϊκές χώρες, η Ρωσία, πολέμησε τη Γαλλία του Ναπολέοντα και εμπόδισε την επεκτατικότητά της. Το 1812 η γαλλική προσπάθεια για εισβολή στη Ρωσία απέτυχε καθώς δεν έλαβε υπόψη τον σκληρό ρωσικό χειμώνα καιτην αντίσταση πουθα συναντούσε. Είναι σημαντικό αναφοράς ότι οι Ρώσοι εξαφάνισαν πάνω από το 95% του μεγάλου στρατού τουΝαπολέοντα. Οι Ρώσοι, έπειτα, ηγήθηκαν στην ολοκληρωτική ήττα της Γαλλίας, ενώ μαζί με τους συμμάχους τους τελικώς μπήκαν στο Παρίσι στις 30 Μαρτίου 1814.[39]
Ο τσάρος Αλέξανδρος Α' αντιπροσώπευσε τη Ρωσία στοΣυνέδριο της Βιέννης, το οποίο καθόρισε τον χάρτη της Ευρώπης γιατα επόμενα χρόνια. Αξιωματικοί του ρωσικού στρατού, επηρεασμένοι από τις φιλελεύθερες ιδέες της δημοκρατικής Γαλλίας, προσπάθησαν να ανατρέψουν τις εξουσίες του τσάρου, κατά τη λεγόμενη επανάσταση των Δεκεμβριστών (1825). Στο τέλος της βασιλείας του συντηρητικού τσάρου Νικόλαου Α' (1825–55), η σπουδαία ακμή της ρωσικής δύναμης και επιρροής στην Ευρώπη, διακόπηκε μετην ήττα στονΚριμαϊκό Πόλεμο.[40][41][42]
Ο διάδοχος του Νικόλαου, οΑλέξανδρος Β' (1855–81), θέσπισε σημαντικές αλλαγές στη χώρα, όπως η σπουδαία απόφασή τουτο 1861 για κατάργηση του θεσμού της δουλοπαροικίας. Αυτές οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις έδωσαν κίνητρο γιατην εκβιομηχάνιση και εκσυγχρονισμό του Ρωσικού Στρατού, ο οποίος αργότερα απελευθέρωσε τηΒουλγαρία από τους Οθωμανούς, κατά τονΡωσοτουρκικό Πόλεμο του 1877–78.[εκκρεμεί παραπομπή]
Στα τέλη του19ου αιώνα συνέβησαν πολλά σοσιαλιστικά κινήματα στη Ρωσία, που απαιτούσαν νέες γενναίες μεταρρυθμίσεις. Το 1881 ο τσάρος Αλέξανδρος Β' σκοτώθηκε από αναρχικούς, καιτη θέση του ανέλαβε ο συντηρητικός, αλλά συνάμα φιλειρηνιστής, γιος τουο Αλέξανδρου Γ'(1881–94).[43]Ο τελευταίος τσάρος της Ρωσίας, οΝικόλαος Β' (1894-1917), δεν ήταν σε θέση να εμποδίσει τα γεγονότα της Ρωσικής Επανάστασης του 1905, η οποία προκλήθηκε εξ αφορμής του αποτυχημένου Ρωσοϊαπωνικού Πολέμου, αλλά και εξαιτίας του περιστατικού επίδειξης ωμής βίας από την αυτοκρατορική φρουρά εις βάρος άοπλων πολιτών στηνΑγία Πετρούπολη. Η εξέγερση ήταν προτων πυλών, όμως την καθυστέρησαν οι σημαντικές μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων της χορήγησης ελευθεριών της έκφρασης καιτου συνέρχεσθαι, τη νομιμοποίηση των πολιτικών κομμάτων, καιτη δημιουργία ενός εκλεγμένου νομοθετικού σώματος, την Κρατική Δούμα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Με τις αγρονομικές μεταρρυθμίσεις τουΠιότρ Στολίπιν ένα μεγάλο μέρος αγροτών μετανάστευσε μαζικά και εγκαταστάθηκε στη Σιβηρία. Υπολογίζεται ότι πάνω από τέσσερα εκατομμύρια κάτοικοι έφθασαν στην περιοχή αυτή μεταξύ 1906 και 1914.[44][45]
Το 1914 η Ρωσία μπήκε στονΑ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, προκειμένου να υπερασπιστεί τηΣερβία έναντι της αυστροουγγρικής επίθεσης.[εκκρεμεί παραπομπή] Σύντομα ήρθε σε πολεμική αντιπαράθεση μετηΓερμανίακαιτηΒουλγαρία.[46] Παρότι αρχικά ο ρωσικός στρατός σχεδόν εξαφάνισε τον στρατό της Αυστροουγγαρίας, έπειτα επηρεάστηκε από τη δυσπιστία εναντίον της ηγεσίας της χώρας. Οι αξιωματικοί του ρωσικού στρατού, αλλά και κατώτερες τάξεις του, θεωρούσαν ότι το κόστος του πολέμου ήταν υπερβολικό, ενώ θεωρούσαν ότι υπάκουαν εντολές από μια διεφθαρμένη και προδοτική ηγεσία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την πτώση της απόδοσης στο μέτωπο και ευνόησε το κίνημα πουθα ανέτρεπε την ηγεσία της χώρας καιτο πολίτευμα το1917.[47]
