ΟΠάπας Βενέδικτος ΙΔ ή Πρόσπερο-Λορέντσο Λαμπερτίνι (31 Μαρτίου1675 - 3 Μαΐου1758) ήταν αρχηγός στηνΡωμαιοκαθολική Εκκλησίακαι κυβερνήτης σταΠαπικά Κράτη (17 Αυγούστου1740 - 3 Μαΐου1758).[1]Ο Βενέδικτος ΙΔ΄ στάθηκε ένας από τους πιο μορφωμένους Πάπες που έχουν περάσει με ιδιαίτερη εύνοια στις επιστήμες και τις τέχνες Μπαρόκ, αναγνωρίστηκε οΘωμισμόςκαι αναπτύχθηκαν οι Ανθρωπιστικές επιστήμες. Επανάφερε τις διατάξεις που αποφάσισε ηΣύνοδος του Τρέντο, περιόρισε τις κοσμικότητες στα Ευρωπαικά δικαστήρια και έκανε τις τελετές μεγαλοπρεπέστερες. Στην εποχή του δημοσιεύτηκαν πλήθος από θρησκευτικές και εκκλησιαστικές πραγματείες και αυξήθηκε σημαντικά το εμπόριο μετα υπόλοιπα Παπικά Κράτη. Δημιούργησε ταΜουσεία Βατικανού, ασχολήθηκε εκτεταμένα με έργα που αφορούσαν την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία και τις μελέτες γιατοΑνθρώπινο σώμα. Στα τέλη της Παποσύνης του ξεκίνησε την εκδίωξη τωνΙησουιτών της Πορτογαλίας ύστερα από εντολή που έδωσε οΙωσήφ Α΄ της Πορτογαλίας, οι διώξεις αυτές θεωρούνται σε κάποιον βαθμό αδικαιολόγητες. ΟΟράτιος Ουόλπολτον περιγράφει "τον αγαπούν οι Παπικοί, τον εκτιμούν οι Προτεστάντες, ένας ιερέας χωρίς αυθάδεια, ένας πρίγκιπας χωρίς αντίπαλο, ένας πάπας χωρίς Νεποτισμό, δεντον είχαν διαφθείρει ποτέ ούτε η εξυπνάδα ούτε οι εξουσίες του".[2]
Ο Πρόσπερο-Λορέντσο Λαμπερτίνι γεννήθηκε από αριστοκρατική Οικογένεια της Μπολόνιας, ήταν το τρίτο από τα πέντε παιδιά του Μαρτσέλλο Λαμπερτίνι.[3]Η Μπολόνια ήταν τότε το δεύτερο μεγαλύτερο σε μέγεθος από τα Παπικά Κράτη, μετά τις αρχικές του σπουδές απεστάλη να συνεχίσει την εκπαίδευση του από τους Πατέρες Σομάσκι.[4]Σε ηλικία 13 ετών σπούδασε στο Κολλέγιο Κλημεντίνο της Ρώμης όπου διδάχθηκε την Ρητορική, τα Λατινικά, την Φιλοσοφία καιτην Θεολογία (1698-1692). Την εποχή των σπουδών του ασχολήθηκε έντονα μετα έργα τουΘωμά του Ακινάτηπου ήταν ο αγαπημένος του Άγιος και προστάτης. Το ενδιαφέρον του στράφηκε ιδιαίτερα στο Αστικό καιτο Εκκλησιαστικό δίκαιο στα οποία πήρε διδακτορικό σε ηλικία 19 ετών (1694). Μετά από μια σειρά από εκκλησιαστικά αξιώματα πήρε τους τίτλους του Καρδινάλιου στο παρεκλήσι της Βασιλικής του Βατικανού (1712), την επόμενη χρονιά πήρε τον εκκλησιαστικό τίτλο "Μονσινιόρ" (1713), αργότερα έγινε Γραμματέας της Ιεράς Συνέλευσης του Συμβουλίου (1718).[5]ΟΠάπας Βενέδικτος ΙΓ΄ διόρισε τον Λαμπερτίνι τιτλούχο επίσκοπο της Αιγυπτιακής πόλης Θεοδοσιούπολις στην Αρκαδία (12 Ιουνίου 1724).[6]Ο Λαμπερτίνι χρίστηκε επίσκοπος Ρώμης στηνΚαπέλα Παολίνατων Ανακτόρων του Βατικανού από τον πάπα Βενέδικτο ΙΓ΄ (16 Ιουλίου 1724) μαζί μετον Τζοβάνι Φραντσέσκο Νικολάι τιτλούχο επίσκοπο της Μύρας.[7]
