ΟΠάπας Πίος Ι΄ ή Τζουζέπε-Μελχιόρε Σάρτο (2 Ιουνίου1835 - 20 Αυγούστου1914) ήταν αρχηγός στηνΡωμαιοκαθολική Εκκλησία ή Ποντίφηκας (4 Αυγούστου1903 - 20 Αυγούστου1914). Ο Πίος Ι΄ έμεινε γνωστός στην διάρκεια της παποσύνης γιατην σθεναρή του αντίσταση στα νεά προοδευτικά κινήματα τα οποία εισήγαγαν ξένα στοιχεία στην παραδοσιακή λατρεία της Καθολικής εκκλησίας. Δημιούργησε (1917) τον"Κώδικα Κανονικού Δικαίου", το πρώτο ολοκληρωμένο σύστημα στο είδος του, τιμάται ως Άγιοςκαι μερικές δεκαετίες μετά τον θάνατο του δημιουργήθηκε μια Αδελφότητα μετο όνομα του. Ο Πίος Ι΄ αφοσιώθηκε εξ ολόκληρου στηνΠαναγία, ηπιο σημαντική μεταρρύθμισή ήταν η κωδικοποίηση του πρώτου Κώδικα Κανονικού Δικαίου, συνέλεξε τους νόμους της Εκκλησίας σε έναν τόμο για πρώτη φορά τον"Ad diem illum" ήταν το σύνθημα του.[1]Τα βασικότερα χαρακτηριστικά ήταν η Ενεργή Συμμετοχή των Πιστών στην Θεία Λειτουργία, ηΘεία Ευχαριστία επεκτάθηκε σημαντικά και μειώθηκε η ηλικία στην οποία θα μπορούσε να λαμβάνεται η Θεία Κοινωνία.[2] Συνέχισε την πολιτική των προκατόχων του σχετικά μετην ομαλή συνύπαρξη επιστήμης και θρησκείας κίνημα γνωστό ως Θωμισμός. Τα προοδευτικά κινήματα ωστόσο του 19ουπου αλλοίωναν τον παραδοσιακό χαρακτήρα της θρησκείας απορρίφθηκαν, ο Μοντερνισμός ιδιαίτερα καταδικάστηκε ως Αίρεση.[3]
Ο Πίος Ι΄ έμεινε γνωστός γιατον λιτό τρόπο ζωής τουσε βαθμό που άγγιζε τα όρια της φτώχειας, γεγονός συνηθισμένο στα μέλη του Γ΄ Τάγματος του Αγίου Φραγκίσκου, έκανε ασταμάτητα κηρύγματα επί τουΆμβωνος.[4] Όταν έγινε ο καταστροφικός Σεισμός της Μεσσήνης (1908) δέχτηκε πολλούς πληγέντες στοΑποστολικό Παλάτιπριν λάβει μέτρα η επίσημη κυβέρνηση.[4] Αρνήθηκε την οποιαδήποτε εύνοια στα μέλη της οικογενείας του, όλοι οι συγγενείς του ζούσαν φτωχικά κοντά στηνΡώμη.[4][5] Μετά τον θάνατο του επεκτάθηκε ένα κίνημα με έντονη την προσωπική του λατρεία, ηΟσιοποίηση (1951) καιη Αγιοποίηση του (1954) έγιναν από τον πάπα Πίο ΙΒ΄.[5]Ο ανδριάντας του ανηγέρθη στηνΒασιλική του Αγίου Πέτρουκαιη γενέτειρα του Ριέζε μετονομάστηκε προς τιμή τουΡιέζε Πίο Ι΄. Θεωρείται "ποιμήν" πάπας, μετην έννοια της ενθάρρυνσης της προσωπικής αγιότητας, της ευσέβειας και ενός καθημερινού τρόπου ζωής πουνα αντανακλά βαθιές χριστιανικές αξίες.