Τον Φεβρουάριο του 1917 ο τσάρος Νικόλαος Β' αναγκάστηκε να παραιτηθεί μετά από αιματηρές ένοπλες συγκρούσεις στην Αγία Πετρούπολη[48]. Ο τσάρος καιη οικογένειά του φυλακίστηκαν και αργότερα εκτελέστηκαν κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου[49]. Η εντολή της δολοφονίας τους δόθηκε από τονΒλαντιμίρ Λένιν, ηγέτη των επαναστατών[50]. Το ζήτημα της συμμετοχής του Λένιν στην εκτέλεση της βασιλικής οικογένειας παραμένει αμφιλεγόμενο. Η μοναρχία αρχικά αντικαταστάθηκε από μια ασταθή συμμαχία πολιτικών κομμάτων, που ονομαζόταν Προσωρινή Κυβέρνηση. Ταυτόχρονα είχε δημιουργηθεί ένα εναλλακτικό σοσιαλιστικό καθεστώς, το Σοβιέτ της Πετρούπολης, το οποίο ασκούσε εξουσία μέσω των δημοκρατικά εκλεγμένων συμβουλίων των εργατών καιτων αγροτών, που ονομάζονταν Σοβιέτ.[51]Η κυριαρχία των νέων αρχών επιδείνωνε την κρίση στη χώρα, αντί νατην περιορίσει. Τελικώς, ηΟκτωβριανή Επανάσταση, με επικεφαλής τον ηγέτη τωνΜπολσεβίκωνΒλαντιμίρ Λένιν, ανέτρεψε την προσωρινή κυβέρνηση και έδωσε πλήρη εξουσία στα Σοβιέτ, με αποτέλεσμα τη δημιουργία του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους στον κόσμο.[52][53]
Μετά τηνΟκτωβριανή Επανάστασηστη Ρωσία ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος μεταξύ του νέου σοβιετικού καθεστώτος μετονΚόκκινο Στρατόκαιτων φιλομοναρχικών αντικομμουνιστών μετον επονομαζόμενο Λευκό Στρατό.[54]Η Ρωσία των Μπολσεβίκων γιανα πετύχει την ειρήνη με τις Κεντρικές Δυνάμεις τουΑ' Παγκοσμίου Πολέμου απεμπόλησε τα κυριαρχικά της δικαιώματα επί των περιοχών της Ουκρανίας, της Πολωνίας, της ανατολικής Βαλτικής και της Φινλανδίας (Συνθήκη Μπρεστ-Λιτόφσκ).[55]Οι δυνάμεις της Συνεννόησης εξαπέλυσαν μια στρατιωτική επιχείρηση υποστήριξης των αντικομμουνιστικών δυνάμεων, η οποία απέτυχε[εκκρεμεί παραπομπή]. Ταυτόχρονα οι Μπολσεβίκοι καιοι δυνάμεις του Λευκού κινήματος εκτελούσαν εκστρατείες εκτοπίσεων και δολοφονιών εναντίον της κάθε μίας, κάτι που έμεινε γνωστό ως Κόκκινος Τρόμος και Λευκός Τρόμος[56][57][58]. Τον Νοέμβριο του1917οι αρχές των Μπολσεβίκων επέτρεψαν τη διεξαγωγή γενικών εκλογών τις οποίες όμως τις έχασαν με συντριπτική διαφορά. Συγκεκριμένα οι κομμουνιστές καιοι σύμμαχοι τους έλαβαν μόλις 16,45% και ήρθαν τρίτοι μετά από τους Συντηρητικούς καιτη συμμαχία τους η οποία κέρδισε τις εκλογές με 46,76% καιτον συνασπισμό των φιλομοναρχικών κομμάτων που εξασφάλισε 36,79%.[59][60][61]. Έπειτα, οι Μπολσεβίκοι κατάργησαν το κοινοβούλιο και απαγόρευσαν όλα τα πολιτικά κόμματα, εκτός από το δικό τους[62]. Μετο τέλος του εμφυλίου πολέμου η ρωσική οικονομία καιοι υποδομές της είχαν υποστεί βαριές ζημιές. Εκατομμύρια άνθρωποι έγιναν πρόσφυγες είτε σε άλλα μέρη της Ρωσίας είτε στο εξωτερικό, ενώ ο ρωσικός λιμός του1921 εξολόθρευσε περίπου 6 εκατομμύρια ζωές.[63]
Μετά τον θάνατο τουΛένιντο 1924, μια τρόικα ορίστηκε γιατη διακυβέρνηση της Σοβιετικής Ένωσης. Ωστόσο, οΙωσήφ Στάλιν, ο εκλεγμένος Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος, κατάφερε να καταστείλει όλες τις ομάδες αντιπολίτευσης μέσα στο κόμμα τουκαινα συγκεντρώσει την εξουσία στα χέρια του. ΟΛέον Τρότσκι, που ήταν ο κύριος υπερασπιστής της επιβολής του παγκόσμιου κομμουνισμού, εξορίστηκε από τη Σοβιετική Ένωση το 1929, έτσι έγινε κύρια γραμμή η ιδέα του Στάλιν για επέκταση του σοσιαλισμού μέσα από μία χώρα, τη Σοβιετική Ένωση. Οι συνεχιζόμενες εσωτερικές διαμάχες του μπολσεβίκικου κόμματος κορυφώθηκαν μετη Μεγάλη Κάθαρση, μια περίοδο μαζικής καταπίεσης (1937-38), στη διάρκεια της οποίας εκτελέστηκαν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων πρωταρχικών μελών του κόμματος και στρατιωτικών ηγετών, που κατηγορούνταν για σενάρια πραξικοπήματος.[66][67][68][69]