Την επόμενη χρονιά (1725) ο Πάπας Βενέδικτος ΙΓ΄ τον όρισε Κανονιστή της Ρωμαικής Συνόδου, τότε ανέλαβε να αγιογραφήσει το Παρεκλήσι τουΕυαγγελισμού της Θεοτόκουπου είχε αρχίσει να κατασκευάζεται με πρωτοβουλία του Ινστιτούτου Επιστημών της Μπολόνια (1718).[8]Ο Λαμπερτίνι παρήγγειλε επίσης τον πίνακα του Μαρκαντόνιο Φραντσεσκίνι που παριστάνει τον Άγγελο να υποδέχεται την Θεοτόκο καιτον τοποθέτησε πάνω στο ιερό.[9] Αργότερα (27 Ιανουαρίου 1727) έγινε επίσκοπος της Ανκόνας αλλά του επέτρεψαν να διατηρήσει όλα τα προηγούμενα αξιώματα, αναστήλωσε τον κύριο ναό καιτην χορωδία του.[10]Την εποχή που έγινε πάπας δεν ξέχασε την επισκοπή πουτον ανέδειξε και έστειλε πλούσια δώρα.[15] Ο επίσκοπος Λαμπερτίνι διορίστηκε Καρδινάλιος (9 Δεκεμβρίου 1726), η αναγγελία του διορισμού του καθυστέρησε αρκετά (30 Απριλίου 1728).[11]Την ίδια χρονιά (10 Μαίου 1728) διορίστηκε στηνΒασιλική της Σάντα Κρότσεκαι συμμετείχε στο επόμενο Κονκλάβιο (1730).[12]ΟΠάπας Κλήμης ΙΒ΄ διόρισε τον Λαμπερτίνι αρχιεπίσκοπο της Μπολόνια (30 Απριλίου 1731), την ίδια εποχή έγραψε την εγκυκλοπαίδεια τουπου αφορούσε τις εκκλησιαστικές πρακτικές σε τρεις τόμους.[13][14]Ο στόχος του ήταν η διεξαγωγή μιας νέας Συνόδου μετην δική του ηγεσία (14 Οκτωβρίου 1748) η οποία δεν έγινε τελικά ποτέ.[15]Ο Λαμπερτίνι συνέχισε ωστόσο να είναι Αρχιεπίσκοπος στην Μπολόνια ακόμα και μετά την άνοδο τουστον Παπικό θρόνο, παραιτήθηκε αργότερα (14 Ιανουαρίου 1754).[16]
Μετον θάνατο του Πάπα Κλήμη ΙΑ΄ (6 Φεβρουαρίου 1740) συνεστήθη Παπικό Κονκλάβιο γιανα ορίσει τον διάδοχο (18 Φεβρουαρίου 1740), ο Λαμπερτίνι έφτασε σε αυτό χωρίς να είναι κάποιος από τους επικρατέστερους (5 Μαρτίου 1740). Το Κονκλάβιο κράτησε έξι μήνες, ο επικρατέστερος υποψήφιος στην αρχή ήταν ο Καρδινάλιος Πιέτρο Οτομπόνι Διάκονος τουΚολλεγίου των Καρδιναλίων.[17]Η υποψηφιότητα του συνάντησε πολλές αντιδράσεις επειδή ήταν προστατευόμενος των Γάλλων στην Ρωμαϊκή Κουρία.[18]Ο αιφνίδιος θάνατος του διέκοψε κάθε ελπίδα γιατην εκλογή του.[19]Ο Καρδινάλιος Ντομένικο Ριβιέρα δέχτηκε έναν μεγάλο αριθμό ψήφων και κατόπιν τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου ακολούθησε ο Καρδινάλιος Πομπέιο Αλντροβάντι της Μπολόνιας, οι αντιπαλότητες ωστόσο δεντου επέτρεψαν να συγκεντρώσει τα δύο τρίτα των ψήφων γιατην εκλογή του. Ο μεγαλύτερος εχθρός του ήταν ο Άννιμπαλ Αλμπάνι ο οποίος σκέφτηκε αργότερα να προτείνει τον ίδιο τον Λαμπερτίνι ως συμβιβαστική λύση. Ο Λαμπερτίνι απέρριψε σεμνά την υποψηφιότητα προτείνοντας τον αρχηγό των Θωμιστών και Καθηγητή της φιλοσοφίας στο Κολλέγιο του Σαίντ Τόμας Βινσένζο Λουντοβίκο Γκότι (1664–1742).[20][21][22] H στάση του ήταν καθοριστικός παράγοντας γιατην εκλογή του ίδιου του Λαμπερτίνι στον παπικό θρόνο, διαδόθηκε σύντομα η φήμη γιατην σεμνότητα, την σοφία καιτην πίστη του.[23] Ακολούθησε η εκλογή του (17 Αυγούστου 1740), πήρε το όνομα Βενέδικτος ΙΔ΄ γιανα τιμήσει τον προκάτοχο του Βενέδικτο ΙΓ΄ πουτον διόρισε Καρδινάλιο, η στέψη του έγινε από τον πρωτοδιάκονο (21 Αυγούστου 1740).[24]