Ο Τζουζέπε-Μελχιόρε Σάρτο γεννήθηκε στην Ριέζε, βρισκόταν στοΒασίλειο της Λομβαρδοβενετίαςτο οποίο ανήκε τότε στηνΑυστριακή Αυτοκρατορία (σήμερα Επαρχία του Τρεβίζο, Βένετο, Ιταλία) (1835). Ο Σάρτο ήταν το δεύτερο από τα δέκα παιδιά του ταχυδρόμου του χωριού Τζιοβάννι Μπαττίστα Σάρτο (1792–1852) και της Μαργαρίτας Σάνσον (1813–1894), είχε τρεις αδελφούς και έξι αδελφές.[6]Η οικογένεια του ήταν πτωχή αλλά παρόλα αυτά εκπαιδεύτηκε, πήγαινε σχολείο περπατώντας 6 χιλιόμετρα κάθε μέρα. Την εποχή που ήταν Πάπας αρνήθηκε οποιοδήποτε αξίωμα στην οικογένεια του, όλα τα αδέλφια του εξακολουθούσαν ναζουν φτωχικά. Τα μαθητικά του χρόνια τα πέρασε στο χωριό του, μικρός ήταν ζωηρός και είχε έντονο ενδιαφέρον γιατην ψυχαγωγία, δεν αμελούσε καιτην προσευχή. Ο Καρδινάλιος της Βενετίαςτου έδωσε υποτροφία γιατην σχολή της Πάντοβας όπου ολοκλήρωσε τις σπουδές του.[7]Ο Καρδινάλιος Τζοβάνι Αντόνιο Φαρίνα τον έχρισε ιερέα (18 Σεπτεμβρίου 1858) και έγινε Καγκελάριος στο Τόμπολο, εκεί επέκτεινε τις γνώσεις τουγιατην Θεολογία μελετώντας τονΘωμά Ακινάτηκαι Νομικό δίκαιο. Την εποχή που βρισκόταν στο Τόμπολο η φήμη τουγιατην Αγιότητα του εκτοξεύτηκε σε τέτοιο βαθμό πουτον αποκαλούσαν όλοι "Δον Σάντο". Αργότερα (1867) έγινε αρχιεπίσκοπος του Σαλζάνο, η φήμη του αυξήθηκε κατακόρυφα όταν μετην μεγάλη επιδημία της χολέρας στις αρχές της δεκαετίας του 1870 φρόντισε με αγώνα τα θύματα. Όταν διορίστηκε Καγκελάριος τουΤρεβίζο έδωσε την δυνατότητα στους μαθητές των σχολείων να λαμβάνουν θρησκευτική διδασκαλία.
Ο Πάπας Λέων ΙΓ΄ τον διόρισε Καρδινάλιο της Καθολικής εκκλησίαςσε μυστική τελετή (12 Ιουνίου 1893).[8] Τρεις μέρες αργότερα ο Πάπας έδωσε σε επίσημη τελετή στον Σάρτο το κόκκινο καπέλο του Καρδιναλίου, τον διόρισε Πατριάρχη της Βενετίας.[9]Το γεγονός αυτό προκάλεσε σημαντικές αντιδράσεις από την κυβέρνηση του ενωμένου Ιταλικού βασιλείου επειδή το δικαίωμα της εκλογής του πατριάρχη της Βενετίας είχε μέχρι τότε η Αυστριακή Αυτοκρατορία. Οι άσχημες σχέσεις που είχαν ηΑγία Έδραμετο Ιταλικό βασίλειο το οποίο είχε αφαιρέσει από τον πάπα την εξουσία σταΠαπικά Κράτη έφεραν μεγαλύτερες εντάσεις. Οι θέσεις των κενών επισκοπών είχαν αυξηθεί στις 30 αλλά ο Σάρτο εγκαταστάθηκε τελικά στην θέση του Πατριάρχη της Βενετίας (1894). Ο Σάρτο έδωσε συνέντευξη σεμια τοπική εφημερίδα στην οποία δήλωσε ότι αισθάνεται "τρομαγμένος, ανήσυχος και εξοργισμένος".[10]Πριν αναλάβει το αξίωμα του Καρδιναλίου και αναχωρήσει γιατην Βενετία ο Σάρτο πήγε να συναντήσει την μητέρα τουγιανα της αναγγείλει το ευχάριστο γεγονός. Η μητέρα τουμε δάκρυα στα μάτια του ζήτησε να της δώσει την ευλογία του, πιθανότατα διαισθανόταν το τέλος της και ότι θα ήταν η τελευταία φορά πουθατον συναντούσε. Ο Σάρτο πήγε κατόπιν στην Βενετία όπου ορκίστηκε Καρδινάλιος και Πατριάρχης (24 Νοεμβρίου 1894). Η