Υπό την ηγεσία του Στάλιν η κυβέρνηση καθιέρωσε ένα νέο οικονομικό πλάνο, που περιλάμβανε εκβιομηχάνιση της μέχρι τότε αγροτικής χώρας, και συλλογική οργάνωση της γεωργίας της. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου της ταχείας οικονομικής και κοινωνικής αλλαγής, εκατομμύρια ανθρώπων εστάλησαν σε καταναγκαστικά στρατόπεδα εργασίας, τα λεγόμενα γκουλάγκ, συμπεριλαμβανομένων πολλών πολιτικών που ήταν αντίθετοι μετην εξουσία του Στάλιν. Εκατομμύρια πολιτών μάλιστα εκτοπίστηκαν στα βάθη της Σιβηρίας, με αποτέλεσμα πολλοί από αυτούς να πεθάνουν. Η μεταβατική αποδιοργάνωση της γεωργίας της χώρας, σε συνδυασμό με τις σκληρές πολιτικές του κράτους και της ξηρασίας, οδήγησαν στον λιμό του 1932-1933, με απολογισμό 6 έως 8 εκατομμύρια νεκρούς. Η Σοβιετική Ένωση, ανκαιμε βαρύ τίμημα, μετατράπηκε από μία αγροτική οικονομία σεμια μεγάλη βιομηχανική δύναμη σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα.[70]
Η πολιτική κατευνασμού της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας απέναντι στηΝαζιστική Γερμανία, κατά την προσάρτηση της Αυστρίας και της Τσεχοσλοβακίας, δεν μπόρεσε να αναχαιτίσει την επεκτατικότητα της, ενώ η απειλή πολέμου μετη Σοβιετική Ένωση ήταν πραγματικότητα. Περίπου την ίδια εποχή το Τρίτο Ράιχ θα συμμαχήσει μετηνΑυτοκρατορία της Ιαπωνίας, κύριο εχθρό της ΕΣΣΔστηνΆπω Ανατολή.[εκκρεμεί παραπομπή]
Τον Αύγουστο του 1939 η ηγεσία της ΕΣΣΔ αποφάσισε να συνάψει σύμφωνο μη επίθεσης μετοΤρίτο Ράιχ, έτσι ώστε να διατηρηθεί η ειρήνη ανάμεσα στις δύο χώρες. Έτσι, οι αρμόδιοι υπουργοί των δύο χωρών υπέγραψαν τοΣύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ, και δεσμεύονταν γιατημη επίθεση μεταξύ τους, ενώ διαίρεσαν τις σφαίρες επιρροής τους στην ανατολική Ευρώπη. Έτσι, τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους όταν ο Χίτλερ εισέβαλε στην Πολωνία, σύμμαχο της Γαλλίας και της Βρετανίας, ο Στάλιν έδωσε εντολή να εισβάλουν καιτα Σοβιετικά στρατεύματα, τα οποία προωθήθηκαν μέχρι την περιοχή που είχε οριστεί στο Σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ.[71]
Στις 22 Ιουνίου του 1941, η Γερμανία έσπασε το σύμφωνο μη επίθεσης και εισέβαλε στη Σοβιετική Ένωση μετη μεγαλύτερη καιπιο ισχυρή δύναμη εισβολής στην ανθρώπινη ιστορία, ανοίγοντας το μεγαλύτερο και καθοριστικό κεφάλαιο τουΒ΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Παρά το γεγονός ότι ο γερμανικός στρατός είχε σημαντικές αρχικές νίκες, η προώθησή του σταμάτησε στηΜάχη της Μόσχας. Στη συνέχεια, οι Γερμανοί αντιμετώπισαν μεγάλες ήττες πρώτα στηΜάχη του Στάλινγκρανττον χειμώνα του 1942-43, καιστη συνέχεια στηΜάχη τουΚουρσκτο καλοκαίρι του 1943. Άλλη μία γερμανική αποτυχία σημειώθηκε καιστηΜάχη του Λένινγκραντ, κατά την οποία η πόλη βρισκόταν σε πολιορκία από τις γερμανικές και φινλανδικές δυνάμεις μεταξύ 1941-1944, με αποτέλεσμα η πείνα καιοι ασθένειες να προκαλέσουν πάνω από ένα εκατομμύριο θανάτους. Ωστόσο η πόλη δεν παραδόθηκε. Υπό την αρχιστρατηγία του Στάλιν, η οποία επιβοηθήθηκε από μεγάλους στρατιωτικούς, όπως οΓκεόργκι ΖούκοφκαιοΚονσταντίν Ροκοσόφσκυ, οι σοβιετικές δυνάμεις κατέλαβαν ανατολική Ευρώπη το 1944-1945, ενώ μπήκαν θριαμβευτές στο Βερολίνο τον Μάιο του 1945. Τον Αύγουστο του 1945 ο σοβιετικός στρατός εκδίωξε τους Ιάπωνες από την κινεζική ΜαντζουρίακαιτηΒόρεια Κορέα, συνεισφέροντας στη νίκη των Συμμάχων έναντι της Αυτοκρατορίας της Ιαπωνίας.[72]