Στη διακυβέρνηση του Παπικού κράτους μείωσε τη φορολογία και ενθάρρυνε τη γεωργία. Υποστήριξε το ελεύθερο εμπόριο. Ως μελετητής έθεσε τις βάσεις του παρόντος Μουσείου του Βατικανού. Ο Βενέδικτος ΙΔ΄ μπορεί να θεωρηθεί πολυμαθής, λόγω του πλήθους μελετών τουστην αρχαία Λογοτεχνία, τη δημοσίευση εκκλησιαστικών βιβλίων και εγγράφων, τη σπουδή του ανθρώπινου σώματος καιτη μεγάλη αφοσίωσή τουστην Τέχνη καιτη θεολογία. Ο Οράτιος Γουόλπολ τον περιέγραψε ως "ιερέα χωρίς έπαρση, πρίγκιπα χωρίς ευνούμενους και πάπα χωρίς ανιψιούς". Αρχιεράτευσε για 17 έτη, 8 μήνες και 17 ημέρες. Η Παποσύνη του Βενέδικτου ΙΔ΄ διακρίθηκε από τις συγκρούσεις ανάμεσα στον ίδιο και στους υπόλοιπους Καθολικούς βασιλείς που ήθελαν να διορίζουν τους δικούς τους επισκόπους χωρίς την έγκριση του πάπα.[25]Σε Αποστολικό διάταγμα (30 Μαρτίου 1741) αφόρησε όλα τα μέλη των θρησκευτικών αιρέσεων όπως Προτεστάντες και Καλβινιστές ως εχθρούς των Παπικών αποφάσεων και διέταξε ναμην μετέχουν σε Οικουμενικές Συνόδους. Ο Βενέδικτος ΙΔ΄ κληρονόμησε τεράστια χρέη που έφταναν στο ποσό των 56.000.000 Σκουδίων, προσπάθησε νατα μειώσει με κάθε τρόπο αλλά το έλλειμμα υπήρχε ακόμα και μετά τον θάνατο του.[26]Το σημαντικότερο μέτρο που πήρε ήταν να ελαττώσει το μέγεθος του Παπικού στρατού που είχε αποδειχθεί αναποτελεσματικός γιατην τήρηση της τάξης στα Παπικά Κράτη.[27]
Τα οικονομικά μέτρα που πήρε γιατην αυλή του αποδείχθηκαν αναποτελεσματικά, ο Καρδινάλιος Πιέτρο Αλντομπρανντίνι του πρότεινε να θεσπίσει έναν νέο φόρο στα νομικά έγγραφα (1741), αποδείχτηκε αναποτελεσματικός και καταργήθηκε (1743). Τα οικονομικά προβλήματα ωστόσο δεντον εμπόδισαν να αγοράσει τον Απρίλιο του 1745 δύο φρεγάτες από την Μεγάλη Βρετανία. Ο Βενέδικτος ΙΔ΄ διέταξε επιπλέον να ανακατασκευαστεί το λιμάνι τουΆντσιο, αναγκάστηκε όμως να εγκαταλείψει το έργο χάρη στο μεγάλο κόστος (1752).[28]Η Παποσύνη του ήταν πολύ ενεργή στο θέμα της εκκλησιαστικής αναμόρφωσης, τα μέτρα που πήρε δημοσιεύθηκαν σε δύο Παπικές Βούλες (11 Ιουλίου 1742), (12 Σεπτεμβρίου 1744).[29][30]Οι Βούλες αυτές αφορούσαν την προσαρμογή παγανιστικών εθίμων σε νέους πιστούς που έγιναν χριστιανοί πρόσφατα, ειδικά στις αποστολές των Ιησουιτών στηνΚίνακαιτηνΙνδία. Το θέμα αφορούσε ειδικά την λατρεία των προγόνων πουδεν ήταν χριστιανοί, ο Βενέδικτος ΙΔ΄ έδωσε μεγάλη προσοχή σε αυτά τα θέματα όπως τα κατέγραψε στις δύο Βούλες.[31]