πολιτική του επικεντρώθηκε στα φιλανθρωπικά έργα, δεν ασχολήθηκε σοβαρά μετην πολιτική κατάσταση, το πρώτο πράγμα ωστόσο που ζήτησε από τους πιστούς τουθα ήταν να ορκιστούν υπακοή στον πάπα. Ο Πάπας Λέων ΙΓ΄ είπε μυστικά τον Απρίλιο του 1903 στον Λορέντσο Περόζι "Κράτο το καλά αυτό στο μυαλό σου, ο Σάρτο πιστεύω ότι θα είναι μετά από μένα ο επόμενος πάπας καιο διάδοχος μου". Ο Σάρτο ήταν ένας από τους πιο ενεργούς Καρδινάλιους εκείνη την εποχή και κήρυκας της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας ανκαισε παγκόσμιο επίπεδο δεν ήταν τόσο διάσημος.[11]
Ο υπερήλιξ Λέων ΙΓ΄ πέθανε (20 Ιουλίου 1903) καιτοΚονκλάβιο από τοΚολλέγιο των Καρδιναλίων συνεστήθη στα τέλη του μήνα γιατην εκλογή του νέου Πάπα, όταν έμαθε ο Σάρτο ότι βρίσκεται ανάμεσα στους νέους υποψήφιους αντέδρασε έντονα μετην φράση "καλύτερα νεκρός παρά πάπας". Σε συζήτηση που είχε με Γάλλο Καρδινάλιο ισχυρίστηκε στα Λατινικά ότι δεν μπορούσε να μιλήσει τηνΓαλλική γλώσσα, αυτό θα αποτελούσε φραγμός γιατην παπική του εκλογή. Σύμφωνα με ιστορικούς ο επικρατέστερος υποψήφιος γιατην διαδοχή ήταν ο Καρδινάλιος Υπουργός Εξωτερικών του Λέων ΙΓ΄ Μαριάνο Ραμπόλα, στην πρώτη ψηφοφορία ο Ραμπόλα έλαβε 24 ψήφους καιο Σάρτο μόλις 5. Στην επόμενη ψηφοφορία η εκλογή του θεωρείτο βέβαιη, έφτασε ωστόσο απρόσμενα ένας Πολωνός Καρδινάλιος και δήλωσε το αρνητικό βέτο του αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ Α΄γιατην εκλογή του Ραμπόλα.[12] Πολλοί από τους Καρδιναλίους οπαδούς του Ραμπόλα εξοργίστηκαν και αγνόησαν το Βέτο. Ακολούθησαν η τρίτη καιη τέταρτη ψηφοφορία στην οποία υπερίσχυσε ξανά ο Ραμπόλα αλλά με σαφώς μικρότερη διαφορά, στην πέμπτη ψηφοφορία ωστόσο έγινε η μεγάλη ανατροπή, ο Ραμπόλα πήρε 10 ψήφους καιο Σάρτο 50.[13][14]Η εκλογή του Σάρτο (4 Αυγούστου 1903) ήταν η τελευταία η οποία έγινε κατόπιν επιβολής Βέτο κάποιου Καθολικού μονάρχη. Ο Σάρτο αρνήθηκε αρχικά την εκλογή, οργίστηκε έντονα μετο Αυστριακό Βέτο και αποφάσισε να επιβάλει τον αφορισμό σε οποιονδήποτε Καθολικό μονάρχη βάλει στο μέλλον Βέτο σε Παπικό Κονκλάβιο.[12] Μετά από μεγάλη επιμονή των Καρδινάλιων αποφάσισε να δεχτεί την θέση του νέου Πάπα, πήρε το όνομα Πίος Ι΄ γιανα τιμήσει τον προκάτοχο τουΠίο Θ΄που είχε αγωνιστεί σκληρά γιατην Παπική υπεροχή απέναντι στην κοσμική εξουσία. Η φράση του ήταν χαρακτηριστικά "Θα υποφέρω σίγουρα, για αυτό θα πάρω και εγώ το όνομα αυτού που υπέφερε τα ίδια", ακολούθησε η στέψη του (9 Αυγούστου 1901).[10]