Η περίοδος τουΒ’ Παγκοσμίου Πολέμου 1941-1945 έμεινε γνωστή στη Ρωσία ως οΜεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος. Κατά τη διάρκεια αυτής της σύγκρουσης, η οποία περιελάμβανε πολλές από τις πιο θανατηφόρες πολεμικές επιχειρήσεις στην ανθρώπινη ιστορία, ο σοβιετικός στρατός καιοι άμαχοι της χώρας που έχασαν τη ζωή τους έφθασαν τα 10,6 εκατομμύρια καιτα 15,9 εκατομμύρια αντίστοιχα, αντιπροσωπεύοντας περίπου το ένα τρίτο του συνόλου των θυμάτων τουΒ’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ταυτόχρονα, η σοβιετική οικονομία καιοι υποδομές της χώρας υπέστησαν τεράστια καταστροφή, παρόλο που λίγα χρόνια μετά η Σοβιετική Ένωση θα αναγνωριστεί από όλους ως μία στρατιωτική υπερδύναμη του πλανήτη.[73][74]
Μετά τη λήξη του πολέμου, ο Κόκκινος Στρατός εξακολουθούσε να κατέχει το μεγαλύτερο μέρος της ανατολικής Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Γερμανίας. Τα πρώτα κράτη που δημιουργηθούν εκεί θα έχουν σοσιαλιστικές κυβερνήσεις, ενώ στην ουσία θα είναι κράτη-δορυφόροι της Μόσχας, το λεγόμενο Ανατολικό Μπλοκ. Μετά την απόκτηση πυρηνικών όπλων από τηνΕΣΣΔκαισαν αντίπαλο δέος στοΝΑΤΟ, θα ιδρυθεί η συμμαχία τουΣυμφώνου της Βαρσοβίας, όπου θα είναι το σημείο έναρξης τουΨυχρού Πολέμουμε τις δυτικές χώρες για παγκόσμια κυριαρχία. Η Σοβιετική Ένωση θα υποστηρίξει σοσιαλιστικά επαναστατικά κινήματα σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της νεοσυσταθείσας Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κορέας και, αργότερα, της Δημοκρατίας της Κούβας. Σημαντικές ποσότητες σοβιετικών πόρων διατίθονταν προς βοήθεια άλλων σοσιαλιστικών χωρών.[75][76]
Μετά τον θάνατο του Στάλιν καιμια περίοδο συλλογικής διακυβέρνησης, ο νέος ηγέτης Νικίτα Χρουστσόφ αποκήρυξε την προσωπολατρία στον Στάλιν και ξεκίνησε μια πολιτική αποσταλινοποίησης. Ο γενικός κατευνασμός των καταπιεστικών πολιτικών έμεινε γνωστός αργότερα ως τοΞεπάγωμα του Χρουστσόφ. Την ίδια στιγμή, το κλίμα με τις Ηνωμένες Πολιτείες επιδεινώθηκε όταν οι δύο αντίπαλοι συγκρούστηκαν πάνω από την εγκατάσταση αμερικανικών πυραύλων στην Τουρκία και σοβιετικών πυραύλων στην Κούβα.[77]
Το 1957 η Σοβιετική Ένωση εκτόξευσε τον πρώτο τεχνητό δορυφόρο στον κόσμο, τονΣπούτνικ 1, ξεκινώντας έτσι νέα κόντρα με τις ΗΠΑ, αυτή τη φορά γιατο διάστημα. Στις 12 Απριλίου 1961 ο Ρώσος κοσμοναύτης Γιούρι Γκαγκάριν έγινε ο πρώτος άνθρωπος που ταξίδευσε στο διάστημα.[εκκρεμεί παραπομπή]
Το 1964 ο Χρουστσόφ απομακρύνθηκε και άλλη μια περίοδος συλλογικής διακυβέρνησης εγκαινιάστηκε, η οποία τερματίστηκε μετην ανάδειξη τουΛεονίντ Μπρέζνιεφ ως νέου ηγέτη. Η εποχή της δεκαετίας του 1970 και των αρχών του 1980 έμεινε γνωστή ως η εποχή της στασιμότητας, μια περίοδος κατά την οποία η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε καιοι κοινωνικές πολιτικές έμειναν στάσιμες. Η μεταρρύθμιση του Κοσίγκιν το 1965, η οποία είχε στόχο τη μερική αποκέντρωση της σοβιετικής οικονομίας καιτη μετατόπιση της βιομηχανίας από την παραγωγή όπλων στην ελαφρά βιομηχανία καιτην κατανάλωση αγαθών, καταπνίγηκε από τη συντηρητική κομμουνιστική ηγεσία.[78][79]