Ο Βενέδικτος ΙΔ΄ ανακήρυξε το Ιερό Έτος (5 Μαΐου 1749), θα ξεκινούσε την παραμονή των Χριστουγέννων του 1749 και θα έληγε τα Χριστούγεννα του 1750, τον Απρίλιο του 1750 μοίρασε στους φτωχούς 43.000 γεύματα.[32][33]Την ίδια χρονιά αργότερα απαγόρευσε τα τυχερά παιχνίδια.[34]Στην διάρκεια του έτους κάλεσε τον Άγιο Λεονάρδο τουΠορτ Μωρίς να κάνει κήρυγμα, η σχέση μαζί του είχε γίνει πολύ στενή από την προηγούμενη χρονιά που είχε μεταστραφεί στον χριστιανισμό, ο στόχος του ήταν να ενώσει ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο. Ο Βενέδικτος ΙΔ΄ θεωρείται ένας από τους καλύτερους καιπιο λόγιους αυτοκράτορες, είχε ωστόσο μεγάλα προσωπικά ελαττώματα όπως η τάση του προς την χαρτοπαιξία καιη"άσχημη γλώσσα". Το τελευταίο ελάττωμα δεν μπόρεσε νατο καταργήσει ποτέ παρά τις φιλότιμες προσπάθειες, ως ευσεβής άνθρωπος τοποθέτησε έναν σταυρό σε κάθε δωμάτιο ώστε νατον συγκρατήσει.[35]Ο Βενέδικτος ΙΔ΄ υπέφερε πολλά χρόνια από τα νεφρά του, η κατάσταση του επιδεινώθηκε μέχρι τον θάνατο τουσε ηλικία 83 ετών (3 Μαΐου 1758). Τα τελευταία του λόγια ήταν "επιστρέφω στην λήθη εκεί που ανήκω, αφήνω τον εαυτό μουστα χέρια του θεού".[36]
↑Nagy, Ferenc (1979). "La comune genealogia episcopale di quasi tutti gli ultimi papi (1700–1978)". Archivum Historiae Pontificiae. 17: 433–453
↑Mario Rosa, "Benedetto XIV," in: Enciclopedia dei Papi (Treccani 2000). (in Italian) L. Fiorani, Il concilio romano del 1725 (Roma 1978), σσ. 144–146, 209
↑Ritzler, Remigius; Sefrin, Pirminus (1958). Hierarchia catholica medii et recentis aevi. Τομ. Tomus VI (1730–1799). Patavii: Messagero di S. Antonio. σ. 126
↑Pope Benedict XIV (1760). Sanctissimi domini nostri Benedicti papae XIV De synodo dioecesana libri tredecim in duos tomos distributi
↑Cicognani, Amleto Giovanni; O'Hara, Joseph Michael; Brennan, Francis (1934). Canon law: I. Introduction to the study of canon law. II. History of the sources of canon law. III. A commentary on book 1 of the code. σ. 401
↑Benedictus XIV (1826). Benedicti papae XIV. Bullarium: In quo continentur constitutiones, epistolae, aliaque edita ab initio pontificatus usque ad annum MDCCXLVI (in Latin). Vol. Tomus primus, Volumen 1. Mechlin: P. J. Hanicq. σσ. 388–422
↑Benedictus XIV (1826). Sanctissimi Domini nostri Benedicti papae XIV bullarium (in Latin). Vol. Tomus primus, Volumen 2 (editio nova ed.). Mechlin: Hanicq. σσ. 369–428
Pope Benedict XIV (1888). F. X. Kraus (ed.). Lettere di Benedetto XIV al canonico Pier Francesco Peggi Bolognese (1729–1758): pubblicate insieme col diario del conclave del 1740 (seconda ed.). Friburg im Breisgau: J.C.B. Mohr