Η Παποσύνη του Πίου Ι΄ αναγνωρίστηκε γιατον ακραίο συντηρητισμό της καιτην πλήρη υποταγή τουστον Ιησού Χριστό και τους νόμους του. Οι ιδέες αυτές αντικατοπτρίζονται στην πρώτη εγκύκλιο που εξέδωσε (4 Οκτωβρίου 1903) "Αναγνωρίζουμε μόνο την εξουσία του θεού, οι εντολές του πρέπει να εφαρμόζονται καινα γίνονται σεβαστές". Την ημέρα της ορκωμοσίας του φόρεσε έναν επιχρυσωμένο σταυρό στον θώρακα, η συνοδεία του τρομοκρατήθηκε καιο ίδιος τους απάντησε ότι τον φορούσε πάντα.[15]Ο Πίος Ι΄ άλλαξε την συνήθεια που είχε επιβάλει οΠάπας Ουρβανός Ζ΄ σύμφωνα μετην οποία ο Πάπας έπρεπε να γευματίζει μόνος του, έτρωγε τα γεύματα μαζί με φίλους. Στην ερώτηση πουτου έκαναν γιατί δεν δίνει αξιώματα στους συγγενείς τους η απάντηση του ήταν "έχουν το ύψιστο αξίωμα να είναι αδελφοί ενός Πάπα, δεν χρειάζονται τίποτα περισσότερο".[15]Η μεγάλη αδυναμία του ήταν τα παιδιά, συζητούσε ταπεινά μαζί τους στους δρόμους της Βενετίας και της Μάντοβας αφού τους πρόσφερε καραμέλες. Ο κύριος στόχος του ήταν να βγάλει τα παιδιά γιατην άγνοια, να γνωρίσουν τον Ιησού, την θρησκεία και τις διδασκαλίες του.[15]Ο ανθρωπισμός καιη απλότητα του φαίνεται στην φράση που διακήρυττε συνεχώς ότι μετην στέψη τουδεν άλλαξε τίποτα περισσότερο από το χρώμα του ράσου του. Το πρόγραμμα του ήταν λιτό σε καθημερινή βάση από τις 4 το πρωί που ξυπνούσε μέχρι τις 9 το βράδυ που έπεφτε για ύπνο. Ο Πίος Θ΄ λάτρευε ιδιαίτερα τον ιερέα Τζον Βιανέ καιτηνΙωάννα της Λωρραίνης, είχε στο γραφείο τουτα αγάλματα τους. Σε εγκύκλιο του (1904) γιατην Παναγία σχετικά μετο θέμα της "αποκατάστασης των πάντων εν Χριστώ" έγραψε :
"Πνευματικά είμαστε όλοι παιδιά της και αυτή είναι η μητέρα μας, συνεπώς θα πρέπει νατην σεβόμαστε ως μητέρα.[16]Ο Χριστός είναι ο θείος λόγος που έγινε σάρκα, συνεπώς ο Σωτήρας της Ανθρωπότητας είχε ένα φυσικό ανθρώπινο σώμα και ένα μυστικιστικό την εκκλησία. Η Παναγία συνέλαβε μετο φυσικό της σώμα τον λόγο του θεού γιανα γίνει όχι απλά άνθρωπος αλλά καιο Σωτήρας της Ανθρωπότητας. Η Μαρία μεταφέροντας τον Σωτήρα μέσα της δεν μετέφερε μόνο τον ίδιο αλλά και όλους εμάς πουθα ενωθούμε μαζί τουστην εκκλησία μετην σάρκα καιτο αίμα του.[17]Μετον τρόπο αυτό όλοι γινόμαστε παιδιά της καιη ίδια είναι η μητέρα μας".[16]
Ο Πάπας Πίος Ι΄ καταδίκασε έντονα το θεολογικό ρεύμα που έμεινε γνωστό ως "Μοντερνισμός", χρησιμοποίησε ως αντίβαρο την διδασκαλία του Θωμά Ακινάτη σύμφωνα μετην οποία η επιστήμη καιη θρησκεία μπορούν να συνυπάρξουν, μετον τρόπο αυτό η θεολογία του βασίστηκε στον Θωμισμό.[18]Ο Μοντερνισμός που αναπτύχθηκε τον 19ο αιώνα ήταν σύμφωνα μετον Πίο Ι΄ Αίρεσηγιατην χριστιανική πίστη. Η κίνηση αυτή συνδέθηκε με φιλοσόφους όπως ο Λουί Ντισέν ο οποίος κύρηττε ότι ο θεός δεν επεμβαίνει στην προσωπική μας ζωή καιο Αλφρέντ Λουαζί ο οποίος ερμήνευσε πολλά εδάφια της Αγίας Γραφής ως συμβολικά. Οι δύο φιλόσοφοι επίσης απέρριψαν καιτον Θωμισμό αναφέροντας ότι υπάρχει μεγάλο χάσμα ανάμεσα στην επιστήμη καιτην θρησκεία, δεν μπορούν να συνυπάρξουν μεταξύ τους.[19]Οι Μοντερνιστές προσπάθησαν επιπλέον να αφομοιώσουν στην διδασκαλία τους και πολλούς διάσημους σύγχρονους Ορθολογιστές φιλοσόφους όπως οΙμμάνουελ Καντ.