Το 1979, μετά από ένα κομμουνιστικό κίνημα στοΑφγανιστάν, οι σοβιετικές ένοπλες δυνάμεις εισήλθαν στηνεν λόγω χώρα μετά από αίτημα του νέου καθεστώτος. Η στρατιωτική αυτή κατοχή απορρόφησε σημαντικούς οικονομικούς πόρους και συνεχίστηκε χωρίς την επίτευξη σημαντικών πολιτικών αποτελεσμάτων. Τελικά, ο σοβιετικός στρατός αποσύρθηκε από το Αφγανιστάν το 1989, εξαιτίας των διεθνών πιέσεων, των επίμονων αντισοβιετικών ανταρτών στην περιοχή και της έλλειψης υποστήριξης από τους σοβιετικούς πολίτες.[80][81][82]
Από το 1985 και μετά, ο τελευταίος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, προσπάθησε να θεσπίσει φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στο σοβιετικό σύστημα, μετην εισαγωγή πολιτικών διαφάνειας και αναδιάρθρωσης, σεμια προσπάθεια να τερματιστεί η περίοδος της οικονομικής στασιμότητας καιγιανα εκδημοκρατιστεί η κυβέρνηση. Αυτό, ωστόσο, οδήγησε στην άνοδο ισχυρών εθνικιστικών και αυτονομιστικών κινημάτων. Πριν από το 1991, η σοβιετική οικονομία ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη στον κόσμο, όμως κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών είχε πληγεί από ελλείψεις αγαθών στα καταστήματα, από μεγάλα ελλείμματα στον προϋπολογισμό και από την εκρηκτική αύξηση της προσφοράς χρήματος, που οδήγησε σε πληθωρισμό.[εκκρεμεί παραπομπή]
Το 1991 οι οικονομικές και πολιτικές αναταραχές είχαν φτάσει σε ακραίο σημείο, ενώ οι δημοκρατίες της Βαλτικής επέλεξαν να αποχωρήσουν από την Ένωση. Στις 17 Μαρτίου, διεξήχθη ένα δημοψήφισμα, στο οποίο η συντριπτική πλειοψηφία των συμμετεχόντων πολιτών ψήφισαν υπέρ της διατήρησης της Σοβιετικής Ένωσης, μεμια νέα ομοσπονδιακή μορφή. Τον Αύγουστο του ίδιου έτους η προσπάθεια πραξικοπήματος από μέλη της κυβέρνησης του Γκορμπατσόφ, το οποίο στρεφόταν κατά του Γκορμπατσόφ και είχε στόχο τη διατήρηση της Σοβιετικής Ένωσης, θα έχει ως αποτέλεσμα την κατάρρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης. Παρά τη βούληση που εξέφρασε ο λαός στο προηγούμενο δημοψήφισμα, στις 25 Δεκεμβρίου 1991, ηΕΣΣΔθα διαλυθεί ενώ τα εδάφη της θα αποτελέσουν 15 νέα ανεξάρτητα δημοκρατικά κράτη.[83][84]
Τον Ιούνιο του 1991, οΜπόρις Γιέλτσιν έγινε ο πρώτος άμεσα εκλεγμένος πρόεδρος στην ιστορία της Ρωσίας, όταν εξελέγη Πρόεδρος της Ρωσικής Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας, η οποία τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους έγινε η ανεξάρτητη πλέον Ρωσική Ομοσπονδία. Κατά τη διάρκεια και μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, ευρείες μεταρρυθμίσεις, που περιλάμβαναν ιδιωτικοποιήσεις, φιλελευθεροποίηση της αγοράς καιτου εμπορίου, είχαν αναληφθεί. Ταυτόχρονα στο οικονομικό πεδίο έγιναν ριζικές αλλαγές προς την κατεύθυνση της λεγόμενης οικονομικής θεραπείας σοκ, η οποία είχε προταθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες καιτοΔιεθνές Νομισματικό Ταμείο. Όλα αυτά, όμως, οδήγησαν σεμια μεγάλη οικονομική κρίση, η οποία χαρακτηρίστηκε από μία μείωση 50% του ποσοστού τουΑΕΠκαι της βιομηχανικής παραγωγής μεταξύ των ετών 1990-1995. Είναι χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου το ποσοστό της φτώχειας, όπου από το επίπεδο του 1,5% στα τέλη της σοβιετικής εποχής, εκτινάχθηκε στο 39-49% στα μέσα του 1993.[85][86][87][88]