Bettanini, A.M. (1931). Benedetto XIV e la Repubblica di Venezia. Storia delle trattative per la difesa dei diritti giurisdizionali ecclesiastici. Decreto veneto 7 settembre 1754. Milano: Vita e Pensiero: 1931. (Στα Ιταλικά)
De Angelis, Maria Antonietta (2008). Prospero Lambertini (Benedetto XIV): un profilo attraverso le lettere (in Italian). Citta del Vaticano: Archivio segreto Vaticano.
Fanti, M. (1959). "Il 'pastorale governo' del cardinale Lambertini," in: Strenna Storica Bolognese 9 (1959).
Fattori, Maria Teresa (2007). "Lambertini a Bologna, 1731–1740", in: Rivista di storia della Chiesa in Italia, Τομ. 61, No. 2 (2007).
Gualandi, Enea (1921), "Il card. Filippo Maria Monti, papa Benedetto XIV e la Biblioteca dell' Istituto delle scienze di Bologna," in: Studi e Memorie per la Storia dell' Università di Bologna VI (1921).
Haynes, Renée (1970). Philosopher King: The Humanist Pope Benedict XIV London: Weidenfeld & Nicolson 1970.
Mungello, David E. (1994). The Chinese rites controversy: its history and meaning. Monumenta Serica Monograph Series, 33. Nettethal: Steyler Verlag.
Levillain, Philippe (General editor). "Benedict XIV," in: The papacy : an encyclopedia Volume I. New York: Routledge 2002.
Macé, L. (1998). "Les premières censures romaines de Voltaire," in: Revue d'histoire littéraire de France (Παρίσι 1998)
Messbarger, Rebecca; Johns, Christopher; Gavitt, Philip (2017). Benedict XIV and the Enlightenment: Art, Science, and Spirituality. Toronto CA: University of Toronto Press.
Montanari, Francesco (1943). Il cardinale Lambertini (Benedetto XIV) fra la leggenda e la storia (Στα Ιταλικά)
Pastor, Ludwig von (1949). The History of the Popes. Volume XXXV. Benedict XIV. (1740–I758). London: Routledge and Kegan Paul.
Pastor, Ludwig von (1961). The History of the Popes. Volume XXXVI. Benedict XIV. (1740–I758). London: Routledge and Kegan Paul.
Raybaud, L.-P. (1963). Papauté et pouvoir temporel sous les pontificats de Clément XII et Benoît XIV (1730–1758). Paris: J. Vrin 1963. (Στα Γαλλικά)
Rosa, Mario (1969). "Cattolicesimo e "lumi": la condanna romana dell' "Esprit des lois"". Riformatori e ribelli nel '700 religioso italiano (Στα Ιταλικά)
Schulte, Johann Friedrich (1880). "190. Prospero Lambertini". Die Geschichte der Quellen und Literatur des canonischen Rechts: Von der Mitte des 16. Jahrhunderts bis zur Gegenwart. Vol. *Dritter Band. Stuttgart: Ferdinand Enke.
Van Kley, D. (1982). "The Refusal of Sacramental Controversy and the Political Crisis of 1756–57," in: R. M. Golden (ed.), Church, State and Society Under the Bourbon Kings of France.