Οιαντι-μοντερνιστές μετην σειρά τους θεώρησαν την κίνηση αυτή ως εχθρική απέναντι στην Καθολική εκκλησία. Ο Πίος Ι΄ καταδίκασε με εγκύκλιο του (3 Ιουλίου 1907) 65 προτάσεις του Αλφρέντ Λουαζί που αφορούσαν την φύση της εκκλησίας, την Βιβλική ερμηνεία, τα μυστήρια καιτην θεότητα του Ιησού.[20] Ακολούθησε νέα Εγκύκλιος στην οποία καταγράφει τον Μοντερνισμό ως "Σύνθεση όλων των Αιρέσεων". Ο Πίος Ι΄ διέταξε κατόπιν όλους τους κληρικούς να πάρουν τον αντιμοντερνίστικο όρκο. Το κίνημα παρουσίασε κάμψη χάρη στις ενέργειες του Πίου Ι΄ παρά το γεγονός ότι 40 από τους κληρικούς αρνήθηκαν να ορκιστούν. Οι θεολόγοι που έρχονταν σε επαφή με κινήματα σχετικά μετον Μοντερνισμό γνώριζαν ότι οι απόψεις τους θα τους φέρουν σε σύγκρουση μετον πάπα και πιθανότατα δεχτούν ακόμα καιτον αφορισμό.
Ο Πίος Ι΄ απαρνήθηκε την πολιτική του προκατόχου τουπου ήταν φιλική απέναντι στις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις της δύσης, μετην συμπεριφορά του ήρθε μαζί τους σε σκληρή σύγκρουση και διόρισε Καρδινάλιο Υπουργό Εξωτερικών τον Ραφαέλ Μέρι ντελΒαλ. Την εποχή πουο Γάλλος πρόεδρος Εμίλ Λουμπέ επισκέφτηκε την χώρα γιανα συναντήσει τον βασιλιά Βίκτωρ Εμμανουήλ Γ΄ της Ιταλίαςο Πίος Ι΄ πουδεν είχε αποκηρύξει ακόμα την εξουσία τουστα Παπικά Κράτη αρνήθηκε νατον συναντήσει. Η πράξη αυτή εξόργισε τους Γάλλους και δημιούργησε διπλωματικό επεισόδιο, η Γαλλική κυβέρνηση με νόμο αποφάσισε τον διαχωρισμό της εκκλησίας από το κράτος και διέκοψε την χρηματοδότηση της (1905). Ο Πίος Ι΄ σαν απάντηση απέλυσε δύο επισκόπους που υποστήριζαν τηνΤρίτη Γαλλική Δημοκρατίακαι εκδίωξε τους Ιησουίτες. Ο Πίος Ι΄ συνέχισε την ίδια τακτική και απέναντι σε άλλα κράτη με συμπαγή Καθολικό πληθυσμό όπως ηΙρλανδία, ηΠορτογαλίακαιηΠολωνία. Οι Προτεστάντες στην ανεξάρτητη Ιρλανδία πιθανότατα Άγγλοι φυγάδες και οπαδοί της ένωσης μετηνΜεγάλη Βρετανία ανησύχησαν στην ιδέα ότι οι γηγενείς Καθολικοί που ήταν πλειοψηφία θα πάρουν την εξουσία καιθα τους εξουσιάζει πλήρως ο Πάπας. Ο Πίος Ι΄ εξέδωσε κατόπιν (1908) δύο διατάγματα που αφορούσαν τους μεικτούς γάμους οι οποίοι θα είχαν πολιτική νομιμοποίηση αλλά όχι θρησκευτική.[21]Ο κάθε ιερέας θα μπορούσε με προσωπική βούληση να κρίνει αν έπρεπε να τελέσει τον γάμο ή να επιβάλει όρους όπως τα παιδιά να βαπτιστούν Καθολικοί. Το διάταγμα αυτό ανησύχησε σε τέτοιο βαθμό τους Διαμαρτυρόμενους της Ιρλανδίας που προσέφυγαν για προστασία στην Βουλή των Λόρδων της Βρετανίας.[22]Οι Προτεστάντες τρομοκρατημένοι μειώθηκαν σημαντικά στην Ιρλανδία, περιορίστηκαν σε ένα μικρό τμήμα στα βόρεια όπου έζησαν μεμια μειοψηφία Καθολικών. Η τοπική διαμάχη στην βόρεια Ιρλανδία μεταξύ των Προτεσταντών καιτων Καθολικών τους οδήγησε σε ανεξαρτησία μετο υπόλοιπο νησί καισε ένωση μετην Μεγάλη Βρετανία (1920). Η πολιτική του Πίου Ι΄ έγινε σταδιακά πιο σκληρή απέναντι στους μη Καθολικούς.