Τη δεκαετία του 1990 η χώρα είχε να αντιμετωπίσει ένοπλες συγκρούσεις στον Βόρειο Καύκασο, τόσο τοπικών εθνοτικών ομάδων, όσο και αυτονομιστών ισλαμιστών. Σημαντικότερο μέτωπο ήταν αυτό της Τσετσενίας, όπου πάνω από 20 χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Οι αυτονομιστές δρούσαν καιμε τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον αμάχων.[89]
Η Ρωσία ανέλαβε την ευθύνη γιατη διευθέτηση του εξωτερικού χρέους της ΕΣΣΔ, παρόλο πουο πληθυσμός της δεν ήταν αντίστοιχος του πληθυσμού της ΕΣΣΔ κατά τη στιγμή της διάλυσής της. Τα υψηλή δημοσιονομικά ελλείμματα προκάλεσαν το 1998 μία μεγάλη οικονομική κρίση, η οποία οδήγησε σε περαιτέρω μείωση τουΑΕΠ. Στις 31 Δεκεμβρίου 1999, ο Πρόεδρος Γιέλτσιν παραιτήθηκε απροσδόκητα, παραδίδοντας τη θέση τουστον πρόσφατα διοριστέο πρωθυπουργό, Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος στη συνέχεια κέρδισε τις προεδρικές εκλογές του 2000. Ο Πούτιν κατάφερε να νικήσει αποφασιστικά του Τσετσένους αυτονομιστές μέσα σε λίγους μήνες και εξασφάλισε την εδαφική ακεραιότητα της Ρωσίας. Οι πολιτικές του νέου προέδρου, σε συνδυασμό με τις καλές τιμές πετρελαίου καιτην ευελιξία που έδινε το εθνικό νόμισμα, αύξησαν την εγχώρια ζήτηση, την κατανάλωση και τις επενδύσεις, συμβάλλοντας στη ραγδαία βελτίωση της οικονομίας γιατα επόμενα χρόνια. Το επίπεδο ζωής βελτιώθηκε, καθώς καιη επιρροή της Ρωσίας στο εξωτερικό αυξήθηκε. Οι μεταρρυθμίσεις που προχώρησαν από τον πρόεδρο Πούτιν εξασφάλισαν μια ασφαλή, σταθερή και συνεχώς αναπτυσσόμενη Ρωσία.[90][91][92][93]
Στις 2 Μαρτίου του 2008, οΝτμίτρι Μεντβέντεφ εξελέγη πρόεδρος της Ρωσίας, ενώ ο Πούτιν έγινε Πρωθυπουργός. Ο Πούτιν επέστρεψε στην προεδρία της χώρας μετά τις προεδρικές εκλογές του 2012, ενώ ο Μεντβέντεφ παρέμεινε στο πολιτικό σκηνικό μετην ανάληψη της πρωθυπουργίας.[94][95]
Το 2014, εξαιτίας της κρίσης στηνΟυκρανία, η οποία είχε σχέση σε μεγάλο βαθμό μετη ρωσική κοινότητα της χώρας, ο Πούτιν ζήτησε και έλαβε άδεια από το Ρωσικό Κοινοβούλιο γιατην ανάπτυξη ρωσικών στρατευμάτων στην Ουκρανία. Έπειτα, μετά από ένα δημοψήφισμα στην Κριμαίαη πρώην ουκρανική αυτόνομη δημοκρατία ενσωματώθηκε στη Ρωσική Ομοσπονδία, κάτι που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από πολλές χώρες διεθνώς.[96][97][98]
Τον Σεπτέμβριο του 2014, ο Πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν διέταξε την επιτάχυνση της κατασκευής τουΚοσμοδρομίου Βοστότσνι, το οποίο αναμένεται να χρησιμοποιηθεί για μελλοντικές αποστολές στη Σελήνη καιτον Άρη. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους η Ρωσία πραγματοποίησε την πρώτη δοκιμαστική πτήση του Ανγκαρά, του πρώτου πυραύλου διαστημικής μεταφοράς από τη σοβιετική εποχή. Στα τέλη του2015 ξέσπασε σοβαρή κρίση μεταξύ της Ρωσίας και της Τουρκίας μετά την κατάρριψη ρωσικού αεροσκάφους από τους Τούρκους στη Συρία η οποίας είχε σαν συνέπεια η Ρωσία να επιβάλει οικονομικής κυρώσεις στην Τουρκία καινα παγώσει έτσι τις μεταξύ τους σχέσεις.[99]
Το πολίτευμα της Ρωσίας είναι μία μείξη μεταξύ της προεδρικήςκαι της Ημιπροεδρικής Δημοκρατίαςμε τις εξουσίες του προέδρου πάντως να υπερέχουν. Όπως καιστην περίπτωση της πρώην ΕΣΣΔ έτσι καιη Ρωσία είναι ένα ομοσπονδιακό κράτος όπου αποτελείται συνολικά από 83 ομοσπονδιακά υποκείμενα.
Το ισχύον Σύνταγμα της Ρωσικής Ομοσπονδίας (στα ρωσικά: Конститу́ция Росси́йской Федера́ции, εγκρίθηκε (μετο 54,5% των ψηφοφόρων να ψηφίζουν υπέρ) έπειτα από δημοψήφισμα στις 12 Δεκεμβρίου του 1993. Αντικατέστησε το σοβιετικό Σύνταγμα του 1978.
Σύμφωνα μετο σύνταγμα αυτό, το ρωσικό κοινοβούλιο έχει δύο νομοθετικά σώματα: το Συμβούλιο της Ομοσπονδίας (Άνω Βουλή), που αποτελείται από εκπροσώπους των περιφερειακών διοικητικών μονάδων της Ρωσικής Ομοσπονδίας, που αποκαλούνται «γερουσιαστές», καιτην Κρατική Δούμα (Κάτω Βουλή) με 450 μέλη, που εκλέγονται με 4ετή θητεία με βάση τον πληθυσμό κάθε περιοχής. Η λέξη «δούμα» (дума) προέρχεται από το ρήμα думать, ντούματ, που σημαίνει «σκέπτομαι».
Οι αποφάσεις της Δούμας επικυρώνονται από τον Πρόεδρο καιτο Συμβούλιο της Ομοσπονδίας. ΟΠρωθυπουργός της Ρωσίας ασκεί έναν περισσότερο συμβολικό και εθιμοτυπικό ρόλο ανκαι διαθέτει ορισμένες αρμοδιότητες και διορίζεται από τον Πρόεδρο μετη σύμφωνη γνώμη της Κάτω Βουλής. ΟΠρόεδρος της Ρωσίας εκλέγεται με άμεση ψηφοφορία για 6 έτη και έχει πανίσχυρες εξουσίες. Η παράταση της θητείας του προέδρου από 4 χρόνια σε 6 χρόνια εγκρίθηκε από την Άνω Βουλή στις 22 Δεκεμβρίου του 2008.[100]
Δικαίωμα ψήφου έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω. Γιανα μπορέσει ένα κόμμα να εκπροσωπηθεί στο Κοινοβούλιο πρέπει να κερδίσει τουλάχιστον το 8% των έγκυρων ψηφοδελτίων. Δεν επιτρέπεται η ύπαρξη μειονοτικών κομμάτων.
Στις πιο πρόσφατες προεδρικές εκλογές, το 2012, άνετη νίκη είχε ο Βλαντίμιρ Πούτιν από τον πρώτο γύρο με ποσοστό 63,6% με 110.000.000 ψήφοι. Δεύτερος αναδείχθηκε ο εθνικιστής Μιχαήλ Προχόροφ με 17,2%, ενώ τρίτος ήρθε ο Κομμουνιστής Γκενάντι Ζιουγκάνοφ με 7,9%.