Ο Πίος Ι΄ έπαθε καρδιακή προσβολή, από τότε η υγεία του ήταν σε άθλια κατάσταση (1913). Την επόμενη χρονιά στην εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (15 Αυγούστου 2014) αρρώστησε από πυρετό με μεγάλες επιπλοκές καιδεν γιατρεύτηκε ποτέ. Η κατάσταση του χειροτέρεψε όταν ξέσπασε οΑ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος λόγω της μεγάλης του στενοχώριας, ήταν ήδη 79 ετών. Την παραμονή του θανάτου του (19 Αυγούστου 1914) είχε χάσει τις αισθήσεις του, μια λοίμωξη χειροτέρεψε στο τελικό στάδιο την υγεία τουκαιτον οδήγησε στον θάνατο την επόμενη μέρα (20 Αυγούστου 1914).[23]Τα τελευταία του λόγια ήταν "είμαι ευχαριστημένος που ήρθε το τέλος μου, θα πάω στην αγκαλιά του θεού χωρίς ναδωτην τεράστια καταστροφή πουθα κατακλύσει την Ευρώπη".[24]Η αδελφή του προσευχόταν στο προσκέφαλο του, η τελευταία του πράξη ήταν να φιλήσει τον σταυρό που κρατούσε στα χέρια του.
↑ 15,015,115,2Avella, Steven M.; Zalar, Jeffrey (Fall 1997), "Sanctity in the Era of Catholic Action: The Case of St. Pius X", Catholic Historian, Τομ. 15, Νο. 4 (Spirituality and Devotionalism ed.), US, σσ. 57–80
Bavoux, GA (1996). Le porteur de lumière [The bearer of light] (in French). Paris: Pygmalion.
Browne-Olf, Lillian. Their Name Is Pius (1941) σσ 235–304 online
Chadwick, Owen. A History of the Popes 1830-1914 (2003). online Archived 24 May 2018 at the Wayback Machine σσ. 332–405.
Chiron, Yves (2002). Pope Saint Pius X: Restorer of The Church. Kansas City, MO: Angelus.
Cornwell, John (2008). Hitler's Pope: The Secret History of Pius XII. Penguin.
F. A. Forbes (1954) [Burns Oates & Washbourne 1918]. Pope St. Pius X. London: TAN.
Kühner, Hans (1960). Lexikon der Päpste [Dictionary of Popes] (in German). Frankfurt: Fischer.
Lortz, Joseph (1934). Geschichte der Kirche (in German). Munster.
Noel, Gerard (13 December 2009). Pius XII: The Hound of Hitler (Hardcover). Bloomsbury.
Renz, Christopher J (2009). In This Light Which Gives Light: A History of the College of St. Albert the Great (1930–1980). Dominican School.
Regoli, Roberto (2009). "L'elite cardinalizia dopo la fine dello stato pontificio". Archivum Historiae Pontificiae (in Italian). 47: 63–87.
Regoli, Roberto, ed. (2016). San Pio X. Papa riformatore di fronte alle sfide del nuovo secolo. Vatican City: Libreria Editrice Vaticana.
Smit, JO; dal Gal, G (1951). Beato Pio X. Amsterdam: N.V. Drukkerij De Tijd.
van der Veldt, J. H. (1965). St. Pius X Pope. Boston, MA: Daughters of St. Paul.
Cardinal Rafael Merry del Val (1920). Pope Pius X. Rome: Vatican.
Catechismo della dottrina Cristiana, Pubblicato per Ordine del Sommo Pontifice San Pio X [Catecism of the Christian doctrine, published by order of the High priest Saint Pius X] (in Italian). Il Sabato. 1999.