Ο εθνικιστής Βλαντίμιρ Ζιρινόφσκι συγκέντρωσε 6,24% καιο ηγέτης του κόμματος Μια Δίκαιη Ρωσία, Σεργκέι Μιρόνοφ, έρχεται τελευταίος με 3,84%. Τέλος, η συμμετοχή έφτασε στο 65%.[101]
Μετά το 1989 και την πτώση της ΕΣΣΔη Ορθόδοξη εκκλησία της χώρας βίωσε μια τεράστια αναγέννηση. Μετη στήριξη των κυβερνήσεων μπόρεσε να αναδιοργανωθεί πολύ γρήγορα. Από το 1991 κατασκευάστηκαν χιλιάδες νέοι ναοί ενώ από το 2001 ο αριθμός των Ρώσων που προσέρχονται στις εκκλησίες αυξήθηκε σε εντυπωσιακά υψηλά επίπεδα ενώ παρατηρήθηκε ταχύτατη αύξηση της τέλεσης των θρησκευτικών υποχρεώσεων των Ρώσων. Με νόμο που ψηφίστηκε το 1997 αναγνωρίζεται η σημαντική προσφορά και θέση της στον Ρωσικό πολιτισμό καιτο Κράτος. ΗΡωσική Ορθόδοξη Εκκλησία είναι σήμερα η ισχυρότερη Ορθόδοξη εκκλησία στον κόσμο καιη εκκλησία που διαθέτει τη μεγαλύτερη επιρροή σε κοσμικό επίπεδο παγκοσμίως ενώ είναι γνωστές οι άριστες σχέσεις που διατηρεί με όλους σχεδόν τους πολιτικούς και κοινωνικούς φορείς της χώρας. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του κέντρου LAVDA τον Ιούλιο του2014το 61% από όσους δήλωσαν Χριστιανοί Ορθόδοξοι (78%) πηγαίνει τακτικά στην εκκλησία, το 13% σχετικά τακτικά καιτο 16% σπάνια. Τέλος το 86% θεωρεί σωστές τις θέσεις καιτη διδασκαλία της Εκκλησίας έναντι ενός 9% που τις θεωρεί αμφιλεγόμενες καιτο 5% λανθασμένες. Παρόμοια ποσοστά καταγράφονται καισε άλλες δημοσκοπήσεις.
Σύμφωνα μετην απογραφή του 2010, η Ρωσία είχε συνολικό πληθυσμό 142.856.536 κατοίκων, από τους οποίους 105.226.455 στις τέσσερις ευρωπαϊκές ομοσπονδιακές περιοχές και 37.727.241 στις τρεις ασιατικές ομοσπονδιακές περιοχές. Την 1η Ιανουαρίου του 2023 ο πληθυσμός της Ρωσίας ήταν 146.447.400 κάτοικοι, σύμφωνα μετη ρωσική Στατιστική Υπηρεσία[1]. Οι περισσότεροι Ρώσοι προέρχονται από την Ανατολική Σλαβική οικογένεια λαών, γιατην προέλευση των οποίων λίγα στοιχεία είναι γνωστά.
Αναλογία φύλων:
κατά τη γέννηση: 1,06 άρρενες / θήλεις
κάτω των 15 ετών: 1,06 άρρενες / θήλεις
15-64 ετών: 0,92 άρρενες / θήλεις
65 ετών και άνω: 0,45 άρρενες / θήλεις
Σύνολο πληθυσμού: 0,86 άρρενες / θήλεις (2015)[102]
Η έντονη διαφορά στο προσδόκιμο ζωής ανάμεσα στα δύο φύλα, μετο προσδόκιμο ζωής των ανδρών να είναι χαμηλότερο, οφείλεται, σύμφωνα με κοινωνικές έρευνες στην αύξηση του φαινομένου του αλκοολισμού μετά την πτώση της Ε.Σ.Σ.Δ (CCCP). Αυτή η διαφορά εμφανίζει τάσεις μείωσης τα τελευταία χρόνια. Ο πληθυσμός επίσης έχει παραμείνει στάσιμος μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά τα τελευταία 12 χρόνια αυτή η μείωση έχει ανασχεθεί σε μεγάλο βαθμό.
Το 78% των Ρώσων είναι Χριστιανοί. Το 72% ανήκουν στηΡωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία έχει πανίσχυρες εξουσίες στον κοινωνικό και πολιτικό κόσμο της χώρας. Ένα 1,9% είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι άλλων εκκλησιών, το 3,1% ανήκουν στηΡωμαιοκαθολική εκκλησίακαι ένα 2,1% είναι Προτεστάντες ή άλλο χριστιανικό δόγμα. ΤοΙσλάμ είναι η θρησκεία ενός 9,5% (το 7,0% Σουνίτες καιτο 2,5% Σιίτες). ΟΙουδαϊσμός είναι θρησκεία του 3,5% των Ρώσων. Επιπλέον, τον Βουδισμό ασπάζεται το 4% του πληθυσμού. Το 4,5% πιστεύει σε αυτόχθονες θρησκείες, ενώ άθεοι δεν καταγράφονται σε δημοσκοπήσεις μετά την πτώση της ΕΣΣΔ.
1. Διηπειρωτικές χώρες με επικράτεια στην Ευρώπη καιστην Ασία. 2. Γεωγραφικά ανήκει στην Ασία, αλλά θεωρείται ευρωπαϊκό κράτος για ιστορικούς και πολιτισμικούς λόγους. 3. Κράτη που περιλαμβάνουν υπερπόντια εδάφη καισε άλλες ηπείρους μετην μητροπολιτική περιοχή να βρίσκεται στην Ευρώπη.
1 Τμήμα της χώρας ανήκει στηνΑφρική. 2 Συνήθως γεωγραφικά θεωρείται Ασιατική χώρα, αλλά ωστόσο για πολιτισμικούς και ιστορικούς λόγους εντάσσεται συχνά στηνΕυρώπη. 3 Τμήμα της χώρας ανήκει στην Ευρώπη.